Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΤΣΕ - Michael Gillespie (34)

   Συνέχεια από: Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

Nihilism Before Nietzsche

Michael Allen Gillespie

Μετάφραση: Γιώργος Ν. Μερτίκας

ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΑΥΓΗ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΑΚΟΥ. 
Ρομαντισμός και μηδενισμός.


Ο αριστερός εγελιανισμός και η έλευση του πολιτικού μηδενισμού

Μολονότι ο Hegel είχε μεγαλύτερη επιτυχία απ' ό,τι ο Goethe στις προσπάθειές του να καταπολεμήσει τον μηδενισμό ενόσω ζούσε, μετά τον θάνατό του οι βασικοί υπαίτιοι που ο μηδενισμός έγινε κοσμοϊστορική πολιτική δύναμη ήσαν οι μαθητές και οι οπαδοί του. Ο Hegel επιχείρησε να κατασκευάσει έναν πολιορκητικό κριό ενάντια στον μηδενισμό συμφιλιώνοντας την ελευθερία και τη φυσική αναγκαιότητα. Ωστόσο ούτε οι αριστεροί ούτε οι δεξιοί εγελιανοί ενδιαφέρονταν να διατηρήσουν τη θεωρησιακή σύνθεση που έπαιζε αποφασιστικό ρόλο στη σκέψη του Hegel. Οι δεξιοί εγελιανοί ευνοούσαν μια συντηρητική, θεολογική ερμηνεία της σκέψης του, που στηριζόταν στην ενότητα του Θεού και του κράτους μέσα στο απόλυτο. Αρχικά ήλπιζαν ότι θα δουν αυτή την ενότητα να πραγματώνεται σε μια φιλελεύθερη Γερμανία, αλλά, ύστερα από την αποτυχία της Επανάστασης του 1848, στράφηκαν βαθμηδόν στον ρομαντικό εθνικισμό. Οι αριστεροί εγελιανοί απέρριψαν τη θεωρησιακή λύση του Hegel εκ προοιμίου και έστρεψαν τη διαλεκτική μεθοδολογία του ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική τάξη, επιδιώκοντας να επιβάλουν την κοινωνική δικαιοσύνη.
 
Οι αριστεροί εγελιανοί χρησιμοποίησαν την εγελιανή αρχή της άρνησης για να ασκήσουν κριτική στην κυρίαρχη πολιτική τάξη, και τη διαλεκτική μεθοδολογία για να περιγράψουν τον ορθολογικό στόχο της πολιτικής αλλαγής. Αυτού του είδους η κριτική και δυνητική μεθοδολογία είναι ξένη στη σκέψη του Hegel, που ουσιαστικά είναι ανασκοπική και συμφιλιωτική. Η αντίφαση κατά τη γνώμη του θα πρέπει να κατανοηθεί από την προοπτική της περατωμένης συμφιλίωσης, και όχι ως οδοδείκτης για κάποιο αναγκαίο μέλλον.

Οι αριστεροί εγελιανοί απέρριψαν το θεολογικό στοιχείο της εγελιανής σκέψης, το οποίο κατά τη γνώμη τους συνδεόταν με τον καταπιεστικό αυταρχισμό των υπαρκτών πολιτικών δομών. Αυτό είναι ήδη εμφανές στον Ludwig Feuerbach, ο οποίος υποστήριζε ότι «η θεϊκή ουσία δεν είναι τίποτε άλλο από την ανθρώπινη ουσία, ή, ορθότερα: η ουσία του ανθρώπου εξαγνισμένη, απαλλαγμένη από τους περιορισμούς του μεμονωμένου ανθρώπου, εξαντικειμενικευμένη, δηλαδή, θεωρητικοποιημένη και τιμώμενη ως κάτι άλλο, διαφοροποιημένο από τον ίδιο και παρ' όλα αυτά η δική του ουσία κοντολογίς όλα τα χαρακτηριστικά της θεϊκής ουσίας είναι ανθρώπινα χαρακτηριστικά». 

Ο ρομαντισμός εξεγέρθηκε ενάντια στον Θεό και στον Λόγο προς το συμφέρον της ατομικής αυτονομίας. Οι αριστεροί εγελιανοί ανήγαγαν τον Θεό και τον Λόγο σε αντανάκλαση του ανθρώπινου πνεύματος ή σε προβολή των ανθρώπινων αναγκών προκειμένου να διασφαλιστεί η ανθρώπινη παντοδυναμία. Ο Feuerbach ισχυρίζεται ότι «αυτό που δεν γνωρίζει και δεν μπορεί να κάνει το μεμονωμένο άτομο το γνωρίζει και μπορεί να το κάνει η ανθρωπότητα ως όλον. Επομένως η θεϊκή γνώση που γνωρίζει συγχρόνως κάθε επιμέρους έχει την πραγματικότητά της στη γνώση του είδους». Η εξέλιξη της αριστερής εγελιανής σκέψης αντιπροσωπεύει μια διηνεκή ριζοσπαστικοποίηση αυτής της ιδέας για την ανθρώπινη αυτονομία και παντοδυναμία, που στηρίζεται στην εγελιανή αρχή της αρνητικότητας και εν τέλει την καθολικεύει.

Επομένως ο αριστερός εγελιανισμός είναι κατ' ουσίαν μη εγελιανός. Στην πραγματικότητα, είναι συγκαλυμμένη επιστροφή στον φιχτιανισμό (Ο Tom Rockmore έδειξε με κάθε λεπτομέρεια πόσο πραγματικά σημαντικός ήταν ο Fichte για τους αριστερούς εγελιανούς: Fichte, Marx, and the German Philosophical Tradition). Αυτός ο φιχτιανισμός όμως μετασχηματίστηκε από την ιστορική και πολιτική φιλοσοφία του Hegel. Ο Hegel επιχείρησε να αγνοήσει τη φιχτιανή αρχή της άρνησης συμφιλιώνοντας τη διαλεκτική αντίθεση σε κάποια ανώτερη θεωρησιακή σύνθεση. Η αριστερή εγελιανή απόρριψη της θεωρησιακής στιγμής στη σκέψη του Hegel ήταν μια επιστροφή στην ιδέα της ασυμφιλίωτης διαλεκτικής ανάπτυξης. Άρα επρόκειτο για επιστροφή στον Fichte, αλλά επιστροφή που έλαβε χώρα μέσα σε μια κατά βάση εγελιανή θεώρηση της ιστορίας και της πολιτικής. 

Για τον Hegel ιστορία είναι η διαλεκτική εκδίπλωση της ανθρώπινης κοινωνικής ζωής. Οι φορείς της αλλαγής είναι τα κοσμοϊστορικά άτομα. Στο τέλος της ιστορίας αυτά τα άτομα παραγκωνίζονται στο ορθολογικό κράτος από την καθολική τάξη των δημόσιων λειτουργών.

Οι αριστεροί εγελιανοί υποστήριζαν ότι αυτό το κράτος δεν είναι τελείως ορθολογικό και ότι η επονομαζόμενη καθολική τάξη είναι καθολική μονάχα κατ' όνομα, αφού κάθε άτομο έχει ιδιαίτερα ταξικά συμφέροντα που αντιτίθενται στο καθολικό. Σύμφωνα με την άποψή τους, είναι αναγκαίος ο περαιτέρω μετασχηματισμός προκειμένου να έλθει στην εξουσία κάποια τάξη που να είναι πραγματικά και όχι απλώς τυπικά καθολική. Ο φορέας αυτού του μετασχηματισμού, ωστόσο, δεν είναι γι' αυτούς κάποιο μεμονωμένο κοσμοϊστορικό άτομο, αλλά κάποιο κοσμοϊστορικό κόμμα ή κάποια κοσμοϊστορική τάξη. Στην περίπτωση του Marx είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα το οποίο θα ανατρέψει το καπιταλιστικό σύστημα και θα καθιδρύσει την εξουσία του προλεταριάτου. Ο στόχος όμως τον οποίο ο Marx θεωρεί τόσο άμεσο χάνεται στο πιο μακρινό μέλλον στην οψιμότερη αριστερή εγελιανή σκέψη και είναι δυνατόν να επιτευχθεί μόνο με επαναλαμβανόμενους επαναστατικούς μετασχηματισμούς. Ο φιχτιανισμός που ο Hegel επιδίωξε να υπερβεί για ειρωνεία του πράγματος γίνεται η ουσία του πιο πρόσφατου εγελιανισμού. Μέσω της κατάχρησης της εγελιανής αρχής της άρνησης από τους αριστερούς εγελιανούς ο μηδενισμός γίνεται κοσμοϊστορικό πολιτικό πρόγραμμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου