Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2022

“Το ανθρώπινο πρόσωπο ως εικόνα της αγίας Τριάδος”

  Σωτήρης Γουνελάς

Στους αντίποδες μιας σύλληψης σαν κι αυτήν του Φιλίπ Νέμο (Βλ.Φ.Νεμό, Τί είναι η Δύση;’ “βιβλιοπωλείο της Εστίας”, 2008) βρίσκεται η “πρόταση” του επισκόπου Διοκλείας Καλλίστου – πού άλλωστε ζει στη Δύση και γράφει στην κυρίαρχη δυτική γλώσσα, στα αγγλικά. Η ‘πρόταση’ αυτή  πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Sobornost και υπάρχει μεταφρασμένη στα ελληνικά από τον Ιωσήφ Ροηλίδης ήδη από το 1997 σε βιβλίο με τον τίτλο Η ενότης εν τη ποικιλία- Ακρίτας. Στο βιβλίο, όπου περιλαμβάνονται και άλλα εξαιρετικά κείμενα από το ίδιο περιοδικό, υπάρχουν δύο κείμενα του Καλλίστου: “Η πνευματικότητα της Φιλοκαλίας” και “Το ανθρώπινο πρόσωπο ως εικόνα της Αγίας Τριάδος”. Σε αυτό το δεύτερο θα πρέπει να σταθούμε λίγο για να δούμε σε τι συνίσταται η “πρόταση”.

Ο επίσκοπος Κάλλιστος προωθεί στο κείμενο αυτό μία αντίληψη που δίνει άλλη προοπτική στη ζωή του ανθρώπου, εάν και εφόσον θέλει να αντλήσει από τη χριστιανική παράδοση. “Πρέπει, λέει, όλοι να αισθανθούμε πως το δόγμα της Αγίας Τριάδος έχει άμεσα κάτι να κάνει με εμένα, πως έχει πρακτικές συνέπειες για το πρόσωπό μου” (σ. 76).  Και χωρίζει την προσπάθειά του όσον αφορά την Αγία Τριάδα στη σημασία που έχει το δογμα για το Θεό και στη σημασία που έχει για το ανθρώπινο πρόσωπο.

Στην πρώτη περίπτωση, καταφεύγοντας στον Μέγα Βασίλειο βρίσκει σπουδαία τη χρήση από αυτόν του όρου “κοινωνία” και τή  ρήση του ότι “η ενότητα του Θεού βρίσκεται στην κοινωνία της Θεότητας”. Δεν είναι άλλωστε ο μόνος.  Και ο Γρηγόριος Νύσσης και άλλοι Πατέρες επανειλημμένα υπογράμμισαν την ενότητα το τριαδικών προσώπων. Είναι η ίδια ενότητα που περικλείει το Κατά Ιωάννην, ειδικά στους αποκλειστικούς και άκρως προσωπικούς διαλόγους του Χριστού με τον Πατέρα.   Επομένως, συμπεραίνει ο Κάλλιστος, έχουμε να κάνουμε με μία ‘κοινωνία’ στο εσωτερικό της Τριάδας, μία ‘κοινότητα’ και μία ‘συνοδικότητα’.

Μιλώντας έτσι για τον Θεό-κοινωνία και την Τριάδα-κοινωνία, μα προπαντός μιλώντας για το ενωτικό στοιχείο που είναι Αγάπη- ειδάλλως η κοινωνία των τριών προσώπων δεν θα ήταν κοινωνία και ενότητα και μάλιστα ο Υιός δεν θα μπορούσε, όντας ‘ένα’ με τον Πατέρα, να εναρμονίσει το θέλημά του με το θέλημα Εκείνου για να σωθούν οι άνθρωποι- υποδείχνει (πράγμα που βέβαια έκανε πρώτος ο Χριστός) τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας των ανθρώπων. Γιατί, από τη στιγμή που ο άνθρωπος είναι δημιούργημα με ελεύθερη βούληση, και από τη στιγμή που αυτός που το δημιούργησε όχι μονάχα υπερβαίνει το δημιούργημα, αλλά έχει ‘φυτέψει’ μέσα του την κίνηση προς Εκείνον ως Αγάπη, Αλήθεια, Ελευθερία, Κένωση (δοθέντος ότι προηγήθηκε η Ενανθρώπηση), Ευχαριστία, το δημιούργημα δεν έχει να κάνει τίποτε άλλο για να μεγαλουργήσει, να αναπτύξει τις δυνατότητες του, να υπάρξει και να ανακαινιστεί από το να καλλιεργήσει τα δώρα που του δόθηκαν. Φυσικά, λόγω ελεύθερης βούλησης μπορεί- στην οίηση του- να αντι γυρίσει τα δώρα ή να τα περιφρόνηση ή να τα υποτιμήσει ή να τα διαστρεβλώσει. Όμως, στην περίπτωση αυτή, επειδή είναι δημιούργημα έτσι κι αλλιώς, τα δώρα αυτά θα στραφούν εναντίον του, θα υποστούν ένα είδος μαρασμού στην καλύτερη περίπτωση και το δημιούργημα, τελικά, θα γεμίσει αγκάθια και παράσιτα που θα απομυζήσουν τη Ζωή που του χαρίστηκε και τα δώρα που έλαβε. Η  Ζωή θα καταστεί η πορεία αποξένωσης από Εκείνον που του έδωσε τα δώρα.

Αναπτύσσοντας μετά το προπατορικό, μέσω Αδάμ, την επιμονή στο ‘ίδιον θέλημα’ και στη δημιουργία ενός κόσμου στους αντίποδες του Φωτεινού στον οποίο πρωτοδημιουργήθηκε ο άνθρωπος μέχρι το Χριστό, φέρει μέσα του την ενοχή για την αίσθηση της τιμωρίας λόγω της εξόδου από τον Παράδεισο. Αυτή την ενοχή και την τιμωρία, αυτή την εγκλωβισμένη μέσα του αγάπη που δυσκολεύεται να τη δώσει και προς το Θεό και προς τον πλησίον, αυτό το Φως που θαμποφέγγει, αυτή τη μέσα του διάσταση για την οποία μίλησαν οι Πατέρες και οι αρχαίοι φιλόσοφοι την διατύπωσαν ως εγκλεισμό της ψυχής μέσα στο σώμα, έρχεται ο Χριστός και τα καταργεί: παύει η ‘έχθρα’ με την Τριάδα, συμφιλιώνεται ο άνθρωπος με τον Πατέρα, μέσα από την Εκκλησία μετέχει της θείας ζωής της Τριάδος όπως την αποκάλυψε ο Χριστός και καλείται να την υλοποιήσει. Μέσα βέβαια από διεργασίες και διαδικασίες που αφορούν η βαθύτερη υπόστασή του και όχι τον επιφανειακό, ψεύτικο ή ιδιοτελή εαυτό του. Καλέίται εν Χριστώ στη ζωή και την κοινωνία της Τριάδος πού είναι η Εκκλησία, με προοπτική την οριστική και μελλοντική βασιλεία. Ό, τι και να σκεφτούμε όσο και να αναλύσουμε, ο άνθρωπος σε σχέση με το Χριστό καλείται σε μία μεταμόρφωση- μετάνοια. Αυτή όμως η μεταμόρφωση σημαίνει πρώτα και κύρια στροφή στο Φως και έπειτα όλα τα άλλα- “πρώτον την βασιλείαν των ουρανών…”. Δεν τίθεται ζήτημα φυσικής ζωής, διαιώνισης του είδους, κοινωνικής οργάνωσης, πολιτισμού κλπ. Δεν τίθεται ζήτημα να φροντίσει ο άνθρωπος τον εαυτό του. Τίθεται πρώτιστα ζήτημα σχέσης με το Πρόσωπο που με εισάγει στο μυστήριο του τριαδικού Θεού και μου εξηγεί τι θα κάνω για να κληρονομήσω την ουράνια Βασιλεία. Όλα τα άλλα έπονται, είναι τουλάχιστον δευτερεύοντα. Τίθεται ζήτημα, τελικά, να φροντίσει ο Θεός τον άνθρωπο, με την έννοια της παράδοσης του ανθρώπου στο Θεό, το “πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα”. Αυτό άλλωστε συνέβαινε και στην πρωτοχριστιανική περίοδο, αυτό ήταν και η απαρχή του μοναχισμού και του αναχωρητισμού. Από τη μία θεμελιώνω τη ζωή μου πάνω στη λειτουργική μυστηριακότητα του Παύλου και των αποστόλων στην πρώτη περίπτωση, από την άλλη αποτραβιέμαι από τον κόσμο για να ενωθώ όσο γίνεται πληρέστερα με τον Χριστό και την Τριάδα. Και όσο ενώνομαι, τόσο μεταμορφώνομαι. 

Δεν μπορεί λοιπόν με βάση τα παραπάνω, στα οποία μας οδήγησε το θαυμάσιο κείμενο του πατρός Καλλίστου, να υπάρξει κοινωνία αγάπης, αγαθότητας, ελευθερίας, συναίσθησης του άλλου, κένωσης, αυτοθυσίας, έξω από το παραπάνω πλαίσιο και πνεύμα. Επομένως αυτός ο κόσμος, όπως εξελίχθηκε, δεν μπορεί παρά να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο και να διανύει τους “αποκαλυπτικούς” χρόνους που ήδη διανύουμε μέχρις ότου φτάσει στα Έσχατα και δούμε όλοι τότε- εκόντες άκοντες- τον βασιλέα έν δόξη. 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Σωτήρη Γουνελά Ο αντιχριστιανισμός (Αρμός 2009, σ. 87 με 92).

Αντιφωνο

ΣΗΜΑΣΙΑ ΕΧΕΙ ΝΑ ΕΞΟΡΙΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ. ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΟΜΟΟΥΣΙΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ. ΤΟ ΚΩΜΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ Η ΔΥΣΗ ΜΕ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΠΛΕΟΝ ΤΡΙΑΔΑ ΑΛΛΑ ΔΥΑΔΑ. ΔΥΟ ΑΡΧΕΣ ΟΠΩΣ ΤΟΝΙΖΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. ΜΕ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΟ, ΣΑΝ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΓΑΠΗ ΤΩΝ ΔΥΟ.

ΕΤΟΙΜΗ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΣΤΗΡΙΓΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΟΙ ΠΙΣΤΟΙ ΔΕΝ ΜΑΘΗΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΛΟΓΟ ΑΛΛΑ ΓΕΥΟΝΤΑΙ ΗΔΗ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ.

ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΟΜΩΣ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ; ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚ. ΚΑΒΑΣΙΛΑ;

Τη θεία Κοινωνία τη δεχόμαστε βέβαια με το στόμα, αλλά αυτή εισέρχεται πρώτα στην ψυχή κι εκεί πραγματοποιείται η ένωσή μας με το Χριστό, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος: «Εκείνος που ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα με Αυτόν» (Α’ Κορ. 6:17). Χωρίς την ένωσή του με το Χριστό, ο άνθρωπος, από μόνος του, είναι ο παλαιός άνθρωπος, ο άνθρωπος που δεν έχει τίποτα κοινό με το Θεό.

Ποια όμως είναι εκείνα που ζητάει από εμάς ο Χριστός για να μας αγιάσει με τα θεία μυστήρια;
Είναι η κάθαρση της ψυχής, η πίστη και η αγάπη στο Θεό, ο διακαής πόθος και η λαχτάρα μας για τη θεία Κοινωνία. Αυτά ελκύουν τον αγιασμό, κι έτσι πρέπει να κοινωνούμε.

Γιατί πολλοί είναι εκείνοι που προσέρχονται στα μυστήρια, και όχι μόνο δεν ωφελούνται καθόλου, αλλά φεύγουν χρεωμένοι με αμέτρητες αμαρτίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου