Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023

Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος Λόγος Δεύτερος (5)

                                             

ΠΕΡΙ ΕΚΠΟΡΕΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
Ο ΛΙΘΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΞΕΧΑΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ.
Συνέχεια από:Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023

Αλλά για να μην μακρηγορώ, αυτός του οποίου η φύσις είναι η αγαθότης και το εξ αυτής προερχόμενο έλεος, ελέησε δωρεάν. Και για εμέ τον πεσόντα κατήλθε και, όπως λέγει ο απόστολος, έγινε «Πνεύμα ζωοποιό», ώστε ζωοποιών να ανακαινίσει την αμαυρωθείσα εικόνα.

Τούτο λοιπόν τελώντας και δείχνοντας ότι αυτός -που εμφυσά τους μαθητές και με τον λόγον του φανερώνει το δώρημα- είναι εκείνος ο όποιος δημιούργησε και την αρχήν δι' εμφυσήματος.

Δεν λέγει ξανά ότι ενεφύσησε ψυχή, αλλά Πνεύμα, και δια της μεταδόσεως των χαρισμάτων απεργάζομαι με Πνεύμα θείον εκ νέου τήν ψυχήν. Πες, Παύλε, αφού παρέλαβες τον λόγον, πώς; Διότι γνωρίζω ότι είσαι στόμα Χριστού. Συνάπτοντας αυτή, λέγει (ο απόστολος), όπως θα έλεγε εκείνος, με το δικό μου πνεύμα και σαν να πνέουν μαζί μου οι δικοί μου και να έχουν κατά χάριν δια της συνάφειας προς εμένα την φυσικώς ενυπάρχουσα εις το θείον Πνεύμα εξουσία του λύειν καί δεσμεῖν. «Διότι εμείς, λέγει, έχουμε νουν Χρίστου» και «ο προσκολλώμενος εις τον Κύριο είναι ένα Πνεύμα».

10. Άλλα βλέπεις πώς το εμφύσημα τούτο υπαινίσσεται μεν ότι είναι παρόν το Πνεύμα και τελεσιουργεί την προς το καλύτερον ανακαίνιση της ανθρώπινης ψυχής, η οποία πιστεύουμε ότι τελείται εκ Πατρός διά του Υιού εν αγίω Πνεύματι, δίδει δε (το εμφύσημα τούτο) πνεύμα και Πνεύμα άγιον, αλλά κατά την δωρεάν και την δύναμιν και την χάριν και την ενέργεια, η οποία είναι το δεσμεῖν και λύειν τις αμαρτίες των ανθρώπων, όχι όμως την ιδίαν την υπόσταση του παναγίου Πνεύματος;
Διότι αυτή δεν δύναται να ληφθεί από κανένα. Τα δε χαρίσματα του Πνεύματος, οι φυσικές δυνάμεις και ενέργειες, μη χωριζόμενες καθόλου από αυτό, λαμβάνονται μεν από τούς άξιους να ενεργηθούν από το Πνεύμα, οι όποιοι διά της ενώσεως με αυτό και της χρίσεως με την ενέργεια τούτου (διότι μόνος ο μόνος Χριστός εχρίσθη με ολόκληρο τον χρίοντα, κατά τον είπόντα, ότι είναι Χριστός λόγω της θεότητας, η οποία αγιάζει όχι με ενέργεια όπως τους άλλους χριστούς, αλλά με παρουσία όλου του χρίοντος) ̇ επειδή λοιπόν ενώθησαν δια της εκείθεν θείας ενέργειας και εχρημάτισαν όργανα του Πνεύματος, λέγεται ότι δεικνύουν δι' εαυτών ότι έλαβαν αυτό και ότι έχει δοθεί προς αυτούς διά του Υιού, εάν δε θέλης και παρά του Υιού, το Πνεύμα το άγιον. Και τούτο έδειξε ο Κύριος εμφυσήσας και είπε εις τούς μαθητές «λάβετε Πνεύμα άγιον», όπως μάς δίδαξε και ο θείος Δαμασκηνός. Διότι αυτός, αφού είπε «ότι δεν λέγουμε εκ του Υιού το Πνεύμα, το ονομάζουμε δε Πνεύμα και ομολογούμε ότι εφανερώθη και μετεδόθη εις ημάς δι' Υιού», αμέσως προσέθεσεν ̇ «διότι ενεφύσησε και είπε εις τούς μαθητές, λάβετε Πνεύμα άγιον». Άραγε δεν είναι ολοφάνερο ότι ο εκ Δαμασκού πατήρ εννόησε και απέδειξε ότι το άγιο Πνεύμα δεν προέρχεται από το εμφύσημα τούτο, αλλά μόνο φανερώνεται και μεταδίδεται δι' αυτού;

11. Οι δε Λατίνοι φρενοβλαβώς εννοούν και δογματίζουν αντίθετα προς εκείνον ̇ διότι δεν αντιλαμβάνονται ότι τα χαρίσματα ταύτα και οι ενέργειες, κατά τις οποίες το Πνεύμα το άγιον χορηγείται διά του Υιού, δεν δίδονται μόνον από τον Υιόν, αλλά και από τον ίδιον τον ύψιστον Πατέρα. «Διότι, λέγει, παν δώρημα τέλειον προέρχεται άνωθεν παρά τοῦ Πατρός τῶν φώτων». Τί δε είναι τελειότερον από την εξουσία να αφήνει και να κρατεί κανείς τα αμαρτήματα; Και όχι μόνον παρά του Πατρός και του Υιού, αλλά και διά και παρά του Αγίου Πνεύματος. Διότι ο Θεός είπε διά του Ιωήλ, «θα εκχύσω από το Πνεύμα μου εις πάσαν σάρκα». Από αυτήν δέ την έκχυσιν είναι οπωσδήποτε και το Πνεύμα το όποιον εδόθη παρά του Χριστού εις τούς μαθητές δι' εμφυσήματος. Λέγει επίσης ότι «εις άλλον μεν έχει δοθή διά του Πνεύματος λόγος σοφίας, είς άλλον δέ λόγος γνώσεως», και όλα όσα έχουν απαριθμηθεί υπό του εκλεκτού σκεύους των χαρισμάτων, του Παύλου, ο όποιος ευτύχησε με υπερβολή αποκαλύψεων διά του Πνεύματος. Γι' αυτό λέγει, «ἡμῖν δέ ἀπεκάλυψεν ὁ Θεός διά τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ», όχι μόνον τα μη γνωστά εις τους περιβοήτους κατ' αρετήν και ευσέβειαν Πατέρες, αλλά και τα υπερβαίνοντα την γνώσιν των αγγέλων. Ο δε θεολογικώτατος των αποστόλων Ιωάννης λέγει, «και ταῦτα γινώσκομεν ἐκ τοῦ Πνεύματος οὗ ἐλάβομεν παρ᾿ αὐτοῦ». Και γενικώς πάσα χορηγία επί την κτίσιν ή των αγαθών πηγάζει παρ' αυτού ̇ και «δεν υπάρχει καμία δωρεά, λέγει ο Μέγας Βασίλειος, φθάνουσα εις την κτίσιν, χωρίς το άγιον Πνεύμα». Αυτός, αφού απαρίθμησε τα πάντα, τις δωρεές και τα χαρίσματα και τις ενέργειες του Πνεύματος, έπειτα λέγει, «όλα αυτά τα έχει ἀϊδίως το άγιον Πνεύμα, αλλά το μεν πηγάζον εκ Θεού είναι ενυπόστατον, τα δε πηγάζοντα έξ αυτού είναι ενέργειες αυτού». Άρα λοιπόν και εξ εαυτού εκπορεύεται το άγιον Πνεύμα, επειδή εξ αυτού και δι αυτού είναι όλη η χορηγία των αγαθών εις την οποίαν ανήκει οπωσδήποτε και η εξουσία του λύειν και δεσμείν, την οποίαν εχορήγησε ο Κύριος δι' εμφυσήματος εις τούς μαθητές; Άπαγε της ατοπίας. Άλλα η δόσις είναι ενέργεια των τριών υποστάσεων κοινή, όπως συμμαρτυρεί και ο απόστολος, ο όποιος λέγει ότι «διαιρέσεις χαρισμάτων υπάρχουν, το δε αυτό Πνεύμα ̇ και διαιρέσεις διακονιών υπάρχουν, ο δέ αυτός Κύριος ̇ και διαιρέσεις ενεργημάτων υπάρχουν, ο δέ αυτός Θεός»(Α' Κορ 12, 4-6).


Επί του Θεού είναι το αυτό να λέγουμε αγέννητον και αναίτιον˙  για αυτό, και αν άνοιξης όλα τα θεολογικά βιβλία, δεν θα βρεις πουθενά να λέγεται αγέννητο το Άγιον Πνεύμα, και μάλιστα μολονότι δεν είναι γεννητό. Ο δε θεοφόρος Δαμασκηνός, λέγοντας στο όγδοο κεφάλαιο των Δογματικών ότι, «όλα όσα έχει ό Πατήρ είναι και του Πνεύματος, πλην της αγεννησίας», δείχνει ότι επί του Θεού όχι μόνον το αγέννητον είναι το ίδιο με το αναίτιον, αλλά και το αναίτιον είναι το ίδιο με το αίτιον. Διότι επί του Θεού το αίτιον συμβαδίζει με το αναίτιον, εννοώ δε αίτιον της θεότητος του Υιού και του Πνεύματος. Θέλοντας λοιπόν να πει ότι το Πνεύμα έχει όλα τα του Πατρός πλην της καταστάσεως του αναίτιου και του αιτίου, κατά το γένναν δηλαδή και εκπορεύειν, είπε πλην της αγεννησίας μόνης, με την ιδέα ότι αυτή περικλείει όλα όσα είναι ίδια του Πατρός.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΖΗΖΙΟΥΛΑ

7. Για να απαντήσουμε δε προς αυτούς και διεξοδικότερα, αν το εμφύσημα του Κυρίου ήταν το άγιον Πνεύμα, τότε και η αναπνοή την οποίαν χρησιμοποιεί και δια της οποίας έγινε και το εμφύσημα, θα ήταν το άγιο Πνεύμα. Επομένως δεν ήταν άνθρωπος, όπως εμείς, άλλα ή ήταν φαντασία, κατά την φαντασία των Ακεφάλων, ή και πριν συναναστραφεί με τούς ανθρώπους είχε από την αρχή κατά παρόμοιο τρόπο συγκροτημένη την σαρκική φύση κατά την άνοια του Απολιναρίου. Και όμως ο ίδιος ο Κύριος είπε πάντως και τούτο, «τά ρήματα, ἅ ἐγώ λαλῶ, Πνεῦμά εἰσι καί ζωή εἰσι». Εάν δε είναι Πνεύμα, είναι και Πνεύμα άγιον˙ διότι πώς αλλιώς; Επομένως κατά την ερμηνεία των Ιταλών περί του εμφυσήματος και το Πνεύμα είναι Λόγος και μάλιστα Θεού Λόγος. Τί θα ήταν τολμηρότερο τούτου; Μάλλον δε θα ήταν λόγοι, και μάλιστα Θεού λόγοι˙ διότι τα ρήματα είναι πλήθος.

Χρειάζεται δε να επιστηθεί και εδώ η προσοχή επί του ότι δεν είπε ότι «Τα ρήματα τα όποια εγώ λαλώ είναι το Πνεύμα», αλλά χωρίς το άρθρο, δηλώνοντας ότι αυτά δεν είναι η υπόσταση του Πνεύματος, αλλά είναι γεμάτα από την ενέργεια του θείου Πνεύματος και ότι δι' αυτών χορηγείται η ζωοποιός ενέργεια του Πνεύματος. Και όταν άλλωστε εμφυσήσας είπε, «λάβετε Πνεύμα άγιον», αυτό ακριβώς είπε, ότι το εμφύσημα τούτο είναι πεπληρωμένο από την εξουσία του θείου Πνεύματος να λύει και να δεσμεύει.

Ετσι λοιπόν με τους λόγους του Αγίου καθίσταται σαφής και η πλάνη της συγχρόνου εκκλησίας, η οποία δικτατορικά βρίσκεται στα χέρια τού κλήρου. Λέει λοιπόν ότι αν το εμφύσημα Του Κυρίου κατά τον λόγον «ενεφύσησεν αυτοίς και είπε, λάβετε πνεύμα Άγιον (Ιωαν. 20, 22)» ήταν η υπόσταση του Αγίου Πνεύματος (μία ερμηνεία που οφείλεται στήν αίρεση του Filioque), τότε και η αναπνοή την οποία χρησιμοποιούσε και διαμέσου της οποίας έγινε το εμφύσημα θα ήταν και αυτή Άγιο Πνεύμα. (Λόγος Β, σ. 83) «ει το εμφύσημα τού Κυρίου το Πνεύμα Το Άγιον ην, και η αναπνοή λοιπόν η εχρήτο, δί’ ης και το εμφύσημα γέγονε, το Πνεύμα Το Άγιο ήν». Τότε όμως ο Χριστός δεν θα ήταν άνθρωπος όπως καί εμείς αλλά μόνον κατά φαντασία. Διαφορετικά θα είχε από την αρχή πριν ακόμη συναναστραφεί με τους ανθρώπους, συγκροτημένη την σαρκική του φύση (Λόγος Β, σ. 83). «ουκούν ου καθ’ημάς εγένετο άνθρωπος, αλλ’ ή φαντασία κατά την φαντασίαν των Ακεφάλων, ή και πρίν ανθρώποις συνανασταφήναι την σαρκώδη φύσιν εξ’αρχης είχεν ούτω πως συνισταμένην, κατα την Απολιναρίου άνοιαν».

ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΠΑΡΑΚΑΜΨΟΥΝ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΟΙ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΟΙ(ΟΠΩΣ Ο κ. ΞΙΩΝΗΣ) ΙΣΧΥΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΝΣΑΡΚΩΘΗ ΣΕ ΜΙΑ ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.

33. Το προκαταρκτικόν λοιπόν και πρώτον αίτιον δεν ισχύει επί του ανάρχου Πνεύματος, άπαγε της βλασφημίας, αλλ’ επί εκείνων οι οποίοι έλαβαν έγχρονον αρχή, επί των οποίων είναι και ο Υιός συναίτιος με τον Πατέρα. Αλλά βεβαίως για εκείνα των οποίων κυρίως αίτιος είναι ο Πατήρ, τα κτίσματα δηλαδή, δεν είναι ευσεβές να πούμε ότι την κτίσιν λέγομε μεν του Υιού, δεν λέγομε δε εκ του Υιού. Εάν λοιπόν και επί του άκτιστου Πνεύματος ο Πατήρ ήταν πρώτον αίτιον, σαν να ήταν και ο Υιός συναίτιος, θα ήταν ασεβές να πούμε ότι δεν λέγομεν εκ του Υιού. Επειδή δε o λέγων τούτο δεν είναι μόνον ευσεβής, αλλά και συναρίθμιος των αγίων, άρα είναι δυσσεβής ο λέγων συναίτιον επί του Πνεύματος τον Υιό με τον Πατέρα και με αυτό πρώτον αίτιον επί της υψίστης Τριάδος τον Πατέρα. Γι' αυτό καλείται ο Πατήρ για εμάς τους γενομένους διά του Υιού, διό (γι' αυτό) και εκάτερος (ο καθένας από τους δύο) είναι ποιητής ημών, ασφαλώς δε και Πατήρ˙ και αν εις (ένας) και για μας λέγεται ποιητής και Πατήρ ο Πατήρ μετά του Υιού, τούτο γίνεται υπό την έννοια ότι κατέχουν μίαν και την αυτήν δημιουργική δύναμη. Εκεί δε παντού και πάντως εις είναι Πατήρ, εις αίτιος· διότι δεν υπάρχει σε αμφότερα το γόνιμο, αλλά μία πηγαία θεότης, ο Πατήρ. Πού λοιπόν εκεί χωρεί καθόλου το πρώτον αίτιον; σαν να είναι συναίτιον και το αιτιατόν; Ασεβής ο λόγος˙ ας ριφθεί εις τους κόρακες, μη τυχόν σε καταστήσει σύντροφο των νοητών κοράκων.

Πώς λοιπόν ο σοφός αυτός πάνω από τον καθένα εις τα θεία Ιωάννης (ο Δαμασκηνός), και μάλιστα εκθέτοντας με ακρίβεια την ασφαλή περί Θεού δόξα, θα προέβαλλε απροσδιορίστως αυτό που έχει ανάγκη προσδιορισμού; Ποιο δε από τα αφρόνως παρά των κακοδόξων λεχθέντα δεν θα συμβεί, εάν δεχθούμε ότι προσδιορίζει τα απροσδιορίστως περί της τρισυποστάτου θεότητος εκπεφρασμένα; Επειδή δηλαδή Πνεύμα είναι ο Θεός, και έκαστον των τριών χωριστά λέγεται Πνεύμα. Εάν λοιπόν κανείς καινοτομώντας έλεγε ότι ο Υιός είναι εκ του Πνεύματος, επειδή Θεός ο Υιός και εκ Θεού, Πνεύμα δε είναι ο Θεός, έπειτα εμείς θα αντιλέγαμε ότι λέγεται μεν Θεός Πνεύμα και Θεού Πνεύμα, Θεός δε εκ Πνεύματος δεν λέγεται, άραγε θα μπορούσε να λέγει ότι ως προς το πρώτον αίτιον δεν λέγεται; Βεβαίως και όχι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου