Συνέχεια από: Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023
Στέλιος Ράμφος
Ερμηνευτικό ὑστερόγραφο για ένα «κενό» τῆς παλαμικῆς Θεολογίας
Ἐὰν ὡς πρὸς τὴν ουσιώδη των καὶ ἄπειρη προέλευσι οἱ ἐνέργειες εἶναι ἀπρόσωπες, γενικές, υφιστάμενες συγχρόνως καὶ στὰ τρία πρόσωπα της θεότητος, ἡ ἐνύπαρξις αὐτή, ἀλλ᾽ ὄχι προέλευσις, δέν θέτει ἐντὸς εἰσαγωγικῶν τὸν προσωπικό τους χαρακτήρα -θὰ ἔφθανε καὶ ἕνα μόνο πρόσωπο για νὰ ἐκδηλωθοῦν-, δὲν καθιστῷ ἁπλῶς κοινωνήσιμο στα κτιστὰ τὸ οὐσιωδῶς ἄπειρο ἄκτιστο; Μεταξὺ τῶν οὐσιωδῶν μορφῶν, τοῦ ἀπείρου τῆς Χάριτος (π.χ τοῦ τύπου τῆς ἀληθείας, τῆς δικαιοσύνης κ.λ.π.) καὶ τῆς πεπερασμένης ὑποστατικής - προσωπικῆς μορφῆς τοῦ πνεύματός μας δημιουργεῖται ἀναντιστοιχία, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖ νὰ ἐπικαλεσθοῦμε καὶ νὰ δεξιωθοῦμε τὴν χάρι παθητικά, ἐφ' ὅσον ὑπ' αὐτὸ τὸ πρίσμα τὸ Ἐγὼ πρέπει να ταυτίζεται μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ ἡ θεραπευτική του ἀγωγὴ νὰ συνοψίζεται στὴν ἐνέργεια της προσευχῆς καὶ τὴν ἀσκητικὴ τῆς ἀποχῆς καὶ τῆς στερήσεως. Δεν χρειάζεται, νομίζω, ἰδιαίτερη εὐφυΐα γιὰ ν' ἀντιληφθῇ κανεὶς ὅτι ἀκριβῶς προϊόν τῆς ἐν λόγῳ πρακτικῆς ὑπῆρξε ἡ ἐδῶ καὶ ἑξήμισυ ὁλόκλήρους αἰῶνες ἱστορική περιθωριοποίησι τοῦ Γένους καὶ τῶν λοιπῶν ὀρθοδόξων λαῶν, μὲ τὰ ἀνυπέρβλητα ὣς τώρα καταστατικά τους πνευματικά προβλήματα.
Τὸ ἀδιέξοδο αἴρεται ἂν ἀξιοποιήσωμε ανθρωπολογικῶς τὸ ἐνυπόστατον, ἐν γνώσει ὅτι ἡ χριστολογία ἀνοίγει ἐμπειρικὰ τὸν δρόμο τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν πρὸς τὴν κτίσι. Γιὰ τὰ περὶ ἐνυποστάτου παραπέμπω τὸν ἐνδιαφερόμενο στο σύνολο τοῦ «Ὡς ἀστραπὴ τῶν ἔσχατων», ὅπου καὶ ἐκθέτω τὶς ἀντιλήψεις τῶν Λεοντίου Βυζαντίου καὶ Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ χωρὶς νὰ ὑπεισέρχωμαι στὰ εἰδικώτερα ζητήματα περὶ ὠριγενισμοῦ τοῦ πρώτου, ποὺ ἀναπτύσσει σὲ ἀξιοσημείωτη μελέτη του ὁ Μπῆτσερ Έβανς (βλ. David Beecher Evans: Leontius of Byzantium, an origenist christology, Dumbarton Oaks, 1970), διότι μὲ ἀπασχολεῖ ἀποκλειστικὰ ἡ ἔννοια τοῦ ἐνυποστάτου ὅπως ἐπέρασε στὴν ὀρθόδοξη θεολογική σκέψι. Ἐὰν λοιπὸν εἰσαγάγωμε στην προβληματικὴ τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν τὸ ἐνυπόστατο τοῦ προσώπου, την δυνατότητα ἑνὸς ἐμμενοῦς καὶ ὑπερβατικοῦ συγχρόνως ἑαυτοῦ ποὺ ἀνάγει σὲ ταυτότητα τὴν ὑποστατική μου καθολικότητα, τὸ κατ' εἰκόνα Θεοῦ χάριν τοῦ ὁποίου ὁ καθείς μας ὑπάρχει ὡς δοχεῖο τῆς οὐσιώδους καὶ ὑποστατικῆς πλέον δωρεᾶς, τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ βιώσῃ τὴν ἀπειρία τοῦ θεοῦ σὲ μιὰ πρᾶξι ποιητικὴ ὅπου ὁ ἴδιος δημιουργεῖται.[EAN..!] Άνευ τοῦ λεοντινιανοῦ ἐνυποστάτου τὸ αἴτημα τῆς δημιουργίας θὰ παρέμενε ἀνέφικτο καὶ ἡ σχέσι μὲ τὸν σύγχρονο κόσμο θὰ ἐπέτασσε βαθειὰ ῥήξι μὲ τὴν παράδοσι, ἀφοῦ μοναδική νόμιμη ενέργεια θὰ ἦταν ἡ προσευχὴ τοῦ πιστοῦ στὴν θεία ὁλότητα. Μὲ τὸ ἐνυπόστατο καθίσταται ἐφικτὴ ἡ ἀνθρώπινη παρέμβασι στὸ νόημα καὶ στὴν ἱστορία.
Στὸ ἐνυπόστατο διαβάζουμε τὸ πρόσωπο ὡς εὐρύτερη δική μας ἐπιφάνεια μεταξὺ τοῦ ἀτομικοῦ Ἐγὼ καὶ τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου. Τοῦτο ἐνθαρρύνει μιὰν ἐσωτερικὴ ἀντοψία καὶ οἰκοδομεῖ νέον ὁρίζοντα ὑπάρξεως, διὰ τοῦ ὁποίου εἰσερχόμεθα στὸν ἱστορικὸ χρόνο χωρὶς νὰ τραυματίζωμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν παράδοσι, ἐπιτρέπει να σκεφθοῦμε μιὰν ἐσωτερικότητα διάπλατη πρῶτα στην πληρότητα τοῦ εὖ ζῆν καὶ δευτερευόντως μόνο στην ηθική του χρέους. Μ' ἄλλα λόγια: Μπορούμε νὰ ὑπολογίζουμε ἀντὶ τῆς παραδοσίμου ἀποχῆς καὶ στερήσεως, ἑδραζομένης εἰς τὴν τάχα ἐγγενῆ ἁμαρτωλότητα τοῦ Ἐγώ, σὲ μιὰ ἀσκητικὴ τῆς πλησμονῆς, ἡ ὁποία νὰ προϋποθέτη σε καλλιέργεια μορφῶν ἀνθρωπίνης ἐκφράσεως, ὅπου ἡ συνείδησι βαθαίνει τὸν κόσμο της ἀξιώνοντας ἀπαύστως τὸ ἀληθινό. Δὲν ἐννοῶ τὴν αἴσθησι πληρότητος ὡς τέλος καὶ σκοπὸ τῆς ἀσκητικῆς ἀλλὰ ὡς γεγονὸς ἀποδεοντολογισμοῦ τῆς συνειδήσεως. Ἡ ἀσκητικὴ τῆς πλησμονῆς σ' ἕνα κόσμο ἀναλουμένης ἀφθονίας καὶ ἀπολαύσεως νοεῖται ὡς δημιουργὸς ἀφθονία, ὡς στροφὴ ἀπὸ τὴν μερικότητα στην καθολικότητα τοῦ προσωπικοῦ ἑαυτοῦ καὶ ὡς ἀναβαπτισμὸς στὸν πλοῦτο τοῦ βάθους του. Απέχουμε πολὺ ἀπὸ τὴν ἠθικὴ τῆς ἀπορρίψεως εἴτε ὑπερβάσεως τῶν ἐνστίκτων: Ἡ ἀσκητικὴ καὶ ἠθικὴ τῆς πλησμονῆς δὲν ἀντιπαρατίθεται στὸ ἔνστικτο• τὴν ἐνδιαφέρει μᾶλλον πὼς τὸ ἔνστικτο λόγου χάριν τῆς αὐτοσυντηρήσεως δὲν ἀτροφεῖ οὔτε ἀφανίζεται ἀλλὰ τρέπεται συχνότατα σὲ ὄρεξι ἀλήθειας καὶ ὀμορφιᾶς, σὲ δύναμι ἀξιώσεως τοῦ εἶναι.
Τὸ πρόσωπο μορφώνεται στο πέρασμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ ζωτικὸ στὸ ἀνοικτό Εγώ. Το πρόσωπο συνιστᾷ την κοινωνία καὶ ὄχι ἡ κοινωνία τὸ πρόσωπο. Τὴν συνιστᾷ ὡς καθολικότης -μόνο το καθόλου ὑπερβαίνει τὴν ἔννοια γιὰ νὰ ὁδή γησῃ στὴν πρᾶξι-, ὡς βάθος της συνειδήσεως ποὺ ἀναγνωρίζεται κατ' ἐξοχὴν στὴν νηπτική μοναξιά. Εν προκειμένῳ ἡ μοναξιὰ δὲν σχετίζεται μὲ ἀποκλεισμό ἢ μόνωσι τοῦ Ἐγώ, σχετίζεται μὲ ἀναγεννητική εμπειρία τοῦ προσώπου μου. Ὅταν ἡ κοινωνία συνιστᾷ τὸ πρόσωπο, τότε το πρόσωπο ἀποτελεῖ μερικότητα διότι καθορίζεται ἀπὸ τὸν ἐξωτερικὸ ἄλλον ἄνθρωπο, ὁπότε σκοπός τῆς ἠθικῆς του εἶναι νὰ ὑπερνίκηση τὸ ἰδιοτελὲς Ἐγώ. Στην κατηγορική προσταγὴ ποὺ διέπει ἀναπότρεπτα την σχέσι τοῦ Ἐγὼ μὲ τὸν συνάνθρωπο, ἡ πρᾶξι ὡς ἐλευθερία δὲν ἔχει θέσι. Ἐκεῖ ὅπου τὸ πρόσωπο διακρίνεται ἀπὸ τὸ Ἐγὼ ἐπειδὴ συνιστᾷ την κοινωνία, ζητείται μία μεταμορφωτική πληρότητα ζωῆς μὲ συνεχῆ διακινδύνευσι τῆς αὐθεντικότητός μου. Στην μεταμορφωτική τούτη πληρότητα οἱ ἀρετὲς δὲν ἀποκτοῦν νόημα ἐφ' ὅσον πατάσσεται τὸ ἀντικοινωνικὸ Ἐγώ, ἀποκτοῦν νόημα ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὸν Θεό. Παράδειγμα η ταπείνωσι. Ταπείνωσι δὲν εἶναι τόσο ἡ πνευματικὴ συνθήκη ὅπου δαμάζεται ἡ οἴησι καὶ ἡ θέλησι δυνάμεως, εἶναι ἡ πραγματικότητα μιᾶς γύμνιας μέσῳ τῆς ὁποίας τὸ Ἐγὼ προσχωρεῖ καὶ παραδέχεται τὸ ἄλλο ὡς ἀπόλυτο. Επομένως οἱ ἀρετὲς πρέπει να νοηθοῦν ὡς κατάκτησι νέου βάθους ἐσωτερικότητος ἀπέναντι στὴν ὑψίστη ἀλήθεια καὶ ἐλευθερία – τὸν Θεό. Τέτοιος βαθμὸς αὐτοαναγνωρισμοῦ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἀτομικοῦ ἀνθρώπου, γιὰ τὸν ὁποῖο τίποτε δὲν λογίζεται ανεπανόρθωτο, ὁδηγεῖ στὸ μοναδικό ανεπανόρθωτο: Μοναδικὸ ἀνεπανόρθωτο εἶναι ἡ ἀλήθεια. Το πρόσωπο δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ πίσω, νὰ δικαιολογήσῃ, νὰ ἐνεργήσῃ προσχηματικὰ στὴν ἀλήθεια του - αὐτὰ εἶναι γνωρίσματα τοῦ ἐγωκεντρικοῦ ἀτόμου. Καὶ ἄλλο παράδειγμα: Οἱ τεράστιες καὶ συνεχῶς αὐξανόμενες δυνατότητες της σύγχρονης βιολογίας καὶ τῆς γενετικῆς ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἔρευνα, ὅσους κινδύνους καὶ νὰ ἐνέχῃ, εἶναι πλέον ἀδύνατον νὰ σταματήσῃ, θέτουν ἐπιτακτικὰ τὸ αἴτημα μιας νέας ἠθικῆς μὲ ἀπειροστικὸ βάθος προσωπικῆς εὐθύνης, ἡ ὁποία μᾶς βγάζει ἀπὸ τὴν παθητικότητα καὶ μᾶς ἀναδεικνύει ἐνεργὰ ὑποκείμενα ἑνὸς χρόνου πέρα της ριζικῆς ἀκινησίας καὶ τῆς κινήσεως, ποιητὲς ἐντεταμένης διαρκείας.
O XΡΙΣΤΟΣ ΛΟΙΠΟΝ ΜΙΑ ΓΕΦΥΡΑ , ΜΙΑ ΔΙΟΔΟΣ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΤΙΣΙ.ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΕΧΕΙ ΟΜΩΣ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΕ ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ; ΜΟΝΟ Ο ΣΕΛΛΙΝΓΚ ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ ΤΗΝ ΕΝΤΟΠΙΣΕΙ. ΑΠΟ ΤΟ ΑΣΤΟΜΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ.
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΛΟΙΠΟΝ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΤΙΣ ΟΡΓΑΝΩΝΕΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡ. ΠΑΛΑΜΑ:Περί θείας ενώσεως και διακρίσεως - Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς
ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ Η καταστροφική αφαιρετική θεολογία του Λεοντίου του Βυζάντιου. ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ Η σωτήρια παρέμβαση του ψευδο-Κυρίλλου, ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΑΞΙΜΟ
ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΟΥ ΕΓΩ,
ΣΕΛΛΙΝΓΚ: ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ.
ΣΕΛΛΙΝΓΚ: ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ.
Τού Claudio Ciancio.
1. To άτομο σάν φανέρωση τού Απολύτου.
Ομοιότης και διαφορά των φιλοσοφικών συστημάτων Γιανναρά και Ράμφου
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://amethystosbooks.blogspot.com/2022/01/blog-post_615.html
"Ἐὰν ὡς πρὸς τὴν ουσιώδη των καὶ ἄπειρη προέλευσι οἱ ἐνέργειες εἶναι ἀπρόσωπες, γενικές, υφιστάμενες συγχρόνως καὶ στὰ τρία πρόσωπα της θεότητος, ἡ ἐνύπαρξις αὐτή, ἀλλ᾽ ὄχι προέλευσις, δέν θέτει ἐντὸς εἰσαγωγικῶν τὸν προσωπικό τους χαρακτήρα -θὰ ἔφθανε καὶ ἕνα μόνο πρόσωπο για νὰ ἐκδηλωθοῦν-, δὲν καθιστῷ ἁπλῶς κοινωνήσιμο στα κτιστὰ τὸ οὐσιωδῶς ἄπειρο ἄκτιστο;"
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι, δεν θα έφθανε, γιατί πως θα είχαμε την αλληλοπεριχώρηση των Υποστάσεων;
"Άνευ τοῦ λεοντινιανοῦ ἐνυποστάτου τὸ αἴτημα τῆς δημιουργίας θὰ παρέμενε ἀνέφικτο καὶ ἡ σχέσι μὲ τὸν σύγχρονο κόσμο θὰ ἐπέτασσε βαθειὰ ῥήξι μὲ τὴν παράδοσι, ἀφοῦ μοναδική νόμιμη ενέργεια θὰ ἦταν ἡ προσευχὴ τοῦ πιστοῦ στὴν θεία ὁλότητα. Μὲ τὸ ἐνυπόστατο καθίσταται ἐφικτὴ ἡ ἀνθρώπινη παρέμβασι στὸ νόημα καὶ στὴν ἱστορία."
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως στο Βάπτισμα δεν απευθυνόμαστε στην θεία Ολότητα αδιακρίτως. Όπως λέει ο Νικόλαος Καβάσιλας ανυμνούνται ακριβέστερα οι ιδιότητες της κάθε μιας Υπόστασης καθώς κάθε μία από τις Υποστάσεις προσέφερε μια ιδιαίτερη χάρη. Ο Πατέρας συμφιλιώθηκε, Ο Υιός συμφιλίωσε και αφού γίναμε φίλοι,το Πνεύμα μας προσφέρθηκε ως δώρο.Επίσης ο άγιος μας λέει ότι στο έργο της σωτηρίας ο Θεός διακρίθηκε. Όλα τα έργα είναι κοινά της Αγίας Τριάδος, ενεργούν από κοινού οι Υποστάσεις, πλην αυτού της σωτηρίας όπου μόνος αυτουργός είναι ό Λόγος, αφού Αυτός σαρκώθηκε, πόνεσε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε αναγεννώντας την φύση μας.
Αυτά πως του έχουν ξεφύγει του κ. Ράμφου;
Νομίζω αδελφέότι βρίσκει αυτό πού ψάχνει. Κάτι γιά νά βάλει τόν μοχλό τού Αρχιμήδη καί νά μετακινήσει γή καί ουρανό στά μέτρα του.Στό αυτοσυνείδητο δημιουργικό άτομο, στήν πορεία του πρός τό αληθινό εγώ τού Φίχτε.
ΑπάντησηΔιαγραφή