Παρασκευή 25 Ιουνίου 2021

ΣΕΛΛΙΝΓΚ: ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ (1).

ΣΕΛΛΙΝΓΚ: ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ.

Τού Claudio Ciancio.

          1. To άτομο σάν φανέρωση τού Απολύτου.

  Μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες διαδρομές, παρότι οι λιγότερο προσεγμένες, για να κατορθώσουμε να φωτίσουμε την πρωτοτυπία και την σημασία τής τελευταίας φιλοσοφίας τού Σέλλινγκ είναι εκείνη η οποία ακολουθεί τις μεταμορφώσεις στις οποίες η θεματική τής υποκειμενικότητος γνωρίζει στην ανάπτυξη τής σκέψης του. Είναι μεταμορφώσεις τόσο βαθιές ώστε να θέτουν την έννοια τής υποκειμενικότητος σχεδόν σε αχρησία για να προσδιοριστεί αυτό που ο τελευταίος Σέλινγκ εννοεί όταν ομιλεί για Εγώ, για πνεύμα ή για πρόσωπο.

          Εάν στις διαλέξεις Erlangen τού 1821, που προαναγγέλλουν θέματα τής τελευταίας φιλοσοφίας, το Απόλυτο, καθότι απόλυτη ελευθερία, ορίζεται ακόμη σαν απόλυτο υποκείμενο και ο άνθρωπος με την σειρά του, σαν υποκείμενο αυτής της ελευθερίας, στο τελευταίο του έργο, η Καθαρή φιλοσοφική λογική, η κατηγορία τού υποκειμένου θα μειωθεί σε μία απλή αρχή ή δύναμη τού ουσιώδους. Παρ’όλα αυτά ευκαιριακώς χρησιμοποιείται, σ’αυτή την παρουσίαση, ο όρος υποκείμενο για να δείξει όχι μόνον μία δύναμη, αλλά και αυτό που είναι, με την έννοια τής ουσίας, αυτό που δεν είναι απλώς περιεχόμενο τού Είναι αλλά υπαρκτική του υποστήριξη, “αυτό στο οποίο το ουσιώδες αναφέρεται”. Ο όρος όμως εμφανίζεται μόνον στην γενική του όψη και όχι πλέον όταν εκείνη η ουσία ακριβολογείται σαν ψυχή ή πνεύμα ή εγώ ή πρόσωπο. Όμως η καταφυγή στον παραδοσιακό όρος της υποκειμενικότητος δεν είναι χωρίς σημασία: σημαίνει ότι υπήρξε μία εμβάθυνση και μία επανερμηνεία εκείνης της έννοιας, οι οποίες δημιούργησαν φιγούρες στις οποίες η παραδοσιακή ιδεαλιστική υποκειμενικότης (τόσο η υπερβατική όσο και η μεταφυσική) καταλήγει βαθύτατα μεταμορφωμένη, και αυτό ισχύει τόσο για τον Θεό όσο και για το πεπερασμένο πνεύμα. Αυτή η μεταμόρφωση-η οποία οδηγεί στον καθορισμό τής υποκειμενικότητος σαν ατομική αρχή τής υπάρξεως αντί για καθολική δύναμη τού Είναι, σαν το Είναι τού δυνατού παρά σαν την δυνατότητά τού Είναι, σαν το απολύτως συγκεκριμένο στο οποίο τα κατηγορήματα προσδίδουν νόηση, αντί για το αόριστο από το οποίο απορρέουν οι ορισμοί-αναγνωρίζεται πάνω απ’όλα στις καταστάσεις που οι έννοιες του ατόμου και του προσώπου διέρχονται στις διάφορες φάσεις της σκέψης του Σέλινγκ πριν από την τελική στροφή. Ας τις δούμε με συντομία!

          Δεν μπορούμε να αρνηθούμε στον Σέλλινγκ μία δυνατή αίσθηση τής ατομικότητος, ιδιαιτέρως στο πρώιμο έργο του, τόσο στα γραπτά τής υπερβατικής φιλοσοφίας όσο και σε εκείνα τής φιλοσοφίας της φύσεως. Όσον αφορά τα πρώτα, εάν παρουσιάζεται προσεκτικός στην προβληματική τού εμπειρικού Εγώ, ιδιαιτέρως στο Vom Ich (1795) [από εμένα], αλλά καί στο “Νέα απαγωγή τής φύσεως” (1795) το ατομικό Εγώ όχι μόνον γίνεται θέμα, αλλά κυριαρχεί στην σκέψη του. Στην διαλεκτική τής ατομικής βουλήσεως και της καθολικής βουλήσεως, η οποία εγκαθίσταται στο εσωτερικό τής πρακτικής σφαίρας, η ατομική βούληση τίθεται σαν τόπος μεσολάβησης στον οποίο πραγματοποιείται η θεμελιώδης κατηγορική πρακτική, εκείνη δηλαδή τής τάσεως προς το ανεξάρτητο, το ελεύθερο. Ακριβώς αυτή η κατηγορική προσταγή μού επιβάλλει να επιβεβαιώσω την ελευθερία μου κάτι που δεν επιτυγχάνεται χωρίς να εισέλθω σε διαμάχη με την ελευθερία τών άλλων, συγκροτώντας με χάρη σ’αυτή την διαμάχη σαν “ηθικό άτομο”! Βεβαίως αυτή η αποθέωση τής ατομικότητος έχει συγκεκριμένα όρια: η διαφορετικότητα τών ατόμων, από την οποία εξαρτάται η διαμάχη, είναι σχετική μόνο στην διαφορετικότητα τής θελήσεως, τής ύλης τής βουλήσεως, ενώ σχετικά με την μορφή, την ελευθερία τής βουλήσεως-τα άτομα είναι ίσα-και επι πλέον η διαφορετικότης τής ύλης πρέπει να απορριφθεί εν όψει τής πραγματοποιήσεως τής καθολικότητος τής βουλήσεως, αυτό στο οποίο προσβλέπει η επιταγή τού ήθους (η οποία μ’αυτή την έννοια διακρίνεται από την ηθική επιταγή).

          Από αυτή την οπτική γωνία μοιάζει να υπάρχει μία τέλεια συμμετρία ανάμεσα στην ατομική βούληση και την καθολική: και πράγματι “το πρόβλημα κάθε φιλοσοφίας τού ήθους είναι εκείνο μίας απολύτου βουλήσεως” και αυτό μπορεί να λυθεί ή από την πλευρά τής ηθικής (εννοημένης σαν ένα μέρος της φιλοσοφίας τού ήθους), καθότι ταυτίζει την ατομική βούληση με την καθολική, ή από την πλευρά της επιστήμης τού δικαίου, καθότι ταυτίζει την καθολική βούληση με την ατομική. Χωρίς να μπορεί καμία από τις δυό τους να ολοκληρώσει το χρέος της, κάτι που θα καθόριζε το τέλος εκείνων τών επιστημών. Και όμως ακόμη και ο περιορισμός τής ατομικής βουλήσεως τον οποίο απαιτεί το ήθος γίνεται μόνον εν όψει της δηλώσεώς του: “Η βούλησή μου υποκύπτει στην καθολική βούληση για να μην υποδουλώνεται σε καμία ατομική βούληση”. Μπορώ να υποχωρήσω στην καθολική βούληση μόνον στο μέτρο στο οποίο μέσω αυτής επιβεβαιώνω την ατομική βούληση! Από αυτή την άποψη όμως αποκλείεται το θέμα τής ταυτότητος τής φόρμας τής βουλήσεως σε όλους τούς ανθρώπους καί η ελευθερία εξελίσσεται με την έννοια μίας αρνήσεως των ατομικών βουλήσεων υπέρ μιας ανώτερης καθολικής βούλησης!

          Ο λόγος όμως αυτής τής αξιολόγησης τής ατομικότητος δεν είναι τόσο η ίδια η ατομικότης, όσο το γεγονός ότι μόνον σ’αυτή φανερώνεται το Απόλυτο: “Εγώ πρέπει να σκεφθώ το απόλυτο Είναι το οποίο εκδηλώνεται σε κάθε ύπαρξη, σαν ταυτόσημο (ταυτόν) με μένα τον ίδιο και η θεμελιώδης επιταγή είναι η πραγματοποίηση τού αναίτιου (γινόμενοι τοιουτοτρόπως απολύτως ελεύθεροι)". Καθότι μ’αυτόν τον τρόπο το Εγώ ταυτίζεται με τον εαυτό του, και τότε ο ηθικός νόμος μπορεί να εκφρασθεί και σαν επιταγή (διαταγή) να γίνουμε αυτοί (τέτοιοι). Μόνον εάν αυτή η ταυτότης, την οποία ορίζει ο Σέλινγκ και σαν προσωπικότητα, πραγματοποιηθεί απολύτως, το ατομικό εγώ θα μεταβαλλόταν στο Απόλυτο!

Συνεχίζεται

ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΑΠΟΛΥΤΗ ΕΠΑΡΣΗ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΜΑΣ ΤΗΝ ΜΕΤΕΦΕΡΑΝ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ.

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: