Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

Επώνυμο δημοσίευμα «ΒΟΜΒΑ»: «Σκηνοθετημένη ΕΝΤΑΣΗ στο Αιγαίο για συνεκμετάλλευση και εκλογές»

ΑΠΟΛΥΤΟ ΣΟΚ! Οφείλει να απαντήσει η κυβέρνηση, καθώς πρόκειται για επώνυμο άρθρο πασίγνωστου δημοσιογράφου... Γίνεται λόγος για «ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΙΑΥΛΟ» Ερντογάν-Μητσοτάκη!

Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας ΕΣΤΙΑ την τελευταία μέρα του 2022 είναι «ΦΩΤΙΑ»!

Ο Μανώλης Κοττάκης που υπογράφει το άρθρο κάνει λόγο για μυστικές επαφές και για «δίαυλο επικοινωνίας» Αθήνας-Άγκυρας με στόχο την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, ενώ υπογραμμίζει πως υπάρχει σκηνοθετημένη ένταση για το Αιγαίο την άνοιξη με στόχο την αύξηση των ποσοστών Ερντογάν και Μητσοτάκη!

Τα όσα αναφέρονται στο άρθρο είναι εξαιρετικά σοβαρά και δεν μπορούν να μείνουν αναπάντητα!

Παρατίθεται απλά το πρωτοσέλιδο της ΕΣΤΙΑΣ:

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ»

Αφιέρωμα από Αντίφωνο: Μέγας Βασίλειος - Χρόνος

 


ΚΛΙΚ στον σύνδεσμο που ακολουθεί ή στην εικόνα...

π. Αθ. Γιέφτιτς, Δημ. Μαυρόπουλος, Χρ. Γιανναράς, π. Νικ. Λουδοβίκος, π. Δημήτριος Stăniloae



ΠΗΓΗ:https://antifono.gr/vasilios_xronos/

 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου φιλοξενεί το 2ο Συνέδριο της Διεθνούς Ορθόδοξης Θεολογικής Ένωσης I.O.T.A.


Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου
φιλοξενεί το 2ο Συνέδριο της Διεθνούς Ορθόδοξης Θεολογικής Ένωσης I.O.T.A.


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου φιλοξενεί το 2ο Συνέδριο που διοργανώνει η Διεθνής Ορθόδοξη Θεολογική Ένωση I.O.T.A. (International Orthodox Theological Association). Το τετραήμερο αυτό Διεθνές Θεολογικό Συνέδριο με θέμα: Ιεραποστολή και Ορθόδοξη Εκκλησία, θα λάβει χώρα από τις 11 έως τις 15 Ιανουαρίου 2023, στην πόλη του Βόλου με γλώσσα εργασίας τα αγγλικά.

Η Διεθνής Ορθόδοξη Θεολογική Ενωση I.O.T.A., καρπός της Πανορθόδοξης Συνόδου που έλαβε χώρα στην Κρήτη (2016), ιδρύθηκε το 2017 με στόχο τη θεολογική συμβολή στην ανανέωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υποστηρίζοντας την πανορθόδοξη ενότητα και συνοδικότητα. Ως πανορθόδοξος μη κερδοσκοπικός οργανισμός, η IOTA δεν ανήκει σε καμία τοπική Εκκλησία και προσπαθεί να διατηρεί εποικοδομητικές σχέσεις με τους ηγέτες όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Για τον σκοπό αυτό διοργανώνει διεθνή συνεδρία, ομαδικά ερευνητικά έργα, συνεργάζεται με ιδρύματα σε όλον τον κόσμο. Στα κύρια ενδιαφέροντά της εντάσσονται η κατανόηση του σύγχρονου πολιτισμού υπό το πρίσμα της Ορθόδοξης παράδοσης και η στήριξη της πανορθόδοξης ενότητας και συνεννόησης.
Η εξαιρετικά σημαντική αυτή διοργάνωση, που πρόκειται να συγκεντρώσει περίπου τετρακόσιους ειδικούς ομιλητές από πολλές χώρες (Αμερική, Ευρώπη, Αυστραλία, Ασία, Αφρική, Βαλκάνια, Ρωσία), με τη συμμετοχή 15 επισκόπων από διάφορες Ορθόδοξες Εκκλησίες και δεκάδων κληρικών και μοναχών, πλαισιώνεται από τη στήριξη σημαντικών θεολογικών ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων, μεταξύ των οποίων η Θεολογική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, η Ελληνορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης, το Ορθόδοξο Θεολογικό Σεμινάριο του Αγίου Βλαδιμήρου από τη Νέα Υόρκη, η Θεολογική Σχολή της Σόφιας, το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Fordham από τη Νέα Υόρκη, η Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μπαλαμάντ από τον Λίβανο, το Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Cambridge από τη Μ. Βρετανία, η Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Αγίου Ανδρέα από το Σύδνεϋ, το Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Αγίου Ειρηναίου από την Ολλανδία, το New Georgian University από τη Δημοκρατία της Γεωργίας η European Academy of Religion, το Οικουμενικό Ίδρυμα Pro-Oriente, κ.α.

Η πραγματοποίηση του Συνεδρίου αυτού στην πόλη του Βόλου αποτελεί αναγνώριση του έργου της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και της σημαντικής θεολογικής μαρτυρίας της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

Το Συνέδριο επικεντρώνεται στον ρόλο και τη σημασία της Ιεραποστολής, νοούμενης ως παρουσία και δράση της Ορθοδοξίας στον σύγχρονο κόσμο. Κεντρικός ομιλητής του Συνεδρίου θα είναι ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κορέας κ. Αμβρόσιος (Ζωγράφος). Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κορέας αποτελεί μια εμβληματική προσωπικότητα της Ορθόδοξης ιεραποστολής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Διασποράς. Με στέρεη θεολογική παιδεία και ιεραποστολική εμπειρία δεκαετιών, διακονεί ως επίσκοπος σε ένα πολιτισμικό περιβάλλον ριζικά διαφορετικό από αυτό του δυτικού κόσμου, κομίζοντας τις σχετικές εμπειρίες, χωρίς να απέχει τόσο από τα γενικότερα προβλήματα της Ορθόδοξης ιεραποστολής, όσο και από την αγωνία για το μέλλον της Ορθοδοξίας στον σύγχρονο κόσμο.

Επιπλέον, σε παράλληλες συνεδρίες, ειδικοί ομιλητές θα καταθέσουν την επιστημονική τους συνεισφορά σε ζητήματα όπως: Εκκοσμίκευση και Ορθόδοξη Εκκλησία, σύγχρονες θεολογίες της ιεραποστολής, θρησκευτικός εθνικισμός και ταυτοτικές πολιτικές, η φιλοσοφική θεολογία ως ερμηνευτικό εργαλείο, γυναίκα και Ορθόδοξη Εκκλησία, θέματα οικουμενικής θεολογίας, η θεολογική εκπαίδευση στον 21ο αιώνα, Ορθόδοξη διασπορά, η θέση της θρησκείας στη δημόσια σφαίρα κ.α.

Ο ρόλος και σημασία της Ορθοδοξίας στον σύγχρονο κόσμο την αναδεικνύει, μεταξύ των άλλων, σε πρωτεύουσα συνιστώσα για την εδραίωση της ειρήνης και της συνεργασίας μεταξύ των λαών. Στο πλαίσιο αυτό, η μελέτη της ιεραποστολικής της δράσης στις νέες δυνατότητες και προκλήσεις του 21ου αιώνα, αποτελούν ουσιαστική συνεισφορά τόσο για την κατανόηση του ρόλου της, όσο και για την ανάδειξη της γόνιμης συμβολής της στο θεολογικό, ανθρωπολογικό αλλά και κοινωνικό πεδίο.


Πηγή


o Χρόνος της Ιστορίας και ο Χρόνος της Προφητείας


00:00 -Τι είναι ο χρόνος; 02:10 - o Θεολογικός χρόνος; 03:22 - Τι σημαίνει εσχατολογικός χρόνος; 12:12 - Πριν την δημιουργία δεν υπάρχει χρόνος 14:48 - Ο χρόνος του σώματοςς και της ψυχής διαφέρει; 28:03 - Διαφορά γραμμικού κυκλικού και εσχατολογικού χρόνου 38:30 - Ο χρόνος της προφητείας 41:34 - Ποιο χρόνο βίωσε ο Χριστός στην γη; 50:19 - Ο χρόνος της εσωτερικής ζωής- ψυχής 56:39 - Ο μεταθανάτιος χρόνος Ο χρόνος. Ένας αμείλικτος εχθρός ή ένας αιώνιος φίλος μας. Επιμέλεια – παρουσίαση: Μαρία Αναγνωστίδου.

Χρ. Γιανναράς: Πτώση-Κρίση-Κόλαση


Για το βιβλίο «Πτώση-Κρίση-Κόλαση ή η δικανική υπονόμευση της οντολογίας» μίλησε ο καθηγητής κ. Χρήστος Γιανναράς στο βιβλιοπωλείο Άπειρος Χώρα. Το έμβρυο δεν «ξέρει» τίποτα για τον τρόπο της ύπαρξής του μετά τη γέννηση - για τη μετά τον θάνατό του ζωή. Κανένα έμβρυο δεν «γύρισε πίσω» ποτέ, να ξαναγίνει έμβρυο μετά τη γέννησή του, ποτέ δεν επέστρεψε ως βρέφος στα έμβρυα, να τα «πληροφορήσει» ποια θα είναι η υπαρκτική τους πραγματικότητα μετά τη γέννησή τους! Ο άνθρωπος έρχεται στη ζωή με πλήρη άγνοια και απόλυτη μοναξιά, όπως και φεύγει από τα εγκόσμια με πλήρη άγνοια για την πραγματικότητα τη μετά τον θάνατό του. Πραγματικότητα, ίσως, ανάλογη με τη διαφορά ανάμεσα στο έμβρυο και το λογικό υποκείμενο.


OI BAΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕ ΛΙΓΑ ΘΡΑΣΥΤΑΤΑ ΛΟΓΙΑ.

Η ΣΟΦΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ SERGEI N. BULGAKOV (5)

  Συνέχεια απο :Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

Η ΚΕΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ.
Η δεύτερη μετα-πατερική σύνθεση, μετά τού Φλωρόφσκυ.

ΠΕΡΙ ΠΡΟ-ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ.


Το Απόλυτο λοιπόν είναι πάντοτε σχετικό [όπως ακριβώς μας το φανέρωσε ο Πλάτων στον διάλογο Παρμενίδης, δεν είναι μονοσήμαντο]. Εμείς λοιπόν διαβλέπουμε την δυνατότητα επιτυχίας ενός λόγου διότι σαν Υπερβατικό είναι ενυπάρχον στην υπερβατικότητα του, δηλαδή δεν είναι κλειστό στον εαυτό του, αλλά ενωμένο αχώριστα στο άλλο εξ’αυτού, και αιωνίως εμπλεκόμενο σε μία πρόοδο εξόδου, αυτοαποκαλύψεως. Η αυτοαποκαλυπτική ενέργεια του Απολύτου, όταν ακουμπά τον κόσμο του ανθρώπου, τον υποχρεώνει να ξεπεράσει τον ριζικό αποφατισμό, καθότι στην Σιωπή προστέθηκε ένας Λόγος. Στην ύπαρξη δεν είναι πλέον το Απόλυτο αλλά ο Θεός, ο οποίος καθαυτός είναι «Λόγος σχετικός» όπως έχουν ήδη δηλώσει ο Άγιος Αθανάσιος και ο Ισαάκ Νεύτων. Για να το πούμε διαφορετικά: η πραγματικότης που εκφράζεται από τον όρο «Θεός» δίνεται μόνον στην αποκαλυπτική συσχέτιση με τον κόσμο. Διότι ο Θεός είναι ένα ΟΝ, ένα υπαρκτό κάτι που δεν μπορούμε να δηλώσουμε για το Απόλυτο, διότι η ύπαρξη είναι μία σχετική έννοια, ώστε όλο το υπαρκτό, υπάρχει για κάποιον, διότι φανερώνεται σε κάποιον. Ο Θεός υπάρχει, διότι  είναι «για τον άνθρωπο» και πιο σφαιρικά «για τον κόσμο»Για να υπάρξει Θεός είναι αναγκαία η ύπαρξη του κόσμου όχι λιγότερο από την αντίστροφη άποψη. Εάν το Απόλυτο κλειστό ολοκληρωτικώς εις εαυτόν δεν υπάρχει, τότε η σχέση με τον κόσμο και το Είναι για τον κόσμο ανήκουν στην μορφή του Θείου Είναι και είναι αδιαίρετα. «Για το μεγαλείο του Θεού δεν φτάνει να είναι το Απόλυτο συμπεριλαμβανόμενο εις εαυτό, αποκλείοντας κάθε άλλο πράγμα. Αντιθέτως ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Απολύτου είναι να είναι Θεός, δηλαδή απολύτως σχετικό και αποκαλυπτόμενο σε κείνο το μυστήριο που στην γλώσσα της λογικής εκφράζεται μόνον σε μία αντινομία. Ο κόσμος είναι τίποτε (ούκ όν), με την έννοια με την οποία αρνούμαστε μία δική του αυτόνομη ύπαρξη απέναντι του Θεού, αλλά αυτό το τίποτα περικλείεται στην Θεία αιωνιότητα και ο Θεός δεν μπορεί να προσεγγισθεί πέραν της σχέσεως του με τον κόσμο. 

Η Αιώνια Θεία Ρίζα του Κόσμου. 

Η θρησκευτική εμπειρία σαν εμπειρία της σοφίας του κόσμου, δεν απαιτεί μόνον έναν ξαναστοχασμό του προσώπου του Απολύτου, αλλά ρίχνει και ένα καινούριο φώς στην εννοιολόγηση της κτιστής πραγματικότητος. Ο Μπουλγκάκοφ είναι βαθειά πεπεισμένος πώς εάν ο Θεός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο «μέσα» και «μέσω» του κόσμου, η κοσμολογική διάσταση πρέπει να έχει, στην Χριστιανική σκέψη, μία κεντρική και ιδιαίτερη θέση. 

Συνθετικά ξεχωρίζει δύο μεθοδολογικές αρχές που προέρχονται άμεσα από αυτό το γεγονός. Για να γίνει κατανοητός ο ρόλος του κόσμου στον Χριστιανισμό είναι απαραίτητο: 1) να τεθεί ο κόσμος σε σχέση με τον Θεό, ξεπερνώντας την ιδιαιτερότητα του 2) να ξεχωρίσει ο κόσμος από τον Θεό, προσέχοντας να μην χαθεί η διαφορά τους. 

Η δυσκολία να διατηρηθεί αυτή η αντινομία, η οποία διέσχισε όλη την ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης και της Θεολογίας, συμπίπτει με την δυσκολία να συνταχθούν το Θείο Είναι και το κτιστό Είναι, να ενωθούν και να ξεχωρίσουν, να ταυτισθούν και να αντιτεθούν, η απόλυτη Θεία μορφή με την σχετική κτιστή μορφή. Για να διατηρήσει αλώβητη την αντινομία αυτή ο Χριστιανισμός πάλεψε μία πολύχρονη μάχη ενάντια σε δύο ακραίες θέσεις, αντίθετες μεταξύ τους. τον δυαλισμό και τον μονισμό. «Υπάρχουν δύο συνήθειες που πολώνουν την Χριστιανική αντίληψη του κόσμου, λανθασμένες και οι δύο λόγω του μονόπλευρου χαρακτήρος τους: ο μανιχαϊσμός που αρνείται τον κόσμο, που χωρίζει τον Θεό από τον κόσμο μέσω μίας αξεπέραστης αβύσσου και η εκκοσμίκευση, που συνίσταται στην αποδοχή του κόσμου ακριβώς όπως είναι και ο σεβασμός των αξιών που τον διέπουν» «Στην Χριστιανική κατανόηση της σχέσεως που υπάρχει ανάμεσα στον Θεό και τον κόσμο, συμφέρει πρώτα απ’όλα να απορρίψουμε δύο συλλήψεις διαμετρικά αντίθετες: από το ένα μέρος τις διάφορες μορφές μονισμού και από το άλλο την δυαλιστική θεωρία της δημιουργίας». 

Ο μονισμός είναι το λάθος εκείνου που γέρνει την αντινομία από το μέρος τής ενότητος, ανάμεσα στον Θεό και στον κόσμο, και γι’αυτό χάνει την σημασία τής οντολογικής διαφοράς ανάμεσα στην Θεότητα και την κτίση. Δύο είναι οι όχθες στις οποίες οδηγεί : ο πανθεϊσμός και η αθεϊστική εκκοσμίκευση. Στην μία περίπτωση κηρύσσεται η ανυπαρξία ενός όντος ξεχωριστού από τον Θεό και επομένως το ασύστατο του κόσμου: Όλα μειώνονται στο atman, την θεία πνοή. Στο άλλο, που είναι και πιο σύγχρονο και επομένως αυτό που δημιουργεί τις περισσότερες ανησυχίες, ο κόσμος δηλώνεται αυτάρκης και απομονωμένος σε μία απολυτότητα που αρνείται κάθε πραγματικότητα που δεν είναι κοσμική. Αυτή η σύλληψη βρίσκεται στην βάση πολλών διανοουμένων που αρνούνται την ύπαρξη του Θεού και δείχνει επίσης την παράλυση του μοντέρνου Χριστιανισμού, ανίκανου πλέον να διευθύνει την ζωή. «Ο σύγχρονος αθεϊσμός είναι στην πραγματικότητα ένας κοσμοθεϊσμός ή καλύτερα ένας ανθρωποθεϊσμός: μία μορφή παγανισμού. Δεν είναι το σημείο μηδέν της θρησκείας, όπως ορίζεται συχνά, αλλά είναι ένα «πλήν» του Χριστιανισμού. 

Ο μανιχαϊσμός είναι το αντίθετο λάθος, εκείνου δηλαδή που ξεχωρίζει τόσο δυνατά τον Θεό και τον κόσμο, ώστε να θέτει τον άνθρωπο απέναντι σε ένα αληθινό δίλημμα: ή τον Θεό ή τον κόσμο. Επιλέγοντας τον Θεό, ο άνθρωπος τείνει να εγκαταλείψει τον κόσμο και να μισήσει τα έργα του και τις αξίες, να τον αφήσει έκθετο στην δραστηριότητα του και στην αποξένωση του σε σχέση με τον Θεό. «Πρόκειται για την αντικοσμική συμπεριφορά ή την ακοσμική, που μπορούμε να συναντήσουμε από το ένα μέρος σε μία τάση της Ορθοδόξου παραδόσεως ή οποία τελικά επικράτησε και ιστορικά, την ψευδο-μοναστική νοοτροπία και από το άλλο στον συνεπή προτεσταντισμό, ο οποίος δεχόμενος τον υπερβατικό χαρακτήρα τής θεότητος ως προς τον κόσμο, τον στερεί από τον Θεό». 

Ο Χριστιανισμός δεν γλίτωσε από αυτές τις επικίνδυνες όχθες: αυτές επηρέασαν, λίγο ή πολύ συνειδητά, πολλούς συγγραφείς της πατριστικής-σχολαστικής παραδόσεως και μία αληθινή Χριστιανική κοσμολογία δεν έχει εμφανισθεί ακόμη. Και όμως, ισχυρίζεται ο Μπουλγκάκοφ, το κοσμολογικό πρόβλημα ανήκει πλήρως στα μεγάλα θέματα του Χριστιανικού οράματος του κόσμου και αν το αγνοήσουμε θα παραδόσουμε το μήνυμα του Χριστού στην ασημαντότητα και την Χριστιανική ζωή στην απομάκρυνση από την σημαντικότητα και την ιστορική πραγματικότητα. Η σοφιολογία δεν κάνει τίποτε άλλο από το να πάρει στα σοβαρά αυτό το πρόβλημα, επαναπροσεγγίζοντας και εμβαθύνοντας το δόγμα της δημιουργίας για να ξανασχηματίσει, σε σχέση μ’αυτό την Χριστιανική σύλληψη του κόσμου και του Θεού.

Συνεχίζεται 

Αμέθυστος.

Η Σοφιολογία του Sergeii Bulgakov - Κριτική προσέγγιση (2)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

 Θεολογική Σχολή Τμήμα Θεολογίας 

Αξάρης Γεώργιος 

Η Σοφιολογία του Sergeii Bulgakov Κριτική προσέγγιση 

Σύμβούλος Καθηγητής: Δημήτριος Τσελεγγίδης 

Θεσσαλονίκη 2019 

1.Βιογραφία και εργογραφία

Ο Σέργιος Μπουλγκάκοβ13 (Sergeii Bulgakov) γεννήθηκε στο Λίβνυ της επαρχίας Ορέλ της Ρωσίας στις 16 Ιουνίου του 1871 από μια ιερατική14 αγροτική ρωσική οικογένεια15. Το πρώτο του σχολείο ήταν αυτό της περιοχής του, στο οποίο φοίτησε για τρία χρόνια. Στη συνέχεια, ξεκίνησε τη φοίτησή του το 1884 στο θεολογικό-εκκλησιαστικό σεμινάριο του Ορέλ. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Ορέλ, δημιουργήθηκαν απορίες στον S. Bulgakov για τις οποίες δεν του δόθηκαν απαντήσεις με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας θεολογικής αμφισβήτησης, την εγκατάλειψη του σεμιναρίου και την άρνηση της συνέχισης των σπουδών του σε κάποια θεολογική ακαδημία.

Μη ακολουθώντας τις θεολογικές σπουδές, προετοιμάστηκε για την είσοδό του στο πανεπιστήμιο της Μόσχας στη Ρωσία, όπου και σπούδασε νομική, οικονομικά, φιλολογία, φιλοσοφία και λογοτεχνία. Συνέχισε τις σπουδές του στην Πολιτική Οικονομία, ενώ παράλληλα δίδασκε σε ένα τεχνικό σχολείο στη Μόσχα. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του σε όλα αυτά τα διαφορετικά αντικειμενικά πεδία υιοθέτησε τη Μαρξιστική θεωρία και υπήρξε μαρξιστής. Λόγω αυτής της θεωρίας του έγραψε μια κριτική στο έργο του Μαρξ, Das Kapital. Ωστόσο από πολύ νωρίς άρχισε να απογοητεύεται από την Μαρξιστική θεωρία. Είναι χαρακτηριστική η σχετική φράση του Sakharov στο άρθρο του όπου παρέχει βιβλιογραφικές σημειώσεις16: «Όσο περισσότερο μελετούσε τον Μαρξ, τόσο βάθαινε η αντίθεσή του στις ιδέες του».

Κι ενώ αρχίζει όλο και περισσότερο να απογοητεύεται από τη μαρξιστική θεωρία, το 1895 έχει την πρώτη κατ’ αυτόν μυστική εμπειρία, η οποία συνέβαλε ουσιαστικά, με άλλες δυο, στην επιστροφή του στο χώρο της θρησκείας. Ταξιδεύοντας στις βόρειες στέπες, στη θέα των βουνών του Καυκάσου, την ώρα του ηλιοβασιλέματος βίωσε μια πλούσια σε συναισθήματα βιωματική εμπειρία, μια αποκάλυψη της ομορφιάς την οποία αργότερα συνέδεσε με τη Σοφία17. Συνεχίζοντας την αναζήτησή του και την παράλληλη απόρριψη του μαρξισμού, τον Ιανουάριο του 1898 παντρεύεται την Elena Takmakova, με την οποία αποκτούν το πρώτο τους παιδί το ίδιο έτος. Την ίδια χρονιά μεταβαίνει οικογενειακώς στην Ευρώπη μέσω του πανεπιστημίου του για να προετοιμαστεί για την καθηγεσία του στο αντικείμενο της Πολιτικής Οικονομίας. Η επίσκεψή του στη Γαλλία, στην Αγγλία, και ειδικώς στη Γερμανία έγινε με σκοπό να αναπτύσσει τη θέση του, έτσι ώστε να αποκτήσει το διδακτορικό δίπλωμα. Η θέση που πραγματεύθηκε δεν κατάφερε να αξιολογηθεί ως διδακτορικό, αλλά ως μεταπτυχιακή εργασία.

Τη δεύτερη βιωματική του μυστική εμπειρία είχε το ίδιο έτος, το 1898, επισκεπτόμενος μια έκθεση τέχνης στη Dresden. Εκεί η θέα ενός πίνακα του Ραφαήλ, στον οποίο εικονιζόταν η Sistine Madonna, δημιούργησε μια έντονη προσωπική εμπειρία. Αυτή η θέα του προσώπου της αιχμαλώτισε την ψυχή του και άρχισε να προσεύχεται. Με τη συνεχή μελέτη και τη βίωση των δυο αυτών εμπειριών έβγαζε το συμπέρασμα πως τα έργα του Λένιν και του Plekhanov, βασισμένα στα έργα του Μαρξ, δεν είχαν σημασία στην Οικονομία.

Κατά τα έτη 1901-1906 δίδαξε στο πανεπιστήμιο του Κιέβου, όπου η μελέτη του Dostoyevsky και του Soloviev επηρέασε τη μετέπειτα περί Σοφιολογίας κυρίαρχη θέση στο φιλοσικο-θεολογικό του σύστημα και τον οδήγησε από τον μαρξισμό στον ιδεαλισμό κι έπειτα σε μια σοσιαλιστική μορφή του χριστιανισμού18. Η τελική απόρριψη της Μαρξιστικής θεωρίας έγινε το 1906. Σε αυτήν τη χρονική περίοδο οι διαλέξεις του και τα άρθρα του έτυχαν μεγάλης αποδοχής και τον κατέστησαν δημοφιλή στο χώρο της ρωσικής διανόησης γενικότερα. Μέσα από τα κείμενα της περιόδου αυτής προτείνει την αναδιαμόρφωση και της Εκκλησίας μέσα στο γενικότερο πλαίσιο και ως μέρος της πολιτικής επανάστασης19.

Το φθινόπωρο του 1908 επιστρέφει στην Εκκλησία. Επισκεπτόμενος μια σκήτη συνομίλησε με τον γέροντα (στάρετς) που διέμενε εκεί, εξομολογήθηκε και κοινώνησε20. Από τη μέρα εκείνη ξεκινάει μια καινούρια περίοδος για τη ζωή του συγγραφέα. Με τη νέα αυτή προοπτική στη ζωή του βλέπει με διαφορετική οπτική τα γεγονότα της εποχής του. Χαρακτηριστική είναι προς τούτο η παράθεση στη βιογραφία του Gallaher μιας σχετικής τοποθέτησης του Bulgakov: «δίχως τη χριστιανική πίστη η επανάσταση θα παράγει μόνον ένα τυραννικό καθεστώς»21. Στη συνέχεια, μέσα στα ποικίλα εθνικά γεγονότα στη Ρωσία, τάχθηκε υπέρ της επιστροφής των Ρώσων διανοουμένων στην Εκκλησία. Παράλληλα πίστευε στην αναμόρφωση της Εκκλησίας και για τον λόγο αυτό προσπάθησε με τον Florenskii Zenkovskii να δημιουργήσουν μια ελεύθερη θεολογική ακαδημία στη Μόσχα, κάτι το οποίο δεν κατάφεραν να πραγματοποιήσουν.

Από την περίοδο αυτή και με το έργο του The Philosophy of economy ξεκινά η περί της Σοφιολογίας ενασχόληση του, πρώτα μέσα από την οπτική της Οικονομίας22. Αναμφισβήτητα, όμως, επηρεάστηκε από τους Florenskii, Schelling και Solovev, υπό την επιρροή των οποίων συσχέτισε τη Σοφιολογία του κυρίως με τη θεολογία και ειδικότερα με την Τριαδολογία, και γενικότερα βέβαια με τους υπολοίπους θεολογικούς τομείς23.

Τον Ιούνιο του 1918 χειροτονήθηκε ιερέας στη λαύρα του Αγίου Σεργίου. Η ιδεολογική του αντίθεση στο κίνημα των Μπολσεβίκων, τον ανάγκασε να μετακομίσει οικογενειακώς στην Κριμαία. Το 1922 με απόφαση του Β. Ι. Λένιν συμπεριλαμβάνεται στους καταλόγους με τα ονόματα παραγόντων της επιστήμης και του πολιτισμού, οι οποίοι εξορίζονται. Εξορισμένος πήγε στην Κωνσταντινούπολη κι έπειτα στην Πράγα, όπου ως τακτικός καθηγητής δίδαξε στην έδρα του Εκκλησιαστικού Δικαίου και της Θεολογίας της Νομικής Σχολής του Ρωσικού Επιστημονικού Ινστιτούτου. Για τον Ρώσο ιερέα η μόνη λύτρωση για την πατρίδα του, η οποία περνούσε μια περίοδο δύσκολων και τραγικών καταστάσεων, ήταν η Οικουμενική Ορθόδοξη Εκκλησία υπό την καθοδήγηση της Ρωσικής24. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε η περί της Οικουμενικής Εκκλησίας κυρίαρχη και αναγκαία σκέψη του και ξεκίνησε συνάμα τη διατύπωση των θέσεων του για την ενότητα των χριστιανών. Χαρακτηριστικά στο έργο του All the Feast of Gods, σημειώνει: «οι δογματικές διαφορές δεν κατείχαν ποτέ ζωτική σημασία στο ερώτημα και μπορούν και πρέπει να λυθούν συγκαταβατικά, με μια ειλικρινή και αγαπητική επιθυμία για αμοιβαία κατανόηση. Στην πραγματικότητα, ούτε ο καθολικισμός ούτε η Ορθοδοξία είναι τα ίδια όπως ήταν. Κάτι το ορατό μόνο σε λίγους συμβαίνει εδώ, μια νέα αίσθηση μιας οικουμενικής Εκκλησίας έρχεται στη ζωή»25.

Το 1923 μεταβαίνει στην Πράγα, όπου και δίνει διαλέξεις στο Ινστιτούτο της Νομικής. Όλο το διάστημα της παραμονής του στην Πράγα, μέχρι και το καλοκαίρι του 1925, τον απασχόλησε έντονα το ζήτημα της ενότητας των χριστιανών. Μετά από τη σχετική του αναζήτηση, τη θεώρηση κάποιων θέσεων του ως προδοσίας της Ορθοδοξίας26, καταλήγει πως η ενότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πίστη στην Παράδοση, η οποία συνιστά το κέντρο της Ορθοδοξίας. Αυτήν την Παράδοση είναι απαραίτητο να τη δει κανείς και να την ερμηνεύσει, κατά τον S. Bulgakov, πριν το Σχίσμα, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί μέσα στην αρχαία Οικουμενική Εκκλησία27.

Πηγαίνοντας, έπειτα, στην Τσεχοσλοβακία θέλησε να θέσει σε εφαρμογή το έργο του για την επανένωση των εκκλησιών. Σε αυτό το πλαίσιο, συμμετείχε στο συνέδριο του Ρωσικού φοιτητικού χριστιανικού κινήματος το οποίο ήταν ανοιχτό σε ανάλογα φοιτητικά κινήματα ετερόδοξων φοιτητών. Λόγω της δράσης του, ιδρύθηκε ένα Ορθόδοξο Ινστιτούτο στο Παρίσι, στο οποίο κλήθηκε να διδάξει δογματική από τον μητροπολίτη Ευλόγιο28. Εκεί συνέχισε τη θεολογική του περί επανένωσης των εκκλησιών θέση και δράση του. O S. Bulgakov συνεχίζει σε αυτό το πλαίσιο, πιστεύοντας στο κυρίαρχο ρόλο της ρωσικής Ορθοδοξίας στην Οικουμενική Εκκλησία. Το 1927 συμμετέχει στο πρώτο διεθνές συνέδριο ‘faith and order’ στη Λοζάνη, το οποίο οδήγησε στην ίδρυση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.

Το 1935 ο πατριάρχης Μόσχας, μητροπολίτης Σέργιος, θεώρησε τη Σοφιολογική διδασκαλία του ως ξένη στη Ορθόδοξη διδασκαλία. Επιχείρησε να απαντήσει στις κατηγορίες αυτές με το άρθρο το hypostasis and hypostasity29. Μεταξύ των άλλων ο S. Bulgakov αναφέρει πως τα περί της Σοφίας γραφόμενά του συνιστούν προσωπικές του γνώμες και πως δέχεται όλα τα δόγματα της Ορθοδοξίας30.

Το 1939 διαγνώστηκε με καρκίνο στο φάρυγγα. Μετά από δυο εγχειρίσεις χάνει την ομιλία, ωστόσο προσπαθεί και καταφέρνει με κόπο να μιλάει, να λειτουργεί και να διδάσκει. Τη νύχτα της 5ης προς 6η Ιουνίου 1944 ο S. Bulgakov υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και μένει σε κωματώδη κατάσταση για 40 ημέρες. Απεβίωσε στις 13 Ιουλίου 1944.

1.β Εργογραφία

Περί θείας ενώσεως και διακρίσεως - Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς (3)

 ΚΑΤΑ ΠΟΣΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ Η ΘΕΙΑ ΕΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ

Και ότι ως προς τον Θεόν διδαχθήκαμε ότι υπάρχει διάκρισις, όχι μόνον κατά τις υποστάσεις, αλλά και κατά τις κοινές προόδους και ενέργειες, και ότι παραλάβαμε να φρονούμε αυτόν άκτιστον τόσο κατά την ένωσιν όσον και κατά την διάκρισιν, έστω και αν τούτο δεν αρέσει στον Βαρλαάμ και τον Ακίνδυνο.


14. Ας μαρτυρήσει δε με εμάς ο θείος Μάξιμος, ο οποίος γράφει στα Σχόλια ότι η ποιητική πρόνοια των όντων είναι οι πρόοδοι αυτές του Θεού˙ «είναι δε κοινές της τρισυποστάτου διακεκριμένης ενάδος οι δημιουργικές πρόνοιες και αγαθότητες», δηλαδή οι ουσιώσεις, οι ζωώσεις, οι σοφοποιήσεις. Με το να βεβαιώσει ότι αυτές είναι πολλές και διακεκριμένες έδειξε ότι αυτές δεν είναι η ουσία του Θεού διότι αυτή είναι μία και εντελώς αδιαίρετος. Επειδή δε επιβεβαίωσε και ότι είναι κοινές τής τρισυποστάτου διακεκριμένης ενάδος, παρέστησε σε εμάς ότι δεν είναι ούτε ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα˙ διότι κανένα από αυτά δεν είναι κοινή ενέργεια των τριών. Με το ότι δε δεν ονόμασε αυτές μόνον πρόνοιες και αγαθότητες, αλλά και δημιουργικές, έδειξε ότι είναι άκτιστες. Αλλιώς, το δημιουργικό θα είναι δημιουργημένο, επομένως θα είναι δημιουργημένο από άλλο δημιουργικό και εκείνο πάλι από άλλο, και τούτο προχωρούν στο έσχατο σημείο ουτοπίας δεν θα σταματήσει να βαδίζει προς το άπειρον.[Εδώ βρίσκεται φωτισμένη η νέα αίρεση τού spiritus creator]

15.  Αρά οι πρόνοιες και ενέργειες και μεταδόσεις του Θεού, οι ουσιώσεις, οι ζωώσεις, οι σοφοποιήσεις και τα παραπλήσια με αυτά είναι άκτιστες πρόνοιες και αγαθότητες του Θεού, και αυτές είναι αυτός ο Θεός, αν και όχι κατ' ουσίαν˙ διότι κατ' εκείνην είναι αμέριστος και αμέθεκτος, εφ’ όσον είναι τελείως απολελυμένος από όλα, ώστε κάνεις ποτέ από τους κατά την ευσέβεια επιγνώμονες της ακρίβειας να μην επιχειρήσει να εννοήσει ή να εκφράσει τον Θεόν, να επιχειρούν δε πάντοτε όλοι οι ιεροφάντες να νοούν και λέγουν περί της προνοίας και αγαθότητος αυτού, κατά την οποίαν είναι αίτιος όλων των όντων, διότι αυτή είναι απεργαστική των έξωθεν όντων˙ επειδή δε υπάρχει αυτή, έλαβε ύπαρξιν η παραγωγή και υπόστασις των όλων. Διότι η θεία πρόνοια δεν είναι τίποτε άλλο παρά στροφή του Θεού προς τα υποδεέστερα και αγαθή θέλησις. Και αυτή υπήρξε προ των πάντων, ως κοινή πρόνοια των μελλόντων, και εξ αίτιας αυτής όλα παρήχθησαν στον καιρόν τους ως από δημιουργική θέληση και ενέργεια, και εν αυτή συνεκροτήθη το παν ως εις συνεκτική φρουρά και περιληπτική εστία του παντός. Δια ταύτα λοιπόν η μία πρόνοια και αγαθότης, δια την οποία ο Θεός επιμελείται των υποδεεστέρων, δεν είναι μία μόνον, αλλά και πολλές πρόνοιες και αγαθότητες λέγονται από τους θεολόγους.

16.  Βεβαίως λόγω της μεγάλης υπερβολής και αγαθότητος ο παραγωγός και κοσμήτωρ του παντός κατέστησε αυτό και πολυειδές, θελήσας άλλα μεν να είναι απλώς, άλλα δε πλην της υπάρξεως (του είναι) να έχουν και ζωήν, και άλλα μεν να κατέχουν την νοερά τούτη ζωή, άλλα δε μόνον την κατ' αίσθησιν, και μερικά να έχουν τούτη μικτή και από τα δύο είδη˙ και εκ των λαβόντων από αυτόν την λογική και νοερά ζωή ορισμένα διά της εθελούσιας κλίσεως προς αυτόν να επιτυγχάνουν την προς αυτόν ένωσιν και έτσι να ζουν θείως και υπερφυώς καταξιωμένα της θεουργού χάριτος και ενέργειας αυτού˙ διότι η θέλησις αυτού αποτελεί γένεσιν για τα όντα, είτε παραγόμενα από το μη όν είτε βελτιούμενα, και τούτο κατά διάφορο τρόπο. Εξ αιτίας αυτής της επί τα όντα διαφοράς του θείου θελήματος η μία εκείνη πρόνοια και αγαθότης, ή με άλλα λόγια η λόγω αγαθότητος στροφή του θεού προς τα υποδεέστερα, είναι και λέγονται πολλές πρόνοιες και αγαθότητες, μεριζόμενες αμερίστως στα μεριστά και διαφοροποιούμενες, έτσι ώστε κατά τα ανωτέρω λεχθέντα άλλη μεν να ονομάζεται προγνωστική δύναμις του Θεού, άλλη δε δημιουργική και συνεκτική, από αυτές δε πάλι, κατά τον μέγαν Διονύσιον να ονομάζονται άλλες ουσιώσεις, άλλες ζωώσεις, άλλες σοφοποιήσεις. Έκαστη δε αυτών είναι κοινή του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, ώστε καθ’ εκάστην αγαθή και θείαν θέλησιν δι’ ημάς ο Πατήρ και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα να είναι η ουσιοποιός και ζωοποιός και σοφοποιός ενέργεια και δύναμις.

17.  Θα ακούσεις δε από τους ίδιους πατέρες να διδάσκουν ότι οι ενέργειες αυτές είναι και αΐδιες νοήσεις και κινήσεις. Έτσι, αφού ο μέγας Διονύσιος είπε «ότι ο Θεός κινείται κατά το ότι φέρει εις ουσίαν και συνέχει τα πάντα, και ότι ευθεία μεν κίνησις αυτού είναι η απαρέγκλιτος πρόοδος των ενεργειών, ελικοειδής δε η σταθερά πρόοδος και η γόνιμος στάσις, κυκλική δε η επιστροφή των όντων προς αυτόν», ο θείος Μάξιμος λέγει, «κίνησις του Θεού είναι η βούλησις αυτού προς γένεσιν των όντων και οι εις πάντα πρόοδοι της πρόνοιας αυτού». Πώς λοιπόν οι προς τα όντα κινήσεις δεν θα είναι της ουσίας ούτε περί την ουσία, αλλά θα είναι ουσία, και μάλιστα ενώ είναι πολλές; Όταν δε ο μέγας θεολόγος γράφει προς τον Τίτο, διευκρινίζοντας ποιος είναι ο οίκος της σοφίας και τα εντός αυτού, λέγει ότι το περιφερές και ανοικτό του σε αυτήν κρατήρος είναι η άναρχος και ατελεύτητος των όλων πρόνοια, ο θείος πάλι Μάξιμος λέγει, «άναρχο είπε την πρόνοια των όλων, διότι τα όντα όλα είναι στις αΐδιες νοήσεις του Θεού, τις οποίες ο Παύλος ονόμασε και προορισμούς. Κατά τις αΐδιες αυτές του Θεού νοήσεις προετυπώνοντο τα μέλλοντα να παραχθούν και σε αυτές προϋπήρχε η πρόνοια του Θεού ανάρχως˙ διότι ίδιον της προνοίας του Θεού ήταν το να θέλει να παραγάγει την μέλλουσα κτίσιν, για να απολαύει της προνοητικής αγαθότητας αυτού». Πώς λοιπόν οι πολλές νοήσεις και οι κατ' αυτές τύποι των μελλόντων, η πρόνοια περί τούτων και η σχετική με αυτή βούλησις, δεν είναι της θείας ουσίας αλλ’ είναι αυτά ουσία, και μάλιστα όταν δι’ αυτών παρατηρείται σχέσις προς τα όντα του κατ' ουσία εντελώς ασχέτου;

Συνεχίζεται

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΑΡΧΙΑΣ ΑΣ ΜΗΝ ΛΗΣΜΟΝΟΥΜΕ ΟΤΙ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ.

Οι λόγοι των όντων Εισαγωγή στην «Ευχαριστιακή Οντολογία»

Παύλος Κλιματσάκης

 Το εισαγωγικό αυτό άρθρο είναι το  πρώτο  μιας σειράς από  τρία  μέρη, στην οποία θα επιχειρήσω την έκθεση των βασικών νοημάτων της διδακτορικής διατριβής του π. Νικολάου Λουδοβίκου, η οποία εκυκλοφόρησε και ως βιβλίο με τον τίτλο «Η Ευχαριστιακή Οντολογία». Στόχος της παρουσίασης είναι να διαφανούν τα βασικά σημεία της θεολογίας του Αγίου Μαξίμου σχετικά με τους λεγόμενους «λόγους των όντων», ένα ζήτημα, όπως αποδεικνύεται, βαρύνουσας σημασίας για την κατανόηση της ορθόδοξης θεολογίας. Επειδή εγώ δεν είμαι θεολόγος, δεν θα επιχειρήσω κανενός είδους θεολογική ερμηνευτική των λεγομένων, αλλά θα τα δεχθώ ως έχουν. Άλλωστε, οι λόγοι για τους οποίους παρακινήθηκα σε αυτήν την μελέτη και έκθεση είναι αφενός η γνωριμία με τον π. Νικολάο και αφετέρου το εξαιρετικό φιλοσοφικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει το εν λόγω ζήτημα. Στο τρίτο μέρος αυτής της σειράς θα προσθέσω κάποια στοιχεία από την αγγλική μετάφραση της εν λόγω διατριβής, τα οποία καταδεικνύουν τον ακαδημαϊκό διάλογο του π. Νικολάου με θεολόγους της Δύσεως.  

Επειδή λοιπόν τα θεωρητικά μου ενδιαφέροντα είναι κυρίως φιλοσοφικά, αλλά και για να μην παραβιάσω το κείμενο λόγω ελλιπούς γνώσεως σε θεολογικό επίπεδο, συνέγραψα την παρούσα έκθεση με ένα κάπως ασύνηθη τρόπο, τον οποίο θέλω να εξηγήσω, προκειμένου ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης να αποφύγει δυσκολίες κατά την ανάγνωση. Μέσα στην ίδια την έκθεση του κειμένου της διατριβής, την οποία προσπάθησα να πραγματοποιήσω με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πιστότητα, παρεμβάλλω μέσα σε αγκύλες […] φιλοσοφικές παρατηρήσεις. Όταν λοιπόν ο αναγνώστης βλέπει κείμενο μέσα σε αγκύλες […], πρέπει να γνωρίζει ότι είναι αποκλειστικώς δικά μου λόγια, μπορεί δε και να τα παρακάμψει. Μέσα σε εισαγωγικά περιέχεται κείμενο (μεταφρασμένο ή μη) του Άγιου Μάξιμου (όπου ο π. Νικόλαος δίνει την μετάφραση, την χρησιμοποιώ). Τέλος, τα υπόλοιπα είναι η μεταφορά, επιτυχημένη ελπίζω, των λόγων του π. Νικολάου, ο οποίος με το έργο αυτό παράσχει σημαντικές αφετηρίες για την σύνδεση του θεολογικού με τον φιλοσοφικό λόγο. Από θεολογική δε άποψη φαίνεται πώς εκθέτει ένα θέμα ύψιστης σημασίας.

Προσωπικά ανακάλυψα μέσα στο εν λόγω κείμενο μια θεολογία ακραιφνώς φιλοσοφική τόσο υπό την έννοια της χρήσεως της παραδοσιακής ορολογίας όσο και από την άποψη της συγκρότησης ενός συστήματος εννοιών από τον Άγιο Μάξιμο (γι’ αυτόν τον λόγο θεωρείται, όπως φαίνεται, ο φιλοσοφικότερος των Πατέρων). Το σημαντικότερο είναι, όμως, ότι η αναφερθείσα θεματική φανερώνει τη δυνατότητα θεωρητικής διαπραγμάτευσης της ορθόδοξης θεολογίας, ώστε να στραφούν επάνω της τα βλέμματα με ένα καινούριο και αντάξιο σε αυτή τρόπο. Ο π. Νικόλαος που καταπιάστηκε με το θέμα του σε νεαρή ηλικία, μπόρεσε να το διεκπεραιώσει επιτυχώς. Αυτή τη στιγμή είναι εκείνος ο θεωρητικός θεολόγος που είναι σε θέση να κοιτάζει και να παρουσιάζει την ορθόδοξη παράδοση μέσα από το πρίσμα ενός σύγχρονου ανθρώπου και με τον ανάλογο γνωσιακό εξοπλισμό.

Ευχαριστιακή οντολογία

Σύμφωνα με τον π. Νικόλαο υπάρχει μια αμφίδρομη ερμηνευτική συσχέτιση ανάμεσα στην θεολογία του Μαξίμου, η οποία είναι ευχαριστιακή, και στην «οντολογία» του, η οποία βασίζεται στην έννοια των «λόγων των όντων». (σελ.78) Ο Μάξιμος εξηγεί: «επιθυμώντας να ουσιωθεί ο υπερούσιος Λόγος και δημιουργός όλων των όντων, φέρει μαζί του (ενσαρκούμενος) … και όλους τους λόγους της ουσίας των φαινομένων και νοουμένων όντων … Ο Λόγος (ο Υιός του Θεού) είναι δάσκαλος των πνευματικών λόγων που είναι τόσο στα φαινόμενα όσο και στα νοούμενα … και παρέχει με τη μορφή της σάρκας Του τη γνώση που ενυπάρχει στους λόγους των ορωμένων και με το αίμα Του τη γνώση που ενυπάρχει στους λόγους των νουμένων…» Η θεολογία των λόγων των όντων είναι κατά τον π. Νικόλαο το κλειδί για την ερμηνεία της Ευχαριστίας στον Άγιο Μάξιμο. (σελ. 83)

Τί είναι οι λόγοι των όντων

Οι λόγοι των όντων είναι το άρρητο και υπερφυές θείο πυρ που ενυπάρχει στην ουσία των όντων [αυτό που προσδίδει στα όντα την ουσία τους], και το οποίο [ενυπάρχον] δεν είναι άλλο από τον Θεό Λόγο. (σελ. 85) Πρόκειται για άκτιστη, προσωπική και δημιουργική παρέμβαση του Θεού-Λόγου;;; η οποία συνιστά τους λόγους των όντων. Όποιος γνωρίζει τους λόγους των όντων, μανθάνει «τις ο λόγος της καθ’ εκάστου ουσίας, φύσεως, είδους, σχήματος, συνθέσεως, δυνάμεως, ενεργείας, πάθους». (σελ. 85-6) Ο π. Νικόλαος παραθέτει στη συνέχεια κάποιες ερμηνευτικές προσεγγίσεις σε σχέση με τους λόγους των όντων, τις οποίες εν προκειμένω θα παραβλέψουμε, ακολουθώντας την αναλυτική παρουσίαση των κειμένων του Αγίου Μαξίμου από τον π. Νικόλαο.

Ο Θεός διατελεί μεν κρυπτόμενος στους λόγους των όντων αλλά δια αυτών πιστοποιεί την ύπαρξή Του∙ αυτό αποτελεί για τους ευσεβείς την πιο πειστική απόδειξη περί Θεού. (σελ. 90) Ο Θεός είναι «αυτολογιότητα» και ως εκ τούτου ουσιοποιός και υπερούσιος οντότης. [είναι ίδιον του υπερουσίου να ποιεί ουσίες, ενούσια όντα] Ο Θεός είναι ποιητική αιτία πάσης ουσίας και δυνάμεως και ενεργείας. (σελ 91) Οι συγκεκριμένες λογικές δράσεις [δημιουργικές πράξεις] καθιστούν δυνατή και πραγματική την ουσία, τη φύση, το είδος, το σχήμα, τη σύνθεση, τη δύναμη την ενέργεια, το πάθος, αλλά και την ατομική σύσταση των όντων, έτι δε περαιτέρω και την προνοιακή και οικονομική σχέση του Θεού προς το καθ’ έκαστον ον.

Όποιος εξετάζει με το θεωρητικό μέρος της ψυχής την απειρία και ποικιλλία των δημιουργημάτων, «δεν θα θεωρήσει ως πολλούς λόγους τον ένα Λόγο, ο οποίος συνδιακρίνεται μέσα στην αδιαίρετη διαφορά των δημιουργημάτων, ενώ παραμένει ένας [ενικός], εξαιτίας του ότι παραμένουν τα όντα μεταξύ τους αλλά και με τον εαυτό τους ασύγχυτα… και θα γνωρίσει σαν έναν τους πολλούς [λόγους] εξαιτίας της αναφοράς όλων προς Αυτόν που υπάρχει ενούσιος και ενυπόστατος και ασύγχυτος του Θεού Πατρός Λόγος». (σελ. 92) [ο ένας Λόγος που υπάρχει στα όντα τα καθιστά λόγους, αλλά χωρίς να συγχέονται και χωρίς Αυτός να συγχέεται με αυτά – αυτή ακριβώς είναι η σημασία της δημιουργίας συγκεκριμένων και καθ’ έκαστον όντων].

Η πολλαπλότητα των πολλών λόγων παραπέμπει συνεχώς στον ένα Λόγο, στον οποίο οφείλεται ο επιμερισμός τους. Ο Μάξιμος αντιτίθεται στην νεοπλατωνική έννοια της «απορροής»: «έχοντας τους λόγους των δημιουργημάτων να υπάρχουν [υφεστώτας] πριν από τους αιώνες, δημιούργησε με αγαθό θέλημα σύμφωνα με αυτούς εκ του μη όντος την ορατή και την αόρατη κτίση με λογική και σοφία, τα πάντα στην ώρα που έπρεπε, αφού δημιούργησε αλλά και ακόμα δημιουργεί, τα καθόλου [γένη και είδη] αλλά και τα καθ’ έκαστον [ατομικά όντα]». Ο π. Νικόλαος υπογραμμίζει ότι οι λόγοι υπάρχουν προαιώνια, αποτελούν αντικείμενο της αγαθής βουλήσεως του Θεού, κτίζονται στον ορθό χρόνο, και διαχωρίζονται σε καθόλου και καθ’ έκαστον λόγους. (σελ. 93) Όλα τα δημιουργημένα νοερά και λογικά όντα [άγγελοι και άνθρωποι], «εξαιτίας αυτού του λόγου σύμφωνα με τον οποίο δημιουργήθηκαν, και ο οποίος υπάρχει στον Θεό, ονομάζονται και είναι μέρος του θεού (μοίρα λέγεται και έστι Θεού) [δική μου έμφαση]».[βλέπουμε εδώ τα όντα να ανακλούν μέρος του Θεού – επομένως η ουσία τους νοείται μόνο δια της αναφοράς της στον Θεό, τα όντα δεν νοούνται αληθώς χωρίς την ανάδειξη της σχέσεως τους προς τον Λόγο. Η εμπειρική επιστήμη ως εκ τούτου δεν ασχολείται καν με την ουσία των όντων].

Ο π. Νικόλαος τονίζει ότι σύμφωνα με την παραπάνω θέση οι λόγοι διακρίνονται σαφώς από το Θεό Λόγο, αλλά και από τα όντα, τα οποία Αυτός δημιούργησε σύμφωνα με τους λόγους τους. Περαιτέρω τονίζει την αγαθή βούληση, δια της οποίας ο Θεός βούλεται τα όντα κατά τους λόγους τους. [τα όντα είναι καλά, εφόσον είναι σύμφωνα με τους λόγους τους] Επομένως, ο Άγιος Μάξιμος αναιρεί την ωριγένεια αντίληψη της δημιουργίας ως πτώσεως (σελ. 93), αλλά κυρίως θέτει τον όρο της μετοχής στον Θεό: «Γιατί όλα, καθώς έχουν γίνει από τον Θεό, μετέχουν στον Θεό κατ’ αναλογία, ή κατά τον λόγον ή κατά την αίσθησιν και την ζωτικήν κίνησιν ή κατά την ιδιότητα της ουσίας και της έξης τους». (σελ. 93-4)

Ο λόγος του όντος νοείται λοιπόν ως μετοχή Θεού: Αυτός λοιπόν που «λόγω της αυτοδύναμης άπειρης υπεροχής Του είναι άρρητος και ακατανόητος και πέρα από κάθε δημιουργία … ο ίδιος παρουσιάζεται και πολλαπλασιάζεται σε όλα όσα προέρχονται από Αυτόν, ανάλογα στον καθένα, όπως αρμόζει στον Αγαθό, και ανακεφαλαιώνει τα πάντα στον εαυτό Του … ». [Εν προκειμένω η δημιουργία εκφέρεται ως πραξη του Θεού, δια της οποίας Αυτός θέτει τον εαυτό Του ως έτερον τι, καθιστάμενος αυτό που Εκείνος δεν είναι, αλλά παραμένοντας στον εαυτό Του]. Ο π. Νικόλαος παρατηρεί ότι ο ίδιος ο Λόγος παρέχει στα όντα το Είναι, ώστε και αυτά δια της κίνησής τους να μπορούν να μετέχουν του Θεού με τη συνεχή ανακεφαλαίωσή τους στον Λόγο. (σελ. 94) Πρόκειται για διαπίστωση της βαθύτατης αυτής κοινωνίας Λόγου και κτίσεως «και μέχρι των εσχάτων».

Ακολουθούν οι εξής εκπληκτικές εκφράσεις του Αγίου Μαξίμου: «ει ουν νοών εαυτόν τα όντα νοεί, αυτός έστι τα όντα» και «αι τοίνυν νοήσεις αυτού εστι τα όντα» [τα όντα είναι τα νοήματα του Θεού Λόγου∙ ο υπερούσιος ουσιώνει τα όντα νοώντας τα, η νόηση του υπερουσίου όντος παράγει ον. Ο Θεός καθιστά ον αυτό που νοεί, ενώ στον νου του ανθρώπου το ον παρίσταται μόνο υποκειμενικά ως έλλειψη της παρουσίας του]. Γι’ αυτό ο Άγιος Μάξιμος ονομάζει τους λόγους «ιδέες» ή παραδείγματα [πρότυπα] των όντων, όχι όμως ως αυθύπαρκτες ουσίες [όπως στον Πλάτωνα], αλλά υπό την έννοια των «αϊδιων νοήσεων» του Λόγου σύμφωνα με την αγαθή βούλησή Του και σύμφωνα με τον θείο σκοπό Του. (σελ. 95) [δηλαδή, τα δημιουργημένα να κοινωνούν με Αυτόν]. Ο Άγιος Μάξιμος επικαλείται εν προκειμένω και τον Αρεοπαγίτη, ο οποίος ονομάζει τους λόγους «προορισμούς» και «θεία θελήματα». Ο π. Νικόλαος παρατηρεί ότι με αυτόν τον τρόπο αναιρείται η πλατωνική αποκοπή των ιδεών από το Θεό και η αυτονομία τους, το ενυπόστατό τους [Κατά τον Πλάτωνα οι ιδέες είναι ουσίες. Ο Πλάτων δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα της κοινωνίας τους με τα αισθητά όντα∙ ωστόσο θεωρεί ως υπέρτατη ιδέα το αγαθό, οι ιδέες εκφράζουν επομένως και στον Πλάτωνα αγαθή βούληση, αλλά χωρίς να είναι σαφής η προέλευσή τους, -καθώς δεν είναι σαφής και η προέλευση των ψυχών-, βασικά προβλήματα στον Πλάτωνα. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει αληθής έννοια δημιουργίας].[ΠΩΣ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΘΕΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ ΤΟΣΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ Π.Χ.;]

Ο π. Νικόλαος εξηγεί ότι ο Άγιος Μάξιμος ενδιαφέρεται, σε αντιδιαστολή αφενός προς την αρχαιοελληνική φιλοσοφική παράδοση, και αφετέρου προς εκείνες τις φιλοσοφικές προσπάθειες που αφορμώνται  από τον ιουδαϊσμό (Φίλων) και τον χριστιανισμό (Ωριγένης), να αναδείξει το ελεύθερον της δημιουργίας του κόσμου από τον Θεό. [στους αρχαίους δεν υπάρχει ούτε δημιουργία ούτε ελεύθερη δημιουργία, αφού αυτές οι δύο έννοιες κατ’ ουσίαν ταυτίζονται] Ο π. Νικόλαος παρατηρεί ότι  τόσο οι ιδέες όσο και οι σπερματικοί λόγοι αδυνατούν να βοηθήσουν στην κατανόηση της εκ του μηδενός δημιουργίας του κόσμου και της ελευθερίας του Θεού κατά την δημιουργία. (σελ. 101) Το στοιχείο της αναγκαστικότητας είναι αυτονόητα εγγενές στην ελληνική σκέψη [βεβαίως, αλλά πιθανόν οι Έλληνες δεν το θεωρούσαν κατ’ ανάγκην πρόβλημα∙ πάντως στην τραγωδία ο άνθρωπος έρχεται σε σύγκρουση με το πεπρωμένο του, από το οποίο συντρίβεται] Η προκύπτουσα όμως συναιωνιότητα του κόσμου, όπως και το ότι ο κόσμος δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει, καθιστάμενος έτσι συνάναρχος του Θεού και προϋπόθεση της υπάρξεως και της ζωής του, είναι απόψεις απαράδεκτες για έναν Χριστιανό (σελ. 102-3) [αυτή είναι η ουσία του ζητήματος]

Ο Άγιος Μάξιμος ταυτίζει, όπως ειπώθηκε, λόγους και θελήματα, αποφεύγοντας έτσι την αναγκαιότητα της δημιουργίας. Ο κόσμος δημιουργείται εκ του μηδενός ως αποτέλεσμα της θελήσεως του Θεού: «την γνώση των όντων, η οποία προϋπήρχε αιδίως εντός του, ο δημιουργός, όταν θέλησε, την έφερε στην ουσία και την προέβαλε». (σελ. 103-4) Ο Άγιος Μάξιμος διαφοροποιείται από την φιλοσοφική παράδοση κατά το ότι σε αυτήν δεν απαντάται δημιουργία ουσιών [δημιουργία κατά κυριολεξία], αλλά ουσιαστικά μόνο δημιουργία ποιοτήτων, το οποίο συνεπάγεται ότι «εξ αϊδίου συνυπαρκτά τω θεω τα δημιουργήματα». [Πρόκειται για σημαντικό ζήτημα. Στον Πλάτωνα, όπως είπαμε, δεν είναι σαφές πώς προκύπτουν οι ιδέες στο ον ή καλύτερα δεν τίθεται ζήτημα. Ο αισθητός κόσμος προκύπτει (Τίμαιος) με πρότυπα τις ιδέες από τον διακοσμητή νου, τον πλατωνικό δημιουργό]

Ο π. Νικόλαος ανευρίσκει την κλείδα της κατανοήσεως της διδασκαλίας του Μαξίμου, στο ότι βλέπει τον Λόγο ως πρόσωπο, υπό την έννοια ότι Αυτός προσωπικά έχει εντός Του τους λόγους ως αγαθά θελήματα και ως εκφέροντες τον θείο σκοπό Του σύμφωνα με την προαιώνια αγαθή προαίρεσή Του. (σελ 105) [Πολύ σημαντική παρατήρηση. Ο σκοπός της δημιουργίας είναι «σκοπός», επομένως αποτέλεσμα της αυτεξουσιότητας του Θεού ως Λόγου και ως προσώπου∙ περαιτέρω είναι αγαθός σκοπός, αποβλέπει στη μετάδοση του Είναι σε όντα, τα οποία δεν μπορούν να είναι αφ’ εαυτών] Ο π. Νικόλαος σχολιάζει εύστοχα ότι η δημιουργία των όντων δια των λόγων τους είναι ελεύθερη, εφόσον αυτοί αποτελούν το υλικό της ευχαριστιακής κοινωνίας του κτιστού με την ελεύθερη και προσωπική θεία αγάπη. (σελ 106) [με άλλα λόγια, αφού ο Θεός κοινωνεί με τα κτιστά όντα, όπως μαρτυρούν οι άγιοι, σημαίνει ότι τα έχει δημιουργήσει ούτως ώστε να είναι επιδεκτικά της κοινωνίας με Αυτόν, να είναι ικανά να μετέχουν σε Αυτόν.] Ο Θεός έχει ελεύθερα δημιουργήσει τον κόσμο, και αυτό σημαίνει ότι η δημιουργία είναι εκ του μη όντος∙ επομένως δεν πρόκειται για αναγκαστική δημιουργία, αφού κανένα ον δεν προηγείται αυτής, το οποίο θα επέβαλλε περιορισμό δια της προϋπάρξεώς του στην απολυτότητα της προσωπικής αγαπητικής θείας ελευθερίας (σελ 106) [Εν τέλει δημιουργία και ελεύθερη δημιουργία ή εκ του μη όντος δημιουργία είναι το ίδιο. Αυτό μάλιστα συνεπάγεται ότι το δημιουργημένο είναι προϊόν της αγαθής θείας βούλησης, και υπάρχει, για να μετέχει του Θεού. Η ουσία του κτιστού όντος είναι εν Θεώ, είναι ο λόγος για τον οποίο αυτό είναι ό,τι είναι και προκειμένου να δύναται, αφότου ο λόγος του καταστεί πραγματική εκτός Θεού ύπαρξη, δηλαδή κτιστό ον,  να μετέχει και να κοινωνεί του Θεού].

Οι λόγοι των όντων είναι κατά τον Άγιο Μάξιμο κυρίως «λόγοι ουσιώσεως». «Η φύση των όντων έρχεται στην ύπαρξη μέσω μιας θείας τέχνης, η οποία συνιστά τα φυτά και τα ζώα και τις μεταστοιχειώσεις των στοιχείων, και εν γένει την ουσία των φυομένων, η οποία είναι αρχή κινήσεως και στάσεως [αυτών]». (σελ.107) [η ουσία των όντων έρχεται στην ύπαρξη (εις γένεσιν προϊούσα), και αυτή η ίδια συνεπάγεται κίνηση και στάση∙ τα όντα κινούνται κατά τη ουσία τους -όλα αυτά είναι αριστοτελικά. Περαιτέρω, η ουσιώση των όντων είναι θεία τέχνη, δηλαδη δημιουργική πράξη, ο Θεός πράττει δημιουργώντας, παράγοντας τα όντα εκ του μη όντος] Ακόμα, στα όντα αποτυπώνεται, όπως και στα ανθρώπινα έργα, η λογικότητα του Κτίστη τους, δηλαδή η βούληση και η διανόηση του Θεού. (σελ.107)

Ο π. Νικόλαος σημειώνει ότι ο κεφαλαιώδης ορισμός του λόγου στον Άγιο Μάξιμο είναι «θεία τέχνη ουσιώσεως», ο οποίος και εκφράζει τη ριζικότητα της δημιουργικής πράξεως του Θεού και τη φιλόκαλη αγαθότητά της. (σελ. 108) Σχολιάζει ακόμα ότι πρέπει να προσεχθεί και η έννοια του λόγου ως εικόνας στον Άγιο Μάξιμο: Οι λόγοι των όντων ως περιεχόμενο της θείας βουλής διατηρούν ένα είδος εικονισμού του Θεού, διάφορο από τη «φυσική εικόνα» Του, Τον Υιό, και την κατά «μίμησιν εικόνα Του, τον άνθρωπο. Τα κτιστά είναι εικόνες των λόγων τους: «θεία παραδείγματα τους προορισμούς εκληπτέον, ων εικόνες τα της κτίσεως αποτελέσματα» (σελ. 109). Κατά τον Μάξιμο, όποιος απελευθερώνει τον νου από τις αισθητές εικόνες, θα μπορέσει να ιδεί γυμνούς τους λόγους των αισθητών, να αποκτήσει επίγνωση των τύπων των νοητών. Εκείνος που βρήκε την πνευματική καθαρότητα, «την εν τοις λόγοις των όντων εύρεν αλήθειαν». Ο π. Νικόλαος σχολιάζει ότι η αλήθεια των λόγων είναι η εικονιστική τους υφή, αφού «οι λόγοι παρά τω Θεώ μένουσι», και αυτή καθιστά τα ομοιώματά τους, τα κτιστά, αληθή και καθαρά. (σελ. 109) Ο Θεός γνωρίζει τα όντα σύμφωνα με αυτή τους την καθαρότητα, κατά τον Μάξιμο. Ο Θεός δεν αντιλαμβάνεται τα όντα, όπως αυτά αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους, αλλά Αυτός γνωρίζει τα όντα σαν δικά του θελήματα (ως ίδια θελήματα Αυτόν γιγνώσκειν τα όντα φαμεν) [και ως δικά του ενεργήματα θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος, καθώς τα όντα κατόπιν της δημιουργίας τους υπάρχουν κατ’ ιδίαν]. Τα κτιστά λοιπόν όντα είναι απολύτως οντολογικά εξαρτημένα από το θείο θέλημα, και επειδή αυτό είναι ελεύθερο, τα κτιστά προέρχονται από την ελεύθερη θέληση του Θεού.

Επίσης, επειδή οι αιτίες των όντων, δηλαδή οι λόγοι της φύσεώς τους [με άλλα λόγια η αληθής ουσία τους], προέρχονται «παρά της θείας φύσεως», αυτή η τελευταία είναι η φύση «καθόλου», αφού «εξ αυτής έφυ τα όλα». Το μη ον , το μηδέν, δηλώνει την μη ύπαρξη σχετικού λόγου στον Θεό, είναι επομένως το μη δημιουργηθέν, το παρά την θέλησιν του Θεού. (σελ. 111) Γι’ αυτό οι λόγοι είναι λόγοι τελείων και όχι ατελών φύσεων [Πολύ σημαντικη παρατήρηση. Το παρά Θεού δημιουργηθέν έχει τέλεια την φύση, διότι αντιστοιχεί σε κάποιο λόγο των όντων, ο οποίος με τη σειρά του είναι εικών του Θεού]. Επομένως, το κακό ούτε υπάρχει ούτε προέρχεται από τον Θεό, αλλά είναι αναίτιο, άσκοπο, αφού είναι ά-λογο [χωρίς λόγο]. «Αφού λοιπόν το κακό είναι παρά φύσιν, δεν θα υπάρχει για τη φύση του λόγος», μας λεει ο Μάξιμος.

Ο π. Νικόλαος εξάγει το συμπέρασμα ότι στο Θεό δεν υπάρχει το μηδέν, και Αυτός δεν ταλανίζεται από δυσαρμονία ανάμεσα στη βούλησή Του και στην ευδοκία Του, και γι’ Αυτόν δεν υπάρχει κάτι μη-θελητό ή αναγκαστικό. Αυτός λοιπόν θέλει, και ό,τι δημιουργεί και μόνον αυτό είναι αληθές ον. (σελ. 111) Επίσης και στα όντα δεν υπάρχει το μηδέν, αφού και αυτά είναι τέλεια κατά την αναφορά τους στη θεία καθολικότητα, και επομένως το κακό είναι παρά-λογο και παρά φύσιν. Είναι έτσι άσκοπο και ακατανόητο με κάποια θετική σημασία (σελ. 112) Στη συνέχεια ο π. Νικόλαος επιχειρεί κάποιες ερμηνευτικές προσεγγίσεις σε σχέση με την κατανόηση του μη-όντος στην φιλοσοφία, τις οποίες, τουλάχιστον σε σχέση με τον Πλάτωνα και τον Χέγκελ, δηλαδή αναφορικά με την διαλεκτική, δεν μπορώ να ακολουθήσω. Παρόλαυτα συμφωνώ με την εξής διατύπωση: Επειδή ο άκτιστος Θεός είναι ελεύθερος, υποστασιάζοντας ελεύθερα το Είναι του, ό,τι είναι μη-Θεός ακριβώς δεν είναι, είναι απολύτως μηδέν. [Αυτή ακριβώς είναι η «έννοια» του Θεού, δηλαδή η ελευθερία Του να θετεί τον εαυτό Του, και ο,τιδήποτε θελήσει, στο Είναι]. Έτσι από τον Άγιος Μάξιμο διδασκόμαστε πως ο Θεός δεν διαθέτει εντός του τίποτε αθέλητο, τίποτε μη-ον. Επίσης ότι η γέννηση του όντος εκ του μηδενός, δεν έγινε, επειδή υπήρχε το μηδέν, αλλά λόγω της προσωπικής και αγαθής δημιουργικής βουλήσεως του Θεού. [όπως προαναφέρθηκε, οι έννοιες της δημιουργίας, της δημιουργίας «εκ του μηδενός» και της προσωπικής, δηλαδή ηθελημένης και επομένως ελεύθερης δημιουργίας συμπίπτουν].

Ο π. Νικόλαος εξηγεί μια ακόμα πλευρά της οντολογικής σημασίας των λόγων των όντων, καθώς σύμφωνα με τον Μάξιμο «όλα τα κτιστά κατά την ουσία και τη γένεσή τους βεβαιώνονται περιεχόμενα στους ιδικούς τους λόγους, όπως και σε αυτούς των όντων των ευρισκομένων έξω και γύρω τους». Επομένως οι λόγοι των κτιστών όντων εδραιώνουν και την διακοινωνία των κτιστών μεταξύ τους, καθώς αλληλοπεριέχονται και αλληλοπροσδιορίζονται. (σελ. 116) [Πολύ σημαντικό ζήτημα του οποίου την σημασία θα δούμε στο δεύτερο μέρος αυτής της παρουσίασης: τα όντα είναι αυτά που είναι δια της μεταξύ τους κοινωνίας, όχι απομονωμένα και χωριστά, και μόνον σε αυτήν επιτυγχάνουν το ουσιώδες είναι τους] Ο π. Νικόλαος εκθέτει και άλλες πολύ σηματικές διακρίσεις που εισάγει ο Άγιος Μάξιμος: ο λόγος κάθε όντος αφορά τόσο την ουσία του, όσο και την συνεπαγόμενη δύναμη και ενέργεια [με βάση τις αντίστοιχες αριστοτελικές διακρίσεις]. Μία εξέχουσας σημασίας διάκριση είναι ότι έχουμε λόγους γενών, ειδών και καθ’ έκαστον όντων, αλλά και διάκριση των λόγων κατά την φύση [το καθόλου] και την υπόσταση [το ατομικό].

Με βάση την ερμηνευτική προσέγγιση του Florovsky, κατά τον οποίο η κεντρική ιδέα στον Άγιο Μάξιμο είναι ότι όλος ο κόσμος είναι μια αποκάλυψη του Θεού, θεμελιωμένη στη σκέψη και τη θέλησή Του, η οποία ολοκληρώνεται δια της ενσαρκώσεως, ο π. Νικόλαος παρατηρεί ότι ο Χριστός είναι για τον Άγιο Μάξιμο το κριτήριο δια του οποίου μπορούν να ερμηνευθούν τα πάντα. (σελ. 116-7) Μπορούμε να διακρίνουμε δηλαδή μια σειρά τριών σαρκώσεων ή «παχύνσεων» του Λόγου∙ πρώτον, την σάρκωσή Του δια των λόγων των όντων [ο Λόγος εξωτερικεύεται κρυπτόμενος στα όντα ως ο λόγος τους]∙ δεύτερον, την σάρκωσή Του μέσα στους πιστούς με τις αρετές∙ τρίτον, την σάρκωσή Του μέσα στις Γραφές. Σε αυτές φανερώνεται μέσω συμβόλων και περιγραφών και ιστοριών, καθώς οι άνθρωποι «δεν μπορούν με γυμνό τον νου να εννοήσουν τα νοητά, και έτσι συζητά μαζί τους με το συνήθη σε αυτούς τρόπο, με ιστορίες και αινίγματα και παραβολές». (σελ. 118) Αυτές οι τρεις ενσαρκώσεις σχετίζονται, όπως σχολιάζει ο π. Νικόλαος, με τους τρεις νόμους, τον φυσικό, τον γραπτό, και τον νόμο της χάριτος και αποσκοπούν στην τελική φανέρωση του καινού κόσμου της βασιλείας του Θεού. Αυτό που πρέπει πάντως να μην λησμονούμε είναι ότι η ταύτιση των λόγων με τα αναφερθέντα θελήματα και τον άγιο σκοπό του Θεού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ευχαριστιακή ενσάρκωση του Λόγου, διότι αυτή φανερώνει σε εμάς την ιστορική Του ενσάρκωση, από την οποία μπορούμε να συμπεράνουμε την έσχατη και απροϋπόθετη βουλή του Θεού για την κτίση [Σημαντική παρατήρηση. Η θεία κοινωνία καταδεικνύει την αλήθεια των όντων ως κοινωνία, η οποία καθίσταται δυνατή και πραγματική δια των λόγων τους, του θεϊκού δηλαδή στοιχείου εντός τους].

Είναι, ευ είναι, αεί είναι

Μια πολύ σημαντική πλευρά της εκθέσεως της διδασκαλίας του Μαξίμου από τον π. Νικόλαο, αφορά στις τριάδες που σχηματίζονται με βάση την τριμερή διάκριση «είναι, ευ είναι, αεί είναι». Ο Άγιος Μάξιμος διακρίνει δηλαδή λόγο του είναι, λόγο του ευ είναι και λόγο του αεί είναι σε κάθε ον∙ και οι τρεις αυτές πλευρές του λόγου ενός όντος είναι εν Θεώ. Σε ένα πολύ όμορφο χωρίο αναφέρονται τα εξής: «και έστι ο άνθρωπος μοίρα Θεού, ως ων δια τον εν τω Θεω του είναι αυτού λόγον [ο άνθρωπος είναι μέρος του Θεού, αφού είναι εξαιτίας του λόγου που υπάρχει γι’ αυτόν μέσα στον Θεό] και ως αγαθός δια τον εν Θεω του ευ είναι αυτού λόγον [και είναι αγαθός εξαιτίας του λόγου του ευ είναι που υπάρχει γι’ αυτόν μέσα στον Θεό] και ως Θεός δια τον εν Θεώ του αεί είναι αυτού λόγον [και είναι ως Θεός εξαιτίας του λόγου του αεί είναι που υπάρχει γι’ αυτόν μέσα στον Θεό]». (σελ. 121) [ο λόγος του  όντος ενός ανθρώπου περιέχει επομένως αυτόκλητα και τις διαστάσεις του ευ είναι, αλλά και του αεί είναι∙ ο λόγος του καθ’ έκαστον ανθρώπου εμπεριέχει τη δυνατότητά του να θεωθεί δια της χάριτος].

Η παραπάνω τριάδα υπανίσσεται, όπως παρατηρεί και ο π. Νικόλαος, ότι κάθε ον κατά τον λόγο του περιέχει τις συνιστώσες της γενέσεως, της κίνησεως και της στάσεως (2η τριάδα, σελ. 122) Όπως εξηγεί ο Άγιος Μάξιμος, «γενητά υπάρχει τα λογικά και κινείται πάντως, ως εξ αρχής κατά φύσιν δια το είναι, προς τέλος κατά γνώμην δια το ευ είναι κινούμενα» [εν προκειμένω όλη η ορολογία είναι αριστοτελική: εμφανίζεται τόσο το ποιητικό όσο και το τελικό αίτιο ως αιτία της κινήσεως, μόνο που, όπως θα δούμε αργότερα, η τελολογία διαπλέκεται με το αυτεξούσιο]. «Τέλος γαρ των κινουμένων κινήσεως το εν τω αεί ευ είναι, όπερ και αρχή αυτό το είναι, όπερ εστι ο Θεός, ο και του είναι δοτήρ και του ευ είναι χαριστικός» [Πολύ σημαντικό στοιχείο. Στην αρχή και το τέλος της κινήσεως του όντος είναι ο λόγος του, ο οποίος είναι εν τέλει το θείο εντός του∙ ο Θεός που καθιστά τη φύση του όντος δυνατή, την καθιστά και κινητική, ώστε να τον προσεγγίζει].

Στα λογικά όντα η κίνηση που προσιδιάζει στη φύση τους, διαβαίνει μέσω της γνώμης προς το ευ είναι [θα δούμε αργότερα πώς αυτή συναρτάται με το γνωμικό θέλημα] και σταματά στην πλήρωση του αεί ευ είναι (3η τριάδα, σελ. 122) Η τέταρτη τριάδα μπορεί να νοηθεί ως τριπλή γέννηση του ανθρώπου: γέννηση, βάπτισμα, ανάσταση. (4η τριάδα, σελ. 122-3) Η τέταρτη τριάδα περιέχει τους όρους αγαθότης Θεού, αγάπη Θεού και πρόνοια Θεού∙ στην πρώτη οφείλεται το είναι, στην δεύτερη το ευ είναι και στην τρίτη το αεί ευ είναι, η θέωση (5η τριάδα, σελ. 123) Στην έκτη τριάδα ανήκουν οι όροι ουσία, προαίρεση, χάρις. Είναι προφανές ότι στην ουσία αντιστοιχεί το είναι, στην προαίρεση το ευ είναι, και στην χάρη το αει ευ είναι. (6η τριάδα, σελ. 123) Η έβδομη τριάδα αποτελεί παραλλαγή της έκτης: ουσία, προαίρεση, χάρις. [εκτός της εννοίας της χάριτος, η υπόλοιπη ορολογία είναι αριστοτελική]. Όγδοη τριάδα: δύναμη, ενέργεια, αργία [επανάληψη της αριστοτελικής αντίληψης της κινήσεως με την χριστιανική συνιστώσα της πληρώσεως]. (8η τριάδα, σελ. 124) Το ίδιο μοτίβο θεωρημένο «χωρικά» μεταφράζεται σε παρών τόπος, μετά θάνατον τόπος, και μέλλων αιών. (9η τριάδα, σελ. 124) Από την άποψη της θεωρητικής πλευράς του ανθρώπου έχουμε τους όρους: πρακτική φιλοσοφία, φυσική θεωρία, θεολογική μυσταγωγία. (10η τριάδα, σελ. 125) Αξίζει να αναφέρουμε ότι με την πρακτική φιλοσοφία οι πιστοί καθαίρονται από το σαρκικό φρόνημα, ενώ ήδη με τη φυσική θεωρία, η οποία αντιστοιχεί στο ευ είναι, οι πιστοί θεωρούν τους πνευματικούς λόγους των όντων αφού έχουν απαλλαγεί από κάθε φανταστική ή αισθητική παράσταση. Στο ευ είναι αντιστοιχεί η αναφερθείσα θεολογική μυσταγωγία κατά την οποία οι πιστοί «αρρήτοις νοός κινήμασι μορφίζονται, τί το πλάτος και μήκος και βάθος και το υπερβάλλον εις ημάς μέγεθος της του Θεού σοφίας». [φαίνεται πώς οι άγιοι άνθρωποι σε αυτήν την κατάσταση ενότητας με το θείο αποκτούν με θεοειδή θεωρία, εντός της οποίας μπορούν να ορούν τα όντα ως προσδιορισμούς του Θεού] Στην δέκατη τριάδα παραλληλίζεται η ενδέκατη, όπου ως θεωρητικές δυναμεις εμφανίζονται οι όροι, πρακτικόν της ψυχής, λόγος και νους (11η τριάδα, σελ. 125). [Φαίνεται πώς ο Άγιος Μάξιμος αποδίδει στην αναφερθείσα θεοειδή θεωρία τον όρο «νους»]

Ο π. Νικόλαος προχωρεί σε κάποιες συνοπτικές παρατηρήσεις: Ο λόγος του είναι των όντων τα οδηγεί στην εν χρόνω ύπαρξη, στη δημιουργία. Με αυτήν τους έχει δοθεί η φύση, η ουσία τους, η οποία περιέχει την πρωταρχική δύναμη προς πνευματική ανέλιξη μέσω της δράσεως στον παρόντα αιώνα δια της πρακτικής φιλοσοφίας. Ο λόγος του ευ είναι πραγματώνεται ως κατόρθωμα της κινήσεως των λογικών όντων με ορθή κατεύθυνση της γνώμης τους και είναι δώρο της αγάπης του Θεού. Αυτή η χάρη όμως τίθεται σε ενέργεια, εφόσον ο άνθρωπος έχει την αγαθή προαίρεση. Η πλήρης πράγματωση πάντως του ευ είναι καθίσταται δυνατή μετά θάνατον. Στον παρόντα κόσμο ο πιστός δια της νεκρώσεως του σαρκικού φρονήματος φτάνει στη «φυσική θεωρία» των ακτίστων λόγων των όντων, καθώς φωτίζεται η λογική δύναμη της ψυχής του. Τέλος, ο λόγος του αεί ευ είναι πραγματώνεται ως δωρεά Θεού στον μέλλοντα αιώνα και ως επιβράβευση της ορθής επιλογής και της αγαθής προαιρέσεως κατά το παρόν στάδιο. Αυτή η κατάσταση της πληρώσεως επέρχεται ως στάσις και αργία αεικίνητος εν μέσω της άπειρης αγαθότητας και δόξας του Θεού. Αυτή συνιστά θεολογική μυσταγωγία που έχει ως όργανό της την ακρότατη των δυνάμεων της ψυχής, τον «θεόπτη νου». (σελ. 126-7)

Η κακή εκδοχή της αναφερθείσης υπαρξιακής εξελίξεως οδηγεί δια της διεστραμμένης κινήσεως της προαιρέσεως στο αεί φευ είναι, η οποία προέχεται από την παρά φύσιν χρήση των δυνάμεων της φύσεως [της ανθρώπινης]. Όπως σημειώνει ο Άγιος Μάξιμος, «ο Θεός θα αποκαταστήσει άπαντες αναφορικά με το είναι και το αεί είναι τους, αλλά αναφορικά με το αεί ευ είναι μόνο τους αγίους αγγέλους και ανθρώπους». (σελ. 127) Κατά τον Άγιο Μάξιμο η εκκλησία γνωρίζει τρεις αποκαταστάσεις: η πρώτη είναι αποκατάσταση του καθενός με την εκπλήρωση του λόγου της αρετής, η δεύτερη είναι η αποκατάσταση όλης της φύσεως στην αφθαρσία [μετά την Δευτέρα Παρουσία] και η τρίτη είναι η αποκατάσταση των δυνάμεων της ψυχής στην προπτωτική τους φυσική κατάσταση. [εδώ βλέπουμε ότι η αφθαρσία δεν συνεπάγεται παράδεισο, μπορεί να σημαίνει και κόλαση] Ο π. Νικόλαος επιστρατεύει εν προκειμένω και μια ερμηνεία του Florovsky, κατά την οποία στους αμαρτωλούς η αποκατάσταση των δυνάμεων της ψυχής θα σημαίνει την επίγνωση μεν του Θεού, αλλά όχι την μετοχή σε αυτόν, και η αυτή η συνείδηση της έλλειψης κοινωνίας με τη Ζωή δια της απορρίψεως της αγάπης του Θεού, θα οδηγεί αυτούς σε μια αυτοκόλαση που θα οφείλεται στην διεστραμμένη κίνηση της γνώμης τους [του γνωμικού θελήματός τους, όπως θα δούμε στο δεύτερο μέρος αυτή της παρουσιάσεως]. (σελ. 128)

Στην «όγδοη ημέρα» της κτίσεως «ο Θεός θα παράσχει το αεί ευ είναι σε εκείνους που χρησιμοποίησαν κατά φύσιν τον λόγο του είναι τους κατά την προαίρεσή τους, επιδημώντας ολόκληρος σε ολόκληρους αυτούς και προσφέροντας τους τη μέθεξή Του…» [εδώ συναντάμε την εξύψωση της ατομικότητας σε ολότητα βλ. «τι είναι έννοια» περί της ατομικής ολότητας] «σε εκείνους δε που χρησιμοποίησαν παρά φύσιν τον λόγο του είναι τους … θα τους παραχωρήσει το αεί φευ είναι, καθώς δεν μπορεί να χωρέσει σε αυτούς το ευ είναι, αφού διάκεινται ενάντια προς αυτό» (σελ. 129) [βλέπουμε εν προκειμένω την σημασία της ορθής γνώσης του όντος. Ο αμαρτωλός διαστρέφει το νόημα του όντος, εχθρεύεται την αλήθεια.] Ο π. Νικόλαος σημειώνει ότι ο Άγιος Μάξιμος θεωρεί το αεί ευ είναι ως το κατ’ εξοχήν είναι, η οντολογία του είναι επομένως εσχατολογική. Σημειώνει επίσης ότι πρόκειται για μια οντολογία μη-φιλοσοφική καθώς δεν θεμελιώνεται στις «αρχές» των όντων. Πρόκειται για οντολογία αποκαλυπτική και εσχατολογική.

Στην συνέχεια παρατίθεται ένα εξαίρετο χωρίο από τον Άγιο Μάξιμο: «διότι για αυτόν τον λόγο ο Θεός μας εδημιούργησε, για να γίνουμε κοινωνοί της θείας φύσεως και μέτοχοι της αϊδιότητάς Του∙ και να φανούμε όμοιοι με Αυτόν κατά την εκ της χάριτος θέωση… [ο Θεός δεν αποκλείει τα όντα από τον εαυτό του∙ τώρα, εάν θέλει κανείς να επιμένει ότι οι άγιοι εν τέλει δεν μετέχουν κατά την όγδοη ημέρα της θείας φύσεως –αφθαρτοποίηση-, τότε ο Άγιος Μάξιμος θα πρέπει να έχει κάνει λανθασμένη επιλογή λέξεων] … εξ αιτίας λοιπόν αυτής έχει συμβεί η όλη σύσταση των όντων και η συντήρησή τους, και η παράγωγή και η γένεση των μη όντων» [μάλλον εννοεί: των όντων εκ των μη όντων]. (σελ. 130)

Ο π. Νικόλαος συνδέει την έννοια της θεώσεως με αυτήν της ευχαριστίας, αφού, σύμφωνα τον Μάξιμο, κατά την θεία Μετάληψη έχουμε «κοινωνία τε και ταυτότητα [με τον Θεό], δι’ ης γενέσθει Θεός εξ ανθρώπου καταξιούται ο άνθρωπος». Η εμπειρία που παράσχει λοιπόν η θεία ευχαριστία αποτελεί και την εμβάθυνση στον έσχατο λόγο των όντων κατά τον Μάξιμο, όπως σημειώνει ο π. Νικόλαος. Η εκπλήρωση των δυνατοτήτων του είναι τους λαμβάνει χώρα κατά την ευχαριστιακή ενσωμάτωση και προσκομιδή τους στον Θεό, η οποία αρχίζει από αυτόν τον κόσμο. (σελ. 131)

πηγή: Aντίφωνο

https://antifono.gr/logoi-ton-onton/

ΤΙ ΤΗΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ; ΝΑ ΜΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ; ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΟΠΩΣ ΤΙΣ ΔΙΔΑΣΚΟΜΕΘΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ. Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΔΕΝ ΔΙΔΑΞΕ ΚΑΤΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΩΣΤΕ ΝΑ ΦΤΑΣΟΥΜΕ ΝΑ ΙΣΧΥΡΙΣΤΟΥΜΕ ΟΤΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΚΕ ΣΕ ΜΙΑ ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΟΠΩΣ ΔΙΑΤΕΙΝΕΤΑΙ Ο κ. ΞΙΩΝΗΣ  ΚΑΙ Ο κ. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ. Ο ΚΥΡΙΟΣ ΗΤΑΝ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟΣ. ΙΔΟΥ ΚΑΙΝΑ ΠΟΙΩ ΠΑΝΤΑ. ΔΕΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕ ΟΥΤΕ ΑΠΟΚΑΤΕΣΤΗΣΕ. ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕ ΔΕΝ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕ. ΑΠΟΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΔΙΟΤΙ ΟΠΩΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΦΡΕΝΑΡΕ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ.

ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΔΕΝ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ Η ΦΥΣΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΟΠΩΣ ΑΦΗΝΕ ΝΑ ΕΝΝΟΗΘΕΙ Ο κ. ΣΧΟΙΝΑΣ.

Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΕΦΑΡΜΟΖΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΟ ΘΕΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΟΤΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΕΧΟΥΜΕ ΤΟ ΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΟΛΛΑ.

ΑΣ ΧΑΡΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΤΩΣΗ, ΜΕΤΑΝΟΙΑ, ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΑΓΙΟΤΗΣ. ΜΟΝΟ ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΣΤΗΝΕΙ ΤΗΝ ΝΕΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ.