Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

ΣΗΜΙΤΕΝΣΤΑΪΝ Ο ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ. Το τέρας του Σημίτη ετοιμάζεται να δώσει την αμυντική βιομηχανία (λες και η Ελλάδα δεν έχει ζήτηση για “αμυντικά συστήματα”…)

Tου “Αλιέως”
Τι "ετοιμάζει" ο Γ. Στουρνάρας, ο οποίος φοβούμεθα πως πλέον ενεργεί απροκάλυπτα κατ΄εντολήν των δανειστών, του Βερολίνου. Και γιατί το… καταπίνει, απ' ότι λέγεται – η Φώφη Γεννηματά. Διαβάστε στον lobbystas.gr που φέρεται να στοχεύει ο υπουργός Οικονομικών/εντολοδόχος της Τρόικας, των γερμανών και του W. Scheuble.
     Ξεκινάμε από τις αρχές Ιουνίου, όταν στο στόχαστρο της  Καγκελαρίας μπήκε η ελληνική κρατική Αμυντική Βιομηχανία προκειμένου να υπάρξουν πολλαπλά κέρδη  και για τις δύο χώρες (sic).
  Άμεσος σκοπός του Βερολίνου είναι να μεθοδευτεί η συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών προκειμένου να υπάρξει από κοινού διείσδυση στις αγορές της  Μέσης Ανατολής.
Θυμίζουμε, πως το έντονο ενδιαφέρον της Καγκελαρίας εκδηλώθηκε κατά το ταξίδι του πρώην υπουργού Άμυνας  Πάνου Παναγιωτόπουλου στο Παρίσι  (όπου βρέθηκε μετά από επίσημη πρόσκληση από τον Γάλλο ομόλογό του για συνομιλίες σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος αλλά και για  να επισκεφθεί τη Διεθνή Έκθεση Αμυντικού και Στρατιωτικού Υλικού στο Λε Μπουρζέ. Στο περιθώριο των επαφών του  που είχε, ο Έλληνας υπουργός είχε συνάντηση και με τον Γερμανό Αντικαγκελάριο, Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης  Φίλιπ Ρέσλερ που βρέθηκε και αυτός  στο Παρίσι.
…αρχίζει να δένει το…γλυκό, που λένε,
ο Π.Π μετακινείται από το ΥΕΘΑ όπου αναλαμβάνουν Δ. Αβραμόπουλος-Φ. Γεννηματά.
   Tο ενδιαφέρον ήταν, πως ο Φ. Ρέσλερ αν και υπουργός Οικονομικών είχε δείξει ότι είναι πολύ καλά ενημερωμένος  στις "ευκαιρίες" που παρουσιάζονται διεθνώς στην αμυντική αγορά , που υπάρχει ζήτηση, σε τι υλικά και ποιες είναι οι δυνατότητες της Ελληνικής κρατικής Αμυντικής  Βιομηχανίας.
    Και φτάνουμε στο δια ταύτα…
   τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα διαθέτουν γ ρ α μ μ έ ς  παραγωγής για συμβατικά πυρομαχικά τα οποία και ενδιαφέρουν τη Μέση Ανατολή καθώς σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη έχουν εκσυγχρονίσει οι γραμμές παραγωγής πυρομαχικών και δεν  μπορούν να κατασκευάσουν αυτά που έχουν ζήτηση στην παρούσα φάση. Διαθέτουν υπογεγραμμένα συμβόλαια παραγωγής δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, ενώ ενδιαφέρον είχε εκδηλωθεί και από εταιρεία ισραηλινών συμφερόντων. 
Σημειωτέον, πως και των ΕΑΣ το χαρτοφυλάκιο ομολόγων "κουρεύτηκε" δεόντως ελέω PSI (*) .

Ευχαριστούμε θερμότατα τον φίλο – ειδικό συνεργάτη και άριστο γνώστη αυτών των θεμάτων δημοσιογράφο – για τις πολύτιμες πληροφορίες του.
(*) για το…παιχνίδι με τα "ακούρευτα" ομόλογα των φίλων του ΓΑΠ, του πολύ G. Soros και των ξένων "μπουμπουκιών" που έχει αναλάβει να πληρώσει στο ακέραιο ο νυν υπουργός Οικονομικών θα τα πούμε σύντομα.
πηγή : olympia

Ισραηλινός αξιωματούχος: "Ήρθε η ώρα η Τουρκία να πληρώσει ένα τίμημα"!!!

Σύμφωνα με ισραηλινό άρθρο αναφέρεται ότι παρά την απόφαση για αποστολή νέων πρεσβευτών μεταξύ της Τουρκίας και του Ισραήλ , η Τουρκία δεν έχει ακόμη αποστείλει πρεσβευτή στο Ισραήλ – και αυτό είναι μόνο η αρχή των προβλημάτων (Hat tip:Joshua I). Η Τουρκία δεν έχει πράξει τίποτα από αυτά που είχε υποσχεθεί ο Πρόεδρος Ομπάμα ότι θα «έπραττε» τον Μάρτιο, και συνεχίζει να εγείρει εμπόδια στη προσπάθεια συμφιλίωσης με το Ισραήλ, με αποτέλεσμα ένας Ισραηλινός αξιωματούχος να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «ήρθε η ώρα για την Τουρκία να πληρώσει ένα τίμημα».

Μια δήλωση που εκδόθηκε από το γραφείο του Τούρκου Πρωθυπουργού υπογράμμισε ότι οι 2 χώρες συμφώνησαν στην εξομάλυνση των διπλωματικών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένης και της ανταλλαγής πρεσβευτών.

Ο Ερντογάν, σύμφωνα με την ανακοίνωση, δήλωσε ότι η Τουρκία θα τερματίσει όλες τις νομικές διαδικασίες που κινήθηκαν κατά των Ισραηλινών στρατιωτών που συμμετείχαν στην επιδρομή και θα αποτρέψει παρόμοιες νομικές ενέργειες στο μέλλον.
Ωστόσο, μετά την απολογία του Νετανιάχου, οι Τούρκοι φαίνεται «να μην βιάζονται καθόλου» να εκπληρώσουν αυτή την συμφωνία. Το Ισραήλ συμφώνησε να αποζημιώσει τα θύματα της επίθεσης του Μαβί Μαρμαρά με 5 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η Άγκυρα ζητούσε 40 εκατομμύρια δολάρια. Κατά τη διάρκεια συνομιλιών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών οι Τούρκοι έχουν εκφράσει την σύμφωνη γνώμη τους να δεχθούν 24.000.000 εκατ δολάρια από το Ισραήλ, ενώ η ισραηλινή πλευρά αύξησε την προσφορά της στα 14 εκατομμύρια δολάρια – μια τακτική που θυμίζει τούρκικό παζάρι.

Και αν αυτό δεν ήταν αρκετό για « τορπιλίσει» τις ήδη προβληματικές σχέσεις , οι Τούρκοι ανακοίνωσαν ότι δεν μπορούσαν να εγγυηθούν ότι οι Ισραηλινοί στρατιώτες και οι αξιωματικοί που συμμετείχαν στην επιδρομή, του Μαβί Μαρμαρά συμπεριλαμβανομένου και του πρώην ΑΓΕΕΔ του Ισραήλ Αντιστρατήγου Γκάμπι Ασκενάζι, δεν θα διωχθούν ποινικά , υποστηρίζοντας ότι στην Τουρκία η «εκτελεστική εξουσία δεν μπορεί να επηρεάσει την δικαστική .»

Σύμφωνα με τους Τούρκους, ο Ερντογάν δεν δύναται να δράσει για να σταματήσει τις νομικές διαδικασίες (ενατίον των Ισραηλινών ) , ενώ αντικυβερνητικές διαδηλώσεις λαμβάνουν χώρα, επειδή δεν θέλει ψηφοφόρους του να τον βλέπουν ως «φιλο-ισραηλινό».
Ο Ισραηλινός αξιωματούχος ανέφερε ότι «After they fed us smelly fish and ran us out of town, it’s time that the Turks pay a price for their nasty behavior» .

Γ. Μοτσάκος
Ειδικός σε Θέματα Άμυνας και Ασφάλειας Πληροφοριών
Πηγή
Πηγή : Ας μιλήσουμε επιτέλους 

Το φοβικὸ σύνδρομο «Βαρθολομαίος» και ο "Ορθόδοξος Οικουμενισμός" του μητρ. Γόρτυνος Ιερεμίου

ΠΗΓΗ: Πατερική Παράδοση

 Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν πατρ. Βαρθολομαῖο

καὶ τὴν οἰκουμενιστική του ὁμάδα

ποιός ὠφελεῖται ἄραγε ἀπὸ τέτοιες


παράδοξες ποιμαντικὲς μεθοδεύσεις;

Μητροπολίτης Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως κ. Ἱερεμίας χθές, κατὰ τὴν διάρκεια Πανηγυρικοῦ Πολυαρχιερατικοῦ Συλλείτουργου, ὁμίλησε μὲ θέμα «Ὁ Ἀπ. Παῦλος ὡς Ἱεροκῆρυξ καὶ ὡς Ὀρθόδοξος Οἰκουμενιστής»! Τὴν ὁμιλία αὐτὴ ὁ μητροπολίτης διευκρίνησε ὅτι τὴν κάνει κατ΄ ἐντολὴ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ τῆς Ἱ. Συνόδου. Δὲν θὰ ἀναφερθοῦμε στὴν ὁμιλία, ἀλλ’ στὴν ἄτυχη καὶ καινοτόμο ἔμπνευσή του,  νὰ ὀνομάσει τὸν ἀπόστολο Παῦλο «ὀρθόδοξο Οἰκουμενιστή»! Οἱ Ὀρθόδοξοι ὁμιλοῦν γιὰ οἰκουμενικότητα τῆς Ἐκκλησίας κι ὄχι γιὰ Οἰκουμενισμό. Εἶπε συγκεκριμένα ὁ μητροπολίτης Ἱερεμίας:


«Τέλος, θέλω νά παρουσιάσω τόν πόστολο Παλο ς οκουμενιστή, ρθόδοξο οκουμενιστή καί πρότυπο γιά μς, γιά νά κηρύττουμε καί μες ναν Οκουμενισμό σάν τόν δικό του».

Καινοφανής, λοιπόν, ποιμαντική θεώρηση του Οἰκουμενισμοῦ, ἢ ἀδιάκριτη, ἢ ἀσυνειδήτως ἀπὸ κάποια κέντρα προερχόμενη καὶ κατευθυνόμενη.

Εἶναι δυνατόν, ὅμως, σὲ κάποιον ποὺ θέλει νὰ ἐξουδετερώσει μιὰ αἵρεση, π.χ. τὸ Χιλιασμό, ἢ τὸν Προτεσταντισμό, νὰ μιλᾶ γιὰ «ὀρθόδοξο Χιλιασμό», ἢ «ὀρθόδοξο Προτεσταντισμό», ἢ «ὀρθόδοξο Μονοφυσιτισμό»; Μποροῦμε νὰ ἀνασκευάζουμε μιὰ αἵρεση, διατηρώντας ὀρθοδοξοποιημένο τάχα, τὸ ὄνομά της;


Καὶ διερωτᾶται κανείς: Αὐτὸ δὲν ἐπιδιώκουν νὰ ἐπιτύχουν καὶ οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουμενιστές; Νὰ πείσουν τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀγνοοῦν, ὅτι -ὅσα κάνουν- εἶναι ὀρθόδοξα καὶ πηγάζουν ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιο;


Σκεφτήκατε, πάτερ, τί ἐξυπηρετεῖτε μὲ αὐτὲς τὶς καινοτομίες σας; Σκεφτήκατε, ποιός θὰ εἶχε κάθε λόγο νὰ συσκοτίσει τα πράγματα, νὰ μπερδέψει ἀκόμα περισσότερο τοὺς ἤδη μπερδεμένους πιστοὺς γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Δὲν θὰ εἶχε τέτοιο συμφέρον ὁ ἡγέτης τῆς παναιρέσεως, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος; Γιατί λοιπόν τὸν ἐξυπηρετεῖτε;


Ὑπάρχει, δυστυχῶς, γιὰ τὸν μητροπολίτη Γόρτυνος καὶ ἡ προϊστορία, ἡ ὁποία ἴσως ἐξηγεῖ κάπως τὰ πράγματα.

Εἶναι γνωστὸ ὅτι εἶχε κι αὐτὸς ὑπογράψει τὴν «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» καὶ ἐπειδὴ ὁ Πατριάρχης ἐνοχλήθηκε καὶ ἀπείλησε μὲ τιμωρίες, ἀπέσυρε τὴν ὑπογραφή του, ζητώντας συγγνώμη ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, τὸν ἀρχηγέτην τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὸν ὁποῖον Οἰκουμενισμὸ τώρα πολεμᾶ μὲ χαρτοπόλεμο (ἔντυπο καὶ ἠχητικό), χωρὶς νὰ ζητήσει συγγνώμη ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ σκανδάλισε μὲ τὴν συγγνώμη ποὺ ζήτησε ἀπὸ τὸν αἱρεσιάρχη! Διαβᾶστε πόσο γλαφυρὰ περιγράφει ὁ ἴδιος σὲ Ἐγκύκλιό του, τὸ γεγονός:


«Ἐκάλεσα τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη μας, νά διαθέσει ἕνα μόνο ἀπογευματινό καί νά ἔλθει καί στήν Δημητσάνα μας, γιά νά μᾶς εὐλογήσει. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Πατριάρχου ἦταν ἀρνητική, δικαιολογημένη ὅμως...· ὁ Πατριάρχης εἶναι πικραμένος μαζί μου γιά τήν ὑπογραφή πού ἔθεσα» (στὴν «Ὁμολογία Πίστεως»), μάλιστα ἔμαθα ὅτι εἶπε: “Πῶς τό ἔκανε αὐτό ὁ Γόρτυνος, Καθηγητής Πανεπιστημίου αὐτός, πού πρέπει νά βλέπει μέ θεολογική εὐρύτητα τά πράγματα;”... Αὐτό πιά μοῦ ἔγινε μεγαλύτερη ὀδύνη καί βάσανος... Μετά πιά ἀπό αὐτό συνέταξα σύντομα ἕνα κείμενό μου πρός τόν Πατριάρχη... Στό κείμενό μου αὐτό ζητῶ συγγνώμη ἀπό τόν Πατριάρχη μας γιά τήν πικρία πού τοῦ ἐπροξένησα... Ἡ ἐπιστολή μου αὐτή πῆρε ἀπό πάνω μου ὅλο τόν προηγούμενο ἔλεγχο τῆς συνειδήσεώς μου καί χάρηκα, γιατί εἶμαι καί ἐγώ τώρα, μέ τήν ἄρση τῆς ὑπογραφῆς μου, ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἱεράρχες τῆς Ἑλλαδικῆς μας Ἐκκλησίας»!!!


Ἡ πικρία τοῦ Πατριάρχη δημιούργησε στὸν Μητροπολίτη Ἱερεμία "ὀδύνη καὶ βάσανο καὶ ἔλεγχο συνειδήσεως", ἀλλὰ δὲν τοῦ δημιούργησε ὀδύνη καὶ βάσανο κι ἔλεγχο συνειδήσεως τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ σεβαστὸς καὶ ἀγαπημένος του Πατριάρχης ἐδώρησε τὸ «ἱερὸ κοράνιο» στὸν Μουχτὰρ τῆς Κόκα–Κόλα· τὸ ὅτι ἀποκάλεσε θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως τοὺς Ἁγίους Πατέρες –ποὺ κατὰ τὴν πλανεμένη γνώμη του δημιούργησαν τὸ σχίσμα μὲ τοὺς Παπικούς· τὸ ὅτι ἀναγνωρίζει τὴν ἱερωσύνη καὶ τὰ μυστήρια τῶν αἱρετικῶν· τὸ ὅτι ἀποκάλεσε τοὺς ἱεροὺς Κανόνες τείχη τοῦ αἴσχους καὶ τόσα ἄλλα!


Νά, λοιπόν, ποὺ στοὺς συγχρόνους Ἐπισκόπους προκαλεῖται χαρά, ὄχι ὅταν στενοχωροῦν, ἀλλὰ ὅταν δὲν στενοχωροῦν τοὺς αἱρετικούς! Ὅταν στενοχωροῦν τοὺς αἱρετικούς, αὐτὸ τοὺς γίνεται «ὀδύνη καί βάσανος». Ὅταν παίρνουν τὴν εὐλογία τῶν αἱρετικῶν, χαίρονται, ὅταν στεροῦνται τὴν εὐλογία τους, λυποῦνται, καὶ ἐπιδιώκουν νὰ ἐξιλεωθοῦν ζητώντας συγγνώμη! Ὅταν ἀνήκουν κι αὐτοὶ στὴ συντροφιὰ τῶν ἄλλων Μητροπολιτῶν, ποὺ εἶναι εἴτε ἐνεργοί, εἴτε παθητικοί, εἴτε φανεροί, εἴτε σιωπηλοὶ Οἰκουμενιστές, τότε ἀναπαύονται, ἔχουν χαρά ἀνεκλάλητη!

Ὁ σύγχρονος Ἐπίσκοπος χαίρεται, ἐπειδὴ ἀνήκει στὴν ὁμάδα τῶν Οἰκουμενιστῶν ἢ φιλο-Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων· χαίρεται ὅταν ὁ Πατριάρχης τὸν ἀποδέχεται, ἔστω κι ἂν ὁ Πατριάρχης ἀρνεῖται ἐπισήμως τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἀρνεῖται δηλ. τὴν Μία Ἐκκλησία, ἔστω κι ἂν οἱ ὑπόλοιποι εἶναι ἐντεταγμένοι ὡς μέλη καὶ ἀναγνωρίζουν  καὶ τὴ ΜΙΑ Ἐκκλησία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καὶ τὸ Π.Σ.Ε. τῶν ἑκατοντάδων αἱρετικῶν Ἐκκλησιῶν! Αὐτὸ εἶναι ἐξάλλου τὸ ἀπατηλὸ μυστικὸ τῶν Οἰκουμενιστῶν: τὰ δέχονται καὶ ἀνέχονται ὅλους καὶ ὅλα.


Καὶ ὁ μητρ. Γόρτυνος Ἱερεμίας ἔκτοτε, ζεῖ σὲ σχιζοφρενικὴ πνευματικότητα, πράττει τὸ ἀδιανόητο γιὰ Ὀρθόδοξο ποιμένα: ἀποδέχεται ὁλόψυχα τὸν Πατριάρχη, ἀλλά, βέβαια, κάνει καὶ χαρτοπόλεμο κατὰ ἑνὸς ἀόρατου Οἰκουμενισμοῦ, ὡσὰν ἡ αἵρεση αὐτὴ νὰ εἶναι ἡ μοναδικὴ στὴν ἱστορία, ποὺ δὲν ἔχει ἡγέτες καὶ ἐπιτελεῖς· τρέμει δὲ καὶ νὰ ὀνομάσει (οὔτε νὰ σκεφθεῖ νὰ μὴ μνημονεύσει) τὸν κ. Βαρθολομαῖο ὡς διακινητὴ τοῦ χειρότερου ναρκωτικοῦ τῶν Ὀρθοδόξων συνειδήσεων, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!


Κι ὅλα αὐτὰ φαίνεται πὼς τὰ κάνει ὁ Γόρτυνος (ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ποιμένες), γιὰ νὰ καθησυχάσουν τὴν συνείδησή τους, ἡ ὁποία ἐλέγχει ἀλάνθαστα, καθένα ποὺ γνώρισε τὴν πατερικὴ διδασκαλία, ποὺ δίδαξε περὶ ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές, ποὺ ὑπέγραψε τὴν «Ὁμολογία Πίστεως» καὶ ἔκτοτε ἐπικαλεῖται καὶ περιφέρει ὅλα αὐτὰ μόνο ὡς τίτλους ἀντι-οἰκουμενιστῆ ἡγέτη, χωρὶς ἀντίκρυσμα, χωρὶς κανένα πρακτικὸ ἀποτέλεσμα!


Μήπως πάσχει καὶ ὁ κ. Ἱερεμίας ἀπὸ τὸ φοβικὸ σύνδρομο «Βαρθολομαῖος», τὸ ὁποῖο τοῦ ἐπιβάλλει ψυχαναγκαστικὰ νὰ προβαίνει σὲ ἐνέργειες ἐξευμενισμοῦ τοῦ Οἰκουμενιστῆ Πατριάρχη;




Μήπως αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι «ἀντι-οἰκουμενιστὲς ἡγέτες», ἀρνοῦνται νὰ καταπιαστοῦν μὲ τὴν ἀναίρεση τῶν αἱρετικῶν ἐνεργειῶν καὶ ἀποκυημάτων τοῦ πατρ. Βαρθολομαίου, τοῦ μητρ. Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα, τοῦ Δημητριάδος Ἰγνατίου, τοῦ Καλαβρύτων Ἀμβρόσιου καὶ ὅσων ἀκαδημαϊκῶν θεολόγων ἔχουν ἀναλάβει ἐργολαβικὰ τὴν θεωρητικὴ στήριξη καὶ διεκπεραίωση τῶν κακοδοξιῶν τους, ὅπως εἶναι οἱ κ.κ. Γιαγκάζογλου, Π. Βασιλειάδη, Καλαϊτζίδη κ.λπ.

Κι ἂν αὐτὴ τὴ θεάρεστη ἀνασκευὴ τῶν κακοδοξιῶν τῶν ἡγητόρων τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δὲν τὴν κάνουν οἱ ἱερωμένοι (ποὺ ἔχουν καὶ τὰ ἀνάλογα ἐπιστημονικὰ ἐφόδια), ἀπὸ ποιούς περιμένουν νὰ τὴν κάνουν; Εἶναι πολὺ πιὸ εὔκολο νὰ μιλοῦν γενικὰ καὶ ἀόριστα γιὰ τὴν αἵρεση ἀπὸ τὸν ἄμβωνα ἢ τὸ Ἀρχονταρίκι τους, χωρὶς νὰ παύουν τὸ μνημόσυνο τῶν αἱρετιζόντων, ὅπως ἐπιτάσσει ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση, σαφῶς γιὰ τοὺς ἱερωμένους τουλάχιστον καὶ χωρὶς νὰ ἀναφέρουν ὀνόματα (περιπίπτοντες ἔτσι στὴν αἵρεση τοῦ “ὀνοματοκρυπτισμοῦ”). 

Πρὸς τὸ τέλος τῆς, κατ’ ἐντολὴν τοῦ ἀδιάφορου Οἰκουμενιστῆ Ἀρχιεπισκόπου, ὁμιλίας του ὁ μητροπολίτης Γόρτυνος εἶπε τὰ ἑξῆς ὀρθόδοξα, ἀλλ’ ἀκίνδυνα γιὰ τοὺς Οἰκουμενιστές, τοὺς ὁποίους οὐδόλως ἐνοχλοῦν οἱ διὰ λόγων (ἐξ ἄλλου ἀναμενόμενες) ἀντιδράσεις, ἀλλὰ τρέμουν τὶς πράξεις, τὴν διακοπὴ μνημοσύνου ἢ ἄλλες ἀπρόβλεπτες ἐνέργειες:

«Ατόν τόν Οκουμενισμό δέχεται ρθόδοξη κκλησία μας καί γιά ναν τέτοιο Οκουμενισμό προσευχόμαστε στήν θεία μας λατρεία λέγοντες «πέρ τς τν πάντων νώσεως»! Τά λλου εδους οκουμενιστικά κινήματα, τό νά προσεγγίζουμε δηλαδή τούς αρετικούς Παπικούς καί τούς λλους παδούς τν ξω πό τήν ρθόδοξη πίστη μας θρησκευμάτων, χωρίς νά τούς λέγουμε καθαρά τι εναι αρετικοί καί πλανεμένοι, λλά ντίθετα καί νά τούς γκαλιάζουμε μέ περισσή γάπη καί νά συμπροσευχόμαστε μαζί τους καί μάλιστα νά τούς λέγουμε καί «γιωτάτους», ατά τά κινήματα, λέγω, δέν δημιουργον νότητα, λλά φέρουν διχασμό καί ταραχή στόν Οκο μας». 

Σεβασμιώτατε, καθηγητὰ καὶ δάσκαλε· εἶναι γνωστότατος σὲ σᾶς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, πολὺ καλύτερα καὶ νωρίτερα ἀπ’ ὅτι σὲ μένα: «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι· Κύριε κύριε εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ' ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς».


Ἐγὼ πταίω σὲ ἄλλα καὶ ἐπιζητῶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου. Ἐσεῖς δὲν ξέρω γιὰ τὰ ἄλλα, ἀλλὰ ἐξετᾶστε τὸν ἑαυτό σας σ’ αὐτὸ τὸ θέμα. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ζητᾶτε συγγνώμη ἀπὸ τὸν Πατριάρχη γιὰ θέμα ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν αἱρετική του συμπεριφορά! Αὐτὸ μόνο οἱ ἀρνούμενοι τὴν ὀρθόδοξη πίστη τὸ ἔκαναν. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγνοεῖτε ὡς Ἐπίσκοπος καὶ ἀκαδημαϊκὸς δάσκαλος ὅτι τὸ νὰ μνημονεύετε τὸν μὴ καταδικασθέντα ἀπὸ Σύνοδο, ἀλλὰ αὐταπόδεικτα αἱρετίζοντα Πατριάρχη εἶναι ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοσή μας ἀπαράδεκτο. Καὶ ἐξωφρενικό, ὅταν ταυτόχρονα κατηγορεῖτε τὴν αἵρεση ποὺ αὐτὸς ὁ Πατριάρχης κηρύττει καὶ ὑπηρετεῖ. Ἔτσι, παίρνετε στὸ «λαιμό» σας τοὺς πιστοὺς «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε».


Γιὰ θυμηθεῖτε, ἔτσι ἔκανε ὁ δάσκαλός σας, ἀείμνηστος γέρων Αὐγουστῖνος Καντιώτης;
 Σημάτης Παναγιώτης

Βαφτίζουν αστυνομικούς ως ΟΠΚΕ και τους στέλνουν στη Ναυπακτία, "Κάναμε θόρυβο για να μην πέσουν πάνω μας οι δραπέτες..."

ΠΗΓΗ: Eglimatikotita

Η πολυήμερη εξαντλητική απασχόληση αστυνομικών των ομάδων ΟΠΚΕ στην ορεινή Ναυπακτία και η ανάγκη αντικατάστασης των αστυνομικών που τις στελεχώνουν, φαίνεται ότι έχει εξαντλήσει τα όποια "αποθεματικά" με αποτέλεσμα είτε όπως στην περίπτωση της ΟΠΚΕ Κάβάλας να παραμένουν επ' αόριστον στα μπλόκα, είτε όμως, όπως μας ενημερώνουν αναγνώστες του bloko.gr, ελλείψει άλλων, "βαφτίζουν" αστυφύλακες τμημάτων ως ΟΠΚΕ κι έτσι απροπαρασκεύαστους κι ανεκπαίδευτους τους στέλνουν στη φωλιά του λύκου.
Σύμφωνα λοιπόν με τις συγκεκριμένες πληροφορίες - καταγγελίες, από αστυνομικά τμήματα της δυτικής Ελλάδας επιστρατεύθηκαν αστυνομικοί που για τις ανάγκες της επιχείρησης βαφτίστηκαν ΟΠΚΕ και με ελλιπή οπλισμό κι εξοπλισμό και χωρίς καμία γνώση του περιβάλλοντος χώρου, συμμετέχουν στις υποθετικά σχεδιασμένες κι οργανωμένες έρευνες.
Μάλιστα, για την οικονομία του λόγου και του χρόνου, σας μεταφέρουμε αυτούσια όσα μας ειπώθηκαν από αστυνομικό της ... ΟΠΚΕ που συμμετέχει στα μεταβατικά αποσπάσματα έρευνας.
"Μας πήραν από το τμήμα 3 αστυνομικούς μας βάφτισαν ΟΠΚΕ, χωρίς να έχουμε κάνει καμία προηγούμενη εκπαίδευση και μας έστειλαν στο βουνό.
Το πρωί πιάσαμε πόστα έχοντας ένα G3, μας έδωσαν ένα χάρτη κι ένα τζιπ με ελάχιστα καύσιμα. Ο ασύρματος δε δούλευε και τα κινητά μας εκεί δεν έπιαναν.
Δεν σας κρύβουμε, ότι εκεί που είμασταν και με τα μέσα που είχαμε, κάναμε θόρυβο για να μας ακούν οι δραπέτες και να μην πέσουν πάνω μας, καθώς δεν έχουμε τί ν' αντιτάξουμε απέναντι σε βαριά οπλισμένους κακοποιούς που έχουν άριστη γνώση της περιοχής."

Σκέτη απελπισία...

ΠΕΡΙ ΘΕΟΤΗΤΟΣ (2)

RAIMON PANIKKAR
Πλησιάζοντας την θεότητα

Αυτή η μελέτη δεν αφορά την έννοια του θεού η οποία ισχύει γενικώς στον Δυτικό κόσμο και επομένως δεν είναι αναγκαίο να μιλήσουμε για τον αθεϊσμό ή για την Φύση του θεού. Επιπλέον η συγκρητική και πολυπολιτισμική προοπτική αυτού του δοκιμίου απαιτεί την συμπερίληψη των άλλων απόψεων που ισχύουν στις άλλες κουλτούρες (τρόπους ζωής) με την δική μας και δεν αρκείται στην απλή αναφορά τους. Έχουμε να κάνουμε με μια εκλογή μεθόδου που όμως είναι κυρίως Δυτική: να υιοθετήσουμε μια προοπτική ξεκινώντας από μια παράδοση, για να την ανοίξουμε στην συνέχεια ώστε να προσλάβει μια οπτική γωνία πιο καθολική.

Γλωσσικές παρατηρήσεις

Ο Φίχτε (1762-1814) μας συμβουλεύει: «Η θεότης εμφανίζεται μόνον στις πιο υψηλές εκφάνσεις της σκέψης». Πρέπει να έχουμε πάντοτε υπόψη από την αρχή πως η συζήτηση για την θεότητα είναι μια εντελώς ιδιαίτερη συζήτηση, διότι η θεότης τοποθετείται πέραν των αισθητών όπως και των διανοητικών πραγμάτων. Όπως επίσης πως η πορεία προς την θεότητα ανήκει στην δυναμική της νοήσεώς μας. Είναι αυτό που εκφράζει το πρώτο απόφθεγμα του Brahma Sutra: Να λοιπόν η επιθυμία να γνωρίσουμε το brahman. Το κείμενο υπονοεί μια επιθυμητή γνώση ή την επιθυμία της γνώσεως, η οποία ξεπηδά από μια υπαρξιακή κατάσταση. Η οποία μας ελευθερώνει από το βάρος της ατομικότητος, επιτρέποντάς μας να υψωθούμε στην έρευνα της θεότητος. Η πρόοδος αυτή προωθείται σύμφωνα με ένα σχήμα που είναι ταυτοχρόνως υπαρξιακό και νοητικό, χωρίς διαχωρισμό ανάμεσα στην καθαρή νόηση και την πρακτική νόηση. Η θεότης τοποθετείται τόσο στην αρχή όσο και στο τέλος της ανθρώπινης έρευνας, όπως και στο μέσον. Η έρευνα απαιτεί καθαρότητα πνεύματος, δύναμη θελήσεως και μια ριζική αλλαγή ζωής.

Μιλώντας για την θεότητα είχαμε ήδη την ευκαιρία να αναφερθούμε στον θεό. Εισάγουμε το brahman. Αυτοί οι όροι δείχνουν το ίδιο πράγμα; Ή τουλάχιστον διαθέτουν την ίδια σημασία;

Το brahman δεν είναι οπωσδήποτε ο μοναδικός θεός, ο ζωντανός και αληθινός, της παραδόσεως του Αβραάμ. Ούτε μπορούμε να δηλώσουμε πως Shang-ti ή το Kami είναι το ίδιο πράγμα με το brahman. Παρ’ όλα αυτά ανάμεσα σε αυτά τα αντικείμενα δεν λείπουν στοιχεία αμοιβαίας σχέσεως. Μπορούμε επομένως να συμπεράνουμε πως όλα αυτά τα ονόματα αναφέρονται στην θεότητα σαν σε μια γενική κατηγορία; Μήπως θεότης είναι το κοινό όνομα του θεού, του θείου, του brahman, του mana κ.τ.λ.;
Πρέπει κατ’ αρχάς να υπογραμμίσουμε πως το brahman και ο θεός, για παράδειγμα, δεν είναι το ίδιο πράγμα. Το ένα είναι παθητικό και δεν νοιάζεται για τίποτε, τίθεται σαν θεμέλιο του παντός και συνιστά την συνθήκη της υπάρξεως όλου του υπαρκτού. Το άλλο όμως είναι ενεργητικό και προνοητικό. Είναι πάνω από το παν, είναι προσωπικό, είναι ο δημιουργός όλου του υπαρκτού. Παρ’  όλα αυτά δεν είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους έτσι ώστε να καθιστά την μετάφραση του ενός όρου με τον άλλον εντελώς αταίριαστη. Η χριστιανική παράδοση, παρότι δήλωνε πως τα θεία ονόματα αναφέρονται σε κάτι άφατο και απερίγραπτο, αναγνώριζε επίσης πως μερικά ονόματα εφαρμόζουν περισσότερο από άλλα. Εμείς θα πούμε πως brahman και ο θεός είναι ισοσθενή ομοιόμορφα, καθότι πραγματεύονται αντίστοιχες λειτουργίες, αν και διαφορετικές, καθένα στο εσωτερικό του ιδίου χαρακτηριστικού συστήματος.

Θα ήταν δελεαστικό να χρησιμοποιήσουμε τον όρο θεότης σαν ένα αφηρημένο όνομα, για να δείξουμε όλα τα ομοιόμορφα ισοσθενή αυτού του είδους. Ο όρος θεότης θα έδειχνε τότε τον θεό, το Kami, το Brahman, τον Δία, τον Rudra, Tien, το Τάο, El, Baal, Urdr, Ra/Re, Kali και ούτω καθεξής. Αυτή η πράξη φαίνεται σχετικά εύκολη, εάν παραμείνουμε στο πλαίσιο ομόλογων πολιτισμών. Με αυτόν τον τρόπο είναι πιο εύκολο να βρούμε κοινές ιδιότητες, όπως απειρία, αγαθότητα, παντοδυναμία, απλότητα, ενότητα, το αμετάβλητο ή τον παντογνώστη θεό. Αλλά όταν προσπαθούμε να συμπεριλάβουμε ιδιότητες όπως, η μέλλουσα ζωή, το τίποτα ή την ψευδαίσθηση, ανακαλύπτουμε πως αυτές οι ιδιότητες δεν είναι καθόλου κοινές και μάλιστα πως είναι ασυμβίβαστες με τις προηγούμενες. 

Στην πραγματικότητα η μόνη κοινή δομή είναι καθαρά τυπική και δείχνει κάτι το αόριστο, κάτι διαφορετικό από τα ανθρώπινα όντα και ίσως ανώτερο από αυτά, αλλά μόνον με έναν φαινομενικό τρόπο. Η θεότης είναι τότε μια έννοια καθαρά τυπική, χωρίς κανένα περιεχόμενο με κάποια σημασία.
Μπορούμε να σημειώσουμε την τάση, που είναι κοινή ιδιαιτέρως στην Δύση, να γενικεύουμε αυτό που μας είναι οικείο, όπως για παράδειγμα τις φράσεις: Ο χριστιανικός θεός είναι για όλους μια απόλυτη αξία, η μοντέρνα τεχνολογία ταιριάζει σε ολόκληρον τον κόσμο, οι φυσικές επιστήμες είναι παγκοσμίως ισχύουσες, η αλήθεια είναι καθολική. Μια τέτοια απαίτηση όμως πρέπει να αποφεύγεται, εάν θέλουμε να υπολογίσουμε σοβαρά και τις υπόλοιπες κουλτούρες, εκτός των Δυτικών. Ο όρος θεότης δεν καλύπτει όλα όσα έχουν πει οι διαφορετικές κουλτούρες πάνω στο θέμα που υποτίθεται πως εκφράζει ο όρος αυτός. Εάν στην θέση της θεότητος χρησιμοποιούμε τον όρο brahman ή kami, η σημασία μας θα άλλαζε. Διότι καθώς οι συνδέσεις που δημιουργούν το πλαίσιο είναι διαφορετικές, θα είναι διαφορετικά και τα συμπεράσματα. Γι’ αυτό πρέπει να προσέξουμε ιδιαιτέρως και να μην βιάσουμε παραδόσεις, όπως και να αποφύγουμε γενικεύσεις που δεν καλύπτονται από την αυτοκατανόηση των τόσο διαφορετικών εκφάνσεων της κουλτούρας του κόσμου.

Με αυτά τα δεδομένα, μπορούμε να εξετάσουμε τώρα την διάκριση ανάμεσα στον θεό και στην θεότητα. Αυτή η διάκριση ήταν ήδη γνωστή τον Μεσαίωνα και εκφράστηκε με διαύγεια από τον Meister Eckhart. Η θεότης απέχει από τον θεό τόσο, όσο ο Ουρανός απέχει από την Γη. 

Αντιπροσωπεύει την εσωτερική και παθητική πλευρά του θείου μυστηρίου και συνδέεται με τον άγνωστο θεό, πάνω στον οποίο δοκιμάστηκε για πολύ ο στοχασμός των πατέρων. Ο θεός αντιθέτως, είναι η εξωτερική, ενεργητική πλευρά του ιδίου μυστηρίου. Εμείς πάντως θα χρησιμοποιήσουμε τον όρο θεότης για να δείξουμε όχι μόνον την Ουσία του θεού (όπως ο Ακινάτης) ή τον θεό πέραν του θεού ή το θεμέλιο του θεού (όπως στον Έκαρτ), αλλά απλά εκείνη την άπιαστη διάσταση, παρότι πανταχού παρούσα, που μόνον η δική μας υψηλότερη στοχαστική δραστηριότης μπορεί να ακουμπήσει και η οποία αποτελεί την κορυφή της ανθρώπινης έρευνας.

Ο όρος θεότης, τότε λοιπόν, δεν δείχνει μόνον τον θεό και τους θεούς σαν ουσιώδη όντα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν ένα γενικό όνομα που εκφράζει όλες εκείνες τις δυνάμεις, τις ενέργειες, τις οντότητες, τις ιδέες και τα όμοια που προέρχονται από μια πραγματικότητα «πάνω» και «πέραν» του ανθρώπινου κόσμου. Με αυτή την έννοια, η θεότης αντιπροσωπεύει εκείνο το στοιχείο της πραγματικότητος που δεν ανήκει ούτε στον υλικό κόσμο ούτε στον καθαρά ανθρώπινο κόσμο. Αλλά είναι τοποθετημένη πάνω και πέραν της τάξεως του αισθητού και του νοητού. Η θεότης δείχνει μία από τις τρεις διαστάσεις της πραγματικότητος που πρακτικά έχουν συλληφθεί εννοιολογικά από όλες τις ανθρώπινες παραδόσεις. Υπάρχει κατ’ αρχάς ο Ουράνιος κόσμος: οι θεοί, οι υπεράνθρωπες δυνάμεις, το υπερνοητό. Στην συνέχεια υπάρχει ο ανθρώπινος κόσμος: η συνείδηση, η ηθική, η ζωή, η διάνοια, το νοητό κ.τ.λ. Και τέλος ο γήινος κόσμος: ο κόσμος, η ύλη, ο χωροχρόνος, το αισθητό κ.τ.λ.
Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε πέραν της μελέτης της ανθρώπινης προσβάσεως στην θεότητα μέχρις ότου εξετάσουμε την Φύση του "αντικειμένου" το οποίο προσπαθούμε να μελετήσουμε. Για την ώρα δεν είναι σημαντικό να καθορίσουμε εάν ο κόσμος της θεότητος είναι το παράδειγμα του ανθρώπινου κόσμου, σύμφωνα με το οποίο ο δεύτερος είναι μόνον η σκιά του πραγματικού. Ή επίσης εάν ο θείος κόσμος είναι απλά και μόνο μια προβολή των απραγματοποίητων επιθυμιών των ανθρώπων. Παραμένει το γεγονός πως η ανθρώπινη εμπειρία που φανερώνεται μέσω της γλώσσας μαρτυρεί την ύπαρξη ενός τέτοιου θείου κόσμου, είτε αυτός κατοικείται από δαίμονες ή από θεούς, από ντέβα, από ελοχίμ, είτε από πνεύματα κάθε είδους, από τον αληθινό θεό ή από κανέναν και από τίποτα. Διαθέτουμε λοιπόν κάποιο κοινό όνομα για να δείξουμε αυτό το σύμπαν; Μπορούμε να πούμε πως πρόκειται για τον κόσμο της θεότητος; Για να απαντήσουμε χρειαζόμαστε σε αυτό το σημείο μερικές ιστορικές αναφορές.

Ιστορικές παρατηρήσεις

Με ποιον τρόπο οι άνθρωποι έφτασαν στην έννοια της θεότητος; Σύμφωνα με μερικούς μελετητές αυτή η έννοια υπήρξε η συνέπεια ενός συμπεράσματος κάποιου τύπου αιτιώδους συλλογισμού. Η θεότης σε αυτή την περίπτωση είναι ένα υπέρτατο ον (ή περισσότερα), ουράνιο ή άλλου τύπου. Η ερώτηση του ανθρώπου γύρω από την καταγωγή της ζωής και του κόσμου δημιουργεί την έρευνα μιας αιτίας, η οποία στην συνέχεια θα τοποθετηθεί στον κατάλληλο χώρο, που θα γίνει ο τόπος ενός υπέρτατου όντος, στον ουρανό ή στην γη. Άλλοι μελετητές βλέπουν την καταγωγή της θεότητος όχι τόσο σε μια διανοητική έρευνα, όσο στην υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου που αντιμετωπίζει τα θεμελιώδη μυστήρια της ζωής και της φύσεως. Άλλοι πάλι, ισχυρίζονται πως η έρευνα της θεότητος δεν στηρίζεται ούτε στην αιτιώδη σκέψη ούτε στο συναίσθημα της αγωνίας, αλλά στην απλή συνειδητοποίηση.

Σύμφωνα με μερικούς άλλους μελετητές, ο άνθρωπος έφτασε στην ιδέα της θεότητος λόγω της αποκαλύψεως ενός υπέρτατου όντος, που φανερώθηκε από μια δική του αυτόνομη πρωτοβουλία. Εάν ένα τέτοιο υπέρτατο ον υπάρχει, ακόμη και αν η αποκάλυψή του είναι μόνον προοδευτική και συνδέεται με την διανοητική εξέλιξη των ενδιαφερομένων ατόμων, ο πρώτος σταθμός της προόδου τίθεται σε κίνηση από την ισχύ του και μόνον.

Οι σύγχρονες συζητήσεις είναι η συνέπεια των μεγάλων διαπληκτισμών του παρελθόντος γύρω από την καταγωγή της ιδέας του θεού, διαπληκτισμοί που προέκυψαν από την διαμάχη που αντιπαρέταξε τις πιο μοντέρνες εξελικτικές θεωρίες στην παραδοσιακή πίστη στον θεό.

Ο Wilhelm Schmidt (1868-1954), για παράδειγμα, απορρίπτοντας το εξελικτικό σχήμα, έψαξε ανάμεσα στους πρωτόγονους λαούς τα ίχνη της πρωτογενούς αποκαλύψεως ενός αρχέγονου μονοθεϊσμού.

Ο Σμιτ αυτός ανέπτυσσε τις εμπνεύσεις του Andrew Lang (1844-1912), ο οποίος είχε ισχυρισθεί την ύπαρξη, ανάμεσα στους αρχαϊκούς λαούς, της πίστης σε υπέρτατα όντα, σε αντιπαράθεση με την θεωρία της πρωτόγονης πίστεως στα πνεύματα, η οποία κυριαρχούσε την εποχή εκείνη και στηριζόταν από τον Ε.Β. Tylor (1832-1917). 

Τέλος τα διάφορα άθεα κινήματα -επιστημονικά, διαλεκτικά ή ιστορικά- θα καταστήσουν την θεότητα μια περιττή υπόθεση, ένα τεχνητό εργαλείο κυριαρχίας πάνω στους ανθρώπους, μια άδικη πρόταση της άγνοιάς μας, ή μια καθαρή ψευδαίσθηση για να καθησυχάσει η αδυναμία μας.

Φαίνεται λοιπόν σωστό να επιβεβαιώσουμε πως η ανθρώπινη εμπειρία, η πιο καθολική και πρωτογενής, δεν είναι η μονοθεϊστική, αλλά ούτε η άθεη ή η πολυθεϊστική. Είναι μια πίστη ριζωμένη σταθερά σε έναν θείο κόσμο, ο οποίος κατοικείται από όντα ή υπεράνθρωπες δυνάμεις διαφορετικού τύπου. Αυτή η πίστη εκφράζει μια ανθρώπινη εμπειρία σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος δεν είναι μόνος στο σύμπαν και ο αισθητός κόσμος δεν αντιπροσωπεύει το όλον της υπαρκτής πραγματικότητος. Όλες οι ανθρώπινες γλώσσες, διαθέτουν μια τεράστια ποσότητα ονομάτων και λέξεων για να δείξουν αυτό το υπερανθρώπινο βασίλειο.

Ανήκει σε μια δεύτερη στιγμή ανθρώπινου στοχασμού η προσπάθεια να τεθεί τάξη σε αυτόν τον σύνθετο κόσμο, προσδίδοντάς του τους αναβαθμούς της πραγματικότητός του, αποφασίζοντας δηλαδή ποιος τύπος ιεραρχίας βασιλεύει και ξεκαθαρίζοντας την υπάρχουσα σχέση ανάμεσα σε κείνον τον κόσμο, τον ανθρώπινο κόσμο και το υπόλοιπο του σύμπαντος. Σε μια αρχέγονη κουλτούρα δεν υπάρχει ενδιαφέρον αποδείξεως της υπάρξεως της θεότητος: οι θεοί είναι απλώς παρόντες.
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος    

Η παρεξηγημένη “Αγιότητα”(Του Σεβ. Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννου (Ζηζιούλα)

Πηγή:ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ

agioi_pantes 
Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ ΑΓΙΟΤΗΤΑ

Αν ρωτήσει κανείς τυχαία τους ανθρώπους στον δρόμο τι αποτελεί κατά τη γνώμη τους «αγιότητα», η απάντηση που θα λάβει κατά κανόνα είναι περίπου η εξής: άγιος είναι εκείνος που δεν κάνει αμαρτίες, που τηρεί τον νόμο του Θεού, είναι ηθικός από κάθε άποψη, με μια φράση: «δεν αμαρτάνει». Σε ορισμένες περιπτώσεις στην έννοια της αγιότητας προστίθεται ένα στοιχείο και με χροιά μυστικισμού, σύμφωνα με την όποια άγιος είναι εκείνος που έχει εσωτερικά βιώματα, επικοινωνεί με το «θείον», περιέρχεται σε έκσταση και βλέπει πράγματα που δεν τα βλέπουν οι άλλοι άνθρωποι, με λίγα λόγια ζει υπερφυσικές καταστάσεις και ενεργεί υπερφυσικές πράξεις.

Έτσι η έννοια της αγιότητας φαίνεται να συνδέεται στη σκέψη των ανθρώπων με κριτήρια ηθικολογικά και ψυχολογικά. Όσο πιο ενάρετος είναι κανείς, τόσο πιο άγιος είναι. Και όσο πιο χαρισματικός είναι κάποιος και επιδεικνύει ικανότητες που δεν τις έχουν συνήθως οι άνθρωποι (όπως να διαβάζει τη σκέψη μας, να προβλέπει το μέλλον μας κ.λπ.), τόσο περισσότερο μας κάνει να τον θεωρούμε «άγιο». Το ίδιο ισχύει και αντίστροφα: όταν διαπιστώσουμε κάποιο ελάττωμα στον χαρακτήρα ή τη συμπεριφορά κάποιου (ότι τρώει πολύ, θυμώνει κ.λπ.), τότε τον διαγράφουμε από τους «αγίους». Ή αν δεν εκδηλώσει υπερφυσικές ικανότητες με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μας ξενίζει και η σκέψη ακόμη ότι θα μπορούσε κάποιος να είναι άγιος.

Η κοινή και διαδεδομένη αυτή αντίληψη για την αγιότητα δημιουργεί ορισμένα βασικά ερωτηματικά, όταν τη θέσουμε στο φως του Ευαγγελίου, της πίστεως και της παραδόσεώς μας. Ας αναφέρουμε μερικά από αυτά:

1. Αν η αγιότητα συνίσταται κυρίως στην τήρηση των ηθικών αρχών, τότε γιατί ο Φαρισαίος κατακρίθηκε από τον Κύριο, ενώ δικαιώθηκε ο Τελώνης  στη γνωστή σε όλους μας παραβολή; Συνηθίζουμε να αποκαλούμε τον Φαρισαίο «υποκριτή», αλλά στην πραγματικότητα δεν έλεγε ψέματα, όταν ισχυριζόταν ότι τηρούσε πιστά τον Νόμο, ότι έδινε το 1/10 της περιουσίας του στους πτωχούς και ότι τίποτε από όσα του ζητούσε ο Θεός ως πιστός Ιουδαίος δεν παρέλειπε να εφαρμόσει. Όπως επίσης δεν έλεγε ψέματα όταν χαρακτήριζε τον τελώνη αμαρτωλό – όπως και ο τελώνης τον εαυτό του – γιατί πράγματι ο τελώνης ήταν άδικος και παραβάτης των ηθικών κανόνων.

2. Παρόμοιο ερώτημα προκύπτει και από τη χρήση του όρου «άγιος» από τον Απόστολο Παύλο στις επιστολές του. Απευθυνόμενος στους χριστιανούς της Κορίνθου, της Θεσσαλονίκης, της Γαλατίας κ.λπ., ο Παύλος τους καλεί «αγίους». Στη συνέχεια όμως των επιστολών αυτών κατονομάζει μύρια όσα ηθικά ελαττώματα των χριστιανών αυτών, τα οποία και επικρίνει δριμύτατα. Στην προς Γαλάτας μάλιστα επιστολή φαίνεται ότι η ηθική κατάσταση των εκεί «αγίων» ήταν τόσο απογοητευτική, ώστε να αναγκάζεται ο Παύλος να τους γράψει: «ει γαρ αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε, βλέπετε μη υπ’ αλλήλων αναλωθείτε»! Πώς συμβαίνει να καλούνται οι πρώτοι χριστιανοί «άγιοι», όταν είναι βέβαιο ότι η καθημερινή τους ζωή δεν ήταν σύμφωνη με τις επιταγές της ίδιας της πίστεώς τους; Θα διανοείτο άραγε κανείς στις μέρες μας να καλούσε «άγιον» έναν από τους χριστιανούς;

3. Αν η αγιότητα συνδέεται με υπερφυσικά χαρίσματα, τότε θα μπορούσε να την αναζητήσει και να τη βρει κανείς και έξω από την Εκκλησία. Είναι γνωστό ότι και τα πονηρά πνεύματα ενεργούν υπερφυσικές πράξεις. Οι άγιοι δεν είναι μάντεις και φακίρηδες, ούτε κρίνεται η αγιότητα τους από τέτοια «χαρίσματα». Υπάρχουν άγιοι της Εκκλησίας μας για τους οποίους δεν αναφέρονται θαύματα, ενώ υπήρξαν θαυματοποιοί, οι οποίοι ποτέ δεν αναγνωρίστηκαν ως άγιοι. Είναι, σχετικά, πολύ ενδιαφέροντα όσα γράφει ο Απόστολος Παύλος στην Α’ επιστολή του προς τους Κορινθίους, οι οποίοι, όπως πολλοί σήμερα, εντυπωσιάζονταν από υπερφυσικές ενέργειες: «και εάν έχω πίστιν ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί». Το να διατάξεις ένα βουνό να μετακινηθεί, είχε πει ο Κύριος ότι είναι δυνατόν, αν έχεις πίστη «ως κόκκον σινάπεως». Δεν είναι όμως από μόνο του δείγμα αγιότητας, δεν είναι τίποτα «ουδέν», αν δεν υπάρχει η προϋπόθεση της αγάπης, κάτι δηλαδή που οποιοσδήποτε άνθρωπος χωρίς θαυματουργικές ικανότητες μπορεί να έχει. Θαυματουργία και αγιότητα δεν ταυτίζονται, ούτε συνυπάρχουν κατ’ ανάγκη.

4. Παρόμοια ερωτηματικά δημιουργούνται από τη σύνδεση της αγιότητας με ασυνήθεις και «μυστικές» ψυχολογικές εμπειρίες. Πολλοί ανατρέχουν σήμερα στις ανατολικές θρησκείες για να συναντήσουν εξαϋλωμένους «γκουρού», ανθρώπους εξαίρετης αυτοπειθαρχίας, ασκήσεως και προσευχής. Η Εκκλησία μας δεν τους θεωρεί αυτούς αγίους, όσο βαθιές και υπερφυσικές και αν είναι οι εμπειρίες τους, και όσο σπουδαία και αν είναι η αρετή τους.

Έτσι τελικά τίθεται το ερώτημα: υπάρχουν άγιοι εκτός της Εκκλησίας; Αν η λέξη «άγιος» σημαίνει αυτό που γενικά ο κόσμος νομίζει και που περιγράφουμε πιο πάνω (δηλαδή ηθικός βίος, υπερφυσικά χαρίσματα και υπερφυσικές εμπειρίες), τότε πρέπει να ομολογήσουμε ότι υπάρχουν άγιοι και εκτός της Εκκλησίας (Ίσως μάλιστα συχνότερα εκτός παρά εντός). Αν πάλι θελήσουμε να πούμε ότι η αγιότητα είναι δυνατή μόνο στην Εκκλησία, τότε πρέπει να αναζητήσουμε το νόημα της αγιότητας πέρα από τα κριτήρια που αναφέρουμε πιο πάνω, πέρα δηλαδή από την ηθική τελειότητα και τις υπερφυσικές δυνάμεις και εμπειρίες.

Ας δούμε, λοιπόν, πώς αντιλαμβάνεται ή Εκκλησία μας την αγιότητα.

Η αγιότητα ως εκκλησιαστική εμπειρία

Ο όρος «άγιος» έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Η ρίζα της λέξεως στην ελληνική γλώσσα είναι το αγ-, από το οποίο παράγονται μια σειρά από όρους, όπως το αγνός, το άγος κ.λπ. Τη βαθύτερη σημασία της ρίζας αυτής την κρατάει το ρήμα άζεσθαι, που σημαίνει το δέος σε μια απόκρυφη και φοβερή δύναμη (Αισχύλου, Ευμ. 384 κ. έ.), το σέβας προς τον φορέα της Δύναμης (Ομήρου, Οδύσ. 9,200 κ. έ.) κ.λπ. Έτσι στον αρχαίο ελληνισμό η αγιότητα συνδέεται με τη δύναμη, με αυτό που ο Otto αποκαλεί mysterium fascinosum et tremendum – αυτό που προκαλεί ταυτόχρονα έλξη και φόβο.


Στην Παλαιά Διαθήκη η σημιτική λέξη, που μεταφράζεται από τους Εβδομήκοντα με το «άγιος» είναι το godes, που συγγενεύει με την ασσυριακή kuddushu, και που δηλώνει «κόβω, χωρίζω», διακρίνω ριζικά, καθαιρώ (εξ ου και η σύνδεση με την καθαρότητα και αγνότητα). Τα άγια πράγματα είναι αυτά που τα ξεχωρίζει κανείς από τα υπόλοιπα – κυρίως στη λατρεία – και τα αφιερώνει στον Θεό.

Έτσι η Αγία Γραφή προχωρεί πέρα από την ψυχολογική σημασία που συναντούμε στους αρχαίους Έλληνες (το δέος, τον φόβο, τον σεβασμό προς μια ανώτερη δύναμη) και συνδέει την έννοια του «αγίου» με την απόλυτη ετερότητα, το απολύτως Άλλο, πράγμα που τελικά οδηγεί την Αγία Γραφή στην ταύτιση του «αγίου» με τον ίδιο τον Θεό, στην απόλυτη υπερβατικότητα σε σχέση με τον κόσμο. Άγιος είναι μόνο ο Θεός, και απ’ Αυτόν και μόνο και τη σχέση μαζί Του πηγάζει κάθε αγιότητα. Για να δηλωθεί μάλιστα με έμφαση η πίστη αυτή στην Παλαιά Διαθήκη (Ησαΐας, ο προφήτης της αγιότητας του Θεού) καλεί τον Θεό τρεις φορές άγιο: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, που σημαίνει στη μορφή του εβραϊσμού, της τριπλής επαναλήψεως, απείρως άγιος (πρβ. το 777 και το αντίθετό του 666, για το οποίο τόσος λόγος και τόσος τρόμος γίνεται σήμερα).

Συνεπώς για την Αγία Γραφή η αγιότητα ταυτίζεται με τον Θεό και όχι με τον άνθρωπο ή τα ιερά πράγματα, όπως στον αρχαίο Ελληνισμό, γίνεται πρόσωπο, και μάλιστα στους Πατέρες της Εκκλησίας ταυτίζεται με την Αγία Τριάδα, με την οποία οι Πατέρες ταυτίζονται και το τρεις φορές άγιος τού Προφήτη Ησαΐα.Η αγιότητα, συνεπώς, για τη χριστιανική πίστη δεν είναι ανθρωποκεντρική, αλλά θεοκεντρική, και δεν εξαρτάται από τα ηθικά επιτεύγματα του ανθρώπου, όσο σπουδαία και αν είναι αυτά, αλλά από τη δόξα και τη χάρη του Θεού, από τον βαθμό της προσωπικής σχέσεώς μας με τον προσωπικό Θεό. (Για τον λόγο αυτό και η Θεοτόκος ονομάζεται «Παναγία» ή και «Υπεραγία» - όχι για τις αρετές Της, αλλά γιατί αυτή, περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο, ενώθηκε προσωπικά με τον άγιο Θεό δίνοντας σάρκα και αίμα στον Υιό του Θεού). Η αγιότητα λοιπόν δεν είναι για την Εκκλησία ατομικό κτήμα κανενός, όσο «άγιος» κι αν είναι κανείς στη ζωή του, αλλά θέμα σχέσεως προσωπικής με τον Θεό. Ο Θεός κατά την ελεύθερη βούλησή Του αγιάζει όποιον Εκείνος θέλει, χωρίς να εξαρτάται ο αγιασμός από κάτι άλλο, παρά μόνο από την ελεύθερη θέληση του αγιασμένου. Όπως τονίζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, οι άνθρωποι δεν συνεισφέρουμε τίποτε άλλο εκτός από την προαίρεσή μας, χωρίς την οποία ο Θεός δεν ενεργεί, ο δε κόπος και η άσκησή μας δεν παράγει ως αποτέλεσμα την αγιότητά μας, αφού μπορούν να αποδειχθούν σκύβαλο χωρίς καμιά αξία.

Αυτή η ταύτιση της αγιότητας με τον ίδιο τον Θεό, στη χριστιανική πίστη οδηγεί στη σύνδεσή της με την ίδια τη δόξα του Θεού. Αγιότητα σημαίνει πλέον το να δοξασθεί ο Θεός από όλο τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι ως πρώτο αίτημα της Κυριακάτικης προσευχής δεν είναι άλλο από το «αγιασθήτω το όνομά Σου». Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η προσευχή αυτή είναι εσχατολογική, δηλαδή αναφέρεται στην τελική κατάσταση του κόσμου, είναι σαφές ότι αυτό που ζητούμε στο «Πάτερ ημών» είναι να δοξασθεί ο Θεός από όλο τον κόσμο, να έλθει η στιγμή που όλος ο κόσμος  θα πει μαζί με τα Χερουβείμ αυτό που είδε και άκουσε ο Ησαΐας στο όραμά του: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου! ωσαννά εν τοις υψίστοις».

Οι άγιοι δεν επιζητούν τη δική τους δόξα, αλλά τη δόξα του Θεού. Ο Θεός δοξάζει τους αγίους, όχι με τη δική τους δόξα, αλλά με την ίδια Του τη δόξα. Οι άγιοι αγιάζονται και δοξάζονται όχι με μια αγιότητα και μια δόξα που πηγάζει από μέσα τους, αλλά με την αγιότητα και τη δόξα του ίδιου του Θεού (πρβ. βυζαντινή αγιογραφία – χρήση φωτός απ’ έξω προς τα έσω κ.λπ.). Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τη θέωση των αγίων.

Όπως αποσαφηνίστηκε κατά τις ησυχαστικές έριδες του 14ου αιώνα, σε αντίθεση προς τη δυτική θεολογία, η οποία έκανε λόγο για «κτιστή» χάρη, δηλαδή χάρη και δόξα που ανήκει στην ίδια τη φύση των ανθρώπων δοσμένη από τον Θεό κατά τη δημιουργία, η Ορθόδοξη θεολογία, όπως την ανέπτυξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι άλλοι ησυχαστές των χρόνων εκείνων, αντιλαμβάνεται το φως που βλέπουν οι άγιοι και τη δόξα που τους περιβάλλει ως «άκτιστες» ενέργειες του Θεού, δηλαδή ως το φως και τη δόξα αυτού του ίδιου τού Θεού. Ο πραγματικός άγιος, είναι εκείνος που δεν επιζητεί με κανένα τρόπο τη δική του δόξα, αλλά μόνο τη δόξα του Θεού. Όταν επιζητεί κανείς τη δική του δόξα, χάνει την αγιότητά του, γιατί σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει άλλος άγιος εκτός από τον Θεό. Αγιότητα σημαίνει μετοχή και κοινωνία στην αγιότητα του Θεού – αυτό σημαίνει άλλωστε θέωση. Κάθε αγιότητα που στηρίζεται στις αρετές μας, στην ηθική μας, στα προσόντα μας, στην άσκησή μας κ.λπ. είναι δαιμονική, και δεν έχει καμιά σχέση με την αγιότητα της Εκκλησίας μας. Από τις παρατηρήσεις αυτές γίνεται φανερό γιατί η κατ’ εξοχήν πηγή της αγιότητας βρίσκεται στη Θεία Ευχαριστία. Ας αναλύσουμε κάπως τη θέση αυτή.

Είπαμε ότι δεν υπάρχει άλλη αγιότητα από εκείνη του Θεού, και ότι οι άγιοι δεν διαθέτουν δική τους αγιότητα, αλλά μετέχουν στην αγιότητα του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι στην Εκκλησία δεν έχουμε αγίους, παρά μόνον με την έννοια των ηγιασμένων.
Όταν τον 4ο αιώνα μ.Χ. γίνονταν συζητήσεις σχετικά με τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, το κύριο επιχείρημα του αγίου Αθανασίου, για να αποδείξει ότι το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός και όχι κτίσμα, ήταν ότι το Άγιο Πνεύμα δεν αγιάζεται, αλλά μόνον αγιάζει. Αν αγιαζόταν, θα ήταν κτίσμα, διότι τα κτίσματα, και συνεπώς και οι άνθρωποι, δεν αγιάζουν, αλλά αγιάζονται. Ο Χριστός στην αρχιερατική προσευχή Του, που διασώζεται στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο και την ακούμε στο πρώτο από τα «δώδεκα Ευαγγέλια» της Μ. Πέμπτης, λέγει τη βαρυσήμαντη φράση προς τον Πατέρα: «υπέρ αυτών (των μαθητών και των ανθρώπων, κατ’ επέκταση) εγώ αγιάζω εμαυτόν, ίνα και αυτοί ώσιν ηγιασμένοι εν αληθεία». Τα λόγια αυτά λέγονται λίγο πριν από το Πάθος και σε σχέση με τον Μυστικό Δείπνο, έχουν δε ευχαριστιακό νόημα: ο Χριστός με τη θυσία Του αγιάζει ο ίδιος (ως Θεός) τον εαυτό Του (ως άνθρωπος) για ν’ αγιασθούμε εμείς κοινωνώντας το σώμα και το αίμα Του. Με τη συμμετοχή μας στη Θεία Ευχαριστία αγιαζόμεθα, δηλαδή γινόμαστε άγιοι κοινωνώντας με τον έναν και μόνον άγιο, τον Χριστό.

Ίσως δεν υπάρχει πιο αποκαλυπτικό σημείο της ζωής του χριστιανού του τι είναι αγιότητα, από την εκφώνηση του ιερέως, όταν υψώνει το Τίμιο Σώμα λίγο πριν από τη Θ. Κοινωνία: «τα άγια τοις αγίοις», δηλαδή το Σώμα του Χριστού και το Αίμα Του είναι άγια και προσφέρονται στους «άγιους», τα μέλη της Εκκλησίας προς κοινωνίαν. Η απάντηση του λαού στην εκφώνηση αυτή είναι συγκλονιστική, και συνοψίζει όσα είπαμε πιο πάνω: «εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός». Ένας είναι μόνον άγιος, ο Χριστός – εμείς είμαστε αμαρτωλοί – και η αγιότητά Του, στην οποία καλούμεθα να συμμετάσχουμε και εμείς οι αμαρτωλοί, δεν αποβλέπει σε τίποτε άλλο από τη δόξα τού Θεού (εις δόξαν Θεού Πατρός). Την ώρα εκείνη η Εκκλησία βιώνει την αγιότητα στο αποκορύφωμά της. Με την ομολογία «εις άγιος», κάθε αρετή μας και κάθε αξία μας εκμηδενίζονται μπροστά στην αγιότητα του μόνου άγιου. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να προσερχώμεθα στη Θ. Κοινωνία χωρίς προπαρασκευή και αγώνα για την άξια προσέλευσή μας. Σημαίνει όμως ότι όσο και αν προετοιμαστούμε, δεν γινόμαστε άγιοι προτού κοινωνήσουμε. Η αγιότητα δεν προηγείται της ευχαριστιακής κοινωνίας, αλλ’ έπεται. Αν είμαστε άγιοι πριν κοινωνήσουμε, τότε προς τι η Θ. Κοινωνία; Μόνον η μετοχή στην αγιότητα του Θεού μας αγιάζει, και αυτό είναι που μας προσφέρει η Θ. Κοινωνία. 

Από την παρατήρηση αυτή πηγάζει μια σειρά από αλήθειες που έχουν σχέση με το θέμα μας.

Η πρώτη είναι ότι κατανοούμε με τον τρόπο αυτό γιατί, όπως αναφέραμε στην αρχή της ομιλίας μας, στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου όλα τα μέλη της Εκκλησίας καλούνται «άγιοι», παρά το ότι δεν χαρακτηρίζονται από ηθική τελειότητα. Εφ’ όσον αγιότητα για τους ανθρώπους σημαίνει μετοχή στην αγιότητα του Θεού, όπως αυτή προσφέρεται από τον Χριστό, ο Οποίος υπέρ ημών αγιάζει εαυτόν με τη θυσία Του, όλα τα μέλη της Εκκλησίας, που μετέχουν στον αγιασμό αυτό μπορούν να καλούνται «άγιοι».
Με την ίδια «λογική», στη γλώσσα της Εκκλησίας ήδη από τους πρώτους αιώνες και τα στοιχεία της Ευχαριστίας έλαβαν το όνομα «τα άγια» (πρβ. τα άγια τοις αγίοις»), παρά το ότι από τη φύση τους δεν είναι άγια. Και με την ίδια αιτιολογία η Εκκλησία πολύ νωρίς επίσης απένειμε τον τίτλο «άγιος» στους επισκόπους. Πολλοί σκανδαλίζονται σήμερα όταν λέμε «ο άγιος δείνα» (ένας δημοσιογράφος που είχε ως κύριο έργο του να προβάλλει σκάνδαλα επισκόπων, είχε καθιερώσει τη γραφή ο άγιος – εντός εισαγωγικών – δείνα. Πλήρης άγνοια της σημασίας του όρου άγιος).Ο Επίσκοπος  καλείται κατ’ αυτόν τον τρόπο όχι για τις αρετές του, αλλά γιατί εικονίζει στη Θ. Ευχαριστία τον μόνον άγιο, ως εικών του Χριστού και ως καθήμενος εις τόπον και τύπον Θεού, κατά τον άγιο Ιγνάτιο. Η θέση του επισκόπου στη Θ. Ευχαριστία είναι εκείνη που δικαιολογεί τον τίτλο «άγιος». Ο Ορθόδοξος λαός, πριν υποστεί τη διάβρωση του ευσεβισμού   δεν είχε καμία δυσκολία να χρησιμοποιεί τη γλώσσα του εικονισμού, και βλέπει τον ίδιο τον Χριστό στο πρόσωπο εκείνου, που τον εικονίζει μέσα στη Θ. Λειτουργία, δηλαδή στον επίσκοπο.
Έτσι η Θ. Ευχαριστία είναι η κατ’ εξοχήν «κοινωνία αγίων». Σ’ αυτήν αποβλέπει η άσκηση των οσίων, η οποία δεν είναι ποτέ σκοπός, αλλά μέσο προς τον σκοπό, που είναι η ευχαριστιακή κοινωνία. Το σημείο αυτό λησμονείται και παραβλέπεται από πολλούς σύγχρονους θεολόγους, ακόμα και Ορθοδόξους, οι οποίοι, ιδιαίτερα στις μέρες μας, τείνουν να ταυτίσουν την αγιότητα με την άσκηση.
Η περίπτωση της οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας όμως είναι εύγλωττη. Επί σαράντα χρόνια ασκήθηκε σκληρά για να καθαρθεί από τα πάθη, αλλά όταν κοινώνησε των αχράντων Μυστηρίων από τον άγιο, τότε ετελεύτησε τον βίο έχοντας αγιασθεί. Ο σκοπός της ασκήσεώς της ήταν η ευχαριστιακή κοινωνία. Θα ήταν αγία η οσία Μαρία, αν είχε καθαρθεί από τα πάθη αλλά δεν είχε κοινωνήσει; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική.
Αλλά η Θ. Ευχαριστία είναι το αποκορύφωμα του αγιασμού, όχι μόνο γιατί αυτή προσφέρει στον άνθρωπο την τελειότερη και πληρέστερη ένωση (σωματική και πνευματική) με τον μόνον άγιο, αλλά και διότι αποτελεί τον πιο τέλειο εικονισμό της Βασιλείας τού Θεού, δηλαδή της καταστάσεως εκείνης, στην οποία θα αγιάζεται και θα δοξάζεται από όλη την κτίση αιώνια και αδιάκοπα ο «άγιος, άγιος, άγιος, Κύριος Σαβαώθ».

Από το βιβλίο «Αγιότητα, ένα λησμονημένο όραμα», εκδ. Ακρίτας.



ΣΧΟΛΙΟ : Άς προσέξουμε τήν κακοποίηση τού κειμένου τού Ευαγγελίου, προκειμένου νά οδηγήσει τό νόημα εκεί πού θέλει. Άς δούμε πού θέλει νά τό πάει.

Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο:
14 ἐγὼ δέδωκα αὐτοῖς τὸν λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου. 15 οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ' ἵνα τηρήσῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ. 16 ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰσὶν καθὼς ἐγὼ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰμὶ. 17 ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστι. 18 καθὼς ἐμὲ ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον, κἀγὼ ἀπέστειλα αὐτοὺς εἰς τὸν κόσμον· 19 καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ. 20 Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ

Άς προσέξουμε ιδιαιτέρως αυτή τήν φράση: "«υπέρ αυτών (των μαθητών και των ανθρώπων, κατ’ επέκταση) εγώ αγιάζω εμαυτόν"

"Έτσι η Θ. Ευχαριστία είναι η κατ’ εξοχήν «κοινωνία αγίων». Σ’ αυτήν αποβλέπει η άσκηση των οσίων, η οποία δεν είναι ποτέ σκοπός, αλλά μέσο προς τον σκοπό, που είναι η ευχαριστιακή κοινωνία."

Μάς λέει σχεδόν ότι ο Κύριος κοινώνησε καί αγιάστηκε! 
Καί τί λέει τό ευαγγέλιο χωρίς τήν κακοποίηση του Ζηζιούλα;
"ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστι."
 Η ΑΛΛΟΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΥΠΟΦΟΡΗ. ΑΛΛΑ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑΝΟΗΤΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ, ΔΙΟΤΙ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΙ ΤΟ ΡΑΣΣΟ, ΤΑ ΑΞΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΤΙΤΛΟΥΣ. 
ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΠΕΙΘΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΤΡΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΟΣ.
Αμέθυστος


Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Μιλτιάδης Κωνσταντίνου (Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ), Ο ελληνόφωνος Ιουδαϊσμός της εποχής του Απ. Παύλου και η συμβολή του στη διάδοση της χριστιανικής πίστης


Περίληψη από τον πανηγυρικό του εορτασμού του απ. Παύλου στο αμφιθέατρο της Ι. Μ. Βλατάδων
Ο κ. Κωνσταντίνου σημείωσε εξαρχής ότι αν και η διασπορά του ελληνόφωνου Ιουδαϊσμού είχε ποικιλομορφία, το κέντρο των ιουδαϊκών κοινοτήτων ήταν παντού η συναγωγή.
http://blogs.auth.gr/moschosg/files/2013/06/Vlatadon_1.jpgΉδη από τον 3ο αι. π.Χ. οι συναθροίσεις των Ιουδαίων της διασποράς αναφέρονται παντού με τον όρο προσευχαί. Ο Λουκάς στις Πράξεις μας πληροφορεί σχετικά με την ιεραποστολική δράση του Παύλου ότι ο κορυφαίος απόστολος άρχιζε πάντα το κήρυγμα από τη συναγωγή της πόλης. Οι Ιουδαίοι της εποχής του Παύλου κινούνταν μεταξύ των δύο άκρων. Πλήρη ένταξη στην ευρύτερη κοινωνία του ελληνορωμαϊκού κόσμου από τη μία ή γκετοποίηση από την άλλη. Ο ομιλητής αναφέρθηκε στον Φίλωνα αλλά και στον απ. Παύλο ως τα δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα Ιουδαίων της διασποράς, οι οποίοι γνώριζαν καλά την ελληνική γλώσσα και τη φιλοσοφία χωρίς να έχουν απαρνηθεί τις θρησκευτικές τους ιδέες. Στον Ιουδαϊσμό σε σχέση με τον ελληνισμό τα θρησκευτικά στοιχεία υπερτερούν και συνεπώς είναι λογικό να συγκρούονται μεταξύ τους. Ο Φίλωνας όμως δεν κατηγορήθηκε ποτέ για συμβιβασμό από τους Ιουδαίους της εποχής του. Η πλέον ακλόνητη απόδειξη ότι η αποδοχή της ελληνικής γλώσσας από τους Ιουδαίους δεν σημαίνει συμβιβασμό είναι η μετάφραση των Ο΄. Σήμερα όλοι γνωρίζουμε τη σπουδαιότητα αυτής της μετάφρασης για τις βιβλικές σπουδές. Την εποχή που ο απ. Παύλος δραστηριοποιείται ιεραποστολικά είχε ν’ αντιμετωπίσει δύο θεωρήσεις του κόσμου, εντελώς αντίθετες μεταξύ τους, δηλαδή δύο διαφορετικές παραδόσεις: την ελληνική και την ιουδαϊκή. Για να κατανοήσει ο Έλληνας τι είναι το ευαγγέλιο έπρεπε προηγουμένως να πάρει μια απάντηση στο ερώτημα τι είναι ο Χριστός. Τέλος, ο κ. Κωνσταντίνου τόνισε ότι μόνο μέσα από τη δημιουργική συνάντηση των δύο παραπάνω παραδόσεων οι Ιουδαίοι εξακολούθησαν να υπάρχουν, αλλιώς δεν θα είχαν ελπίδα σωτηρίας.
 

Μόσχος Γκουτζιούδης 
Λέκτορας Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ 
ΣΧΟΛΙΟ : ΤΟ ΝΕΟ ΑΡΧΕΤΥΠΟ ΤΟΥ ΜΟΣΧΟΥ ΤΟΥ ΣΙΤΕΥΤΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ. ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΕΚΤΩΡ ΠΟΥ ΛΑΛΕΙ ΤΡΙΣ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΡΟΔΙΔΕΙ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ. 
Τί μάς λέει τό ξεδοντιασμένο σκυλί ο Κωνσταντίνου; Πώς η μετάφραση τής βίβλου τελικώς απεδείχθη πολύτιμος γιά την βιβλική επιστήμη. Πώς ο Παύλος ήταν ιεραπόστολος, όπως καί ο ίδιος, πώς κήρυττε στίς συναγωγές, όπως καί ο ίδιος.
Δέν υπάρχει ούτε εκκλησία, ούτε πίστη, ούτε Χριστιανισμός, ούτε Θεάνθρωπος στήν περίληψη.
Άς προσέξουμε καί τήν φράση : "Για να κατανοήσει ο Έλληνας τι είναι το ευαγγέλιο έπρεπε προηγουμένως να πάρει μια απάντηση στο ερώτημα τι είναι ο Χριστός."
Εκτός όλων τών άλλων, οι Έλληνες δέν πίστεψαν κατανόησαν, όπως ο ίδιος. Ενώ οι σημερινοί του εχθροί, οι φονταμενταλιστές, πιστεύουν, δέν κατανοούν.
Αμέθυστος