Τρίτη 25 Μαρτίου 2025

Άγιος Πορφύριος o Καυσοκαλυβίτης_ Να ‘χα δύο μεγάφωνα να τα βάλω στα πεύκα και να βάλω στο μαγνητόφωνο το «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον…»

— Καλημέρα και χρόνια πολλά! Να έχομε την ευλογία της Παναγίας μας. Εύχομαι για όλους. Είμαι πολύ χαρούμενος για την Παναγία μας. Σήμερα σας φίλησα όλους. Φίλησα τον Δημοσθένη, τον Κοσμά, τον Θωμά, όλους. Αλλά δεν με καταλάβανε. Αυτό έγινε μυστικά. «Εν Χριστώ πάντες εν εσμέν». Αφήστε με να ψάλω:
«Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις ο Υιός του Θεού Υιός της Παρθένου γίνεται και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται διό και ημείς συν αυτώ τη Θεοτόκω βοήσωμεν• Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου».
Πείτε το κι εσείς. Πείτε το πάλι, πιο ωραία. Δεν το χορταίνω! […]
Αυτό είχε προαναγγελθεί από αιώνες. Πώς το λέγει η καταβασία των Χριστουγέννων;
«Τω προ των αιώνων εκ Πατρός γεννηθέντι αρρεύστως Υιώ και έπ’ εσχάτων εκ Παρθένου σαρκωθέντι ασπόρως, Χριστώ τω Θεώ βοήσωμεν ο ανυψώσας το κέρας ημών άγιος ει Κύριε».
Να ζήσετε το μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως. «Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών…».
Τα λέγω από μέσα μου και κλαίω.
Το Άγιον Πνεύμα τα έχει φτιάξει, το «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον…» και το «Η Γέννησίς σου…», δεν τα έφτιαξε άνθρωπος. Είναι πλούσια σε νοήματα και βάθος. Λέξεις πολύ δυνατές. Πολύ βαθύ περιεχόμενο. Ψάλτε τα. […]
Λίγο καταλαβαίνεις. Αλήθεια σας λέγω, δεν το έγραψαν άνθρωποι αλλά το Άγιον Πνεύμα. Κλαίω, κάθε φορά πού το ακούω. Όσες φορές κι αν το σκεφθώ, συγκινούμαι πάντοτε. Χριστέ μου, Χριστούλη μου! Πείτε το πάλι, αλλά με απαγγελία ωραία. Διαβάστε τώρα δεν μπορώ να μιλήσω, δεν μπορώ, δεν έχω δυνάμεις, έχω καταπέσει, πρέπει να σηκώνομαι και να βιάζω τον εαυτό μου.
Πολύ συγκινούμαι, γέμισαν δάκρυα τα μάτια μου. Κι επειδή είμαι ξαπλωμένος, δεν κυλούν προς τα κάτω και είναι γεμάτα δάκρυα τα μάτια μου. Όλη την ημέρα αν μου το λέεις το τροπάριο, θα συγκινούμαι συνεχώς. Να ‘χα δύο μεγάφωνα να τα βάλω στα πεύκα και να βάλω στο μαγνητόφωνο το «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον…» και το «Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών…» και να τα πάρει ο αέρας να τα πάει στο βοριά και στο νοτιά, ν’ ακουστεί μακριά, να τ’ ακούσει όλη η κτίσις και η φύσις!
 ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΑΥΤΟ ΣΥΝΕΒΗ  ΑΝΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΟ ΕΤΟΣ 1987.
Πηγή: «Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Λόγοι περί πνευματικής ζωής» Ι. Μ. Χρυσοπηγής – Χανιά 2010.

Καταρρίπτοντας τις ανοησίες για την Επανάσταση - #Μελέτης #Μελετόπουλος #1821


Οι υποστοχαστές - Ρομπέρτο ​​Πεκιόλι

Ούτε στο μπαρ δεν βρίσκει κανείς ησυχία. Σε μια πελάτισσα που αμφέβαλλε για ένα κρασί, ο ιδιοκτήτης απάντησε ενοχλημένος ότι «η μάρκα είναι η καλύτερη από όλες, το είπε η Τεχνητή Νοημοσύνη».

Δεν ξέραμε - καταραμένη άγνοια - τις σομελιέ δεξιότητες του μαγικού κουτιού, αλλά μας εντυπωσίασε η τυφλή πίστη στην κρίση ενός τεχνολογικού μηχανισμού. Μια έκφραση που αποδίδεται στον Αυγουστίνο τής Ιππώνος έρχεται στο μυαλό: Roma locuta, causa finite (Η Ρώμη μίλησε, η υπόθεση έκλεισε). Το ζήτημα (του Prosecco...) επιλύεται από μια απόλυτη, ανέκκλητη αρχή/αυθεντία. Μια μηχανή που είναι αντικείμενο λατρείας ή μάλλον πίστης.

Η Τεχνητή Νοημοσύνη διευθετεί κάθε συζήτηση από τα ύψη μιας δύναμης, μιας αύρας αλάθητου ανώτερης από κάθε χρησμό ή θεότητα. Η τεχνική αποθεώνεται και στο μεταξύ μας απαλλάσσει από τη σκέψη, την κρίση, το βάρος του συλλογισμού ή την ανεξάρτητη επίλυση προβλημάτων.

Έχουμε γίνει υποστοχαστές. 
Ή καλύτερα απο-σκεπτόμενοι, απελευθερωμένοι από ένα αφόρητο άγχος, τον προβληματισμό που προκαλεί πονοκέφαλο και μας αναγκάζει να λάβουμε υπόψη διαφορετικές απόψεις, ιδέες, οπτικές. Ένα εγχείρημα κουραστικό, βαρετό, επιρρεπές σε λάθη. Καλύτερη είναι η καθησυχαστική κοινή γνώμη, ειδικά αν είναι αδιαμφισβήτητη επειδή παράγεται (το ρήμα πρέπει να οδηγεί σε προβληματισμό) από μηχανή.

Ο ψυχολόγος Roberto Marchesini γράφει ότι «η απώλεια της ικανότητας να πραγματοποιούμε κάποιες ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της σκέψης, σημαίνει ότι η τεχνολογία μας βυθίζει στη Λίθινη Εποχή». Της ευφυΐας, της ελευθερίας. Πολύ δύσκολο να καταλάβουμε: η έτοιμη λύση είναι καλύτερη, μόλις ένα κλικ στο smartphone σας ή στο GPT Chat που υποστηρίζεται από τεχνητή νοημοσύνη. Απαλλαγμένοι από αμφιβολίες, αφού μόνο αυτοί που στοχάζονται αμφισβητούν το τι υπάρχει.

Το μηχάνημα κάνει τα υπόλοιπα, με τις συσκευασμένες απαντήσεις του να καλύπτονται από τεχνοεπιστημονικό αδιαμφισβήτητο και παντοδυναμία. Είναι λυσάρι: υπάρχουν λύσεις για όλα, που τίς προσφέρει η τεχνολογία. Για να επιλύσετε τα πάντα, κάντε κλικ εδώ. Γιατί να βασιζόμαστε σε νόμους, κράτη, θεσμούς, ιδέες, σύνθετους συλλογισμούς, προσπάθειες, όταν έχουμε αισθητήρες και βρόχους ανατροφοδότησης στη διάθεσή μας; Η τεχνολογία υπάρχει για έναν σκοπό, να μας βοηθήσει, λένε οι γνωρίζοντες. Είναι μοντέλο διακυβέρνησης και πολιτικό πρόγραμμα.

Το μόνο ελάττωμα: έχει συλληφθεί και χρησιμοποιείται ενάντια στο ανθρώπινο πρόσωπο και τις ελευθερίες του. Αντί να κυβερνά τις αιτίες των προβλημάτων, μια επιχείρηση που απαιτεί θάρρος, φαντασία, νοητική ευελιξία για να κυριαρχήσει η πολυπλοκότητα, περιορίζεται στον έλεγχο των επιπτώσεων για να προσφέρει τη λύση για μαζική χρήση. Ένα γλυκό ναρκωτικό για ικανοποιημένους σκλάβους. Η τεχνολογία δεν έχει άλλο σκοπό από το να λειτουργεί. Τα άκρα ανήκουν σε αυτούς που το ταΐζουν, το ελέγχουν, το επιβάλλουν.

Δεν πρόκειται, αν όχι οριακά, για εμπλουτισμό. Το επαναλαμβάνουμε μέχρι εξάντλησης. Ο στόχος είναι πρώτα ο έλεγχος, μετά η κυριαρχία, πάνω σε μια ανθρωπότητα υποστοχαστών, μια ανθρωπολογική μετάλλαξη στην οποία βασιζόμαστε - ή παραδίδουμε τον εαυτό μας - στην τεχνολογία χωρίς αντισώματα. Ο δρόμος προς τη βλακεία λόγω του αυτοματισμού των νοητικών διεργασιών, τον τυφλό φιντεϊσμό στις μηχανικές διεργασίες ανιχνεύεται, ο αυτοκινητόδρομος του πνευματικού κενού, χωρίς κριτική συνείδηση, χωρίς ιστορική μνήμη ή πολιτισμό. Όταν χρειάζεται (άλλο ρήμα που ανατριχιάζει σε όσους σκέφτονται) απλά κάντε κλικ στο πληκτρολόγιο, σκύβοντας πάνω στη συσκευή, πληκτρολογήστε την κατάλληλη ερώτηση και σε πραγματικό χρόνο (η τυραννία του παρόντος κατευθύνεται από το Υπουργείο Προόδου) εμφανίζεται η απάντηση. Εύκολο, πειστικό, αδιαμφισβήτητο, μοναδικό, κατάλληλο για λεξιλόγιο και διεκδικητική γλώσσα για το μέσο, ​​δηλαδή ελάχιστο κοινό.

Η μεταμοντερνικότητα είναι ένα γιγάντιο μαζικό στριπτίζ, το στριπτίζ των σκέψεων, της γνώσης, της ελευθερίας. Όπως σε παραστάσεις όπως αυτή, ξεφορτώνεσαι τα πάντα. Τα φορέματα βγαίνουν ένα-ένα μέχρι να πέσει και το τελευταίο πέπλο μέσα στο χειροκρότημα του κοινού. Εγκεφαλικό γυμνό με τη μορφή κομφορμισμού.

Η αλήθεια γιατί το είπε η Τεχνητή Νοημοσύνη ή η τηλεόραση ή η επιστήμη. Οι νέες θρησκείες χωρίς Θεό, έχουν ανάγκη από υποθετικούς πιστούς.
Στις αγορές του παρελθόντος, την προσοχή τραβούσαν φωνάζοντας τα εγκώμια των εμπορευμάτων. Ένας μανάβης στη γειτονιά μου απευθυνόταν στους αγοραστές επαναλαμβάνοντας: όποιος το σκέφτεται μένει χωρίς αυτό. Ένας τέλειος ψυχολόγος της γλώσσας που εφαρμόζεται στο μάρκετινγκ, ένας άγνωστος κύριος των μαζικών νοητικών μηχανισμών. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε, αλλά να αγοράζουμε: προϊόντα, ιδέες, απόψεις. Γρήγορα, ξαφνικά, χωρίς να το σκεφτούμε. Αν σταματήσουμε για να σκεφτούμε, το τέχνασμα τού κράχτη καταρρέει.
Τελικά περιορίστηκαν στην αντικατάσταση των χθεσινών αρχών -Θεός, πατρίδα, οικογένεια, ταξική πάλη, κοινωνική δικαιοσύνη- με νέες πεποιθήσεις, λειτουργικές για τον υποθετικό κόσμο.

Αυτός που σκέφτεται αξιολογεί, κρίνει, απορρίπτει, επιλέγει. Αυτό ακριβώς που απαγορεύει ο αντίστροφος κανόνας της συγχρονικότητας. Αν σκέφτεστε, το κάνετε με βάση ένα σύστημα επανασχεδιασμένων αξιών, μια αλυσίδα μετάδοσης που η νεωτερικότητα αποφάσισε να διακόψει. Όλα όσα παραλάβαμε είναι ψευδή, όσα λέει η μηχανή είναι αληθινά, στα οποία αποδίδονται αρετές αντικειμενικότητας που δεν κατέχει. Η τεχνολογία δεν είναι ποτέ ουδέτερη, αλλά η χαμηλής σκέψης ανθρωπότητα δεν το ξέρει πια, γιατί αν το σκεφτεί, μένει χωρίς αυτήν, όπως θέλει η μεγαμηχανή της διαφήμισης, της προπαγάνδας και της κατήχησης.

Έχουμε πολλά άχρηστα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του διχασμού σε δευτερεύοντα ζητήματα, τους έντεχνα στημένους καβγάδες στα τηλεοπτικά talk show, των διαφωνιών στις οποίες είμαστε σαν τα καπόνια του Renzo που πιάστηκαν αλλά προορίζονταν για το τραπέζι του δικηγόρου Azzeccagarbugli*. Πάντα μας εντυπωσίαζε ένας προβληματισμός του οποίου δεν θυμόμαστε τον συγγραφέα: τα πρόβατα φοβούνται τον λύκο, αλλά ο βοσκός είναι αυτός που τα σκοτώνει. Φυσικά, αφού τα ταΐσει και τα έχει παχύνει, αφού αυτό είναι το ενδιαφέρον του. Πιστεύουμε στις μόδες, δηλαδή στις επιλογές των άλλων, μας ενοχλεί το διάβασμα και οτιδήποτε θέλει προσοχή, μελέτη, προσωπική επεξεργασία. Είναι η ώρα της selfie στην οποία αναπαράγουμε τον εαυτό μας και ο κόσμος γίνεται το φόντο ή μάλλον η τοποθεσία.

Οι καθεδρικοί ναοί δεν χτίστηκαν για τον τουριστικό οδηγό, ο Nicolàs Gòmez Dàvila βρόντηξε τό ανήκουστο. Ο πολιτισμός της εικόνας είναι από τη φύση του άμεσος, ο εχθρός του βάρους της σκέψης: οι καθεδρικοί ναοί χτίστηκαν για να φωτογραφίζονται με το «εγώ» στο κέντρο.

Το στριπτίζ των σκέψεων -άρα του πολιτισμού- παράγει μια μαζική ηδονοβλεψία στην οποία ισχύει και μετράει αυτό που φαίνεται. Δεν έχει σημασία τι είμαι, σημασία έχει ότι έχω μια μάρκα, ένα πληρωμένο υποκατάστατο της χαμένης ταυτότητας, τι φοράω, χρησιμοποιώ, καταναλώνω. Ταυτότητα σημαίνει επίγνωση του τι είναι κανείς, αλλά μόνο εκείνοι που σκέφτονται γνωρίζουν. Το Εγώ δεν είναι ο Εαυτός.

Ακόμα και η μουσική δεν είναι πια μουσική, ένα θορυβώδες soundtrack σε μια υπαρξιακή ερημιά πνιγμένη στον επαναλαμβανόμενο ρυθμό του ραπ και του τραπ, με στίχους που διαπερνούν τη βλακεία, το μητροπολιτικό ύφος και την εξύμνηση του ανήθικου μοντέλου της επιτυχίας, των εμπειριών hit-and-run. Η στιγμή εκείνων που αν το καλοσκεφτούν μένουν χωρίς αυτό. Η κοινωνική ψυχολογία ανακάλυψε ένα νέο σύνδρομο, χαρακτηριστικό της απουσίας σκέψης: ονομάζεται FOMO (fear of missing out = φόβος της απώλειας), ο φόβος να μείνεις έξω, να χάσεις κάτι στο τσίρκο των γεγονότων, μια ασθένεια του ανέμελου κομφορμισμού, δηλαδή, χωρίς σκέψη.

Κανείς δεν θέλει να είναι έξω από το κοπάδι ακόμα και με την πεποίθηση ότι είναι μοναδικός, ξεχωριστός. Ταξιδιώτες του ίδιου που βρίσκουν το ίδιο παντού, καθησυχαστικό, απαλλαγμένο από κρίση, αντιγράφουν και επικολλούν χωρίς μάτια να βλέπουν, μυαλό για να κρίνουν πέρα ​​από το «like-not-like» των κοινωνικών δικτύων, άμεσο, οριστικό, χωρίς λόγο. Φωτογραφίζουν μέρη για να βεβαιώσουν ότι έχουν πάει εκεί.

Σηκώνουν ή κατεβάζουν τον αντίχειρα στις πυραμίδες, τη Μόνα Λίζα, τους Καταρράκτες του Νιαγάρα, ανάλογα με τη διάθεσή σας. Μη τόποι για μη άνθρωπους.

Ο Προυστ ισχυρίστηκε ότι έδινε λίγη αξία στην ευφυΐα. Ίσως προμήνυε την ατροφία της τεχνικότητας, την αδυναμία -αυτός ο αναζητητής, ο μάντης του χαμένου χρόνου- να δραπετεύσει από τη φυλακή της στιγμής. Όποιος το σκέφτεται μένει χωρίς αυτό. Χωρίς τι, αν όχι το μεγάλο δυτικό ξενώνα, την επιδεικτικά γκέι (χαρούμενη) μηδενιστική αδιαφορία για να καλύψει το τίποτα, τον θάνατο της μεταφυσικής και της τέχνης, που ανάγεται σε υποκειμενική δημιουργικότητα, όσο ανθυγιεινή κι αν είναι, ή σε παραξενιά, εκκεντρικότητα, δηλαδή απώλεια του κέντρου;

Ο ατομικισμός οδηγεί στον υλισμό, δηλαδή, σύμφωνα με τον Giovanni Gentile, στην κατάρρευση κάθε ηθικής. Ο υποστοχαστής επικεντρώνεται στον εαυτό του, ανίκανος για γενναιόδωρες ή προσανατολισμένες στο μέλλον πράξεις. Δεν φυτεύει δέντρα για άλλη γενιά όπως ο αγρότης. προτιμά την κίνηση χωρίς κατεύθυνση, το χάμστερ είναι ξένο στη διαλογιστική σκέψη (Χάιντεγκερ) ή στην ήρεμη εσωτερικότητα όσων ξέρουν να σταματούν, να στοχάζονται, να παρατηρούν, την οποία ο Φράνκο Κασάνο ονόμασε μεσημβρινή σκέψη, ικανή να υπερβαίνει τον γραμμικό χρόνο, να αντιπαλέψει την πυρετώδη κυριαρχία της στιγμής, κερδίζοντας παράταση στο όνομα του βάθους.

Το υποθετικό άτομο δεν είναι κληρονόμος. καταβροχθίζει ό,τι έχει και δεν αφήνει κληρονομιά. Ακόμα κι όταν αγαπά, είναι για μια στιγμή, μια φλόγα που σύντομα διαλύεται σε στάχτη. Κανείς δεν ακούει πλέον την προειδοποίηση του Έζρα Πάουντ: «Αυτό που αγαπάς αληθινά δεν θα σου αφαιρεθεί. Αυτό που αγαπάς πραγματικά είναι η  κληρονομιά σου». Ο υποστοχαστής δεν θέλει κληρονόμους γιατί δεν αγαπά.

Το πολύ-πολύ να καίει συναισθήματα. Στον κόσμο που όλα επιτρέπονται, το νέο -η μόνη τροφή για τον εγκέφαλο που δεν σκέφτεται- είναι το όπιο των ανθρώπων. Μόνο ο Παζολίνι θα μπορούσε να το πει, ένας αντιδραστικός που υπερασπιζόταν τον ολοζώντανο φιλοκομμουνισμό του και την πανοπλία της παραβατικής εμπειρίας που βιώθηκε από πρώτο χέρι, όχι σαν μια κουρασμένη επανάληψη των χειρονομιών των άλλων.

Ωστόσο, οι υποστοχαστές έχουν δίκιο, ζουν πολύ καλύτερα από τους άλλους. Αφήνονται να παρασυρθούν από το ρεύμα πεπεισμένοι ότι το έχουν επιλέξει, αρκετοί φτάνουν να θεωρούν τους εαυτούς τους στοχαστικούς επειδή αγοράζουν ορισμένες εφημερίδες ή ακολουθούν ορισμένους χαρακτήρες. Αγαπούν τη μοίρα τους ως ακόλουθοι - ως οπαδοί - δεν κοιτούν πίσω, ούτε μπροστά ούτε καν στο πλάι, σαν άλογα μέ χαλινάρι καί με παρωπίδες. Τυχεροί αυτοί που δεν ξέρουν την εσωτερική μετανάστευση, την εξορία από την εποχή τους, αγνοούν την άνοδο της άγνοιας, τη διεύρυνση της ασχήμιας, δεν αναγνωρίζουν την περιφρόνηση των κυβερνώντων ομάδων, δαμαστών με το μαστίγιο, το καρότο και την τεχνολογία, δεν παρατηρούν τον ναρκισσισμό που ασκούν και την προσήλωση στις εμπορευματικές αξίες. Μιλούν τη γλώσσα του κυρίαρχου χωρίς να εκφράζουν αντιρρήσεις.

Αυτός που δεν σκέφτεται δεν υποψιάζεται την πιθανότητα να είναι αλλιώς. Το αρχαίο σπήλαιο του Πλάτωνα, οι σκιές στους τοίχους ανταλλαγμένες γιά φως. Ευλογημένοι υποστοχαστές, που δεν μπορούν καν να φανταστούν τον πόνο μιας φράσης όπως αυτή, του Alain De Benoist: «Ανήκω σε μια γενιά που σε διάστημα μιας ζωής είδε μια θρησκεία, έναν πολιτισμό και μια χώρα σχεδόν να εξαφανίζεται». 

Τι θα βάλουν στην επιγραφή τους, αν το σκεφτεί κανείς – ω, μια σκέψη! – να γράψει μία; 
Χαζή ερώτηση: το τίποτα δεν έχει ιστορία.


*Σκηνή από το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Μαντσόνι, Οι Αρραβωνιασμένοι (I Promessi Sposi).  Ο Renzo προσπαθεί να λάβει βοήθεια από τον δικηγόρο Azzeccagarbugli, και του προσφέρει ως δώρο κάποια καπόνια, που είναι καλοθρεμμένα κοτόπουλα. Ο συμβολισμός είναι ισχυρός, καθώς τα καπόνια, παρόλο που είναι πιασμένα και φυλαγμένα, προορίζονται για να καταναλωθούν, αναδεικνύοντας έτσι τη σχέση εξάρτησης και την εκμετάλλευση των απλών ανθρώπων από την εξουσία και τη διαφθορά.

Το δάχτυλο, το φεγγάρι, η θηλιά που σφίγγει - Roberto Pecchioli

Τα μετρητά είναι ελευθερία, το ψηφιακό ευρώ είναι μια θηλιά: το χειρότερο είναι ότι πολλοί θα τρέξουν ευχαρίστως να τήν σφίξουν.

Όταν ο σοφός δείχνει το φεγγάρι, ο ανόητος κοιτάζει το δάχτυλο, λέει ένα συχνά αναφερόμενο κινέζικο ρητό. Τσακωνόμαστε για ασήμαντα ζητήματα καθώς η θηλιά σφίγγει γύρω μας. Μιλάμε για πόλεμο, για επανεξοπλισμό εις βάρος των αποταμιεύσεων που έχουν λεηλατηθεί – συγγνώμη, επενδυθεί – ανεξάρτητα από τη θέλησή μας και στην πρακτική αδυναμία να διαθέτουμε αυτό που είναι δικό μας. Μιλάμε για την ευρωπαϊκή ασημαντότητα, που καλύπτεται από το άγριο πρόσωπο των χάρτινων τίγρεων, στη σκιά του πανταχού παρόντος βρετανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μιλάμε για το ψηφιακό ευρώ και την αδυναμία να ακουστεί η φωνή των πολιτών. Οι εξουσιαστές κάνουν κουμάντο και ακόμη και η ψήφος μπορεί να αγνοηθεί, να στερηθεί νοήματος ή να απορριφθεί όπως στη Ρουμανία. Στην Ιταλία επιτυγχάνουμε το τρομερό κατόρθωμα, ενώ το κοινοβούλιο συζητά πολύ σοβαρά θέματα, να αποσπάσουμε την προσοχή από το φεγγάρι –τα πραγματικά προβλήματα– στο δάχτυλο που το δείχνει.

Το επίπεδο της πολιτικής τάξης είναι τόσο άθλιο και θλιβερό που μετατρέπει ακόμη και τα πιο ευαίσθητα ζητήματα σε φάρσα. Η κοινοβουλευτική παντομίμα στη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική, τον πόλεμο, τα όπλα, την Ευρωπαϊκή Ένωση, έφτασε στο ναδίρ της με την υστερική φιλονικία για το μανιφέστο του Βεντοτένε*. Το έχουμε διαβάσει, σε αντίθεση με εκείνους που μιλούν γι' αυτό μέ φήμες με το πνεύμα των οπαδών των σταδίων (της οπαδικής νοοτροπίας), και επιβεβαιώνουμε ότι είναι ένα αντιφατικό και υπερτιμημένο έγγραφο - πέρα από τον σεβασμό για τους συντάκτες ήταν εξόριστοι στο νησί των ανέμων. 

Ένας τραγέλαφος  στον οποίο οι αποκλίνουσες ιδέες δίνουν ζωή σε ένα δύσπεπτο υβρίδιο πολεμοχαρούς διάθεσης, μη ρεαλιστικού κομμουνισμού, αντιλαϊκού ελιτισμού, μανιασμένης αντεθνικής στάσης, αυταρχικού κρατισμού που βαδίζει προς την παγκόσμια διακυβέρνηση. Είναι ψευδές ότι ήταν η βάση του ιταλικού συντάγματος, το αποτέλεσμα του συμβιβασμού μεταξύ σοσιαλκομμουνιστικής και καθολικής κουλτούρας, με κάποιες φιλελεύθερες-δημοκρατικές φλέβες. Ακόμη λιγότερο αληθής είναι η θέση ότι η ευρωπαϊκή οικοδόμηση γεννήθηκε στο Ventotene. Ο Spaak, ο Adenauer, ο Schuman, ο De Gasperi ήταν χριστιανοδημοκράτες, ο Jean Monnet ένας χρηματοδότης που συνδεόταν με την αγγλόσφαιρα.

Η βίαιη, βασικά παιδαριώδης, αντίδραση των προοδευτικών βουλευτών στα λόγια της Τζόρτζια Μελόνι, που κάποτε ήταν τόσο κοινά, είναι ανησυχητική. Η Ευρώπη του Βεντοτένε δεν είναι δική της, είπε. Ούτε καν η δική μας, αλλά είναι κοντά στις ολιγαρχικές, κατευθυνόμενες ιδέες, διαποτισμένες με περιφρόνηση για τον λαό του Altiero Spinelli, ενός ιταλού και ευρωπαίου βουλευτή στις τάξεις του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Στα αυτοβιογραφικά ημερολόγιά του, παραδέχτηκε ότι είχε δεσμούς με μυστικούς αμερικανικούς κύκλους. Όσο για τη συμπεριφορά του βουλευτή του PD που ουρλιάζει, ξεσπώντας σε κλάματα για το lèse-majesté (την «προσβολή», του «έγκλημα κατά του στέμματος») του Ventotene, η ντροπιαστική συναισθηματική ευθραυστότητα και το γεγονός ότι η αυτοαποκαλούμενη δημοκρατική πολιτική τάξη δεν μπορεί να διανοηθεί ότι οι άλλοι μπορούν να έχουν ιδέες, πολιτιστικούς ορίζοντες, αρχές διαφορετικές από τις δικές του, είναι εντυπωσιακή. Ένα τέλειο παράδειγμα της παρακμάζουσας Δύσης, που είναι ασυνείδητα υπεροπτική και ολοκληρωτική από παβλοφικό αντανακλαστικό.

Αλλά εξακολουθεί να είναι θέμα να κοιτάξουμε το δάχτυλο, όχι το φεγγάρι. Όπως οι εικόνες των διαδηλωτών της 15ης Μαρτίου (που πληρώθηκαν από τους Ρωμαίους φορολογούμενους, ακόμη και από το Πανεπιστήμιο της Πάρμας) κρατώντας το ιερό κείμενο του Spinelli, του Ernesto Rossi, ενός ριζοσπάστη φιλελεύθερου, και του Emilio Colorni, ενός μαρξιστή, που γράφτηκε το 1941. Ένα είδος ιερού βιβλίου που πρέπει να λατρεύεται για έναν πολιτισμό που έμεινε χωρίς πατέρες. Χωρίς ανάσα, αλλά όχι τόσο ασυνεπής όσο αυτή της κεντροδεξιάς, υπό την κυβέρνηση της οποίας η Rai επέτρεψε τον ατελείωτο, ανυπόφορο μονόλογο του γελωτοποιού της αυλής, Roberto Benigni. 
Φτωχή δεξιά, αδιάφορη για τα προπύργια του πολιτισμού και της ψυχαγωγίας, καθώς και ανίκανη να εκφράσει ένα εναλλακτικό όραμα του κόσμου στην προοδευτική βουλγάτα, στη νεοφιλελεύθερη αφήγηση. Ο ηθοποιός της Τοσκάνης ερμήνευσε έναν μονόλογο σάλιου σε ευρωπαική σάλτσα (έναν φλύαρο μονόλογο ευρωπαϊκού προσανατολισμού), γεμάτο με τα πιο πολυφορεμένα κλισέ της κυρίαρχης (υπο)κουλτούρας. Ξεδιάντροπη προπαγάνδα στο μέτριο τίμημα του ενός εκατομμυρίου ευρώ, που πληρώνει ο φορολογούμενος σε έναν κύριο που έχει περάσει από ταινίες όπως Berlinguer, ti voglio bene στο Όσκαρ για La vita è bella,, μια τοιχογραφία του δράματος του Άουσβιτς στο οποίο -ιδού- δεν είναι ο Κόκκινος Στρατός που σώζει τους έγκλειστους, αλλά ο Αμερικανός «μεγάλος αδερφός». Ποιητική άδεια.

Ακόμη και η κριτική στον Benigni επικεντρώνεται στο δάχτυλο και όχι στο φεγγάρι. Ακριβώς αυτό που θέλει η πραγματική εξουσία. Ήρθε η ώρα να κοιτάξουμε το φεγγάρι, δηλαδή τη δυσάρεστη πραγματικότητα. Όσον αφορά τον πόλεμο και τα ευρωπαϊκά ζητήματα, υπάρχει ελάχιστη συζήτηση για τα συμφέροντα της γερμανικής βιομηχανίας και του γαλλικού κόκορα στη διαδικασία αποστράτευσης από το αφρικανικό τερέν. Λίγα λέγονται για την εξαγγελθείσα απαλλοτρίωση των αποταμιεύσεών μας, η οποία θα γίνει – με εντολή των Αφεντικών – επιχειρηματικό κεφάλαιο για τη χρηματοδότηση του επανεξοπλισμού, ο οποίος έχει μετονομαστεί σε Ετοιμότητα 2030 με σεβασμό προς το Newspeak. Αγνοείται η έναρξη, προγραμματισμένη για τον Σεπτέμβριο, του ψηφιακού ευρώ, το οποίο συζητήθηκε με τα φώτα σβηστά (κεκλεισμένων των θυρών) από τους οικονομικούς μπάτλερ της χρηματοοικονομικής ελίτ στις Βρυξέλλες και στα πρώην κυρίαρχα εθνικά κράτη. Η ενοποίηση των αποταμιεύσεων – δηλαδή η νόμιμη λεηλασία τους – και το ψηφιακό νόμισμα της ΕΚΤ, που ονομάζεται CBDC (Central Bank Digital Currency/Ψηφιακό Νόμισμα της Κεντρικής Τράπεζας), χρειάζονται επειγόντως.

Πρόκειται για ένα ψηφιακό μέσο πληρωμής που διαχειρίζεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το οποίο προορίζεται -παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου- να αντικαταστήσει μεσοπρόθεσμα το φυσικό χρήμα. Η ΕΚΤ, εκτός από τη νομισματική έκδοση, γίνεται ο κύριος των μηχανισμών πληρωμών. Η σφραγίδα των τραπεζιτών πάνω στην ύπαρξή μας. Σε συνέντευξή του στο Il Sole 24 Ore, ο αναπληρωτής διευθυντής της Bankitalia (της Τράπεζας της Ιταλίας) εκθειάζει τα προτερήματα του ψηφιακού ευρώ. «Θα είναι χωρίς αποκλεισμούς, προσβάσιμο σε όλους, δωρεάν, θα ενισχύσει τη στρατηγική αυτονομία και τη νομισματική κυριαρχία της ζώνης του ευρώ». Δηλαδή, της ΕΚΤ, όχι των κρατών ή των λαών. Η διαβεβαίωση ότι το σύστημα δεν θα αντλεί πληροφορίες για τις πληρωμές δεν πείθει, δεδομένου ότι θα εξακολουθεί να είναι σε θέση να γνωρίζει όλους τους εμπλεκόμενους σε κάθε συναλλαγή. Ο ψηφιακός Μεγάλος Αδελφός βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο υλοποίησης. Όπως ο Μεγάλος Αδελφός (Big Brother) του Όργουελ, παρακολουθεί και επιβλέπει.

Μπορεί να το κάνει χωρίς όρια, χωρίς περιορισμούς και νομικούς φόβους. Το σύστημα κεντρικών τραπεζών απολαμβάνει μοναδικά προνόμια. Γραφεία, κτίρια, διαχειριστές και διευθυντές που δεν μπορούν να ερευνηθούν, με δικαιοδοτική και εκτελεστική ασυλία. Τα αρχεία και οι επικοινωνίες είναι απαραβίαστα: καμία υποκλοπή, καμία παρακολούθηση. Το προσωπικό της ΕΚΤ θεωρείται δημόσιος λειτουργός του κράτους υποδοχής και απολαμβάνει πλήρους ασυλίας από νομικές ενέργειες και διώξεις. Μια ευρύτερη εξαίρεση από εκείνη που προβλέπεται για τους διπλωμάτες, οι οποίοι είναι νομικά υπόλογοι στη χώρα προέλευσής τους. Η ΕΚΤ εξαιρείται από την εθνική φορολογική νομοθεσία. Τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ έχουν διπλωματικό καθεστώς· Οι κατοικίες και η αλληλογραφία τους είναι απαραβίαστες. Σε αυτόν τον σχεδόν παντοδύναμο οργανισμό, υπεράνω νόμων και κρατών, παρέχουμε την εξουσία να εποπτεύει κάθε οικονομική μας συναλλαγή. Το μανιφέστο του Ventotene δεν θα μας προστατεύσει, ούτε, δυστυχώς, το σύνταγμα.

Ας παίξουμε ένα παιχνίδι, αυτό εκείνων που κοιτάζουν το φεγγάρι αγνοώντας το δάχτυλό τους. Ας φανταστούμε να μπαίνετε στο μπαρ, να παραγγέλνετε έναν καφέ και, τη στιγμή του λογαριασμού, να διαβάζετε στην οθόνη του μηχανήματος ένα μήνυμα όπως: η συναλλαγή απορρίφθηκε, έχετε υπερβεί το μηνιαίο όριο κατανάλωσης καφέ. Ή επειδή κάναμε μια δωρεά σε έναν σκοπό που είναι ανεπιθύμητος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αγοράσαμε πάρα πολύ κρέας ή εκπέμπαμε διοξείδιο του άνθρακα πέρα από τις πράσινες οδηγίες. Δεν πρόκειται για σφάλμα στον υπολογιστή, αλλά για λειτουργίες του συστήματος. Μεγαλοποιώ; Μήπως υπερβάλλω; Ειλικρινά το ελπίζουμε, αλλά αυτός είναι ο αέρας που φυσάει. Το ψηφιακό ευρώ, διαβεβαιώνουν, θα είναι μια επανάσταση που θα φέρει αποτελεσματικότητα, ασφάλεια, ένταξη (;;). Το είπαν επίσης για το πράσινο πάσο· Το επαναλαμβάνουν αυτό όσον αφορά ένα άλλο ψηφιακό τέρας, το πορτοφόλι ταυτότητας, το μικροτσίπ που περιέχει όλες τις πληροφορίες που αφορούν τη ζωή μας. Αυτά είναι επιχειρήματα που επαναλαμβάνονται – σε συνδυασμό με την παγίδα της ευκολίας – σε κάθε βήμα προς την κατεύθυνση του απόλυτου ελέγχου του ατόμου και της κοινωνίας. Όλες οι αλυσίδες ξεκινούν με εκπληκτικές υποσχέσεις. Ο Πινόκιο στην Toyland (
στη χώρα των παιχνιδιών).

Ένα συγκεντρωτικό νόμισμα, που εκδίδεται και ρυθμίζεται άμεσα από την ΕΚΤ, χωρίς να εμπλέκονται τράπεζες, χωρίς μετρητά για να μπαίνουν στη μέση, χωρίς παραθυράκια για την παραοικονομία. Φαίνεται σύγχρονο, αποτελεσματικό, αναπόφευκτο. Οι Αθηναίοι πρέπει να σκέφτηκαν το ίδιο πράγμα όταν η δημοκρατία τους μετατράπηκε σε ολιγαρχία, οι Ρωμαίοι όταν η δημοκρατία έγινε αυτοκρατορία, οι Ρώσοι όταν ο Στάλιν έθεσε την οικονομία υπό απόλυτο έλεγχο. Όλα ήταν καλά, τακτοποιημένα, ασφαλή. Λίγα χρόνια αργότερα, το κράτος αποφάσισε ποιος μπορούσε να αγοράσει ψωμί και ποιος όχι. Αλλά όχι, αυτό δεν μπορεί να συμβεί εδώ. Έχουμε εγγυήσεις, έχουμε κράτος δικαίου. Το ψηφιακό ευρώ θα σέβεται την ιδιωτική ζωή, ζούμε σε ασφάλεια δικαίου. Το ίδιο που επέτρεψε το κλείσιμο τραπεζικών λογαριασμών για οδηγούς φορτηγών στον Καναδά το 2022. Αυτή που βίωσαν οι Έλληνες το 2015 και που άφησε άχρηστα χαρτονομίσματα χωρίς αξία στις τσέπες των Αργεντινών.

Μας λένε ότι τα μετρητά θα είναι ακόμα εκεί. Μέχρι να πάψουν να υπάρχουν: ποιος θα πάρει μαζί του κέρματα και χαρτονομίσματα όταν όλα φαίνονται ευκολότερα με ένα ψηφιακό πορτοφόλι; Ποιος θα διαμαρτυρηθεί όταν τα σούπερ μάρκετ σταματήσουν να δέχονται μετρητά για λόγους ασφάλειας και υγιεινής, όπως στην πανδημία; Ποιος θα αντιδράσει όταν οι τράπεζες χρεώνουν υπέρογκα τέλη σε όσους αποσύρουν φυσικά χρήματα; Μια μέρα, χωρίς κανείς να θυμάται πότε ξεκίνησε, η πληρωμή σε μετρητά θα είναι σαν να καπνίζετε στο τρένο. Πριν ήταν φυσιολογικό, τώρα είναι αδιανόητο: το παράθυρο Overton. Η ΕΚΤ καθησυχάζει: δεν θα υπάρξει επιτήρηση, δεν θα υπάρξουν καταχρήσεις. Με ποιες εγγυήσεις, αν οι άρχοντες δεν λογοδοτούν σε κανέναν εκτός από τον εαυτό τους; Όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, οι υποσχέσεις και οι εγγυήσεις είναι νεκρό γράμμα. Η πανδημία το έδειξε αυτό.

Στην Ευρώπη, οι Ρώσοι πολίτες εμποδίζονται να έχουν πρόσβαση στα κεφάλαιά τους επειδή είναι Ρώσοι. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας επέτρεψε στην αμερικανική κυβέρνηση να κατασκοπεύει νόμιμα τον πληθυσμό: Patriot Act, πατριωτικός νόμος, ο πόλεμος των λέξεων. Το σύστημα θα μας προστατεύσει από τον εαυτό μας. Χωρίς διατάγματα ή έκτακτους νόμους, με μια απλή ενημέρωση λογισμικού. Το ψηφιακό ευρώ έρχεται την κατάλληλη στιγμή. Η οικονομία παραπαίει, η Ευρώπη επανεξοπλίζεται, οι συγκρούσεις κλιμακώνονται. Η υπαγωγή των πολιτών υπό οικονομικό έλεγχο αποτελεί ανυπολόγιστο πλεονέκτημα. Θα το ονομάσουν σταθερότητα, θα είναι αναγκαστική υπακοή. Θα πουν ότι είναι για την ασφάλεια, για το κοινό καλό, ότι εκείνοι που δεν έχουν τίποτα να κρύψουν δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν: το επιχείρημα για τους σκλάβους. Τα μετρητά είναι ελευθερία, το ψηφιακό ευρώ είναι θηλιά. Το χειρότερο είναι ότι πολλοί θα τρέξουν ευχαρίστως για να τή σφίξουν.

Roberto Pecchioli


μανιφέστο του Βεντοτένε*: Το Μανιφέστο του Βεντοτένε (Manifesto di Ventotene) είναι ένα πολιτικό κείμενο που γράφτηκε το 1941 από τον Ιταλό αντιφασίστα Αλτιέρο Σπινέλι, με τη συμβολή του Ερνέστο Ρόσι και του Ουτζέλιο Κόλορνι, ενώ βρίσκονταν εξόριστοι στο νησί Βεντοτένε της Ιταλίας, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το Μανιφέστο υποστηρίζει την ανάγκη για την ευρωπαϊκή ενοποίηση ως μέσο εξασφάλισης της ειρήνης και αποφυγής νέων πολέμων στην Ευρώπη. Οι βασικές του θέσεις είναι: α) Η δημιουργία μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης που θα αντικαταστήσει τα έθνη-κράτη. β) Η εγκαθίδρυση ενός υπερεθνικού ευρωπαϊκού κράτους με κοινή οικονομική και εξωτερική πολιτική. γ) Η απόρριψη τόσο του φασισμού όσο και των κλασικών μορφών εθνικισμού.

ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΙΛΙΟΚΒΕ (1)

  EΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

Η επίσημη μοντέρνα εκδοχή της λατινικής κακοδοξίας

Η λατινική μετάφραση της εκφράσεως που χρησιμοποιήθηκε στο σύμβολο της Κων/πόλεως για να δηλώσει την πρόοδο του Αγίου Πνεύματος είναι «qui ex Patre Filioque Procedit». Αυτή η έκφραση, η οποία δεν δένει με το πρωτότυπο κείμενο, δεν ήταν όμως μια νεωτερικότης: γνωρίζουμε πολλές ίδιες εκφράσεις που προηγήθηκαν της συνόδου, τόσο στα γραπτά των θεολόγων, όσο και στην διδασκαλία της Έδρας. [Γι’ αυτό συγκαλείται μια σύνοδος, για να καθορίσει τις ασάφειες ή τις κακοδοξίες. Αλλά για τους παπικούς δεν μετρά η σύνοδος. Όπως και για τους σύγχρονους νεοέλληνες, νεορθόδοξους].

Αρχίζουμε λοιπόν από την σκέψη των Πατέρων σύμφωνα με την οποία το Άγιο Πνεύμα προοδεύει από τον Πατέρα ΜΕΣΩ, δια (Para dia) του Υιού.[ΜΟΝΟ Ο ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΟΦ ΤΗΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ ΙΣΧΥΡΙΖΟΜΕΝΟΣ ΕΠΙΣΗΣ ΟΤΙ ΣΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ Η ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, ΜΙΑ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΡΕΣΚΕΙΑΣ ΤΟΥ] Αυτή η ιδέα βρίσκεται κάτω από πολλές και διαφορετικές μορφές τόσο στην Ανατολή όσο και στην Δύση: Και σε αλεξανδρινούς συγγραφείς όπως ο Ωριγένης, ο Αθανάσιος, ο Κύριλλος, λίγο αργότερα στα γραπτά του Επιφάνιου Σαλαμίνος ή και στους Kαππαδόκες όπως ο Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, ο Γρηγόριος Νύσσης. Ανάμεσα στους Δυτικούς, ακόμη και ο Τερτυλλιανός δίδαξε πως το Άγιο Πνεύμα προέρχεται από τον Πατέρα μέσω του Υιού, ενώ για τον Αμβρόσιο αυτό προοδεύει, για την αποστολή του εν χρόνω, από τον Πατέρα και τον Υιό. Σύμφωνα με τον Αυγουστίνο προοδεύει και από τα δύο θεία πρόσωπα (de utroque) χωρίς διαφορά χρόνου, χωρίς διάλειμμα χρόνου. [Θεία πρόσωπα λοιπόν, όχι θεοί. Υποστασιοποιήσεις της Ουσίας, με την οποία διατηρούν πρωτογενείς στενές σχέσεις. Κληρονόμοι της θεότητος, όχι Θεοί, Ιεραπόστολοι σε όλη την δημιουργία]. [Ο ΥΙΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΣΑΝ ΓΕΦΥΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΟΔΕΧΘΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ, ΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ. ΕΙΝΑΙ ΔΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΠΙΟ ΣΥΧΝΑ ΤΑ ΧΑΠΙΑ ΤΟΥΣ ΟΙ ΛΑΤΙΝΟΙ]

Οι αντιαρειανικές συγκρούσεις του έκτου αιώνος στην Ισπανία μάς αποδεικνύουν πόσο σημαντικό είναι αυτό το θέμα για την Ομολογία της πίστεως. Στην Τρίτη σύνοδο του Τολέδου (589), ο βασιλιάς των Βησιγότθων Recaredo (πέθανε το 601), θέλοντας να ομολογήσει στους Επισκόπους την πίστη του, συμφωνεί στην διαβεβαίωση σύμφωνα με την οποία το Άγιο Πνεύμα προοδεύει από τον Πατέρα και τον Υιό [σαν να λέμε η Εξουσία, η οποία συνεχίζει ακόμη και σήμερα, να είναι κληρονομική], και είναι εκ της ιδίας με αυτά ουσία. [Σήμερα οι Οικουμενιστές, για να επινοήσουν το Ορθόδοξο πρωτείο, κατηγορούν το Βυζάντιο, διότι οι σύνοδοι συγκαλούντο από τον αυτοκράτορα. Και δεν θίγονται που ένας βάρβαρος Βησιγότθος άλλαξε την πίστη μας και την έκανε ξανά Εξουσία, που είναι φυσικά και θα είναι για πάντα, στα χέρια του Εωσφόρου].

Υπάρχουν τρείς θεολογικοί λόγοι για τους οποίους η υπογράμμιση του Φιλιόκβε είναι τόσο σημαντική μέσα στο πλαίσιο της Ομολογίας της πίστεως. [Σήμερα η Ακαδημία Βόλου κατηγορεί τους Ορθοδόξους ότι η πίστη τους περιορίζεται σε μιαν απλή Ομολογία, και δεν βλέπει (δεν βλέπουν…) το παλούκι του παπισμού, που άλλαξε την πίστη και την αλήθεια της σωτηρίας μας, χάριν μιας κατανοητής σε όλους Ομολογίας].

Κατ’ αρχάς διότι είναι αναγκαίο να δηλώσουμε καθαρά, ενάντια στις αρειανικές θέσεις, την ενότητα στην Ουσία των τριών Θείων προσώπων. [Αυτή είναι η Εκκλησία που κυριαρχεί. Εξαρτώμενη από την αμαρτία, το λάθος, το πρόβλημα. Η αλήθεια τής σωτηρίας εξαρτάται από τήν προσαρμογή της στίς εκάστοτε αιρέσεις καί τίς συμπεριλαμβάνει σάν σύνθεση. Ο Κύριος ενανθρώπισε λόγω της αμαρτίας. Διαφορετικά δεν… Θα μας έφτανε η Π. Δ., ο Εβραϊσμός, το Ταλμούδ, το Κοράνιο. Τον ανάγκασε ο Εωσφόρος. Μάταιος ο αγώνας του Ρωμανίδη στην Ορθοδοξία. Ο οποίος στο «Προπατορικό αμάρτημα» μάς προειδοποιεί για την κακοδοξία. Μια πράξη επηρεασμένη από το σκότος, δεν είναι όμως απαραιτήτως σκότος; Μπορεί το σκότος να γεννήσει Φως; Σ’ αυτή την ανοησία στηρίζεται και ο σύγχρονος νεοελληνικός ζηλωτισμός των παλαιοημερολογιτών και των Αποτειχισμένων. Γι’ αυτό και οι παπικοί μισούν τους Έλληνες, διότι η Ουσία τους είναι αρνητική. Αρνούνται την αμαρτία ή την κακοδοξία. Ή είναι ειρηνευτικοί, υποχωρούν χάριν της ειρήνης. Μια Εκκλησία εξαρτημένη από την αμαρτία, που ονειρεύεται την συνέχειά της σαν καθαρτήριο. Αυτός είναι ο Οικουμενισμός της νεωτερικότητας, ο προτεσταντικός. Γι’ αυτό και το μόνο περιεχόμενο σήμερα των Χριστιανών είναι το μίσος, το οποίο πασχίζουν να ντύσουν με ένδυμα Φωτός. Γιοί Σατανά].

Χάριν της Ενότητος λοιπόν στην ουσία, είναι αναγκαίο να δεχθούμε την πρόοδο του Πνεύματος και από τον Υιό. Και τρίτον, διότι προκύπτει ότι ακόμη και η διατριαδική σχέση του Υιού με το Πνεύμα είναι προσωπική [υποκειμενική]. [Η ΕΝΟΤΗΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΤΕΙ ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΕΙ ΤΗΝ ΜΟΝΑΔΑ ΕΝ ΤΡΙΑΔΙ. ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ Η ΤΡΙΑΔΑ ΤΟΥΣ ΕΧΕΙ ΔΥΟ ΘΕΟΥΣ, ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΔΕΝΕΙ ΤΟΥΣ ΔΥΟ]

[Η απόλυτη σύγχυση Οικονομίας και Θεολογίας. Δηλαδή οικονομικής Τριάδος και αϊδίου. Αυτήν την σύγχυση ακολούθησε και η σύγχυση των δύο Φύσεων στην υπόσταση του Κυρίου, ή η ασάφεια του προσώπου του Κυρίου, του Υιού. Δεν γίνεται κατανοητό το πότε μιλά η ανθρώπινη Φύσις και πότε η Θεία. Για παράδειγμα στον Σταυρό, ο Κύριος έκραξε Θεέ μου, Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες; Απευθύνεται στον Πατέρα; Δεν είναι Θεός; Δεν είναι αδιαιρέτως και ασυγχύτως ενωμένες οι δύο Φύσεις; Αυτές τις παιδαριώδεις συγχύσεις ή ταυτίσεις ολοκληρώνει η σύγχυση ανάμεσα στο Πνεύμα και στο Άγιο Πνεύμα. Ο Κύριος δεν είναι Θεός, δεν είναι πνεύμα, το μόνο του περιεχόμενο είναι το Άγιο Πνεύμα; Σ’ αυτήν την κακοδοξία στηρίζεται ο κληρικαλισμός!]

Τα πρώτα ντοκουμέντα που μαρτυρούν την εισαγωγή του Φιλιόκβε στο σύμβολο Νικαίας-Κων/πόλεως είναι της όγδοης συνόδου του Τολέδου (653). Αυτή η παρεμβολή που συνέβη στην Ισπανία, στην συνέχεια υιοθετήθηκε στην Γαλλία (από τους Φράγκους) και στην Αγγλία. Ας σημειώσουμε ότι η Ρώμη αρνήθηκε για πολύ καιρό να αλλάξει το σύμβολο της παραδόσεως. Μόνο το 1014, με την ευκαιρία της στέψεώς του, ο αυτοκράτωρ Ερρίκος ο 2ος κατορθώνει να πείσει την Ρώμη να δεχθεί την Φραγκική πράξη και να ψέλνει από τότε το σύμβολο στην διάρκεια της λειτουργίας, μετά το Ευαγγέλιο, με την πρόσθεση του Φιλιόκβε.

Αυτή την υιοθέτηση ακολούθησε μια ξαφνική αντίδραση που άφησε τους πάντες έκπληκτους, εκ μέρους των θεολόγων της Ανατολής, οι οποίοι όμως δεν καθόρισαν καμμία συνέχεια όσον αφορά την ομολογία της πίστεως, και δεν χάραξαν κανένα ομολογιακό σύνορο. Όπως βλέπουμε για παράδειγμα στα γραπτά του Μαξίμου του Ομολογητού (580 – 662) ή του Ιωάννη του Δαμασκηνού (περίπου 650 – 750). [Είναι τόσο τυφλοί, ώστε δεν μπορούν να μετρήσουν ούτε τις ημερομηνίες που παρουσιάζουν αυτοί οι ίδιοι. Το 1014 έγινε επίσημα η αποδοχή του Φιλιόκβε και επιχειρηματολογούν με τους Πατέρες που έζησαν μέχρι το 650 ή το 750. Αυτό θα πει Ιδεολογία, πνευματική τυφλότης, η οποία έχει αντίκτυπο και στην Φυσική].

Ακόμη και όταν ο πατριάρχης Φώτιος (περίπου 820 – 897) κατηγόρησε την Ρώμη για αίρεση, διότι πίστευε ότι η Δυτική νεωτερικότης περιόριζε την μοναρχία του Πατρός, δεν υπήρξε κανένας διαχωρισμός ή διακοπή της Εκκλησιαστικής κοινωνίας με τους Λατίνους.

Μόνον το 1054, όταν κατά την διάρκεια της πατριαρχείας του Μιχαήλ Κερουλάριου (1058) έρχεται το σχίσμα, που ισχύει ακόμη μέχρι σήμερα ανάμεσα στις δύο Εκκλησίες, το θέμα του Φιλιόκβε χαρακτηρίζεται τελεσίδικα σαν ένα πρόσθετο θέμα και αιτία που δικαιολογούσε τις επιλογές της Ανατολής. [Καμμία επαφή με τις χρονολογίες].

Από τότε δεν θα λείψει ποτέ από την γραμματεία, είτε σαν πολεμική είτε σαν απολογητική, στα συστηματικά δοκίμια της σχολαστικής και τις λίστες των πραγματειών, σε μια συνεχή προσπάθεια να επιτευχθεί η επανένωση.


Συνεχίζεται

ΤΩΡΑ ΠΙΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΘΕΟ. ΤΙ ΝΑ ΕΝΩΣΟΥΜΕ;


Αμέθυστος

Τα αίτια του Σχίσματος των Εκκλησιών - Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Φανερός

Διϊδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Ελλάδα: Εκκλησιαστική Ιστορία και Πολιτισμός»

Μεταπτυχιακή Εργασία (2022) με τίτλο:


Τα αίτια του Σχίσματος των Εκκλησιών και οι Έλληνες Φιλενωτικοί του 15ου αιώνα

Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Φανερός

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το σχίσμα του 1054, αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο πλήγμα που βίωσε και συνεχίζει να βιώνει ο χριστιανισμός. Χρονολογικά τοποθετείται στις 16 Ιουλίου του 1054 την ώρα της Θείας Λειτουργίας, τότε που αντιπρόσωποι της δυτικής Εκκλησίας, μεταξύ των οποίων ο καρδινάλιος Ουμβέρτος απεσταλμένος του πάπα της Ρώμης Λέοντα Θ, μπαίνοντας στο ναό της Αγίας Σοφίας τοποθέτησαν στην Αγία Τράπεζα την βούλλα αφορισμού του πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου. Το έγγραφο είχε συνταχθεί από τον Ουμβέρτο και περιείχε λανθασμένες αντιλήψεις για την ανατολική Εκκλησία και παράλληλα εξύψωνε αλαζονικά τη δυτική Εκκλησία. Ο πατριάρχης από την πλευρά του απάντησε με αφορισμό της παπικής αντιπροσωπείας.

Στην πραγματικότητα όμως, το χάσμα ανάμεσα στις δύο Εκκλησίες ήταν αποτέλεσμα εκτεταμένης περιόδου αποξένωσης των δύο Εκκλησιών. Δύο ήταν οι βασικοί λόγοι του σχίσματος. Το πρώτο αφορούσε το παπικό πρωτείο, δηλαδή την υποταγή όλων των πατριαρχείων στη Ρωμαϊκή Εκκλησία. Οι Λατίνοι θεωρούσαν πως το πρωτείο ήταν ιδρυμένο από το θείο δίκαιο και ότι ο πάπας δεν κρίνεται, ούτε διδάσκεται, αλλά αντιθέτως κρίνει και διδάσκει.[ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ. ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ; ΘΑ ΔΟΥΜΕ]

Η δεύτερη βασική αιτία διαφωνιών;;; ήταν η προσθήκη του όρου filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, δηλαδή τη δογματική αντίληψη ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από το Υιό και όχι μόνο από τον Πατέρα όπως υποστήριζε η Ανατολή.

1. Η προϊστορία της δογματικής διένεξης μέχρι και τη σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας

Η Δυτική Θεολογία διέφερε από την Ανατολική στο δόγμα της Αγίας Τριάδος. Η Ανατολική Θεολογία έθετε ως βάση τα τρία πρόσωπα και ζητούσε να κατανοήσει την ενότητα αυτών, ενώ η Δυτική Θεολογία έθετε ως βάση την ενότητα του Θεού και ζητούσε να κατανοήσει το τρισυπόστατο Αυτού. Απ’ αυτό κυρίως προέκυψε η διδασκαλία της Δυτικής Εκκλησίας για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος «και εκ του Υιού» Filioque.[ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ ΑΓΙΑ ΔΥΑΔΑ. ΚΑΤΑΡΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΡΙΑΔΑ ΚΑΘΟΤΙ ΣΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΕΥΕ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ]

Η διαφορά, μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, στο θέμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος εμφανίζεται ήδη στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, «ένθα λόγω της στενότητος της λατινικής γλώσσης παρετηρήθη διάστασις εις την χρήσιν των όρων ουσία και υπόστασις». Στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο η διαφορά γίνεται πιο σαφής: στα λόγια του Κυρίλλου, που αποκαλεί συκοφάντη τον Θεοδώρητο, «ει το Πνεύμα ίδιον καλεί του Υιού ως εξ Υιού ή δι’ Υιού την ύπαρξιν έχον» και στις απόψεις του επισκόπου Ρώμης Καιλεστίνου κατά του Νεστορίου. Ο Κύριλλος στα συγγράμματά του ανέπτυξε την άποψη ότι αιτία του Πνεύματος είναι ο Πατήρ, «όταν δε η Γραφή φέρει εις σχέσιν ουσίας λόγον και όχι τον της αιτίας». Τη διδασκαλία του Κυρίλλου επικύρωσαν οι Δ΄ και Ε΄ Οικουμενικές Σύνοδοι.

Ο Μάριος Βικτωρίνος υπήρξε ένας από σημαντικότερους εκπροσώπους της λατινικής θεολογίας τον 4ο αι.. Γεννήθηκε στη βόρεια Αφρική το 285 περίπου και διακρίθηκε για τη ρητορική και φιλοσοφική του διδασκαλία. Τα χριστιανικά του συγγράμματα που στόχευαν στην αντιμετώπιση του Αρειανισμού, είχαν σε μεγάλο βαθμό αντίκτυπο και στη δυτική μεσαιωνική γραμματεία. Περισσότερο επηρεασμένος από τη Νεοπλατωνική φιλοσοφία και ελάχιστα καταρτισμένος θεολόγος, χρησιμοποίησε τα νεοπλατωνικά σχήματα του Πορφύριου και τις γνωστικές συζυγίες για την απόδειξη της ομοουσιότητας της Αγίας Τριάδας. Ο Πατήρ δηλ. είναι η πηγή της Θεότητας και η αιτία της ύπαρξης των δυο άλλων προσώπων, του Υιού ως Ζην και του Αγίου Πνεύματος ως Νοείν. Και οι τρεις υπάρξεις όπως τις χαρακτηρίζει έχουν την ίδια ουσία, αλλά τη δική τους ξεχωριστή δύναμη. Ταυτίζοντας τους όρους ουσία και υπόστασις και αποδίδοντας τους με τον όρο substantia (υπόστασις), φαίνεται ότι συγχέει τη Θεολογία με την Οικονομία. Έστω και με αυτήν την ιδιαίτερη μέθοδο όμως, παραμένει η συμβολή του στην αποδοχή της ομοουσιότητας του Αγίου Πνεύματος.

Ο Αμβρόσιος Μεδιολάνων προχώρησε περισσότερο τη θεολογική σκέψη ως προς το πνευματολογικό ζήτημα. Γεννημένος το 339 στην πόλη Τρέβηρα, αν και σταδιοδρόμησε αρχικά ως δικηγόρος και διοικητής, έγινε επίσκοπος, και επηρέασε τους αυτοκράτορες της εποχής του με θετικό για τον Χριστιανισμό τρόπο. Όντας πολύ καλός γνώστης των φιλοσοφικών και θεολογικών πραγμάτων τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σημαντικούς εκκλησιαστικούς Πατέρες και Διδασκάλους. Εισηγήθηκε την εκλαϊκευμένη θεολογία και υπήρξε ο πρώτος στη δυτική εκκλησιαστική γραμματεία που με ορθόδοξο έργο θεμελίωσε την ομοουσιότητα του Αγίου Πνεύματος. Έχοντας ως βάση τα κριτήρια του Μ. Αθανασίου, του Μ. Βασιλείου και του Δίδυμου του Τυφλού, διέκρινε την αΐδια από την οικονομική Τριάδα. Υποστήριξε ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται αΐδίως από το Θεό Πατέρα, ο οποίος αποτελεί την κύρια πηγή της Θεότητας. Κατά τη φανέρωση της οικονομικής Τριάδας όμως, η αποστολή του τρίτου προσώπου γίνεται από τον Υιό, χωρίς όμως Αυτός να είναι και η πηγή Του.

Ο Αυγουστίνος Ιππώνος υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Πατέρες και Διδασκάλους της Δυτικής Εκκλησίας, που επηρεάζει μέχρι σήμερα το δυτικό κόσμο. Γεννήθηκε το 354 στην Ταγάστη της Νουμιδίας, στη χώρα της σημερινής Αλγερίας. Διδάσκαλος ρητορικής αρχικά, και νεοπλατωνικός, μετά την καταλυτική συναναστροφή του με τον Αμβρόσιο στα Μεδιόλανα, βαπτίστηκε χριστιανός, και ως επίσκοπος Ιππώνος πλέον, ξεκίνησε την πολεμική του κατά των αιρέσεων του Μανιχαϊσμού, του Αρειανισμού, του Πελαγιανισμού και των Δονατιστών.

Ο Αυγουστίνος προσέγγισε το Τριαδικό δόγμα έχοντας ως κριτήρια από τη μια την ανθρωπολογική ψυχολογική προσέγγιση, και από την άλλη την προτεραιότητα της ουσίας. Το πρώτο κριτήριο προερχότανε από τη φιλοσοφική διδασκαλία των τριαδικών σχέσεων : Νους – Μνήμη (Πατήρ), Γνώση – Αλήθεια (Υιός), Αγάπη (Άγιο Πνεύμα). Το δεύτερο κριτήριο προερχότανε από τη φιλοσοφική του παιδεία, αλλά και τη δυτική πατερική παράδοση, σύμφωνα με την οποία προτεραιότητα είχε η ουσία και όχι τα πρόσωπα. Διέκρινε τα τρία πρόσωπα μέσα από τις μεταξύ τους σχέσεις.

Στο έργο του Περί Τριάδος, η τριαδική ζωή παρουσιάζεται ως μια ζωή κοινωνίας, και η διάκριση των τριών προσώπων γίνεται μέσα από τη διαφορετική σχέση αγάπης ανάμεσα τους. Ο Πατέρας αγαπά Εκείνον που έχει αρχή από τον Ίδιο, ο Υιός αγαπά Εκείνον από τον οποίο αντλεί την αρχή, το Άγιο Πνεύμα είναι η ίδια η Αγάπη και είναι κοινό στον Πατέρα και στον Υιό, είναι η ίδια ομοούσια και αιώνια κοινωνία. Το Πνεύμα δεν είναι μόνο του Πατέρα, ούτε μόνο του Υιού αλλά και των δύο και αποτελεί την κοινή αγάπη με την οποία συνδέονται αμοιβαία ο Πατέρας και ο Υιός. Αφού λοιπόν η Αγία Γραφή λέει ότι «ο Θεός είναι αγάπη», άρα και ο Πατέρας και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα μπορούν να ονομασθούν αγάπη. Και τα τρία πρόσωπα μαζί είναι μια μοναδική αγάπη, όπως όταν λέμε μια σοφία και για τα τρία πρόσωπα.

Ταυτόχρονα Λόγος του Θεού ονομάζεται μόνον ο Υιός, Δωρεά του Θεού μόνο το Άγιο Πνεύμα, και Θεός Πατέρας Αυτός από τον Οποίο γεννήθηκε ο Λόγος και από τον Οποίο εκπορεύεται principaliter (πρωτίστως) το Άγιο Πνεύμα. Ο όρος principaliter διασώζει την αιτιώδη εκπόρευση από τον Πατέρα, επειδή σύμφωνα με τον Αυγουστίνο το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό.

Αυτό του το έχει δώσει ο Πατέρας γεννώντας Τον, και με τρόπο τέτοιο ώστε το κοινό τους δώρο να εκπορεύεται και από τον Υιό και άρα το Άγιο Πνεύμα να είναι το Πνεύμα και των δύο.[ΤΟΙΟΥΤΟΤΡΟΠΩΣ ΚΑΤΑΛΗΓΟΥΝ ΜΕ ΔΥΟ ΘΕΟΥΣ ΕΦΟΣΟΝ ΠΑΤΗΡ ΚΑΙ ΥΙΟΣ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙΑρχή είναι σαφώς ο Πατέρας που γεννά και εκπορεύει, αλλά αρχή είναι και ο Υιός – όχι με την έννοια του principaliter – αφού έλαβε ως δωρεά τη δυνατότητα να εκπορεύει. Πατήρ και Υιός όντας ένας Θεός, μια ουσία, αποτελούν μια ενιαία αρχή η οποία εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα. Η ιδέα που διέπει την σκέψη του Αυγουστίνου σχετικά με την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος είναι ότι ο Πατέρας και ο Υιός γνωρίζονται αμοιβαία και αμοιβαία αγαπώνται προαιωνίως εν τη κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.

Ο Αυγουστίνος δεν γνώριζε βέβαια τη διδασκαλία των ανατολικών Πατέρων και ειδικότερα των Καππαδοκών. Δεν γνώριζε επίσης τις αποφάσεις της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, σύμφωνα με τις οποίες καταδικάστηκε ο Μακεδόνιος και οι οπαδοί του (πνευματομάχοι) - οι οποίοι αμφισβητούσαν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος - καθώς και τη συμπλήρωση στο Σύμβολο της Πίστεως που ξεκαθάρισε ακόμη περισσότερο την ορθόδοξη διδασκαλία. Αυτά έγιναν γνωστά στη βόρεια Αφρική μετά το θάνατο του, ενώ η Σύνοδος της Κων/πολης το 381, αναγνωρίστηκε ως Οικουμενική στη Δύση το 591, από τον πάπα Γρηγόριο Μέγα το Διάλογο.[ΓΝΩΡΙΖΕ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΕ ΣΟΒΑΡΑ ΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΑΙΡΕΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΑΙΩΝΟΣ. ΤΙ ΕΜΕΙΝΕ; Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΑΡΧΗΓΟ ΤΟΝ ΠΑΠΑ. Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ ΑΦΗΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΓΙΑ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΩΝ]

Ο Αυγουστίνος επομένως πρώτος έθεσε τις προϋποθέσεις, δηλ. :

α) την ταύτιση Θεολογίας και Οικονομίας,
β) την ταύτιση ουσίας και ενεργειών του Θεού,
γ) την σύγχυση κοινού και ιδίου των προσώπων της Αγίας Τριάδος και
δ) την απουσία αποφατισμού ως προς τον τρόπο ύπαρξης των προσώπων της Αγ. Τριάδος, από τις οποίες θεμελιώθηκε και αναπτύχθηκε αργότερα το δόγμα του filioque.

Με τον σπουδαίο συγγραφέα της Δυτικής Εκκλησίας Φαύστο, φτάνουμε στον Ε΄ αιώνα. Βρετανός μάλλον στην καταγωγή, γεννήθηκε γύρω στο 400 και από μικρός εισήλθε στο μοναστικό βίο και τη ζωή μελέτης. Ως επίσκοπος Ρηγίου αργότερα, κατάφερε να εξυψώσει πνευματικά το ποίμνιο του, επηρέασε σημαντικά τον πληθυσμό και τους επισκόπους της Ν. Γαλλίας και πολέμησε σθεναρά τους αρειανόφρονες Βησιγότθους. Εξορίστηκε από τον βασιλιά τους Εύριχο και επέστρεψε μετά το θάνατο του εξασθενημένος, λίγο πριν αποδημήσει και ο ίδιος.

Τη διδασκαλία του Φαύστου ασπάστηκε επίσημα τον ΣΤ΄ αιώνα η Εκκλησία της Ισπανίας, καθώς και συνολικά οι θεολόγοι της Δύσης.

Στο έργο του De Spiritu Sancto (Περί του Αγίου Πνεύματος) καταδεικνύει, με βάση την πίστη των Πατέρων, ότι το Άγιο Πνεύμα είναι ομοούσιο και συναϊδιο με τον Πατέρα και τον Υιό και ότι κατέχει την πληρότητα της Θεότητος.

Στη διδασκαλία του για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, είναι επηρεασμένος από τις αντίστοιχες διδασκαλίες του Ιλάριου Πικτάβων, του Αμβρόσιου Μεδιολάνων και του Αυγουστίνου, τις οποίες και προσπαθεί να συμβιβάσει. Ενώ δηλ. αποδίδει την αΐδια εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος στον Πατέρα, παράλληλα αποδέχεται και τη διπλή εκπόρευση Του, από τον Πατέρα και τον Υιό, συγχέοντας την Θεολογία με την Οικονομία. Διαφοροποιείται ωστόσο από την κατηγορηματική επιχειρηματολογία του Αυγουστίνου, ότι και ο Υιός είναι αρχή του Αγίου Πνεύματος.[ΤΑΥΤΙΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΙΔΙΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΟΣ. ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΠΛΕΟΝ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΘΕΟ]

Στο Άγιο Πνεύμα αποδίδει το εκπορευτόν (procedentem), ως τον ιδιαίτερο τρόπο της ύπαρξης Του, χρησιμοποιώντας τα επιχειρήματα των Πατέρων του Δ΄ αιώνα. Το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα καταδεικνύοντας ότι κατέχει τρία θεία προνόμια, δηλαδή ότι υπάρχει ως ξεχωριστό πρόσωπο, ότι εξακολουθεί να υφίσταται χωρίς κάποιο χρονικό όριο και ότι υπάρχει από την ουσία του Πατέρα. Το εκπορευτόν του Αγίου Πνεύματος δε σημαίνει ότι έρχεται τρίτο σε τάξη ή σειρά, αλλά δείχνει την ενότητα της θείας Μεγαλειότητας, γιατί προέρχεται από τα εσώτατα του Θεού, άρα είναι ουσία Του και όχι κτίσμα Του. Εάν το Άγιο Πνεύμα δεν υπήρχε από τον Πατέρα και δεν κατοικούσε σε Αυτόν κατά τη φύση, εγχεόμενο στα εσώτατα του Πατρός, δε θα μπορούσε να εκπορεύεται από τον Πατέρα. Είναι πάντα μαζί με τον Πατέρα και πάντα εκπορεύεται από Αυτόν, όπως η θερμότητα από τη φωτιά. Αδιαλείπτως προάγεται, γνωρίζει να εξέρχεται, αλλά αγνοεί το χωρισμό. Εάν η πρόοδος του Αγίου Πνεύματος δεν ήταν αΐδια, θα φαινόταν σα να είναι μια τοπική ουσία. Η ασώματη δόξα, η οποία αυτοεμπεριέχεται, εισδύει κατά αμοιβαίο τρόπο στον καθένα, χωρίς ανάμιξη. Η αμοιβαία έγχυση, μεσιτεύουσα ανάμεσα στην ουσία και τα πρόσωπα, εμφανίζει τη διακριτή υπόσταση, επειδή είναι ίδιον της ουσίας να υπάρχει, και είναι ίδιον των προσώπων να υπάρχει το καθένα καθεαυτό. Σχετικά με την εν χρόνω αποστολή (missio) του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο, ισχυρίζεται ότι το τρίτο πρόσωπο αποστέλλεται από τον Πατέρα και τον Υιό. Ταυτίζει δηλαδή σημασιολογικά τα ρήματα αποστέλλειν (mittere) και εκπορεύεσθαι (procedere). Επομένως ταυτίζει και την αΐδια εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος με την εν χρόνω αποστολή Του στον κόσμο. Αποδίδει την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος στην κοινή ουσία του Πατέρα και του Υιού.

Αποτέλεσμα αυτής της άποψης είναι η αντίληψη ότι, η διαφορά μεταξύ της γέννησης του Υιού και της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος βρίσκεται στο ότι όποιος γεννάται, γεννάται από έναν, ενώ όποιος εκπορεύεται, προέρχεται και από τους δύο. Οι διδασκαλίες αυτές, με πιο καθοριστική του Αυγουστίνου, επικράτησαν κατά κύριο λόγο στη Δυτική Εκκλησία σχετικά με το filioque μέχρι τον Η΄ αι., οπότε και τερματίστηκε η πατερική παράδοση, για να τη διαδεχτεί η φραγκική θεολογική παράδοση, γνωστή ως σχολαστική. Την εποχή εκείνη ξεκίνησε και η διαμάχη σχετικά με το δόγμα του filioque αφού οι Δυτικοί Πατέρες τέθηκαν κατά των Φράγκων στο ζήτημα αυτό αρχικά.

Στη Δυτική Παράδοση γενικότερα, υπήρξε μια υστέρηση ευαισθησίας στη διατύπωση, σε ότι αφορούσε στις τριαδολογικές και χριστολογικές αιρέσεις σε σχέση με την αντίστοιχη Ανατολική, η οποία υπήρξε πιο πολύ επικεντρωμένη σε θεολογικά θέματα, δηλ. στον περί Θεού λόγο και στον τρόπο της ενεργητικής του φανέρωσης. Οι Δυτικοί επικεντρώθηκαν και ανέλυσαν περισσότερο πρακτικά θέματα, τα οποία σχετίζονται με την σωτηριολογία και την ανθρωπολογία, όπως η χάρη και η ελεύθερη επιλογή, η βάπτιση των νηπίων και ο απόλυτος προορισμός, ενώ αυτά απουσιάζουν την ίδια εποχή από τους Ανατολικούς. Στη Δύση επικεντρώθηκαν περισσότερο στον άνθρωπο και τον ηθικό του βίο σε σχέση με την σωτηρία του, ενώ στην Ανατολή έμειναν πιο πολύ προσανατολισμένοι στο Θεό και τη σχέση του με το κατ’ εικόνα δημιούργημά του. Σύμφωνα με τον Claudio Micaelli, για αντιαιρετικούς λόγους οι Δυτικοί διέκριναν με τον τρόπο αυτόν το γεννητόν από το εκπορευτόν, ως ένα αριθμητικό γεγονός κατοχύρωσης των υποστάσεων και του ιδιαίτερου τρόπου ύπαρξης τους. Η συνύπαρξη στη Δύση της θεολογίας του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου του Θεολόγου, με αυτήν του Αυγουστίνου συνεχίστηκε μέχρι τον Η΄ αιώνα με μάλλον αρμονικό τρόπο.

2. Το Filioque και το θεολογικό του υπόβαθρο.

Συμπερασματικά θεωρούμε ότι η λατινική Θεολογία αφορμάται από την θεία ουσία και την ενότητα αυτής και στη συνέχεια προχωρεί στη θεώρηση των τριών προσώπων και την υποστατική τους διαφοροποίηση και διάκριση. Ο T. de Regnon, που παρατήρησε τη διαφορετική αφετηρία του τρόπου θεώρησης του Τριαδικού Θεού εκ μέρους των ανατολικών και δυτικών θεολόγων, λέγει ότι: «η λατινική φιλοσοφία αντιμετωπίζει πρώτα τη φύση καθ’ εαυτήν και ύστερα προχωρεί προς την υπόσταση, ενώ η ελληνική φιλοσοφία αντιμετωπίζει πρώτα την υπόσταση και ύστερα εισχωρεί σ’ αυτή για να βρει την φύση. Ο Λατίνος θεωρεί την προσωπικότητα ως ένα τρόπο της φύσεως, ο Έλληνας θεωρεί τη φύση ως το περιεχόμενο του προσώπου». Κατ’ αυτό τον τρόπο η Δύση αφορμάται από τη μία φύση, για να θεωρήσει στη συνέχεια τα τρία πρόσωπα, ενώ η Ανατολή ξεκινά από τα τρία πρόσωπα, για να θεωρήσει την μία φύση.

Στους Δυτικούς αρχή της ενότητας και της διάκρισης των προσώπων δεν είναι η υπόσταση του Πατρός αλλά η θεία φύση.

Σε όλη δε την τριαδική διδασκαλία και θεώρηση, της Δύσης, γίνεται εμφανές ένα είδος «ουσιανισμού» κατά το οποίο η θεία ουσία προηγείται των υποστάσεων. Αποτέλεσμα δε της «επικράτησης» της θείας ουσίας έναντι των υποστάσεων είναι η διδασκαλία ότι ο Πατήρ από κοινού με τον Υιό συμμετέχουν στην εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Δηλ. η ενότητα της θείας ουσίας υπερτερεί της υποστατικής διάκρισης και τα πρόσωπα γίνονται «σχέσεις» της ουσίας.

Η προτεραιότητα της θείας ουσίας έναντι των υποστάσεων οδηγεί στη σχετικοποίηση της αντινομίας μεταξύ ουσίας και υποστάσεων, αποτέλεσμα αυτής της σχετικοποίησης είναι η σύγχυση και απόδοση ιδιωμάτων της φύσης στις υποστάσεις και των υποστάσεων στη φύση.

Η Δυτική Θεολογία αρνείται ότι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα έχουν ως αρχή και αιτία της ύπαρξής των, την Πατρική υπόσταση, διότι κατ’ αυτή παν το «εκ της υποστάσεως υπάρχον» είναι ομοϋπόστατο, όπως ακριβώς και παν το «εκ της ουσίας υπάρχον» είναι ομοούσιο. Παραθεωρούν την παράδοση της Εκκλησίας σύμφωνα προς την οποία ο Πατήρ είναι αίτιο της ύπαρξης του Υιού και του Αγίου Πνεύματος που είναι αιτιατά και ότι η ιδιότητα της αιτίας είναι υποστατική και ανήκει μόνο στον Πατέρα. Αποδίδουν δε αυτή την ιδιότητα και στον Υιό όσον αφορά την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Έτσι «ο Πατήρ διά του Υιού» είναι αίτιος της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος και το Άγιο Πνεύμα αιτιατό «εκ του Πατρός διά του Υιού». Μ’ αυτή την ιδέα όμως συγχέονται τα υποστατικά ιδιώματα, ο Υιός γίνεται «αίτιο-αιτιατό» και η κοινή εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος προσειγάγει στον Τριαδικό Θεό νέο στοιχείο, εμφανίζει δηλ. τα δύο πρόσωπα (Πατήρ-Υιός) να υπερτερούν του τρίτου (του Αγίου Πνεύματος).

Άλλη συνέπεια της σύγχυσης των υποστατικών ιδιωμάτων είναι ότι οι Δυτικοί αρνούνται ότι, το «εκπορεύειν» το Άγιο Πνεύμα είναι «ίδιον» υποστατικό ιδίωμα του Πατέρα και διδάσκουν ότι, το «εκπορευτικό» είναι κοινή ιδιότητα του Πατέρα και του Υιού, καταργώντας έτσι το «ακοινώνητο», «ακίνητο» και «ιδιάζον» των υποστατικών ιδιωμάτων. Το Άγιο Πνεύμα, λοιπόν, εκπορεύεται από δύο πηγές και αίτια, τον Πατέρα και τον Υιό. Όμως έτσι σχετικοποιείται η απόλυτη Μοναρχία του Πατέρα και δεν αποφεύγεται ουσιαστικά η δυαρχία. Υπερνικάται δε η δυσχέρεια αυτή με την παραδοχή της ιδέας ότι ο «Πατήρ μετά του Υιού» εξ’ αιτίας της ενότητας της ουσίας εκπορεύουν από Κοινού το Άγιο Πνεύμα.

Η «μεσιτεία» του Υιού για την υπαρκτική εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος είναι χαρακτηριστικό στοιχείο της διδασκαλίας των Δυτικών. Η «μεσιτεία» δεν είναι «κατ’ επίνοιαν» αλλά πραγματική και ουσιώδης. Με την ιδέα δε αυτή της «μεσιτείας» του Υιού κατά την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος επιδιώκεται η αναίρεση της Ορθοδόξου διδασκαλίας, κατά την οποία η αιτία της ένωσης και διάκρισης των θείων προσώπων είναι η υπόσταση του Πατρός και όχι ο Υιός ή η κοινή ουσία. Και αυτό διότι η θεία ουσία είναι κοινή στον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, επειδή ο Πατήρ ως υπόσταση μεταδίδει τη θεία ουσία στον Υιό «διά της γεννήσεως» και στο Άγιο Πνεύμα «διά της εκπορεύσεως».

Η σύγχυση μεταξύ «θεολογίας» και «οικονομίας», που υπάρχει στη Δυτική Εκκλησία, διαφαίνεται στην «αποστολή, χορηγία, δόση», του Αγίου Πνεύματος. Στη σύγχυση αυτή υπάρχει άρνηση της Ορθόδοξης άποψης σύμφωνα προς την οποία κατά μεν την υποστατική αυτού εκπόρευση, το Άγιο Πνεύμα, πηγάζει εκ μόνο του Πατρός, ως της μοναδικής πηγαίας Θεότητας, κατά δε την αποστολή στο κόσμο «πέμπεται» «υπό του Πατρός και του Υιού» εκπληρώνοντας έτσι την κοινή βουλή και ενέργεια των θείων προσώπων.Οι Λατίνοι ταυτίζουν την αΐδιο έκφανση του Αγίου Πνεύματος με την αΐδιο εκπόρευση ή αρνούνται την αϊδιότητα της εκφάνσεως ή εκλάμψεως αυτού, απορρίπτοντας έτσι την ορθόδοξη παράδοση, κατά την οποία άλλος είναι ο τρόπος της υποστατικής ύπαρξης του Αγίου Πνεύματος και άλλος ο τρόπος της εκφάνσεως και εκλάμψεως αυτού.

Η πατερική παράδοση της Ανατολικής Εκκλησίας διακρίνει σαφώς αφ’ ενός το πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος «ως δοτήρος και χορηγού της θείας χάριτος» από κοινού με τα δύο άλλα πρόσωπα, και αφ’ ετέρου τη μεταδιδόμενη θεία χάρη. Το πρόσωπο ή η υπόσταση του Αγίου Πνεύματος εκπορεύεται εκ του Πατρός, ως μοναδικής πηγής αιτίας και αρχής της Θεότητας. Η θεία χάρη όμως, ως κοινή ενέργεια της Αγίας Τριάδος, πηγάζει, χορηγείται εκ του Πατρός δια του Υιού εν αγίω Πνεύματι. Αυτό ισχύει για τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Οι Δυτικοί αρνούνται αυτό και ισχυρίζονται ότι όχι μόνο η χάρις και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, αλλά και αυτό το Άγιο Πνεύμα κατά την υποστατική του ύπαρξη εκπορεύεται «εκ του Πατρός διά του Υιού». Αυτό προφανώς σημαίνει σύγχυση ή ταύτιση της υποστάσεως του Αγίου Πνεύματος προς την χορηγούμενο απ’ αυτό χάρη, δηλ. συγχέουν το ιδίωμα του «εκπορεύεσθαι» προς το «πέμπεσθαι» τον τρόπο της υποστατικής ύπαρξης του Αγίου Πνεύματος και το δώρο της χάριτος.

Κατά τη διδασκαλία των Πατέρων το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται «εκ του Πατρός δι’ Υιού» αλλά η εκπόρευση αυτή δεν ταυτίζεται ούτε με την υποστατική εκπόρευση αυτού ούτε με την εν χρόνω πέμψη και αποστολή. Η «δι’ Υιού» εκπόρευση αϊδίως και αιωνίως συντελουμένη, αναφέρεται στην εκφαντορική ή φανέρωση του Αγίου Πνεύματος και διαφέρει από την υποστατική. Οι Δυτικοί ταυτίζουν το «δι’ Υιού» με το «εκ του Υιού» το οποίο συνεπάγεται την καθ’ ύπαρξη εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού.

Το ταυτόσημο των προθέσεων εκ και δια συνεπάγεται την υποστατική εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού – Αυτήν την ταύτιση η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία την στηρίζει τόσο στην Αγία Γραφή όσο και στους Πατέρες, που χρησιμοποιούσαν τις προθέσεις εκ και δια αδιάκριτα για να δηλώσουν την αιτία. Ο Υιός είναι αίτιος της «καθ’ ύπαρξιν» εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος, γιατί η αιτιώδης σχέση αυτών είναι αναγκαία. Από τη στιγμή που οι Δυτικοί αρνούνται ότι η υπόσταση του Πατρός είναι η μοναδική αιτία της άρρητης διάκρισης των υποστάσεων και ότι οι τρόποι ύπαρξης αυτών, δηλ. η «εκ του Πατρός» γέννηση του Υιού και η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, θεμελιώνουν την διάκριση αυτών, οι αιτιώδεις σχέσεις αυτών είναι αναγκαίες. Εάν το Άγιο Πνεύμα δεν εκπορεύεται αιτιωδώς και «εκ του Υιού», τότε δεν διακρίνονται μεταξύ τους τα δύο αυτά πρόσωπα, και ο Υιός μπορεί να θεωρηθεί ως λειτουργικό όργανο του Πατρός. Εάν πάλι, το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται υποστατικώς ή «εκ μόνου του Πατρός», η εκπόρευση αυτή είναι κάποιο είδος δεύτερης γέννησης και η διάκριση μεταξύ Υιού και Αγίου Πνεύματος τίθεται σε αμφιβολία.

Η Λατινική διδασκαλία του Filioque, με τη μορφή και τον τύπο της «δι’ Υιού» υποστατικής εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος, εξασφάλιζε την αιτιώδη αναγκαιότητα, απέτρεπε την σύγχυση των υποστάσεων του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και θεμελίωνε τη διάκριση αυτών.

Σταύρος Γιαγκάζογλου - (3) Το πρόσωπο στην περί Αγίας Τριάδος θεολογία του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά

  Συνέχεια από: Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

 ΙΜΑΤΙΑ ΦΩΤΟΣ ΑΡΡΗΤΟΥ

ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ  

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ

Σταύρος Γιαγκάζογλου - Το πρόσωπο στην περί Αγίας Τριάδος θεολογία του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά (3η συνέχεια)

Υποστάσεις και ενέργειες 

Η πληρότητα της θεότητας συμπεριλαμβάνει, λοιπόν, και την ουσία και τις Υποστάσεις και τις ενέργειες σε μία αδιαίρετη ενότητα αΐδιας υπάρξεως και ζωής. Κάθε μία από της απειράριθμες ενέργειες του Θεού, είναι κοινή και ενιαία στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, ενώ διαμέσου κάθε ιδιαίτερης ενέργειας, όλος ο Θεός ως Τριάς Προσώπων ανοίγεται προσωπικά προς τη δημιουργία του, την όποια καλεί σε κοινωνία μαζί του. «Οὐκ ἄρα ἓν μόνον ἄναρχον ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ» (Βλ. Τριάδες 3, 2, 4, σ. 659). Απέναντι στον ιδιότυπο ουσιανισμό του Βαρλαάμ, ο Γρηγόριος Παλαμάς αντιτάσσει τον όντα και ενεργούντα Θεό που φανερώνεται και γνωρίζεται προσωπικά, δίχως να δεσμεύεται από καμιά αναγκαιότητα, αφού δεν είναι ανυπόστατη αλλά Τρισυπόστατη ενεργητική ουσία.[ΟΥΤΕ ΦΑΝΕΡΩΝΕΤΑΙ ΟΥΤΕ ΓΝΩΡΙΖΕΤΑΙ. ΤΑ ΟΠΙΣΘΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΔΕ Ο ΜΩΥΣΗΣ ΣΤΟΝ ΓΝΟΦΟ ΑΓΝΩΣΙΑΣ]

«Καὶ τῷ Μωυσῇ δὲ χρηματίζων ὁ Θεός, οὐκ εἶπεν “ἐγὼ εἰμὶ ἡ οὐσία”, ἀλλ᾽ “ἐγὼ εἰμὶ ὁ ὤν”∙ (Εξοδ. 3, 14) οὐ γὰρ ἐκ τῆς οὐσίας ὁ ῶν, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ ὄντος ἡ οὐσία∙ αὐτὸς γὰρ ὁ ὢν ὅλον ἐν ἑαυτῷ συνείληφε τὸ εἶναι» (Τριάδες 3, 2, 12).

Με βάση τα όσα εκθέσαμε για τη θεολογική ισορροπία;;; μεταξύ υποστάσεως και ουσίας, δεν νομίζουμε ότι το παλαμικό αυτό χωρίο στηρίζει ένα «θεολογικό περσοναλισμό» άσχετο από τη θεία ουσία αλλά αντίθετα μονάχα υπό το πρίσμα μιας προσωποκεντρικής συσχέτισης μεταξύ ουσίας-υποστάσεων και ενεργειών είναι δυνατόν να ερμηνευθεί. Άλλωστε «οὐδὲν τῶν σημαινομένων, ὁ μὴ καὶ τοῖς τρισὶν ἐφαρμόζεται προσώποις» (Πρὸς Ἀρσένιον 4, σ. 318).[ΟΣΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ ΤΟΣΕΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ. ΤΙ ΘΑ ΠΕΙ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ;]

Το ενδιαφέρον του Παλαμά, όπως άλλωστε επισημαίνει και η ίδια η βιβλική περικοπή της Εξόδου, αφορά στην οικονομική σχέση του Θεού προς τον κόσμο του. Ο Θεός φανερώνεται στον Μωυση. Ο φανερούμενος Θεός έχει ενέργεια που είναι αποκαλυπτική του Τρισυπόστατου ομοούσιου είναι του∙ ως τέτοια η ενέργεια του διακρίνεται από την ουσία του. Όταν φανερώνεται ως «ων» διά των ενεργειών του, τούτο δείχνει ότι ο Θεός «ὲν ὑποστάσεσι ὢν» δεν είναι «οὐσία μόνον ἀνυπόστατος». Οι ενέργειες του αφορούν όχι σε ένα πρόσωπο αλλά και στα Τρία, έτσι ώστε «ἐν τρισὶν ὑποστάσεσιν ὑπάρχων ὁ Θεὸς ἡμῖν γνωρίζεται» (βλ. Κεφ. Φυσ. καὶ θεολ. 137). Ο «ων» Θεός δεν ταυτίζεται με τις Υποστάσεις μόνο, ούτε με μία ανυπόστατη ουσία, ούτε με τις ενέργειες. Μολονότι δεν υφίσταται καμιά οντολογική προτεραιότητα μεταξύ Υποστάσεων και θείας φύσεως, αλλά συνοχή και ασύγχυτη ένωση[ΠΕΡΙΧΩΡΗΣΗ ΛΕΓΕΤΑΙ.], ο «ων» Θεός δεν εγκλωβίζεται στη φύση του. Ενεργεί πέρα από αυτήν, όταν γνωρίζεται «ἐν τρισὶ ὑποστάσεσιν ῶν», κάνοντας γνωστό το είναι του όμως, διά των φυσικών του ενεργειών κατά τρόπο ολότελα προσωπικό.[ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΧΕΣΗ; ΚΑΤΑ ΠΟΙΑ ΕΝΝΟΙΑ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΔΕΝ ΕΓΚΛΩΒΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΦΥΣΗ ΤΟΥ;ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ Ο ΟΡΟΣ ΦΥΣΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ; ΓΙΑ ΝΑ ΤΑΥΤΙΣΤΟΥΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ ΝΑ ΕΠΙΝΟΗΣΟΥΜΕ ΜΙΑ ΕΤΕΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΕΠΙΝΟΗΣΑΝ ΟΙ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΑΙΡΙΑΞΟΥΝ ΜΕ ΤΟΝ ΥΠΑΡΞΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ  ΤΩΝ ΧΟΥΣΣΕΡΛ. ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ. ΜΑΣ ΠΕΡΙΣΣΕΥΕΥΕΙΣ ΦΙΛΕ. ΧΡΟΝΟΥ ΦΙΔΟΥ]

Άλλο είναι η περί Θεού αντίληψη ως «ἐνέργειά τις μόνον ἐνθεωρούμενη τοῖς κτίσμασι» (Όμ. ΙΣΤ΄ 19) και άλλο η αποκάλυψή του ἐν προσώπῳ. Ως Τρισυπόστατη ενεργητική φύση, λοιπόν, ο Θεός δεν είναι ανυπόστατη και απρόσωπη;;;; ουσία. Όταν αποκαλύπτεται διά της ενέργειάς του, φανερώνεται «όλος» και όχι αποσπασματικά∙ «όλον ἐν ἑαυτῷ συνείληφε τὸ εἶναι» ως Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα, ενώ βεβαίως, δεν μετέχεται καθ' ολοκληρίαν. Όλος ο Θεός είναι παρών στον άσαρκο Λόγο που φανερώνεται και διαλέγεται με τον Μωϋσή, όχι κατ' ουσίαν ή καθ' υπόστασιν, αλλά προσωπικά κατ' ενέργειαν.

ΠΟΙΟΣ ΘΕΟΣ; Ο ΜΩΥΣΗΣ ΤΙΜΩΡΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ ΣΥΝΑΝΤΗΘΗΚΑΝ ΣΤΟΝ ΑΔΗ.ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΚΑΤΕΧΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟΥ; 
ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΛΟΓΟ ΝΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΟΥΜΕ Ω!!! ΣΟΦΟΙ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΤΟΝ ΑΣΑΡΚΟ ΛΟΓΟ ΠΡΟΣΠΑΘΩΝΤΑΣ ΝΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΑΔΑΜ ΕΦΟΣΟΝ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΛΑΓΜΕΝΟΣ; ΜΟΝΟΝ Ο ΑΔΗΣ ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ ΣΑΝ ΑΙΩΝΙΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΠΛΕΟΝ. ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΡΟΥΜΕ!!!

Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα - Εἰς τόν Εὐαγγελισμόν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

Ἐὰν πρέπει κάποτε νὰ χαίρη ὁ ἄνθρωπος καὶ νὰ σκιρτᾶ καὶ νὰ ψάλλη μὲ εὐφροσύνη, ἐὰν ὑπάρχη μιὰ περίοδος ποὺ ἀπαιτεῖ νὰ λεχθῆ ὅ,τι ὑπάρχει πιὸ μεγάλο καὶ πιὸ λαμπρὸ καὶ ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ποθῆ νὰ ἔχη ὅσο τὸ δυνατὸν εὐρύτερη σχέση, ὡραιότερη ἔκφραση καὶ δυνατώτερο λόγο, γιὰ νὰ ὑμνήση τὰ μεγαλεῖα της, δὲν βλέπω ποιὰ ἄλλη μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτή, ἂν ὄχι ἡ σημερινὴ γιορτή. Γιατί σὰν σήμερα ἔφθασε στὴ γῆ Ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀναγγέλλοντας τὴν ἀπαρχὴ ὅλων τῶν καλῶν. Σήμερα ὁ οὐρανὸς μεγαλύνεται. Σήμερα ἡ γῆ ἀγάλλεται. Σήμερα ὁλόκληρη ἡ κτίση χαίρει. Καὶ δὲν μένει ἔξω ἀπὸ τὴ γιορτὴ οὔτε Αὐτὸς ποὺ κρατεῖ στὰ χέρια τοῦ τὸν οὐρανό. Γιατί αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν σήμερα εἶναι ἕνα πραγματικὸ πανηγύρι. Ὅλοι συναντιοῦνται σ’ αὐτό, στὴν ἴδια χαρά. Ὅλοι ζοῦν καὶ δίνουν καὶ σ᾿ ἐμᾶς τὴν ἴδια εὐφροσύνη: Ὁ Δημιουργός, τὰ δημιουργήματα ὅλα, ἡ ἴδια ἡ μητέρα τοῦ Δημιουργοῦ ποὺ τοῦ πρόσφερε τὴ φύση μας καὶ τὸν ἔκαμε ἔτσι κοινωνὸ στὶς χαρμόσυνες συνάξεις καὶ τὶς γιορτές μας. Χαίρει πρὶν ἀπ’ ὅλους ὁ Δημιουργός. Γιατί εἶναι βέβαια εὐεργέτης κι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας ἔχει... σὰν ἔργο Του τὴν εὐεργεσία. Ποτὲ Του δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τίποτε καὶ δὲν ξέρει ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ προσφέρη καὶ νὰ εὐεργετῆ. Σήμερα ὅμως, χωρὶς νὰ σταματήση τὸ σωτήριο ἔργο Του, περνᾶ στὴ δεύτερη θέση, ἔρχεται ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ εὐεργετοῦνται. Καὶ δὲν χαίρεται τόσο γιὰ τὶς μεγάλες δωρεὲς ποὺ χάρισε Αὐτὸς στὴν κτίση καὶ ποὺ τὸν ἀποδεικνύουν γενναιόδωρο, ὅσο γιὰ τὰ μικρὰ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τοὺς εὐεργετημένους, γιατί ἔτσι φανερώνεται ὅτι εἶναι φιλάνθρωπος. Καὶ θεωρεῖ ὅτι τὸν δοξάζουν ὄχι μόνο ἐκεῖνα ποὺ ὁ ἴδιος ἔδωσε στοὺς φτωχοὺς δούλους, ἀλλὰ κι ὅσα oι φτωχοί του χάρισαν. Γιατί ἂν καὶ διάλεξε ἀπὸ τὴ θεία δόξα τὴν κένωση καὶ καταδέχθηχε νὰ πάρη σὰν δῶρο ἀπὸ μᾶς τὴν ἀνθρώπινη φτώχεια, ὁ πλοῦτος Του ἔμεινε ἀναλλοίωτος καὶ μετέτρεψε πάνω του τὸ δῶρο μας σὲ κόσμημα καὶ βασιλεία. Γιὰ τὴν κτίση πάλι -καὶ λέγοντας κτίση ἐννοῶ ὄχι μόνο τὴν ὁρατή, ἀλλὰ κι ἐκείνη ποὺ ξεπερνᾶ τὸ ἀνθρώπινο μάτι- τί θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέση μεγαλύτερη ἀφορμὴ εὐφροσύνης ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι βλέπει τὸ Δημιουργό της νὰ ἔρχεται μέσα της καὶ τὸν Κύριο τῶν ὅλων νὰ παίρνη θέση ἀνάμεσα στοὺς δούλους; Κι αὐτὸ ὄχι ἀπογυμνώνοντας τὸν ἑαυτό Του ἀπὸ τὴν ἐξουσία Του, ἀλλὰ προσλαμβάνοντας τὸ δοῦλο, ὄχι ἀποβάλλοντας τὸν πλοῦτο, ἀλλὰ μεταδίδοντας τὸν στὸ φτωχό, ὄχι ξεπέφτοντας ἀπὸ τὰ ὕψη Του, ἀλλὰ ἐξυψώνοντας τὸν ταπεινό. Ἀλλὰ χαίρει καὶ ἡ Παρθένος, χάρις στὴν ὁποία ὅλες αὐτὲς oι δωρεὲς δόθηκαν στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ χαίρει γιὰ πέντε λόγους. Πρὶν ἀπ’ ὅλα σὰν ἄνθρωπος, ποὺ συμμετέχει, ὅπως ὅλοι, στὰ κοινὰ ἀγαθά. Χαίρει ὅμως καὶ γιατί oἱ δωρεὲς δόθηκαν σ’ Αὐτὴν καὶ πρὶν καὶ ἀφθονώτερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους, κι ἀκόμη περισσότερο, γιατί Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ oἱ δωρεὲς αὐτὲς δόθηκαν σ᾿ ὅλους. Ὁ πέμπτος ὅμως καὶ μεγαλύτερος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο χαίρει ἡ Παρθένος εἶναι ὅτι ὄχι ἁπλῶς διὰ μέσου αὐτῆς ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια, χάρις σ᾿ ἐκεῖνα ποὺ γνώρισε καὶ προεῖδε, ἔφερε τὴν ἀνάσταση στοὺς ἀνθρώπους.

Γιατί ἡ Παρθένος δὲν εἶναι ὅπως ἡ γῆ ποὺ συνετέλεσε μέν, ἀλλὰ δὲν ἔκαμε ὅμως ἡ ἴδια τίποτε στὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ χρησιμοποιήθηκε σὰν ἁπλὴ ὕλη ἀπὸ τὸν Δημιουργὸ καὶ ἁπλῶς “ἔγινε” χωρὶς νὰ “πράξη” τίποτε. Ἡ Παρθένος πραγματοποίησε ἡ ἴδια μέσα της καὶ πρόσφερε στὸν Θεὸ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ προσείλκυσαν τὸν Τεχνίτη στὴ γῆ, ποὺ παρακίνησαν τὸ δημιουργικὸ χέρι. Και ποιὰ εἶναι αὐτά; Βίος πανάμωμος, ζωὴ πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση ὅλων τῶν ἀρετῶν, ψυχὴ ἀπὸ τὸ φῶς καθαρώτερη, σῶμα ἐντελῶς πνευματικό, λαμπρότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καθαρώτερο, ἀπὸ τοὺς χερουβικοὺς θρόνους ἱερώτερο. Φτερούγισμα νοῦ, ποὺ δὲν δειλιάζει μπρὸς σὲ κανένα ὕψος, ποὺ ξεπερνᾶ ἀκόμη καὶ τὰ φτερὰ τῶν Ἀγγέλων. Θεῖος ἔρως, ποὺ ἀπορρόφησε καὶ ἀφομοίωσε κάθε ἄλλη ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς. Κτῆμα τοῦ Θεοῦ, ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ ποὺ δὲν χωράει σὲ καμμιὰ ἀνθρώπινη σκέψη.΄Ἔτσι, ἔχοντας στολίσει μὲ τέτοιο κάλλος καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή Της, κατορθώνει νὰ ἑλκύση ἐπάνω της τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ. Ἀνέδειξε, χάρις στὴ δική Της ὡραιότητα, ὡραία τὴν κοινὴ ἀνθρώπινη φύση. Καὶ κατέκτησε τὸν ἀπαθῆ. Καὶ ἔγινε ἄνθρωπος ἐξ αἰτίας τῆς Παρθένου Ἐκεῖνος ποὺ ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας ἦταν στοὺς ἀνθρώπους μισητός.

Καὶ τὸ “μεσότοιχον τῆς ἔχθρας” καὶ ὁ “φραγμὸς” δὲν εἶχαν γιὰ τὴν Παρθένο καμμιὰ ἰσχύ, ἀλλὰ καθετί ποὺ χώριζε τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ἴδια εἶχε καταργηθῆ. Ἔτσι καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν κοινὴ καταλλαγὴ εἶχε συναφθῆ ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τὴν Παρθένο μόνη εἰρήνη. Ἀκόμη περισσότερο, δὲν χρειάσθηκε ποτὲ νὰ προσφέρη ἐκείνη σπονδὲς εἰρήνης καὶ συμφιλιώσεως, μία καὶ στεκόταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν κορυφὴ τοῦ χοροῦ τῶν φίλων. Ὅλα αὐτὰ πραγματοποιήθηκαν γιὰ τοὺς ἄλλους. Καὶ ὑπῆρξε πρὶν ἀπὸ τὸν Παράκλητο, «παράκλητος ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς τὸν Θεόν», γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε τὴν ἔκφραση τοῦ Παύλου, ὑψώνοντας πρὸς Αὐτὸν γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων ὄχι τὰ χέρια Της, ἀλλά, ἀντὶ γιὰ ἄλλη ἱκεσία, τὴν ἴδια τὴ ζωή Της. Κι ἔφθασε ἡ ἀρετὴ μίας ψυχῆς νὰ σταματήση τὴν κακία τῶν ἀνθρώπων ὅλων τῶν αἰώνων. Ὅπως ἡ Κιβωτὸς ποὺ ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο κατὰ τὸ κοινὸ ναυάγιο τῆς οἰκουμένης δὲν ἔλαβε ἡ ἴδια μέρος στὶς συμφορὲς καὶ διέσωσε στὸ γένος τὴ δυνατότητα νὰ συνεχισθῆ, τὸ ἴδιο συνέβηκε καὶ μὲ τὴν Παρθένο. Διατήρησε πάντοτε τὴ σκέψη Της τόσο ἄθικτη καὶ ἱερή, σὰν νὰ μὴν εἶχε ἀποτολμηθῆ ποτὲ στὴ γῆ καμμιὰ ἁμαρτία, σὰν νὰ ἦταν ὅλοι συνεπεῖς σ᾿ αὐτὰ ποὺ ἔπρεπε, σὰν νὰ ἔμεναν ὅλοι ἀκόμα στὴν ἑστία τοῦ Παραδείσου. Οὔτε κἂν αἰσθάνθηκε, πράγματι, τὴν κακία ποὺ ξεχύθηκε σ᾿ ὅλη τὴν γῆ. Καὶ ὁ κατακλυσμὸς τῆς ἁμαρτίας ποὺ ξαπλώθηκε παντοῦ κι ἔκλεισε τὸν οὐρανὸ κι ἄνοιξε τὸν Ἅδη κι ἔβαλε σὲ πόλεμο τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸν Θεὸ κι ἐδίωξε ἀπὸ τὴ γῆ τὸν Ἀγαθό, φέρνοντας στὴ θέση του τὸν Πονηρό, δὲν κατάφερε οὔτε στὸ παραμικρὸ νὰ θίξη τὴ μακαρία Παρθένο. Ἀλλ’ ἐνῶ κυριάρχησε σ’ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη κι ἔσεισε καὶ συντάραξε καὶ γκρέμισε τὰ πάντα, νικήθηκε ἀπὸ ἕνα μόνο λογισμό, ἀπὸ μία ψυχή. Καὶ δὲν νικήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο μόνο, ἀλλὰ χάρις σ᾿ αὐτὴν ὑποχώρησε ἡ ἁμαρτία κι ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Αὐτὴ ἦταν ἡ συμβολὴ τῆς Παρθένου στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, πρὶν φθάση, ἡ ἡμέρα ἐκείνη, κατὰ τὴν ὁποία ἔπρεπε ὁ Θεός, σύμφωνα μὲ τὸ προαιώνιο σχέδιό Του, νὰ κλίνη τοὺς οὐρανοὺς καὶ νὰ κατέβη στὴ γῆ: ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ γεννήθηκε οἰκοδομοῦσε κατάλυμα γιὰ ἐκεῖνον, ποὺ μποροῦσε νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο, ἀγωνιζόταν νὰ καταστήση ὡραία τὴν κατοικία τοῦ Θεοῦ, τὸν ἑαυτό Της, τέτοια ποὺ νὰ μπορῆ νὰ εἶναι ἄξια γι᾿ Αὐτόν.Ἔτσι τίποτε δὲν βρῆκε νὰ κατηγορήση στὰ ἀνάκτορα ὁ βασιλιάς. Κι ἀκόμη περισσότερο, δὲν τοῦ πρόσφερε ἡ Παρθένος μόνο βασιλικὴ κατοικία ἀξία τοῦ μεγαλείου του, ἀλλὰ τοῦ ἑτοίμασε ἀπὸ τὸν ἑαυτό της καὶ τὴ βασιλικὴ πορφύρα καὶ τὴ ζώνη καί, ὅπως λέγει ὁ Δαβίδ, τὴν “εὐπρέπεια”, τὴ “δύναμη” καὶ τὴν ἴδια τὴ “βασιλεία”. Ὅπως μία λαμπρὴ πολιτεία, ποὺ ξεπερνᾶ ὅλες τὶς ἄλλες στὸ μέγεθος καὶ τὴν ὡραιότητα, στὸ ὑψηλὸ ἠθικὸ φρόνημα καὶ στὸ πλῆθος τῶν κατοίκων καὶ στὸν πλοῦτο καὶ σὲ κάθε εἴδους δύναμη, δὲν περιορίζεται μόνο στὸ νὰ δεξιωθῆ καὶ νὰ φιλοξενήση ἁπλῶς τὸ βασιλιά, ἀλλὰ γίνεται τὸ κράτος του καὶ ἀποτελεῖ τὴν ἐξουσία του καὶ τὴν τιμή του καὶ τὴ δύναμη καὶ τὸν ὁπλισμό του. Ἔτσι καὶ ἡ Παρθένος, μὲ τὸ νὰ δεχθῆ μέσα της τὸν Θεό, μὲ τὸ νὰ τοῦ δώση τὴ σάρκα της, ἔκαμε νὰ παρουσιασθῆ ὁ Θεὸς μέσα στὸν κόσμο καὶ νὰ γίνη στοὺς μὲν ἐχθροὺς συμφορὰ ἀκαταμάχητη, στοὺς δὲ φίλους σωτηρία καὶ πηγὴ ὅλων τῶν ἀγαθῶν.

Μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ὠφέλησε τὸ ἀνθρώπινο γένος πρὶν ἀκόμη ἔρθη ὁ καιρὸς τῆς γενικῆς σωτηρίας: Ἀλλὰ κι ὅταν ἦρθε ὁ καιρὸς καὶ παρουσιάσθηκε ὁ οὐράνιος ἀγγελιοφόρος, πάλι ἔλαβε ἐνεργητικὸ μέρος στὴ σωτηρία μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι πίστεψε σὲ ὅ,τι τῆς εἶπε καὶ δέχθηκε νὰ ἀναλάβη τὴ διακονία ποὺ τῆς ζήτησε ὁ Θεός. Γιατί ἦταν κι αὐτὰ ἀπαραίτητα καὶ χρειάζονταν ὁπωσδήποτε γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ἂν ἡ Παρθένος δὲν τηροῦσε αὐτὴ τὴ στάση, καμμιὰ πιὰ ἐλπίδα δὲν θὰ ἀπόμενε στοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἦταν βέβαια δυνατό, ὅπως εἶπα πιὸ πάνω, νὰ προσβλέψη ὁ Θεὸς μὲ εὐμένεια πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ νὰ θελήση νὰ κατέβη στὴ γῆ, ἂν δὲν εἶχε προπαρασκευασθῆ ἡ Παρθένος, ἂν δὲν ὑπῆρχε δηλαδὴ ἐκεῖνος ποὺ θὰ τὴν ὑποδεχόταν, καὶ θὰ μποροῦσε νὰ διακονήση στὴ σωτηρία. Κι οὔτε πάλι ἦταν δυνατὸ νὰ πραγματοποιηθῆ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας, ἂν δὲν πίστευε σ᾿ αὐτὸ ἡ Παρθένος καὶ δὲν δεχόταν νὰ διακονήση. Αὐτὸ γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ μὲν Γαβριὴλ μὲ τὸ “χαῖρε” ποὺ εἶπε στὴν Παρθένο καὶ μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι τὴν ὀνόμασε “κεχαριτωμένη” τελείωσε τὴν ἀποστολή του, φανέρωσε ὁλόκληρο τὸ μυστήριο. Ὅση ὅμως ὥρα ἡ Παρθένος ζητοῦσε νὰ μάθη τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖον θὰ γινόταν ἡ κύηση, ὁ Θεὸς δὲν κατερχόταν. Ἐνῶ τὴ στιγμὴ ποὺ πείσθηκε κι ἀποδέχθηκε τὴν πρόσκληση, ὁλόκληρο τὸ ἔργο μὲ μιᾶς πραγματοποιήθηκε: ὁ Θεὸς πῆρε ἐπάνω Του σὰν ἐνδυμασία τὸν ἄνθρωπο κι ἔγινε μητέρα τοῦ Κτίστου ἡ Παρθένος. Ἀλλὰ τὸ ἀκόμη πιὸ θαυμαστὸ εἶναι τὸ ἑξῆς: Ὁ Θεὸς οὔτε προειδοποίησε τὸν Ἀδὰμ οὔτε τὸν ἔπεισε νὰ τοῦ δώση τὴν πλευρά, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔπρεπε νὰ δημιουργηθῆ ἡ Εὔα. Τὸν ἐκοίμισε κι ἔτσι, ἔχοντάς του ἀφαιρέσει τὶς αἰσθήσεις, τοῦ ἀπέσπασε τὸ μέλος. Ἐνῶ γιὰ νὰ προχωρήση στὴ δημιουργία τοῦ Νέου Ἀδὰμ ἐδίδαξε προηγουμένως τὴν Παρθένο καὶ περίμενε τὴν πίστη καὶ τὴν παραδοχή της. Γιὰ τὴ δημιουργία τοῦ Ἀδὰμ πάλι συσκέπτεται μὲ τὸν μονογενῆ του Υἱὸ λέγοντας: “ποιήσωμεν ἄνθρωπο”. Ὅταν ὅμως χρειάσθηκε νὰ “εἰσαγάγη τὸν πρωτότοκον”-αὐτὸν τὸν “θαυμαστὸν Σύμβουλον” -“εἰς τὴν οἰκουμένην”, ὅπως λέγει ὁ Παῦλος, καὶ νὰ πλάση τὸν δεύτερο Ἀδάμ, παίρνει στὴν ἀπόφασή του αὐτὴ συνεργάτη τὴν Παρθένο. Ἔτσι τὴ μεγάλη ἐκείνη “βουλὴ” τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ ὁ Ἠσαΐας, τὴν ἀνήγγειλε ὁ Θεὸς καὶ τὴν ἐπεκύρωσε ἡ Παρθένος. Καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου ἦταν ἔργο ὄχι μόνο τοῦ Πατρός, ποὺ “εὐδόκησε”, καὶ τῆς Δυνάμεώς του, ποὺ “ἐπεσκίασε”, καὶ τοῦ Πνεύματος, ποὺ “ἐπεδήμησε”, ἀλλὰ καὶ τῆς θελήσεως καὶ τῆς πίστεως τῆς Παρθένου. Γιατί, ὅπως χωρὶς ἐκείνους δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ὑπάρξη καὶ νὰ προσφερθῆ στοὺς ἀνθρώπους ἡ ἀπόφαση γιὰ τὴ σάρκωση τοῦ Λόγου, ἔτσι χωρὶς τὴν προσφορὰ τῆς θελήσεως καὶ τῆς πίστεως τῆς Πανάγνου ἦταν ἀδύνατη ἡ πραγματοποίηση τῆς θείας βουλῆς.

Ἀφοῦ λοιπὸν μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν καθοδήγησε καὶ τὴν ἔπεισε ὁ Θεός, τὴν κάνει στὴ συνέχεια μητέρα του. Ἔτσι δανείζεται τὴ σάρκα ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ καὶ θέλει νὰ τὴ δανείση καὶ ξέρει γιατί τὸ κάνει. Γιατί ἔπρεπε νὰ συμβῆ στὴν Παρθένο ὅ,τι συνέβηκε καὶ στὸν ἴδιο. Ὅπως Αὐτὸς ἤθελε καὶ “συνελήφθη”, ἔτσι κι ἐκείνη ἔπρεπε νὰ κυοφορήση καὶ νὰ γίνη μητέρα τοῦ ὄχι ἀναγκαστικά, ἀλλὰ μ᾿ ὅλη τὴν ἐλεύθερη θέλησή της. Γιατί ἔπρεπε ἀκόμη –πράγμα πολὺ σημαντικώτερο– ὄχι μόνο νὰ συντελέση στὴν oικovoμία τῆς σωτηρίας σὰν κάτι τὸ ἑτεροκίνητο, ποὺ ἁπλῶς χρησιμοποιήθηκε, ἀλλὰ νὰ προσφέρη ἡ ἴδια τὸν ἑαυτό Της καὶ νὰ γίνη συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στὴ φροντίδα γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἔτσι, ὥστε νά ᾿χη μ᾿ Αὐτὸν μερίδιο καὶ νὰ εἶναι κοινωνὸς καὶ στὴ δόξα ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτὴ τὴ φιλανθρωπία. Ἔπειτα, ἀφοῦ ὁ Σωτήρας δὲν ἦταν ἄνθρωπος καὶ υἱὸς ἀνθρώπου ἐξ αἰτίας μόνο τῆς σάρκας, ἀλλ᾿ εἶχε καὶ ψυχὴ καὶ νοῦ καὶ θέληση καὶ καθετί τὸ ἀνθρώπινο, ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔχη καὶ μητέρα τελεία, ποὺ θὰ ὑπηρετοῦσε στὴ γέννησή Του ὄχι μόνο μὲ τὴ φύση τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴ θέληση καὶ μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξή της: νὰ εἶναι μητέρα καὶ κατὰ τὴ σάρκα καὶ κατὰ τὴν ψυχή, νὰ εἰσαγάγη ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπόρρητη γέννηση. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο πρὶν ἡ Παρθένος θέση τὸν ἑαυτό της στὴν ὑπηρεσία τοῦ θείου μυστηρίου μαθαίνει, πιστεύει, θέλει καὶ εὔχεται τὴν πραγματοποίησή του. Ἀλλὰ αὐτὸ ἔγινε καὶ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ κάμη μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο φανερὴ τὴν ἀρετὴ τῆς Παρθένου. Πόσο δηλαδὴ μεγάλη ἦταν ἡ πίστη της καὶ πόσο ὑψηλὸ τὸ φρόνημά της, ποιὰ ἡ ἀκεραιότης τοῦ νοῦ καὶ ποιὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς της, πράγματα ποὺ φανερώθηκαν μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Παρθένος παραδέχθηκε καὶ πίστεψε τὸν παράδοξο λόγο τοῦ Ἀγγέλου: ὅτι δηλαδὴ ἐπρόκειτο νὰ ἔρθη ἀληθινὰ ὁ Θεὸς στὴ γῆ καὶ νὰ φροντίση προσωπικὰ ὁ ἴδιος γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ ὅτι αὐτὴ θὰ εἶναι ἱκανὴ νὰ διακονήση συμμετέχοντας ἐνεργητικὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο. Τό γεγονὸς δηλαδὴ ὅτι πρῶτα ζήτησε ἐξηγήσεις καὶ πείσθηκε, εἶναι λαμπρὴ ἀπόδειξή του ὅτι γνώριζε πολὺ καλὰ τὸν ἑαυτό της καὶ δὲν ἔβλεπε τίποτε μεγαλύτερο, ἄξιο νὰ τὸ ἐπιθυμήση. Ἐξάλλου τὸ ὅτι ὁ Θεὸς θέλησε νὰ φανερώση τὴν ἀρετὴ της εἶναι ἰσχυρὴ ἀπόδειξή του ὅτι ἡ Παρθένος γνώριζε πολὺ καλὰ τὸ μέγεθος τῆς θείας ἀγαθότητος καὶ φιλανθρωπίας. Καὶ μόνον φαίνεται ὅτι χάριν αὐτοῦ ἀκριβῶς δὲν μυήθηκε κατὰ τρόπο ἄμεσο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῆ δηλαδὴ πλήρως ὅτι ἡ πίστη μὲ τὴν ὁποία ζοῦσε κοντὰ στὸν Θεὸ ἦταν αὐτοπροαίρετη ἐκδήλωσή Της καὶ νὰ μὴ θεωρηθοῦν ὅλα σὰν ἀποτελέσματα τῆς δυνάμεως τοῦ πείθοντος Θεοῦ. Γιατί ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ δὲν εἶδαν καὶ ἐπίστευσαν εἶναι πιό μακάριοι ἀπὸ ὅσους ἀπαιτοῦν νὰ δοῦν, ἔτσι κι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν πιστεύσει στὰ μηνύματα ποὺ ἔστειλε διὰ μέσου δούλων ὁ Δεσπότης ἔχουν περισσότερη φρόνηση ἀπὸ ἐκείνους πού χρειάσθηκε νὰ τοὺς πείση ὁ ἴδιος. Τὸ γεγονὸς πάλι ὅτι εἶχε συνείδηση πὼς δὲν ὑπῆρχε στὴν ψυχὴ της τίποτε τὸ ἀταίριαστο πρὸς τὸ μυστήριο καὶ πὼς τὰ ἤθη της ἅρμοζαν πρὸς αὐτὸ τόσο πολύ, ὥστε νὰ μὴν κάνη μνεία καμμιᾶς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας, καθὼς καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ἀμφέβαλε γιὰ τὸ πῶς θὰ συμβοῦν ὅλα αὐτὰ καὶ δὲν συζήτησε καθόλου γιὰ τοὺς τρόπους ποὺ θὰ τὴν ὁδηγοῦσαν στὴν καθαρότητα, οὔτε εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ μυσταγωγό, ὅλα αὐτὰ δὲν ξέρω ἂν εἶναι πράγματα ποὺ μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε ὅτι ἀνήκουν στὴν κτιστὴ φύση. Γιατί κι ἂν ἀκόμη ἦταν Χερουβεὶμ ἢ Σεραφεὶμ ἢ κάτι πολὺ καθαρώτερο ἀπὸ τὶς ἀγγελικὲς αὐτὲς ὑπάρξεις, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ ὑποφέρη αὐτὴ τὴ φωνή; Πῶς θὰ νόμιζε ὅτι ἦταν δυνατὸ νὰ ἐκπληρώση τὶς ἐπαγγελίες; Πῶς θὰ εὕρισκε δύναμη κατάλληλη γι᾿ αὐτὰ τὰ μεγαλειώδη ἔργα; Καὶ ὁ Ἰωάννης βέβαια, ἀπὸ τὸν ὁποῖον «καvείς δὲν ὑπῆρξε ποτὲ μεγαλύτερος», σύμφωνα μὲ τὴν κρίση τοῦ ἴδιου τοῦ Σωτήρα, δὲν ἀξίωσε τὸν ἑαυτό του οὔτε τὰ ὑποδήματα Ἐκείνου νὰ ἀγγίξη, κι αὐτὸ καίτοι ὁ Κύριος ἐμφανιζόταν μὲ τὴν πτωχὴ ἀνθρώπινη φύση. Ἐνῶ ἡ Πανάμωμη τὸν ἴδιο τὸν Λόγο τοῦ Πατρός, τὴν ἴδια τὴν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ, καὶ πρὶν ἀκόμη κενωθῆ, πῆρε τὸ θάρρος νὰ φέρη μέσα στὰ σπλάχνα της. «Τὶς εἰμὶ ἐγὼ καὶ τὶς ὁ οἶκος τοῦ πατρός μου; Καὶ ἐν ἐμοί, Κύριε, σώσεις τὸν Ἰσραήλ;». Τέτοιες φράσεις μπορεῖ κανεὶς ν’ ἀκούση ἀπὸ τοὺς δικαίους, μολονότι καλοῦνται σὲ ἔργα πολλὲς φορὲς κι᾿ ἀπὸ πολλοὺς πραγματοποιημένα. Ἐνῶ τὴ μακαρία Παρθένο ὁ Ἄγγελος τὴν κάλεσε νὰ πραγματοποιήση κάτι τὸ ἐντελῶς ἀσυνήθιστο, κάτι ποὺ δὲν ἦταν σύμφωνο μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ποὺ ξεπερνοῦσε τὴ λογικὴ κατανόηση. Γιατί στ᾿ ἀλήθεια τί μικρότερο τῆς ζητήθηκε ἀπὸ τὸ νὰ ἀνυψώση τὴ γῆ στὸν οὐρανό, ἀπὸ τὸ νὰ μετακινήση καὶ νὰ ἀλλάξη, χρησιμοποιώντας σὰν μέσο τὸν ἑαυτό Της, τὸ σύμπαν; Κι ὅμως δὲν ταράχθηκε ὁ λογισμός Της οὔτε θεώρησε ὅτι δὲν ἄξιζε γι᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο. Ἀλλὰ ὅπως σὲ τίποτε δὲν ἐνοχλοῦνται τὰ μάτια, ὅταν πλησιάζη τὸ φῶς, κι ὅπως δὲν εἶναι παράξενο νὰ ἰσχυρισθῆ κανεὶς ὅτι, μόλις ἀνατείλη ὁ ἥλιος, γίνεται ἡμέρα, ἔτσι καθόλου δὲν παραξενεύθηκε ἡ Παρθένος, ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι θὰ μπορέση νὰ δεχθῆ καὶ νὰ κυοφορήση μέσα της τὸν ἀχώρητο σὲ ὅλους τούς τόπους Θεό. Καὶ δὲν ἄφησε βέβαια νὰ περάση ἀνερεύνητη ἡ προσφώνηση οὔτε ἔπαθε τίποτε ἀνεξέταστα κι οὔτε πάλι παρασύρθηκε ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐγκωμίων. Ἀλλὰ συγκέντρωσε τὴν προσοχή της καὶ μὲ ὅλη της τὴν ἔνταση ἐξέταζε τὸ χαιρετισμό, ζητώντας νὰ μάθη μὲ ἀκρίβεια τόσο τὸν τρόπο τῆς κυήσεως, ὅσο καὶ καθετί τὸ σχετικό. Πέρα ὅμως ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἐνδιαφέρεται καθόλου νὰ ρωτήση ἂν εἶναι ἡ ἴδια ἱκανὴ καὶ κατάλληλη γιὰ μία τόσο ὑψηλὴ διακονία, ἂν ἔχη ἀγνίσει ὅσο χρειάζεται τὸ σῶμα Της καὶ τὴν ψυχή Της. Ἐκπλήσσεται γιὰ τὰ θαυμάσια ποὺ ἐπέρχονται στὴ φύση καὶ ἀντιπαρέρχεται καθετί ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴ δική Της προπαρασκευή. Γι᾿ αὐτὸ ζήτησε τὴν ἐξήγηση γιὰ τὸ πρῶτο ἀπὸ τὸν Γαβριήλ, ἐνῶ τὸ δεύτερο τὸ ἤξερε ἀπὸ τὸν ἑαυτό της. Τὸ θάρρος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν παρρησία τὰ εὕρισκε πράγματι ἡ Παρθένος μέσα της, ἀφοῦ δὲν εἶχε «τὴν καρδίαν τῆς καταγινώσκουσαν”, ὅπως λέγει ὁ Ἰωάννης, ἀλλὰ “συνηγοροῦσαν”.

«Πῶς θὰ γίνη αὐτό;» ἐρωτᾶ. Ὄχι γιατί ἔχω ἡ ἴδια ἀνάγκη ἀπὸ περισσότερη καθαρότητα καὶ μεγαλύτερη ἁγιότητα, ἀλλὰ γιατί εἶναι νόμος τῆς φύσεως νὰ μὴν μποροῦν νὰ κυοφορήσουν ὅσοι, ὅπως ἐγώ, ἔχουν διαλέξει τὴ ζωὴ τῆς παρθενίας. «Πῶς θὰ γίνη αὐτό, ἐρωτᾶ, ἀφοῦ δὲν ἔχω σχέση μὲ ἄνδρα;» Ἐγὼ βέβαια, συνεχίζει, εἶμαι ἕτοιμη γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Θεοῦ. Ἔχω ἀρκετὰ προπαρασκευασθῆ. Πές μου ὅμως σύ, ἂν ἡ φύση θὰ συμμορφωθῆ καὶ μὲ ποιὸ τρόπο. Καὶ τότε, μόλις ὁ Γαβριὴλ ἀνακοίνωσε τὸν τρόπο τῆς παράδοξης κυοφορίας λέγοντας τὸ γνωστό: «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι» καὶ τὰ ἐξήγησε ὅλα, ἡ Παρθένος δὲν ἀμφιβάλλει πλέον γιὰ τὸ ἀγγελικὸ μήνυμα, ὅτι εἶναι μακαρία, τόσο γι᾿ αὐτά, τὰ τόσο ὑπέροχα, στὰ ὁποῖα διακόνησε, ὅσο καὶ γι᾿ αὐτὰ στὰ ὁποῖα πίστεψε, ὅτι δηλαδὴ θὰ εἶναι ἀξία νὰ ἀναλάβη αὐτὴ τὴ διακονία. Κι αὐτὸ δὲν ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐλαφρότητος. Ἦταν ἡ φανέρωση τοῦ θαυμαστοῦ καὶ ἀπόρρητου ἐκείνου θησαυροῦ, ποὺ ἔκρυβε μέσα της ἡ Παρθένος, θησαυροῦ γεμάτου ἀπὸ ὕψιστη σύνεση, πίστη καὶ καθαρότητα. Αὐτὸ τὸ ἔκανε φανερὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα ὀνομάζοντας τὴν Παρθένο μακαρία, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἀποδέχθηκε τὸ μήνυμα καὶ δὲν δυσκολεύθηκε καθόλου νὰ πιστέψη στὶς οὐράνιες ἀγγελίες. Ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννου, πράγματι, μόλις γέμισε ἡ ψυχή της ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ἐμακάρισε λέγοντας: «Ἂς εἶναι μακαρία αὐτὴ ποὺ πίστεψε ὅτι θὰ πραγματοποιηθοῦν ὅσα τῆς εἶπε ὁ Κύριος». Ἡ ἴδια ἡ Παρθένος ἄλλωστε εἶχε εἰπεῖ γιὰ τὸν ἑαυτὸ τῆς ἀπαντώντας στὸν Ἄγγελο: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου». Γιατί εἶναι, στ᾿ ἀλήθεια, δούλη τοῦ Κυρίoυ αὐτὴ ποὺ τόσο βαθιὰ κατανόησε τὸ μυστήριο τοῦ ἐρχομοῦ του. Αὐτὴ πού, “ὅταν ἦρθε” ὁ Δεσπότης καὶ “ἔκρουσε”, ὅπως λέγει ἡ Γραφή, ἄνοιξε ἀμέσως τὴν οἰκία τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός της καὶ χορήγησε ἔτσι σ᾿ Ἐκεῖνον ποὺ ἦταν πρὶν ἀπὸ αὐτὴν ἃ-οἶκος πραγματικὸ κατοικητήριο ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Συνέβη στὸ σημεῖο αὐτὸ κάτι παραπλήσιο μ’ ἐκεῖνο ποὺ συνέβη στὸν Ἀδάμ. Ἐνῶ ὅλο τὸ ὁρατὸ σύμπαν κτίσθηκε γιὰ χάρη δική του κι ὅλα τὰ ὑπόλοιπα κτίσματα εἶχαν βρεῖ τὸ καθένα τὸν κατάλληλο σύντροφό του, μόνο γιὰ τὸν Ἀδὰμ δὲν βρέθηκε, πρὶν ἀπὸ τὴν Εὔα, κατάλληλος βοηθός. Ἔτσι καὶ γιὰ τὸ Λόγο, ποὺ ἔφερε στὴν ὕπαρξη τὰ πάντα κι ὅρισε γιὰ τὸ κάθε πλάσμα του τὸν κατάλληλο τόπο, δὲν ὑπῆρχε κανεὶς τόπος καὶ καμμιὰ κατοικία πρὶν ἀπὸ τὴν Παρθένο. Ἡ Παρθένος ὅμως δὲν ἔδωσε «ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς οὐδὲ νυσταγμὸν τοῖς βλεφάροις» ὡς τὴ στιγμὴ ποὺ πρόσφερε σ᾿ Αὐτὸν σκήνωμα καὶ τόπο. Γιατί βέβαια τὰ λόγια αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ θεωρήσουμε σὰν φωνὴ τῆς Πανάγνου, ποὺ τὴν πρόφερε ἡ γλώσσα τοῦ Δαυΐδ, μιά κι αὐτὸς ἦταν ὁ ἀρχηγὸς τῆς γενιᾶς της. Ὅπως ἀκριβῶς, σύμφωνα μ᾿ αὐτὰ ποὺ λέγει ὁ Παῦλος, στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀβραάμ, ποὺ ἔδωσε τὴ δεκάτη στὸν Μελχισεδέκ, ἔχει δώσει δεκάτη καὶ ὁ Λευΐ «ἐν τῇ ὀσφύϊ τοῦ πατρὸς ὤν».

Ἀλλὰ τὸ πιὸ μεγάλο καὶ πιὸ παράδοξο ἀπὸ ὅλα εἶναι ὅτι, χωρὶς τίποτε νὰ ξέρη ἀπὸ πρίν, χωρὶς καμμιὰ προειδοποίηση τόσο πολὺ ἦταν προετοιμασμένη γιὰ τὸ μυστήριο, ὥστε μόλις φάνηκε ξαφνικὰ ὁ Θεός, νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ τὸν ὑποδεχθῆ ὅπως ἔπρεπε, μὲ ψυχὴ ἕτοιμη καὶ ἄγρυπνη καὶ σταθερή. Κι αὐτὸ τὸ λόγο, ποὺ ἦταν κατάλληλος καὶ ἅρμοζε σ᾿ αὐτήν, ἀπάντησε γιὰ νὰ γνωρίσουν ὅλοι oι ἄνθρωποι τὴ σωφροσύνη μὲ τὴν ὁποία ἔζησε πάντοτε ἡ μακαρία Παρθένος, πόσο δηλαδὴ ἦταν ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση, πόσο ἦταν πρωτοφανής, πόσο ἦταν μεγαλύτερη ἀπὸ ὅσο μποροῦσαν νὰ καταλάβουν oι ἄνθρωποι, Αὐτὴ ποὺ ἄναψε μέσα στὴν ψυχὴ της τόσο σφοδρὸ ἔρωτα γιὰ τὸν Θεό, ὄχι γιατί τῆς εἶχαν προαγγελθῆ αὐτὰ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ τῆς συμβοῦν προσωπικὰ καὶ στὰ ὁποῖα αὐτὴ μόνο θὰ λάβαινε μέρος, ἀλλὰ χάρις στὶς γενικὲς δωρεὲς ποὺ δόθηκαν ἢ ἐπρόκειτο νὰ δοθοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸ στοὺς ἀνθρώπους. Γιατί, ὅπως ὁ Ἰὼβ θαυμάζεται ὄχι τόσο γιὰ τὴν ὑπομονὴ ποὺ ἔδειξε μέσα στὶς συμφορές του, ὅσο γιατί δὲν ἤξερε τί ἐπρόκειτο νὰ τοῦ δοθῆ σὰν ἀμοιβὴ γι᾿ αὐτὸ τὸν ἀγώνα τῆς ὑπομονῆς, ἔτσι κι ἐκείνη ἀνέδειξε τὸν ἑαυτὸ της ἄξιο νὰ λάβη τὶς δωρεὲς ποὺ ξεπερνοῦν κάθε ἀνθρώπινη λογική, χάρις σ᾿ αὐτὰ ποὺ δὲν ἐγνώριζε. Ὑπῆρξε νυμφικὸς θάλαμος, χωρὶς νὰ περιμένη τὸν Νυμφίο. Ἦταν οὐρανός, μολονότι ἀγνοοῦσε ὅτι μέσα ἀπὸ αὐτὴ ἐπρόκειτο νὰ ἀνατείλη ὁ Ἥλιος. Τί εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξισωθῆ μὲ τοῦ νοῦ αὐτοῦ τὴ μεγαλωσύνη; Καὶ ποιὰ θὰ ἦταν ἂν τὰ ἤξερε ὅλα μὲ σαφήνεια ἀπὸ πρὶν καὶ εἶχε ἔτσι καὶ τῆς ἐλπίδας τὰ φτερά; Γιατί ὅμως δὲν τὰ εἶχε πληροφορηθῆ προηγουμένως; Μήπως ἐπειδὴ μ’ αὐτὸ γίνεται φανερὸ ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἄλλος χῶρος στὸν ὁποῖον ἔπρεπε νὰ προχωρήση, ἀφοῦ δὲν εἶχε ἀφήσει ἀξεπέραστη καμμιὰ κορυφὴ ἁγιότητος, κι ὅτι δὲν ὑπῆρχε τίποτε τὸ ὁποῖο ὄφειλε νὰ προσθέση σ’ αὐτὰ ποῦ εἶχε, οὔτε ἦταν δυνατὸν νὰ γίνη καλύτερη στὴν ἀρετή, ἀφοῦ κατέλαβε τὴν ἴδια τὴν κορυφή; Γιατί, ἂν ἦταν πραγματοποιήσιμα αὐτὰ καὶ ὑπῆρχε, πέρα ἀπὸ ὅσα εἶχε ἤδη κατορθώσει, καὶ μία κάποια ἄλλη κορυφὴ ἀρετῆς, δὲν θὰ τὴν ἀγνοοῦσε ἡ Παρθένος, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ἦρθε στὴ ζωή, καὶ ἀφοῦ ὁ Θεὸς διδάσκει, ἔτσι ὥστε νὰ μπορῆ νὰ τὴ διατρέξη καὶ αὐτὴ καὶ νὰ εἶναι καλύτερα προπαρασκευασμένη γιὰ τὴ διακονία τοῦ μυστηρίου. Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἰσχυρισθῆ κανεὶς ὅτι δὲν θὰ εἶχε δῆθεν ἡ Παρθένος ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν ἐλπίδων μεγαλύτερη ἔφεση γιὰ τὴν ἀρετή, ἂν βέβαια ἦταν ποτὲ δυνατὸν νὰ συμβῆ αὐτό. Ἀλλὰ αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ἄγνοιά της τὴν ἀπέδειξε ἀκόμη καλύτερη, αὐτὴν ἡ ὁποία, παρ’ ὅλο ὅτι δὲν ὑπῆρχαν ἐκεῖνα ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ τὴν ὠθήσουν στὴν ἀρετή, τόσο πολὺ τελειοποίησε τὴν ψυχή της, ὥστε διαλέχθηκε ἀπὸ τὸν δίκαιο Θεὸ μέσα ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση. Οὔτε πάλι εἶναι φυσικὸ γιὰ τὸν Θεὸ νὰ μὴν εἶχε κοσμήσει τὴ μητέρα του μὲ ὅλα τὰ ἀγαθὰ καὶ νὰ μὴν τὴν εἶχε πλάσει κατὰ τὸν καλύτερο καὶ τελειότερο τρόπο.

Μὲ τὸ γεγονὸς λοιπὸν ὅτι εἶχε σιωπήσει καὶ δὲν τῆς προεῖπε τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συμβοῦν ἀπoδείχθηκε ὅτι δὲν ἐγνώριζε τίποτε καλύτερο ἢ μεγαλύτερο ἀπὸ ὅσα ἔβλεπε νὰ ἔχη κατορθώσει ἡ Παρθένος. Καὶ ἀπὸ αὐτὸ πάλι γίνεται φανερὸ ὅτι διάλεξε γιὰ μητέρα του ὄχι ἁπλῶς τὴν καλύτερη ἀνάμεσα σ᾿ αὐτὲς ποὺ ὑπῆρχαν, ἀλλὰ τὴν ἀπόλυτα καλύτερη. Οὔτε ἐκείνη ποὺ ταίριαζε σ᾿ Αὐτὸν περισσότερο ἀπὸ ὅλους μέσα στὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀλλὰ αὐτὴν ποὺ ταίριαζε ἀπόλυτα, ἔτσι ὥστε νὰ πρέπη νὰ εἶναι μητέρα του. Γιατί ἦταν βέβαια ὁπωσδήποτε ἀνάγκη νὰ παρουσιάση κάποτε ἡ φύση τῶν ἀνθρώπων τὸν ἑαυτὸ της κατάλληλο γιὰ τὸ ἔργο ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο δημιουργήθηκε. Νὰ φέρη δηλαδὴ στὴ ζωὴ κάποιον ἄνθρωπο ποὺ νὰ μπορῆ νὰ διακονήση ἄξια στὸ σκοπὸ τοῦ Δημιουργοῦ. Ἐμεῖς βέβαια δὲν δυσκολευόμαστε νὰ παραβιάζουμε τὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖον κατασκευάσθησαν τὰ διάφορα ἐργαλεῖα χρησιμοποιώντας τὰ ἄλλοτε στὴ μία κι ἄλλοτε στὴν ἄλλη τέχνη. Ὁ Δημιουργὸς ὅμως δὲν ἔδωκε στὴν ἀνθρώπινη φύση ἕνα προορισμὸ στὴν ἀρχὴ καὶ μετὰ τὸν ἄλλαξε. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τὴν ἔπλασε τέτοια, ὥστε, ὅταν θὰ χρειαζόταν νὰ γεννηθῆ, νὰ πάρη ἀπὸ αὐτὴ τὴ μητέρα. Κι ἀφοῦ ἔδωκε πρῶτα αὐτὸν τὸν προορισμὸ στὴν ἀνθρώπινη φύση, ἔπλασε στὴ συνέχεια τὸν ἄνθρωπο χρησιμοποιώντας γιὰ κανόνα αὐτὴ τὴ σαφῆ χρησιμότητα. Ἦταν ἑπομένως ἀνάγκη νὰ ὑπάρξη κάποτε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ νὰ μπορῆ νὰ ἐκπληρώση αὐτὸν τὸ σκοπό. Γιατί βέβαια οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ μὴ θεωρήσουμε σὰν σκοπὸ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου τὸν καλύτερο ἀπὸ ὅλους, ἐκεῖνον ποὺ προξενεῖ στὸν Τεχνίτη τὴ μεγαλύτερη τιμὴ καὶ δόξα, οὔτε πάλι εἶναι δυνατὸ νὰ νομίσουμε ὅτι μπορεῖ κατὰ ὁποιονδήποτε τρόπο νὰ ἀποτύχη ὁ Θεὸς σ᾿ αὐτὰ ποὺ δημιουργεῖ. Αὐτὸ βέβαια ἀποκλείεται, ἀφοῦ ἀκόμη κι oἱ κτίστες κι oἱ ράφτες κι οἱ ὑποδηματοποιοὶ κατορθώνουν νὰ φτιάχνουν τὰ ἔργα τους πάντοτε σύμφωνα πρὸς τὸ σκοπὸ ποὺ θέλουν, ἂν κι αὐτοὶ δὲν ἐξουσιάζουν ἐντελῶς τὴν ὕλη. Καὶ μολονότι τὸ ὑλικὸ ποὺ χρησιμοποιοῦν δὲν τοὺς ὑπακούει πάντοτε, μολονότι μερικὲς φορὲς τοὺς ἐναντιώνεται, αὐτοὶ κατορθώνουν μὲ τὴν τέχνη τους νὰ τὸ ὑποτάξουν καὶ νὰ τὸ σύρουν πρὸς τὸ σκοπό τους. Ἂν λοιπὸν τὸ κατορθώνουν αὐτοί, πόσο φυσικώτερο εἶναι νὰ τὸ ἐπιτύχη ὁ Θεός, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς ὁ κυρίαρχος τῆς ὕλης, ἀλλὰ καὶ ὁ δημιουργός της, πού, ὅταν τὴ δημιούργησε, ἤξερε πῶς θὰ τὴν χρησιμοποιήση. Τί λοιπὸν θὰ ἐμπόδιζε νὰ εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύση σὲ ὅλα σύμφωνη πρὸς τὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖον δημιουργήθηκε; Ὁ Θεὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ κυβερνᾶ τὴν οἰκονομία. Κι αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι τὸ μεγαλύτερο ἔργο Του, τὸ κατ’ ἐξοχὴν ἔργο τῶν χειρῶν Του. Καὶ τὴν πραγματοποίησή του δὲν τὴν ἐμπιστεύθηκε σὲ κανέναν ἄνθρωπο ἢ Ἄγγελο, ἀλλὰ τὴν κράτησε ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό Του. Δὲν εἶναι λοιπὸν λογικὸ νὰ φρόντισε ὁ Θεὸς περισσότερο ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλο τεχνίτη, νὰ τηρήση κατὰ τὴ δημιουργία τοὺς κανόνες πού ἔπρεπε; Καὶ μάλιστα, ὅταν δὲν πρόκειται γιὰ ἕνα ὁποιοδήποτε, ἀλλὰ γιὰ τὸ καλύτερο ἀπὸ τὰ δημιουργήματά του; Σὲ ποιὸν δὲ ἄλλον ἀπὸ ὅλους θὰ ἔδινε ὁ Θεὸς αὐτὸ πού χρειαζόταν, ἂν ὄχι στὸν ἑαυτόν του; Καὶ πράγματι ὁ Παῦλος ζητεῖ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο νὰ προσπαθῆ πρὶν ἀπὸ τὶς φροντίδες γιὰ τὸ κοινὸ καλὸ νὰ διευθετῆ σωστὰ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν οἶκο του.

Ἔχει καλῶς. Ὅταν λοιπὸν ὅλα αὐτὰ συνέβηκε νὰ βρεθοῦν μαζί: ὁ δικαιότατος κυβερνήτης τοῦ σύμπαντος, ὁ καταλληλότατος διάκονος τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ, τὸ καλύτερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Δημιουργοῦ ὅλων τῶν αἰώνων, πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ μὴν εἶναι ἐδῶ κάθετι πού ἔπρεπε; Γιατί ἦταν βέβαια ἄναγκη νὰ διατηρηθῆ ἡ ἁρμονία καὶ ἡ ἀπόλυτη συμφωνία σὲ ὅλα τὰ σημεῖα καὶ τίποτε τὸ ἀταίριαστο νὰ μὴν ὑπάρξη στὸ μεγάλο καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ ἔργο. Γιατί ὁ Θεὸς εἶναι ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν δίκαιος. Αὐτὸς ποὺ δημιούργησε τὰ πάντα ὅπως ἔπρεπε καὶ τὰ «ζυγίζει ὅλα στὴ ζυγαριὰ τῆς δικαιοσύνης Του». Σὰν ἀπάντηση λοιπὸν σ᾿ ὅλα αὐτά, ποὺ ζητοῦσε ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἡ Παρθένος, μόνη γι’ αὐτό κατάλληλη, πρόσφερε τὸν Υἱό της. Κι ἔγινε μητέρα ἐκείνου, τοῦ ὁποίου ἦταν κατὰ πάντα δίκαιo νὰ εἶναι μητέρα. Κι ἂν λοιπὸν καμμιὰ ἄλλη ὠφέλεια δὲν ἐπρόκειτο νὰ προέλθη ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἔγινε ὁ Θεὸς υἱὸς ἀνθρώπου, μποροῦμε νὰ ὑποστηρίξουμε πὼς τὸ ὅτι ἦταν κατὰ πάντα δίκαιο νὰ γίνη ἡ Παρθένος μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἔφθανε γιὰ νὰ προκαλέση τὴ σάρκωση τοῦ Λόγου. Kαί πὼς ἀκόμη τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἦταν δυνατὸν παρὰ νὰ ἀποδώση στὸ κάθε πλάσμα Του ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἅρμοζε, νὰ ἐνεργῆ δηλαδὴ πάντοτε μὲ δικαιοσύνη, ἦταν ἀρκετὴ αἰτία γιὰ νὰ προκαλέση αὐτὸν τὸν καινούργιο τρόπο ὑπάρξεως τῶν δύο φύσεων. Γιατί, ἂν ἡ Πανάμωμη τήρησε ὅλα ἐκεῖνα ποὺ εἶχε ὑποχρέωση νὰ τηρήση, ἂν ἀποδείχθηκε ἄνθρωπος τόσο εὐγνώμων καὶ δὲν παρέλειψε τίποτε ἀπ᾿ ὅσα τοῦ χρωστοῦσε, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ φερόταν ἐξίσου δίκαια καὶ ὁ Θεός; Ἂν ἡ Παρθένος δὲν παρέλειψε τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μποροῦν νὰ ἀναδείξουν τὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν ἀγάπησε μὲ τόσο σφοδρὸ ἔρωτα, θὰ ἦταν βέβαια ἐντελῶς ἀπίθανο νὰ μὴ θεωρήση ὁ Θεὸς ὑποχρέωσή του νὰ τῆς δώση ἰσάξια ἀμοιβή, νὰ γίνη υἱός της. Γιατί πάλι, ἂν δίνη ὁ Θεὸς στοὺς πονηροὺς ἄρχοντα σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία τους, πῶς δὲν θὰ ἔπαιρνε γιὰ μητέρα του αὐτὴ πού ἀποδείχθηκε κατὰ πάντα σύμφωνη μὲ τὴν δική του ἐπιθυμία; Τόσο πολὺ πράγματι ἦταν συγγενικὸ καὶ ταιριαστὸ στὴ μακαρία αὐτὸ τὸ δῶρο. Γι᾿ αὐτό, ὅταν τῆς εἶπε μὲ σαφήνεια ὁ Γαβριὴλ ὅτι θὰ γεννήση τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ –γιατί αὐτὸ φανέρωσε λέγοντας ὅτι αὐτὸς ποὺ θὰ γεννηθῆ «βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος»– ἡ Παρθένος δέχθηκε τὴν εἴδηση μὲ χαρά, σὰν νὰ ἄκουσε κάτι συνηθισμένο, κάτι ποὺ δὲν ἦταν καθόλου παράξενο οὔτε ἀταίριαστο πρὸς αὐτὰ ποὺ συνήθως συμβαίνουν. Κι ἔτσι μὲ γλώσσα μακαρία, μὲ ψυχὴ καθαρὴ ἀπὸ ἀνησυχίες, μὲ σκέψεις γεμάτες γαλήνη: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, εἶπε, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου».

Αὐτὰ εἶπε κι ἀμέσως ὅλα πραγματοποιήθηκαν. «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Ἔτσι, μόλις ἡ Παρθένος ἔδωσε τὴν ἀπάντησή της στὸν Θεό, δέχεται ἀμέσως ἀπὸ αὐτὸν τὸ Πνεῦμα, ποὺ δημιουργεῖ τὴν ὁμόθεη ἐκείνη σάρκα. Ἦταν λοιπὸν ἡ φωνὴ της “φωνὴ δυνάμεως”, ὅπως εἶπε ὁ Δαυΐδ. Καὶ πλάθεται ἔτσι μὲ λόγο μητρικὸ ὁ τοῦ Πατρὸς Λόγος. Καὶ κτίζεται μὲ τὴν φωνὴ τοῦ κτίσματος ὁ Δημιουργός. Κι ὅπως, μόλις εἶπε ὁ Θεὸς «γενηθήτω φῶς», ἔγινε ἀμέσως φῶς, ἔτσι ἀμέσως μὲ τὴ φωνὴ τῆς Παρθένου τὸ ἀληθινὸ ἀνέτειλε Φῶς κι ἑνώθηκε μὲ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα καὶ κυοφορήθηκε αὐτὸς ποὺ φωτίζει «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον». Ὢ φωνὴ ἱερή! Ὢ λόγια ποὺ κατορθώσατε τέτοιο μεγαλεῖο! Ὢ γλώσσα εὐλογημένη, ποὺ ἀνακάλεσες μεμιᾶς ἀπὸ τὴν ἐξορία ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη! Ὢ θησαυρὲ ψυχῆς ἁγνῆς, ποὺ μὲ τὰ λίγα λόγια της σκόρπισε σὲ μᾶς τέτοια ἀφθονία ἀγαθῶν! Γιατί αὐτὰ τὰ λόγια μετέτρεψαν τὴ γῆ σὲ οὐρανὸ κι ἄδειασαν τὸν Ἅδη ἐλευθερώνοντας τοὺς φυλακισμένους. Ἔκαμαν νὰ κατοικηθῆ ἀπὸ ἀνθρώπους ὁ οὐρανὸς καὶ φέρνοντας τόσο κοντὰ τοὺς Ἀγγέλους στοὺς ἀνθρώπους συνέπλεξαν τὸ οὐράνιο καὶ τὸ ἀνθρώπινο γένος σ᾿ ἕνα μοναδικὸ χορὸ γύρω ἀπὸ αὐτὸν ποὺ εἶναι ταυτόχρονα καὶ τὰ δύο, αὐτὸν πού, ὄντας Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος. Γι᾿ αὐτά Σου τὰ λόγια ποιὰ εὐχαριστία θὰ ἦταν ἄξια νὰ Σοῦ προσφερθῆ ἀπό μᾶς; Πῶς νὰ σὲ προσφωνήσουμε Ἐσένα, πού δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀντάξιό σου ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους; Γιατί τὰ δικά μας τὰ λόγια εἶναι γήινα, ἐνῶ Σὺ ξεπέρασες ὅλου τοῦ κόσμου τὶς κορυφές. Ἄν λοιπὸν χρειάζεται νὰ Σοῦ προσφερθοῦν τιμητικοὶ λόγοι, αὐτὸ νομίζω πὼς πρέπει νὰ εἶναι ἔργο Ἀγγέλων, νοῦ χερουβικοῦ, πύρινης γλώσσας. Γι᾿ αὐτὸ κι ἐμεῖς, ἀφοῦ θυμηθήκαμε ὅσο μπορούσαμε τὰ κατορθώματά Σου καὶ ὑμνήσαμε κατὰ τὴ δύναμή μας Ἐσένα, τὴν ἴδια μας τὴ σωτηρία, ζητοῦμε τώρα νὰ βροῦμε ἀγγελικὴ φωνή. Καὶ καταλήγουμε στὴν προσφώνηση τοῦ Γαβριήλ, τιμώντας ἔτσι καὶ τὴν ἴδια μας τὴν ὁμιλία: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετά σοῦ»! Ἀλλὰ δῶσε, Παρθένε, ὄχι μόνο νὰ μιλᾶμε γιὰ ὅσα φέρνουν τιμὴ καὶ δόξα σ᾿ Αὐτὸν καὶ σ᾿ Ἐσένα ποὺ τὸν ἐγέννησες, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόζουμε. Προετοίμασέ μας δηλαδὴ νὰ γίνουμε κι ἐμεῖς οἰκητήρια δικά Του γιατί σ᾿ Αὐτὸν ἁρμόζει ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.



Η ιταλική Αναγέννηση παρουσιάζει την Παρθένο γονατιστή μπροστά σε αναλόγιο, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος της, ενώ η παράσταση διακοσμείται σε κάποιες περιπτώσεις με αγγέλους που ίπτανται.

Ανώνυμος είπε...

Εβρ 2:11 – 18
Ἀδελφοί, ὁ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς πάντες· δι᾽ ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν, λέγων· ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε· καὶ πάλιν· ἐγὼ ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ᾽ αὐτῷ· καὶ πάλιν· ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός. ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία κεκοινώνηκε σαρκὸς καὶ αἵματος, καὶ αὐτὸς παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν, ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾽ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας. οὐ γὰρ δήπου ἀγγέλων ἐπιλαμβάνεται, ἀλλὰ σπέρματος ᾿Αβραὰμ ἐπιλαμβάνεται. ὅθεν ὤφειλε κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς τὸν Θεόν, εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ. ἐν ᾧ γὰρ πέπονθεν αὐτὸς πειρασθείς, δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι.

Λκ 1:24 – 38
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις συνέλαβεν Ἐλισάβετ ἡ γυνὴ Ζαχαρίου, καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε, λέγουσα ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τὸ ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις. Ἐν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ ὄνομα Ναζαρέτ, πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί, ᾧ ὄνομα Ἰωσήφ, ἐξ οἴκου Δαυΐδ, καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπε· χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν. ἡ δὲ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ διελογίζετο ποταπὸς εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος. καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. οὗτος ἔσται μέγας καὶ υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ. καὶ ἰδοὺ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνειληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ στείρᾳ· ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα. εἶπε δὲ Μαριάμ· ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου. καὶ ἀπῆλθεν ἀπ᾿ αὐτῆς ὁ ἄγγελος.