Συνέχεια από Κυριακή, 23 Μαρτίου 2025
HANS JONAS - TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK - ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG10. ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ:
O ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΤΙΚΟΣ ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ.
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΡΕΥΜΑ
Υστερόγραφο, Δεκέμβρης 1976
Όσα προείπαμε εδώ ή «προαισθανθήκαμε» απ’ το έτος 1970 ήδη , άρχισαν στο μεταξύ να επαληθεύονται στο διαπεραστικό φως των νοσοκομειακών χειρουργείων. Στις 5 Δεκεμβρίου 1976 αναφέρουν οι New York Times υπό τον τίτλο: «Τεχνητά υποστηριζόμενο αναπνευστικά κορίτσι χαρακτηρίζεται ως νεκρό» τα εξής:
Όσα προείπαμε εδώ ή «προαισθανθήκαμε» απ’ το έτος 1970 ήδη , άρχισαν στο μεταξύ να επαληθεύονται στο διαπεραστικό φως των νοσοκομειακών χειρουργείων. Στις 5 Δεκεμβρίου 1976 αναφέρουν οι New York Times υπό τον τίτλο: «Τεχνητά υποστηριζόμενο αναπνευστικά κορίτσι χαρακτηρίζεται ως νεκρό» τα εξής:
«Μια 17χρονη μαθήτρια…, που είχε υποστή ύστερα από μιαν άγρια ληστρική επίθεση στον δρόμο βαρειές εγκεφαλικές κακώσεις, χαρακτηρίστηκε την Πέμπτη, κι ενώ συντηρείτο (susstained) με τη βοήθεια ενός αναπνευστικού μηχανήματος στην ζωή, ως νεκρή. Το πιστοποιητικό θανάτου υπογράφηκε, με τη συναίνεση των γονέων, απ’ τον οικιακό γιατρό και τον προεδρεύοντα του ιατρικού συλλόγου τής περιοχής… Μέσα σε μιαν ώρα, αφαίρεσαν τα μάτια και τους νεφρούς τού κοριτσιού προς μεταμόσχευση. Η αναπνευστική συσκευή παρέμεινε ωστόσο, σύμφωνα με τις δηλώσεις τών ιατρών, σε λειτουργία, ώστε να διατηρηθούν ζωντανά τα εν λόγω όργανα, και αποσυνδέθηκε κατόπιν (ύστερα δηλ. απ’ τις πραγματοποιηθείσες εκτομές), οπότε και ανεστάλη και η “εξαναγκαστική” αναπνοή τού (ήδη ως νεκρού δηλωθέντος…) κοριτσιού.»
Ας προσέξουμε λοιπόν, ότι ο καινούργιος ορισμός τού θανάτου χρησιμοποιήθηκε πραγματικά εδώ για να επιτραπή η αφαίρεση των συγκεκριμένων οργάνων, την ώρα που η «δότρια» βρισκόταν ακόμα, λόγω τής αναπνευστικής μηχανής, στην «ασαφή ή ενδιάμεση (όπως την ονόμασα) κατάσταση» του κώματος. Η αναπνευστική συσκευή διακόπηκε, πράγματι, μετά και όχι πριν την αφαίρεση των ματιών και των νεφρών· και διακόπηκε τότε, μόνο και μόνον επειδή δεν σκόπευε, συμπτωματικά, κανείς να χρησιμοποιήση έτι περαιτέρω το σώμα της (ή θα μπορούσε έστω να το «σκοπεύση», εφ’ όσον χωρίς νεφρούς το σώμα της δεν μπορούσε πλέον, φυσικά, να επιβιώση). Δεν θα χρειαζόταν παρ’ όλ’ αυτά καμμιά επιπλέον νομιμοποίηση ή και «απόφαση αρχών» για να διατηρηθή το συγκεκριμένο σώμα και πέραν τών δύο πρώτων επεμβάσεων στό «ενεργητικό». Άνοιξε λοιπόν έτσι (τουλάχιστον μέσα από ένα «προηγούμενο») πραγματικά η πόρτα, που είχα θελήσει θεωρητικά να βοηθήσω να μείνη κλειστή – και μ’ αυτόν τον τρόπο η «ευρεία οδός» προς μιαν απροσδιόριστη σειρά πρακτικών «δυνατοτήτων», που διέκρινε τότε, πριν λίγα μόλις χρόνια, η «ανατριχιαστική» (κατά τα άλλα…) φαντασία μου, την οποία δεν εμποδίζει κανένας πλέον νόμος, κανένας ενδοιασμός και καμμιά απολύτως αρχή. Έγινε ήδη η αρχή: η (κάθε…) επινόηση δεν μπορεί παρά να επιχειρηθή (( ! )) , και πουθενά δεν φαίνεται ένα τέλος. Αυτό λοιπόν που μπορεί ακόμα να κάνη η δική μου προσπάθεια – με ελάχιστη ωστόσο ελπίδα ότι αυτή, κι οι παρόμοιες μ’ αυτήν προσπάθειες, έστω θα το κάνουν – είναι το να βοηθήσουμε έτσι, ώστε η «κοινωνία», αυτό το πλέον απροσδιόριστο απ’ όλα τα υποκείμενα, να «διαβαίνη» με ανοιχτά και όχι κλεισμένα μάτια μέσα απ’ αυτήν την «πόρτα». «Ανακόλουθος» όπως είναι (ευτυχώς) ο άνθρωπος, μπορεί να χαράξη, πάντοτε ακόμα, οπουδήποτε μια «διαχωριστική γραμμή», χωρίς να περιμένη μάλιστα «βοήθεια» και «αρωγή» από οποιονδήποτε «συνεπή» κανόνα.
Ύστερο – υστερόγραφο, 1985
Ακόμα και το παραπάνω «υστερόγραφο» έχει ωστόσο ήδη εδώ και καιρό ξεπερασθή απ’ την πορεία τών γεγονότων. Η ασυγκράτητη στην προκειμένη περίπτωση «προέλαση» της ιατρικής, παρακινημένη απ’ τον ιατρικό (αλτρουιστικό και άλλον) ζήλο, όσο κι απ’ την «κραυγή αγωνίας» τόσο πολλών ασθενών που αναμένουν κάποια «σωτήρια» για την ζωή τους ξένα όργανα, κατέστησε ήδη «πεπαλαιωμένο» το – εξαρχής ελάχιστα ελπιδοφόρο – εγχείρημα αυτής τής πραγματείας, όσον αφορά τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου γνωρίζω κατά το δυνατόν εξ ολοκλήρου την τρέχουσα κατάσταση: Ο ορισμός τού Harvard ή παράγωγά του έχουν συνομολογηθή στο μεταξύ στη νομοθεσία τών περισσοτέρων Πολιτειών. Και η αφαίρεση οργάνων για μεταμόσχευση από «πτωματικούς δότες» (cadaver donors)[ΒΡΥΚΟΛΑΚΕΣ] που ακόμα αναπνέουν και το «αίμα τους κυκλοφορεί», έχει πια καταστή, παντού, μια ιατρική «ρουτίνα». Τα δε αυστηρά κριτήρια του καινούργιου αυτού ορισμού για τη διαπίστωση του «εγκεφαλικού θανάτου» χαλαρώνουν ολοένα και περισσότερο. Το ηλεκτρο-εγκεφαλογράφημα δεν χρειάζεται π.χ. να είναι εντελώς πια «επίπεδο», καθώς οι διάφορες εγκεφαλογραφικές αναβάσεις και καταβάσεις «μπορεί να προέρχονται κι από το περιβάλλον», ενώ και το ίδιο το εγκεφαλογράφημα αντικαθίσταται κάποιες φορές απ’ τη γενική νευρολογική εικόνα! Η δε ελάχιστη προθεσμία για παρακολούθηση και επανάληψη των τεστ ελαττώνεται – από 24 σε 6 ώρες απ’ την έναρξη του κώματος. Αλλά κι ο σύνολος «χειρισμός» (π.χ. η υδρογόνωση) μετατρέπεται, αναφερόμενος στον τελικό «ρόλο» τού ασθενούς ως «δότη», πριν ακόμα παρέλθη κι αυτή έστω η «προθεσμία», από «φροντίδα» στον εγκέφαλο σε «φροντίδα» στα (σκοπούμενα…) όργανα. Εκδίδονται μάλιστα, σε κάποια μέρη, και δύο πιστοποιητικά θανάτου: ένα ιατρικό, πριν την αφαίρεση των οργάνων, κι ένα «νόμιμο» (για διάφορα κληρονομικά ζητήματα) κατόπιν. Oι δε λίστες αναμονής για μεταμοσχευόμενα όργανα, που πιέζουν με τη σειρά τους τούς γιατρούς στις ίδιες τις «πηγές τών οργάνων», είναι ήδη μακρές, με τη «ζήτηση» να υπερβαίνη συνεχώς την «προσφορά»· οι «μονάδες ανεφοδιασμού» (organ procurement – «προμήθεια οργάνων») είναι ήδη «υψηλά» οργανωμένες, και ο συνδυασμός «δοτών» και «ληπτών» γίνεται πλέον ηλεκτρονικά. Και τίποτα απ’ όλ’ αυτά δεν τίθεται υπό οιαδήποτε ακόμα αμφισβήτηση, και καμμιά δημόσια συζήτηση δεν μου είναι μέχρι και σήμερα γνωστή.
Εκπληρώθηκαν λοιπόν οι συνέπειες που η έρευνά μου είχε προδιαγράψει, στην περίπτωση που ο καινούργιος αυτός ορισμός τού θανάτου θα γινόταν – όπως και έγινε – αποδεκτός. Εκείνο που δεν επιτεύχθηκε βέβαια ακόμα είναι η ανατριχιαστική φαντασίωση μιας παρατεινόμενης διατήρησης ενός «αναπνέοντος πτώματος» (( ! )) , προς περαιτέρω ιατρικά «οφέλη»· κι αυτό, όχι λόγω κάποιας εσωτερικής «περισυλλογής», αλλά επειδή κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς ανορθολογικό, καθώς θα απαιτούνταν συνεχώς ακριβώτερες, εξειδικευμένες και «σπάνιες» πλέον συσκευές.
Η μάχη έχει ωστόσο, επί της αρχής, χαθή. Η «άμυνά» μου απέβλεπε πρακτικά στο να διακόπτεται κατ’ αρχάς η μηχανική αναπνοή, να υπάρχη κατόπιν ο χρόνος, για να διαπιστώνεται η τελική απουσία κάθε σημείου ζωής, και να ξεκινά μόνον κατόπιν η ενδεχόμενη αφαίρεση κάποιων οργάνων. Κάτι που θα απέδιδε εξάλλου χρήσιμο ακόμα υλικό , λόγω τής μικρής «καθυστέρησης». Οι προϋποθέσεις όμως αυτές δεν θα ήταν πια οι «καλύτερες» και οι «άριστες», και τα «κέρδη» σαφώς λιγότερα. Κι αυτό ήταν που οδήγησε και στην έκβαση, πρακτικά, της «μάχης».
Μπορούμε να πούμε εδώ ως επίλογο, πως υπάρχουν ασφαλώς πιο σημαντικές, ευρύτερες και αναφερόμενες πολύ πιο άμεσα στην κοινή μας ανθρώπινη μοίρα πλευρές τής (ονομαζόμενης…) «τεχνικής προόδου», απ’ τη συγκεκριμένη υπόθεση των σχετικά λιγοστών (ακόμα…) ασθενών σε κωματοειδή κατάσταση και των όσων αναμένουν τα (ζωντανά τους ακόμα…) όργανα για να επιβιώσουν. Και είναι, πράγματι, πολύ σοβαρώτερα τα ερωτήματα από ηθικής πλευράς για όλα όσα φαίνεται να «κατορθώνη» σήμερα η σύγχρονη «τεχνική» και «τεχνολογία». Η δε άμετρη, από κάθε πλευρά, προέλαση όλων αυτών τών «κατορθωμάτων» θα μπορούσε εύκολα να μας οδηγήση να πιστέψουμε, ότι «ιππεύτηκε κι εδώ, στην περίπτωσή μας, ένα ταχύτατο άλογο». Στην πραγματικότητα, κάποιος που δεν συμμετέχει ακόμα άμεσα στη μεταμοσχευτική αλυσίδα, δεν θα χρειαζόταν και να «χάση εντελώς τον ύπνο του» (παρ’ όλο που ο γιατρός που συμμετέχει, θα έπρεπε οπωσδήποτε να τον «έχει ήδη χάσει»). Πρόκειται ωστόσο για μια χαρακτηριστική κυριολεκτικά, ως αφοπλιστικό παράδειγμα ενός ολοκλήρου συνδρόμου, περίπτωση, καθώς «αποκαλύπτει» τη συνέργεια όλων εκείνων τών παραγόντων, που μας καθιστούν πρόθυμους να αποδεχόμαστε, λόγω «χειροπιαστής ωφέλειας», όλες τις καινούργιες «κατακτήσεις» τής τεχνικής, να υποτασσόμαστε, ακόμα και μεταβάλλοντας σε «πράγματα» τους ίδιους τους εαυτούς μας, στην τεχνολογική καθοδήγηση, και να προσαρμόζουμε την ίδια μας την «ανορθολογικήν» αίσθηση και βαθειές ευαισθησίες σ’ αυτό που έστω και για μια φορά κατέστη (τεχνολογικά…) εφικτό. Η δε προσπάθεια «αντίστασής» μας – μια άσκηση στη ματαιότητα τελικά – φανερώνει και τη δύσκολη, και συχνά απέλπιδα κατάσταση κάθε ανεξάρτητης, ηθικής ένστασης, ακόμα και απέναντι στους πιο καλοπροαίρετους.
( Τέλος κεφαλαίου - Συνεχίζεται )
ΠΑΡΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΤΕΤΑΜΕΝΟ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΟ ΜΑΣ ΕΥΝΟΥΧΙΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΣΥΛΛΑΒΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΥΛΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΑΡΑ, ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΚΑΙ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΠΗΓΗ ΠΛΟΥΤΟΥ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ. ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΕΩΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΝΟΥ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΚΑΤΟΙΚΕΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ. ΤΗΝ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΔΙΑΝΟΙΑΣ ΣΑΝ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΣΚΛΗΡΟΚΑΡΔΙΑΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου