Προς τους νομίζοντες ότι δεικνύονται δύο θεοί εκ του ότι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος, της οποίας υπέρκειται κατ' ουσία ο Θεός, ονομάζεται από τους αγίους όχι μόνον αγένητος θέωσις άλλα και θεότης,
ή περί θείων ενεργειών και της κατ’ αυτές μεθέξεως.
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΞΕΧΑΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ
Συνέχεια από: Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025
12. Μπορείς δε εξετάζοντας να βρεις και περισσότερα χωρία από αυτά (που αναφέρθηκαν πιο πριν) στα οποία δεν είναι ταυτόν η ουσία και η ενέργεια του Θεού. Οι δε πάσχοντες δεινή τύφλωση προς τόσες μαρτυρίες, εκλέγουν και προφέρουν μόνο εκείνα τα χωρία των θείων Γραφών τα οποία μαρτυρούν την ταύτιση· νομίζουν έτσι ότι μας αντικρούουν, ενώ πράττουν κάτι παρόμοιο με τον Σαβέλλιο ο οποίος απέναντι σε αυτούς που λάτρευαν μία τρισυπόστατο ουσία αντιπαρέβαλε από την θεία Γραφή εκείνα τα χωρία τα οποία δεικνύουν ότι η ουσία του Θεού είναι μία και αδιαίρετος. Αλλά ούτε το λιβυκό εκείνο θηρίο θα συγκαταλέγαμε για τον λόγο αυτό μεταξύ των προβάτων του Χριστού ούτε τούτους μεταξύ των ορθοφρονούντων, εφ’ όσον, όπως τουλάχιστον νομίζω εγώ, βλασφημούν όχι λιγότερο από εκείνον. Διότι εκείνος μεν καθίστα ανυπόστατους τον Μονογενή μαζί με το Πνεύμα, λέγοντας ότι είναι καθ’ όλα έν και αδιάφορον με τον Πατέρα, αυτοί δε καθιστούν ανυπόστατη την τρισυπόστατη ουσία, λέγοντες ότι είναι καθ’ όλα εν και αδιάφορον με την ενέργεια, η οποία καθ’ εαυτήν είναι ανυπόστατος. Και ο μεν (Σαβέλλιος) έλεγε τον Πατέρα, και τον Υιόν και το Αγιον Πνεύμα ως ονόματα κενά πραγμάτων (πραγματικού περιεχομένου), λαμβανόμενα επί ενός κοινού σημαινομένου, αυτοί δε λέγουν το ίδιο επί όλων των θείων ονομάτων· διότι λέγουν ότι όλα σημαίνουν ένα πράγμα, την ουσία του Θεού, αποφαίνονται δε ότι παν ό,τι δεν είναι το αυτό με αυτήν (την ουσία) και αδιάφορο, σημαίνει κάτι κτιστόν, καθ’ όσον ένα είναι το άκτιστο, η ουσία του Θεού. Διά των λόγων τούτων πάλι ασυναίσθητα υποβιβάζουν σε κτίσμα το θείον· διότι κατά τον θείο Μάξιμο και όλους τους άλλους αγίους, εφ’ όσον η φύσις εκάστου πράγματος χαρακτηρίζεται από την ενέργεια· «και η μεν άκτιστος ενέργεια δεικνύει άκτιστον φύσιν, η δε κτιστή κτιστήν», επειδή το δηλούν είναι εξ ανάγκης άλλο από το δηλούμενον, κατά τούτο τουλάχιστον, είναι άλλο από την θεία φύσιν η δεικτική ενέργειά της. Εάν λοιπόν κατά τους νέους τούτους θεολόγους παν διάφορον (έτερον, άλλον) της θείας φύσεως κατά οποιονδήποτε τρόπον είναι κτιστόν, κτιστή είναι σύμφωνα με αυτούς και η δεικτική της φύσεως ενέργεια και μαζί με αυτήν η δεικνυόμενη φύσις.
13. Αλλά μακάρι να είσαι ελεήμων προς εμάς, συ ο απ’ αρχής ων και αναλλοίωτος μένων εσαεί και ο πάντα κατέχων και μηδέν έχων επίκτητον ή προσλαμβάνων εκ των αϊδίως νοουμένων περί σε και παρεπομένων, καθώς αναγκαζόμεθα ν' αποκριθούμε προς τούς άφρονες σύμφωνα με την αφροσύνη αυτών. Διότι εμείς μόνον σε γνωρίζουμε παντοδύναμο αϊδίως και δεν χωρίζουμε ποτέ από την φύσιν σου τις δυνάμεις αυτές· διότι καταξιωθήκαμε να γνωρίσουμε ότι αυτή μεν είναι μία και απλή και αδιαίρετος καθ’ εαυτή, εκείνες δε όχι μόνον είναι πολλές άλλα κατά τους ιερούς πατέρες υπερβαίνουν την αρίθμηση . Δι’ εκάστης τούτων γνωρίζεσαι όλος πανταχού παρών και ενεργών ενιαίως και απλώς και αμερώς.
ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ.
10. Αλλά οι πατέρες λέγουν και φυσικά ιδιώματα τις ενέργειες. Διότι κατά τον εκ Δαμασκού θεολόγο ομολογούμε ότι ό Χριστός έχει κατάλληλα στις δύο φύσεις ιδιώματα, «διπλά τα φυσικά ιδιώματα των δύο φύσεων, και δύο φυσικές θελήσεις, την θεία και την ανθρώπινη, και δύο φυσικές ενέργειες, την θεία και την ανθρώπινη, και δύο αυτεξούσια φυσικά, το θείο και το ανθρώπινο, και σοφία και γνώση επίσης θεία και ανθρώπινη». Δεν θα ήταν ποτέ δυνατό λοιπόν να λεχθούν φύσεις τα φυσικά ιδιώματα, όπως ούτε υποστάσεις τα υποστατικά, τα οποία είναι πολλά περί εκάστην υπόστασιν. Ακόμη εκ της ουσίας προέρχεται η ενέργεια, αλλά όχι εκ της ενεργείας η ουσία. Και η μία μεν είναι αιτία, η δε άλλη αιτιατή, η μία αυθυπόστατος, η δε άλλη καθ' εαυτήν ανυπόστατος· διότι όλες οι ενέργειες είναι περί (γύρω από) την υπερουσιότητα εκείνη. Πράγματι ό,τι λέγεται περί Θεού, τονίζει ο θείος Γρηγόριος Νύσσης, είτε από ανθρώπινη συνήθεια είτε από την αγία Γραφή, υποδηλώνει κάτι γύρω από αυτήν την υπερουσιότητα. Γύρω δε από αυτήν είναι τα πάντα, όχι μόνον τα υπό χρόνον, άλλα και τα υπεραιωνίως νοούμενα θεοπρεπώς επί του Θεού, των οποίων, λέγει ο μέγας Αθανάσιος, «μη γένοιτο να είπω κάτι επίκτητον επί του Πνεύματος». Και πάλιν, «επί του Θεού το Ών και το Θεός και το υπερούσιος και το άπειρος και τα τοιαύτα καλούμε προσηγορίες (ονομασίες), οι οποίες είναι μεν εμφαντικές μερικών από τα θεωρούμενα (παρατηρούμενα) γύρω από αυτόν, δεν είναι όμως δηλωτικά κανενός από τα κατά την ουσίαν και φύσιν αυτού». Ακόμη, «κατ’ ουσίαν μεν ο Θεός είναι αμέθεκτος, κατά δε την θεοποιόν χάριν και ενέργειαν, η οποία και δόξα Θεού καλείται και μετέχεται και βλέπεται από τους αξίους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου