Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Ο ζωτικός χώρος του λαϊκισμού

Στις  5 Ιουλίου  2015  διεξήχθη δημοψήφισμα στη Ελλάδα με ερώτημα αν πρέπει να γίνει αποδεκτό το σχέδιο συμφωνίας που είχε προταθεί στις 25 Ιουνίου από τους θεσμούς στην Ελλάδα.

Άποψη

– του Σαράντου Λέκκα
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν η απόρριψη της πρότασης του σχεδίου συμφωνίας με ποσοστό 61,3%.
Δηλαδή 3,6 εκατομμύρια ψηφοφόροι πίστεψαν ότι η κυβέρνηση Τσίπρα θα έβαζε τέλος στα μνημόνια και θα αμφισβητούσε ευθέως την κυρίαρχη θέση των δανειστών μας.
Πλάνη η οποία δημιουργήθηκε από το ένα μείγμα λαϊκισμού, αριστερού εθνικισμού και τυχοδιωκτικού μεγαλοϊδεατισμού.

Η Ελλάδα καθίσταται ανεπαίσθητα γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας; Όλα είναι πιθανά…


Του Χρήστου Ιακώβου 

Πριν από είκοσι χρόνια πέθανε ένας από τους πλέον μεγαλοφυείς διανοουμένους της ελληνικής φιλοσοφικής και πολιτικής σκέψης του 20ού αιώνα, ο Παναγιώτης Κονδύλης. Το έργο του αποτελεί μία ουσιαστική παρέμβαση ορθολογισμού στη νεότερη ελληνική σκέψη, με μία άτεγκτη κριτική στάση για τις παραδεδεγμένες αξίες και νοοτροπίες επί των οποίων οικοδομήθηκε η νεοελληνική κοινωνία.

Με το αναλυτικό του νυστέρι κατάφερε να ανατάμει τις πιο σημαντικές πτυχές της ελληνικής πολιτικής ζωής και να επαναπροσδιορίσει έννοιες όπως φιλελευθερισμός, κομουνισμός, εθνικισμός και δημοκρατία μέσα στο νεοελληνικό συγκείμενο.

Το βιβλίο του «Θεωρία του Πολέμου» (1997) προκάλεσε την περισσότερη ένταση και τις πιο αρειμάνιες δημόσιες συζητήσεις, λόγω, κυρίως, του επιμέτρου, μέσω του οποίου ο Κονδύλης, παρέχει πλήρη και αποκαλυπτική ανάλυση της τροχιάς των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Στην ουσία, το επίμετρο εκείνο αποτελεί πρόβλεψη των σημερινών γεγονότων, προ μιας δεκαπενταετίας, και ακόμη δυσμενέστερων εξελίξεων για το εγγύς μέλλον.

Τότε μία ομάδα από τους αυτοαποκαλούμενους «εκσυγχρονιστές» και «προοδευτικούς», οι οποίοι βρήκαν πολιτικό καταφύγιο στην τότε ελλαδική κυβέρνηση, με τη γνωστή παθιασμένη ομολογία πίστεως στο διεθνές δίκαιο και στη διεθνή ειρήνη, έστω και αν αυτά είναι προσαρμοσμένα στην αμερικανική ηγεμονική συμπεριφορά, έσπευσαν να κατακεραυνώσουν τον Κονδύλη ως φιλοπόλεμο και οπισθοδρομικό. Θα ήταν καλό λοιπόν να ξαναθυμηθούμε τι έγραψε τότε στο επίμετρο του βιβλίου ο Κονδύλης και, με τον ύστερο εξορθολογισμό της ιστορικής πορείας που διέγραψε έκτοτε η Ελλάς, να προβληματιστούμε τελικά ποιος δικαιώθηκε.


Η Ελλάδα μεταβάλλεται σταθερά σε χώρα με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση και τις αντιδράσεις τρίτων, ενώ παράλληλα η στάση της γίνεται όλο και περισσότερο παθητική ή αντιφατική.

Η διακήρυξη «δεν παραχωρούμε τίποτε» δεν έχει έμπρακτο αντίκρισμα όταν η χώρα εκλιπαρεί σε κρίσιμες ώρες τις μεσολαβητικές προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών ξέροντας εκ των προτέρων ότι αυτές θα πληρωθούν με παραχωρήσεις ή όταν αποσύρει χωρίς χειροπιαστά ανταλλάγματα το βέτο της για την τελωνειακή ένωση της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αποδεικνύοντας έτσι άθελά της πόσο είναι πιθανό να μετατραπεί σε δορυφόρο της Τουρκίας ακριβώς μέσω του «ευρωπαϊκού δρόμου» και της επιρροής των «Ευρωπαίων εταίρων».

Τέτοιες ενέργειες δεν είναι απλώς εσφαλμένοι ή έστω συζητήσιμοι χειρισμοί. Συνιστούν τα εύγλωττα επιφαινόμενα μιας βαθύτερης ιστορικής κόπωσης, μιας προϊούσας, ηδονικής μάλιστα παράλυσης.

Στον βαθμό που η Ελλάδα θα καθίσταται ανεπαίσθητα γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας, ο κίνδυνος πολέμου θα απομακρύνεται, οι ψευδαισθήσεις θα αβγατίζουν και η παράλυση θα γίνεται ακόμα ηδονικότερη, έφ’ όσον η υποχωρητικότητα θα αμείβεται με αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς επαίνους, που τους χρειάζεται κατεπειγόντως ο εκσυγχρονιζόμενος Βαλκάνιος, και επίσης με δάνεια και δώρα για να χρηματοδοτείται ο παρασιτικός καταναλωτισμός.

Απ’ αυτές τις συνθήκες ό,τι στην πραγματικότητα θα συνιστά κάμψη της ελληνικής αντίστασης κάτω από την πίεση του υπέρτερου τούρκικου δυναμικού, οι Έλληνες θα συνηθίσουν σιγά-σιγά να το ονομάζουν «πολιτισμένη συμπεριφορά», «υπέρβαση του εθνικισμού» και «εξευρωπαϊσμό».

Πράγματι, το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο: η ειρήνη σημαίνει για την Ελλάδα δορυφοροποίηση και ο πόλεμος σημαίνει συντριβή. Η υπέρβαση του διλήμματος αυτού, η ανατροπή των σημερινών γεωπολιτικών και στρατηγικών συσχετισμών απαιτεί ούτε λίγο ούτε πολύ την επιτέλεση ενός ηράκλειου άθλου, για τον οποίο η ελληνική κοινωνία, έτσι όπως είναι, δεν διαθέτει τα κότσια.

Οι μετριότητες, υπομετριότητες και ανθυπομετριότητες, που συναπαρτίζουν τον ελληνικό πολιτικό και παραπολιτικό κόσμο, δεν έχουν το ανάστημα να θέσουν και να λύσουν ιστορικά προβλήματα τέτοιας έκτασης και τέτοιου βάθους, ίσως να καταρρεύσουν ακόμα και στην περίπτωση όπου θα βρεθούν μπροστά στη μεγάλη απόφαση να διεξαγάγουν έναν πόλεμο γιατί, αν o πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής, ποιος πόλεμος θα συνεχίσει μια σπασμωδική πολιτική;

Οι ευρύτερες μάζες, καθοδηγούμενες από το ίδιο ένστικτο της βραχυπρόθεσμης αυτοσυντήρησης, έχουν βρει τη δική τους ψυχολογικά βολική λύση: το έθνος το υπηρετούν ανέξοδα περιβαλλόμενες γαλανόλευκα ράκη, οπότε το καλεί η περίσταση, και έχοντας κατόπιν ήσυχη συνείδηση το κλέβουν μόνιμα με παντοειδείς τρόπους: από τη φοροδιαφυγή, την αισχροκέρδεια και τα «αυθαίρετα» ίσαμε τη χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας (ούτε το 50% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης!) και την κραυγαλέα ανισότητα ανάμεσα σ’ ό,τι παράγεται και σ’ ό,τι καταναλώνεται, με αποτέλεσμα την καταχρέωση και την πολιτική εξάρτηση του τόπου.

Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας μόνον όσα πράττονται και αφήσουμε εντελώς στην άκρη την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους οι πράττοντες, τότε φαίνεται να βρισκόμαστε σε συλλογική αναζήτηση της ιστορικής ευθανασίας, υπό τον όρο να σκηνοθετηθούν έτσι τα πράγματα, ώστε κανείς να μην έχει την άμεση ευθύνη, και επίσης υπό τον όρο να τεχνουργηθούν απροσμάχητες ανακουφιστικές εκλογικεύσεις («ελληνοκεντρικές» ή «εξευρωπαϊστικές», αδιάφορο).

Τις τραγωδίες ή τις κωμωδίες, που μπορούν να περιγράψουν με τις αρμόζουσες αποχρώσεις αυτήν την ιδιαίτερη κοινωνική και ψυχολογική κατάσταση, θα τις γράψουν ίσως άλλοι. Εμένα μου έρχεται στον νου η τετριμμένη, αλλά πάντοτε ευθύβολη θυμοσοφία: όπως στρώνει καθένας, έτσι και κοιμάται.

HellasJournal

kostasxan

Δ. Κωνσταντακόπουλος: Εφιαλτικά σενάρια στην Μέση και Εγγύς Ανατολή - Ο ρόλος των ΗΠΑ σε Βαλκάνια και Ανατολική Μεσόγειο (ηχητικό)

Για σενάρια εφιάλτη στα όρια ακόμη και πυρηνικού πλήγματος με στόχο το Ιράν, κάνει λόγο μιλώντας στον 98.4 ο γεωπολιτικός αναλυτής και δημοσιογράφος, επικεφαλής του site konstantakopoulos.gr και συγγραφέας του βιβλίου: «Η Κύπρος στο Στόχαστρο»Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος, σημειώνοντας ότι ακόμη και το φονικό επεισόδιο στην Αλβανία με τον έλληνα ομογενή, μετά την αντίδραση του Ράμα, είναι περίεργο ως προς την εξέλιξη του, όταν είναι γνωστό σε όλους ότι η Αλβανία είναι στον απόλυτο έλεγχο των κατά τα άλλα συμμάχων μας ΗΠΑ.

Ελλάδα και Κύπρος δεν πρέπει να εμπλακούν σε πολεμικά και γεωπολιτικά παιχνίδια που ενδεχομένως μεγάλοι παίκτες ισχύος θα θελήσουν να μας σπρώξουν, ώστε να ελέγξουν την Τουρκία του Ερντογάν, ώστε να μην υπάρχει εμπόδιο στους ευρύτερους σχεδιασμούς τους στη περιοχή. Ασφαλώς και έναντι της Τουρκίας,  είπε, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για αποτροπή ισχύος, αλλά αυτό είναι άλλο,  από το  να εμπλακούμε εμείς σε πολεμικές αναμετρήσεις για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων στη περιοχή, προς όφελος μεγάλων πολυεθνικών.


infognomonpolitics

H OIKONOMIA TOY ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ - Η ΝΕΑ ΑΙΡΕΣΗ ΠΟΥ ΔΙΑΛΥΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ (35)

Συνέχεια από: Τρίτη 30 0κτωβρίου 2018

Ο ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ (33)-ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

του HENRI DE LYBAC

Ο ΙΩΑΚΕΙΜΙΣΜΟΣ ΣΗΜΕΡΑ.
Ακόμη πιό κοντά μας ανθίζει μία ολόκληρη σοδειά αποστόλων τού πνεύματος, στον ήλιο τής Εκκλησίας, μίας Εκκλησίας στην δύση της, η οποία πρέπει να αφήσει την θέση της σε κείνη του αύριο, του μέλλοντος, στην έσχατη. Μία πρώτη αρχή είναι τού 1965, την εποχή τής τελευταίας συνόδου, χωρίς άλλη σχέση μ’αυτή εκτός απο αυτή τής αντιφάσεως. Εμφανίζεται μία συλλογική έκδοση, με προκλητικό τίτλο, που δείχνει το πρόγραμμά της, Εκσυγχρονισμός ή μετάλλαξη; Η πρώτη λέξη δείχνει το έργο που ξεκίνησε η σύνοδος. Στα μάτια των συγγραφέων αυτό το έργο δέν έχει κανένα ενδιαφέρον. Αυτό που απαιτείται είναι μία μετάλλαξη δηλαδή μία επανάσταση, άλλο τόσο ριζική όσο εκείνη που μεταμόρφωσε μία αίρεση τής Γαλιλαίας σε μία Εκκλησία στην οποία δέν διακρινόταν πλέον ο Ιουδαίος απο τον Έλληνα. Εάν υιοθετήσει την γλώσσα και τις ελπίδες τού κόσμου, θα προσλάβει και όλα τα προβλήματα και θα γεννήσει την Οικουμενική Εκκλησία. 
Μ’αυτή την ορμή, αρχίζει η έρευνα για την ανακάλυψη ενός νέου Χριστιανισμού, κυριαρχεί η βιασύνη για την αναγκαία γέννηση μίας νέας Εκκλησίας, στην οποία η αγάπη πρέπει να λάβει την θέση τού νόμου. Υφαρπάζεται η ανάσταση του Ιησού απο την Ελληνική σινδόνα και τοποθετείται σε κείνο το ρεύμα ζωής που είναι η Ιουδαϊκή Θεολογία τής υποσχέσεως, τής διαθήκης. Και θεμελιώνεται η θρησκεία του Θεού που έρχεται.
Απελευθερωμένος απο ένα σπάσιμο που μπορεί να ανοίξει στην επινόηση, ο Χριστιανισμός τού αύριο δέν θα είναι ούτε αέρας, ούτε καπνός, αλλά ζωή τών ανθρώπων με τους ανθρώπους, μία νέα Εκκλησία που θα μας δοθεί, γεννημένη απο το Πνεύμα. Αυτή η νεογέννητη δέν θα’χει πιά τους χαρακτήρες τής Εκκλησίας που γνωρίζουμε...η Εκκλησία έχει ανάγκη απο την μία στιγμή στην άλλη μία μεγάλης μεταλλάξεως...Το πνεύμα ζητά απο τους Χριστιανούς τού σήμερα να επιτρέψουν να ζήσει η ασυνείδητή τους πίστη για να μιλήσει εκ νέου και να πεί νέα πράγματα...κ.τ.λ.
Υπάρχουν όμως και παραλλαγές στο ίδιο θέμα. Έτσι αμέσως μετά τα παράπονά του πώς οι μορφές της πίστεως παρουσιάστηκαν κάτω απο μία σταθερή και αμετάβλητη μορφή, μας προσκαλεί να εξορκίσουμε τον φόβο μας πώς θα διαλυθεί διαφορετικά, το πιστεύω μας. Διότι στην πραγματικότητα, χάρη στις προόδους της επιστήμης, τα Χριστιανικά δόγματα θα μάθουν να ανακαλύπτουν και να μορφοποιήσουν σε ένα καινούργιο μοντέλλο, σε ένα καινούργιο πλαίσιο, το περιεχόμενό τους. Πρέπει όμως κατ’αρχάς να ελευθερώσουμε το πιστεύω και να επιτρέψουμε στην πίστη, για να συγκεντρώσει όλες τις κουλτούρες, δηλαδή τίς θρησκείες, να λάβει την μορφή μίας κένωσης (Το κενό, το νιρβάνα του Βουδισμού. Μία έννοια που επιβλήθηκε απο τον Φλωρόφσκι).
Υπάρχει επίσης και το ερώτημα: Γιατί η Θεολογία, παρότι επιθυμεί να εισέλθει όλο και βαθύτερα στα συγκεκριμένα προβλήματα της εποχής μας, σταματά στην μέση του δρόμου; Συμπεριφέρεται σαν η αναφορά στο πνεύμα το Άγιο να έρχεται και να προστίθεται ξαφνικά, στην διατομή μίας ζωντανής ώς επί το πλείστον παραδόσεως, με έναν εκσυγχρονισμό, μία προσαρμογή στην εξέλιξη, η οποία την ανανεώνει και την εκσυγχρονίζει. Επανασυνδέουν λοιπόν, αυτοί οι εξελιγμένοι Χριστιανοί, με κλασσικό τρόπον τινά τρόπο, την στάση τους, τον τρόπο τους, με την Εκκλησιαστική εμπειρία. Έτσι ακριβώς και οι Χαρισματικοί Χριστιανοί παραμένουν στην παραδοσιακή και εξελιγμένη γραμμή, ισχυριζόμενοι πώς η ανανέωση δέν μπορεί να σημαίνει διαίρεση με την κοινότητα ή με την παράδοση. Η πνευματολογία τους είναι λανθασμένη.
Έτσι αρχίζει να συνειδητοποιείται η ανάγκη ενός πιό ανανεωτικού στοιχείου.Ακριβώς τού χρέους πλέον τού πνεύματος, έξω απο την Εκκλησία. Πολλοί είναι ήδη κουρασμένοι απο μία τεχνητή ζωή, χωρίς εσωτερικότητα και γι’αυτό επιθυμούν, κρίνοντας την Εκκλησία, να ξαναδώσουν μία θέση στον Θεό. Σε έναν Θεό όμως που πρέπει να ξαναγεννηθεί με διαφορετικό τρόπο, σαν μία επιδρομή βίαιη που φτάνει να διαλύσει τις συνήθειες μας και να μας αφυπνίσει απο τα δογματικά μας όνειρα. Οι πολιτικοποιημένοι Χριστιανοί, οι θεολόγοι τής απελευθερώσεως είναι ακόμη πολύ ντροπαλοί και διστακτικοί. Συνεχίζουν να επιμένουν στην σκηνή-κλειδί της ΕΞΟΔΟΥ ή στην μορφή τού απελευθερωτού Χριστού, αλλά δέν κάνουν κανένα βήμα μπροστά πρός το πνεύμα. Και όμως πρέπει να το πούμε: Για πολλούς σήμερα, εάν ο Θεός υπάρχει, μπορεί να είναι μόνον πνεύμα.
[Γίνεται δραματικά φανερό πλέον πόσο απουσιάζει απο την Εκκλησία, λόγω των αιρέσεων και των σχισμάτων, ακόμη και απο την Ορθοδοξία, η οδός των Αγίων].
Απο τον Maurice Bellet, έχουμε πιό συγκεκριμένες διευκρινήσεις για την ανανέωση.
Μπορεί να πραγματοποιηθεί, μεσα στην ίδια την Εκκλησία, ένα είδος γλιστρίματος, έτσι ώστε η ουσία τής πίστεως να εξαφανιστεί πρός όφελος μίας προσπάθειας, επιτέλους στο ύψος τού ανθρώπου, όπου ολόκληρη η αλήθεια θα είναι με το μέρος τής αναλύσεως. Θα επρόκειτο τότε, όχι πλέον για μία αντίθεση στην πίστη, αλλά για ένα πέρασμα σ’αυτό που θα την αντικαθιστούσε. Δέν είμαστε άραγε μπροστά στην στιγμή στην οποία όλη η μορφή τής δομής τής Εκκλησίας, πρέπει να δώσει την θέση της σε κάτι νέο; Η ψυχανάλυση δέν θα ήταν τότε παρά μία απο τις πλευρές (ίσως η πιό σκληρή) με τις οποίες ανακοινώνεται ο θάνατος ενός συστήματος; Ένα ολόκληρο νοητικό σύμπαν στο οποίο η πίστη μπόρεσε να θέσει τον εαυτό της, χωρίς να αποφύγει εντελώς τις αντιφάσεις, βρίσκεται προ της αβύσσου.
Και ο Marcel Legant μιλά επίσης ευχαρίστως για «μετάλλαξη». Προβλέπει μία μετάλλαξη τέτοια της Εκκλησίας που θα φέρει ιλίγγους. Μία μεταμόρφωση τέτοιας εκτάσεως, απολύτως αδιανόητης, απο την οποία ελπίζει πώς θα προκύψει μία νέα Εκκλησία. Αλλά επαναλαμβάνει επίσης και το αντίθετο, σαν να απολογείται: μία τέτοια μετάλλαξη δέν είναι μία αποδόμηση, ένα γκρέμισμα που θα οδηγούσε την Εκκλησία στην εξαφάνιση. Βλέπει δηλαδή μία πνευματική ανανέωση, με απρόβλεπτες συνέπειες, αλλά στον δρόμο πάντοτε μίας μεγαλύτερης προσήλωσης στον νόμο των πρώτων μαθητών τού Χριστού. Η σκέψη του η οποία εκφράζεται σε στενή εξάρτηση με ορισμένα σχήματα του Μπερξόν, ελέγχεται οπωσδήποτε. Αλλά η εμπειρία την οποία προσπαθεί να μεταφράσει είναι βαθεια. Και παρ’όλα αυτά, επηρεασμένος απο το πνεύμα της εποχής μας, έχει τόσες αναλογίες, ιδίως γλωσσικές με τους Ιωακειμίτες της εποχής του. 
[Σάν να λέμε ότι οι άνθρωποι τα δίνουν όλα  για να αποκτήσουν την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος. Δέν αντέχουν πλέον τούς Θεσμούς και τις Ιεραρχίες με τις οποίες ταυτίστηκε η Εκκλησία. Και όμως δέν τα καταφέρνουν. Ακόμη και όταν απελευθερώνονται. Τους λείπει η οδός των Αγίων της Ορθοδοξίας.]
[Σήμερα η Ορθοδοξία θα μπορούσε να σταθεί στο ιστορικό της ύψος, αλλά δυστυχώς δέν υφίσταται πλέον, διαλυμένη απο τα χτυπήματα των οργανώσεων. Οι οποίες έθαψαν ακριβώς την οδό των Αγίων, κάτω απο τα προτεσταντικά σκουπίδια τής sola scriptura. Σήμερα οι Ορθόδοξοι μελετούν την πίστη. ]
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.

Θέωση και επανάσταση - Gottwerdung und Revolution (3)


Από το βιβλίο: Gottwerdung und Revolution  
Θέωση και Επανάσταση 
Beiträge zur Weltanschauungsanalyse und Ideologiekritik 
Ernst Topitsch 
Συμβολές στην ανάλυση της κοσμοθεωρίας και στην κριτική της ιδεολογίας 
Verlag Dokumentation, Pullach bei München 1973


Οι βοηθητικές αυτές δομές έχουν ως κύριο θέμα το προκαθορισμένο ερώτημα περί της σχέσης μεταξύ τού ατελούς κόσμου και τής τέλειας ύπαρξης. Αυτή η τελευταία μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη πρόκλησης κάθε κακού που υπάρχει πάνω στη γη. Αυτό επιτυγχάνεται από την μια, με την παραδοχή ύπαρξης ενός άλλου, ανεξάρτητου από την τέλεια ύπαρξη, κοσμικού θεμελίου, που μοιράζεται μαζί της όμως το γεγονός πως και τα δυο αποτελούν αρχή. Από το άλλο αυτό θεμέλιο όμως προέρχονται όλα τα ελαττώματα και όλα τα κακά, όπως πχ η ύλη. Από την άλλη, στην άρση της ευθύνης για τα κακά από την τέλεια ύπαρξη, οδηγεί και η παραδοχή, ενός σατανικού “αντί-θεού” ως δημιουργού και κυρίαρχου τού κόσμου αυτού. Ένας τέτοιος δυισμός όμως, παραιτείται και πάλι, εν μέρει ή εξολοκλήρου, από την τοποθέτηση πως το θεϊκό ον είναι το θεμέλιο του σύμπαντος. Αν θέλει κανείς να κρατήσει την αντίληψη αυτή, πρέπει να κάνει κάτι σκέψεις για το πως προήλθε η πολλαπλότητα των πραγμάτων και των ουσιών (πλασμάτων), από εκείνο το ένα, μοναδικό, ενιαίο, που δεν υποφέρει βάσανα, που δεν ανήκει στον κόσμο των πραγμάτων και των αντικειμένων, που είναι το άπειρο “απόλυτο”. Αυτό το “απόλυτο”, πρέπει να είναι, σύμφωνα τις διδασκαλίες εκείνες, απολύτως διαφορετικό και αποκομμένο από τον διαρρηγμένο, γεμάτο πόνο, αποτελούμενο από πράγματα και αντικείμενα, πεπερασμένο κόσμο. Ταυτόχρονα όμως, αντιλαμβάνονται αυτό το απόλυτο, μόνο ως μια επιθυμητή αντί-εικόνα αυτού του κόσμου. Η αντίληψη αυτή καταλήγει σε μια σειρά συλλογισμών (με ένα τρόπο ως επί τό πλείστον αόριστο ή περιεχόμενο εντός μυθικών εικόνων) βάσει των οποίων, το θεϊκό εκείνο αρχέγονο θεμέλιο(Urgrund), γίνεται κόσμος καθώς πολλαπλασιάζεται, διασπάται, γίνεται πράγμα και αντικείμενο ή γίνεται πεπερασμένο. Με μια παρόμοια διαδικασία δημιουργείται και το πλήθος των ατομικών εγώ. Αν θεωρηθεί λοιπόν πως εκείνο το αρχέγονο θεμέλιο έχει ένα εγωικό χαρακτήρα, τότε όχι μόνο τα μοναδικα ανθρώπινα εγώ είναι βουτηγμένα στην επώδυνη περατότητα, αλλά και το εγώ-θεός. Έχει επομένως (το εγώ-θεός) ανάγκη λύτρωσης, δηλ. κατασκευής ή ανακατασκευής της θεότητας του. Έτσι ο δρόμος της σωτηρίας τού ανθρώπινου εγώ μεταφέρεται τελικά σε ένα συμπαντικό επίπεδο και διευρύνεται: ολόκληρο το κοσμικό γίγνεσθαι είναι ένα και μοναδικό δράμα, της πτώσης και σωτηρίας του θεϊκού εαυτού, που είναι το υποκείμενο τού κοσμικού γίγνεσθαι, το οποίο εξαντικειμενοποείται γινόμενο πεπερασμένο και αντικειμενικό, και υπερβαίνει πάλι την εξαντικειμένευσή του


Λέγοντας όμως πως το εγώ-θεός χάνει την απόλυτη διαφορετικότητα του αλλά και την υπεροχή του προς τον κόσμο, και υφίσταται έτσι, ως θεμέλιο του κόσμου, την επώδυνη μετατροπή του σε κάτι πεπερασμένο, έχουν ορισθεί οι θεμελιακές αξιακές προτάσεις ολόκληρης της δομής εκείνου του εγώ, και συνεπώς απαιτείται ένας εντελώς νέος προσανατολισμός. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να βρεθούν πάνω απ' όλα οι αξιακές πτυχές, οι οποίες εμφανίζουν αυτή την διαδικασία, (κατά την οποία το θεϊκό γίνεται πεπερασμένο), ως “αναγκαία”, ή ακριβέστερα: αναγκαία για την σωτηρία. Για τον σκοπό αυτό προσφέρονται τελεολογικές απόψεις: το θεμέλιο του κόσμου δεν είναι τέλειο και ολοκληρωμένο στην αρχή του, αλλά πρέπει να περάσει από το επώδυνο κοσμικό γίγνεσθαι, ώστε μέσω αυτού να επιτύχει την αληθινή του τελειότητα. Οι ζωντανοί οργανισμοί παρουσιάζουν   αναλογίες ως  προς την διαδικασία αυτή: στο ακόμα αδιαφοροποίητο αρχέγονο θεμέλιο, ο κόσμος είναι με την μορφή σπέρματος, όπου περιέχεται εν δυνάμει και εκπτύσσεται στοχευμένα, προς πραγματοποίηση της προκαθορισμένης του μορφής. Μια παρόμοια επανερμηνεία, μέσα στα πλαίσια αυτά, μπορεί να εφαρμοστεί και στο μοτίβο της “γνώσης της σωτηρίας”. Όχι μόνο η κάθε ατομική ψυχή, αλλά και το εγώ-θεός, πρέπει να περάσει πρώτα από την διαδικασία της τελειοποίησης και σωτηρίας, για να μπορέσει να φτάσει σε εκείνη την γνώση. Έτσι και ο Hegel[2]ο οποίος ανήκει πλήρως στις παραδόσεις που διαπραγματευόμαστε εδώ, αντιπροσώπευε την άποψη,  πως το θεϊκό Urgrund αποκτά την αληθινή και γνωστική(που γνωρίζει τον εαυτό της, sich wissende) ολοκλήρωση και θεότητα του, μόνο πάνω στο δρόμο που οδηγεί διά μέσου της μετατροπής του σε κόσμο και της συνειδητοποίησης (η οποία λαμβάνει χώρα στα μοναδικα υποκείμενα) της διαδικασίας αυτής. Χωρίς τον κόσμο ο θεός δεν είναι θεός, και η γνώση του θεϊκού πνεύματος περί του εαυτού του πραγματοποιείται με την μεσολάβηση του πεπερασμένου πνεύματος[3].
Το κοσμικό γίγνεσθαι λοιπόν, εμφανίζεται στο έργο του Hegel ως το δράμα της πτώσης και λύτρωσης και ταυτόχρονα ως ένα είδος οργανικής-τελεολογικής ανάπτυξης. Στα πλαίσια της ανάπτυξης αυτής, πρέπει να πραγματωθεί και να αποκτήσει την αυτοσυνειδησία της η αρμονική κοσμική τάξη, η οποία ευρισκόμενη μέσα στο ακόμα μη εκπτυγμένο Urgrund (το ακόμα αόριστο και γι' αυτό ατελές απόλυτο[4])είναι απλά σπερματική και εν δυνάμει. Η άνοδος του κόσμου από το Urgrund σημαίνει λοιπόν έκπτυξη, διαφοροποίηση, εξατομίκευση και εμπλουτισμό, ταυτόχρονα όμως είσοδο στον χώρο του πεπερασμένου και διαχωρισμό, πτώση στην διάσπαση και την αποξένωση, όπου τα εμπειρικά πράγματα και πλάσματα είναι απομονωμένα μεταξύ του, αλλά και από το θεϊκό στοιχείο. Έτσι και η σκέψη, ως “αφηρημένη διάνοια”, βρίσκεται κάτω από το βάρος του “αρνητικού”, της περατότητας και της διάσπασης. Και ναι μεν είναι αναγκαία η διάνοια(όπως την παρουσιάζουν πάνω απ' όλα οι φυσικομαθηματικές επιστήμες), ως αρχή διαχωρισμού και διάκρισης, ώστε να μπορεί να εμφανιστεί η πολλαπλότητα των διακεκριμένων ορισμών(ή προκαθορισμών). Είναι όμως κάτι υποδεέστερο, εφόσον αφήνει τα αντικείμενα στην αμοιβαία τους απομόνωση, και στην καλύτερη περίπτωση τα τακτοποιεί με εξωτερικά κριτήρια. Ο πεπερασμένος όμως κόσμος είναι για την διάνοια,πάνω απ' όλα το τελευταίο και ανυπέρβλητο δεδομένο. Και η άκρατη επιθυμία της να παραμείνει στο σημείο του χωρισμού και της διχοτόμησης, υποδεικνύει πως η αδικαιολόγητη και ανίερη, τοποθέτηση τού πεπερασμένου στην θέση του απόλυτου, σημαίνει (δηλώνει) την προσπάθεια διακοπής της παγκόσμιας διαδικασίας λυτρώσεως, σε ένα αναγκαίο αλλά προσωρινό σταθμό της. Η μοιραία αυτή προκατάληψη υπερβαίνεται με την ανάβαση της σκέψης στο επίπεδο της διάνοιας[5]. Στο φως αυτής της “ανώτερης γνώσης”, το πεπερασμένο εγώ αναγνωρίζει πως το κοσμικό γίγνεσθαι παριστάνει στο σύνολο του την αυτοεκδήλωση του πνεύματος, τον δρόμο του κοσμικού θεμελίου, προς την τελείωση του και προς την συνείδηση εντός του ανθρώπινου εγώ, η οποία φωτίζει αυτή την τελείωση. Για το εγώ, εντός του οποίου το θεϊκό πνεύμα πέτυχε, με την μορφή αυτή(του εγώ) να φτάσει στην συνείδηση του εαυτού του, και έτσι έχει ενωθεί και πάλι με τον εαυτό του, ο κόσμος δεν αποτελεί(για το εγώ αυτό) πια κάτι εξωτερικό, προς αυτό(το πνεύμα) ξένο δεδομένο. Μέσα στον κόσμο έχει αναγνωρίσει την ουσία του, η οποία έχει εντός αυτού αναπτυχθεί σε μια τάξη με νόημα, και έχει επιτύχει(το πνεύμα) έτσι την αληθινή ελευθερία του[6].
Βλέπουμε λοιπόν, πως τα πανάρχαια μοτίβα των μυστηρίων της αυτοθέωσης, παρουσιάζονται με πολύ στιλ, ως μια περιληπτική και εντυπωσιακή, ολοκληρωμένη ερμηνεία τού σύμπαντος-που περιλαμβάνει τον Θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο. Προκύπτει όμως από την σχέση μεταξύ του πεπερασμένου και του θεϊκού πνεύματος, όπως αναπτύσσεται στην περίπτωση αυτή, μια σημαντική συνέπεια, την οποία ο Hegel, σε αντίθεση με τον Halladsch, δεν εκφράζει. Η συνέπεια αυτή παραμένει στο έργο του Hegel μισοκρυμμένη, πίσω από διατυπώσεις παρμένες από την χριστιανική θεολογία. Ο Σουαβός φιλόσοφος είναι ο πραγματικός σωτήρας και όχι ο Χριστός[7], γιατί αυτός(ο φιλόσοφος) είναι που ως πεπερασμένο πνεύμα, βοήθησε το θεϊκό πνεύμα, να φτάσει για πρώτη φορά στην πλήρη γνώση του εαυτού του, και επομένως να φτάσει στην αληθινή θεότητα του. Επομένως, ο Hegel δεν λαμβάνει απλά μέρος στην θέωση, αλλά ο ίδιος ο Θεός, για πρώτη φορά, και χάρη στον Hegel έγινε πραγματικά Θεός[8].
Η θέωση όμως αυτή διαφέρει ουσιαστικά από την συνειδητή-ασυνείδητη εσωτερική ύπαρξη άχρονου-αιώνιου θεού-εγώ, που έτσι κι' αλλιώς διαφέρει από τον κόσμο και δεν υποφέρει. Ο Θεός ο οποίος βρίσκεται στην διαδικασία του να γίνει Θεός, είναι μπλεγμένος στο επώδυνο κοσμικό γίγνεσθαι, υποταγμένος στην οδύνη και έχει ανάγκη το πεπερασμένο. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις ώστε στο τέλος της θέωσής του μέσω του πεπερασμένου πνεύματος, να φτάσει στην αληθινή και συνειδητή τελειότητά του. Η διδασκαλία αυτή προσφέρει επιπλέον μια ερμηνεία του κόσμου, και για τον λόγο αυτό εκτίθεται περισσότερο(σε σύγκριση με τον μυστικισμό του Brahman-Atman) σε μια κριτική βασισμένη στην λογική και τις εμπειρικές επιστήμες.
Από αυτά προκύπτουν μια σειρά δυσκολιών και ερωτημάτων. Κατάφερε πράγματι ο Hegel, να συναγάγει έστω και χονδρικά, την πληρότητα των λογικών ορισμών και μάλιστα των εμπειρικών πραγμάτων και όντων, από το ατελές απόλυτο, το αόριστο, το χωρίς ποιότητα και συλλογισμό είναι; Και ποια γνώση κερδίσαμε εν τέλει, όταν ο φιλόσοφος μάς διαβεβαιώνει, πως ο πεπερασμένος, ο κόσμος των πραγμάτων, είναι απλά μια εξαντικειμένευση εκείνου του μη αντικειμενικού Urgrund, μέσω του οποίου(πεπερασμένου κόσμου) ο θεός-εγώ αναπτύσσεται προς την συνειδητή τελειότητα; Σε τι συνίσταται αυτή η τέλεια πραγμάτωση τού θεϊκού υποκειμένου-αντικειμένου του κοσμικού γίγνεσθαι; Υπερβαίνει πράγματι η διδασκαλία αυτή την πίεση τής αντικειμενικής πραγματικότητας ή δίνει απλά στον άνθρωπο μια σιγουριά για την συμπεριφορά του, μέσω τελειωτικών οδηγιών δράσης;


[1]    Πρβλ. E. Bloch: Subjekt-Objekt, Berlin 1951.
[2]    Με αυτό το ιστορικό-πνευματικό υπόβαθρο των συλλογισμών του Hegel ασχολούνται μεταξύ άλλων: F. Chr. Baur: Die christliche Gnosis oder die christliche Religionsphilosophie in ihrer geschichtlichen Entwicklung, Tübingen 1835, Neudr. Darmstadt 1967-F. A. Staudenmaier: Die Philosophie des Christentums, I. Bd., Giessen 1840, Neudr. Frankfurt 1966-του ιδίου: Darstellung und Kritik des hegelschen Systems, Mainz 1844, Neudr. Frankfurt 1966- R. Schneider: Schellings und Hegels schwäbische Geistesahnen, Würzburg 1938-Περί της σχέσης του νεοπλατωνισμού και γερμανικού ιδεαλισμού: W. Beierwaltes: Hegel und Proklos, in R. Bubner-K. Cramer-R. Wiehl(Hrsg.): Hermeneutik und Dialektik. Festschr. f. H.-G. Gadamer, Tübingen 1970, 2. Bd., S. 243- W. Beierwaltes: Platonismus und idealismus, Frankfurt/M. 1972- J. D'Hondt: Verborgene Quellen des Hegelschen Denkens, Berlin(Ost) 1972.
[3]    G. W. F. Hegel: Vorlesungen über die Philosophie der Religion, I. Bd., S. 210 (Ausg. Glockner): „Θεός είναι η κίνηση προς το πεπερασμένο, και λόγω αυτού, η άρση του είναι η κίνηση προς τον εαυτό του. Μέσα στο εγώ, ως μέσα σε κάτι το οποίο όντας πεπερασμένο αίρεται, ο Θεός επιστρέφει στον εαυτό του, και είναι Θεός μόνο ως αυτή η επιστροφή. Χωρίς τον κόσμο ο Θεός δεν είναι Θεός.”, S. 216: „Το πεπερασμένο του πνεύματος εκδηλώνεται ως η διάκριση που το πνεύμα κάνει βασιζόμενο στον εαυτό του. Αλλά αυτή η πεπερασμένη συνείδηση είναι μια στιγμή του πνεύματος, και το πνεύμα είναι αυτό που αυτοδιακρίνεται , που αυτοκαθορίζεται, δηλ το να κάνει τον εαυτό του πεπερασμένη συνείδηση. Με τον τρόπο αυτό όμως είναι σαν να διαμεσολαβείται από την συνείδηση ή το πεπερασμένο πνεύμα, έτσι ώστε να πρέπει να γίνει πεπερασμένο, για να αποκτήσει μέσω της περατότητας αυτής γνώση του εαυτού του. Η θρησκεία λοιπόν είναι η γνώση που έχει το θεϊκό πνεύμα για τον εαυτό του, και η οποία διαμεσολαβείται από το πεπερασμένο πνεύμα.” Πρβλ επίσης: Ο Θεός είναι μόνο τότε Θεός όταν γνωρίζει τον εαυτό του. Η γνώση του εαυτού του είναι και μια αυτοσυνειδησία μέσα στον άνθρωπο και η γνώση του ανθρώπου περί Θεού, που επεκτείνεται ως η γνώση του εαυτού του εν τω Θεώ.
[4]    R. Kroner: Von Kant bis Hegel, 2. Bd., Tübingen 1924, S. 462.
[5]    Πρβλ. I. Iljin: Die Philosophie Hegels als kontemplative Gotteslehre, Bern 1946, S. 17-74. Στην θεωρητική φιλοσοφία, η γνωσιολογία κατανοήθηκε γενικά ως αναγωγική “θεολογία της γνώσης”, ως άνοδος από τα κατώτερα επίπεδα των “αισθήσεων”, προς τα ύψη του πνευματικού-θεϊκού. Πρβλ. E. Topitsch: Mythische Modelle in der Erkenntnislehre, „Studium Generale“, 18 Jg., 1965, S. 400. neu abgedr. In E. Topitsch Mythos-Philosophie-Politik. Zur Naturgeschichte der Illusion, Freiburg 1969, S. 79. -Για τα προβλήματα αυτά είναι σημαντικό επίσης το έργο του Ph. Merlan: Monopsychism, Mysticism, Metaconsciousness, 2. ed., The Hague 1969.
[6]    Μέσα σε τέτοιους συλλογισμούς μπορεί να ενεργεί και η πανάρχαια ψευδαίσθηση, πως μέσω της θέωσης  είναι δυνατόν να επιτευχθεί η παντογνωσία.
[7]    Πολλά στοιχεία στηρίζουν την υπόθεση, πως ο Hegel θεωρούσε τον εαυτό του ως τον ολοκληρωτή τής σωτηρίας την οποία ξεκίνησε ο Ιησούς Χριστός. Στα στοιχεία αυτά συγκαταλέγεται και η απαίτηση, πως η φιλοσοφία(δηλ η φιλοσοφία του Hegel) θα έφερνε το τελειωτικό ξεκαθάρισμα και την θεωρητική-διανοητική βεβαιότητα, περί της αλήθειας της σωτηρίας, η οποία στην αποκεκαλυμμένη θρησκεία (δηλ τον Χριστιανισμό) δίδεται μόνο με υπόνοιες(Enz., 572). Και οι ιστορικό-φιλοσοφικές κατασκευές του Hegel μπορούν επίσης να ερμηνευθούν έτσι. Τελικά ο Ιησούς Χριστός δηλώνει απλά το σημείο καμπής, όπου το πνεύμα, εκκινώντας από την εξωτερική του διάσπαση, στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία και τον ισρηλίτικο λαό, “από το άκρο της απόλυτης αρνητικότητας του”(Rechtsphil., 357) αρχίζει σιγά-σιγά να επιστρέφει προς την συμφιλίωση με τον εαυτό του. Η συμφιλίωση αυτή ολοκληρώνεται στην γερμανική-ευαγγελιστική αυτοκρατορία. Οι συλλογισμοί αυτοί είναι ανεπτυγμένοι με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στο έργο “Vorlesungen über die Philosophie der Geschichte”(Ausg. Glockner, Bd. II, bes.  S.  409)
[8]    Η σκέψη περί της εξάρτησης του Θεού από τον άνθρωπο βρίσκεται στην παράδοση του μυστικισμού και πριν από τον  Hegel, για παράδειγμα στον Angelus Silesius: "Γνωρίζω πως χωρίς εμένα ο Θεός δεν μπορεί να ζήσει ούτε μια στιγμή. Αν εγώ εξαφανιστώ(γίνω τίποτα), ο θεός πρέπει από ανάγκη  να παραδώσει το πνεύμα του". Περί πιθανής ψυχοπαθολογίας που βρίσκεται στη βάση της φιλοσοφίας του Hegel, πρβλ. W. Treher: Hegels Geisteskrankheit oder das verborgene Gesicht der Geschichte, Emmendingen 1969, και A Künzli: Prolegomena zur einen Psychographie Hegels, in G.-K. Kaltenbrunner(Hrsg.): Hegel und die Folgen, Freiburg 1970, S. 37.

Σχόλιο: Αυτοί είναι οι μάγοι της Γερμανίας, οι υπερβόρειοι οι οποίοι εισάγονται απο τους δικούς μας οπαδούς και επιδιώκουν αφοσίωση και λατρεία απο τους Έλληνες Ιθαγενείς, διότι τους πείθουν ότι η υποταγή αυτή είναι η κορυφή της εξελίξεως. Πρέπει να γίνουμε όλοι πρόσωπα, βοηθοί του τραγικού και αποτυχημένου Θεού. 

Aμέθυστος 

Σεβασμιώτατε κ. Ιερόθεε, ένα ναι ή ένα όχι θα ήταν αρκετό

Σεβασμιώτατε κ. Ιερόθεε,
Για το θέμα της Ουκρανίας έχετε γράψει τρία μακροσκελή άρθρα (το τρίτο εμμέσως πλην σαφώς στο ίδιο θέμα παραπέμπει)
Τρία μακροσκελή άρθρα και δεν μας είπατε ακόμη εάν η παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Ουκρανία συμφωνεί με τους Κανόνες της Εκκλησίας.
ΕΝΑ «ΝΑΙ» Η ΕΝΑ «ΟΧΙ» ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΡΚΕΤΟ.



Ο ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΥΠΗΡΞΕ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΠΙΣΗΜΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕ ΣΑΝ ΜΕΓΑΛΟ ΘΕΟΛΟΓΟ, ΙΣΑΞΙΟ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ. ΤΟΝ ΣΕΒΕΤΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. ΤΟΝ ΑΝΕΒΑΣΕ. 
ΕΞ ΑΛΛΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΙ Η ΑΛΛΑΓΗ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ. ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ;

Αμέθυστος

ΕΤΣΙ ΣΚΟΤΩΣΑΝ ΟΙ ΒΑΥΑΡΟΙ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΤΙΣΜΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Δείτε στον πιο κάτω σύνδεσμο, δηλαδή στον Νόμο Περί Συστάσεως των Δήμων 27.12.1833 (ΦΕΚ 3/10-1-1834) των Βαυαρών του Όθωνα και ειδικότερα στο άρθρο 38 παρ. 2 εδ. β, πως απαγόρευσαν οποιαδήποτε ενασχόληση της Ολομέλειας των δημοτών των δήμων με τα κοινά.

Συγκεκριμένα λέει το κείμενο: 


"Συνελεύσεις της ολομελείας των δημοτών πρός σύσκεψιν και απόφασιν περί δημοτικών ή άλλων υποθέσεων δεν επιτρέπονται".

Αυτή ακριβώς η διάταξη, που ήρθε γραμμένη στα γερμανικά, και που επικρατεί έκτοτε, είναι που σκότωσε τον κοινοτισμό στην Ελλάδα.

Υπάρχουν αυτή τη στιγμή κοινωνικές δυνάμεις, όπως π.χ. ο φορέας «Ανένδοτος για τη Μακεδονία και τη Δημοκρατία», οι οποίες αγωνίζονται να επαναφέρουν τη δύναμη τής Ολομέλειας των πολιτών παντού, κόμματα, δήμους, σύνολο του λαού.

Τσίπρας: Έχει έρθει η ώρα να κατοχυρωθεί η θρησκευτική ουδετερότητα του ελληνικού κράτους

«Πολιτεία και Εκκλησία έχουν την ωριμότητα, την σωφροσύνη κι ευαισθησία να αποδεχτούν τον εξορθολογισμό των σχέσεων τους» σημείωσε


Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στην «κατοχύρωση του δικαιώματος διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία για κρίσιμο εθνικό θέμα, σημείωσε

Στις σχέσεις της Πολιτείας με την Εκκλησία αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ η οποία αφορά κατά κύριο λόγο τις προτάσεις του κόμματος για την συνταγματική αναθεώρηση.

«Πολιτεία και Εκκλησία έχουν την ωριμότητα, την σωφροσύνη κι ευαισθησία να αποδεχτούν τον εξορθολογισμό των σχέσεων τους.Έχει 
έρθει ο καιρός να κατοχυρωθεί ρητά στο Σύνταγμα η θρησκευτική ουδετερότητα του ελληνικού κράτους με ότι αυτό συνεπάγεται κανονιστικά και πρακτικά», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.

Το «βούτυρο» έλιωσε

Οι «άθλιοι» τής περιόδου Σημίτη ιδεολογικοποίησαν το πάρτι με τις μίζες
Εικόνα: Μανώλης ΚοττάκηςΑπό τον
Μανώλη Κοττάκη
Επανέρχομαι αναγκαστικώς σήμερα στο μείζον ζήτημα της επίδρασης των εξοπλισμών στη χρεοκοπία της χώρας, γεγονός που σήμερα, μετά οκτώ χρόνια κρίσης, αρχίζει να συνειδητοποιείται σιγά σιγά από το ευρύ κοινό. Και τούτο μόνον αφού προηγήθηκαν οι δικαστικές εξελίξεις στις υποθέσεις Τσοχατζόπουλου και Παπαντωνίου. Επανέρχομαι διότι, πρώτον, η επικαιρότητα το επιβάλλει. Η αρμόδια κοινοτική επίτροπος Τίσεν απάντησε στον ευρωβουλευτή Νίκο Χουντή ότι «οι κύριες επιπτώσεις στο έλλειμμα του 2009 προκλήθηκαν από την έγκριση μιας διορθωμένης καταγραφής σχετικά με τις παραδόσεις στρατιωτικού εξοπλισμού για το σύνολο των χρονοσειρών»! Κοινώς, φούσκωσαν το έλλειμμα με κανόνια, αεροπλάνα και καράβια αναδρομικώς. Επανέρχομαι, επίσης, διότι καλόπιστοι αναγνώστες μας εγείρουν επιφυλάξεις για το στέρεον της επιχειρηματολογίας μας. Συμπληρώνω, λοιπόν, τα στοιχεία για τους εξοπλισμούς τής περιόδου εκείνης για να γίνει αντιληπτό τι μας συνέβη.
• Οι «πολυτελείς» αμυντικές δαπάνες της περιόδου 1998-2013, περιλαμβανομένων των εξοπλισμών, όπως ρητώς αναφέραμε, ανήλθαν σε 86 δισ. ευρώ, ποσοστό 25% του χρέους μας το 2013.
• Η αξία των ελληνικών παραλαβών αμυντικών εξοπλισμών την περίοδο 1998-2013 ανήλθε σε 13,5 δισ. δολάρια. Δεδομένου ότι μεταξύ 2004-2009 έγινε μόνο μία παραγγελία (F-16), όλες οι λοιπές παραλαβές ανατρέχουν στην περίοδο 1998-2003.
• Για να διατηρήσει η Ελλάδα το έλλειμμά της κάτω του 3% την εποχή των διαπραγματεύσεων για την ένταξη στην ΟΝΕ, η Eurostat έκανε τα στραβά μάτια έως ότου υπογραφούν τα συμβόλαια του υπουργείου Αμυνας με τις εταιρίες πώλησης οπλικών συστημάτων. Τρία χρόνια μετά την ένταξη στην ΟΝΕ, όμως, έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το έλλειμμα και το χρέος αποκάλυπτε ότι «οι δαπάνες για στρατιωτικούς εξοπλισμούς είχαν ευρέως υποεκτιμηθεί από την κυβέρνηση μεταξύ 1997-2003»!
• Για να αξιολογηθεί το μέγεθος των ελληνικών εξοπλισμών σε παγκόσμιο επίπεδο πρέπει να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με το περιοδικό «Sipri Year Book 2010», η Ελλάδα την περίοδο 2005-2010, όταν εκτελούνταν οι συμβάσεις της περιόδου Σημίτη, ήταν ο πέμπτος μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο μετά την Κίνα, την Ινδία, τη Νότια Κορέα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η Ελλάδα ήταν ο μεγαλύτερος αγοραστής οπλικών συστημάτων της Γερμανίας μεταξύ 1998-2014, ξεπερνώντας μάλιστα μεταξύ 2010-2014 και την Τουρκία!
Τι άλλο να πούμε, λοιπόν; Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Μεταξύ 1998-2003 δανειστήκαμε από γαλλικές και γερμανικές τράπεζες για να αγοράσουμε και να πληρώνουμε εις το διηνεκές πανάκριβους εξοπλισμούς, σε ορισμένες περιπτώσεις (όχι όλες) πράγματι χρήσιμους για την άμυνά μας. Αλλά για να το πετύχουμε αυτό οι εταίροι υποχρέωσαν τη Eurostat να κάνει τα στραβά μάτια για να πληρούμε τα κριτήρια του Μάαστριχτ. Μεταξύ 2004-2009 αρχίσαμε να πληρώνουμε τα «σπασμένα» χωρίς να κάνει η χώρα προμήθεια περαιτέρω εξοπλισμών. Μόλις μας πήρε η κάτω βόλτα το 2010, οι τράπεζές τους άρχισαν να «γυρεύουν» τα δανεικά και οι εταιρίες τους τα λεφτά από τις μακροχρόνιες συμβάσεις. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό «μαγειρεύτηκε» το έλλειμμα του 2009 -σωστά μαντέψατε- με τις αμυντικές δαπάνες, όπως ομολογεί ανερυθρίαστα σήμερα η Κομισιόν. 
Οι θεσμοί, βεβαίως -κυρίως το ΔΝΤ-, απαιτούσαν μείωση αμυντικών δαπανών με τις εκθέσεις τους γιατί αναγνώρισαν, έστω και αναδρομικά, την καταλυτική επίδραση των εξοπλισμών στη χρεοκοπία. Αλλά τα οφειλόμενα τα ήθελαν εδώ και τώρα και ουδείς εξέφρασε επιφύλαξη επί αυτού. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Καταλαβαίνω ότι αυτή είναι μια δυσάρεστη συζήτηση σε ορισμένους πολιτικούς κύκλους των Αθηνών, καθώς δίνει νέα διάσταση στη χρεοκοπία και στα αίτιά της, αλλά δεν είμαι εδώ για να είμαι ευχάριστος. Οι «άθλιοι» της περιόδου Σημίτη ιδεολογικοποίησαν το πάρτι με τις μίζες με τη φράση «και βούτυρο και κανόνια». Δυστυχώς, εξαιτίας των κανονιών το βούτυρο έλιωσε για τον ελληνικό λαό.

Μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, όταν η Κωνσταντινούπολη θα γίνει κονιορτός!

Η εικόνα της Παναγίας του Αρμενίου θα αποκαλυφθεί

Κατά το 1875 η Υπεραγία Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία, θέλησε να αποκαλύψει σε κάποιον για μια Αγία εικόνα Της που είχε ζωγραφίσει ο Απόστολος Λουκάς.

Βρισκόταν κάπου μέσα στη γη, δίπλα σ’ ένα χωράφι έξω από το χωριό Αρμένιο της Λαρίσης [τέως Γκερλί] και κοντά στον τόπο όπου υπάρχει σήμερα ο Ιερός Ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ζωοδόχου Πηγής. Από το χωριό αυτό καταγόταν ο Ιωάννης Αγριτζόμπανος, βοσκός, άνθρωπος απλός, αγαθός και ταπεινός που αξιώθηκε απ’ όλους τους κατοίκους της εποχής του τη χάρη της Θεοτόκου. Φανερώθηκε σ΄αυτόν πολλές φορές και το συμπεραίνουμε απ’ όσα ακούσαμε από τη θυγατέρα του Αικατερίνης Πρεσβυτέρας και συζύγου του ιερέα παπά-Κωνσταντίνου Καψούρη και από τους εν ζωή γέροντες του χωριού οι οποίοι πολλές φορές τ’ άκουσαν αυτά από τον ίδιο καθώς αφηγούνταν τις οράσεις του.
Η Υπεραγία Θεοτόκος του έδειξε που ακριβώς να ψάξει για να βρει τον Σταυρόν και κουδουνάκια από θυμιατό, επίσης και σε άλλο μέρος θα έβρισκε πλάκα πέτρινη και κάτω απ’ αυτήν κατασκευασμένο πηγάδι με ξύλινο κουβά (Αγιασμός). 

Όλα τα προηγούμενα του παρήγγειλε η Θεοτόκος να τα φανερώσει στους συγχωριανούς του για να κάνουν ανασκαφή. Την επομένη μέρα ο Ιωάννης αφηγήθηκε στους κατοίκους όλα τα παραπάνω και αυτοί συγκεντρώθηκαν δια κωδωνοκρουσίας για να μεταβούν για ανασκαφές. Αφού έλαβαν οι κάτοικοι τα απαιτούμενα σκαπτικά εργαλεία για την ανασκαφή, προχωρούσαν με κατάνυξη στον τόπο που έπρεπε να σκάψουν, ψάλλοντας και δοξολογώντας την Παναγία.
Όταν έφθασαν οι κάτοικοι στον προαναφερθέντα τόπο άρχισαν αμέσως την ανασκαφή, στο μέρος που τους έδειξε ο Ιωάννης Αγριτζόμπανος. Και πράγματι όσα προείπε η Θεοτόκος βρέθηκαν, δηλαδή, τα κουδουνάκια, το μανουάλι Σταυρός, και κάτω από μία πλάκα έτοιμο πηγάδι με ξύλινο κουβά, τα οποία υπάρχουν μέχρι και σήμερα, χωρίς όμως να συνεχίσουν την ανασκαφή για την ανεύρεση της εικόνας της Θεοτόκου.

Από τις ανασκαφές στον τόπο που σήμερα βρίσκεται ο ιερός ναός Ζωοδόχου Πηγής, παρουσιάζετε τακτικά το Άγιο φώς. Τότε παρουσιαζόταν κάθε απόγευμα για τρία χρόνια περίπου και το έβλεπαν όλοι οι κάτοικοι, μικροί και μεγάλοι, μα σήμερα, μόνο λίγοι το βλέπουν. 

Δαπάνη των κατοίκων του τέως δήμου Αρμενίου κτίστηκε το έτος 1886 εκεί όπου φανερώθηκε στον ύπνο του η Παναγία και του έδειξε που ακριβός ήταν ο τόπος της λατρείας τους, νέα εκκλησία της όπου πολλοί πιστοί από πολλά μέρη της Θεσσαλίας προσέρχονται ευλαβείς προσκυνητές κάθε μέρα, τελούν λειτουργίες και προπάντων τη 15η Αυγούστου, όποτε γίνεται το πανηγύρι και κατά την ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής (Παρασκευή της Διακαινησίμου). 
Από τότε μέχρι σήμερα πολλά θαύματα έχουν γίνει με τη Χάρη Της, τα οποία, πολλοί εξιστορούν τα θαύματά Της. Η Παναγία δεν θέλησε όμως να αποκαλύψει σε ποιο σημείο ήταν θαμμένη η Άγια εικόνα Της καθώς όπως ανέφερε αυτή θα αποκαλύπτονταν μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, όταν η Κωνσταντινούπολη θα γίνει κονιορτός (σκόνη) και μείνει το 1/3 της ανθρωπότητας.


http://yiorgosthalassis.blogspot.com
http://wikimapia.org