Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ

Στις Γερμανικές κακοδοξίες
---------------------------------------------------------
Από τον Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό

Πρίν αντιγράψουμε τό ξεκαθάρισμα τών επίμαχων σημείων περί τής Αγίας Τριάδος από τόν Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, θά θέλαμε νά προσδιορίσουμε μιά σύγχρονη αλλοίωση τού Συμβόλου τής Πίστεως εκ μέρους τών κ.κ.Γιανναρά καί Ζηζιούλα. Τό Σύμβολο τής Πίστεως αρχίζει : Πιστεύω εις έναν Θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα...... καί εις έναν Κύριον Ιησούν Χριστόν.....καί εις τό Πνεύμα τό Άγιο.....Οί σύγχρονες κεφαλές τής θεολογίας μας διαβάζουν: Πιστεύω εις έναν Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού.... Η εκκλησία μάς είχε προειδοποιήσει εν καιρώ ειρήνης νά μήν αλλάξουμε ούτε ένα κόμμα από τά δόγματά μας καί ίσως ακουγόταν υπερβολικό. Καί όμως δέν ήταν.

Έκδοσις Ακριβής τής Ορθοδόξου Πίστεως :

8(8) Γιά τήν Αγία Τριάδα.

Γι αυτό λοιπόν πιστεύουμε σέ έναν Θεό, σέ μιά αρχή άναρχη, άκτιστη, αγέννητη καί ανόλεθρη καί αθάνατη, αιώνια, άπειρη, απερίγραπτη...... αρχή που δημιούργησε όλα τα κτίσματα, τα ορατά και τα αόρατα...... με καθαρό και αμόλυντο τρόπο βρίσκεται πάνω σε όλες τις ουσίες (αχράντως ταίς όλαις ουσίαις επιβατεύουσαν και πάντων επέκεινα και πάσης ουσίας εξηρημένην ως υπερούσιον και υπέρ τα όντα ούσαν) πιστεύουμε σε ένα Πατέρα, την αρχή και αιτία όλων, ούκ έκ τινος γεννηθέντα, αναίτιον και αγέννητον μόνον υπάρχοντα. Και είς ένα Υιόν του Θεού τον μονογενή... δι’ ου τα πάντα εγένετο, ο χαρακτήρ του πατρός, ο Λόγος ο ενυπόστατος, η ουσιώδης και τελεία και ζώσα εικών του αοράτου Θεού.

Ομοίως πιστεύομεν και εις εν πνεύμα το Άγιον, το κύριο και ζωοποιόν, το έκ του Πατρός εκπορευόμενον και έν Υϊώ άναπαυόμενον... την πηγήν της ζωής και του αγιασμού.

Παραδεχόμαστε ότι ο καθένας από τούς τρείς έχει τέλεια υπόσταση ίνα μή εκ τριών ατελών μίαν σύνθετον φύσιν τελείαν γνωρίσωμεν, άλλα μιά απλή ουσία σε τρείς τέλειες υποστάσεις. Διότι είναι αδύνατο να γίνει σύνθεση από τέλειες υποστάσεις.

Κατά συνέπεια δεν λέμε το είδος (το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό) από τις υποστάσεις, αλλά στίς υποστάσεις (άλλ’ εν υποστάσεσιν).

Ατελή είναι όσα δεν σώζουν το είδος του πράγματος που αποτελείται από αυτά. Π.χ. το λιθάρι και το ξύλο και το σίδερο είναι το καθένα τέλειο καθεαυτό κατά την δική του φύση, αλλά έν σχέσει πρός το σπίτι που αποτελείται από αυτά (πρός δέ το εξ αυτών αποτελούμενον οίκημα ατελές έκαστον αυτών υπάρχει) γιατί απομονωμένο το καθένα από αυτά δεν είναι σπίτι (ουδέ γάρ εστίν έκαστον αυτών καθ’ εαυτό οίκος).

Ενώ οι υποστάσεις είναι τέλειοι θεοί κάθε μία απο αυτές, δεν έχουν ανάγκη την σωστή αρχιτεκτονική σχέση και κοινωνία για να είναι θεοί, όπως διδάσκουν περί ετερότητος ο Ζηζιούλας και ο Γιανναράς και έχουν επινοήσει τον σύγχρονο πόλεμο περί ρατσισμού και την σωτηρία δια της κοινωνίας, αλλοιώνοντας πλήρως την Αγία Τριάδα καθώς στα πονεμένα τους μυαλά μόνον ο Πάτηρ είναι ο Θεός.
- Άρα και ορθοδόξως πρώτος. Αλλοίμονό μας να λατρεύαμε από εδώ και πέρα τον Νεόπλατωνικό Θεό.

Παραδεχόμαστε λοιπόν τέλειες τίς υποστάσεις, συνεχίζει ο Άγιος Δαμασκηνός, για να μη νοήσουμε σύνθεση στη θεία Φύση!

«Γιατί η σύνθεση είναι αρχή της διασπάσεως».

Εδώ βρίσκεται σε απόλυτο αδιέξοδο και ο σεβαστός μεταφραστής Νίκος Ματσούκας, ο οποίος έμαθε την θεολογία διαβάζοντας Γερμανικά:

Και πάλι λέμε τις τρείς υποστάσεις στη μεταξύ τους σχέση (σαν ετερότητες), για να μη εισαγάγουμε πλήθος και συνέλευση θεών!

Νά όμως τί λέει το πρωτότυπο: Και πάλιν έν αλλήλαις τας τρείς υποστάσεις λέγομεν, ίνα μη πλήθος και δήμον θεών εισαγάγωμεν. (Για να μην ξαναφτιάξουμε τον Όλυμπο της δικαιοσύνης του κ. Γιανναρά και την εσχατολογική Σύναξη του κ. Ζηζιούλα).

Διά μέν των τριών υποστάσεων το ασύνθετον και ασύγχυτον. Διά δέ του ομοουσίου και έν αλλήλαις είναι τας υποστάσεις...... το αδιαίρετον καί το είναι ένα θεόν, γνωρίζομεν.

Έτσι λοιπόν μαθαίνουμε να αγαπούμε το όμοιο, την εικόνα του θεού σε κάθε συνάνθρωπό μας. Σήμερα καλούμαστε να αγαπήσουμε το έτερον! Δηλαδή τί; Τα όμορφά του μάτια; Την προσωπικότητα; Το στύλ; Το ύφος; Την φωνή;   Έλεος!

---------------------------------------

Αυτή είναι μια επιβεβαίωση των όσων γράψαμε στην αρχή του κειμένου μας. Η ορθόδοξη θεολογία ακολουθεί πιστά πλέον τις καθολικές κακοδοξίες, διότι εάν χωρίσαμε την Εκκλησία μας λόγω της προσθήκης ενός όρου από την παπική κακοδοξία, εδώ έχουμε την αλλοίωση ολοκλήρου του Συμβόλου της Πίστεως. Η νέα οικουμενική εκκλησία πιστεύει σε άλλον θεό πλέον ξεκάθαρα.

   
 Aμέθυστος

KARL BARTH (3)

Στις πηγές της νεωτερικής θεολογίας (ΧXΧI)

Φυσικά ακολούθησαν αμέσως κατηγορίες για τροπισμό από όλα τα μέρη. Αλλά τουλάχιστον μέχρις εδώ ο Μπαρτ δεν πρωτοτυπεί σε τίποτε. Από την εποχή της εμφανίσεως της προτεσταντικής ορθοδοξίας δηλαδή από τον ΧVII αιώνα «οι Λουθηρανοί θεολόγοι κατηγορούσαν τους θεολόγους της Μεταρρυθμίσεως διότι έδειχναν να μην προτιμούν τον όρο πρόσωπο, προτιμώντας την υπόσταση ή ακόμη περισσότερο τον τρόπο υπάρξεως». Έτσι λοιπόν, καθώς ανήκει στην Μεταρρύθμιση, ο Μπαρτ αναλαμβάνει την θεολογική παράδοση από την οποία προέρχεται. Μάλιστα δε κάποιος θεολόγος ονόματι I.A. Dorner, στα μισά του 1800 είχε ήδη μιλήσει για μια «απόλυτη προσωπικότητα» στον θεό και μαζί, όχι για τρία πρόσωπα, αλλά για τρεις «τρόπους υπάρξεως».

Από την μεριά ο Μπαρτ διευκρινίζει πως «τρόπος υπάρξεως» είναι η ακριβής μετάφραση της έννοιας που χρησιμοποίησε η αρχαία Εκκλησία! Τρόπος υπάρξεως, που μεταφράσθη στα Λατινικά σαν modus entitativus. Αυτή η ίδια έννοια της υποστάσεως δε, όπως έγινε κατανοητή από την ανατολική Εκκλησία, η οποία την προτίμησε από το πρόσωπον, σημαίνει κάτι υποκείμενο παρά ουσία, δηλαδή: τρόπο υπάρξεως. Οι θωμιστές μιλούσαν για τους τρεις της τριάδος σαν res proprie subsistentes, χρησιμοποιώντας το ρήμα subsistere (υπόκειμαι), το οποίο είναι δομικό στοιχείο της αρχαίας έννοιας του προσώπου. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε σε όσα λέει ο Μπαρτ πως για τον Θωμά Ακινάτη το θείο πρόσωπο είναι «modus existendi incommunicabiliter» και η σχέση ένας «determinatus modus existendi», συγκεκριμένος τρόπος υπάρξεως. Ακόμη και ο Bonaventura δήλωνε πως το πρόσωπο του θεού είναι «modus essendi respectivus», δηλαδή σχέση.

Κατηγορήθηκε για “κρυπτοκαθολικός”, λόγω της θεολογίας των σχέσεων, αλλά απάντησε πως ο φόβος του σχολαστικισμού είναι το σημάδι των ψευδο-προφητών. Στο Τριαδικό επίπεδο πάντως, ο Μπαρτ δεν είναι οπισθοδρομικός, δεν μας μεταφέρει στην προ των Καππαδοκών εποχή όπως ακριβώς δεν αρνείται πως υφίσταται καθένα από τα θεία πρόσωπα. Έτσι αμέσως μετά τον ισχυρισμό του πως υφίσταται στον θεό, όχι ακριβώς το πρόσωπο καθ’ εαυτό, αλλά ο θεός στα τρία πρόσωπα, προσθέτει πως τα θεία πρόσωπα υφίστανται αλλά με σχετικό τρόπο: στον θεό υφίστανται τρεις σχετικότητες δηλαδή τα πρόσωπα και επιπλέον υφίσταται και κάτι απόλυτο, δηλαδή η Ουσία!

Είναι επίσης ξεκάθαρο πως όταν προσευχόμεθα στον θεό Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα δεν έχουμε καμία πρόθεση να αναφερθούμε σε «τρεις τρόπους υπάρξεως» ή τρεις υφισταμένους. Το αδύναμο σημείο του Μπαρτ δεν βρίσκεται στο γεγονός πως θέλει να μιλήσει για τα θεία πρόσωπα σαν «τρόπους υπάρξεως».

Πιο αμφίβολη φαίνεται να είναι η προσπάθειά του να σταθεροποιήσει μια ισοδυναμία ανάμεσα στην Τριάδα και στην αποκάλυψη. Είναι αλήθεια πως ο Μπαρτ ισχυρίσθηκε από την αρχή πως η αποκάλυψη δεν είναι η ρίζα της Τριάδος, αλλά του δόγματος της Τριάδος. Δηλαδή μόνον γνωσιολογικά, quod modum cognoscendi, η αποκάλυψη θα μπορούσε να ονομασθεί ρίζα της Τριάδος. Ίσως όμως θα ‘πρεπε ο Μπαρτ να καθορίσει καλύτερα τι πράγμα διακρίνει τα θεία πρόσωπα ανεξαρτήτως της αποκαλύψεως και πριν από αυτή, για να δείξει στη συνέχεια πως συνδέεται η Τριάδα με την αποκάλυψη και πως ξεκινά από αυτή η γνώση που διαθέτουμε του Μυστηρίου. Παρόλα αυτά ο Μπαρτ ξεκαθαρίζει πως ο θεός είναι Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα καθ’ εαυτός, στις αιώνιες ενυπάρχουσες και μόνιμες σχέσεις του και έτσι λοιπόν ανεξαρτήτως και πριν από την Δημιουργία, την Λύτρωση και την Αγιοποίηση.

Αντιθέτως η κατηγορία του Pannenberg, βρίσκει κέντρο! Ο Μπάρτ, σύμφωνα με τον Pannenberg, γοητεύτηκε από το μοντέρνο θέμα της υποκειμενικότητος χωρίς να κατορθώσει να το κυριεύσει τελείως. Όσο παράδοξο και αν φαίνεται, και παρότι πάλεψε στο όνομα της Κυριότητος του θεού ακριβώς εναντίον αυτής της υποκειμενικότητος και παρότι διεκδίκησε την αυτονομία Του, παρόλα αυτά ο Μπαρτ, μετέφερε στον θεό την κατηγορία της υποκειμενικότητος, χρησιμοποιώντας την στην συνέχεια στην απαραίτητη υφιστάμενη συνθήκη της υποκειμενικότητος του ανθρώπου.

Ο Μπαρτ συνέλαβε την Τριάδα ακριβώς σαν την αμείωτη υποκειμενικότητα του θεού στην αποκάλυψή Του! Στα μάτια του, μόνον το τριαδικό δόγμα μας εμποδίζει να σκεφθούμε πως η άπειρη διαφορά ποιότητος ανάμεσα στον θεό και τον κόσμο δεν επεβλήθη από τον κόσμο στον θεό. Ο θεός δεν θα ήταν τελείως μοναδικός, ελεύθερος, νικητής, εάν θα ‘πρεπε να εναντιωθεί σε κάτι άλλο από τον εαυτό Του.

Εάν όμως ο θεός υπολογίζεται σαν αιώνιος Πατέρας στην σχέση του με τον αιώνιο Υιό, και όχι απέναντι στον κόσμο, η σχέση με τον κόσμο καθίσταται δυνατή από αυτές τις διαπροσωπικές θείες σχέσεις, προεικονίσθη στην ελευθερία Του, απ’ αυτές τις ίδιες τις αιώνιες σχέσεις. Βασίζοντας με αυτόν τον τρόπο την αυτονομία του θεού και της αποκαλύψεώς Του απέναντι στον κόσμο, το τριαδικό δόγμα, στην Εκκλησιαστική Δογματική του 1932, βρίσκει θέση στα προλεγόμενα της Δογματικής του σαν βάση του δόγματος του Λόγου, που χρησιμεύει αυτό το ίδιο σαν Αρχή κάθε θεολογικής γνώσεως. Αλλά ο Μπάρτ ξεδιπλώνει το τριαδικό δόγμα ορμώμενος από την έννοια της αποκαλύψεως: ο θεός είναι αυτός που αποκαλύπτει, αυτός που απεκαλύφθη και το γεγονός της αποκαλύψεως. Αυτή η Τριάδα (Dreiheit) δεν προέρχεται από την αποκάλυψη στον άνθρωπο, αλλά υπάρχει ήδη σε αυτό το αιώνιο Είναι του θεού. Αυτή η ενυπάρχουσα και μόνιμη Τριάδα είναι τελικώς το κριτήριο της συλλήψεως του Μπαρτ, της αυτονομίας του θεού στην αποκάλυψή Του. Όμως, ακριβώς για αυτόν τον λόγο, ο Μπαρτ μπαίνει στην σχολή του «φιλοσόφου» Hegel. Διότι ακριβώς όπως ο Hegel, δένει την Τριάδα στην έννοια της αποκαλύψεως ή καλύτερα στην αυτοαποκάλυψη του θεού.

«Offenbarung ist Dei loquentis Persona». Κατάγεται από τον «Ιδεαλισμό» η επιμονή του Μπαρτ να κατανοεί τον μοναδικό θεό, τον Κύριό του που μιλά και αυτοαποκαλύπτεται, σαν ΕΝΑ πρόσωπο, ένα μοναδικό υποκείμενο, ένα μοναδικό ΕΓΩ. «Λόγος του θεού, εξηγεί ο Μπάρτ, σημαίνει: ο θεός μιλά. Αυτή είναι η αλήθεια, διότι πραγματικά είναι το πρόσωπο του θεού που μιλά, Dei loquentis persona. Δεν είναι κάτι αντικειμενικό, αλλά αυτή η ίδια η αντικειμενικότης, διότι είναι η υποκειμενικότης του Θεού. Η προσωποποίηση του Λόγου του θεού, την οποία δεν μπορούμε να αποφύγουμε, διότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Λόγος του θεού, δεν σημαίνει πως χάνει τον χαρακτήρα του λόγου. Αυτή η προσωποποίηση διαγράφει τον προσωπικό του χαρακτήρα και αποκλείει κάθε χαρακτήρα πράγματος, ακόμη και όταν είναι λέξη γραπτή ή εκφωνημένη. Δεν υπάρχει λοιπόν ανθρωπομορφισμός στην προσωποποίηση του Λόγου του θεού. Το πρόβλημα δεν είναι αν ο θεός είναι πρόσωπο αλλά αν είμαστε εμείς. Ο θεός είναι αληθινό πρόσωπο και ελεύθερο υποκείμενο. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να σκεφθούμε περισσότερο, διότι βρισκόμαστε μπροστά στην αγνωσία του θεού».

Από το Είπεν ο θεός ο Μπαρτ βλέπει να προέρχεται το Dei loquentis Persona και επομένως η υποχρέωση μας να πρέπει να μιλάμε για τον θεό σαν «ένα πρόσωπο, ένα ΕΓΩ, που υπάρχει εις εαυτό και δι’ εαυτό, που διαθέτει μια σκέψη και μια δική του Βούληση. Μ’ αυτόν τον τρόπο μας συναντά στην αποκάλυψή Του, μ’ αυτόν τον τρόπο είναι τρεις φορές θεός σαν Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα». Εάν λοιπόν το τριαδικό δόγμα πρέπει να εκφράζει, την αμείωτη υποκειμενικότητα του θεού, δηλαδή το πρόσωπο του μοναδικού θεού, το ΕΓΩ του Κυρίου, οι τρεις τρόποι υπάρξεώς του δεν πρέπει να γίνουν κατανοητοί σαν άλλες τόσες στιγμές της αυτοεκδηλώσεως αυτού του ίδιου ΕΓΩ; Με τα τρία πρόσωπα δεν πρόκειται για τρία θεία ΕΓΩ, αλλά για τρεις φορές του μοναδικού θείου ΕΓΩ.

Η έννοια της ομοουσιότητος του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος πρέπει να γίνει κατανοητή πάνω απ’ όλα με την έννοια μιας ταυτότητος της Ουσίας. Είναι η ταυτότης της ουσίας που προηγείται της ομοουσιότητος των προσώπων. Ο Μπαρτ δεν αναπτύσσει τον τριαδικό στοχασμό πάνω στην άμεση βάση των δεδομένων της ερμηνείας, επιχειρηματολογεί πάνω στην ενυπάρχουσα λογική μέσα στην έννοια της αποκαλύψεως, μια έννοια η οποία μας υποχρεώνει να διακρίνουμε ανάμεσα σε υποκείμενο, σε κατηγορούμενο και αντικείμενο, και κατ’ επέκτασιν ανάμεσα στον αποκαλύπτοντα, στον αποκαλυφθέντα και στην αποκάλυψη! Αλλά ειρωνεία της τύχης, παρατηρεί ο Pannenberg, μ’ αυτόν τον τρόπο δεν κατορθώνει παρά να επαναλάβει μια δομή της υποκειμενικότητος ανάλογη με εκείνην που φανέρωσε ο Hegel στην απαγωγή της Τριάδος από την έννοια του πνεύματος και της αυτοσυνειδησίας. Παρ’ όλες τις διαφορές της γλώσσας και του περιεχομένου φυσικά, παρ’ όλη την αποφασιστική καταγγελία της φυλακίσεως του θεού του Hegel στις αλυσίδες του συστήματος και παρ’ όλη την εξύμνηση της άπειρης ποιοτικής διαφοράς και της ελευθέρας Κυριότητος του θεού, ο Μπαρτ δεν κατόρθωσε να αποδεσμευθεί από την μαγεία της Εγελιανής νοήσεως!

(Συνεχίζεται)
 
Αμέθυστος

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010

Τα καλύτερα συνθήματα σε τοίχους ...

"Τα πτυχία copies κτώνται"
(Σε τοίχο στην περιοχή Γκύζη)

"Δεν υπάρχουν παθητικοί καπνιστές,
 μόνο αντιπαθητικοί αντικαπνιστές"
(Τ.Ε.Ι., Αθήνας)

"Το Lifestyle είναι μαγικό,
από μηδενικό σε κάνει νούμερο"
(Γκάζι, Αθήνα)

"Θεσσαλονίκη, η μόνη πόλη που γράφεται με δύο Σίγμα και
προφέρεται με δύο Λάμδα"
(Μύλος, Θεσσαλονίκη)

"Διατηρείτε την Αθήνα καθαρή.
Πετάτε τα σκουπίδια σας στον Πειραιά"
(Μεταξουργείο, Αθήνα)

"Συμμετέχω, Συμμετέχεις, Συμμετέχει, Συμμετέχουμε, Συμμετέχετε,
 Αποφασίζουν"
(οδός Σινώπης, Αθήνα)

"Αυτοί που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα,!
 εκνευρίζουν εμάς που τα ξέρουμε"
(λεωφόρος Αλεξάνδρας , Αθήνα)

"Αν τα λάθη διδάσκουν, τότε έχω καταπληκτική μόρφωση"
(οδός Μπενάκη, Αθήνα)

"Η χώρα καταστρέφεται από την αδιαφορία,
 αλλά τι με νοιάζει εμένα;"
(λόφος Στρέφη, Αθήνα)

"Θέλω να γίνω αυτό που ήμουν τότε
που ήθελα να γίνω αυτό που είμαι τώρα"
(πλατεία Εξαρχείων, Αθήνα)

"Οι τοίχοι έχουν αυτιά και τα αυτιά μας τοίχους"
(Ψυρρής, Αθήνα)

"Έγχρωμη TV, Ασπρόμαυρη Ζωή"
(οδός Στουρνάρα, Αθήνα)

"Μην τα περιμένετε όλα από την Αστυνομία.
Χτυπηθείτε μόνοι σας"
(Παπασωτηρίου, οδός Στουρνάρα, Αθήνα)

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, Ιστορική διάρκεια του ελληνικού έθνους


Παλλάδιο ηθικό των Ελλήνων της γενεάς μου, η επί αιώνες πολλούς παρουσία του ελληνικού έθνους στην ιστορία της ανθρωπότητας, από τους προ Χριστού χρόνους έως την εποχή μας και με συμβολή μεγαλουργό κάποτε, αμφισβητείται και πάλι, από Ελληνες τώρα μάλιστα, και χαρακτηρίζεται έωλο θεώρημα, γέννημα του ελληνικού ρομαντισμού του ΙΘ΄ αιώνα είτε κατασκεύασμα ιδεολογικό της εκπαιδευτικής πολιτικής του νεοσύστατου κράτους.
Δεν κατονομάζω πρόσωπα, εφόσον αδυνατώ να τα επαινέσω. Δεν ανέχομαι όμως την οικτρή αυτή απάρνηση της ιστορικής αλήθειας, συνοδευμένη, άλλωστε, και από την αξίωση να εισαχθεί στα διδακτικά βιβλία της Ιστορίας.

Επικαλούμαι, λοιπόν, τα εξής προς τους διδασκάλους της Ιστορίας ή και προς το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο:

1. Ο φιλόσοφος Πλήθων, στον 15ο αιώνα, είχε ζητήσει, πριν από την Αλωση, ο τελευταίος αυτοκράτωρ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, να ανακηρυχθεί Βασιλεύς των Ελλήνων, ώστε και να συμμορφωθεί προς την ιστορική τότε πραγματικότητα.

2. Ο πρώτος μετά την Αλωση Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, απευθυνόμενος στους μοναχούς της Πάτμου, τονίζει προς αυτούς ότι με την περίσωση των ευρισκομένων στη Μονή χειρογράφων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας συμβάλλουν στην επιβίωση του υπόδουλου Γένους.

3. Ο Ιανός Λάσκαρις και άλλοι Ελληνες λόγιοι στην Ιταλία, πολύ πριν από τον 19ο αιώνα, όχι μόνο διδάσκουν τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και με αμείωτο ζήλο επιδιώκουν να προκαλέσουν πολεμική επιχείρηση των Δυτικοευρωπαίων για την απελευθέρωση των συγχρόνων τους Ελλήνων.

4. Στον 17ο αιώνα, ο Ελληνας Επίσκοπος Βελιγραδίου έγραφε για τον σύγχρονό του φιλόσοφο Θεόφιλον Κορυδαλλέα ότι δεν υστερεί όχι μόνο των διάσημων τότε φιλοσόφων της Ιταλίας, αλλά και των ημετέρων φιλοσόφων της αρχαίας εποχής.

5. Ο μέγας ζωγράφος Θεοτοκόπουλος, στον 17ο αιώνα, ονομάζεται για τους Ευρωπαίους «Ελ Γκρέκο», ο Ελληνας με όσα ένδοξα υποβάλλει τότε η λέξη αυτή, ενώ και υπενθύμιζε την ύπαρξη του Γένους των Ελλήνων, μεγαλουργού άλλοτε και υπόδουλου τότε.

6. Αλλά και στον 18ο αιώνα, Ελληνες έμποροι και λόγιοι, που ζούσαν και δρούσαν στις ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα στη σημερινή Ρουμανία, διατηρούσαν ακμαίο το ελληνικό φρόνημά τους, μάλιστα ήκμαζαν τότε οι «Αδελφότητες» Ελλήνων στην Ιταλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

7. Ο Διονύσιος Σολωμός, στον Υμνον εις την Ελευθερίαν, γραμμένον πριν να υπάρξει ακόμη ελληνικό ανεξάρτητο κράτος, όχι λοιπόν ως φερέφωνο της εκπαιδευτικής πολιτικής του, αναφέρεται σε «περασμένα μεγαλεία» και χαρακτηρίζει «σαν πρώτα αντρειωμένη» την ελευθερία, δηλαδή εμπνέεται από την ιστορική διάρκεια του ελληνικού έθνους.

8. Ο φιλελληνισμός, το υπέροχο αυτό κίνημα των ηθικά αισθαντικών Ευρωπαίων και Αμερικανών, εξηγείται μόνο από την πεποίθησή των ότι ένα μεγαλουργό στους αρχαίους χρόνους έθνος έχει εξεγερθεί για την απόσειση της επί αιώνες δουλείας του.

9. Εκφραστικότατο είναι και ό,τι διακήρυξε ο ραδιοσταθμός της Μόσχας τον Νοέμβριο του 1940: Οι Ελληνες στην Πίνδο έγραψαν νέον Μαραθώνα. Και ο ρωσικός φιλελληνισμός υπάρχει έντονος ήδη από τον δέκατο όγδοο αιώνα.

10. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η συγκινητική αντοχή του ελληνικού φρονήματος συμπαγών ελληνικών πληθυσμών υπό εξουσία τουρκική επί αιώνες σε περιοχές των εσχατιών της Μικράς Ασίας και ιδιαίτερα του Πόντου, όπου η τοπική ελληνική γλώσσα διατήρησε χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής πολύ έκδηλα.

Η διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους, λοιπόν, είναι διάτορα μαρτυρημένη από την ιστορική πραγματικότητα και δεν είναι απλώς εφεύρημα του «ελληνικού ρομαντισμού του 19ου αιώνα», προς ιδεολογική στήριξη «εθνικών επεκτατισμών», όπως επιπόλαια γράφεται σε πρόσφατο δημοσίευμα. Στον 19ο αιώνα συζητήθηκε απλώς η «διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους» με αφορμή την αμφισβήτησή της από μη Ελληνες. Πριν δεν συζητούσαν γι’ αυτήν, καθώς δεν συζητεί κανείς για τα δεδομένα και αυτονόητα.

Οι πολέμιοι της ιστορικής αλήθειας για την αδιάκοπη επί αιώνες πολλούς ύπαρξη του ελληνικού έθνους δεν επιτρέπεται να συγχέουν τη λεγόμενη συχνά «προγονοπληξία» με τη νηφάλια επίγνωση από τους σημερινούς Ελληνες των αρχαιότατων εθνικών τίτλων τους, εμπνευστική μάλλον προς εθνική αξιοπρέπεια ή και υποκινητική σε προσπάθεια για ιστορική μεγαλουργία. Στους αρχαίους Ελληνες διάχυτη κατά Ηρόδοτον ήταν η πίστη ότι «απεκρίθη εκ παλαιτέρου του βαρβάρου έθνεος το ελληνικόν, εόν και δεξιώτερον και ηλιθίου ευηθείης απηλλαγμένον μάλλον». Η πίστη αυτή όμως δεν τους εμπόδισε να μεγαλουργήσουν.

Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος - Ακαδημαϊκός - πρώην υπουργός Παιδείας

Πηγή: ΑΚΤΙΝΕΣ

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Η ΤΡΙΑΔΑ ΨΗΛΑ ΣΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ (KARL BARTH) (2)

Στις πηγές της νεωτερικής θεολογίας (ΧXΧ)

Τώρα λοιπόν το δόγμα της αποκαλύψεως θα δεχθεί μια επεξεργασία συγκεντρωμένη αποφασιστικά στην Χριστολογία και γι’ αυτό ακριβώς Τριαδική. Ο Μπαρτ με σθένος και αποφασιστικότητα θέλει να αντιστρέψει την θεολογική μεθοδολογία που ίσχυσε στον νεοπροτεσταντισμό: Να μιλήσουμε για τον θεό, σημαίνει κάτι ουσιαστικώς διαφορετικό από το να μιλήσουμε για τον άνθρωπο σε πιο υψιπετείς τόνους. Ας θυμηθούμε πως στον Σλαϊερμάχερ η Τριάδα τοποθετείται στον Επίλογο, ενώ στον Μπαρτ στα προλεγόμενα της “Εκκλησιαστικής Δογματικής”.

Στα προλεγόμενα ο Μπαρτ αναρωτιέται γύρω από τον Λόγο του θεού σαν “κριτήριο” της Δογματικής. Ποιος είναι ο θεός στην αποκάλυψή του; Σ’ αυτή την ερώτηση ο Μπαρτ απαντά με το Τριαδολογικό δόγμα της αρχαίας Εκκλησίας. Το Τριαδικό δόγμα χαρακτηρίζει σαν “χριστιανικό” ένα δόγμα γύρω από τον θεό. Μόνο που ο Μπαρτ εννοεί το Τριαδικό δόγμα σαν σχόλιο στην πρόταση: «Ο θεός αποκαλύπτεται σαν ο Κύριος». Γι’ αυτό ο θεός αποκαλύπτει τον εαυτό του σε μας σαν Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα.

Η Εκκλησία αναγκάστηκε να πολεμήσει για να αναγνωριστεί το Τριαδικό δόγμα στην διάρκεια του 4ου αιώνος, όταν χρειάστηκε να υπερασπιστεί την θεότητα του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή με τον Ιησού Χριστό και με το Άγιο Πνεύμα έχουμε να κάνουμε πάντοτε μόνον με τον Θεό. Αυτό ακριβώς αρνούνται οι αντίπαλοι της Αγίας Τριάδος όλων των εποχών, και οι αρχαίοι και σύγχρονοι.

Ο Μπαρτ δεν είχε καμία πρόθεση να επινοήσει μια απαγωγή της Τριάδος από κάποιο a priori, αλλά να εκφράσει μόνον, με μια ειδική προοπτική, οτιδήποτε βεβαιώνει η αποκάλυψη, η οποία περιέχεται στην Βίβλο και στο δόγμα της αρχαίας Εκκλησίας. Ο θεός και η αποκάλυψή Του υπάρχουν μέσα στη Βίβλο. Αυτή όμως είναι η αποκεκαλυμμένη μαρτυρία ακριβώς επειδή είναι Μαρτυρία του Χριστού. Ο Χριστός είναι η πραγματικότης, δηλαδή η πραγματικότης του αποκεκαλυμμένου Λόγου σε μας, μια φορά για πάντα. Το γεγονός Ιησούς Χριστός.

Ο Μπαρτ γνωρίζει όμως ταυτόχρονα ότι η Βιβλική Μαρτυρία του θεού στην αποκάλυψή Του, δεν ταυτίζεται με το Τριαδικό δόγμα, παρότι αντιλαμβάνεται ανάμεσά τους μια αληθινή και βασική σχέση. «Ότι ο θεός είναι ένας και τρεις, ότι η ενότης και η τριαδικότης δεν υφίστανται μόνον στην αποκάλυψη αλλά και σ’ αυτόν τον ίδιο τον θεό και επομένως δεν πρέπει να μιλάμε για μια φανέρωση της Οικονομίας της Σωτηρίας αλλά για μια πραγματικότητα που ενυπάρχει στον θεό, όλο αυτό αποτελεί ένα δόγμα της Εκκλησίας και όχι ένα βιβλικό δόγμα δηλαδή δεν είναι κάτι που εκφράζεται ξεκάθαρα μέσα στην Βίβλο».

«Το Τριαδικό δόγμα είναι μια εξήγηση, ένα ιδιαίτερο σχόλιο, που έγινε δεκτό και κατανοητό από την Εκκλησία σαν την νόμιμη μαρτυρία της αποκαλύψεως».

Όλες οι θέσεις του Μπαρτ γύρω από την ενυπάρχουσα και μόνιμη Τριάδα, του φανερώνονται σαν αναγκαίες λογικές προϋποθέσεις της Οικονομικής Τριάδος. Δεν εκφράζουν παρά μία και μόνη Ιδέα: Στον θεό, η διαφορά, η ενότης, και ο τρόπος υπάρξεως, είναι τέτοιες ακριβώς όπως επιβάλλονται στην Βιβλική Μαρτυρία της αποκαλύψεως!

ΑΠΟΛΥΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΥΠΑΡΞΕΩΣ

Η Τριάδα δεν ονομάζει μόνο την ενότητα του Θεού, αλλά την καθορίζει, την ενδυναμώνει. Η ενότης του Θεού έχει στερεότητα ακριβώς λόγω της «τριπλής επαναλήψεως τού μοναδικού Θεού». Αυτή η αληθινή ripetitio aeternitatis in aeternitate κάνει τον Θεό, πού είναι τρία πρόσωπα, μια μοναδική προσωπικότητα.

Έτσι φτάνουμε, όπως λέει ο Μπάρτ, στο πιο δύσκολο σημείο της τριαδολογικής έρευνας: Τί σημαίνει ο όρος πρόσωπο ο οποίος χρησιμοποιείται συνήθως; Ή γενικώς, τί σημαίνει ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα διακριτοί ή διατεταγμένοι στον Θεό; Κάτω από πια έννοια μπορούμε να τους συγκεντρώσουμε; Τί είναι, εκτός του γεγονότος πώς καθένα από αυτά και όλα μαζί είναι ο μοναδικός αληθινός θεός; Ποια είναι η γενική αρχή πού διέπει το Είναι τους σαν Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα;

Πάντως όλες οι δυσκολίες που προέκυψαν από τον όρο πρόσωπο και από την έννοιά του, ομολογεί ο Μπαρτ, δεν δηλώνουν παρά τις δυσκολίες που εμπεριέχονται στην προβληματική. Παραμένει λοιπόν επικίνδυνο να συνεχίσουμε να μιλάμε για πρόσωπο στον Θεό χωρίς προσοχή και ενδοιασμούς.

Μετά τούς δογματικούς ορισμούς της αρχαίας εκκλησίας η έννοια του προσώπου πήρε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση. Ο Μπάρτ βεβαίως δεν υποπτεύθηκε πως αυτή η στροφή είχε σχέση ακριβώς με τον Χριστιανισμό και με την σταθερή επιρροή του στον Δυτικό πολιτισμό.

Το γεγονός πως το νόημα τού προσώπου συνέπεσε τελικώς με εκείνο του ΕΓΩ αντιτιθεμένου σε κάθε άλλο ΕΓΩ, σε μια ανεξάρτητη, ιδιαίτερη, διακεκριμένη ελευθερία, δεν μας επιτρέπει να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο αναφορικά με τον Χριστιανικό Θεό χωρίς να πέσουμε σε αντιφάσεις. Η Τριάδα κατά τον Μπάρτ δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελείται από τρία πρόσωπα σαν ΕΓΩ αυτοσυνείδητα και ελεύθερα, διότι θα πέσουμε αμέσως στον Τριθεϊσμό.

«Η Ρωμαιοκαθολική θεολογία μιλά ακόμη για πρόσωπο στην τριαδική θεολογία σαν να μην έχει υπάρξει στο μεταξύ η μοντέρνα έννοια της προσωπικότητος, λες και ο ορισμός του Βοήθιου είναι σύγχρονος και κατανοητός από όλους, σαν να είχε εξηγηθεί κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνος το νόημα αυτού του ορισμού τόσο καλά ώστε να μπορούμε να μιλάμε με κάποιο όφελος για τρία πρόσωπα στην Αγία Τριάδα».

Μιλώντας για πρόσωπα στον θεό σήμερα όλοι θα καταλάβαιναν ότι έχουμε να κάνουμε με τρία υποκείμενα, με τρία ΕΓΩ, κάτι που δεν συμφωνεί βεβαίως με την Βιβλική διδασκαλία περί Ενός Θεού και Κυρίου. Θα μπορούσαμε βεβαίως να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ο Πατήρ και ο Υιός που μας παρουσιάζει η Γραφή είναι πρόσωπα ή υποκείμενα με την κοινή έννοια της εκφράσεως. Επειδή όμως υπάρχει αυτό το Vinculum Caritatis (ο δεσμός της αγάπης) ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό, το «Άγιο Πνεύμα» δεν θα μπορούσε με τίποτε να κατανοηθεί σαν τρίτο “πρόσωπο” με την μοντέρνα σημασία του όρου. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο, κατά τον Μπαρτ, πως το Άγιο Πνεύμα δεν είναι ένα τρίτο πνευματικό υποκείμενο, ένα τρίτο ΕΓΩ, ένας τρίτος Κύριος δίπλα στους άλλους δύο Κυρίους, αλλά ένας τρίτος τρόπος υπάρξεως του μοναδικού θείου υποκειμένου, του μοναδικού Κυρίου.

Ο Μπαρτ ξεκαθαρίζει πολύ γρήγορα όπως θα δούμε πως το πρόσωπο στην Αγία Τριάδα σημαίνει «τρόπος υπάρξεως». Δεν μπορούμε όμως, σ’ αυτό το σημείο να μην αναρωτηθούμε πως και ένας τόσο οργανωμένος και λεπτός θεολόγος σαν τον Μπαρτ, αρνείται με τόση βεβαιότητα στους τρεις της Αγίας Τριάδος να είναι ΕΓΩ που κοινωνούν στην περιχώρηση μιας μοναδικής θεϊκής Ουσίας. Μήπως δεν είναι το ΕΓΩ η κορυφαία Δημιουργία του θεού, στο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του ανθρώπου; Δεν είναι επομένως το μόνο αξιοπρεπές για να αποδοθεί στα Τριαδικά πρόσωπα. Και εάν δεν μπορούμε να ονομασθούμε ΕΓΩ , τότε ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι κάτι λιγότερο ή κάτι περισσότερο από τρία ΕΓΩ! Και εάν επρόκειτο για ΕΓΩ μ’ έναν απολύτως ασύγκριτο τρόπο, τέτοιο ώστε να τους επιτρέπει να οικοδομήσουν μαζί, εντελώς παράδοξα, ένα μοναδικό Θεό και Κύριο; Γιατί να αρνηθούμε a priori αυτό το θεϊκό σκάνδαλο και να μην το αντιμετωπίσουμε με μεγαλύτερη προσοχή; Ή μήπως είναι από πίσω η “Ιδεαλιστική” ανησυχία να δούμε τον θεό σαν ένα μοναδικό «πρόσωπο», ένα μοναδικό «υποκείμενο» ή «ΕΓΩ», η οποία εμποδίζει τον Μπαρτ να ομολογήσει τα τρία πρόσωπα σαν τρία θεϊκά «ΕΓΩ»;

Όπως και να ‘χει πάντως, ο Μπάρτ ισχυρίζεται πως πρέπει να αποφύγουμε την μοντέρνα έννοια του «ΕΓΩ» και να χρησιμοποιήσουμε τον όρο ΠΡΟΣΩΠΟ με την σημασία του «τρόπου υπάρξεως» (Seinseweise) εάν επιθυμούμε να αναγγείλουμε τον θεό σαν τον Κύριο που αυτοαπεκαλύφθη και προσεφέρθη στον Ιησού Χριστό!

Και ο Λούθηρος και ο Καλβίνος, αναγνωρίζει ο Μπάρτ, συνέχισαν όσον αφορά την Τριαδικότητα την κληρονομιά της αρχαίας εκκλησίας. Από την μεριά του οικειοποιείται επίσης και την θέση, Θωμιστική και νεοσχολαστική στην συνέχεια, του προσώπου σάν σχέση. Τοιουτοτρόπως μπορεί να μιλήσει για τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο πνεύμα σάν τρείς «τρόπους υπάρξεως» του μοναδικού θεού, στην ιδιαιτερότητά τους και στην αμοιβαιότητα των σχέσεών τους. (Κ.ΒARTH, DieKirchliche, Ι/1,6, σ.386).

Για ένα πράγμα είναι σίγουρος ο Μπάρτ: πως η αρχαία έννοια τού προσώπου σήμερα είναι νεκρή. Γι’ αυτό, ενώ η αρχαία δογματική και η δογματική των καθολικών ομιλούν για τα τρία πρόσωπα μ’ έναν τρόπο νοηματικώς αδιάφορο, ο Μπάρτ βεβαιώνει: «ο θεός πού αποκαλύπτεται σύμφωνα με τις Γραφές είναι ένας σε τρείς διακεκριμένους τρόπους υπάρξεως, οι οποίοι αποτελούνται από αμοιβαίες σχέσεις. Μ΄ αυτόν τον τρόπο ο αποκεκαλυμμένος Θεός είναι ο Κύριος, δηλαδή το θείο «ΕΣΥ» που συναντά το ανθρώπινο «ΕΓΩ», το άτρεπτο υποκείμενο το οποίο απευθύνεται προς τον άνθρωπο για να δεθεί και να αποκαλυφθεί σ’ αυτόν ακριβώς σαν ο Θεός του».

Μ’ αυτή την έννοια δεν υπάρχει κανένας λόγος να εγκαταλείψουμε την έννοια του προσώπου. Παρότι δεν μπορούμε πλέον να την χρησιμοποιήσουμε παρά μόνον δίνοντάς της την σημασία μιας συντμήσεως πρακτικώς χρήσιμης και σχετικής με την ιστορική συνέχεια τού προβλήματος.

Κατά βάθος λοιπόν ο Μπάρτ δεν σκέφθηκε να επινοήσει μια καινούρια, επαναστατική έννοια, αλλά θέλησε να βάλει στο κέντρο της θεολογίας του μια «εφεδρική έννοια» στην οποία γινόταν ήδη αναφορά κάθε φορά πού εχρησιμοποιείτο ο όρος πρόσωπο!

Η πρόταση «ο θεός είναι ένας σε τρείς τρόπους υπάρξεως» δεν σημαίνει παρά τούτο: ο μοναδικός θεός, δηλαδή ο Κύριος, ο προσωπικός θεός, είναι αυτό που είναι όχι μόνο μ’ έναν «τρόπο», αλλά σύμφωνα με την ανάλυση του Μπάρτ της βιβλικής έννοιας της αποκαλύψεως, με τρείς «τρόπους υπάρξεως», του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Μοναχή Χερουβειμία - Την σκότωσαν επειδή δεν δέχθηκε να προδώσει την Ορθόδοξη πίστη της


Στο κοιμητήριο της Ι. Μ Πέτρου Βόντα αναπαύεται η μοναχή Χερουβείμiα -κατά κόσμον Σβετλάνα Μιχαέλα Τανάσα. Η αδελφή Χερουβειμία σπούδασε αρχαία Ελληνικά και Λατινικά στα Πανεπιστήμιο Ιασίου Ρουμανίας και έλαβε μια υποτροφία από το ίδρυμα Σόρος, για ένα μάστερ στο CEU (Central European University) της Βουδαπέστης. Η εργασία που της ανέθεσαν ήταν να ερευνήσει ένα χειρόγραφο της Ερμηνείας στη Γένεση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και εκεί απέδειξε ότι το κείμενο που είχαν τυπώσει οι Ιησουίτες και έπειτα εισήγαγε ο J. P. Migne στην Ελληνική Πατρολογία, είχε πολλές παρεμβάσεις και αλλοιώσεις σε σχέση με το ερευνόμενο χρυσοστομικό κείμενο.

Το συμπέρασμά της ήταν ότι μια κριτική έκδοση της Ερμηνείας της Γένεσης θα αποδείκνυε τις αυθαίρετες προσθήκες των Ιησουιτών.

Οι καθηγητές εκτίμησαν τη δουλειά της και της πρότειναν να κάνει και διδακτορικό.
Η διδακτορική της διατριβή θα είχε ως κεντρικό άξονα την ερμηνεία της Γενέσεως. Έπρεπε να αποδείξει ότι οι Άγιοι Πατέρες στην ερμηνεία της Γενέσεως στηρίχθηκαν στον Ωριγένη. Η Σβετλάνα άρχισε να μελετά χωρίς να έχει καταλάβει αρχικά τι σκοπό είχαν. Όσο όμως διάβαζε τους Αγίους Πατέρες, καταλάβαινε τι βλασφημία της ζητούσαν να αποδείξει. Μου είχε αφήσει η ίδια και τα έχω εδώ, την ερμηνεία του Αγίου Αυγουστίνου (στα Λατινικά), του Ωριγένη (στα Ελληνικά) του Θεοδωρήτου (στα Ελληνικά), του Αγίου Εφραίμ του Σύρου (στα Αγγλικά), ακόμα και ένα σχόλιο του Φίλωνος του Αλεξανδρινού (στα Ελληνικά). Έργα τα οποία είχε διαβάσει στο πρωτότυπο στη Βουδαπέστη. Όσο διάβαζε τόσο καταλάβαινε ότι οι Άγιοι Πατέρες όχι μόνο δεν ακολούθησαν τις θέσεις του Ωριγένη, αλλά ένας από τους λόγους που τα έγραψαν ήταν για να καταπολεμήσουν τις αιρετικές θέσεις του Ωριγένη.

Κάποια στιγμή παίρνοντας πληροφορίες για τους καθηγητές της έμαθε ότι οι πιο πολλοί από αυτούς ήταν Εβραίοι, ενώ σιγά-σιγά διαπίστωσε το πόσο περιφρονούσαν την Ορθοδοξία.

Όταν ανακοίνωσε το πόρισμα της έρευνας της είπαν: "Όχι, διάβασέ το άλλη μία φορά, δεν είναι έτσι, ξανασκέψου το. Εμείς σε πληρώνουμε για να αποδείξεις κάτι και εσύ πρέπει να το κάνεις". Ακολούθησαν πολλές αντεγκλήσεις και επιχειρηματολογίες.


Μετά από κάποιο διάστημα γύρισε στην πατρίδα της τη Ρουμανία για να πάρει κάποια πράγματα. Επειδή δεν αισθανόνταν καλά επισκέφθηκε έναν γιατρό για εξετάσεις. Εκεί διαπίστωσε ότι είχε καρκίνο του δέρματος με γρήγορη εξάπλωση, στην αριστερή ωμοπλάτη. Την είχαν ακτινοβολήσει. (σημ. π. Γεωρ. Είχαν τοποθετήσει δηλαδή έναν μηχανισμό που εκπέμπει δέσμη ακτινοβολίας σε κάποιο μέρος που σύχναζε και περνούσε πολλές ώρες. π.χ το γραφείο της και η ακτινοβολία έπεφτε πάνω της, στην προκειμένη περίπτωση στην αριστερή ωμοπλάτη. Μ' αυτόν τον τρόπο και οι κομμουνιστές του Τσαουσέσκου είχαν «φάει» πολλούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τσαουσέσκου είχε πάντα μαζί του ανιχνευτή ακτινοβολίας).

Ο γιατρός της είπε ότι έχει λίγους μήνες ζωής. Γύρισε στη Βουδαπέστη να πάρει τα πράγματά της. "Μη φεύγεις έχουμε λύσεις για την αρρώστια σου. Άκου μας και θα γλυτώσεις". Πήρε όσα πράγματα μπορούσε (τα πιο πολλά βιβλία της έμειναν εκεί) και γύρισε στη χώρα της στον πατέρα Ιουστίνο Πίρβου (σημ. π. Γεωρ. ηγούμενος της μονής Πέτρου Βόντα και μέγας ομολογητή της πίστεώς μας) και του τα διηγήθηκε όλα. Αυτός της είπε να μείνει στο μοναστήρι. Αυτό έγινε τον Αύγουστο του 1997.

Πέρασε ενάμιση χρόνο γεμάτο πόνους. Γρήγορα έκανε μετασταση. Έλιωνε μέρα με τη μέρα. Δέχτηκε να ρασοφορεθεί και λίγο πριν πεθάνει έγινε μοναχή. Δεν ήθελε να πάρει μορφίνη, θέλοντας με τον πόνο να σβήσει τις αμαρτίες της.

Τα ουρλιαχτά πόνου προαγγέλουν ακόμη και σήμερα σε όσους την άκουσαν τα βάσανα της κολάσεως. Ο Θεός εισάκουσε την τελευταία της επιθυμία να μην πεθάνει πριν την πανήγυρη της μονής (Σύναξις των Αγίων Αρχαγγέλων). Μετά την αγρυπνία την νύχτα της 7ης προς 8η Νοεμβρίου 1998 στις 03.00 η Αγία μάρτυς Χερουβειμία εκοιμήθη, έτοιμη να ομολογήσει μπρος στον Τριαδικό Θεό των αγώνα των Ορθοδόξων ενάντια στον άρχοντα του αιώνα τούτου.

Η αδελφή Χερουβειμία μας διηγούνταν ότι είχαν φύγει από το CEU για τον ίδιο λόγο, καρκίνο του δέρματος, ένας φοιτητής από τη Βουλγαρία, ένας από τη Γεωργία και ένας από τις Η.Π.Α. Λυπάμαι που δε μπορώ να πω τα ονόματά τους, ίσως κάποιος κάποτε τα μάθει. Η ορθοδοξία είναι ζωντανή και καρποφορεί εν αληθεία, ενώ ο σπόρος της πίστεως είναι το αίμα των μαρτύρων.

Πηγή: Τρελογιάννης

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

IV) Martin Heidegger und die Weltgeschichte des Nichts

Του Gotthard Günther

από την συλλογή: Guzzolini (εκδότης): 'Nachdenken über Heidegger', Hildesheim, 1980

Ο Martin Heidegger και η παγκόσμια ιστορία του τίποτα

Μέρος 4ο

Το ότι το κένωμα έχει το δικό του φως (που ισοδυναμεί με πληρωματικό σκοτάδι), επισημαίνεται στην παράδοση με επιφύλαξη. Αλλά σπάνια δηλώνεται τόσο ξεκάθαρα, όσο στον προφήτη Αμώς (ε,18), για το τι ρόλο παίζει ο Θεός στην κένωση: “18 Οὐαὶ οἱ ἐπιθυμοῦντες τὴν ἡμέραν Κυρίου· ἱνατί αύτη ὑμῖν ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου; καὶ αὐτή ἐστι σκότος καὶ οὐ φῶς”. Προς την ίδια κατεύθυνση στοχεύουν και οι αντιλήψεις από την εποχή του Ωριγένη, του Γρηγορίου Νύσσης, αλλά και αργότερα, που υπονοούν πως ο Θεός δεν συμπεριφέρθηκε με ειλικρίνεια απέναντι στον διάβολο (pia fraus). Σε ποια έκταση ήταν διαδεδομένο το συνειδητό ψέμα και η απάτη, ως θεάρεστο έργο μέσα στην ιστορία του χριστιανικού δόγματος, μπορεί να διαβαστεί στην ιστορία των δογμάτων του Adolf von Harnack (Dogmengeschichte II). Στα ίδια πλαίσια ανήκει και το χωρίο από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, (η, 44): “44 ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν. ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ' ἀρχῆς καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν, ὅτι οὐκ ἔστιν ἀλήθεια ἐν αὐτῷ· ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ”.

Αν διαβάζει κάποιος θρησκευτικά κείμενα χωρίς προκατάληψη, με τα μάτια του λογικού (αυτού που ασχολείται με την λογική), ο οποίος ενδιαφέρεται για τις ιδιότητες της δομής, αναπόφευκτα σχηματίζει την εντύπωση πως δύο αντιλήψεις περί Θεού ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Τις ονομάζουμε εδώ ως εξής: ο μονοσθενής και ο αμφισθενής Θεός. Ο μονοσθενής Θεός είναι ο deus absconditus, ο Θεός του μυστικισμού, ο Θεός, που περιβάλλεται το άχρονο, τα βάθη του οποίου δεν αποκαλύφθηκαν ποτέ και απέναντι στον Οποίο, για τον λόγο αυτό, εξαφανίζεται κάθε δυνατότητα έκφρασης. Και είναι ο Θεός του ριζοσπαστικού μονοθεϊσμού, ο Οποίος δεν ανέχεται δίπλα του άλλους θεούς. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ίδια η αιωνιότητα, και για τον λόγο αυτό, από την έννοια του Θεού αποκλείεται εντελώς κάθε σχέση προς το χρονικό. Είναι φανερό πως οι ιστορικές θρησκείες, όπου και να αναπτύχθηκαν, δεν μπόρεσαν να βγάλουν άκρη με μια τέτοια αντίληψη περί Θεού. Και μόλις γίνεται λόγος για την παρουσία του Θεού στον κόσμο και στον χρόνο, απωθείται η μονοσθενής έννοια του Θεού από μια αμφισθενή, σε ένα άρρητο μυστικιστικό υπόβαθρο, απ' όπου όμως εξασκεί μια αδιευκρίνιστη επιρροή. Ο αμφισθενής Θεός είναι ο Θεός που μπορεί να αντικατασταθεί. Έχει και ταυτότητα στον αντίθετο πόλο. Είναι ο άγιος Θεός, όμως το άγιο, όπως γνωρίζουμε από την σημασία της λέξης sacer, είναι τόσο το καταραμένο και παραπεταμένο, όσο και το μακάριο και φωτισμένο. Ο Θεός της αγάπης, της ευσπλαχνίας και του ελέους όλων των τρεπτών, είναι ταυτόχρονα θεός του ψεύδους, της οργής, της εκδίκησης, ο οποίος τιμωρεί μέχρι τρίτης και τετάρτης γενεάς όσους παρανομούν ενώπιον του, και που ως Šiva καταστρέφει τον κόσμο με τον σαδιστικό χορό του. Οι ανώτερες θρησκείες προσπάθησαν βέβαια με το δόγμα περί της μονάδας στην τριάδα (που ιστορικά αποκρυσταλλώθηκε ως εξής: στην Κίνα με το συμπαντικό σύστημα του Ju Tao Fo (de Groot), στην Ινδία με την διδασκαλία του Trimurti, και στον Χριστιανισμό ως δόγμα περί Αγίας Τριάδος, που προκάλεσε ατέλειωτες θρησκευτικές συγκρούσεις), να δημιουργήσουν μια εννοιολογική συνένωση της ιδέας της μονοσθένειας με την ιδέα της αμφισθένειας, πράγμα που έγινε με ένα μυστικιστικό τρόπο έκφρασης.

Κάτω από τις πιο πάνω αναφερθείσες συνθήκες είναι ενδιαφέρον να διαπιστωθεί, πως στο τέλος της ανάπτυξης της κλασσικής λογικής βρίσκεται η ανακάλυψη του Peirce: η τριαδική λογική. Αυτό που πρόσφερε ο Peirce έμεινε μέχρι τώρα ακατανόητο. Στα παραλειπόμενα των σημειώσεων του περί λογικής διαβάζουμε: “η τριαδική λογική είναι γενικά αληθής”. (Transactions of the Charles S. Peirce Society, Vol. 11, 2, p. 80-81, 1966). Η κλασσική λογική βέβαια, σύμφωνα με τον Peirce, είναι μέσα στον χώρο που της αναλογεί, αληθής και ορθή, όμως ο χώρος αυτός έχει όρια και δεν είναι γενικός. Η γενικότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί στην παράδοση της κλασσικής λογικής, γιατί εντός της μένει αόριστος ο χαρακτήρας της πρότασης του αποκλεισμένου τρίτου. Το τρίτο μπορεί είτε να υποδεικνύει εκείνη την υποκειμενική κατάσταση της αβεβαιότητας, σύμφωνα με την οποία, η γήινη μας σκέψη δεν μπορεί να φτάσει στις τελικές κατηγορίες της πραγματικότητας. Αυτή η αντίληψη οδηγεί σε μια λογική πιθανοτήτων (Wahrscheinlichkeitslogik), στην οποία ο προσδιορισμός (επίτευξη) τελικών οριακών τιμών της ολοκληρωτικής θετικότητας και της ολοκληρωτικής αρνητικότητας, γίνεται μόνο σταδιακά. Στην περίπτωση αυτή εγκαθίσταται μια σχετική διαμεσολαβούσα τιμή μεταξύ των υπερβατικών στόχων της τελικής θετικότητας ή αρνητικότητας. Από την άλλη το “τρίτο” μπορεί να ερμηνευθεί με μια εντελώς διαφορετική έννοια. Ο Peirce γράφει: “Potentiality is a positive capacity to be Yea and to be Nay; not ignorance but a state of being”. Αυτό επιτέλους πρέπει να γίνει κατανοητό. Το αποκλεισμένο τρίτο δεν είναι μόνο ένδειξη μιας υποκειμενικής αδυναμίας της πεπερασμένης μας συνείδησης, η οποία περιορίζεται στις δυνατότητες. Το τρίτο υποδεικνύει μια “υπερβατική” κατάσταση, που βρίσκεται πέρα από τα όρια της γήινης συνείδησης μας, και όπου η κλασσική λογική βρίσκει επιτέλους την πλήρωση της.

Μόνο στη συνείδηση (που έχει ο άνθρωπος για Αυτόν) για τον Τριαδικό Θεό αντικατοπτρίζεται το απόλυτα πραγματικό. Με αυτό εννοείται επίσης, πως κανένα σύστημα σκέψης, ούτε το υπερανθρώπινο, μπορεί να αναπτύξει μια θεωρία της λογικής, που να υπερβαίνει την αρχή των τριάδων (δηλ της τριαδικότητας). Όπου εμφανίζονται “λογικές” δομές με 4, 5 ή και περισσότερες αξίες, πρόκειται για αριθμητικές συναρτήσεις, που δεν έχουν καμιά οντολογική αναφορά. Κάθε στιγμή μπορούν να αναχθούν, σύμφωνα με τον Peirce, στην τριαδικότητα.

Ας ακούσουμε τι έχει να πει για το θέμα ο Heidegger. Στο δοκίμιο "Grundsätze des Denkens" (Jahrbuch für Psychologie und Psychotherapie, VI, 1958/9, p33-41) επιβεβαιώνει στην πρώτη παράγραφο, πως τα θεμελιώδη στοιχεία της παραδοσιακής μας σκέψης, αναπαρίστανται με τις προτάσεις της ταυτότητας, της αντίθεσης και του αποκλεισμένου τρίτου. Στην δεύτερη παράγραφο συνεχίζει: “Οι τύποι των νόμων της σκέψης συμπλέκονται με ένα περίεργο τρόπο. Έγιναν και προσπάθειες να αποδειχθεί πως οι προτάσεις προκύπτουν η μια από την άλλη. Αυτό έγινε με διάφορους τρόπους. Η πρόταση της αντίθεσης, Α δεν είναι ίσο (ίδιο) με το Α, γίνεται αντιληπτή ως η αρνητική μορφή της θετικής πρότασης, της ταυτότητας, Α=A. Αλλά και αντίστροφα: η πρόταση ταυτότητας ισχύει, εφόσον σχετίζεται με μια κρυμμένη αντίθεση, ως μια ακόμα μη ανεπτυγμένη μορφή της πρότασης αντιθέσεως. Η πρόταση του αποκλεισμένου τρίτου (tertium non datur, tnd) προκύπτει είτε ως άμεση συνέπεια των δυο πρώτων, είτε κατανοείται ως ενδιάμεσο μέλος τους”.

Είναι αξιοσημείωτο πως ο Heidegger αποδίδει στο tnd μια πιθανή διπλή θέση. Η τρίτη τιμή μπορεί να κατανοηθεί είτε ως “ενδιάμεσο μέλος” μεταξύ θετικότητας και άρνησης, είτε ως έκφραση μιας νομοτέλειας, που τις ακολουθεί.

Στην πρώτη περίπτωση οδηγούμαστε στην ερμηνεία του φαινομένου της πολυαξιακότητας, η οποία είχε για πρώτη φορά διαδοθεί από την πολωνική σχολή (Łukasiewics) από την δεκαετία του 1920.

Ο Heidegger όμως υποδεικνύει πως στο tnd μπορεί να αποδοθεί και μια άλλη ιδιότητα (θέση). Εμφανίζεται ως “συνέπεια” του λογικού κατασκευάσματος, το οποίο εκτείνεται μεταξύ της θετικής και της κλασσικής-αρνητικής οριακής τιμής. Ο Heidegger κάνει δυστυχώς μια πολύ επιφανειακή διάκριση μεταξύ του tnd ως ενδιάμεσης τιμής της κλασσικής σκέψης και ως τιμής-συνέπειας, και δεν προχωρά την ανάλυση. Δεν μπορεί να απαλλαγεί κανείς από την εντύπωση, πως ο Heidegger, είτε δεν είχε συνείδηση των τεράστιων συνεπειών της παρατήρησης του, είτε φοβήθηκε από τις συνέπειες και αποτραβήχτηκε. Γιατί αυτές οδηγούν κατευθείαν σε μια διάσταση, όπου σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να ψάξει για προβλήματα της σκέψης.

Αν το tnd ερμηνευθεί ως υπόδειξη μιας τρίτης τιμής, που βρίσκεται πέρα από τον χώρο της κλασσικής σκέψης, βρισκόμαστε τότε κατευθείαν ενώπιον του προβλήματος του αριθμού, και το ερώτημα, πως σχετίζεται το μέτρημα με την σκέψη, δεν μπορεί πια να παραμερισθεί. {Η θεμελιώδης βάση όλης της λογικής είναι ο λογισμός των προτάσεων (propositional calculus, Aussagenkalkül). Και η κλασσική λογική που προέρχεται από τον Αριστοτέλη, βασίζεται σε ένα συμμετρικό τελεστή άρνησης και 8 ιεραρχικές αξίες τεσσάρων θέσεων. Προστίθενται σ' αυτά άλλες 2 ιεραρχικές αξίες για τις μεταβλητές p και q. Αν συμπεριληφθεί στις τιμές αυτές και η αντίστοιχη άρνηση κάθε ακολουθίας, προκύπτουν άλλες 8 σειρές τιμών με 4 θέσεις. Μαζί με τις πρώτες 8 σειρές θέσεων, μας κάνουν 16.}

Αν εισαχθεί όμως μια τρίτη τιμή πέρα από, και ως συνέπεια της ολοκληρωτικής-εναλλακτικής στην απόλυτη θετικότητα και κλασσική-απόλυτη αρνητικότητα (στα πλαίσια των οποίων κινούνται οι πιθανότητες και οι δυνατότητες) ανεβαίνει ο αριθμός εκείνων των σειρών αξιών, που αντιστοιχούν στις 16 σταθερές του Frege, στον αριθμό 7.625.597.484.987. Δηλαδή από (2^(2)^2) της κλασσικής λογικής, σε (3^(3)^3), για το επόμενο σύστημα. Πρέπει να έχει πολύ λίγη λογική φαντασία εκείνος που δεν αντιλαμβάνεται κατευθείαν, πως με την μετάβαση από το σύστημα δευτέρου βαθμού στο σύστημα τρίτου βαθμού, συνέβη μια μετάβασις εις άλλο γένος. Μια εντύπωση που επιβεβαιώνεται όταν συνειδητοποιήσει κανείς πως το χάσμα που χωρίζει το σύστημα τρίτου βαθμού από το σύστημα τέταρτου βαθμού, είναι ακόμα πιο αφάνταστα μεγαλύτερο. Και πως με λίγα βήματα-βαθμού, μπαίνει κανείς σε χώρους αριθμών, που έχουν περισσότερα από 100 ψηφία.

Ρωτάμε: Τι συμβαίνει; για το ότι οι αριθμοί που αποτελούνται από εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια ψηφία, δεν μπορούν να επεξεργασθούν με τις κλασσικές αριθμητικές μεθόδους, δεν αξίζει να πούμε περισσότερα. Φτάσαμε σε ένα σημείο, όπου τίθεται το ερώτημα για την σχέση αριθμού και έννοιας με ένα εντελώς νέο τρόπο.

Για να αποκαλύψουμε την ερώτηση αυτή, με την μορφή μιας πρότασης που μπορεί να απαντηθεί, πρέπει να επιστρέψουμε στην θεωρία των δυαδικών αριθμών του Leibniz. Όπως είναι γνωστό, το δυαδικό σύστημα χρησιμοποιεί μόνο δυο αριθμητικά σημεία(σύμβολα): το μηδέν (0) και το ένα (1). Είναι επομένως αναμενόμενο να ταυτιστεί το μηδέν με την άρνηση και το ένα με την θετική τιμή. Με το τρόπο που χρησιμοποίησε ο Leibniz την διαφοροποίηση αυτή, το μηδέν έχει την λειτουργία μιας άδειας θέσης, όπου το ένα μπορεί να επαναληφθεί επ' αόριστον. Για να επιτραπεί στο ένα η αόριστη επανάληψη, επιτρέπεται και για τις άδειες θέσεις η αόριστη επανάληψη. Αν εξισωθεί όμως η σημασία των αριθμών, οι οποίοι σημαίνουν τον βαθμό ενός συστήματος, με ένα λογικό σύστημα, τότε προκύπτει αναγκαίως το συμπέρασμα, πως για μια φιλοσοφία που χρησιμοποιεί μια λογική δευτέρου βαθμού (κλασσική), μόνο ένα αριθμητικό σύστημα που μπορεί να μετρήσει μέχρι το 2, είναι χρήσιμο. Με αυτή την έννοια είναι η υποτίμηση της αριθμητικής σκέψης, την οποία (υποτίμηση) αναδεικνύει ο Heidegger, φιλοσοφικά θεμελιωμένη και δικαιολογημένη.

Η έκταση του δυαδικού συστήματος σε δύο αριθμούς, που ο Leibniz ξεκίνησε, είναι κάτι λίγο περισσότερο από την συνεπή λειτουργία ενός μηχανισμού χωρίς μεταφυσικό υπόβαθρο. Ο επόμενος πίνακας παριστάνει την μέθοδο του Leibniz και περιλαμβάνει ταυτόχρονα μια κριτική.

Σελίδα 15 του κειμένου: Martin Heidegger und die Weltgeschichte des Nichts

Στο πάνω μισό του πίνακα έχουμε το δυαδικό σύστημα όπως το κατασκευάζει ο Leibniz, σε κάθετες κολώνες. Στην κατώτερη σειρά είναι τα αντίστοιχα ψηφία του παραδοσιακού δεκαδικού συστήματος. Στον ενδιάμεσο χώρο γράψαμε τρεις σειρές αριθμών με την μορφή αρίθμησης του δεκαδικού συστήματος. Η πρώτη ξεκινά με το ένα και φτάνει μέχρι το σημείο όπου ξεκινούν οι αριθμοί που γράφονται με 4 ψηφία (0001). Η δεύτερη ξεκινά από εκεί, και η τρίτη από τον πρώτο αριθμό που γράφεται με 5 ψηφία. Στην πρώτη οριζόντια σειρά, οι αριθμοί 2 και 3 είναι υπογραμμισμένοι. Οι αριθμοί που αντιστοιχούν στις θέσεις με 4 ψηφία είναι όλοι υπογραμμισμένοι. Αν παρατηρήσει κανείς τις δυαδικές μορφές που βρίσκονται από πάνω τους (από 0001 μέχρι 1111), θα διαπιστώσει πως οι τελευταίες αποτελούν μια ακριβή απεικόνιση των 8 θετικών σταθερών του Frege (Frege-Konstanten), καθώς και των 8 αρνήσεων τους. Εδώ δεν πρόκειται περί απεικόνισης τιμών, αλλά περί μιας ομάδας δομών που δεν μεταβάλλονται με την άρνηση (negationsinvariant), και πάνω στις οποίες απεικονίζονται οι κλασσικές τιμές.

Με τέτοιες δομές είναι δυνατές μόνο οι μαθηματικές πράξεις, οι οποίες έχουν επιδειχθεί εδώ και πολύ καιρό. Συμπερασματικά και με μια διαφοροποιημένη έννοια, μπορεί να πει κανείς πως εντός ενός δυαδικού συστήματος, μπορούν να γίνονται πράξεις με οκτώ αριθμούς. Στο σύστημα του Heidegger, με τον ριζικό διαχωρισμό της έννοιας από τον αριθμό, η κλασσική μεταφυσική με την απλή αντιπαράθεση του Είναι και του Τίποτα υπονοεί μόνο τις δυο θεμελιώδεις έννοιες αριθμών, που αυτά τα υπερβατικά στοιχεία σημαίνουν.

Μετάφραση: Πέτρος

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010

ΒΗΜΟΘΥΡΟ (4)

ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑ – ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΊΝΟΣ;

Η θρησκειολογία θα αλλάξει την παιδεία μας, αντικαθιστώντας την θεολογία. Θα δώσει μιά παγκοσμιοποιημένη αίσθηση στίς γνώσεις μας, θα μας απαλλάξει από τον επαρχιωτισμό μας. Οι πρωτόγονες θρησκείες όπως λίγο παληότερα οι πρωτόγονες φυλές βρίσκονται στην αιχμή της εξελίξεως και η μελέτη τους θα μας οδηγήσει μακρυά από τούς βάλτους της πίστεως στούς οποίους μάς καθήλωσε ο Χριστιανισμός.

Τα σημαντικά σημεία τού κειμένου που σχολιάζουμε, ξεκινούν με μιά προειδοποίηση: «Να γνωρίσεις μιά ξένη θρησκεία δέν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με κόπο, υπομονή και αγάπη. Ο σκοπός ανταμοίβει, γιατί όταν πετύχει γεννιέται μιά εσωτερική σχέση».

Συνεχίζουν με μιά δήλωση: «Αλλιώτικα από τις θρησκευτικές έννοιες το πράγμα θρησκεία δέν ζεί μόνο στο κεφάλι των ερευνητών. Υπάρχει έξω και εκεί περνάει μπροστά από τα μάτια τους».

«Η αντίδραση στό πράγμα θρησκεία εξαρτάται από την πίστη του καθενός. Υπάρχουν πιστοί χριστιανοί, πιστοί άθεοι και πιστοί της επιστήμης. Οι περισσότεροι εξ' αιτίας της πίστης τους δέν αντέχουν το πράγμα θρησκεία. Οι ορθολογιστές δέν αντέχουν να βλέπουν πως παρ' όλο τον διαφωτισμό, άνθρωποι συνεχίζουν να ελπίζουν σε κάτι "αναποτελεσματικό". Κομμουνιστές ηγέτες (οι άθεοι) καλούνται να ανακαλύψουν πώς το πράγμα θρησκεία αναζωπυρώνεται στίς μάζες, μόλις η εξουσία χαλαρώσει το ασφυκτικό σφίξιμο. Οι χριστιανοί πληγώθηκαν όταν στή δεκαετία του ’60 οι αποικίες της Ευρώπης αυτονομήθηκαν και ως πρώτο μέτρο (ελευθερίας) έδιωξαν από τη χώρα τους τούς λευκούς ιεραποστόλους».

«Δεν υπάρχει ένας ορισμός της θρησκείας. Όπως οι θεολόγοι, οι βιολόγοι ή οι ψυχολόγοι δέν μπορούν να ορίσουν τί είναι ο θεός, η ζωή ή η ψυχή, έτσι και οι θρησκειολόγοι δεν μπορούν να ορίσουν την θρησκεία».

«Το ουσιώδες ενώνει τίς θρησκείες, το επουσιώδες τις χωρίζει. Αυτό πού τίς χωρίζει συνιστά τήν ιδιαιτερότητα τής καθεμιάς».

«Οι ζωντανές θρησκείες μεταβάλλονται αδιάκοπα. Η μεταβολή αποτελεί τη ζωτική δύναμη τών θρησκειών. Η ιστορία των θρησκευμάτων κατέγραψε κατ`αρχάς τους διαφόρους "-ισμούς". Κανονιστικά μοντέλα θρησκειών. Από αυτά τα μοντέλα αναπτύχθηκε μιά προτίμηση γιά το υποτιθέμενο αμετάβλητο (η γνωστή μεταφυσική), γιά το ορθόδοξο, το οποίο έχει την υποστήριξη των περισσοτέρων. Ο υποστηρικτές του ορθοδόξου δέν έχουν σε ιδιαίτερη εκτίμηση το ανορθόδοξο, τίς περιθωριακές ομάδες, ούτε την θρησκευτική πρωτοπορία (τύπου ΜΟΟΝ), ούτε την λαϊκή θρησκευτικότητα.

Βλέπουν με περιφρόνηση τίς επονομαζόμενες νέες θρησκείες και θρησκευτικές κινήσεις. Και όμως η γνώση τους σημαίνει την είσοδο στην πλήρη θρησκευτική ζωή».

Προσπαθήσαμε να συγκεντρώσουμε από το κείμενο, όλα εκείνα τα σημεία πού θα μάς βοηθήσουν να κατανοήσουμε τόν τρόπο σκέψης τών συγχρόνων μας θεολόγων οι οποίοι αγωνίζονται παράλληλα μέ τήν ένωση τών εκκλησιών καί γιά τήν ένωση τών θρησκειών (τύπου ΒΑΣΙΛΕΙΆΔΗ).

Συναντούμε επίσης όλη την σύγχρονη θεολογία τής ετερότητος του Ζηζιούλα. Την σύγχρονη προσπάθεια, η οποία ξεκίνησε από τον Δαρβίνο, να απελευθερωθούμε από τά δεσμά τού πολιτισμού. Αυτόν τόν πολιτισμό πού καταστρέφει τά ένστικτά μας, τήν φύση μας καί κατήγγειλε σάν μηδενισμό μέ πάθος γιά πρώτη φορά ο Νίτσε ονομάζει η σύγχρονη διανόηση πίστη. Διότι αγνοεί φυσικά την αληθινή πίστη. Έτσι ο διαφωτισμός που προέκυψε από την θεωρία του Δαρβίνου, κατέληξε πίστη, ο κομμουνισμός άθεη πίστη τής εξουσίας, o χριστιανισμός ρατσιστική πίστη στήν ανώτερη λευκή φυλή μέ τήν ανώτερη θρησκεία, πού ανεπτύχθη κατ' αρχάς στίς ιεραποστολές καί στη συνέχεια κατέκτησε το κέντρο.

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ, η ένωση όλων μέσω τού χρήματος, απαιτεί έναν πρωτόγονο πολιτισμό τόν οποίο μπορεί νά μάς προσφέρει μόνον η θρησκειολογία.

Μπορούμε νά καταλάβουμε λοιπόν ακόμη τί εννοούν "θεολόγοι" τύπου Γιαγκάζογλου καί Καλαϊτζίδη όταν κατηγορούν την ορθοδοξία γιά φανατισμό και οπισθοδρόμηση. Γιατί μαίνονται γιά τίς θρησκείες τής Νέας Εποχής (π.χ. κοινωνιολογία) καί νά εξηγήσουμε γιατί η νέα ανθρωπότης κατασκευάζεται μέ έρευνες καί μελέτες. Διότι η λογική, η υπέρτατη σήμερα λειτουργία, πρέπει νά εργάζεται συνεχώς γιά νά αποδεικνύει την ύπαρξή της. Καταστρέφοντας διαρκώς τό παλαιό και δημιουργώντας διαρκώς τό νέο, τό πρωτόγονο, όπως βλέπουμε σιγά-σιγά, διότι η λογική κατάγεται όπως και ο άνθρωπος τού Δαρβίνου, από τον πίθηκο. Η μεγάλη επανάσταση εναντίον τού πολιτισμού και της παιδείας πού ξεκίνησε μέ τόν Μηδενισμό, ολοκληρώνεται καθώς την διαχειρίζονται πλέον τής γής οι αγράμματοι.

Αμέθυστος

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Μία αβάσταχτη αλήθεια: Η έκταση των πάγων στην Αρκτική Θάλασσα αυξάνει!

Την Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010 στον Κόκκινο Ουρανό, αναρτήθηκε η εξής πληροφορία.

Μια έκθεση από την Αμερικανική Εθνική Βάση Πληροφοριών Χιονιού και Πάγου (US National Snow and Ice Data Center) στο Κολοράντο διαπιστώνει ότι ο πάγος της Αρκτικής θάλασσας τους καλοκαιρινούς μήνες έχει αυξηθεί κατά 409.000 τετραγωνικά μίλια, ή 26 τοις εκατό, από το 2007!

Αλλά για μισό λεπτό, δεν έχουμε ακούσει από το ίδιο Κέντρο ότι ο πάγος από τον Βόρειο Πόλο πρόκειται να εξαφανιστεί από τώρα;

Δεν μας αξίζει μία συγνώμη από τους φανατικούς της υπερθέρμανσης του πλανήτη (global warming) που θέλουν να διαμορφώσουν την γνώμη του κόσμου στα μέτρα τους και αποκαλούν όλους όσους αντιτίθενται στην υστερική θεωρία τους αμαθείς αρνητές.

Ήταν τόσο πεπεισμένοι ότι ο κόσμος τελειώνει και μόνο αυτοί θα μπορούσαν να τον σώσουν, όμως τώρα έχουν εκτεθεί, στην καλύτερη περίπτωση, ως υπερβολικά ιδεαλιστές και στη χειρότερη περίπτωση, απατεώνες.

Θα πρέπει να δηλώσουν δημόσια την μετάνοιά τους για την υπεροψία τους.


Προτείνω να κάθονται πάνω στα κομμάτια των πάγων που λιώνουν και να αναλογιστούν ποια είναι τα όριά τους.

Είτε έτσι είτε αλλιώς αφήστε τις πολικές αρκούδες να ασχοληθούν με αυτούς.

--------------------------------------------------

Σχολιάζοντας την επαναστατική πληροφορία θέλουμε να επαναλάβουμε μια ερώτηση που έχουμε ήδη υποβάλλει στον πράσινο πατριάρχη Βαρθολομαίο και το επιτελείο του (ανάμεσά τους και ο οικολόγος κ. Ζηζιούλας) και η οποία ερώτηση αφορά στην πίστη όλων τους!

Πιστεύουμε σ’ έναν Θεό, Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης…! Ο πατριάρχης και η ακολουθία του πιστεύουν πως είναι δυνατόν να αφήσει ο Θεός παντοκράτωρ τον άνθρωπο να του αρπάξει την δημιουργία μέσα από τα χέρια και να την αφανίσει;
Πιστεύουν πως ο άνθρωπος έχει αυτή τη δύναμη;
Μήπως δεν πιστεύουν τίποτε απολύτως;

Αμέθυστος

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

III) Martin Heidegger und die Weltgeschichte des Nichts

Του Gotthard Günther

από την συλλογή: Guzzolini (εκδότης): 'Nachdenken über Heidegger', Hildesheim, 1980

Ο Martin Heidegger και η παγκόσμια ιστορία του τίποτα

Μέρος 3ο

Από την άλλη όμως η κυβερνητική, με την οποία ο Heidegger ασχολήθηκε πολύ επιφανειακά, έθεσε ερωτήσεις για την ουσία της υποκειμενικότητας, οι οποίες είχαν επιστημονική μορφή. Στον ιστορικό χώρο ο οποίος είχε προηγηθεί, όχι μόνο δεν υπήρχε δυνατότητα να απαντηθούν αυτές οι ερωτήσεις, αλλά ρητά και συνειδητά είχαν εμποδισθεί να τεθούν. Εάν στην φιλοσοφία γινόταν λόγος γι' αυτές, απωθούνταν στον περιθωριακό χώρο του μυστικισμού, και τις καθήλωνε στον χώρο του αλόγου, όπου κάθε προσπάθεια να τεθούν επιστημονικά ερωτήματα, ήταν εξ' αρχής καταδικασμένη. Αφού η γνώση είναι πάντα ενθύμηση, μια θέση που και ο Heidegger αποδεχόταν, δεν ήταν δυνατόν να τεθεί το ερώτημα, αν στον ιστορικό χώρο του μέλλοντος θα μπορούσε να ξεδιπλωθεί μια πιο βαθιά και εκτεταμένη μορφή της ιστορικής ψυχικής ύπαρξης. Μια ψυχική ύπαρξη, για την οποία ο χώρος δράσης του αντικειμενικού πνεύματος, εντός ενός μόνο τοπικού ανώτερου πολιτισμού, θα ήταν πολύ στενός. Έτσι, ενώπιον του μέλλοντος, επέρχεται η δήλωση χρεωκοπίας, που στον Heidegger εκφράζεται με την κραυγή: “Μόνο ένας Θεός μπορεί να μας σώσει”, που στον Gehlen (“Einblicke”, Frankfurt a.M. 1975) εκφράζεται με τα λόγια: «Όχι πια μια τρελή μεγαλόπρεπη πίστη, όχι πια ανοικτοί ορίζοντες, όχι Fata Morgana, όχι πια ουτοπίες που φέρνουν αγκομαχητό, αλλά το ξεδίπλωμα, η δουλειά (υποχρέωση). Και ποιος από μας ήθελε να πει, πως δεν το αισθάνεται ήδη; Έτσι θα ήταν αναμενόμενη μια κατάσταση, την οποία εδώ και χρόνια χαρακτηρίζω με την έκφραση “μεταϊστορία” (σελ. 126)». Ο άνθρωπος συνεχίζει να ζει φυσικά (δηλ. ως αντίποδας στο πνευματικό) ως δίποδο μυρμήγκι που μπορεί να μιλά, ιστορία όμως δεν έχει. Ή ακριβέστερα: και η φιλοσοφία του Gehlen δεν προσφέρει δυνατότητες, για να δούμε πιο απομακρυσμένους ιστορικούς ορίζοντες. Γνωρίζουμε ήδη πως για τον Spengler η ιστορία, την οποία κατανοεί ως αντίθεση του ανθρώπου έναντι στη φύση, τελειώνει μαζί με την φαουστική κουλτούρα, αν και θεωρεί πιθανό να εμφανιστεί “ένας θολός επίγονος” (Mensch und Technik, München, 1931).

Είναι χαρακτηριστικό πως και οι τρεις στοχαστές, που ανήκουν στα σημαντικότερα κεφάλια του 20ου αιώνα, επιδεικνύουν στα γραπτά τους μια ανεπαρκή σχέση με την τεχνολογία. Αποδέχονται την λίγο ή πολύ υποβόσκουσα προϋπόθεση, πως η τεχνολογία ανέβηκε στην κορυφή της, και πως στον τομέα αυτόν δεν μπορεί να έρθει τίποτα πιο ισχυρό. Φυσικά και έχει δίκαιο ο Spengler, όταν λέει πως ο άνθρωπος έχει ήδη χάσει τον αγώνα ενάντια στη φύση, αν δεν είναι ικανός να χρησιμοποιήσει άλλα μέσα από εκείνα που είχε στη διάθεση του την δεκαετία του 30. Και ο Spengler έχει πιθανόν δίκαιο και με μια βαθύτερη έννοια, ότι δηλ. ο άνθρωπος θα χάνει πάντα ένα τέτοιο αγώνα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει με τίποτα πως ο αγώνας αυτός, αν και χωρίς ελπίδα, έφτασε σήμερα στο τέλος του. Αυτή η μικρόψυχη πίστη βασίζεται στην προϋπόθεση πως η τεχνολογία δεν είναι σε θέση να προσφέρει όπλα μιας ανώτερης τάξεως. Τεχνικά μέσα απέναντι στα οποία και τα πιο εκλεπτυσμένα φυσικά μέσα του παρόντος, μοιάζουν σαν κάρο που τραβούν βόδια συγκρινόμενο με ένα διαστημόπλοιο. Μπρος σε αυτές τις προοπτικές, μπορεί μόνο να αποτύχει, ένας στοχαστής σαν τον Heidegger, ο οποίος γύρισε υποτιμητικά την πλάτη στην “λογιστική (μαθηματική) σκέψη”. Ο Spengler επίσης μπορεί μόνο να αποτύχει, γιατί -όπως παρουσιάζει τα πράγματα στον δεύτερο τόμο του έργου του “Der Untergang des Abendlandes”- γι' αυτόν, όλη η μέχρι τώρα τεχνολογική σκέψη, υπήρξε το τελικό και ακρότατο απόσταγμα της μεταφυσικής και του Χριστιανισμού. Στις αρχές της δεκαετίας του 20, προφητικά ήχησαν τα λόγια, που βρίσκονται στο τελευταίο κεφάλαιο του τόμου αυτού: “η φύση θα εξαντληθεί, η γήινη σφαίρα θα θυσιαστεί ως ενέργεια, στο βωμό της φαουστικής σκέψης”. Σήμερα αυτό δεν είναι πια προφητεία, είναι απλή περιγραφή του παρόντος μας. Ο Spengler δεν έχει μια άποψη για το μέλλον η οποία πάει πιο μακριά. Και επειδή ερμηνεύει την τεχνολογία αποκλειστικά ως το τελευταίο, απόλυτα γενικό και δεσμευτικό απόσταγμα ενός πνευματικού παρελθόντος, δεν είναι σε θέση, όπως και ο Heidegger, να δει περαιτέρω διαστάσεις της παγκόσμιας ιστορίας.

Εδώ πρέπει να ειπωθεί με κάθε αποφασιστικότητα και σαφήνεια, πως δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος προς την μελλοντική παγκόσμια ιστορία, εκτός από αυτόν που έχει ως γέφυρα την τεχνολογία. Η τεχνολογία είναι ο μοναδικός φύλακας εκείνης της πνευματικότητας των προηγούμενων εποχών, η οποία είχε αποδειχθεί άξια στον αγώνα κατά της ύλης - δηλαδή των φυσικών δυνάμεων. Αν ήρθε το τέλος της τεχνολογίας, επειδή και η φυσική βρίσκεται στο τέλος της -κάτι που πιστεύει και ο Gehlen- τότε δεν υπάρχει καμιά γέφυρα προς μια παγκόσμια ιστορία του μέλλοντος. Το συμπέρασμα είναι διαφωτιστικό: επειδή η τεχνολογία όπως την ξέρουμε, προσέλαβε την πνευματική της ώθηση από την μεταφυσική του Είναι, και επειδή αυτή η μεταφυσική είναι στα τελευταία της, πάει να πει πως και τεχνολογία τελειώνει; Αυτό το συμπέρασμα δεν είναι χωρίς προβλήματα.

Ο χώρος της τεχνολογίας, στο θεωρητικό υπόβαθρο του οποίου ανήκουν τα μαθηματικά και φυσική, και όπου πρόσφατα προστέθηκε η βιολογία, είναι για την παράδοση κάτι που δεν έχει καμία σχέση με το πνεύμα. Αυτή είναι μια απόφανση, η οποία είναι αδιαμφισβήτητα ορθή, εφόσον το πνεύμα κατάγεται (ριζώνει) από την διαξιακή αριστοτελική μεταφυσική. Αυτό το πνεύμα όμως μπόρεσε να αναπτυχθεί, μόνο και μόνο επειδή απωθούσε βάναυσα στην σκουπιδαποθήκη της ιστορίας, τα θέματα που του ήταν αντίθετα. Παραδείγματα τέτοιων ιστορικών σκουπιδιών είναι μεταξύ άλλων ο μυστικισμός των αριθμών των πυθαγορείων, η διδασκαλία περί αριθμών του Πλάτωνα που εξέθεσε σε γεροντική ηλικία στο μάθημα Περί ταγαθού (που ο Αριστοτέλης υποτιμητικά παραμερίζει), σημαντικά στοιχεία του γνωστικισμού, ο Raimundus Lullus, ο Jacob Böhme και άλλοι. Αυτό που στην τεχνολογία της δύσεως εκφράστηκε ως το τελευταίο και τελειωτικό απόσταγμα, είναι μόνο εκείνα τα υπερβατικά θέματα, τα οποία έτυχαν επεξεργασίας στο παρελθόν, και που βρήκαν εφαρμογή. Για τον λόγο αυτό, τα θέματα αυτά δεν έχουν πουθενά αναφορά στο μέλλον. Και ο φιλόσοφος, ο οποίος ταυτίζει την μεταφυσική και την θεωρία του υπερβατικού, με αυτά τα θέματα, εμποδίζει μόνος του την θέα προς μια παγκόσμια ιστορία, η οποία θα έπρεπε να βρίσκεται κάτω από ένα άλλο, ριζικά νέο άστρο-οδηγό.

Μια γεύση παίρνουμε από το έργο “Holzwege”, όπου ο Heidegger ρωτά: “Βρισκόμαστε στην παραμονή της πιο τρομακτικής αλλαγής ολόκληρης της γης και του χρόνου και του ιστορικού χώρου μέσα στον οποίο αυτή (η γη) υφίσταται; Βρισκόμαστε μπρος στο βράδυ μιας νύχτας που οδηγεί σε ένα άλλο πρωί; Είμαστε στα πρόθυρα να εισέλθουμε στην χώρα της ιστορίας όπου ανήκει αυτή η νύχτα της γης; Ή μήπως τώρα εμφανίζεται η χώρα της νύχτας; Θα γίνει αυτή η χώρα της νύχτας (Abend-Land στο κείμενο, Abendland: σε απευθείας μετάφραση η εσπερία, το όνομα της δύσεως στα γερμανικά), που απλώνεται σε δύση και ανατολή, και σε ολόκληρη την Ευρώπη, ο χώρος της ιστορίας αυτού που από την αρχή ήταν μοιραίο; Είμαστε εμείς οι σημερινοί, άνθρωποι της νύχτας, με μια έννοια η οποία ανατέλλει με την μετάβαση μας στην νύχτα του κόσμου; Τί μας χρειάζονται όλες οι φιλοσοφίες της ιστορίας, οι οποίες έχουν μόνο ιστορική σκέψη, όταν εξηγούν την ιστορία μόνο με ιστορικά δεδομένα που μπορούν να παραβλεφθούν, και χωρίς να παίρνουν τα θεμέλια των ερμηνειών τους από την ουσία της ιστορίας, και αυτήν (ουσία) με την σειρά της από το Είναι; Είμαστε οι αργοπορημένοι; Είμαστε όμως ταυτόχρονα και οι προάγγελοι εκείνου του πρωινού, μιας εντελώς άλλης κοσμικής εποχής, η οποία άφησε πίσω της τις σημερινές ιστορικές αντιλήψεις περί ιστορίας;” (Αναξίμανδρος, 300)

Ο Heidegger θέτει τα ερωτήματα αυτά με μεγάλη έμφαση, δεν τα απαντάει όμως. Το ερώτημα για την αλήθεια του Είναι κάθε υπαρκτού, είναι στη σκέψη του Heidegger το κυρίαρχο θέμα για κάθε ιστορική ύπαρξη. Το ότι αυτό το θέμα μπορεί να ξεπεραστεί, πράγμα το οποίο, είτε η ιστορική σκέψη το απέφυγε, είτε δεν επετράπει να μπει στο οπτικό της πεδίο, ο Heidegger δεν μπορεί να το φανταστεί.

Μεταξύ των ιδεών που η προηγούμενη ιστορία παραμέρισε, θα μπορούσαν να αναφερθούν ακόμα δυο, τις οποίες επίτηδες αγνοήσαμε, για να τις τονίσουμε αργότερα με μεγαλύτερη έμφαση. Κατά πρώτον πρόκειται για το δόγμα του απόλυτου αρνητισμού, όπως αντιπροσωπεύεται στη διδασκαλία γνωστή με το όνομα Sunyava στον ύστερο βουδισμό, και η οποία έχει φωλιάσει και στην αποφατική θεολογία του Αρεοπαγίτη. Κατά δεύτερον πρόκειται για την διδασκαλία περί του πρωτείου της βουλήσεως, η οποία εκδηλώνεται ως αντίθεση στον θωμισμό. Και η διδασκαλία αυτή επίσης απωθήθηκε στα αζήτητα της ιστορίας, ώστε σήμερα δεν διαθέτουμε καμιά θεωρία περί βουλήσεως και ελευθερίας, που να είναι έστω στο περίπου ισάξια με την καλά αναπτυγμένη θεωρία μας περί σκέψης. Εδώ φαίνεται η απουσία του μέλλοντος από την φιλοσοφία του Heidegger. Γιατί ο Schelling, ένας στοχαστής που στην ύστερη εποχή του όλο και πιο πολύ πλησίαζε εσωτερικά τον Duns Scotus, λέει χαρακτηριστικά, πως το Είναι είναι μόνο παρελθούσα ελευθερία. Προκύπτει λοιπόν, πως καμιά διδασκαλία περί του όντος, έτσι όπως τίθεται ως το κεντρικό πρόβλημα στην φιλοσοφία του Heidegger, δεν υποδεικνύει το μέλλον. Το πρόβλημα της βουλήσεως, το οποίο υποδεικνύει το μέλλον και σηματοδοτεί τον ερχομό του, δεν μπορεί να διαπραγματευθεί στο φιλοσοφικό έδαφος μιας διδασκαλίας περί του Είναι. Για τον λόγο αυτό η φιλοσοφία που μέχρι τωρα υπήρξε, δεν αντιλαμβάνεται σωστά τον ρόλο της τεχνολογίας. Γι' αυτήν η ικανότητα της τεχνολογίας βρίσκεται αποκλειστικά στο τέλος μιας ανάπτυξης. Δεν μπορεί να συλλάβει πως σήμερα βρισκόμαστε σε μια μοναδική και πρωτοεμφανιζόμενη ιστορική κατάσταση, όπου η τεχνολογία βρίσκεται στην αρχή μιας ιστορικής εποχής, όπου η σκέψη ακολουθεί κουτσαίνοντας, γιατί πρέπει να περιμένει τις αφορμές που της προσφέρει η τεχνολογική βούληση. Για την βούληση όμως πρέπει να πούμε πως βούλεται, έτσι απλά και χωρίς λόγο. Η θεωρητική υποστήριξη και δικαιολόγηση, έρχεται εκ των υστέρων και εξαρτάται πλήρως από το ερώτημα: Τί μπορεί κανείς να βούλεται; Δηλαδή τί είναι φυσικά δυνατόν; Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα εξαρτάται από την αντίστοιχη κατάσταση(επίπεδο) της τεχνολογίας, και από τις μελλοντικές προοπτικές που προκύπτουν από τις επιδόσεις της τεχνολογίας.

Η μεταφυσική της ιστορίας του Spengler υποστηρίζει -όπως ήδη επισημάνθηκε- πως η ανθρώπινη ιστορία είναι εν τέλει μια επανάσταση κατά της φύσεως. Και πως μεσα στην φαουστική κουλτούρα, ο αγώνας μεταξύ φύσεως και ανθρώπου, ο οποίος ξεκίνησε με την ιστορική ύπαρξη του ανθρώπου, έχει οδηγηθεί στο τέλος του. Με άλλα λόγια δεν υπάρχουν τάχα ισχυρότερα τεχνικά μέσα, με τα οποία ο αγώνας αυτός θα μπορούσε να συνεχιστεί σε άλλα επίπεδα (διαστάσεις). Συνεπώς, ο άνθρωπος πρέπει να ξαναβυθιστεί σε μια χωρίς ιστορία ύπαρξη, αν και αυτή η ύπαρξη μπορεί να φαίνεται διαφορετική από αυτήν των λεγόμενων πρωτόγονων, προϊστορικών με την έννοια του Spengler, φυσικών λαών.

Σήμερα βέβαια μπορούμε να πούμε, πως ο ισχυρισμός ότι ο άνθρωπος δεν διαθέτει άλλα μέσα για τον αγώνα κατά της φύσεως, είναι απλά εσφαλμένος. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλη συζήτηση περί του θέματος. Αν και ο Arnold Gehlen, λίγο πριν τον θάνατο του ισχυρίστηκε (Einblicke, Frankfurt a.M, 1975, s. 123) πως πιθανόν δεν μπορεί να προστεθεί τίποτα πια στα θεμέλια της φυσικής, και πως στα μαθηματικά επήλθε μια σταθερότητα, και πως “μια ριζική μεταβολή” της σκέψης μας δεν αναμένεται, τέτοιες υποψίες είναι απλά εσφαλμένες. Όταν ισχυρίζεται “πως η ανθρωπότητα πρέπει να προσαρμοστεί στο δεδομένο περιβάλλον των μεγάλων αντιλήψεων-οδηγών”, ξεχνάει πλήρως εκείνη την ομάδα προβλημάτων, που στην Αμερική συζητήθηκαν εις βάθος, τα τελευταία 10-20 χρόνια, κάτω από τον τίτλο “biological engineering”. Το ερώτημα περί της τεχνολογικής επανάληψης της υποκειμενικότητας λείπει εντελώς από τα θέματα που ασχολούνται με το Είναι. Και αν αντιπαραβάλει κανείς τα θέματα αυτά με τα προβλήματα με τα οποία ασχολείται η σκέψη του Heidegger, θα μπορούσαν στην καλύτερη περίπτωση να καταταχθούν στο θέμα “Μηδενισμός”. Με την αξιοσημείωτη όμως προσθήκη, πως ο “Μηδενισμός” παίρνει τώρα μια “θετική” σημασία, που δεν την έχει στην φιλοσοφία του Heidegger, και η οποία (σημασία) επιτρέπει στην μηδενιστική σκέψη να καταπιαστεί με θέματα πέρα από αυτά που αφορούν το Είναι και την ουσία. Δεν είναι η εμφάνιση του μηδενισμού, έτσι όπως τον κατανοεί ο Heidegger, (ο οποίος μηδενισμός “κινεί την ιστορία με μια θεμελιώδη διαδικασία η οποία δεν έχει συνειδητοποιηθεί”), μια ένδειξη για το γεγονός πως το πρόβλημα τι είναι ζωή, τι είναι υποκειμενικότητα, τι το εγώ, μέσα στην μέχρι τώρα ιστορία,όχι μόνο έχει ξεχαστεί, αλλά και συνειδητά απωθηθεί; Όποιος ενδιαφερόταν έπρεπε να ψάξει στην θρησκεία. Και εκεί όμως η ύπαρξη του ενδιαφερομένου ήταν φορτισμένη με υποψία, γιατί το μεγαλύτερο μέρος αυτού του θέματος υπέπιπτε στην κατηγορία της αιρέσεως. Εφόσον ίσχυε πως ο Θεός ήταν το τελευταίο, πηγαίο ον όλων των όντων, και όσο πιο πολύ η θεολογία προσέγγιζε την θεϊκή ουσία προς τα θέματα του τίποτα, τόσο πιο αβοήθητη και ανέκφραστη ήταν. Ο Θεός ήταν το γεμάτο φως πλήρωμα, και όσο η σκέψη πλησίαζε στον αντίθετο πόλο, στο κένωμα, τόσο σκοτείνιαζε, ώστε έσβηναν και οι τελευταίες αχτίδες φωτός, γιατί η κλασσική σκέψη ενέπλεκε πάντα και χωρίς εξαίρεση μια μεταφυσική του φωτός (Bonaventura).

Μετάφραση : Πέτρος

(Συνεχίζεται)

                     Αμέθυστος

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

ΒΗΜΟΘΥΡΟ (3)

Η Θεοτόκος και ο κόσμος (παλαιός και σύγχρονος)

Τα αδιέξοδα της σημερινής θεολογίας, μιας θεολογίας χωρίς χάρη, γίνονται φανερά σε δύο εργασίες αφιερωμένες στην Θεοτόκο, η μία της Νίκης Τσιρώνη και η δεύτερη της Ελένης Κασσελούρη-Χατζηβασιλειάδη.

Η πρώτη διαπραγματεύεται την σχέση της Θεοτόκου με τις ειδωλολατρικές θεότητες του παρελθόντος, η δεύτερη την θέση της Θεοτόκου σε έναν ανθρωπολογικό κόσμο! Και οι δύο εργασίες ακουμπούν και διέρχονται την αλήθεια, αλλά δεν την προσλαμβάνουν, λόγω ακριβώς του περιορισμού και εγκλωβισμού των ερευνητριών στην σύγχρονη Νοοτροπία!

Η πρώτη εργασία ερευνά την εξέλιξη των εικόνων και επομένως την σχέση τους με την εποχή τους! Παρότι επισημαίνει τα εξής πολύτιμα στοιχεία στην σελ. 85 του περιοδικού. «Η Αίγυπτος πρόσφερε το πρότυπο πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε η Χριστιανική εικονογραφία, όπως μας δείχνουν τα νεκρικά πορτραίτα της κοιλάδας του Φαγιούμ».

Η Αίγυπτος όπως είναι γνωστό υπήρξε ο μεγάλος πολιτισμός της αρχαιότητας ο οποίος ανέδειξε μεγαλοπρεπώς την θρησκεία ολοκλήρου της αρχαιότητος και τo κέντρο της, τη λατρεία των νεκρών. Η Αίγυπτος εξέλιξε και ολοκλήρωσε την πίστη στην μετενσάρκωση πιστεύοντας πως η ψυχή του νεκρού μπορεί να επιστρέψει στο ίδιο σώμα. Αυτή είναι η θρησκεία των πυραμίδων.

Η ειδωλολατρεία του αρχαίου κόσμου έζησε την τραγικότητα του θανάτου σε όλο του το αδιέξοδο διότι ακόμη και όταν κατόρθωνε να στείλει τους ήρωές της στον Όλυμπο, τους έβλεπε να συνεχίζουν για πάντα την ζωή της επιθυμίας, όπως καταγγέλλει ο Πλάτων, καθιστώντας αθάνατη την αμαρτία!

Η Χριστιανική εικονογραφία χρησιμοποίησε την τέχνη του θανάτου της Αιγύπτου, τα Φαγιούμ, για να εκφράσει την αλήθεια της. Αυτή που δίδαξε ο Κύριος. Πρέπει να πεθάνουμε για τον κόσμο για να κερδίσουμε την αιώνιο ζωή που προσφέρει ο Θεός στον άνθρωπο. “Ο κόσμος με σταύρωσε και Εγώ σταύρωσα τον κόσμο”. Δεν μπορεί να συνυπάρξει η ζωή με τον θάνατο! Το Φως με το σκοτάδι.

Και όμως η κ. Τσιρώνη δεν γνωρίζει ούτε την ιστορική πορεία της Εκκλησίας. Διότι λίγο πιο κάτω στην ίδια σελίδα γράφει: «Το κυρίαρχο στοιχείο της θηλυκής γονιμότητας διευρύνεται στο πνευματικό επίπεδο, όπου η γυναικεία μορφή της Παναγίας δεν εμφορεί την αφθονία επίγειων αγαθών αλλά την ίδια τη σωτηρία και αθανασία του ανθρώπινου γένους».

Δυστυχώς το βλέμμα της κ. Τσιρώνη δεν μπορεί να δει μακρύτερα από την ανάληψη του ήρωος στον Όλυμπο της αρχαίας μυθολογίας. Συγχέει την επιθυμία, σύμβολο της οποίας είναι η γυναίκα, με την γονιμότητα. «Η διαιώνιση του είδους που διασφαλίζεται μέσω της γονιμότητας, έκανε τον άνθρωπο από πολύ νωρίς να θεοποιήσει το θηλυκό στοιχείο».

Και όμως όλοι οι ανώτεροι πολιτισμοί της αρχαιότητος προσπάθησαν να ελευθερώσουν την επιθυμία και την γυναίκα από την διαιώνιση, με την δημιουργικότητα και την βαρβαρότητα (τον πόλεμο). Αλλά προσέκρουσαν στην αθανασία, στην κόλαση της αιώνιας και ανεκπλήρωτης επιθυμίας για ζωή, στον Όλυμπο! [Είναι γνωστό σε όλους πως ένας από τους βασικούς λόγους των βαρβαρικών επιδρομών ήταν ο πόθος να απολαύσουν γυναίκες χωρίς τον βαρύ νόμο της διαιωνίσεως του είδους από πάνω τους]. Οτιδήποτε και αν έκαναν ωθούμενοι από την επιθυμία για ζωή κατέληγαν πάντοτε στην αθανασία και στην αιωνιότητα της αθανασίας.

Ας επανέλθουμε στην μεγάλη αλήθεια της Εκκλησιαστικής μας εικόνος: Στο γεγονός ότι παραπέμπει στο πρωτότυπο, ότι δεν είναι σύμβολο, όπως είναι τα σύμβολα των θρησκειών, και συγχέεται η Θεοτόκος, η Ζωοδόχος Πηγή της Βασιλείας των Ουρανών, με τα διάφορα σύμβολα πίστεως που κυκλοφορούν ακόμη γύρω μας. Χάριν αυτής της συγχύσεως εξάλλου μπαίνουμε σε διαμάχη με τους Ευρωάσχετους οι οποίοι δεν επιθυμούν πλέον τα Χριστιανικά σύμβολα! Ποια σύμβολα; Η μόνη σύγχρονη λέξη που μπορεί να πλησιάσει την πραγματικότητα της εικόνος είναι η φωτογραφία! Το σύμβολο δεν έχει καμία πραγματικότητα πίσω του, είναι μια επινόηση, μια φαντασμαγορία ενότητος.

Η δρ. Ελένη Κασσελούρη-Χατζηβασιλειάδη δηλώνει προγραμματικά για την εργασία της: «Στο πλαίσιο των συγχρόνων θεολογικών αναζητήσεων έχει πολλές φορές τεθεί το ερώτημα του τρόπου με τον οποίο το πρόσωπο της Μαρίας μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μιαν αυθεντική κατανόηση του ρόλου των γυναικών στην Εκκλησία και κατ’ επέκταση στον σύγχρονο κόσμο».

«Το κείμενο του Λουκά 1, 46-55 θεωρείται κομβικής σημασίας για τη φεμινιστική κατανόηση του προσώπου της Μαρίας».

Και συνεχίζει θίγοντας το μεγάλο θέμα της χειροτονία των γυναικών!

«Συνδέεται ο αποκλεισμός (από την χειροτονία) με τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας ή αφορά τη θεολογική κατανόηση και ερμηνεία της παράδοσης; Τί είναι τελικά η παράδοση; Είναι ο πλούτος του παρελθόντος που συναντά και διαλέγεται δυναμικά με το παρόν ή αυτό που παραδίδεται και πρέπει να μεταδοθεί αναλλοίωτο από γενιά σε γενιά; Ή και τα δύο μαζί;»

Αυτές είναι οι έννοιες της παραδόσεως με τις οποίες η θεολογία προσπαθεί να κτίσει τα συστήματά της. Η παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι ούτε το παρελθόν που διαλέγεται με το παρόν, ούτε ένα αναλλοίωτο πακέτο που πρέπει να μεταδοθεί ανάνοιχτο από γενιά σε γενιά!

Αυτές οι έννοιες της παραδόσεως συνδέονται αποκλειστικώς με την ιεραρχία της Εκκλησίας και την μεγάλη παρανόηση του κληρικαλισμού!

Όταν δηλαδή εγκαταλειφθεί η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος!

Η Παναγία όπως και η παράδοσίς μας συνδέονται άρρηκτα με το Άγιο Πνεύμα, με την πεντηκοστή. Ουδεμία σχέση έχουν με την ιερωσύνη. Η ιερωσύνη δεν ανακεφαλαιώνει το Μυστήριο της Σωτηρίας μας! Δεν ενσαρκώνει ο ιερεύς τον Χριστό, όπως πιστεύει η ιεραρχία. Τα ψευδοερωτήματα αυτά της ερυνήτριας γεννήθηκαν εύκολα σε περιβάλλοντα καθολικής επιρροής, διότι οι καθολικοί ζουν την εκκλησία σαν πολιτεία του θεού, όπου όλοι έχουν τα δικαιώματά τους. Γεννιούνται σε μια εκκλησία η οποία πιστεύει πως ένας Απόστολος σαν τον Πέτρο θα δεχόταν να υποβαθμισθεί σε επίσκοπο, να εγκαταλείψει το έργο που του ανέθεσε ο Κύριος για να ικανοποιήσει τις ματαιοδοξίες της Αυτοκρατορίας. Η Θεοτόκος λοιπόν όπως και οι Απόστολοι υπήρξαν και είναι και συνεχίζουν να είναι κάτι περισσότερο από ιερείς και επίσκοποι.

Σ’ αυτά τα αδιέξοδα οδηγούμαστε μόνον όταν ξεχνούμε το Άγιο Πνεύμα! Όπως γίνεται στο προαναφερθέν απόσπασμα του Λουκά 1,46-55! Όπου όλα ξεκινούν με τον εξής λόγο: «και επλήσθη Πνεύματος Αγίου η Ελισάβετ και ανεφώνησε φωνή μεγάλη και είπεν·» Πώς να ερμηνεύσουμε και να χρησιμοποιήσουμε τους Λόγους του Ευαγγελίου, χωρίς το Άγιο Πνεύμα; Χωρίς να γνωρίζουμε πως η παράδοσί μας είναι ακριβώς το Άγιο Πνεύμα. Πού μας παρεδόθη από τον Κύριο για να κληρονομήσουμε πάσα την αλήθειαν; Το Άγιο Πνεύμα δεν είναι αποθηκευμένο στην Εκκλησία για να αγιάζει και να μοιράζεται και να φωτίζει. Το Άγιο Πνεύμα συγκροτεί την Εκκλησία!


Κλασσικά σύμβολα θεολόγων χωρίς τη Χάρη!











Ο απόστολος των ψευδών!

Ο Γιαγκάζογλου στην προς Θεσσαλονικείς επιστολή του ψεύδεται ασύστολα διότι αυτός ο ίδιος ο Γιαγκάζογλου μαζί με τον Γουνελά και τον Υφαντή γυρίζουν τους ναούς της Αθήνας προσπαθώντας να πείσουν τους Χριστιανούς ότι το μάθημα της θεολογίας πρέπει να γίνει θρησκειολογίας, όπως έγινε π.χ. στον Άγιο Αθανάσιο Χαλανδρίου.

Αμέθυστος

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010

Η "Παγκόσμια Γραφή" και ο καθηγητής Αγουρίδης

Η λεγόμενη «Παγκόσμια Αγία Γραφή» («World Scripture») αποτελεί άλλο ένα επινόημα του αυτοπροβαλλόμενου ως «Μεσσία», Κορεάτη Μουν για την επίτευξη της «ένωσης των θρησκειών» και της «ειρήνης και αδελφοσύνης των λαών», η οποία υποτίθεται είναι, η «παρά τω Θεώ», αποστολή του.

Το βιβλίο αυτό που εκδόθηκε το 1991, από τον εβραϊκής καταγωγής Andrew Wilson, θεολόγο της θεολογικής σχολής του Μουν, αποτελεί, κατά τους εμπνευστές του, μία «ανθολογία ιερών κειμένων» και περιέχει πάνω από 4.000 εδάφια από διάφορα θρησκευτικά κείμενα και συγκεκριμένα από 268 «ιερά κείμενα» και από 55 «προφορικές παραδόσεις».

Το πανθρησκειακό αυτό τερατούργημα αποπνέει όλη τη νεοεποχίτικη ιδεολογία ότι «όλες οι θρησκείες συγγενεύουν» και όλες «οδηγούν στον ίδιο σκοπό». Όπως γράφει το εν λόγω σύγγραμμα στον πρόλογό του «Βασική αρχή της ‘Παγκόσμιας Αγίας Γραφής’ είναι ότι όλες οι θρησκείες συνδέονται με την ίδια «Υπέρτατη Πραγματικότητα» και οδηγούν τους ανθρώπους στον ίδιο κοινό σκοπό….Αυτήν την «Υπέρτατη Πραγματικότητα» ο καθένας την περιγράφει και την πιστεύει όπως θέλει, γράφει παρακάτω ο πρόλογος.
Επικεφαλής της Συντακτικής Επιτροπής του βιβλίου παρουσιάζεται ο Σάββας Αγουρίδης, ενώ και στον κατάλογο με τους ειδικούς σύμβουλους, όπου γίνεται μία προσπάθεια να παρουσιαστεί ο διαθρησκευτικός χαρακτήρας των διαφόρων καθηγητών και θεολόγων και πάλι παρουσιάζεται στην πρώτη θέση ο ίδιος καθηγητής, με την υποσημείωση ότι είναι ορθόδοξος χριστιανός.

Ο κ. Σάββας Αγουρίδης ο οποίος απεβίωσε στις 15 Ιανουαρίου 2009,σε ηλικία 88 ετών, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες βιβλικούς θεολόγους του 20ου αιώνα, ομότιμος καθηγητής της Καινής Διαθήκης στα Τμήματα Θεολογίας των πανεπιστήμιων Θεσσαλονίκης και Αθηνών.
Όπως αναφέρει το βιογραφικό του, αποφοίτησε ως αριστούχος από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1943 και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε με υποτροφία του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (Σ.Σ. το οποίο ιδρύθηκε το 1948, συνεπώς αμέσως με την ίδρυσή του) στο Πανεπιστήμιο Ντιούκ (University of Duke) της Βόρειας Καρολίνας των Η.Π.Α., όπου και πήρε το διδακτορικό του (Ph.D). Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, εργάσθηκε ως καθηγητής στη μέση εκπαίδευση, στη Χ.Α.Ν. Αθηνών και στη Διεθνή Κοινωνική Υπηρεσία για την αποκατάσταση Προσφύγων. Ταυτόχρονα, αναγορεύθηκε Διδάκτωρ της Ορθόδοξης θεολογίας και το 1956 εξελέγη υφηγητής στην έδρα της Καινής Διαθήκης. Εξελέγη τακτικός, καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1956-1968) και από το 1969 ως το 1985 υπηρέτησε ως καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών έως το 1985. Διετέλεσε αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ορθόδοξης αντιπροσωπείας στην Κεντρική Επιτροπή του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (1968-1974).

Το περιοδικό «ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ» στο τεύχος 64 (Ιανουάριο Φεβρουάριο 2009) δημοσίευσε άρθρο με τον τίτλο «Η άλλη πλευρά του καθηγητού Σάββα Αγουρίδη» (σελ12). (Το άρθρο μπορείτε να το δείτε κι εδώ)
Στο άρθρο δημοσιεύεται αρχικά, η Ανακοίνωση του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.) της 1 Φεβρουαρίου 1996, την οποία εξέδωσε «ύστερα από πληροφορίες ότι καθηγητές Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών διατηρούν επαφές στενής συνεργασίας με την κίνηση του Κορεάτη Σαν Μυούνκ Μουν, ιδρυτού της αυτοαποκαλουμένης «Ενωτικής Εκκλησίας», ο οποίος έχει χαρακτηρισθεί υπό της Εκκλησίας ως αιρεσιάρχης, εκφράζει την βαθύτατη λύπη του για τις ενέργειες αυτές ενίων συναδέλφων και καταδικάζει κάθε πρωτοβουλία ενεργού συμμετοχής σε παραθρησκευτικά κινήματα.
Την Ανακοίνωση αυτή την εξέδωσε το Τμήμα Ποιμαντικής Α.Π.Θ μετά από έγγραφο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος επί μακαριστού αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, με το οποίο ζητούσε να καταδικάσουν οι Θεολογικές Σχολές Αθηνών και Θεσσαλονίκης την συμμετοχή του καθηγητού Σάββα Αγουρίδη στις οργανώσεις του Κορεάτη ψευδομεσσία Μούν. Τα άλλα τμήματα εκώφευσαν, ενώ και στην παραπάνω Ανακοίνωση του Τμήματος Ποιμαντικής δεν κατονομάστηκε ο καθηγητής Σάββας Αγουρίδης.


Το άρθρο της ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗΣ συνεχίζει:

Επειδή μετά την κοίμηση του ομοτίμου καθηγητού της Θεολογικής Σχολής Αθηνών Σάββα Αγουρίδη τον Φεβρουάριο του 2009, τονίσθηκε μονόπλευρα η συνεισφορά του στα θεολογικά μας γράμματα, δημοσιεύουμε εδώ —χωρίς φόβο και πάθος και με μοναδικό σκοπό τον σεβασμό στην ιστορική αλήθεια—τα παρακάτω ντοκουμέντα.
Με εντολή του Κορεάτη ψευδομεσσία Μουν δημιουργήθηκε ειδική συντακτική επιτροπή για τη συγγραφή μιας Παγκόσμιας Αγίας Γραφής (World Scripture) με βάση το πνεύμα του Μουν. Όπως είναι γνωστό, ο Μουν και η «Ενωτική» του «Εκκλησία» προβάλλεται ως η πραγμάτωση των εσχατολογικών προσδοκιών όλων των θρησκειών του κόσμου, και ο ίδιος ως ο Κύριος της Δευτέρας Παρουσίας στον οποίον υπετάγη ήδη ο πνευματικός κόσμος. Αυτό που εναπομένει είναι να τον αναγνωρίσει και ο φυσικός κόσμος, και έτσι θα παγιωθεί η «Βασιλεία του Θεού στη γη που ιδρύθηκε το 1960 με τους «γάμους του Αρνίου με τη Νύμφη» (4η γυναίκα του Μουν).

Έτσι η «Παγκόσμιος Αγία Γραφή» περιέχει όλα τα «κοινά στοιχεία» των θρησκειών του κόσμου, όπως προσδιορίζονται στο πνεύμα της ιδεολογίας του Μουν και ολοκληρώνονται στο πρόσωπο του ψευδομεσσία, που αποτελεί το κέντρο της εποχής της «εκπληρωμένης διαθήκης», δηλ. μαζί με την τέταρτη γυναίκα του (νέα Εύα) το «κύτταρο της βασιλείας του Θεού επί της γης».
Το δυστύχημα σ’ αυτή την περίπτωση είναι ότι εκ μέρους της Συντακτικής Επιτροπής, σε ειδική τελετή, παραδόθηκαν τα δύο πρώτα αντίτυπα αυτής της αντίστροφης «Αγίας Γραφής» στον ψευδομεσσία, από Έλληνα Ορθόδοξο Καθηγητή τής Θεολογίας. Στη λεζάντα της σχετικής φωτογραφίας, όπου εικονίζεται ο καθηγητής Πάνω στο βήμα, να προσφέρει τα αντίτυπα στους «αληθινούς γονείς», αναφέρεται: «Ο Δρ. Αγουρίδης παρουσιάζει στον ‘Πατέρα’ το δώρο των δύο ειδικών εκδοτικών αντιγράφων της Παγκόσμιας Αγίας Γραφής».

(Από το περιοδ. Διάλογος του «Διορθοδόξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιών Γονέων», τ. 3, σ. 25 – το οποίο δεν υπάρχει σε έντυπη μορφή ‘pdf’ και δεν έγινε εφικτό να βρεθεί και να παρουσιαστεί η φωτογραφία).

Προσφώνηση Αγουρίδη στον Μουν
«Αιδεσιμότατε, Μούν, είστε ένας μεγάλος πρωτοπόρος και θρησκευτικός αρχηγός. Τα σχέδια του «Διεθνούς Θρησκευτικού ‘Ιδρύματος» απέδειξαν όχι μόνο αξεπέραστη υπεροχή, αλλά στάθηκαν στην πρωτοπορία τής αναζήτησης για να φέρει την ειρήνη ανάμεσα στις θρησκείες. Θρησκευτικοί αρχηγοί και λόγιοι από όλο τον κόσμο συγκινήθηκαν και μεταμορφώθηκαν από τις εμπειρίες τους σ’ αυτή τη δραστηριότητα πού εκφράζει το δικό σας όραμα για παγκόσμια ειρήνη. Όλοι εμείς, που συγκεντρωθήκαμε εδώ, είμαστε υπερβολικά ευγνώμονες, γιατί δίνετε τέτοιες ευκαιρίες.

Πριν από λίγα χρόνια αναθέσατε στο «Διεθνές Θρησκευτικό Ίδρυμα» να παρουσιάσει μια Παγκόσμια Αγία Γραφή (World Scripture). Είμαι πολύ ευτυχής που μπορώ να σας ανακοινώσω σήμερα ότι αυτό το σχέδιο τελείωσε, και έχουμε έναν τόμο ο οποίος σαφώς θα φέρει φως και ελπίδα στον προβληματισμένο και ταλαιπωρημένο κόσμο.
Εκ μέρους του Εκδότου, της Συντακτικής Επιτροπής και της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το προσωπικό και όλων αυτών που συνέβαλαν στο σχέδιο της Παγκόσμιας Αγίας Γραφής θέλω να εκφράσω την εγκάρδια εκτίμησή μου για την υποστήριξή σας στην έκδοση και παραγωγή της Παγκόσμιας Αγίας Γραφής. Αυτός ο τόμος συνεπής με τις αρχές του «Διεθνούς Θρησκευτικού Ιδρύματος», (Σ.Σ. Ιδρύματος του Μουν) περισυνελέγη με ένα πνεύμα σεβασμού προς όλα τα πνευματικά μονοπάτια και με την υπόσχεση μίας διαθρησκευτικής κατανοήσεως και συνεργασίας. Η Παγκόσμια Αγία Γραφή είναι ένα μοναδικό βιβλίο και θα έχει παμμεγέθη ιστορική σπουδαιότητα για το μέλλον της θρησκείας και το μέλλον του κόσμου.
Είμαστε στο κατώφλι ενός νέου παγκόσμιου πολιτισμού και αυτός ο Τόμος θα παίξει ένα μεγάλο ρόλο στην ίδρυση του είδους του πνευματικού οράματος πού χρειάζεται, εάν πρόκειται να δημιουργήσουμε έναν ειρηνικό κόσμο. Ο κόσμος είχε την ανάγκη ενός τέτοιου τόμου όπως είναι αυτός. Αιδεσιμότατε Μουν, θέλουμε να σας ευχαριστήσουμε για την σύλληψη, την εισαγωγή και την παρουσίαση της Παγκόσμιας Αγίας Γραφής. Είναι τιμή και προνόμιο για μένα να σας παρουσιάσω δύο ειδικά αντίγραφα της εκδόσεως της Παγκόσμιας Αγίας Γραφής. Σας ευχαριστώ». (Από το περιοδ. Διάλογος, τ. 3, σ. 26. Το αγγλικό πρωτότυπο Κείμενο της ομιλίας του Σάββα Αγουρίδη και η φωτογραφία, στην οποία εικονίζεται να επιδίδει την Παγκόσμια Αγία Γραφή στον Μουν, δημοσιεύονται στο περιοδικό του Μουν “Today’s World”, November 1991, σ. 25).


ΠΗΓΗ: ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ