Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

ΑΓΝΩΣΤΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΓΟΥΕΑΡ

Πρεσβυτέρου Βασιλείου Σπηλιόπουλου

ΝΕΟΕΠΟΧΗΤΙΚΗ ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΑΡΚΙΔΗ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ:

ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ, ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ, ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ

Ὁ Κυριάκος Μαρκίδης εἶναι ἕνας Κύπριος κοινωνιολόγος ὁ ὁποῖος ζεῖ καί ἐργάζεται στήν Ἀμερική. Ὁ ἴδιος δηλώνει “πνευματικός ἀναζητητής” καί στά πλαίσια μιᾶς θρησκειολογικῆς ἐργασίας ἀσχολήθηκε καί μελέτησε τήν Ὀρθόδοξη νηπτική παράδοση. Καρπός τῆς μελέτης του εἶναι τά τρία προαναφερθέντα βιβλία τά ὁποία προβάλλονται ὡς ὀρθόδοξα βοηθήματα, ὡς συνοπτική παράθεση ὅλης τῆς νηπτικῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας καί ὡς πολύ ὠφέλιμα γιά τήν πνευματική ζωή. Τά βιβλία αὐτά, μέ λύπη τό λέμε, ἔχουν βρεῖ μεγάλη ἀπήχηση μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων και δυστυχῶς προβάλλονται, διαφημίζονται, συνιστανται ἀκόμα καί ἀπό ἱερείς ἤ καί ἀπό πνευματικούς στά πνευματικά τους τέκνα, προβάλλονται και διαφημίζονται, κατά καιρούς, ἀκόμα και ἀπό ἐπίσημα ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας μας ὅπως οἱ ἐκκλησιαστικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί.

Θά δοῦμε πάρα πολύ συνοπτικά μερικά, τά πιό ἐμφανῆ, σημεῖα τῶν τριῶν ἔργων τοῦ Κυριάκου Μαρκίδη διότι ὁ συνολικός ὄγκος τῶν βιβλίων που ξεπερνᾶ τίς 1200 σελίδες δέν θά μᾶς ἐπέτρεπαν σέ καμία περίπτωση νά τά ἀναλύσουμε διεξοδικά.

ΤΟ ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ

Πρόκειται γιά ἕνα βιβλίο 400 περίπου σελίδων τό ὁποῖο ὑποτίθεται ὅτι “ἐμβαθύνει στή σοφία τῶν ὀρθοδόξων μοναχῶν πού ζοῦν στό Ἅγιον Ὅρος, ὅπως αὐτή μεταβιβάστηκε ἀπό γενιά σέ γενιά”[1]. Βασικό πρόσωπο τοῦ βιβλίου ὁ π. Μάξιμος, ἕνας ἁγιορείτης μοναχός, ὁ ὁποῖος βοηθᾶ τόν συγγραφέα νά μελετήσει τήν ὀρθόδοξη πνευματική παράδοση. Στήν πραγματικότητα πίσω ἀπό τόν π. Μάξιμο “φωτογραφίζεται” ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος, ἕνας διακεκριμένος καί πολύ ἀγαπητός ἐπίσκοπος ὁ ὁποῖος, μαζί καί μέ τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο Γουέαρ πού, κατά τόν συγγραφέα, διάβασε “σχεδόν ὅλο τό πρῶτο δοκίμιο καί ἔδωσε πολύτιμες συμβουλές”[2], ἐπιστρατεύονται γιά νά δώσουν ἐπικάλυμμα ὀρθοδοξίας στό ἔργο τοῦ κου Μαρκίδη, γιά νά διαφημίσουν ὡς ὀρθόδοξο, αὐτό τό ἐπικίνδυνο βιβλίο. Γιατί ὅμως θεωροῦμε τό βιβλίο ξένο πρός τήν ὀρθοδοξη πνευματικότητα καί ἐπικίνδυνο;

Συγκεκριμένα:

Ὁ σύγγραφέας σέ ὅλο τό βιβλίο κάνει χρήση ἰνδουιστικῶν καί πνευματιστικῶν ὅρων καί λέξεων ὅπως “συνειδητότητα”[3], “αὔρα”[4], “μάτι τῆς ἐνατένισης”[5], “ἐνέργεια”[6], “πνευματικές πρακτικές - ἀσκησεις”[7], “ξαφνικό φωτισμό” ἤ “μετασχηματισμό”[8], “ὄχημα”[9], “ἐπίπεδα” ἐξαγνισμοῦ - πνευματικότητας - συνειδητότητας κ.α[10], “δάσκαλοι – μαθητές”[11], “ῥοή ἐνέργειας-χάρης”[12].

Βέβαια, θά μποροῦσε κάποιος νά ἰσχυριστεῖ ὅτι ἁπλῶς ὁ συγγραφέας κάνει χρήση τῆς συγκεκριμένης ὁρολογίας διότι αὐτήν γνώριζε, δέν ἔδινε ὅμως καί τό ἴδιο νόημα στίς λέξεις. Ἰσχύει ἄραγε κάτι τέτοιο; Κατηγορηματικά λέμε ὄχι, καί παραθέτουμε ἐλάχιστα μόνο σημεῖα τοῦ βιβλίου στά ὁποῖα εἶναι ἐμφανέστατη ἡ σύγχυση, ἐσκεμμένη ἤ ὄχι, καί ἡ ταύτιση τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος μέ τίς ἀνατολικές θρησκεῖες καί ἀκόμα πιό ἐμφανές εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Μαρκίδης εἶδε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἁπλῶς σάν μιά ἀκόμη θρησκεία πού κατά τύχη, λόγω καταγωγῆς, τοῦ ταίριαζε πιό πολύ.

Στή σελ. 19 θεωρεῖ ὅτι κατά Θεία Πρόνοια ἀπελευθερώθηκε ἀπό τόν ἀγνωστικισμό καί τόν ὑλισμό μέσα ἀπό τόν Ἰνδουισμό καί τόν ἀποκρυφισμό καί ἀναφέρεται σέ μεγάλους ἀποκρυφιστές ὅπως ὁ Ἄλαν Βάτς, ἡ Μπλαβάτσκι, ὁ Στάινερ, ὁ Γκουρτζιέφ, ὁ Κρισναμούρτι, ὁ Μαχαρίσι Μάχες Γιόγκι. Διαφημίζονται λοιπόν μεγάλοι ἀποκρυφιστές, ψευδόχριστοι καί ψευδοπροφῆτες ὡς ὠφέλιμοι καί χρήσιμοι. Μάλιστα στήν ἀμέσως ἑπόμενη σελίδα ὁμολογεῖ ὅτι μέσα ἀπό τήν καθημερινή μελέτη τῶν σατανικῶν βιβλίων τῶν προαναφερομένων κατέληξε στό συμπέρασμα, στό ὁποῖο προφανῶς θέλει νά ὁδηγηθεῖ καί ὁ ἀφελής ἀναγνώστης, ὅτι “.. οἱ ἄνθρωποι διαθέτουν λανθάνουσες ἱκανότητες πού ἐκτείνονται πέρα ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις...” καί ὅτι ὑπάρχουν “μετά - ὀρθολογικά στάδια συνειδητότητας...”[13]. Προτρέπεται ὁ ἀναγνώστης λοιπόν μέσα ἀπό τίς πρακτικές τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν νά βρεῖ καί νά ἀξιοποιήσει αὐτές τίς λανθάνουσες δυνατότητες.

Στά ἑπόμενα κεφάλαια ὁ συγγραφέας γνωρίζει τόν πατέρα Μάξιμο, τόν ὁποῖο ὅμως δέν βλέπει ὡς Ὀρθόδοξο μοναχό. Γιά τόν Μαρκίδη ὁ π. Μάξιμος εἶναι ἕνας ἀκόμα δάσκαλος ἀπό τούς πολλούς πού εἶχε γνωρίσει (σελ.36) κοντά στόν ὁποῖο, ὅπως ἔκανε καί μέ ὅλους τούς ἄλλους μύστες, ἦταν ἕτοιμος νά μάθει νέους, παράλληλους, ὅπως ὁ ἴδιος τούς ἀντιλαμβανόταν, δρόμους γιά πνευματική ἐξύψωση (σελ.32). Ὁ π.Μάξιμος ἦταν ἕνας πραγματικός δάσκαλος, ὁ ὁποῖος “συμβαίνει νά εἶναι χριστιανός”(σελ. 36). Παντοῦ ὑπάρχουν δάσκαλοι, ἀπό πολλούς δρόμους μπορεῖ νά ὁδηγηθεῖ κανείς, σὐμφωνα πάντα μέ τόν συγγραφέα, σέ ἀνώτερα πνευματικά στάδια.

Στή σελίδα 38 ἀλλά καί σέ πάρα πολλές ἄλλες μιλᾶ γιά ἐνέργεια, ἡ ὁποία μετατοπίζεται μέ τήν σκέψη. Μιλᾶ γιά τήν συμπαντική λοιπόν ἐνέργεια.

Στή σελίδα 50 μᾶς ἀναπτύσσει τό πόσο προφητικός ἀποδείχθηκε ἕνας Ἰσραηλινός γκουρού ὁ ὁποῖος προφήτευσε ὅτι ἄν οἱ μοναχοί τοῦ Ὄρους δέν μοιραστοῦν μέ ὅλο τόν κόσμο τή σοφία τους, θά τούς ἀναγκάσει ὁ Θεός νά τό κάνουν. Αὐτός λοιπόν ἦταν καί ὁ λόγος πού ὁ π. Μαξιμος ὑποχρεώθηκε νά ἀφήσει τό Ὄρος γιά νά γίνει ἐπίσκοπος στήν Κύπρο. Θαυμαστό τό σημεῖο! Ὁ σουάμι ἀναγνωρίζει, αὐτό πρέπει ἄρα νά κάνουμε καί ἐμεῖς, τή σοφία τῶν Ἁγιορειτῶν καί τήν ἀξία της γιά τόν κόσμο. Ἀναγνωρίζει στούς ἁγιορεῖτες τούς συναγωνιστές στόν ἀγῶνα γιά καλλιέργεια τοῦ ματιοῦ τῆς ἐνατένισης. Καί ὅλα αὐτά σέ ἄσραμ, ὅπου ὁ συγγραφέας προέβαλε τίς συγκρητιστικές του ἀπόψεις λέγοντας στούς ἀνθρώπους ὅτι ἀνακάλυψε τό δυτικό Θιβέτ.

Σέ ὅλο δέ τό 11 κεφάλαιο ἀναπτύσσει καί προσπαθεῖ νά στηρίξει τήν ἄποψη ὅτι μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τάχθηκαν ὑπέρ τῶν θέσεων τοῦ Ὠριγένους γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν πάντων. Ἡ κόλαση γιά τόν Μαρκίδη καί τούς ἀθεολόγητους “θεολόγους” τούς ὁποίους ἐπικαλεῖται δέν εἶναι αἰώνια. Ὅλοι τελικῶς θά γευθοῦν τόν Παράδεισο, ἀφοῦ περάσουν ἕνα στάδιο ἐξαγνισμοῦ καί καθάρσεως, ἀφοῦ πληρώσουν δηλαδή στό καθαρτήριο πῦρ γιά τά ἁμαρτήματα πού σ’ αὐτή τή ζωή διέπραξαν. Δέ διστάζει μάλιστα νά ἐπιτεθεῖ μέ σφοδρότητα στήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας γιά αἰώνια κόλαση, ἔχοντας καθαρῶς εἰρωνική διάθεση καί προτρέποντας πλαγίως ούς πιστούς εἴτε νά δεχθοῦν τήν καταδικασμένη θέση τοῦ Ὠριγένους, εἴτε νά στραφοῦν στίς εὐσπαγχνικώτερες καί βολικώτερες ἀνατολικές θρησκεῖες λέγοντας ὅτι ἡ πίστη αὐτή τῆς Ἐκκλησίας ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στίς ἀνατολικές θρησκεῖες (256). Ὑπαινίσσεται δέ ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν δογμάτισε ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἀλλά σύμφωνα μέ τά συμφεροντά της και γι αὐτό δέν δέχθηκε, ὑποτίθεται, τίς θέσεις τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης πού συμφωνοῦν, καί πάλι κατά τόν συγγραφέα καί μόνο, μέ αὐτές τοῦ Ὠριγένους. Δέν ἔχει τήν παραμικρή ἰδέα ὅτι τό δόγμα δέν εἶναι καταστατικό νομικό κείμενο ἀλλά ἡ διατυπωμένη ἀλήθεια και γι αὐτό καί μιλᾶ γιά “διαμόρφωση τοῦ δόγματος” (σελ. 115) στήν ὁποία ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο οἱ ἅγιοι Σπυρίδων καί Ἐπιφάνιος. Μάλιστα δέν παραλείπει καί πάλι νά γκουρουοποιήσει τά πράγματα λέγοντας ὅτι τό πραγματικό νόημα τῶν ἐπιμνημόσυνων δεήσεων εἶναι ἡ ἐπιστροφή μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς πρὀ ἀμνημονεύτων ἐτῶν ἀπομακρυνθείσης ψυχῆς στήν ἀρχική της κατάσταση πού εἶναι ἡ σχέση μέ τό Θεό (σελ.237). Ποιά ψυχή ἀπομακρυνθηκε πρό ἀμνημονεύτων ἐτῶν παρά ἐκείνη πού προϋπάρχει; Στήν ἑπόμενη μάλιστα σελίδα ἐκφράζει τήν ἄποψη ὅτι οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας ἁπλῶς ἱκανοποιοῦν τίς ἀνάγκες τῆς κοινωνίας περιορίζοντας τό ἄγχος καί δίνοντας ἐλπίδες.

Στή σελίδα 262 ἐκθειάζεται τό οἰκουμενιστικό πνεῦμα τῆς μονῆς Βατοπεδίου πού μαζί μέ τήν ἐνασχόληση τῶν μοναχῶν μέ τούς ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστές (σελ. 92) καί τή φιλοξενία τοῦ συγγραφέα, ὡς v.i.p, σέ “εὐρύχωρο δωμάτιο με κεντρική θέρμανση, τουαλέτα καί ντούς”(σελ.51) ἀποτελοῦν στοιχεῖα πού ἔρχονται νά προστεθοῦν στήν ἐκκοσμικευμένη εἰκόνα πού ἐσχάτως ἔδωσε ἡ Μονή κατασκανδαλίζοντας τούς πιστούς. Βέβαια, πρός ἀποφυγή παρεξηγήσεων, τονίζουμε ὅτι αὐτήν τήν εἰκόνα δίνει ὁ συγγραφέας καί ἡ ὁποία μπορεῖ, καί τό εὐχόμαστε, νά μήν εἶναι ἡ πραγματική. Μόνον οἱ πατέρες τῆς μονῆς μποροῦν νά ἐπιβεβαιώσουν τά γραφόμενα ὑπό τοῦ Κυριάκου Μαρκίδη. Συγκεκριμένα ὑποστηρίζει ὁ συγγραφέας ὅτι ὁ π. Μάξιμος τοῦ ἐκμυστηρεύθηκε ὅτι φιλοξενήθηκε στή μονή παπικός μοναχός χωρίς νά τό γνωρίζουν οἱ ὑπόλοιποι πατέρες παρά μόνο ὁ ἴδιος καί ὁ ἡγούμενος. Ὁ μοναχός αὐτός ἦταν ἐνδεδυμένος ὡς Ὀρθόδοξος καί συμμετεῖχε κανονικά στή Θεία Λατρεία. Μάλιστα, ὑποτίθεται, ὅτι ὁ π. Πορφύριος εὐλόγησε τόν συγκεκριμένο παπικό μοναχό χωρίς νά τόν ἀπασχολήσει καθόλου τό συγκρητιστικό καί οἰκουμενιστικό πνεῦμα τῆς Μονῆς δίνοντας καί ὁδηγίες γιά τό πῶς θά σωθεῖ τό παπικό του μοναστήρι. Ἡ στάση δέ αὐτη τοῦ π. Πορφυρίου δείχνει κατά τό Μαρκίδη ὅτι “ὁ γέροντας Πορφύριος ἦταν τελείως ἀνοιχτός στό Ἅγιο Πνεῦμα”.

Στό κεφάλαιο 14 ἀναπτύσσοντας τό θέμα τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς τήν ἀποκαλεῖ πνευματική τέχνη πλούσια σέ ἐνέργεια καί ἐκφράζει τήν ἄποψη ὅτι κάθε ἀναζητητής πρέπει νά τήν ἀπαγγέλλει. Λέξεις καί φράσεις πού ἀποδεικνύουν τήν γκουρουιστική ἀντίληψη τῆς προσευχῆς.

Τέλος στή σελίδα 367 παρουσιάζεται ἡ θεωρία τῶν δύο πνευμόνων τῆς ἐκκλησίας, τοῦ ἀνατολικοῦ καί τοῦ δυτικοῦ χριστιανισμοῦ, θέση πού ἀπολύτως ἀποδέχεται ὁ συγγραφέας, ἐνῶ στή 376 ἕνας ζωντανός ἅγιος χαίρεται χαράν μεγάλη γιά τή συγγνώμη τοῦ Πάπα καί ἐπιπλήττει νεαρό , φανατικό προφανῶς καί ἀνώριμο, μοναχό, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει ἐπιφυλάξεις. “Ὅταν κάποιος μᾶς ζητᾶ συγχώρηση δέν μποροῦμε παρά νά τόν συγχωρήσουμε, χωρίς ἐνδοιασμούς καί δισταγμούς” λέει ὁ ἅγιος γέροντας.

ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ

Best seller καί αὐτό, ὅπως καί τό “Ὅρος τῆς Σιωπῆς”, στό ὁποῖο συνεχίζονται οἱ συζητήσεις μέ τόν π. Μάξιμο. Τό βιβλίο διαφέρει ἀπό τό προηγούμενο μόνο σέ ἕνα σημεῖο : εἶναι πολύ πιό ἐπικίνδυνο καί πολύ πιό ἄμεσο στό συγκρητιστικό του σκοπό. Θά παραθέσουμε καί ἐδῶ ἐλάχιστα, σέ σχέση μέ τόν ὄγκο τοῦ βιβλίου πού καλύπτεται ἐξολοκλήρου ἀπό νεοεποχήτικο πνεῦμα, ἁπλῶς ὡς δεῖγμα ἀρκετό γιά καλοπροαιρέτους πιστούς πού πραγματικά θέλουν νά ὠφελοῦνται καί νά ἀποφεύγουν τήν πλάνη.

Ἀπό τό σημείωμα ἀκόμα τοῦ συγγραφέα, στό ὁποῖο καί πάλι ἐκφράζονται εὐχαριστίες πρός τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο Γουέαρ, φαίνεται τό ἐπικίνδυνο τοῦ βιβλίου ἀφοῦ καί πάλι ὁ Κυριάκος Μαρκίδης δηλώνει “πνευματικός ἀναζητητής” καί μιλᾶ γιά ἐρευνητικές προσπάθειες. Τί ὄφελος μπορεῖ νά ἔχουν οἱ πιστοί ἀπό τήν ἀναζήτηση καί τήν πνευματική περιπλάνηση ἑνός ἀνθρώπου, περιπλάνηση ἡ ὁποία ποτέ δέν κατέληξε κάπου;

Στό δεύτερο κεφάλαιο παραθέτει ὁ συγγραφέας τίς ἐντυπώσεις του ἀπό τήν παραμονή του στή Μονή τοῦ Ἀγίου Ἀντωνίου στήν Ἀριζόνα, ὅπου εἶχε τήν εὐκαιρία νά γνωρίσει τόν Ἄντριου, ἕνα χριστιανό καί πρώην δόκιμο στό Ὄρος, ἀφοσιωμένο ἀλλά ὄχι φονταμεταλιστή σάν ἐμᾶς, πού δέν δεχόμαστε τό συγκρητιστικό-οἰκουμενιστικό-νεοεποχήτικο πνεῦμα τοῦ βιβλίου. Ὁ Ἄντριου ἀσθένησε ψυχολογικά ἀπό τήν ζωή ἐκεῖ καί μιλᾶ γιά τήν δύναμη τῶν προσευχῶν τῶν ἁγιορειτῶν, οἱ ὁποῖες εἶναι ἰσχυρές ἀφοῦ οἱ πατέρες ἔχουν μάθει νά αὐτοσυγκεντρώνονται. Ἀδυνατεῖ νά δεῖ τά πράγματα ὁ συγγραφέας ἀπαλλαγμένα ἀπό τήν ἰνδουιστική ἑρμηνεία πού ὁ ἴδιος δίνει.

Στά ἑπόμενα κεφάλαια ὁ συγγραφέας ἐπιστρέφει στήν Κύπρο καί τόν π. Μἀξιμο τόν ὁποῖο προβάλλει διαρκῶς καί στά τρία βιβλία ὡς τόν μόνο αὐθεντικό ἐκφραστή τῆς Ὀρθοδοξίας πάνω στό νησί, ὡς τόν ἅγιο πού ὅλοι καταδιώκουν, ὡς τόν μόνο καθαρό. Προσκολλᾶται μάλιστα, αὐτό ἐξάλλου ἐπιτάσσει τό πνεῦμα μαθητείαςτοῦ γκουρουισμοῦ, στόν π. Μάξιμο, γίνεται ἕνας ἀπό τούς φανατικότερους ὁπαδούς του καί ἀπολαμβάνει καί μιᾶς εἰδικῆς εὔνοιας ἀπό ἐκεῖνον. Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει καθηκόντως καί με πολύ σεβασμό πρός τό πρόσωπο τοῦ Μητροπολίτου Λεμεσοῦ πού “φωτογραφίζεται” ὡς π. Μάξιμος νά ἐπισημάνουμε στόν ἴδιο ὅτι ἐκτίθεται ἀνεπανόρθωτα ἀπό τά γραφόμενα τοῦ Μαρκίδη ὁ ὁποῖος μοιάζει νά χρησιμοποιεῖ καί ἐκμεταλλεύεται τήν ἀγάπη, τόν σεβασμό καί τήν ἐκτίμηση τῶν πιστῶν σέ Ἑλλάδα καί Κύπρο πρός τό πρόσωπό του γιά νά προωθήσει τίς συγκριτικές, οἰκουμενιστικές, νεοεποχήτικες θεωρίες του. Φρονοῦμε ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος Λεμεσοῦ ὀφείλει νά πάρει ἐπίσημα θέση καί νά ἀποκηρύξει τά τρία ἐπικίνδυνα βιβλία ὥστε νά γίνει ὅσο τό δυνατόν μικρότερη ζημιά στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καί νά κρατήσει τήν πλάνη ἐκτός τῶν τειχῶν. Ὅσο ὁ Σεβασμιώτατος ἀφήνει ἀδιάψευστα τά γραφόμενα καί δέν καταδικάζει τά βιβλία τοῦ Μαρκίδη θά γίνεται παρά τήν θέλησή του συνεργός τῶν σκοτεινῶν σκοπῶν τοῦ συγγραφέα καί ὁ βασικός διαφημιστής του.

Στή σελ. 114 ὁ συγγραφέας συντάσσεται μέ τούς νεοειδωλολάτρες ἀποδεχόμενος τίς θέσεις του ἐξαδέλφου του ὅτι ἡ Θεοκρατία τοῦ Βυζαντίου ἐκτόπισε τό ἐλεύθερο δημιουργικό πνεῦμα τῆς κλασικῆς ἑλληνικῆς κουλτούρας.

Στην148 θεωρεῖ ὅτι τα Ἅγια Λείψανα εἶναι φορτισμένα μέ θετική ἐνέργεια ἀφοῦ κάθε ἀντικείμενο καί τόπος μπορεῖ νά εἶναι φορτισμένο μέ θετική ἤ ἀρνητική ἐνέργεια. Τά ἴδια στήν 155, στήν 168 καί στήν 173.

Στήν 157 ὑποστηρίζει ὅτι ἡ διαφορά ἀνάμεσα σέ Ἄσραμ καί σέ Ὀρθόδοξα Μοναστήρια ἀφορᾶ μόνον θέματα διαπολιτισμικά καί μόνο ὁ Θεός ξέρει ποιός ἤ ποιό μέρος ἔχουν πραγματική πνευματική ἀξία.

Στήν 166 συγκρίνει τού Προφῆτες πού ζητοῦσαν μουσική γιά νά προφητέψουν μέ τούς σαμάνους τῶν ἰνδιάνων. Βουντού λοιπόν καί ὁ Δαυίδ!

Στήν 168 ὁ π. Μάξιμος ἀναζωογονεῖται καί γεμίζει ἐνέργεια ἀπό ὄνειρα, ὅπως ἀκριβῶς ἀπό τή Θεία Λειτουργία ἐνῶ σαφέστατα ἡ Γραφή λέει ὅτι “τά ἐνύπνια ἐπλάνησαν πολλούς”.

Στήν 173 ἑρμηνεύει τήν σιωπή τοῦ π. Μαξίμου ὡς βαθύ διαλογισμό ἤ καρδιακή προσευχή. Γιά τόν συγγραφέα δέν ὑπάρχει διαφορά στά δύο αὐτά, παρότι τελικῶς ὁ π. Μάξιμος ἁπλῶς κοιμόταν.

Στίς 201-202 ὑποστηρίζεται εὐθέως ἀπό τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο, πάντα κατά τόν συγγραφέα, ὅτι ὅλοι μποροῦν νά φτάσουν στήν Θέωση ἀνεξαρτήτως πίστεως ἀφοῦ κατά τόν Μαρκίδη “ἡ θέωση ἐνυπάρχει μέσα στήν ἴδια τήν δομή τῆς ἀνθρώπινης φύσης” καί κατά τόν ἐπίσκοπο “ὁ Χριστός ὑπάρχει μέσα μας” καί “φωτίζει πάντα ἄνθρωπον”. Στήν ἑπόμενη σελίδα γίνεται ἀναφορά σέ χωρίο τῶν Πράξεων, ὅπου ὁ Πέτρος μιλᾶ γιά σωτηρία μόνο στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Στή συνέχεια ὅμως καί αὐτή ἡ ἀναφορά νοθεύεται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ὁ Χριστός μπορεῖ νά εἶναι παρών μέ λανθάνοντα τρόπο, καί μέ τήν γκουρουιστική ἄποψη ὅτι ὁ Λόγος εἶναι παν-συμπαντικός, δέν περιορίζεται σέ συγκεκριμένη κουλτούρα καί πρέπει νά προσεγγίσουμε τή συνειδητότητα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ παν-συμπαντικοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νά σωθοῦμε. Πιό ἁπλά ὁ Χριστός δέν εἶναι πρόσωπο ἀλλά συνειδητότητα πού σέ κάθε θρησκεία ἤ περιβάλλον ἐκφράζεται διαφορετικά καί πρέπει νά προσεγγίσουμε τήν ἀφηρημένη αὐτή συνειδητότητα. Ὁ ἐπίσκοπος Κάλλιστος μάλιστα ἀποδέχεται τήν ἀποκατάσταση τῶν πάντων καί ὑποστηρίζει, κατά τόν Μαρκίδη, ὅτι μετά θάνατον ὅλοι θά ἀναγνωρίσουν τόν Χριστό καί θά σωθοῦν ἀφοῦ ὅλοι, Μουσουλμάνοι, Βουδιστές, Ἰνδουιστές, Ἑβραίοι, ἄν ἀκολουθοῦν τίς ἐπιταγές τῆς θρησκείας τους, “πιστεύουν ἤδη στό Χριστό, γιατί κάθε Ἀλήθεια ἀπορρέει ἀπό τό Χριστό” (205). Στήν 207 σελίδα μάλιστα ἰσοπεδώνονται τά πάντα ἀφοῦ κανείς δέν γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας μέ τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος ἀφοῦ “ὑπάρχει μία ἐσωτερική σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, στήν ὁποία μπορεῖ νά ἀνήκει χωρίς νά τό ξέρει”. Βέβαια στό Δαλάι Λάμα δέν θά λέγαμε ποτέ κάτι τέτοιο ὄχι γιά νά μή του στερήσουμε τή δυνατότητα σωτηρίας ἀλλά γιατί ἁπλῶς θά ἦταν ἀλαζονικό νά τοῦ ποῦμε ὅτι εἶναι Χριστιανός καί δέν τό ξέρει. Ὁ ἴδιος ἐπίσκοπος, πού ἄν πράγματι ὑποστήριξε τέτοιες ἀπόψεις μόνο ἐπίσκοπος δέν μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ἀλλά λύκος βαρύς μή φειδόμενος τοῦ ποιμνίου, μιλᾶ γιά ἀλήθεια σέ ὅλες τίς Θρησκεῖες(208), ἐπαινεῖ τό ἔργο τοῦ Π.Σ.Ε καί τό πρωτόκολλο ἠθικῆς συμπεριφορᾶς πού ὑπέγραψαν στό Σικάγο τό 1993 κορυφαῖοι ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Θρησκειῶν καί λυπᾶται πού ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἐκπροσωπήθηκε(209). Τά ἴδια περίπου ὑποστηρίζονται σέ ὄλο τό κεφάλαιο καί στό διάλογο τοῦ ἐπισκόπου Καλλίστου μέ τόν συγγραφέα. Καλό θά ἦταν νά ὑπάρξει διάψευση τοῦ ἐπισκόπου γιά τά ὅσα ἀπαράδεκτα ὑποτίθεται ὅτι πρεσβεύει. Μάλιστα ὑπάρχουν τοποθετήσεις πού θέλουν νά διδασκόμαστε ἀπό τόν διαφωτισμό, νά λειτουργεῖ ἐν ἁγίω Πνεύματι ὁ φεμινισμός καί τό χειρότερο ὅλων νά εὐλογεῖται ἀπό ἕναν ὀρθοδοξο (;) ἐπίσκοπο (;) ἡ Νέα Ἐποχή (229).

Στις σελ. 229 –231 δια στόματος Καλλίστου Γουέαρ διαφημίζεται ἡ Νέα Ἐποχή ὡς κίνημα μέ “γνήσια ἀναζήτηση πνευματικοῦ νοήματος”(230), μέ “εἰλικρινῆ ἀναζήτηση” ἐνῶ κατηγορούμαστε οἱ Χριστιανοί ὅτι δέν γινόμαστε ἐκφραστές καί μάρτυρες τῆς ὑπερβατικῆς πραγματικότητας τοῦ ζῶντος Θεοῦ καί τῆς Βασιλείας Του μέσα στήν ἀνθρώπινη καρδιά”(230 ἡ ὑπογράμμιση δική μας), ἀποκαλεῖται ἡ Ἐκκλησία “θεσμικός χριστιανισμός” μέ φυσική συνέπεια τήν ἄποψη ὅτι ὁ Θεός “μπορεῖ νά σώσει ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν βαπτιστεῖ ποτέ”(231). Κατά τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο τελικῶς ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι παρά ἕνας ἀνθρώπινος θεσμός ξεπερασμένος καί ἀποτυχημένος ἐνῶ στήν πραγματικότητα ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐσωτερική, μυστική και μυστικιστική καί ὅλοι ἀνήκουν σ’ Αὐτήν.

Στίς σελίδες 266 –267 διά στόματος π. Μαξίμου διαψεύδεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου πῆρε ἐπισήμως θέση ἐνάντια στό σχέδιο Ἀνάν καί ἀποκαλοῦνται ὑπερσυντηρητικοί οἱ ἁγιορεῖτες πού δέ βλέπουν μέ καλό μάτι τήν Εὐρώπη. Στό ἴδιο κεφάλαιο ἀναπτύσσεται τό θέμα τῆς προσευχῆς καί ἐνῶ στήν σελ. 269 ὁ π.Μάξιμος ξεκαθαρίζει ὅτι δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν διαλογισμό, στή συνέχεια ὁ συγγραφέας, χρησιμοποιώντας πάντα τό στόμα τοῦ π.Μαξίμου, ἐπιβεβαιώνει τό ἀντίθετο. Γίνεται λόγος γιά “πνευματικές διαδρομές τῆς προσευχῆς” (270), γιά ἀποκάλυψη τῆς φύσης τοῦ Θεοῦ καί ἄνοιγμα τῶν πνευματικῶν ὁριζόντων (270), γιά κινδύνους πνευματικούς καί γιά κατάσταση προσευχῆς. Ὅλοι οἱ παραπάνω ὅροι σέ συνδυασμό μέ τήν ἄποψη ὅτι ἡ προσευχή ἐνέχει πνευματικούς κινδύνους ἀποδεικνύει ὅτι δέν ξεχωρίζεται ἀπό τόν διαλογισμό.

Στήν 284 ὁ συγγραφέας ἐξισώνει τήν Θεία Λειτουργία καί τόν μυστικό της χαρακτήρα μέ τόν μυστικιστικό χαρακτήρα τῶν μεθόδων τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν ἐνῶ στην 287 μιλᾶ γιά πνευματική ἐνέργεια τῶν εὐχῶν.

Τό δωδέκατο κεφάλαιο εἶναι γεμάτο μέ ἀπροϋπόθετη ἀποδοχή ὅλων τῶν ἐπιθανατίων ἐμπειριῶν ὡς γνησίων καί ὠφέλιμων. Ὁ π. Μάξιμος μάλιστα στή σελ.302 δέχεται ὅλες τίς ἐμπειρίες αὐτές καί τίς ἐπιδοκιμάζει ὡς ὀρθόδοξες, στήν 305 θεωρεῖ ὅτι οἱ ἐμπειρίες αὐτές δίνουν “ἀσυνήθιστες δυνάμεις καί ἰκανότητες” σέ αὐτούς πού τίς βιώνουν, στήν 307 ὅτι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ἀντλοῦν ἀπό ἐσωτερικές δυνάμεις θαυμαστές ἱκανότητες ὅπως τό νά περπατοῦν στό νερό, στήν 309 καί πάλι μιλᾶ γιά κρυμμένες ἐσωτερικές δυνάμεις στούς ἀνθρώπους, στήν 310 μιλᾶ γιά ἐσωτερικό φῶς πού ὑπάρχει καί ἐκπέμπεται μέσα ἀπό τούς ἀνθρώπους καί στήν 307 μιλᾶ γιά αἰώρηση μοναχοῦ πού ὁ συγγραφέας συγκρίνει μέ θιβετιανό ἀντίστοιχο φαινόμενο.

Οἱ τελευταῖες δέ σελίδες τοῦ κεφαλαίου εἶναι ἀφιερωμένες στό μεγάλο πρόβλημα τοῦ Μαρκίδη. Μέσα στίς σελίδες αὐτές προσπαθεῖ, ὅπως ἔκανε καί στό “ὅρος τῆς Σιωπῆς”, νά πείσει ὅτι ἡ πίστη στήν αἰώνια κόλαση εἶναι ἐσφαλμένη καί ὅτι ὅλοι θά σωθοῦν. Χρησιμοποιεῖ μαλιστα τόν Ἅγιο Γρηγόριο Ναζιανζηνό ἀλλά καί τόν ἀπόστολο Παῦλο. Συγκεκριμένα παραπέμπει στό ἔργο κάποιου Χιοῦστον Σμίθ τόν ὁποῖο προβάλλει ὡς “αὐθεντία”(322), καί ὁ ὁποῖος στηρίζει τήν ἀποκατασταση τῶν πάντων στούς σοφούς ὅλων τῶν θρησκειῶν (323) ἀλλά καί στόν ὀρθόδοξο ἱεραπόστολο πατέρα Λάζαρο γνωστό ἀπό τήν “Ἀσκητική τῆς ἀγάπης”. Σύμφωνα λοιπόν μέ τόν Σμίθ ὁ π. Λάζαρος ἑρμηνεύοντας τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιά τόν τρίτο οὐρανό πίστευε ὅτι αὐτός πού ἔφτασε ἐκεῖ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος καί ὅτι αὐτό πού διδάχθηκε ὡς μυστικό ἦταν ὅτι “τελικά ὅλοι θά σωθοῦν”(323). Κατά τόν Κυριάκο Μαρκίδη συνεπῶς “ἡ μετά θάνατον ζωή πρέπει νά συνεπάγεται μια αἰώνια ἐξελικτική διαδικασία ἐξαγνισμοῦ, κάθαρσης τῆς ψυχῆς μέσα στά πλαίσια τοῦ αὐτεξούσιου”(321). Καί ὁ ἄνθρωπος αὐτός προσκαλεῖται νά μιλήσει σέ ἐκκλησιαστικούς σταθμούς ἐνῶ τά γεμάτα πλάνες βιβλία του πωλοῦνται σέ ἐκκλησιαστικά βιβλιοπωλεῖα.

Στίς σελίδες 340-342 ἕνας ἅγιος γέροντας ἐνῶ ἀρχικά διαφωνεῖ μέ τόν φίλο τοῦ συγγραφέα πού προσεύχεται μέσα σέ τζαμιά καί πιστεύει, ἐναρμονισμένος μέ τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ὅτι πρέπει νά μυρωθεῖ ξανά διότι ἀρνήθηκε τήν πίστη του, τελικῶς ἀλλάζει θέση διότι ὁ ἴδιος ὁ Θεός τοῦ μίλησε κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας καί τοῦ εἶπε ὅτι “δέν διέπραξε ἁμαρτία ὅταν προσευχήθηκε στόν Χριστό μέσα σέ ἕναν τζαμί”(342). Ὁ ἴδιος ὁ Θεός λοιπόν εὐλογεῖ τόν οἰκουμενισμό καί ἀντιτίθεται στούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Κανόνες φαίνεται οὔτε θεόπνευστοί εἶναι, οὔτε συμφωνοῦν μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀλλά, κατά τόν συγγραφέα, εἶναι κατασκευάσματα φονταμεταλιστῶν ἀνθρώπων, ὀργάνων ἑνός ἀνθρώπινου θεσμοῦ.

Στήν 346 ὁ διαλογισμός καί ἡ προσευχή μπαίνουν καί πάλι στό ἴδιο καζάνι καί ἔχουν τόν ἴδιο στόχο: “να γαληνέψουν τό νοῦ καί νά ἐκδηλωθεῖ μέσα μας τό ἀπόλυτο”.

Τέλος, ὑπογραμμίζοντας καί πάλι ὅτι ὅλα ὅσα ἀναφέραμε ἀποτελοῦν μικρό δεῖγμα καί δέν ἐξαντλοῦν τά ἀτοπήματα τοῦ βιβλίου, θά δοῦμε τό τελευταῖο κεφάλαιο στό ὁποῖο καί πάλι ἐπικρατεῖ συγκρητισμός καί Νέα Ἐποχή. Στίς πρῶτες σελίδες προβάλλεται ὁ φεμινισμός, χαρακτηρίζεται ἡ Ἐκκλησία ὡς “πατριαρχική”(442) καί γεμάτη “ταμποῦ” (439), καταδικάζονται ἀπό ἕναν Ὀρθόδοξο ἐπίσκοπο, τόν Κάλλιστο Γουέαρ, οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀναχρονιστικοί και ἐμπόδιο γιά τίς γυναῖκες (443)˚ γίνεται ἀποδεκτή ἡ θεωρία τοῦ Δαρβίνου καί ἡ μεγάλη ἔκρηξη (445)˚ χαρακτηρίζονται “φονταμεταλιστές” οἱ διαφωνοῦντες (447) ˚ ἐκλαμβάνονται οἱ ἐρημίτες τοῦ ἁγίου Ὄρους ὡς ζῶντες στόν κόσμο τους (450) καί τό γεγονός αὐτό ὡς αἰτία γιά τίς διαφωνίες τους στόν οἰκουμενισμό καί τίς σχέσεις τῶν δύο φύλων. Δηλώνεται ξεκάθαρα ὅτι ὁ Θεός δέν περιορίζεται σέ πολιτιστικά πλαίσια καί σέ ἱστορικά δημιουργημένες θρησκεῖες (452) ˚ τονίζεται ἡ δύναμη τῆς σκέψης (454)˚ ταυτίζονται τά ἐξωσωματικά ταξίδια μέ τίς ἐν ἁγίω Πνεύματι ὁράσεις τῶν ἁγίων καί ὑποστηρίζεται ὄτι μόνον ὁ ὅρος ἀλλάζει. Τέλος πολυδιαφημίζεται ὡς πρότυπο φεμινιστικό ἡ γερόντισσα Γαβριηλία τῆς ὀποίας γίνεται ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη, ἀφοῦ μέ βεβαιότητα τονίζεται ὅτι ἔφτασε στή θέωση (442). Ἐδῶ βέβαια νά ἐπισημάνουμε ἀκόμα μιά ἐνέργεια στήν ὁποῖα πρέπει νά προβεῖ ἡ Μητρόπολη Λεμεσοῦ. Ἐκτός λοιπόν ἀπό τήν καταδίκη τῶν ἀποκρυφιστικῶν βιβλίων τοῦ Μαρκίδη καλό θά ἦταν νά καταδικαστεῖ καί ἡ “Ἀσκητική τῆς ἀγάπης” ἕνα βιβλίο πού προβάλλεται δυστυχῶς ἀπό τήν ἱστοσελίδα καί τούς σταθμούς τῆς Μητροπόλεως καί πού, ἄν ἰσχύουν οἱ πληροφορίες, τίς ὁποῖες μᾶς δίνει ὁ Μαρκίδης, οἱ μοναχές τῆς Μητροπόλεως καί πνευματικά τέκνα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀθανασίου διαβάζουν οἰ ἴδιες, ἔχουν ὡς πρότυπο καί προσφέρουν καί σέ ἄλλους ὡς ὠφέλιμο. Εἶναι φυσικό νά μήν κατάφερε ὁ συγγραφέας νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό το νεοεποχήτικο πνεῦμα, ὅταν ὡς βοήθημα τοῦ δόθηκε ἀπό μοναχές τό συγκεκριμένο γεμάτο πλάνες βιβλίο.

Πηγή: http://www.alopsis.gr/alopsis/Markidhs.htm

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: