Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Ελλάδα, το γερμανικό πτωχοκομείο

Tο γερμανικό σχέδιο προβλέπει αφενός μεν το διαμελισμό της Ελλάδας μέσω της Μακεδονίας, αφετέρου την ενσωμάτωση των μεταναστών, των εποίκων καλύτερα, με κόστος που θα καλυφτεί από την υπερβολική φορολόγηση της μεσαίας τάξης.
Επικαιρότητα
Αναμένεται η ανακοίνωση διατήρησης του χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ στο 17% σε πέντε νησιά που μαστίζονται από τη μεταναστευτική κρίση, όπως φαίνεται από την εικόνα. Το αντάλλαγμα που ζήτησε και πήρε η Γερμανία; Η εγκατάσταση όλο και περισσότερων εποίκων στα νησιά. Γιατί τους ονομάζω εποίκους; Προφανώς επειδή δεν έχουν καμία πρόθεση να φύγουν, η θέση τους ενισχύεται από τη συμφωνία του Μαρόκου που πρώτος υπέγραψε ο διεθνιστής πρωθυπουργός μας, ενώ καμία άλλη χώρα δεν θα τους επιτρέψει τη μετεγκατάσταση.
Όπως αναφέρει συνάδελφος, το γερμανικό σχέδιο προβλέπει αφενός μεν το διαμελισμό της Ελλάδας μέσω της Μακεδονίας, αφετέρου την ενσωμάτωση των μεταναστών, με κόστος που θα καλυφτεί από την υπερβολική φορολόγηση της μεσαίας τάξης. Το ότι θα εξαϋλωθεί βυθιζόμενη στη φτώχεια δεν ενοχλεί καθόλου τους Γερμανούς, αφού έτσι και αλλιώς δεν αντιστέκεται. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε ένα γερμανικό πολυπολιτισμικό πτωχοκομείο, σε ένα τεράστιο στρατόπεδο μεταναστών και προσφύγων, έτσι ώστε να μη «μολυνθεί» η άρια γερμανική φυλή.
Οι ικανοί Έλληνες άλλωστε μεταναστεύουν στη Γερμανία (μαζί με τις καταθέσεις μας και με τις μεγάλες εταιρείες όπως ο ΤΙΤΑΝ), αφήνοντας ένα κενό που συμπληρώνεται με τους έποικους. Αργότερα, όποιοι έποικοι σπουδάσουν αποκτώντας τις κατάλληλες δεξιότητες, θα απορροφηθούν από τη γερμανική βιομηχανία που διψάει για φτηνά εργατικά χέρια. Όχι μόνο εντός του κράτους της, αλλά και στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες (ΕΟΖ) που θα δημιουργηθούν στην περιφέρεια, στις οποίες δεν θα ισχύει καμία εργατική νομοθεσία και δεν θα υπάρχει καμία προστασία των ανθρώπων.
Προφανώς τώρα οι έποικοι που θα εισρέουν μαζικά στην Ελλάδα, θα βυθίσουν την κοινωνία ακόμη περισσότερο στο χάος, στην εγκληματικότητα και στην εξαθλίωση. Την ίδια στιγμή το διεφθαρμένο κομματικό-πελατειακό κράτος ζει και βασιλεύει, κρίνοντας από το ρεπορτάζ του συναδέλφου, σύμφωνα με το οποίο σε έναν οργανισμό του ευρύτερου δημόσιου τομέα ένας μικρός αριθμός υπαλλήλων και διοικητικών στελεχών έδωσε στον εαυτό του ένα χριστουγεννιάτικο δώρο ύψους 70.000 € με τη μορφή bonus. Εις υγεία των κορόιδων βέβαια που νόμισαν πως ψήφισαν ένα άμεμπτο κόμμα, με μία παραδειγματική αριστερή ηθική.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι πως το bonus στηρίχθηκε σε νομοθετικό πλαίσιο των μνημονίων, ενώ το σχετικό έγγραφο αναρτήθηκε στη «Διαύγεια». Επικαλείται δε «εθιμικό δίκαιο», βάσει του οποίου με απόφαση του ΔΣ του οργανισμού από το 2001, χορηγούνται τέτοια δώρα από τότε. Από την άλλη πλευρά δεν ανανεώθηκαν συμβάσεις εργασίας των 500 € σε άλλους, επειδή δεν πληρούσαν τα κομματικά κριτήρια!
Η ΝΔ βέβαια στο συνέδριο της αναφέρθηκε στους δικούς της συμβασιούχους και λοιπά διοικητικά στελέχη, αφού αποτελούν τον κομματικό της στρατό, αλλά καθόλου στο θέμα του εποικισμού της χώρας. Εύλογα φυσικά, αφού δεν διαφέρει σε τίποτα από το ΣΥΡΙΖΑ, ενώ για να είμαστε αντικειμενικοί ο τελευταίος βαδίζει στα ίχνη της πολιτικής των δύο προηγούμενων κομμάτων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ), τόσο στα εθνικά θέματα, όσο και σε αυτά που έχουν σχέση με τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος.
Όλοι έχουμε καταλάβει πως για την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας συμφωνεί και η ΝΔ. Η διαφορά της έχει σχέση μόνο με το συμφωνητικό, όπως ακριβώς στο θέμα των μνημονίων και της γερμανικής κατοχής, όπου δεν έχει αντίρρηση για τα ίδια, αλλά μόνο για τον τρόπο διαχείρισης τους.
Για τους Γερμανούς πάντως όλα αυτά είναι πολύ θετικά, αφού διευκολύνουν τα σχέδια τους τόσο για το διαμελισμό και εποικισμό της Ελλάδας, όσο και για τη ληστεία των περιουσιακών της στοιχείων. Δεν έχουν άλλωστε κανέναν ηθικό ενδοιασμό στο να μετατρέψουν την Ελλάδα σε σκουπιδότοπο, με τη βοήθεια των διεφθαρμένων της κομμάτων. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, καθώς επίσης γιατί κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου, όταν συντελείται μία τέτοια καταστροφή στη χώρα μας.

Καταπέλτης ο Μάζης: Το εφιαλτικό σενάριο για το Αιγαίο. «Ο Τραμπ μπλοφάρει για τη Συρία. Διαφορετικά, οδεύουμε σ΄ έναν μεγάλο πόλεμο»

Την ανησυχία του για τις τούρκικες προκλήσεις στο Αιγαίο διατύπωσε ο καθηγητής Γεωπολιτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Μάζης παρουσιάζοντας ένα άκρως ανησυχητικό σενάριο, που αφορά στην δημιουργία ουδέτερης ζώνης στην περιοχή, με τοποτηρητή το ΝΑΤΟ.
Ο καθηγητής όπως είπε, φοβάται ότι σε περίπτωση θερμής ρήξης με την Τουρκία θα παρέμβει το ΝΑΤΟ: «Και λέει θα σας φτιάξουμε μια ουδέτερη ζώνη από τα Δαρδανέλια, ως την Κύπρο που θα ελέγχεται από το ΝΑΤΟ και ΗΠΑ για να μην πλησιάζετε.
Και εσείς οι Τούρκοι επειδή έχετε διπλωματικό φλερτ με την Ρωσία, να μην τη δούμε να κατεβαίνει από τα Δαρδανέλια στο Αιγαίο, γιατί εκεί έχουμε ανατροπή του δόγματος ασφαλείας των ΗΠΑ. Αυτό φοβάμαι… Αυτό που είπε ο νάυαρχος Αποστολάκης, έπρεπε να ειπωθεί για να τα ακούσουν αυτοί που ασχολούνται με την ασφάλεια της Ν.Α πτέρυγας του ΝΑΤΟ», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μάζης. (Ακούστε τι είπε για το θέμα αυτό στο 32 λεπτό.)
Στην ίδια συνέντευξή του στον Πάρη Καρβουνόπουλο για το militaire, ο καθηγητής αναλύει λεπτομερώς τι συμβαίνει στην “καυτή” περιοχή της Μέσης Ανατολής με επίκεντρο την ιδιαίτερα κινητική Τουρκία.
«Ο Ερντογάν πάει να χτίσει μια αυτοκρατορία στην περιοχή απέναντι σε μια άλλη, την Ρωσική αλλά και την Κινεζική. Δεν χωράνε δύο αυτοκρατορίες στην περιοχή, είπε ακόμη αναφερόμενος στο θέμα της Συρίας ο καθηγητής Ιωαν. Μάζης.
Για την επέμβαση των Τούρκων στη Συρία εξηγεί γιατί η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη για την Άγκυρα και τον Ερντογάν. Το δύσκολο όπως λέει δεν είναι να κάνει την εισβολή. Το πολύ δύσκολο είναι να κρατήσει όσα κατακτήσει, μόνος του και με δεδομένες τις αντιρρήσεις Ισραηλινών και Γάλλων.
“Πολλούς για πάντα δεν γίνεται να τους κοροϊδεύεις”, λέει ο κ.Μάζης σχολιάζοντας την πολιτική που προσπαθεί να ασκήσει ο Ερντογάν.
Δεν είναι καθόλου βέβαιος ότι η αποχώρηση των Αμερικανών είναι δεδομένη. Δεν αρκεί όπως εξηγεί μια απόφαση προέδρου για να γίνει. Το σύστημα διοίκησης των ΗΠΑ δεν είναι τόσο απλοϊκό όσο θέλουμε να πιστεύουμε.
Αναλύει ποιο είναι το λάθος που κάνει ο πρόεδρος Τραμπ με την απόφαση που ανακοίνωσε περί απόσυρσης των στρατευμάτων του από τη Συρία. Η οποία όπως λέει δεν πιστεύει ότι τελικά θα γίνει.
Αποδίδει την απόφαση σε “επιχειρηματική μπλόφα” του Αμερικανού προέδρου γιατί ορθολογικά όπως λέει αν επιμείνει σ΄ αυτή όλα δείχνουν ότι οδεύουμε σ΄ έναν ακόμη μεγάλο πόλεμο.
Ποια είναι η πραγματική σχέση Τραμπ-Πούτιν; Και τι είναι ο Ερντογάν γι΄ αυτή τη σχέση; “Μια ανορθογραφία” , λέει ο κ.Μάζης και εξηγεί το γιατί.
Για τον κ.Ερντογάν υποστηρίζει ότι όσο υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, θα έχει πρόβλημα γιατί “δεν μπορείς να ικανοποιήσεις και τη φωτιά και το νερό”. Επισημαίνει ότι η Τουρκία έχει απομονωθεί από τις ΗΠΑ στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και από το ενεργειακό παιχνίδι που παίζεται εκεί.
Παράλληλα ο κ. Μάζης, είναι καταιγιστικός για την συμφωνία των Πρεσπών και απολύτως αρνητικός για το ενδεχόμενο να “περάσει”.
Για τη βομβιστική επίθεση στο Κολωνάκι, έκανε λόγο για ένα νέο είδος τρομοκρατίας που πιθανόν “επωάζεται” στην Ελλάδα. Τρομοκρατίας που έχει να κάνει με τη θρησκεία. Εξηγεί στη συνέντευξή του ποια είναι τα σημάδια που τον ανησυχούν.
Πηγή: CrashOnline

ΑΣΥΝΕΠΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΡΙΖΑ!

                   
Το κυβερνών κόμμα έχειμετατραπεί στον δυναμικότερο προστάτη του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και της παγκοσμιοποίησης
Εικόνα: Αλκιβιάδης Κωνσταντίνος ΚεφαλάςΑπό τον
Αλκιβιάδη Κ. Κεφαλά*
Η εποχή της παγκοσμιοποίησης χαρακτηρίζεται από την απόλυτη κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, που αναπαράγεται άνευ έργου, έναντι των επενδυτικών παραγωγικών κεφαλαίων που δημιουργούν θέσεις εργασίας. Η ελεύθερη διακίνηση αγαθών, κεφαλαίων και μισθωτής εργασίας, καθώς και οι υπερεθνικοί οικονομικοί και πολιτικοί σχηματισμοί αποσκοπούν στην επίτευξη του κέρδους μέσω της απαξίωσης της εργασίας και στην καταστροφή της μεσαίας τάξης και του έθνους-κράτους, επειδή ο πλούτος συγκεντρώνεται επιλεκτικά στα χέρια των ολίγων. 
Η διαφορά μεταξύ του παραγωγικού και του κερδοσκοπικού κεφαλαίου είχε ήδη επισημανθεί από τον Λένιν το 1916, όπου μέσα στο έργο του «Ιμπεριαλισμός, το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού» τονίζεται ότι η υπερσυγκέντρωση κεφαλαίου σε ολιγάριθμα τραπεζικά χέρια δημιουργεί μια χρηματοπιστωτική ολιγαρχία, που σκοπό έχει να ελέγξει εκτός της παραγωγής και την κατοχή γης. Ο Λένιν επισημαίνει την αναδυόμενη κυριαρχία του τραπεζίτη-ολιγάρχη έναντι του βιομηχάνου, επισημαίνοντας ότι εκεί που πρώτα παράγονταν αγαθά και υπήρχε εργασία η νέα μορφή καπιταλισμού δανείζει τα κεφάλαια σε άλλες χώρες αντί να τα επενδύει στη χώρα προέλευσής τους. Ετσι η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, αγαθών και ανθρώπων γίνεται το απόλυτο σύστημα παραγωγής και συγκέντρωσης πλούτου για τις ολιγάριθμες ελίτ. Σταδιακά το σύστημα απλώνεται παντού, αναφέρει ο Λένιν, ώστε οι χώρες που εξάγουν κεφάλαια να ευημερούν, ενώ οι άλλες που τα δανείζονται να εξαθλιώνονται.
Οι εξαγωγείς χρήματος κερδίζουν από τους τόκους, ενώ οι εισαγωγείς στραγγαλίζονται και δεν αποτελούν τίποτε περισσότερο από αποικίες χρέους. Το χρηματοπιστωτικό παιχνίδι γίνεται πλέον πολιτικό, όπου στις χώρες δανεισμού οι εγχώριοι πολιτικοί αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας τη μεταφορά του πλούτου της χώρας τους στα διεθνή χρηματοπιστωτικά κέντρα. Η πολιτική απαξιώνεται ενώ το σύνολο του πληθυσμού αδυνατεί να αντιληφθεί την πραγματικότητα. Ουσιαστικά το οικονομικό τοπίο που παρουσίασε ο Λένιν δεν είναι τίποτε περισσότερο από την εικόνα της σημερινής παγκοσμιοποίησης, επειδή «η συγκέντρωση των πλουτοπαραγωγικών πηγών στις ολιγάριθμες χρηματοπιστωτικές ελίτ γίνεται μέσω της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων, αγαθών και ανθρώπων». Στο ίδιο μήκος κύματος ο Καρλ Μαρξ σε μια ομιλία του την 9η Ιανουαρίου 1848 με τίτλο «περί του ζητήματος του ελευθέρου εμπορίου» ισχυρίζεται ότι «η απελευθέρωση των δασμών το μόνο που κάνει είναι να απελευθερώνει το κεφάλαιο από τους περιορισμούς με αποτέλεσμα να καταστρέφει τις βιομηχανικές χώρες παραγωγής». 
Εισηγητής της ομιλίας του Μαρξ ήταν ο Φρίντριχ Ενγκελς, ο οποίος στην εισαγωγή του ανέφερε ότι «μόνο ο προστατευτισμός μπορεί να περιφρουρήσει την εργασία από τον αθέμιτο ανταγωνισμό της παραγωγής φτηνών προϊόντων σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου όπου υπερτερούν τα φτηνά εργατικά χέρια». Τις οικονομικές προτάσεις και θέσεις των Μαρξ και Ενγκελς για πρώτη φορά υιοθέτησε η Γερμανία το 1873 κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης επιβάλλοντας τον προστατευτισμό στην εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα να αυξήσει τη βιομηχανική παραγωγή εις βάρος των ανταγωνιστών της. 
Αυτό λοιπόν που ουσιαστικά ισχυρίστηκαν οι θεωρητικοί του κομμουνισμού είναι ότι η παγκοσμιοποίηση καταστρέφει την παραγωγή και την εργασία προς όφελος του χρηματοπιστωτικού συστήματος και συνεπώς απενεργοποιεί την πάλη των τάξεων προς όφελος των ισχυρών. Στην Ελλάδα όμως οι θέσεις των θεμελιωτών του κομμουνισμού για την παγκοσμιοποίηση διαστρεβλώθηκαν σχεδόν από το σύνολο της Αριστεράς, επειδή η τελευταία είναι υπέρμαχος της παγκοσμιοποίησης τη στιγμή που λεκτικά αυτοπροσδιορίζεται ως μαρξιστική.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επί παραδείγματι κατόρθωσε να πραγματοποιήσει μια θεαματική κυβίστηση όταν κατέλαβε την εξουσία, όχι μόνο σε θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής αλλά και στις καθαρά ιδεολογικές θέσεις και αρχές του μαρξισμού. Είναι όμως αξιοθαύμαστο ότι το κόμμα αυτό εξακολουθεί να πείθει το εκλογικό του ακροατήριο με την πολιτική θέση του υπερασπιστή της εργατικής τάξης, παρά το γεγονός ότι καθ’ ομολογίαν των ξένων δανειστών της χώρας μας ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί στον δυναμικότερο προστάτη του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και της παγκοσμιοποίησης, σε αντίθεση με τις οικονομικές και πολιτικές θέσεις των θεωρητικών του κομμουνισμού τους οποίους ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί.
*Διδάκτωρ Φυσικής του πανεπιστημίου 
του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών 
του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

Τ Ο Π Ε Π Λ Ο Τ Η Σ Ι Σ Ι Δ Α Σ (41)

ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ
Pierre Hadot
                                                          VΙΙΙ
         ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ.
                                    ΘΑΥΜΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΡΟΜΟΣ

 23. ΑΠΌ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ

1. Σέλινγκ
     
Από τα τέλη του 18ου αιώνα, όχι μόνο η αναζήτηση τών μυστικών τής φύσης, όπως είδαμε, παραχώρησε τη θέση της σε μια εμπειρία συναισθημάτων αγωνίας και θαυμασμού απέναντι στο άρρητο, αλλά επιπλέον, στη φιλοσοφική σκέψη που ξεκινά από τής εποχή τού ρομαντισμού και φτάνει μέχρι τις μέρες μας, η ίδια η έννοια τού μυστικού τής φύσης θα αντικατασταθεί από την έννοια τού μυστηρίου τού Είναι, ή τής ύπαρξης. Αυτή η αλλαγή προοπτικής είναι ήδη ορατή στη τρίτη εκδοχή (με πιθανή ημερομηνία το 1815) των Εποχών του κόσμου τού Σέλινγκ, έργο φιλόδοξο, που ο συγγραφέας του μετά από επανειλημμένες δοκιμές στη συγγραφή του, αποφάσισε να μην εκδώσει. Στο έργο αυτό ο φιλόσοφος επανέρχεται στη θεωρία των τριών θείων δυνάμεων που εμφανίζονται και σε άλλα έργα του με διαφορετική μορφή, και προσπαθεί να αναλύσει τα στάδια εξέλιξης του Θεού, δηλαδή σε τελική ανάλυση την ανάδυση της πραγματικότητας. Περιγράφοντας την αρχέγονη δυναμική διαστολής και συστολής, ο Σέλινγκ αναγνωρίζει τη σημασία τής «πρώτης ώθησης με την οποία ξεκινά αυτή η κίνηση εναλλαγής που ενεργοποιεί όλη την ορατή φύση» και που μπορούμε να παρακολουθήσουμε για παράδειγμα στη ζωή των φυτών τών οποίων όλη η ενέργεια εξαντλείται στη δημιουργία του σπόρου που θα οδηγήσει και πάλι στη παραγωγή του νέου σπόρου. Κίνηση του Είναι και κίνηση της φύσης επομένως συνδέονται άμεσα. Για να μπορέσει να αποκτήσει τη θέση του, να αναφανεί και να αποκαλυφθεί, θα πρέπει επομένως το Είναι να κλειστεί πρώτα στον εαυτό του, προκειμένου αυτή η αποκάλυψη να αποκτήσει περιεχόμενο, δηλαδή μια βάση, ένα θεμέλιο (Grund). Η αποκάλυψη προϋποθέτει μια πρώτη φάση κατά την οποία το Είναι αρνείται τον εαυτό του, ανασυγκροτεί ή ανασυνιστά την ουσία του. Στο σημείο αυτό ο Σέλινγκ αναδεικνύεται σε κληρονόμο του Boehme, για τον οποίο η πρώτη αρχή της θεϊκής ιδιότητας είναι πυρ, οργή, θυμός, μανία, και η πρώτη στιγμή της φύσης, μια «τρομακτική, σκληρή, φλογερή και ψυχρή, φθονερή και οργισμένη» σύσπαση. «Η ανάπτυξη προϋποθέτει αναδίπλωση».
     Θα πρέπει να προσέξουμε ιδιαιτέρως ένα απόσπασμα από τις Εποχές του χρόνου που μας αποκαλύπτει καθαρά τη μεταμόρφωση τής έννοιας  τού μυστικού τής φύσης, το οποίο στο εξής καταλήγει να εκφράζει μια στιγμή τής αυτοσυνείδησης του Είναι, καθώς και το θεμελιώδες μυστήριο της ύπαρξης:
     «Αυτή η τάση εγκλεισμού του Είναι εμπεριέχεται στις τρέχουσες εκφράσεις τού λόγου, ειδικά όταν λέμε ότι η φύση αποστρέφεται το βλέμμα μας και κρύβει το μυστήριό της. Μόνο υπό την επήρεια μιας ανώτερης δύναμης θα ήταν δυνατόν να ανασυρθεί από το καταφύγιο του όπου βρίσκεται κρυμμένο ολόκληρο το γίγνεσθαι».
     Γίνεται σαφές ότι εδώ πρόκειται για το πέρασμα από τη φύση που κρύπτεται στο Είναι που εγκλείεται. Αυτή η αρχέγονη άρνηση, λέει ο Σέλινγκ, είναι «η τροφός ολόκληρου του ορατού σύμπαντος», και οι συνέπειές της εμφανίζονται στα φαινόμενα αναδίπλωσης, του σύμπαντος και των σωμάτων. Λέγοντας ότι η φύση κρύπτεται, εννοούμε ότι «η φύση προσαρτάται με τις ρίζες της στην τυφλή, σκοτεινή, άρρητη πλευρά του Θεού». Κάθε ανάπτυξη αποτελεί πλήγμα σε αυτή την αντίσταση, σε αυτή την επιθυμία εγκλεισμού. Με άλλα λόγια το μυστικό της φύσης δεν αντιπροσωπεύει για τον Σέλινγκ ένα πρόβλημα που θα μπορούσε να λύσει η επιστήμη, αλλά το αρχέγονο μυστήριο του Είναι, τον αδιαπέραστο και ανεξερεύνητο χαρακτήρα του. Σε μια τέτοια προοπτική ο αφορισμός «η φύση κρύπτεσθαι φιλεί» ειρηνεύεται ως εξής: «Στην αρχική του σύσταση το Είναι βρίσκεται σε κατάσταση συρρίκνωσης και μη-ανάπτυξης». Αλλά και η ίδια η έννοια της φύσης στον Σέλινγκ έχει ασαφές νόημα, διότι, όπως συμβαίνει και με τη πρόταση που μόλις παραθέσαμε, είναι ενδεχόμενο να προσδιορίζει  τη «φυσική κατάσταση» της φύσης,  αλλά συχνά αναφέρεται επίσης σε αυτό που ο Vladimir Jankelevitch αποκαλεί «θεοσοφική Φύση, στην οποία ο Σέλινγκ αναγνωρίζει την απόκρυφη θεότητα του Θεού». Σε κάθε περίπτωση θα μπορούσαμε να συμπορευτούμε με τον Jankelevitch όταν λέει: «Η Φύση εδώ ταυτίζεται με το Grund (το βάθος), με το κρυφό μυστήριο της ύπαρξης».

2. Μυστήριο της ύπαρξης και αγωνία
     
Στους Αφορισμούς περί της φιλοσοφίας της φύσης, ο Σέλινγκ αναφέρεται στην αγωνία που μας διακατέχει απέναντι στην ύπαρξη, όταν αποχωριστεί από όλες τις οικίες μορφές που μας την κρύβουν:
     «Οποιοσδήποτε ατενίσει, αφαιρώντας του την υπόσταση και τη μορφή, αυτό το απλό όντος Είναι (που συνήθως αποκαλείται η ύπαρξη), στην καθαρή του μορφή, θα πρέπει να το θεωρήσει σαν ένα θαύμα που συγκλονίζει τη ψυχή μας. Διότι είναι επιπλέον αναμφισβήτητο ότι αυτό το απλό «όντως Είναι» που εισέβαλε στα προαισθήματα των αρχαίων ψυχών, προκαλούσε δέος και ένα είδος ιερού τρόμου».
     Για τον Σέλινγκ, η ίδια η γένεση του Είναι δικαιολογεί τον αδιαπέραστο και τρομακτικό χαρακτήρα της ύπαρξης. Έχει τις ρίζες της σε αυτή την πρώτη στιγμή του όντος, που ο Σέλινγκ αποκαλεί το βάθος (Grund) και συνιστά μια αρχέγονη αδιαφάνεια, μια άρνηση ανάδυσης και αποκάλυψης, αδιαφάνεια και άρνηση που θα πρέπει να ξεπεραστούν. Ο Jan Assmann απέδειξε ότι ο 18ος αιώνα ενστερνίστηκε την επιγραφή της Σάις: «Είμαι όλα όσα υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν», καθώς και τη δήλωση του Γιαχβέ στο Μωυσή, της οποίας μια από τις πολλές ερμηνείες είναι: «Είμαι αυτός που είμαι», αποδίδοντας και στις δύο την έννοια της άρνησης της θεότητας να αναφέρει το όνομά της, δηλαδή να αποκαλυφθεί. Ο Σέλινγκ που αποδίδει στη δήλωση του Γιαχβέ το νόημα τού «Θα είμαι εκείνος που θα είμαι», επηρεασμένος πιθανότατα από αυτή την αντίληψη τοποθετεί την απόρριψη και την άρνηση στη προέλευση του Είναι.
    Γεγονός παραμένει πάντως ότι κατά τον Σέλινγκ, στην τρίτη εκδοχή των Εποχών του κόσμου, το Είναι αναπτύσσεται μόνο μέσα από έναν αγώνα εναντίον του εαυτού του, και έτσι προκύπτει ο αγωνιώδης και τρομακτικός χαρακτήρας της ύπαρξης. Η ύπαρξη κατ’ αυτόν είναι τραγική.
     «Η αγωνία είναι το θεμελιώδες συναίσθημα κάθε ζωντανού πλάσματος και οτιδήποτε ζει, γεννάται και επιβιώνει στους κόλπους μιας βίαιης πάλης».
     Το βάθος των πραγμάτων είναι για τον Σέλινγκ, όπως και για τον Boehme, αλλά και τον Σοπενχάουερ, «θλίψη», «οδύνη», «παράνοια», οι οποίες θα πρέπει να παραμεριστούν, αλλά παραμένουν εγγενείς στην ύπαρξη.
     Ο Σέλινγκ περιπαίζει τους φιλοσόφους που για μεγάλο χρονικό διάστημα βομβάρδιζαν τους ανθρώπους με τις θεωρίες τους περί της αρμονίας του κόσμου. Στα μάτια του, εκείνο που πραγματικά αποτελεί το αληθινό ουσιαστικό βάθος της ύπαρξης είναι ο φόβος και ο τρόμος. «Θεμελιώδης ουσία κάθε ζωντανού όντος και κάθε ύπαρξης, γράφει ο Karl Löwith, είναι για τον Σέλινγκ, όπως και για τον Νίτσε, κάτι το τρομακτικό: «μια εξουσία και μια τυφλή δύναμη, μια πρωτόγονη αρχή που μπορεί να ξεπεραστεί αλλά είναι αδύνατον να ακυρωθεί, και που αποτελεί «τη βάση κάθε μεγαλείου και κάλλους». Για τον Σέλινγκ, ο αφορισμός του Ηράκλειτου: «Η Φύση κρύπτεσθαι φιλεί», σημαίνει ότι η Φύση είναι η απαρχή μιας αντίστασης στην εξέλιξη, στο βαθμό που αντιπροσωπεύει μια δύναμη που παραμένει στον εαυτό της. Η «αιδώς της Φύσης» καθίσταται μυστήριο του Είναι, και αυτό το μυστήριο θα γεννά αγωνία και τρόμο. Πιστεύω ότι ο Γκαίτε και ο Σέλινγκ εκπροσωπούν μια παράδοση για την οποία το αδιαπέραστο μυστήριο της ύπαρξης προκαλεί αγωνία. Δεν καλούμαστε πλέον να υπερνικήσουμε τις δυσκολίες και τα εμπόδια που αντιπαραθέτει η Φύση στη γνώση μας, αλλά μάλλον να αναγνωρίσουμε ότι το ανεξήγητο είναι εγγενές στη φύση, τον κόσμο, στο είναι-μέσα στο-κόσμο, στο Είναι, έτσι ώστε μια από τις ουσιαστικές παραμέτρους της ανθρώπινης ύπαρξης θα είναι στο εξής ο θαυμασμός συνυφασμένος με την αγωνία, το «ιερό ρίγος», όπως θα έλεγαν ο Καντ και ο Γκαίτε, απέναντι στο μυστήριο και το άλυτο αίνιγμα.

3. Ο αφορισμός του Ηράκλειτου στον Χάιντεγκερ
    
Στη σύγχρονη εποχή δεν γίνεται πλέον λόγος για μυστικό της φύσης, και η Ίσιδα αναχώρησε μαζί με το πέπλο της στη χώρα των ονείρων. Αλλά ο αφορισμός του Ηράκλειτου παραμένει ζωντανός και εξακολουθεί να τροφοδοτεί τη φιλοσοφική σκέψη. Ο Χάιντεγκερ μάλιστα τον επαναφέρει στο φως. Ταυτίζει τη φύση του Ηράκλειτου με αυτό που αποκαλεί το Είναι και αποδίδει στον αφορισμό διάφορες ερμηνείες, αρκετά διαφορετικές αλλά συγκλίνουσες: «Το Είναι αγαπά να καθίσταται αόρατο», «’Ο,τι καλύπτεται αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μιας αποκάλυψης», «Το Είναι (αυτό που αναδυόμενο αναπτύσσεται) τείνει καθαυτό προς τον εγκλεισμό του», «Το κρύβεσθαι ανήκει στην προεπιλογή του Είναι». Ή ακόμη οι δύο μορφές διατύπωσης που παραθέτει ο Alain Renaut: «Το Είναι περιορίζεται μέσα στο όν» και «Το Είναι αποσύρεται στο βαθμό που απελευθερώνεται μέσα στο ον». Οι ερμηνείες αυτές θα πρέπει να τοποθετηθούν  στο πλαίσιο της συχνά απρόσμενης εξέλιξης της σκέψης του Χάιντεγκερ:  η έννοια Είναι ιδιαίτερα υπόκειται σε συνεχή επαναπροσδιορισμό. Αλλά η παρακολούθησή της ξεπερνά το πλαίσιο της μελέτης μας. Έτσι θα περιοριστώ στις αναφορές του που σχετίζονται με την παρούσα έρευνα.
     Για να κατανοήσουμε τις ερμηνείες του αφορισμού του Ηράκλειτου θα πρέπει να προσπαθήσουμε να διακρίνουμε το νόημα που αποδίδει ο Χάιντεγκερ στο «Είναι» και στο «ον». Κατά την άποψή του είμαστε συνηθισμένοι να παρατηρούμε μόνο συγκεκριμένα πράγματα· τον άνθρωπο, το σκύλο, το δέντρο, το αστέρι, το τραπέζι. Αυτά ο Χάιντεγκερ τα αποκαλεί όντα. Ο άνθρωπος ενδιαφέρεται μόνο για τις ιδιότητες, τη χρηστικότητα και τη τελεολογία των όντων. Τη σχέση ενός πράγματος με τα άλλα πράγματα. Το γεγονός ότι τα όντα υφίστανται δεν ενδιαφέρει τους ανθρώπους:
     «Λίγο ενδιαφέρει τον βυθισμένο στην καθημερινότητα άνθρωπο το ότι τα πράγματα υφίστανται, ότι θεμελιώνονται στο Είναι. Το απλό ον τον ενδιαφέρει, αλλά το Είναι του όντος τον αφήνει αδιάφορο. Λέμε “Ο καιρός είναι άσχημος”. Και ο άσχημος καιρός μας αρκεί, ενώ στερούμε κάθε σημασίας αυτό το “είναι”. […] Η ανθρώπινη συμπεριφορά στο σύνολο της αντανακλά αυτή την αντινομία, ότι δηλαδή ο άνθρωπος γνωρίζει το ον αλλά ξεχνά το Είναι».
     Υπάρχει εδώ μια ριζική αντίθεση ανάμεσα στη μετοχή τού είναι (ον), και το απαρέμφατο είναι. Το Είναι δεν είναι κάτι που υπάρχει ανάμεσα στ’ άλλα, αλλά αποτελεί μιαν οντότητα, μια παρουσία. Αυτό που φανερώνεται είναι τα όντα, αυτό που δεν φανερώνεται είναι η ίδια η φανέρωση, δηλαδή το Είναι. Αυτό που εκδηλώνεται είναι τα παρόντα όντα, αυτό που κρύβεται είναι η Παρουσία που φανερώνει τα όντα, κάτι που ξεχνάμε εντελώς, είναι η εμφάνισή τους ενώπιών μας.
     Αυτό είναι το παράδοξο που θεμελιώνει την χαιντεγκεριανή ερμηνεία του ηρακλείτειου αφορισμού. Ο Χάιντεγκερ αντιλαμβάνεται τη λέξη φύσις στην προοπτική του αρχικού της νοήματος στα ελληνικά:
      «Τι σημαίνει η λέξη φύσις ; Σημαίνει αυτό που αναπτύσσεται από μόνο του [… ], το ξεδίπλωμα δια του ανοίγματος, και μέσα απ’ αυτό το ξεδίπλωμα η εμφάνιση και η διατήρηση και παραμονή σε αυτό το φαίνεσθαι».
   Περιγράφει αυτή τη διαδικασία σαν ένα Aufgehen (άνοιγμα), δηλαδή σαν τη γέννηση, τη βλάστηση, την ανάδυση. Για τον Χάιντεγκερ η προέλευση της δυτικής αντίληψης για τη φύση προέρχεται από την ελληνική θεώρηση του Είναι ως γέννηση, ως ανάδυση. Επομένως ο Χάιντεγκερ αντιλαμβάνεται ότι οι τρεις λέξεις του αφορισμού του Ηράκλειτου σημαίνουν ότι η «γέννηση», η αποκάλυψη, που είναι η φύσις προϋποθέτει μια κάλυψη (όπως είχε ήδη πει ο Σέλινγκ: «Η ανάπτυξη προϋποθέτει την αναδίπλωση»):
     «Ο Ηράκλειτος εννοεί ότι μέρος του Είναι αποτελεί η συγκράτηση, η παραμονή σε επιφυλακή. Δεν εννοεί σε καμιά περίπτωση ότι το Είναι σημαίνει αποκρύπτομαι αλλά ακριβώς το εξής: ασφαλώς το Είναι αναπτύσσεται ως φύσις, ως αποκάλυψη, σαν κάτι που εκδηλώνεται καθαυτό, αλλά αυτή η αποκάλυψη προϋποθέτει κάτι καλυμμένο. Πώς θα ήταν δυνατή η αποκάλυψη αν δεν υπήρχε η κάλυψη ; Λέμε λοιπόν ότι το Είναι μάς αποφεύγει, αλλά με ένα τρόπο που μας κρύβει ταυτόχρονα και την ουσία του. Αυτό το νόημα έχουν οι λέξεις «ιστορία του Είναι».
     Αλλά η εκδοχή αυτή επιδέχεται αρκετές παραλλαγές. Άλλοτε, όπως στην Αρχή της λογικής που μόλις παραθέσαμε, γίνεται λόγος γι’ αυτό που ο Χάιντεγκερ αποκαλεί «ιστορία του Είναι». Εδώ πρόκειται για την υποχώρηση της σκέψης μέσα στη λήθη του Είναι, που διατρέχει την ιστορία της φιλοσοφίας. Η ιστορία της φιλοσοφίας καθίσταται «μια προσέγγιση της κάλυψης του Είναι, της βύθισής του στη λήθη».
    Και άλλοτε για την εσωτερική αντινομία του Είναι ανάμεσα στη κάλυψη και την αποκάλυψη. Αναζητώντας μια ερμηνεία στον αφορισμό του Ηράκλειτου, ο Χάιντεγκερ λέει:
     «Τι μπορεί να σημαίνει αυτό ; Πιστέψαμε, πιστεύουμε ότι σημαίνει το εξής: επειδή η πρόσβαση στο Είναι καθίσταται δυσχερής, χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να το ξετρυπώσει κανείς από τη κρυψώνα του, και να το θεραπεύσει, αν μπορούμε να πούμε, από την επιθυμία να κρύβεται.
     Είναι καιρός, επειδή οι ανάγκες το απαιτούν, να σκεφτούμε το αντίστροφο: Επιλογή του Είναι, δηλαδή η κατάσταση στην οποία βεβαιώνεται η ανάπτυξή του, είναι να αποσύρεται, να καταφεύγει στον δικό του χώρο. Και ανάπτυξη του Είναι σημαίνει την ανάδυση, την άνθηση, στον ανοιχτό χώρο, στο μη-αποσύρεσθαι –  […]δηλ. τη φύση. Μόνο αυτό που κατά την ανάπτυξή του ανοίγει και αναδύεται, και δεν μπορεί παρά να αναδυθεί, μόνο αυτό αγαπά να αναδύεται. […]. Και γι’ αυτό ακριβώς δεν επιτρέπεται να «υπερβαίνεται» το κρύπτεσθαι της φύσις, να παραβιάζεται· πολύ πιο βαρύ είναι το καθήκον να αφεθεί το κρύπτεσθαι, στη φύση, στην καθαυτό δική της ανάπτυξη, ως αναπόσπαστο μέρος της φύσης. Το Είναι αποτελεί το άνοιγμα του αναδυομένου που έχει αναδιπλωθεί».
     Κατά τον Χάιντεγκερ ο αφορισμός του Ηράκλειτου συνδέεται με τη δική του θεωρία περί της α-ληθείας σύμφωνα με την ετυμολογία της ελληνικής λέξης: αλήθεια σημαίνει μη-λήθη, μη-κάλυψη. Αλλά και η αλήθεια που υπόκειται στην απο-κάλυψη προϋποθέτει και αυτή μια κάλυψη. Κατά τον ίδιο τρόπο και η φύση αποτελεί μια κεκαλυμμένη αποκάλυψη, ένα αποκεκριμένο άνοιγμα: το άνοιγμα προϋποθέτει κάλυψη, η κάλυψη οδηγεί στην αποκάλυψη. Γι αυτό ακριβώς ο Χάιντεγκερ αποκαλεί το Είναι Μυστικό, Αίνιγμα, Μυστήριο (Geheimnis). Και έτσι η διαδρομή που σκιαγραφείται από τον Γκαίτε ως τον Νίτσε, αναγνωρίζοντας ότι Φύση ή η Αλήθεια δεν χωρίζεται από το πέπλο της αποκτά μεγαλύτερη έμφαση.
    Είναι φυσικό για τον άνθρωπο να ξεχνά το Είναι.  Για να επιζήσει ο άνθρωπος θα πρέπει να δώσει την προσοχή του στα όντα. Υπνωτισμένος από την έγνοια των πραγμάτων, τα οποία θεωρεί αυθύπαρκτα, ο άνθρωπος αδυνατεί να εξετάσει τον τρόπο που αναδύονται και εμφανίζονται, τη φύση τους, με την ετυμολογική έννοια του όρου. Όπως αναφέρει ο Jean Wahl: «Αυτή η επιλογή [= η λήθη του Είναι για χάρη του όντος] είναι κάτι που μας συνιστά, κάτι που συνεχώς εκπληρώνουμε, κάτι που αποτελεί την ανθρώπινη μοίρα. Παραμένουμε εκτελεστές του Είναι». Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε για το Είναι του Χάιντεγκερ αυτό που λέει ο Πλωτίνος για το Εν: «Παρότι δεν απέχει από τίποτε, απέχει από τα πάντα, έτσι ώστε παρότι παρόν, είναι απόν, εκτός από την περίπτωση εκείνων που είναι ικανοί να το συλλάβουν». Η παρουσία του είναι κατά κάποιο τρόπο παρουσία-απουσία.  Η λήθη του Είναι ερμηνεύει και την ανθρώπινη συνθήκη. «Περι-πλανάται»: «Η ταραχή που αποδιώχνει το μυστήριο και υποχρεώνει τον άνθρωπο να  καταφεύγει στη τρέχουσα πραγματικότητα, που τον ωθεί από το ένα καθημερινό πράγμα στο άλλο στερώντας του το μυστήριο, λέγεται περι-πλάνη-ση». Δανειζόμενοι την διατύπωση του Είναι και Χρόνος θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος βρίσκεται συνήθως σε μια κατάσταση αναυθεντικότητας, αλλά μπορεί να αποκτήσει μια σπάνια και προσωρινή πρόσβαση στην αυθεντικότητα και τη διαύγεια αν έλθει αντιμέτωπος με το Είναι.
     Οι φιλόσοφοι και οι επιστήμονες των προηγούμενων αιώνων αναφέρονταν συνήθως στην αποκάλυψη της φύσης, στην αποκάλυψη των μυστικών της. Εδώ, το Είναι που πήρε τη θέση της φύσης, δεν χρειάζεται να αποκαλυφθεί, αλλά είναι ταυτόχρονα αυτό που αποκαλύπτει και αυτό που δεν αποκαλύπτεται. Το απόλυτο αίνιγμα είναι η «ανάδυση». Ο Alain Renaut, στη μελέτη που προαναφέραμε το διατυπώνει ως εξής: «Το Είναι καθαυτό είναι εδώ η Σφίγγα».
    Έχει άραγε δίκαιο ο Χάιντεγκερ που ερμηνεύει με αυτό τον τρόπο τον αφορισμό του Ηράκλειτου ; Έχει ασφαλώς δίκαιο να αντιλαμβάνεται τη φύση ως αυτό που αναδύεται, που αναφαίνεται. Έχει επίσης δίκαιο όταν αναγνωρίζει στον αφορισμό τη μέθοδο με την οποία ο Ηράκλειτος επεχείρησε να συλλάβει την ταυτότητα των αντιθέτων. Δεν πιστεύω όμως ότι ο Ηράκλειτος συνέλαβε το Είναι ως κάτι που αναδύεται και αναφαίνεται, ότι δηλαδή το είχε ταυτίσει με τη φύση.

(συνεχίζεται)

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ (11)

ΣΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΩΤΗ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΠΟΥ ΣΥΝΕΓΡΑΨΕ ΥΠΕΡ ΑΥΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΥΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΕΚΕΙΝΟΥ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12

Απόδειξις (παράστασις) σαφής διεξοδικώτερη (με πολλά επιχειρήματα) ότι ο Ακίνδυνος είναι αρειανός, έκθεσις και ανατροπή της δοξασίας του κατά την όποια ισχυρίζεται ότι είναι κτιστά όλα τα κατά τον θειο Μάξιμο ουσιωδώς θεωρούμενα περί (γύρω από) τον Θεό 

45. Εσύ δείχνεις και στα επόμενα φανερά ότι συνηγορείς με τον μανιώδη κατά την επωνυμία (τον Άρειο). Διότι διατείνεσαι ότι το ενεργούμενο δηλώνει πάντοτε το κτιζόμενο, επομένως κατά την άποψή σου και το ενεργείν σημαίνει το κτίζειν, ενώ επίσης και το έργο (μιας ενεργείας), αν το ακούσουμε, ως κτίσμα θα το εννοήσουμε κατά τη διδασκαλία σου. Τούτο λοιπόν και προφορικά διδάσκεις με παρρησία περιερχόμενος και σε εκτενή συγγράμματα διαπραγματεύεσαι γράφοντας καθαρώς∙ «αν μεν είναι άκτιστο, δεν είναι έργο του επέκεινα των πάντων Θεού∙ διότι το ίδιο (ταυτόν) είναι έργο και ποίημα και κτίσμα. Αν δε ενεργείται από τον Θεό, δεν είναι άκτιστο ούτε άναρχο ούτε συναΐδιο με τον Θεό». Αν λοιπόν πεισθούμε σε σένα, θα πούμε κτιστή και την άναρχη και αΐδια γέννησιν, σαν έργο της θείας φύσεως που είναι. Πολύ περισσότερο σύμφωνα με την άποψή σου και την ακριβέστατη θεολογία σου, αφού και τούτο ισχυρίζεσαι φανερά, θα πούμε ότι είναι έργο της θείας φύσεως τα ποιήματα∙ γι’ αυτό επικρίνεις εμάς ότι κατατέμνουμε (διασπούμε) σε πολλά τον Θεό, διότι λέγουμε ότι τα ποιήματα δεν μετέχουν της θείας ουσίας αλλά της ενεργείας.

Λέγει λοιπόν ο από τη Δαμασκό θείος Ιωάννης στο όγδοο κεφάλαιο των Δογματικών∙ «η μεν γέννησις είναι άναρχη και αΐδια, εφ’ όσον είναι έργο φύσεως και εκ της ουσίας του Θεού προάγουσα (προβάλλεται από την ουσία του Θεού), για να μη υποστεί μεταβολή ο γεννών και για να μην είναι Θεός πρώτος και Θεός ύστερος (δεύτερος) και δεχθεί προσθήκη. Η δε κτίσις επί Θεού, εφ’ όσον είναι έργο θελήσεως, δεν είναι συναΐδια με τον Θεό, επειδή το εκ του μη όντος προαγόμενο εις το είναι (στην ύπαρξη) δεν μπορεί να είναι συναΐδιο με το άναρχο και πάντοτε όν». Ο δε μεγάλος στα θεία Μάξιμος λέγει «έργα όλα τα ουσιωδώς θεωρούμενα περί (απαντώμενα γύρω από) τον Θεό, την αγαθότητα, την αθανασία, την απλότητα και κάθε τι παρόμοιο με αυτά», πού κατ’ αυτόν μάλιστα «και έργα Θεού είναι και δεν έχουν αρχή χρονικώς». Τα δικά σου όμως ποιές μυθικές τερατολογίες δεν ξεπέρασαν; Ποιές ελληνικές φλυαρίες δεν υπερακόντισαν; Ποιές πλατωνικές ιδέες ή προϋπάρξεις ψυχών δεν υπερέβαλαν σε ασέβεια; Διότι λέγεις, «ότι η αθανασία και η αγιότης, η αρετή και η αγαθότης, η ατρεψία και η απλότης εκτός δε από αυτά και η οντότης όλων των όντων, έχουν κτισθή, όχι εν χρόνω βέβαια, αλλά κάποτε εν αιώνι (μέσα στον αιώνα) προ των αγγέλων∙ και ότι όλες αυτές, που είναι μέσα σε ουσίες και υποστάσεις, αφού εκτίσθηκαν πριν από τους αγγέλους, θεωρούνται (απαντώνται) κατά την ουσία και υπόστασή τους ουσιωδώς περί (γύρω από) τον Θεό και μετέχονται από όλους τους αγγέλους και τους ανθρώπους και τα όντα».

46. Και αφού εισάγεις τόσο μεγάλη καινοτομία και δείχνεις με πολλά, όπως εσύ ο ίδιος νομίζεις, και συγγράφεις τόσο αλλόκοτα και ασύστατα (διότι πώς θα μπορούσε η αθανασία και η ατρεψία να είναι καθ’ εαυτήν σε υπόσταση; Πώς αυτά και η αγιότης και η απλότης και η αρετή και τα ανάλογα όλα θα μπορούσαν να θεωρηθούν με δική τους ουσία και υπόσταση, αφού ούτε στον Θεό είναι προαιωνίως ούτε στους μετέχοντας αγγέλους και ανθρώπους;)· αφού λοιπόν τέτοια καινοτομία εισάγεις και υποβιβάζεις με αυτήν σε κτίσμα το θείο, έπειτα αποδίδεις σε εμάς ακριβώς καινοτομία, επειδή φρονούμε ότι η αθανασία και η ατρεψία και η αγαθότης και η απλότης και τα παραπλήσια με αυτά θεωρούνται φυσικώς περί (απαντώνται γύρω από) τον Θεό εξ αϊδίου, παρ’ όλο που ο θείος Μάξιμος είπε «ότι αυτά θεωρούνται περί (γύρω από) τον Θεό ουσιωδώς». Όπως δηλαδή ουσία και φύσις είναι το αυτό, έτσι και φυσικό και ουσιώδες είναι το αυτό∙ γι’ αυτό κι’ εμείς είπαμε μαζί με τον άγιο ότι όλα αυτά είναι άναρχα, ή μάλλον προβάλαμε τον άγιο να τα λέγει. Πώς πράγματι θα μπορούσε να είναι Θεός χωρίς ατρεψία και αθανασία, απλότητα και αγαθότητα, να είναι δε κτιστά η απλότης και η ζωή και η αθανασία και όλα τα παρόμοια με αυτά, τα φυσικώς θεωρούμενα (απαντώμενα) μέσα στα κτίσματα που μετέχουν αυτών; Γι’ αυτό λοιπόν ο Ακίνδυνος ισχυρίζεται ότι εμείς εισάγουμε πολλές άκτιστες θεότητες στην Εκκλησία, διότι δεν δοξάζουμε κατά το παράδειγμα αυτού και του καθηγητού του Βαρλαάμ μόνο την ουσία του Θεού ως άναρχη, αλλά και την αγαθότητα και την απλότητα και την ατρεψία και την αθανασία του. Και πώς όμως, λέγει, ονομάζονται αυτά από τον άγιο έργα, αν είναι άναρχα; Προς αυτόν θα πούμε πάλι εμείς, κατά την αποστολική διδαχή, «ερμηνεύοντας τα πνευματικά για τους πνευματικούς», και πώς ο από την Δαμασκό θείος Ιωάννης είπε έργο και αυτήν την προαιώνια γέννησιν; 

Για ν’ απολογηθούμε δε τώρα και υπέρ των αγίων προς σένα τον κατήγορο εκείνων, αυτοί εδώ έργο λέγουν τη φυσική ενέργεια, οι δε φυσικές ενέργειες συνυπάρχουν πάντοτε με τη φύσιν, από την οποία και μέσα στην οποία έχουν το είναι, και των μεν κτιστών όλων είναι κτιστές, μόνο δε της άκτιστης φύσεως είναι άκτιστες.

(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος

Ασφαλώς και κάθε λόγος έχει τον αντίλογο


π. Γεώργιος Μεταλληνός, «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός».

Γράφει ο Βασίλειος Τουλουμτσής
Πτυχιούχος Θεολογίας Α.Π.Θ.

Ασφαλώς και κάθε λόγος έχει τον αντίλογό του, ώστε ο κάθε καλοπροαίρετος και φιλαλήθης αναγνώστης να έχει τη δυνατότητα να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα για κάθε εξεταζόμενο θέμα. Θα ήθελα να αναφερθώ εντελώς αυθόρμητα και χωρίς προδιάθεση δικαιώσεως του πολυσέβαστου π. Γεωργίου Μεταλληνού, σε ένα πρόσφατο δημοσίευμα ενός ιστολογίου, στο οποίο κατά τη γνώμη του γράφοντος,  εντελώς αντιεπιστημονικά και χρησιμοποιώντας ανυπόστατα επιχειρήματα, αποδίδεται το χαρακτηριστικό της υιοθέτησης και εξύμνησης εκ μέρους του π. Γεωργίου, προβληματικών εκκλησιολογικών θέσεων σύγχρονου ακαδημαϊκού θεολόγου, ενάντια στη διαχρονική εκκλησιαστική παράδοση.
Το τεράστιο θεολογικό έργο και η εν γένει προσφορά του π. Γεωργίου είναι ήδη γνωστά και ως εκ τούτου δεν διακατέχομαι από την ψευδαίσθηση ότι ο π. Γεώργιος χρειάζεται τη δική μου «υπεράσπιση», καθώς κατά την Παύλεια γραφίδα «τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται». Έχοντας όμως μελετήσει αρκετά από τα συγγράμματα του π. Γεωργίου και έχοντας παρακολουθήσει πολλές από τις  ομιλίες του, μου φάνηκε αδιανόητο να συμβαίνει κάτι τέτοιο, τη στιγμή μάλιστα που στο πανεπιστημιακό του σύγγραμμα «Θεολογική Μαρτυρία της Εκκλησιαστικής Λατρείας, Αρμός, Αθήνα 19962», γράφει εκτενώς για τη θέση του Επισκόπου στην Εκκλησία (ιδιαίτερα στις σελ. 198-211), ως παροντοποίηση της σώζουσας πίστης κατά τη διαχρονική παράδοση της Εκκλησίας, πέρα από κάθε δυτικού τύπου επισκοποκεντρικότητα.
Προκειμένου να σχηματίσω ακριβή εικόνα, ασφαλώς και άκουσα ολόκληρη την εν λόγω ομιλία διάρκειας περίπου εξήντα (60) λεπτών, και δεν αρκέστηκα στο τετράλεπτο απόσπασμα της ανάρτησης, το οποίο όντας αποκομμένο πλήρως από τη γενικότερη νοηματική συνάφεια, οδηγεί σε επισφαλή συμπεράσματα. Άλλωστε δεν είναι άγνωστο, ότι η αλήθεια όταν αποκόβεται ως μερίδιο από την καθολικότητά της, παύει να είναι αλήθεια και εκπίπτει σε ψεύδος. Με αυτά τα δεδομένα, μου δημιουργήθηκε έντονος προβληματισμός ως προς τις προθέσεις του συντάκτη της ανάρτησης. 
Η ανάλυση που κάνει ο π. Γεώργιος γίνεται με το δεδομένο ότι ο Επίσκοπος  ορθοτομεί την καθολικότητα της πίστεως, ενώ αναφερόμενος στην περίπτωση αιρετικής απόκλισης, αναφέρεται επί λέξει με την εξής φράση: «Ο Επίσκοπος είναι εις τόπον των Αποστόλων, όταν είναι Επίσκοπος, άμα δεν κάνει, είναι σκέτη αποτυχία»[1]. Αποτελεί τραγική ειρωνία το γεγονός ότι ο π. Γεώργιος ήδη στο πρώτο εικοσάλεπτο, υποστηρίζει ακριβώς τις αντίθετες θέσεις από αυτές που του αποδίδονται, προβάλλοντας την άρρηκτη σχέση θεσμού και χαρίσματος και πάντα στη βάση της πίστεως. Η διασπαστική εμμονή είτε αποκλειστικά στον θεσμό, είτε αποκλειστικά στο χάρισμα, μας παραπέμπει να δούμε τα τραγικά αποτελέσματά της στον παπισμό και στους προτεσταντισμούς αντίστοιχα.
Ο επιστήμονας που ενεργεί απροκατάληπτη έρευνα, δεν λειτουργεί ανελαστικά ως προς την χρησιμοποιούμενη βιβλιογραφία, αλλά αντιθέτως χρησιμοποιεί το σύνολο της διαθέσιμης βιβλιογραφίας, και οτιδήποτε ορθό έχει γραφεί από τον οποιοδήποτε, αξιοποιείται δημιουργικά. Πολλώ δε μάλλον αυτό συνέβη και στη περίπτωση της αναφοράς στη διδακτορική διατριβή του Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, η οποία γράφτηκε το έτος 1965 με ορθόδοξες προθέσεις και πηγαίο υλικό έργα Αποστολικών Πατέρων και Απολογητών. Βέβαια, ο Μητρ. Περγάμου αργότερα, θέλοντας να φτάσει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα, συγγράφει τα μεταγενέστερα έργα του κατά τη μέθοδο της «λήψεως του ζητουμένου», ερμηνεύοντας ως εκ τούτου τα πατερικά κείμενα μέσα από τις ιδιαίτερες προσωπικές του ερμηνευτικές προϋποθέσεις, καταλήγοντας σε προβληματικές θεολογικά και φιλο-οικουμενιστικές θέσεις, καμία από τις οποίες ο π. Γεώργιος δεν αναφέρει, υιοθετεί ή εξυμνεί. Επιπρόσθετα, ως προς την ερμηνευτική προσέγγιση του οποιουδήποτε κειμένου, δεν αρκεί απλώς η ανάγνωσή του, αλλά απαιτούνται και συγκεκριμένα κριτήρια, ώστε να εξαχθούν τα ορθά συμπεράσματα.
Η Εκκλησία, από όσο τουλάχιστον δύναμαι να γνωρίζω από την έως σήμερα μελέτη μου, δεν εντόπισε την ακρίβεια της πίστεως σε μια στείρα ορολογία,  αλλά στο κατά πόσο το περιεχόμενο αυτής, μπορεί να περιγράψει με «κτιστά ρήματα» και με κάθε δυνατή ακρίβεια, την αποκεκαλυμμένη εν Χριστώ αλήθεια. Άρα λοιπόν, στην προσπάθεια κανείς να αντιπαρατεθεί στην κοσμικού τύπου επισκοποκεντρικότητα, πολύ εύκολα μπορεί να «σκοντάψει», και να καταλήξει στην σχετικοποίηση της θέσης και του ρόλου του Επισκόπου εντός της Εκκλησίας και στην υποστήριξη ενός άκρατου «πρεσβυτεριανισμού», παραθεωρώντας τις τραγικές συνέπειες ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Το καίριο ζήτημα της ενότητας εν τω Επισκόπω, δύναται να καταλήξει σε εντελώς αντίθετα συμπεράσματα αναλόγως των ερμηνευτικών κριτηρίων ανάγνωσης. Όταν το θέμα εξεταστεί ορθόδοξα επί τη βάσει της ενότητας και καθολικότητας της Αποστολικής Πίστεως της οποίας ο Επίσκοπος είναι εγγυητής και την οποία φυσικά ομολόγησε κατά τη χειροτονία του, τότε γίνεται φανερή η λειτουργία και η θέση του Επισκόπου στην τέλεση των μυστηρίων, ιδίως δε της θείας Ευχαριστίας, όπου ενεργεί «εις τύπον Χριστού» παροντοποιώντας σωματικά τον «αοράτως συν ημίν όντα Χριστόν»[2], για τη σωτηρία του ανθρώπου και του σύμπαντος κόσμου. Έτσι λοιπόν, η φύση της συνάξεως είναι πάντοτε Χριστο-κεντρική, όπως το τονίζει και ο π. Γεώργιος στο προαναφερόμενο σύγγραμμα[3].
Σε διαφορετική προσέγγιση απροϋπόθετης ενότητος στο πρόσωπο του Επισκόπου (ως πρώτου), μοιραία έχουμε έκπτωση σε έναν εξουσιαστικό επισκοπικό θεσμό, αποκομμένο από το γενικότερο χαρισματικό του ρόλο και δεσμευμένο κάτω από νομικές και φυλετικές θεωρήσεις, όπου η ιερωσύνη ταυτίζεται «με την κοσμική έννοια της εξουσίας»[4].
Η ενότητα δηλαδή της Εκκλησίας γύρω από τόν Επίσκοπο, ερμηνεύεται στό πλαίσιο της λειτουργικής σύναξης καί της τέλεσης των μυστηρίων και σε καμία περίπτωση στό ίδιο τό πρόσωπο του Επισκόπου. Ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος περιγράφοντας τη λατρευτική σύναξη των πιστών παρουσιάζει την ενότητα του ενιαίου σώματος της Εκκλησίας τονίζοντας την ισότητα όλων στη θ. Ευχαριστία και τα μυστήρια, όπου «ὁμοίως πάντες ἀξιούμεθα τῶν αὐτῶν [=όλοι αξιωνόμαστε να απολαύσουμε τα ίδια]»[5] . Γι' αυτό και ο Επίσκοπος συμμετέχει της συνόδου όχι ως άτομο, αλλά ως ενσαρκωτὴς της τοπικής Εκκλησίας[6].
Θα ήθελα να απευθυνθώ σε αυτούς τους αδελφούς που «κοπίασαν» να βρουν την ομιλία του π. Γεωργίου, σπατάλησαν από τον προσωπικό τους χρόνο ώστε να την ακούσουν ολόκληρη, και φυσικά να την επεξεργαστούν ώστε να απομονώσουν ακριβώς το απόσπασμα που τους εξυπηρετεί και να το δημοσιεύσουν, αναφέροντάς τους τη φράση του Μ. Βασιλείου «εἰ κατ΄ἀλλήλων ὁπλιζόμεθα, οὐδέ τοῦ διαβόλου χρείαν, ὡς πρός τήν ἡμετέραν ἀπώλειαν». Έχουμε συνδετικό κρίκο την κοινή πίστη και το κοινό μας βάπτισμα. Αλλού βρίσκονται τα προβλήματα που αλλοιώνουν την πίστη και χρήζουν αντιμετώπισης. Μην σπαταλάτε δυνάμεις σε τέτοιου είδους εγχειρήματα. Ο π. Γεώργιος είναι ένα σύγχρονος εκκλησιαστικός άνδρας, που αφιέρωσε όλη του τη ζωή και όλες του τις δυνάμεις στη διακονία της Εκκλησίας με προφητική ευαισθησία. Δεν μπορεί να σταθεί η δυσφήμιση της υποστήριξης της εξουσιαστικής επισκοποκεντρικότητας, τη στιγμή που στην αρχή της ομιλίας του τονίζει ότι ο Επίσκοπος είναι ένας εκ των πρεσβυτέρων ως συμπρεσβύτερος με μοναδικό Μυσταγωγό τον Αρχιερέα Χριστό, στον Οποίο «δανείζει τήν ἑαυτοῦ γλῶτταν και παρέχει την ἑαυτοῦ χεῖρα» για να  τελέσει το μυστήριο ως «προσφέρων καί προσφερόμενος καί προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος», ενώ επιπρόσθετα κάνει λόγο για την μη ύπαρξη τάξεως αρχόντων και αρχομένων στην Εκκλησία[7]. Με τέτοιες επιφανειακές προσεγγίσεις, κατηγορήθηκε και ο Γρηγόριος Νύσσης ότι υιοθέτησε την αποκατάσταση των πάντων του Ωριγένους, πράγμα το οποίο ακόμη και σήμερα αναπαράγεται, ένεκα της ομωνυμίας των χρησιμοποιούμενων όρων. Όμως «κοινά μέν τά ρήματα, έτερα δέ τά νοήματα», ενώ σε διαφορετική διατύπωση από τον άγιο Μάξιμο, «τήν ἐκ τῆς ὁμωνυμίας βλάβην φυλάξασθε» .




[1] Αρχική ομιλία με θέμα «Οι εμπειρίες των αγίων μας καθοδηγούν» στο σημείο 18:40.
[3] Βλ. ό. π.
[4] Ό. π. σελ. 206.
[5] ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εις τὴν Β´ Προς Κορινθίους Επιστολήν ΙΗ', PG 61, 527ΑΒ.
[6] Βλ. ομιλία 13:15 και εξής.
[7] Βλ. επίσης και π. Γ. Δ. Μεταλληνού, Θεολογική Μαρτυρία της Εκκλησιαστικής Λατρείας, σελ. 211.


Στάλθηκε στο email

ΣΧΟΛΙΟ: Ο Ζηζιούλας είναι ναρκοπέδιο, επικίνδυνος. Ανήκει στό ΠΣΕ. Δέν υφίσταται ορθόδοξη εργασία του. Η διδακτορική του διατριβή ακολούθησε τίς σπουδές του στό ΠΣΕ. Ο πλήρης τίτλος της είναι: "Η ενότης τής εκκλησίας εν τή Θεία Ευχαριστία καί τώ επισκόπω κατά τούς τρείς πρώτους αιώνες."  Δέν εμπιστεύεται κανέναν Πατέρα τής Εκκλησίας μετά τόν Αγιο Ιωάννη Δαμασκηνό. Δέν τούς κατανοεί. Η ίδια η διατριβή είναι απάντηση στήν αντίστοιχη εργασία τού Αφανάσιεφ, η οποία πρόβαλε τήν θέση  ότι "οπουδήποτε τελείται η Ευχαριστία εκεί είναι καί η Εκκλησία". Η θέση του είναι ότι "όπου ο Επίσκοπος εκεί καί η Εκκλησία". Φυσικά δέν είναι αλήθεια. 
Ο Μεταλληνός ισχυρίστηκε ότι η θέση αυτή τώρα έχει αρχίσει νά περνά στούς επισκόπους. Ο Μεταλληνός είναι θεολογικά υποταγμένος στόν Ζηζιούλα, όπως καί τό σύνολο τών ορθοδόξων. Ακόμη καί οι ζηλωτές κινούνται πάνω σ' αυτή τήν γραμμή.

Αμέθυστος

Ολοταχώς προς τον μετάνθρωπο

Η «υπόθεση Χε» και οι γενετικοί πειραματισμοί
του Χρίστου Δαγρέ
To Nοέμβριο ο Κινέζος επιστήμονας Χε Τζιανκούι ανακοίνωσε μέσω του MIT Technology Review ότι είχε προχωρήσει στη γενετική τροποποίηση γονιμοποιημένων ωαρίων, χρησιμοποιώντας την τεχνική CRISPR, από τα οποία τελικά γεννήθηκαν δύο κορίτσια. Ο Χε προσπάθησε να παρέμβει στην επιφανειακή πρωτεΐνη CCR5, η οποία διευκολύνει τη μετάδοση του ιού HIV. Περίπου το 10-15% των Ευρωπαίων έχουν μία φυσική μετάλλαξη, τη Δ32, που οδηγεί στην παραγωγή ελαττωματικής CCR5-Δ32, η οποία εμποδίζει τη μετάδοση του συχνότερου τύπου HIV. Παράλληλα όμως, φαίνεται ότι έχει κάποιες ανεπιθύμητες συνέπειες, όπως την ηυξημένη θνησιμότητα από τον ιό της γρίπης Α. Ο Χε προσπάθησε να προκαλέσει τεχνητά μετάλλαξη στη CCR5 ισχυριζόμενος ότι προφυλάσσει τα κορίτσια, καθώς ο πατέρας τους είναι φορέας. Ωστόσο, όσο περισσότερες πληροφορίες αποκαλύπτονται τόσο επιβεβαιώνεται ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια περίπτωση επικίνδυνου ερασιτεχνισμού!
Καταρχάς, η τροποποίηση Δ32 δεν προστατεύει από όλα τα στελέχη του ιού, ενώ δεν είναι καν απαραίτητη, δεδομένου ότι υπάρχουν συμβατικότεροι τρόποι προφύλαξης. Επίσης, στο ένα κοριτσάκι η μετάλλαξη δεν έχει επιτευχθεί σε όλα τα κύτταρα, οπότε δεν έχει καμία προστασία. Πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, αν και προσπάθησε να μιμηθεί τη φυσική μετάλλαξη Δ32 στην πραγματικότητα προκάλεσε εντελώς διαφορετικές, άγνωστες μεταλλάξεις, για τις οποίες δεν γνωρίζουμε εάν προσφέρουν όντως προστασία ή εάν έχουν κάποια τοξική δράση. Τέλος, είναι ανεπιβεβαίωτο εάν υπάρχουν off-target μεταλλάξεις, δηλαδή εάν το CRISPR προκάλεσε μεταβολές και σε άλλα γονίδια όπως έχει συμβεί πειραματικά στο παρελθόν. Ο Χε δήλωσε ότι δεν βρέθηκαν off-target μεταλλάξεις (χωρίς να δώσει αρκετές λεπτομέρειες), αλλά πολλοί γενετιστές εκφράζουν επιφυλάξεις κατά πόσον ο έλεγχος ήταν επαρκής. Τέλος, το σημαντικότερο είναι ότι δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί εάν οι μεταλλάξεις έχουν περάσει και στα γενετικά κύτταρα των παιδιών οπότε είναι άγνωστο εάν κληρονομούνται στις επόμενες γενιές.
Οι βιοηθικές αβελτηρίες ωστόσο ήταν ακόμη χειρότερες. Καταρχάς, τα παραπάνω σφάλματα καθιστούν τους πιθανούς κινδύνους πολύ σημαντικότερους από τα (αμφισβητούμενα πλέον) οφέλη για τα παιδιά, οπότε δεν θα έπρεπε να προχωρήσει η εμφύτευση των ωαρίων. Πέρα από αυτό, το έγγραφο με βάση το οποίο έδωσαν συγκατάθεση οι γονείς ήταν γραμμένο σε δυσνόητη τεχνική γλώσσα, παρέλειπε γνωστούς ή πιθανολογούμενους κινδύνους και δεν διευκρίνιζε ότι θα υπάρξει τροποποίηση γονιδίων. Όπως προκύπτει μέχρι στιγμής, οι γονείς νόμιζαν ότι θα δοκιμαστεί κάποιου είδους εμβόλιο για την πρόληψη του HIV. Tέλος, ο Χε δεν είχε ζητήσει άδεια για τέτοια πράξη από το πανεπιστήμιο στο οποίο εργαζόταν, ενώ η άδεια από επιτροπή βιοηθικής άλλου νοσοκομείου που παρουσίασε μάλλον είχε πλαστογραφηθεί!
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Χε, κινούμενος από προσωπικά ελατήρια, παραβίασε βασικούς ιατρικούς, νομικούς και βιοηθικούς κανόνες και, εκμεταλλευόμενος την επιστημονική του θέση, προχώρησε σε ξεκάθαρα αντιεπιστημονικούς γενετικούς πειραματισμούς, που δεν διαφέρουν ηθικά από αυτούς του λογοτεχνικού δρα Φρανκενστάιν! Η επιστημονική κοινότητα, η οποία μέχρι τότε είχε δείξει αυτοσυγκράτηση, αποδείχτηκε απροστάτευτη από κάποιον που επιδιώκοντας μια αμφιλεγόμενη πρωτιά απλώς περιφρόνησε τους κανόνες (είναι ενδεικτικό ότι ο Χε επέλεξε να δώσει πληροφορίες μέσω του γιουτιούμπ αντί να δημοσιεύσει σε επιστημονικό περιοδικό). Εάν ανοίξει το «γονιδιακό κουτί της Πανδώρας» είναι αδύνατον να περιοριστούν οι επιπτώσεις χωρίς να υπάρχουν προσυμφωνημένοι κανόνες αντίδρασης. Χωρίς παραδειγματική τιμωρία δε, υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κατακλυστούμε από ερασιτεχνικούς πειραματισμούς με το ανθρώπινο γονιδίωμα που θα είναι αδύνατον να ελεγχθούν. Η «υπόθεση Χε» θέτει αμείλικτα ερωτήματα, ηθικά και επιστημονικά, αλλά είναι άγνωστο πώς, πότε και από ποιον θα δοθούν απαντήσεις.