Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2024

Κωνσταντίνος Γρίβας: Σηκώνω τα χέρια ψηλά με Ισραήλ!


Κωνσταντίνος Γρίβας: Το μεγάλο ερώτημα είναι, τί θέλει να κάνει το Ισραήλ. Στην Ελλάδα έχουμε εγκλωβιστεί σε μια ποδοσφαιρική λογική. Έχει κάποια υψηλή στρατηγική και ρεαλιστικό σκόπο που επιδιώκει να πετύχει. Ή έχει ένα χρήσιμο πολεμικό εργαλείο, το οποίο χρησιμοποιεί; Αυτό δεν είναι κάτι που δεν έχει ξαναπάθει το Ισραή. Ακόμα και εδώ στην Ελλάδα έχουμε μυθοποιήσει ακόμα και όσοι το μισούν. Το Ισράηλ έχει μια πολύ ευέλικτη εφαρμογή στρατιωτικής ισχύος. Η τακτική είναι αυτή που δημιουργεί τους στρατηγικούς στόχους. Οι ηγήτορες επί του πεδίου έχουν απόλυτη ελευθερία. Αυτό όμως τους εγκλωβίζει όσον αφορά στη διαχείριση της επιτυχίας. Τρανό παράδειγμα ο πόλεμος των 6 ημέρων. Οπότε σήμερα αναρωτιέμαι πραγματικά τί θέλει να κάνει; Τί θέλει να κάνει στη Γάζα; Να τους σκοτώσει όλους; Δεν έχει ορατό στόχο εξόδου από εκεί. Με το Ιράν θέλει να τους σκοτώσει όλους. Όσα ακούγονται ότι θέλει να τελειώσει με το Ιράν είναι εκτός πραγματικότητας. Ούτε μπορεί να τελειώσει το ισλαμικό καθεστώς. Ο μόνος τρόπος για να πετύχει ολοκληρωτική νίκη έναντι του ιράν είναι μαζική πυρηνική επίθεση.

ΚΑΤΩΤΕΡΕΣ ΡΑΤΣΕΣ

 

Όταν νομίζετε ότι έχουμε φτάσει στον πάτο, διαβάστε τη Repubblica και πάρτε θάρρος: υπάρχουν ακόμη πολλά να κατεβείτε ή να σκάψετε. Τα ιρανικά αντίποινα μετά την ισραηλινή σφαγή στις 31 Ιουλίου στην Τεχεράνη για τη δολοφονία τού Haniyeh, πολιτικού ηγέτη της Χαμάς, δεν είχαν πραγματοποιηθεί, χάρη στην πίεση των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Αλλά μετά την ισραηλινή σφαγή στη Βηρυτό για να σκοτώσει επίσης τον Nasrallah, ηγέτη της Χεζμπολάχ, ήρθε: ένας νεκρός (Παλαιστίνιος) και κάποιοι τραυματίες στο Ισραήλ. Ξαφνικά ο σκηνοθέτης Molinari, που είχε αποσπαστεί για μια στιγμή για ένα χρόνο για τους 42 χιλιάδες θανάτους που σκοτώθηκαν στη Γάζα και για τους χιλιάδες θανάτους (συν ένα εκατομμύριο πρόσφυγες) στον Λίβανο, ανακάλυψε ξανά την αξία έστω και μιας ανθρώπινης ζωής και τιτλοφορήθηκε το editorial του: «Αν ο θάνατος έρχεται από τον ουρανό». Οι τίτλοι με το «αν» εισάγουν μια υπόθεση που εναπόκειται στον αναγνώστη να συμπληρώσει: εδώ υπάρχει ένα ωραίο «... εξαρτάται από το ποιος ρίχνει τα βλήματα από τον ουρανό και ποιος είναι από κάτω». Τα καλύτερα όμως έρχονται με τον σχολιασμό του Stefano Folli. Ότι, αντί να καταγγείλει την ατιμωρησία που εγγυάται η Δύση στον εξολοθρευτή Νετανιάχου, τα διπλά μέτρα και σταθμά στις αθώες εισβολές του και στις άσεμνες του Πούτιν, την τραυλή και ατελέσφορη αφασία του Δημοκρατικού Κόμματος που ψηφίζει υπέρ της κήρυξης πολέμου στη Ρωσία και δεν έχει τολμήσει να προτείνει την απόσυρση του πρέσβη από το Ισραήλ και κάποιες οικονομικές και στρατιωτικές κυρώσεις, επιτίθεται στους Δημοκρατικούς για τον αντίθετο λόγο: είναι πολύ αντι-Ισραηλινοί επειδή δεν ζητούν να απαγορεύσουν την πορεία υπέρ των Παλ στη Ρώμη, ήδη απαγορεύεται από την κυβέρνηση (αλλά μια πραγματική αντιπολίτευση η κυβέρνηση την αποτρέπει). Μάλιστα, ο Folli γνωρίζει ήδη ότι «θα επικαλεστεί τον ίδιο σκοπό που εφάρμοσαν πριν από 80 χρόνια οι ναζί του Κάπλερ» και «θα επαινείται η τρομοκρατία». Το αραβικό βέβαια γιατί το Ισραηλινό το δικαιώνει ήδη η εφημερίδα σας. Άλλωστε, όπως είπε ο Β. και οι νεοσυντηρητικοί, ο αραβικός πολιτισμός είναι ένας κατώτερος πολιτισμός. Και όχι μόνο αυτό.Ο Folli επί λέξει: «Οι χιλιάδες θάνατοι αμάχων στη Γάζα είναι μια τραγωδία που συγκλονίζει τη συνείδηση. Αλλά τους κλονίζει μόνο στη Δύση, όπου υπάρχει ένας νομικός πολιτισμός και μια αίσθηση ανθρωπιάς». Και σίγουρα, μεταξύ των Baluba του αραβικού κόσμου, αλλά και της υπόλοιπης Ασίας, στην Αφρική, στην Κεντρική και Νότια Αμερική, όταν σκοτώνουν δεκάδες χιλιάδες αμάχους, οι μισοί από αυτούς παιδιά, φρυγανίζουν με σαμπάνια. Και οι συνειδήσεις δεν κλονίζονται γιατί όσοι δεν έχουν την τύχη να βρίσκονται στη Δύση δεν έχουν συνείδηση: και ίσως ούτε ψυχή. Σίγουρα δεν έχουν αίσθηση ανθρωπιάς: δεν πρόκειται για ανθρώπους, αλλά για θηρία. Το μόνο που μένει είναι να συνεχίσουμε να τους εκπολιτίζουμε, για τα λίγα που καταλαβαίνουν, υπό τον ήχο των πολέμων και των βομβών, να εξάγουμε παντού τις αξίες μας της δημοκρατίας, του ανθρωπισμού και κυρίως του νόμιμου πολιτισμού. Αν επιμείνουν να μην μάθουν και οργανώσουν διαδήλωση, τους απαγορεύουμε. Είμαστε ή δεν είμαστε τα καλά παιδιά;

Marco Travaglio – 4 ottobre 2024 Fonte: Il Fatto Quotidiano

Ο ύμνος της αγάπης του αποστόλου Παύλου, Άγιος Λουκάς, Αρχιεπίσκοπος Κριμαίας

                                     

(Α’ Κορ. 13:1-13)

Κανείς άλλος δεν μιλάει έτσι περί αγάπης όπως ο θείος Παύλος· μάς έδειξε την πραγματική ουσία της αγάπης και τη σπουδαιότητά της. Η αγάπη είναι το κέντρο όλης της χριστιανικής διδασκαλίας, όλου του Ευαγγελίου. Ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε το βάθος των λόγων του αγίου αποστόλου.
«Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον». Ο ήχος της χάλκινης καμπάνας ή ο αλαλαγμός του κυμβάλου είναι κενός, δεν έχει περιεχόμενο. Κούφιος είναι εκείνος ο άνθρωπος που γνωρίζει όλες τις γλώσσες, ακόμα και την γλώσσα των αγγέλων, και δεν έχει αγάπη.
«Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί». Βλέπετε πόσο μεγάλη σημασία έχει η αγάπη· ο θείος απόστολος λέει ότι είναι ασύγκριτα πιο μεγάλη και από την πίστη που μετακινεί τα βουνά και από την γνώση που γνωρίζει όλα τα μυστήρια.
«Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι». Μάταιη είναι η θυσία εκείνων των ανθρώπων που παραδίδουν το σώμα τους στο θάνατο και στη φωτιά για να καεί και δεν έχουν αγάπη. Διότι και αυτά τα έργα, το να δώσει κανείς τη ζωή του ή να μοιράσει όλα τα υπάρχοντά του, μπορεί να τα κάνει ο

«Η αγάπη είναι μακρόθυμη». Όποιος έχει την αληθινή αγάπη ξέρει να υπομένει ελαττώματα, σφάλματα και αδυναμίες του πλησίον του. Υπομένει τα πάντα γιατί αγαπάει αυτούς τους αδύναμους ανθρώπους που δεν γνωρίζουν τι είναι η γνήσια χριστιανική αρετή.
«Η αγάπη είναι γεμάτη από ευσπλαγχνία». Άνθρωπος που η καρδιά του είναι γεμάτη αγάπη δεν μπορεί να βλέπει με αδιαφορία τους γυμνούς, πεινασμένους και άστεγους συνανθρώπους του. Η αγάπη που ζει μέσα στην καρδιά του είναι γεμάτη ευσπλαγχνία.
«Η αγάπη δεν ζηλοφθονεί». Όποιος αγαπά δεν ζηλεύει κανέναν. Να ξέρουμε· αν ζηλεύουμε κάποιον σημαίνει ότι η αγάπη δεν υπάρχει μέσα μας. Αν η καρδιά μας ήταν γεμάτη γνήσια χριστιανική αγάπη δεν θα ζηλεύαμε κανέναν για τίποτα.
«Η αγάπη δεν καυχάται και δεν περηφανεύεται». Όποιος αγαπά δεν περηφανεύεται γιατί η αγάπη και η περηφάνια δεν μπορούν να υπάρχουν ταυτόχρονα, είναι δύο πράγματα αλληλοαναιρούμενα. Όπου υπάρχει αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει περηφάνια. Και όπου υπάρχει περηφάνια η αγάπη δεν υπάρχει. Η γνήσια αγάπη όχι μόνο δεν ζηλεύει αλλά δεν καυχάται και δεν περηφανεύεται, είναι ταπεινή. Να ξέρουμε· αν μέσα στην καρδιά μας υπάρχει περηφάνια, αυτό σημαίνει ότι η αγάπη εκεί δεν υπάρχει.
«Η αγάπη δεν κάνει ασχημίες». Πόση ασχημία και απρέπεια βλέπουμε γύρω μας. Αυτή έλαβε σήμερα τεράστιες διαστάσεις, κάτι που μας κάνει να υποφέρουμε πολύ. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αγάπη στους ανθρώπους, αλλιώς δεν θα υπήρχε τόση απρέπεια.
«Η αγάπη δεν ζητεί το συμφέρον της». Εμείς πάντα ζητάμε για τον εαυτό μας χαρές και απολαύσεις· το όνομά μας να είναι γνωστό, οι άλλοι να μας τιμούν, να έχουμε μία θέση υψηλή. Θέλουμε να έχουμε τα πάντα, τα πάντα για το εγώ μας. Και η αγάπη δεν ζητάει τίποτα για τον εαυτό της. Είναι εύπιστη, όπως είναι εύπιστα τα παιδιά. Αυτοί που μέσα στην καρδιά τους κατοικεί η θεία αγάπη είναι σαν τα παιδιά, για τα οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός είπε: «Εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών» (Μτ. 18:3). Η αγάπη σε όλους και σε όλα έχει εμπιστοσύνη, δεν υποπτεύεται κανέναν. Οι άνθρωποι του κόσμου συχνά αδικούν τους άλλους· λένε ψεύτη, συκοφάντη και προδότη κάποιον που ποτέ δεν λέει ψέμα, δεν συκοφαντεί και δεν έχει προδώσει κανέναν, άνθρωπο που είναι καθαρός και στα λόγια και στα έργα του.
«Η αγάπη δεν ερεθίζεται». Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν μεταξύ μας; Ποιοι από μας δεν νευριάζουν; Πολλοί, πάρα πολλοί υπάρχουν τέτοιοι που όταν νευριάζουν φωνάζουν σαν έξαλλοι, χτυπάνε και βρίζουν τον άλλον. Αν υπήρχε στην καρδιά μας η χριστιανική αγάπη, σίγουρα δεν θα τα κάναμε.
«Η αγάπη δεν λογαριάζει το κακό, δεν χαίρει για το κακό αλλά συγχαίρει στην αλήθεια». Αυτό σημαίνει ότι όποιοι έχουν αγάπη στην καρδιά τους είναι ανίκανοι και δεν θέλουν να βλέπουν κακό στον πλησίον τους. Είναι ικανοί και θέλουν να βλέπουν στον πλησίον μόνο καλό. Στην αγάπη δεν υπάρχει χαιρεκακία. Εμείς όμως χαιρόμαστε όταν πέφτουν οι αδελφοί μας, χαιρόμαστε όταν βλέπουμε τα σφάλματά τους. Και η χαρά αυτή είναι δαιμονική διότι οι δαίμονες χαίρονται για το κακό που βλέπουν στους ανθρώπους. Όταν τα έργα και τα λόγια μας είναι αληθινά και δίκαια, η αγάπη αγάλλεται βλέποντας αυτό.
Η αγάπη «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Όταν βλέπουμε πως αμαρτάνει ο αδελφός μας κλείνουμε τα μάτια μας, συγκρατούμε τη γλώσσα μας και δεν διαλαλούμε το σφάλμα του; Όχι, αλλά αντίθετα αρχίζουμε να τον κακολογούμε, για να μάθουν όλοι πόσο κακός είναι ο αδελφός μας. Δεν σκεπάζουμε την αμαρτία του αδελφού μας, όπως το κάνανε οι άγιοι, αλλά την κάνουμε γνωστή σε όλους, τα δικά μας όμως τα σφάλματα τα κρύβουμε.
Η ελπίδα, η ακράδαντη ελπίδα στον Θεό και στην ανταπόδοση στην αιώνια ζωή, δεν αφήνει ποτέ αυτούς που στην καρδιά τους κατοικεί η αγάπη.
Η αγάπη «πάντα υπομένει». Υπομένει τους χλευασμούς, τους εμπαιγμούς και τα βάσανα για την αγάπη του Χριστού. Έτσι υπέμεναν τους χλευασμούς, τους εμπαιγμούς, την πείνα και το κρύο για τον Χριστό οι διά Χριστόν σαλοί. Η αγάπη θέλει μόνο το καλό του πλησίον και δεν ζητά τα δικά της.

«Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει· είτε δε προφητείαι, καταργηθήσονται· είτε γλώσσαι, παύσονται· είτε γνώσις, καταργηθήσεται». Και η προφητεία δεν είναι για πάντα, οι προφήτες πέθαναν. Θα καταργηθεί και η υπερήφανη ανθρώπινη γνώση, διότι αυτή εν μέρει μόνο είναι αληθινή.
«Εκ μέρους γαρ γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν». Πολύ λίγα γνωρίζουμε, η ανθρώπινη γνώση είναι πολύ περιορισμένη, σχεδόν μηδαμινή, και όμως περηφανευόμαστε, έχουμε διαβολική υπερηφάνεια γι’ αυτά τα λίγα που γνωρίζουμε.
«Όταν δε έλθη το τέλειον, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται». Όλη η γνώση μας που έχουμε αποκτήσει είναι μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της πλήρους και αληθινής γνώσεως. Κάποτε αυτή η γνώση θα πάψει να ισχύει και θα χάσει όλη τη σημασία της.
«Ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος ελάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην· ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα τα του νηπίου». Αφού έχουμε μεγαλώσει δεν ασχολούμαστε πλέον με τα παιχνίδια. Τα έχουμε αφήσει. Τώρα είναι ο καιρός που μπροστά μας ανοίγει το αληθινό και το τέλειο. Αυτά για τα οποία κάποτε καμαρώναμε –οι γνώσεις και η σοφία μας–, τώρα μας φαίνονται ανούσια σαν τα παιχνίδια με τα οποία ικανοποιούνται μόνο τα παιδιά.
«Βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον· άρτι γινώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην». Όλες οι γνώσεις μας, που τώρα μας φαίνονται τόσο σαφείς και καθαρές, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα θολό φως μέσα στο θαμπό καθρέφτη. Τότε δε, όταν θα έλθει ο καιρός της πλήρους αποκάλυψης, θα δούμε την αλήθεια πρόσωπο προς πρόσωπο. Τότε θα έχουμε την πλήρη γνώση, όπως ο Θεός μάς έχει γνωρίσει. Όπως για τον Θεό δεν υπάρχει τίποτα κρυπτό στον κόσμο, δεν θα υπάρχει και για μας τίποτε κρυπτό, τότε θα γνωρίσουμε όλα με πληρότητα. Η Αγάπη θα μας αποκαλύψει τα πάντα.
«Νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα· μείζων δε τούτων η αγάπη». Πίστη, ελπίδα και αγάπη είναι η ζωή μας, μ’ αυτά πρέπει να ζούμε. Είναι το στήριγμά μας, η αναπνοή μας. Να θυμόμαστε όμως· αν και είναι μεγάλη η πίστη και ευλογημένη η ελπίδα, όμως πάνω απ’ όλα είναι η αγάπη. Να αποκτήσουμε την αγάπη του Χριστού, να καθαρίσουμε την καρδιά μας και να δώσουμε μέσα της τόπο για την αγάπη. Αμήν.


Από το βιβλίο: Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και ομιλίες, τόμος Γ’. Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 64.


Γιὰ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ψυχὴ (Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος)


Κάθε πνεῦμα φανερώνεται μέσα ἀπὸ αὐτὸ ποὺ παράγει καὶ κάθε πλάσμα ἐξωτερικεύει τὸν ἑαυτὸ του μέσα ἀπὸ τὴ δράση του.

Τὸ πνεῦμα εἶναι στὴν ψυχή, ἡ ψυχὴ στὸ σῶμα καὶ τὸ σῶμα μέσα στὸν κόσμο.

Τὸ πνεῦμα εἶναι ποὺ κινεῖ τὴν ψυχή, ἡ ψυχὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ κινεῖ τὸ σῶμα καὶ τὸ σῶμα εἶναι ποὺ κινεῖ τὰ ἄλλα σώματα. Ἀνάλογα μὲ τὸ πνεῦμα εἶναι καὶ οἱ κινήσεις τῆς ψυχῆς. Ἀνάλογα μὲ τὴν ψυχὴ εἶναι καὶ οἱ κινήσεις τοῦ σώματος. Ἀγαθὸ πνεῦμα παρακινεῖ τὴν ψυχὴ στὸ ἀγαθὸ καὶ τὸ σῶμα ἐκπληρώνει τὴ βούληση τῆς ψυχῆς.

Καθένας ὁ ὁποῖος δένει τὸ ζωντανὸ του πνεῦμα μὲ σῶμα ἀπονεκρωμένο ἀπὸ τὰ πάθη, εἶναι τὸ ἴδιο βάρβαρος μὲ ἐκεῖνον ποὺ δένει ζωντανὸ ἄνθρωπο μὲ ἕνα πτῶμα καὶ ἀφήνει νὰ σαπίσουν καὶ τὰ δυὸ μαζί.

Δὲν εἶναι πάντοτε εὔκολο νὰ νικήσει κανεὶς μέσα του τὸ πνεῦμα τῆς ματαιοδοξίας καὶ τῆς κενοδοξίας. Τὸ κατάφεραν μονάχα οἱ μεγάλοι πνευματικοί, πρώτιστα μὲ τὴν πολλὴ θεία Χάρη, μὲ τὴ συνεχὴ ἐγρήγορση στὴν ψυχή τους καὶ μὲ τὶς ἐξαιρετικὰ λεπτὲς διακρίσεις.

Δὲν εἶναι ἡ στολὴ τοῦ ἀξιωματικοῦ ποὺ θὰ σᾶς κάνει θαρραλέους οὔτε τὸ ράσο τοῦ ἱερέα ἐλεήμονες οὔτε καὶ ἡ δικαστικὴ τήβεννος θὰ σᾶς κάνει δικαίους οὔτε καὶ ἡ ὑπουργικὴ πολυθρόνα ἰσχυρούς, ἐὰν ἡ ψυχή σας δὲν εἶναι πλήρης ἀπὸ θάρρος καὶ ἔλεος καὶ δικαιοσύνη καὶ δύναμη.

Οἱ πνευματικὲς ἀξίες στὴν ἀρχαιότητα καὶ οἱ πνευματικὲς ἀξίες τοῦ καιροῦ μας εἶναι ἴδιες, μὲ τὴν προϋπόθεση νὰ εἶναι ἴδια καὶ ἡ ὁμολογία πίστεως. Ἡ οὐράνια γνώση στὴν ὁποία ἔφταναν οἱ παλαιοὶ ἀσκητές, δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴν οὐράνια γνώση ποὺ ἀποκτοῦν οἱ νεώτεροι.

Ἐπειδή, καθὼς ὁ Χριστὸς εἶναι χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτός, ὅμοια ἴδια εἶναι καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, ἴδια εἶναι καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἴδια ἡ δίψα καὶ ἡ πείνα καὶ τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ τὸν κορέσει παρὰ ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη καὶ ὁ πλοῦτος τοῦ Θεοῦ.

Στὴν ψυχὴ βρίσκεται τὸ πνεῦμα καὶ τὸ πνεῦμα εἶναι ποὺ κινεῖ τὴν ψυχή. Ὅ,τι εἶναι τὸ πνεῦμα, τέτοια εἶναι καὶ ἡ ψυχή. Ἂν εἶναι τὸ πνεῦμα δουλικό, τότε δουλικὴ θὰ εἶναι καὶ ἡ ψυχή. Ἂν εἶναι τὸ πνεῦμα θεϊκό, τότε ὅλη ἡ ψυχὴ εἶναι θεϊκή.

Ὅπως ἡ ψυχὴ εἶναι ἀόρατη, ἔτσι εἶναι ἀόρατο καὶ τὸ ἔνδυμά της. Ἀλήθεια καὶ δικαιοσύνη, ἀγαθοσύνη καὶ ἀνεξικακία, πραότητα καὶ εὐσπλαχνία, ἁγνότητα καὶ εὐσέβεια, θεοφιλία καὶ ἀνθρωποφιλία, εἶναι τὰ ἐνδύματα τῆς ψυχῆς.

Ἄλλη εἶναι ἡ φύση τῆς ψυχῆς καὶ ἄλλη ἡ φύση τοῦ σώματος. Τὸ σῶμα εἶναι ποὺ πρῶτο φθείρεται καὶ ἐξασθενεῖ καὶ ὕστερα πεθαίνει μὲ τὴν ἀποχώρηση τῆς ψυχῆς. Μὲ τὴν ψυχὴ, ὅμως, εἶναι διαφορετικά. Ἡ διαφθορὰ τῆς ψυχῆς συνίσταται πρώτιστα στὸ ὅτι ἐκείνη ἐγκαταλείπει τὴν ἀληθὴ κρίση καὶ ἀρχίζουν μέσα της νὰ βλαστάνουν οἱ σπόροι τῶν ἀκανθῶν καὶ τῶν κακῶν.

Ὅπως οἱ σκώληκες κάνουν τὴν ἐμφάνισή τους στὸ πεθαμένο σῶμα, ἔτσι καὶ στὴν ψυχὴ ποὺ στερεῖται τὴ χάρη, καρπίζουν οἱ σκώληκες τῶν λογισμῶν: φθόνος, πονηριά, ψεῦδος, μίσος, συκοφαντία, ὀργή, μέριμνα, ἐκδίκηση, ἔπαρση, περιφρόνηση, ὑπερηφάνεια, ἀσέβεια καὶ τὰ ὑπόλοιπα.

Εἶναι ζῶσα ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ζῶσα καὶ πάντοτε διψασμένη γιὰ ζωὴ καὶ τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ξεδιψάσει ἐκτὸς ἀπὸ τὴ ζωή, τὴν ἀληθινὴ καὶ ἄμεση ζωή. Ἀληθινὴ καὶ ἄμεση ζωὴ εἶναι μονάχα ἡ ζωὴ ἐν Θεῷ, ἐν τῷ ζώντι Θεῷ.

Ἡ σωματικὴ τροφὴ προορίζεται γιὰ τὸ σῶμα, ἡ πνευματικὴ τροφὴ γιὰ τὴν ψυχή. Τὸ σῶμα πρέπει νὰ τρέφεται γιὰ νὰ συνεχίσει νὰ ὑπάρχει, ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ τραφεῖ γιὰ νὰ ζήσει. Στὸ σῶμα δίνουμε τροφὴ τῆς γῆς ἐπειδὴ τὸ σῶμα εἶναι ἀπὸ τὴν γῆ. Στὴν ψυχὴ δίνουμε τροφὴ οὐράνια ἐπειδὴ ἡ ψυχὴ εἶναι ἀπὸ τὸν οὐρανό.

Ἂν μὲ ρωτοῦσε σήμερα ἕνας νεαρὸς ἄνθρωπος, πῶς νὰ σώσει τὴν ψυχή του, θὰ τοῦ ἀπαντοῦσα: «Πάρε πάνω σου τὴ φροντίδα κάποιου ἄλλου». Κάθε ἀνθρώπινη ψυχὴ, ποὺ δὲν γνωρίζει τὴ μέριμνα γιὰ τὸν ἄλλο παρὰ ἀποκλειστικὰ τὴ μέριμνα γιὰ τὸν ἑαυτό της, ἢ ἔχει χαθεῖ ἢ βρίσκεται ἤδη στὸ χεῖλος τῆς ἀπωλείας.

Τὰ πάντα γιὰ τὴν ψυχή, τὴν ψυχὴ γιὰ τίποτα στὸν κόσμο.


Πηγήagiazoni.gr

Γιὰ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ψυχὴ (Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος) | Διακόνημα

Η ΕΠΕΛΑΣΗ ΤΟΥ ΗΛΙΘΙΟΥ

του Roberto PECCHIOLI

Στη ζωή μας προσπαθούσαμε πάντα να επιχειρηματολογούμε, να υποστηρίξουμε ιδέες με ένα στέρεο σύστημα σκέψης, που απαιτεί καθημερινή μελέτη και δεκαετίες που δαπανώνται στό ψάξιμο για βιβλία. Ας πούμε αρκετά, φτάνει πιά: είναι εντελώς άχρηστο να συζητάμε ή να διαφωνούμε σε έναν κόσμο γεμάτο με ηλίθιους. Ο Carlo Maria Cipolla, ο οικονομολόγος της Παβίας και συγγραφέας του The Fundamental Laws of Human Stupidity, το απέδειξε αυτό. Οι Fruttero & Lucentini, συγγραφείς του The prevalence of the idiot, το επανέλαβαν με την ειρωνεία της ευφυΐας. Οι μη ενδιαφέρουσες αλυσίδες αιτιών και αποτελεσμάτων εξηγούν τον εκθετικό πολλαπλασιασμό τής bêtise. Κόρη της προόδου, της ιδέας της προόδου, θα μπορούσε μόνο να επεκταθεί προς όλες τις κατευθύνσεις, να μολύνει όλες τις τάξεις, να αναλάβει όλους τους κλάδους της ανθρώπινης δραστηριότητας. Χάρη στην πρόοδο ήταν που ο συγκρατημένος «ανόητος» της αρχαιότητας μεταμορφώθηκε στον κυρίαρχο σύγχρονο ηλίθιο, έναν χαρακτήρα με πολύ χαμηλή θνησιμότητα του οποίου η δύναμη είναι επομένως πρώτα και κύρια βάναυσα αριθμητική. Αλλά μια κοινωνία που χαίρεται να αποκαλεί «πολύ περίπλοκη» τού άνοιξε άπειρα διάκενα, ρωγμές, οριζόντιες και κάθετες ρωγμές, τόσο δεξιά όσο και αριστερά, του έδωσε αμέτρητες πολυθρόνες, καρέκλες, σκαμπό, τηλέφωνα, του έθεσε στη διάθεσή του συγκλονιστικά περίπτερα, πρωτοφανή πλήθη οπαδών και πολλά χρήματα. Εν ολίγοις, πολλαπλασίασε εκπληκτικά τις ευκαιρίες για να δράσει, να παρέμβει, να μιλήσει, να εκφραστεί, να εκδηλωθεί, με μια λέξη (ο αγαπητός της) να «συνειδητοποιήσει τον εαυτό του». Το να τον νικήσεις είναι προφανώς αδύνατο. Το να τον μισείς είναι άχρηστο. Η κοροϊδία, ο σαρκασμός, η ειρωνεία δεν επηρεάζουν τις συντριβές της άγνοιάς του, τις ατρόμητες αυθαιρεσίες του: γι' αυτόν, ο ηλίθιος είναι πάντα κάποιος άλλος».

Το απόσπασμα - και οι συνακόλουθες προβληματισμοί - επανήλθαν στο μυαλό μας  απέναντι στις αντιδράσεις σε μια δήλωση του Marco Bucci, δημάρχου της Γένοβας, υποψήφιου κυβερνήτη της περιφέρειας της Λιγουρίας. Το να κάνεις παιδιά είναι ένα θετικό γεγονός, μια υπηρεσία στην κοινωνία, ήταν τα λόγια του, που ειπώθηκαν στη χώρα που κρατά το θλιβερό ρεκόρ τής άδειας κούνιας. Ανοιξε  Ουρανέ : ολόκληρος ο προοδευτικός γαλαξίας του επιτέθηκε στο όνομα της ελευθερίας, του φεμινισμού (;;;) και δεν ξέρουμε πόσα άλλα σύγχρονα «αριστερά» κλισέ. Το ποσοστό γεννήσεων φτωχαίνει, καταστρέφει την κοινωνία, καθορίζει το τέλος του πολιτισμού στον οποίο ζούμε, και προκαλεί ακόμη και την κατάρρευση του ιερού ΑΕΠ. Αυτά είναι αδιαμφισβήτητα γεγονότα, στοιχεία που είναι πολύ εύκολο να κατανοηθούν. Αλλά τι νόημα έχει να διαδηλώνεις, να μαλώνεις, να εξηγείς σε όσους δεν θέλουν να δουν ή να ακούσουν;

Το βασικό επιχείρημα των μεθυσμένων προοδευτικών είναι ξεκαρδιστικό, αυτό που θα τελείωνε κάθε συζήτηση λόγω της έκδηλης κατωτερότητας του αντιπάλου: τα λόγια του Μπούτσι προέρχονται από τον Μεσαίωνα. Απλώνουμε τα χέρια μας, κουνάμε τα κεφάλια μας και σταματάμε να ανταποκρινόμαστε. Θα δίναμε υπερβολική σημασία σε ένα τάγμα ανόητων. Τι νόημα έχει να θυμόμαστε ότι στο Μεσαίωνα άνθισε η γοτθική και η ρωμανική τέχνη, η ζωγραφική του Τζιότο, η ιδιοφυΐα του Δάντη και του Θωμά Ακινάτη, το μεγαλείο της αραβικής σκέψης, της μηχανικής και των μαθηματικών, η ιερότητα του Φραγκίσκου της Ασίζης και της Αικατερίνης της Σιένα , το πολιτικό όραμα του Καρλομάγνου, η λαμπρή διαίσθηση πνευματικής και αστικής προόδου του Βενέδικτου της Νουρσίας (προσευχή και δουλειά), εφευρέθηκε η πυξίδα, ανακτήθηκε η μουσική γραφή, το ρωμαϊκό δίκαιο και πολλά άλλα; Contra cretinum non valet argumentum, με τήν συγγνώμη του μακαρονικού λατινικού.

Αμέσως μετά, μια νέα απόδειξη της ματαιότητας της επί της ουσίας απάντησης. Μπροστά στον νόμο που απαγορεύει τις ενοικιαζόμενες μήτρες (συγχωρέστε την ενάρετη γυναίκα, κύηση για τους άλλους) ακούσαμε σχόλια όπως αυτό ενός βουλευτή σύμφωνα με τον οποίο είναι «νόμος κατά των παιδιών». Η καθολική έκτρωση δεν είναι, είναι υπέρ της παιδικής ηλικίας. Ο Nichi Vendola, κομμουνιστής εκφραστής, ομοφυλόφιλος και νόμιμος γονέας - 1, 2 ή 3, δεν ξέρουμε - ενός παιδιού που συλλήφθηκε σε δοκιμαστικό σωλήνα, το οποίο μεταφέρθηκε στη μήτρα από μια φτωχή γυναίκα που πληρώθηκε ανάλογα με τις ανάγκες, εκφράστηκε με τη μέγιστη νηφαλιότητα απέναντι σε αυτούς που ψήφισαν το νόμο: μπάτσοι Ταλιμπάν. Κανένα σχόλιο από σεβασμό στον εαυτό μας. Ένας εκπρόσωπος του Δημοκρατικού Κόμματος (ο κόσμος αντίστροφα) όρισε την πρακτική της ενοικίασης μήτρας ως «μια προσωρινή δωρεά οργάνων που έχει το πλεονέκτημα ότι είναι αναστρέψιμη, μια θεραπευτική δράση [που] γίνεται παγκόσμιο έγκλημα».

Αθέλητο χιούμορ ή βαθιά ριζωμένη πεποίθηση ότι είναι πολύ ενοχλητικό να απαντάς. Αντιπροσωπεύουν την κορυφή μιας κοινωνίας που θέλει να πεθάνει, ενός πολιτισμού στείρου από επιλογή, εξουθενωμένου, εχθρικού προς τη ζωή. Έχει δίκιο ο Alain De Benoist, για τον οποίο η δεξιά έχει μια φρικτή σκέψη, αλλά η αριστερά μισεί την πραγματικότητα. Το αποτέλεσμα είναι μαζικός μηδενισμός λόγω της κατάργησης του προβληματισμού και της πραγματικότητας. Οι αξίες, οι συμπεριφορές και οι κυρίαρχες πεποιθήσεις που χαιρετίζονται θερμά από τις ασυνείδητες μάζες είναι βαθιά αρνητικές, προϊόντα μιας κοινωνικής αποσύνθεσης σε συνδυασμό με μια έκλειψη σκέψης που είναι πολύ προχωρημένη για να σταματήσει ή τουλάχιστον να καταγγελθεί με επιτυχία.

Ένα παράδειγμα είναι η παράλογη πεποίθηση ότι ένας άντρας μπορεί να μεταμορφωθεί σε γυναίκα και το αντίστροφο με μια πράξη κυρίαρχης βούλησης. Η γενετική λέει ότι ο άνθρωπος έχει xy χρωμοσώματα και οι γυναίκες xx. Το αντίθετο δηλώνει το ψευδές, μια τυπικά μηδενιστική διανοητική πράξη που επιβάλλεται ως κοινωνική αλήθεια, μια φωτισμένη ανακάλυψη. Κάθε αντίρρηση αφαιρείται ή ποινικοποιείται, ώστε να αγνοείται από τις μάζες. Στο μυαλό μου έρχεται ένας αξιομνημόνευτος στίχος του ποιητή Antonio Machado, αφιερωμένος στην παρακμή της περιοχής που έκανε την Ισπανία μεγάλη: η μίζερη Καστίλλη, η χθεσινή κυρίαρχη, τυλιγμένη στα κουρέλια της, περιφρονεί όσα αγνοεί. Χαρακτηριστικό του ηλίθιου είναι ακριβώς η ικανοποιημένη άγνοια, ο βαρετός χλευασμός αυτού που δεν καταλαβαίνει.

Στην περίπτωση της μείωσης του ποσοστού γεννήσεων, είναι αδύνατο να κάνουμε μια γενιά ατομικιστών, ηδονιστών αδιάφορη για τους άλλους και για το κοινό αύριο να καταλάβει ότι η δημογραφική κατάρρευση σημαίνει το τέλος της κοινωνίας, φτώχεια, ανισορροπία, ακύρωση του μέλλοντος. Λείπει ένας κοινός κωδικός. Όποιος δεν σκέφτεται όπως τα νέα ζόμπι μπορεί να κατηγορηθεί για έγκλημα μίσους. Τι έκαναν για μένα οι απόγονοι; ήταν μια λαμπρή γραμμή του Γκρούτσο Μαρξ που ακολούθησε ο Γούντι Άλεν. Επομένως, δεν έχει νόημα να σκεφτόμαστε με όρους μέλλοντος. Ο σύγχρονος ηλίθιος δεν είναι μόνο εγωιστής, είναι επίσης άψυχος επειδή τήν έχει παραδώσει στην κυρίαρχη κουλτούρα, τη μόνη που γνωρίζει. Πλήρης μηδενισμός.

Ο Τοκβίλ τα κατάλαβε όλα πριν από δύο αιώνες. «Υπό την κυβέρνηση ενός μόνο, ο δεσποτισμός, για να φτάσει στην ψυχή, επιτέθηκε σθεναρά στο σώμα. Και η ψυχή, ξεφεύγοντας από τα χτυπήματά της, υψώθηκε υπέροχα από πάνω της. Αλλά στις δημοκρατικές δημοκρατίες η τυραννία φεύγει από το σώμα και πηγαίνει κατευθείαν στην ψυχή. Ο Κύριος δεν λέει πια: σκέψου σαν εμένα αλλιώς θα πεθάνεις, αλλά μάλλον είσαι ελεύθερος να μην σκέφτεσαι όπως εγώ. Η ζωή σας, τα υπάρχοντά σας, θα κρατήσετε τα πάντα, αλλά από εκείνη τη μέρα θα είστε ξένοι ανάμεσά μας. Σάς αφήνω τη ζωή, αλλά αυτό που σάς αφήνω είναι χειρότερο από το θάνατο». Ακατανόητο σαν άγνωστη γλώσσα. Τότε γίνεται φυσιολογικό, ακόμη και λογικό να κοροϊδεύουμε την κοινή λογική παρατήρηση του Marco Bucci για την αξία της απόκτησης παιδιών, την κοροϊδία του τι δεν είναι κατανοητό, που αποδίδεται αρνητικά στον Μεσαίωνα στο όνομα των κλισέ αγαπημένων στον ηλίθιο που τρέφεται από επιφανειακές αντιλήψεις, φυλακισμένος από εκείνες τις ίδιες προκαταλήψεις που αποδίδει στους άλλους.

Σε μια κοινωνία που τρέχει χαρούμενα προς τον θάνατο (το gay είναι το επίθετο που τον ορίζει καλύτερα) πρέπει να επιστρέψουμε σε ένα σύνθημα του 1968: το γέλιο θα τους θάψει. Άλλωστε νά το τελειώσουν, εξαντλώντας τον εαυτό τους, είναι αυτό που φιλοδοξούν. Ας τους γελάσουμε στα μούτρα, αφού αυτός ο πολιτισμός που τρεμοπαίζει δεν είναι κάτι σοβαρό, για να δανειστούμε τον τίτλο μιας κωμωδίας του Πιραντέλλο που πρωταγωνιστής είναι κάποιος Memmo Speranza (nomen omen), ένας μέτριος Don Giovanni που θέλει να ξεφύγει από την ευθύνη. Ακριβώς όπως ο σύγχρονος μηδενιστής ηλίθιος, που αγαπά την άνεση και τα δικαιώματα, σε σημείο να προτιμά, αν θέλει πραγματικά να γίνει γονιός, την παρένθετη κύηση. Πιο πρακτικό, χωρίς προβλήματα, με δυνατότητα επιλογής διαδικτυακού καταλόγου και πληρωμή με πιστωτική κάρτα. Ένας κόσμος στον οποίο οι τρελοί οδηγούν πραγματικά τους τυφλούς και στον οποίο η επικράτηση του ηλίθιου - συχνά προικισμένου με ακαδημαϊκά προσόντα κύρους - συνδέεται με τον μηδενισμό, τον προάγγελο του τέλους.

Nuovo Giornale Nazionale - LA PREVALENZA DEL CRETINO

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΜΙΑ ΕΞΗΓΗΣΗ. ΦΟΡΕΑΣ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΗΛΙΘΙΟΣ.

Ας σκεφτούμε το μέλλον, αλλά χωρίς υπερβολές

του Marcello Veneziani


Μακροχρόνια . Η λέξη είναι άσχημη αλλά το νόημα είναι υποσχόμενο, ίσως συναρπαστικό, παρόλα αυτά λυτρωτικό. Επί τέλους, σε μια εποχή που όλα επιλύονται εντελώς βιαστικά, στο παρόν, βραχυπρόθεσμα , νιώθεις ότι γεννιέται ένα φιλοσοφικό ρεύμα, έστω, που μας φέρνει πίσω σε μεγάλες και μακροχρόνιες σκέψεις, οραματικές και διορατικές. Το γεγονός ότι η μακροπρόθεσμη σκέψη έχει ριζώσει ιδιαίτερα στη Silicon Valley και έχει κερδίσει τους δισεκατομμυριούχους της tech valley ίσως την κάνει πιο ελπιδοφόρα, αλλά οι πρώτες υποψίες ήδη γεννιούνται.

Καταλαβαίνεις αμέσως ότι δεν είναι θέμα κοσμοθεωρίας και σύλληψης της ζωής, όχι φιλοσοφίας, αλλά συνηθισμένου θέματος της επιβίωσης του πλανήτη και άρα των επόμενων γενεών. Μυρίζεις την Γκρέτα Τούνμπεργκ, το πράσινο, αυτούς που θέλουν να σώσουν τον πλανήτη ενώ ο άνθρωπος καταστρέφεται. όντως ποιος θέλει να σώσει τον πλανήτη από τον άνθρωπο; Καθαρός αέρας χωρίς ανθρώπους;

Διάβασα τη λεπτομερή έρευνα της Milena Gabanelli στο Corriere.it και δεν θα επαναλάβω τα ονόματα, άγνωστα σε εσάς αλλά και σε εμένα, αυτών των πραγματικών ή υποτιθέμενων φιλοσόφων, ερευνητών και επιχειρηματιών. Αλλά έχω ήδη εντυπωσιαστεί από τους αριθμούς: λέγεται ότι ο Homo sapiens είναι μόλις 300 χιλιάδων ετών (γνωρίζω πολλά πολύ διαφορετικά δεδομένα για το θέμα) ενώ οι προαναφερθέντες μακροπρόθεσμοι ασχολούνται με τα επόμενα 700 χιλιάδες χρόνια που θα είναι η φυσιολογική ή φυσική προοπτική επιβίωσης ενός είδους θηλαστικών. Βρίσκω διορατικούς αυτούς που φροντίζουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας ή τον πολιτισμό μας σε χιλιετίες. αλλά ό,τι εκτείνεται πέρα ​​από δύο χιλιάδες χρόνια, που είναι η μονάδα μέτρησης που προκλήθηκε από την έλευση του Χριστιανισμού, μου φαίνεται ότι χάνεται στο απροσδιόριστο. Πράγματι, για να είμαστε ειλικρινείς, όσοι ισχυρίζονται ότι ασχολούνται με τα επόμενα επτακόσιες χιλιάδες χρόνια δεν είναι διορατικοί και στοχαστικοί, αλλά μη ρεαλιστές και αλαζόνες. Αλλά είμαστε πραγματικά σε θέση να προστατεύσουμε χιλιάδες γενιές που θα έρθουν μετά από εμάς και που σύμφωνα με τα τεχνοπροοδευτικά σχήματα θα είναι πολύ πιο προηγμένες και τεχνολογικά πιο ισχυρές από εμάς; Σκύψτε το κεφάλι σας, περιοριστείτε στο να κάνετε τον ρόλο σας, αρκεστείτε στο να μιλάτε για το μέλλον ή να στοιχηματίζετε στην αιωνιότητα. αλλά μην σκεφτείτε να σχεδιάσετε το μέλλον για ένα εκατομμύριο χρόνια ή λιγότερο. Δεν είναι δικό μας θέμα.

Η συζήτηση γίνεται πιο λογική όταν υποδεικνύεται μια πιο περιορισμένη περίοδος αναφοράς: όταν λέγεται, για παράδειγμα, ότι τα επόμενα πενήντα χρόνια διατρέχουμε σοβαρό κίνδυνο μιας ανεξέλεγκτης επέκτασης της τεχνητής νοημοσύνης με κίνδυνο να αποβάλλουμε, να στερήσουμε τον άνθρωπο. Στο οποίο προστίθεται ο κίνδυνος νέων πανδημιών και πυρηνικών πολέμων. Είναι πραγματικοί κίνδυνοι γιατί δεν αφορούν εποχές που είναι αδιανόητες για εμάς αλλά τους βιώνουμε ήδη, έχουν ήδη εκδηλωθεί. Άρα, μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε.

Το τέλος της ευφυούς ζωής στη γη είναι ένας κίνδυνος κάθε άλλο παρά απομακρυσμένος ή απροσδιόριστος: αν αναθέσουμε τα πάντα σε αλγόριθμους και σε αυτό που λανθασμένα ονομάζουμε Τεχνητή Νοημοσύνη ενώ είναι Ηλεκτρονικός Εγκέφαλος (Η νοημοσύνη δεν είναι απλώς ένα φυσικό, νευροεγκεφαλικό γεγονός, καθώς αντ' αυτού είναι ο εγκέφαλος), κινδυνεύουμε πραγματικά να βρεθούμε μια μέρα, χωρίς να το καταλάβουμε, με ένα ατροφημένο μυαλό και τον εγκέφαλο κολλημένο μέσα σε ένα σκοτεινό δάσος διαδικασιών, εξωτερικών ερεθισμάτων, ελέγχων και κατευθύνσεων που προέρχονται από τη Μηχανή.

Η μεγαλομανία,
ή μάλλον η τρέλα, επιστρέφει όταν η συζήτηση επιστρέφει στον Γαλαξία ή όταν οι μακροπρόθεσμοι σκοπεύουν να αποικίσουν άλλους πλανήτες επειδή υπάρχει συνωστισμός εδώ: η ιδέα δεν είναι εντελώς τρελή και ουτοπική, κάτι κινείται ήδη, αλλά είναι τόσο περίπλοκο να σχεδιάζονται μαζικές πλανητικές μεταναστεύσεις, δημοφιλείς διαστρικές κινήσεις, που χρειάζεται λίγος υγιής και ειρωνικός ρεαλισμός για να διαπιστωθεί η διαφορά μεταξύ αυτού που μπορεί να γίνει και αυτού που μπορεί μόνο να φανταστεί κανείς. Ταΐστε αυτούς που πεινούν σήμερα αντί να εστιάζετε τα πάντα σε καινοτόμες τεχνολογίες, λέει ένας επιστήμονας που χτυπά τη χορδή του Gabanelli. Και αυτό είναι επίσης ωραίο να το λέμε, πιο δύσκολο να γίνει, αλλά μπορεί να γίνει κάτι συγκεκριμένο.

Η προοπτική ότι η μοίρα της ανθρωπότητας ανατίθεται στους γίγαντες της Big Tech παραμένει ανησυχητική και δεν ξέρω σε ποιο βαθμό θα καθοδηγούνται από σοφούς και ευεργέτες της ανθρωπότητας και όχι από επίδοξους κυρίους του κόσμου. Ο Μασκ είναι ήδη από τους καλύτερους, αλλά ο ισχυρισμός του ότι μας οδηγεί στο μέλλον, ακριβώς στον εγκέφαλο, παραμένει ανησυχητικός. Θα ήμουν ευτυχής αν έδινε εποικοδομητική υποστήριξη στον Τραμπ να πάει στον Λευκό Οίκο και να κάνει κάτι καλό.

Ορισμένοι πολιτικοί ηγέτες, εν τω μεταξύ, αφήνουν τους εαυτούς τους να δελεάζονται από τό μακροπρόθεσμο. Δεν θέλω να είμαι κακόβουλος, αλλά είναι όλοι πρώην πρωθυπουργοί που μόλις βγουν από το παιχνίδι, αν δεν γίνουν σύμβουλοι και λέκτορες όπως ο Μπίλι Κλίντον, ο Τόνι Μπλερ και ο Ματέο Ρέντσι, αρχίζουν να παίζουν το μέλλον και το διαπλανητικό Καθολικό.

Τελικά, μου φαίνεται ότι ο επιστήμονας Federico Faggin, που αναφέρεται στην έρευνα της Corriere, είναι πιο σοφός, δύσπιστος απέναντι στο μακροπρόθεσμο, το οποίο θεωρεί «υλιστικό» και δεσμευμένο να αυξήσει τη δύναμη και το κέρδος των Lords of Big Tech. και βάζει φρένο στην τεχνητή νοημοσύνη, της οποίας τα μεγάλα πλεονεκτήματα αναγνωρίζει αλλά τα περιορίζει σε έναν τομέα που δεν μπορεί ποτέ να αντικαταστήσει την αυτογνωσία, την ελεύθερη βούληση και τον ανθρώπινο σχεδιασμό. Η μηχανή δεν έχει ηθική, δεν έχει καρδιά, δεν έχει ευαισθησία, δεν έχει ψυχή και δεν μπορεί να αγαπήσει ή να διεγείρει αγάπη ή να γεννήσει αγαπώντας. Στο τέλος η μπάλα επιστρέφει στην αφετηρία, στον άνθρωπο, με την έρευνά του, το μεγαλείο του και τα όριά του. Και επιστρέψτε στην εποχή μας, στον κόσμο μας, σε εμάς τους ζωντανούς ανθρώπους.

Να είστε ευτυχισμένοι άνθρωποι εδώ, λέει ο Δάντης, δεν προσποιούμαστε ότι αντικαθιστούμε το θείο ή το μυστήριο και τις χιλιάδες επόμενες γενιές. Ας περιοριστούμε στο να δοκιμάσουμε το δύσκολο έργο της σωτηρίας του πολιτισμού μας, της παρούσας ανθρωπότητας, με τον πολιτισμό και τη φύση, τη νοημοσύνη και τη σκέψη της από τους κινδύνους του σήμερα και του αύριο, και όχι σε πεντακόσιες χιλιάδες χρόνια. Ας παραδώσουμε επάξια τον κόσμο στους διαδόχους μας σύμφωνα με την παράδοση. σε δέκα χιλιάδες γενιές δεν είναι καθήκον μας, υπερβαίνει τις δεξιότητες και τις ικανότητές μας. Σκεπτόμενοι μακροχρόνια, βλέποντας πλατειά, αλλά χωρίς αξιώσεις εκατομμυριασμών, χωρίς τήν υπερβολική υπερβολή τών χιλιασμών. Όταν βλέπω τη γη στο διάστημα σαν ένα ψίχουλο διασκορπισμένο στον κόσμο, ο κόσμος πέφτει μακριά για μένα. και με τη σειρά μας είμαστε ψίχουλα σκορπισμένα μέσα σε αυτό το ψίχουλο ενός πλανήτη, δεν μπορούμε να περιμένουμε να καθοδηγήσουμε το σύμπαν και να κάνουμε σχέδια για τα επόμενα εκατομμύρια χρόνια. Ας κάνουμε το κομμάτι μας, μέχρι το τέλος, ας αφήσουμε τα ίχνη μας, ας ανησυχούμε για τον κόσμο που θα αφήσουμε στα παιδιά και τα εγγόνια μας. Ο Θεός θα φροντίσει για τα υπόλοιπα, αν το πιστεύεις ότι το πεπρωμένο είναι μεγαλύτερο από τη θέλησή μας.


Ἡ ψυχή στά κείμενα τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ἀριστοτέλους καί τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων


Τίτλος Ὁμιλίας: «Ἡ ψυχή στά κείμενα τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ἀριστοτέλους καί τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων» (Παραδόθηκε τὴν 7η Νοεμβρίου 2023 στο Λαϊκὸ Παν/μιο/Ἑταιρεία τῶν Φίλων τοῦ Λαοῦ)

Εἰσηγήτρια: Ἄννα Μαρκοπούλου, Δρ Ἐπιστημῶν τῆς Ἀγωγῆς Παν/μίου Σορβόννης Παρισίων

Ἡ σημερινή ὁμιλία μας εἶναι μιά γενική εἰσαγωγή στό θέμα μέ τό ὁποῖο θά άσχοληθοῦμε αὐτήν τήν ἀκαδημαϊκή χρονιά, πού ἔχει ὡς γενικό τίτλο: «Ἡ ψυχή στά κείμενα τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ἁριστοτέλους καί τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων».
Πιό συγκεκριμένα, σέ αὐτήν τή σειρά τῶν διαλέξεων θά προσεγγίσουμε τήν ψυχή, ἔτσι ὅπως αὐτή παρουσιάζεται καί «ξεδιπλώνεται», θά μπορούσαμε νά ποῦμε, μέσα ἀπό τά κείμενα τῶν φιλοσόφων αὐτῶν. Σέ αὐτό τό πλαίσιο, ἡ ἀνάλυση κειμένων θά εἶναι ἡ μεθοδολογία αὐτῆς τῆς προσέγγισης: Εἰδικότερα, θά δοῦμε πῶς ὁ Πλάτων, ὁ Ἀριστοτέλης καί οἱ Στωϊκοί φιλόσοφοι ἔθεσαν, ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του, τό θέμα τῆς ψυχῆς στά κείμενά τους· ἡ ἀνάλυση αὐτῶν τῶν φιλοσοφικῶν κειμένων γιά τήν ψυχή , θά μᾶς ἐπιτρέψει νά ἀνιχνεύσουμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο οἱ συγκεκριμένες ἀντιλήψεις τῶν φιλοσόφων αὐτῶν γιά τήν ψυχή ἀφενός συνδέονται μέ καί ἐντάσσονται στήν γενικότερη φιλοσοφική τους θεώρηση, ἀλλά καί, ἀφετέρου, ἀντανακλοῦν τίς γενικότερες ἱστορικές, κοινωνικές, πολιτικές καί πολιτισμικές συνθῆκες τῆς ἐποχῆς τους.
Σέ αὐτό τό πλαίσιο, ἡ ἀνάλυση τῆς ψυχῆς στά κείμενα τοῦ Πλάτωνος, θά μᾶς ἐπιτρέψει ἀφενός νά ἀντιληφθοῦμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συγκρότησε τήν κομβική γι᾽ αὐτόν ἔννοια τῆς Ἰδέας, ἀλλά καί, ἀφετέρου, νά ἐμβαθύνουμε στήν κατανόηση τῆς φύσης τῆς πλατωνικής Ἰδέας. Στήν συνέχεια, ἡ ἀνάλυση τῆς ψυχῆς στά κείμενα τοῦ Ἀριστοτέλους, θά μᾶς ἐπιτρέψει ἀφενός νά ἀντιληφθοῦμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συγκρότησε τήν σημαντική γι᾽ αύτόν ἔννοια τῆς «ἐντελέχειας», ἀλλά καί, ἀφετέρου, νά ἐξοικειωθοῦμε μέ τήν φύση τῆς ἀριστοτελικῆς «ἐντελέχειας» καί νά τήν κατανοήσουμε σέ βάθος. Τέλος, ἡ ἀνάλυση τῆς ψυχῆς στά κείμενα τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων, θά μᾶς ἐπιτρέψει ἀφενός νά ἀντιληφθοῦμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συγκροτήθηκε ἡ σημαντική γι᾽ αὐτούς ἔννοια τοῦ «Λόγου», ἀλλά καί αφετέρου νά ἐμβαθύνουμε στήν κατανόηση τῆς φύσης τοῦ «Λόγου» τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων.

Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΡΙΕΣ ΤΗΣ! (2)

 Συνέχεια από: Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2024

Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΡΙΕΣ ΤΗΣ!
Του Giovanni Reale.

3. Τα τρία μεγάλα προβλήματα της ψυχής στον Πλάτωνα!
   
  Η σύλληψη τής ψυχής στον Πλάτωνα είναι-κάτω από πολλές απόψεις-αρκετά πολύπλοκη.
α) Τόσο όσον αφορά την ίδια της τήν φύση!
β) Τόσο όσον αφορά τήν αθανασία της.
γ) Τόσο όσον αφορά τέλος, τήν εσχατολογική της μοίρα!
          Πάνω σ'αυτό το τρίτο πρόβλημα-περισσότερο απο τα άλλα δύο-έγινε μεγάλη συζήτηση, αλλά συχνά ακολουθώντας μία λανθασμένη μέθοδο. Έγινε προσπάθεια να καθορισθούν οι συγκλίσεις και οι αποκλίσεις ανάμεσα στους διαφόρους μύθους που συναντούμε στον Γοργία, στον Φαίδωνα, στην Πολιτεία, στον Φαίδρο και στον Τίμαιο, αποφεύγοντας όμως να ακολουθήσουν την βάση τής λογικής και τής δυναμικής τών μύθων, αλλά βασιζόμενοι στην εννοιολογική λογική και σε κατηγορίες καθαρά νοητικές, χάνοντας μ'αυτόν τον τρόπο το χαρακτηριστικό τών μύθων και την υπαινικτική τους δύναμη, και επομένως το αληθινό τους μήνυμα στην αυθεντική τους διάσταση!
          Όμως ο ίδιος ο Πλάτων, μία φορά για πάντα, ξεκαθαρίζει το θέμα στον Φαίδωνα, ολοκληρώνοντας την τελευταία μυθική αφήγηση, γράφοντας:
          "Βεβαίως η υποστήριξη ότι τα πράγματα είναι στ'αλήθεια όπως τα έχω εκθέσει, δέν ταιριάζει σ'έναν άνθρωπο που έχει κοινή λογική αλλά να υποστηρίξουμε ότι ή αυτό ή κάτι παρόμοιο σ'αυτό πρέπει να συμβαίνει στις ψυχές μας και στις κατοικίες της, απο την στιγμή που προέκυψε ότι η ψυχή είναι αθάνατη, αυτό νομίζω ότι ταιριάζει και ότι συμφέρει να ρισκάρουμε να το πιστέψουμε, διότι το ρίσκο είναι ωραίο. Και οφείλουμε επίσης μ'αυτές τις πεποιθήσεις, να γοητεύσουμε και να μαγέψουμε εμάς τους ίδιους: και γι'αυτόν τον λόγο, εδώ και καιρό, προωθώ αυτόν τον μύθο μου" (114 D 1-7).
          Το κείμενο παρανοήθηκε απο μερικούς, και ερμηνεύθηκε σύμφωνα με την σημασία τού Κίρκεγκαρντ, σαν το "ρίσκο"  να είναι ένα άλμα στο σκότος.
          Αντιθέτως για τον Πλάτωνα το "ρίσκο", είναι μερικό, καθότι εκείνη η πράξη τής πίστης ή τής ελπίδος έχει μία συγκεκριμένη θετική σημασία και μία κάποια σιγουριά, όπως το λέει ακριβώς  : "απο την στιγμή που έχει αποδειχθεί ότι η ψυχή είναι αθάνατη (επείπερ αθάνατον γε η ψυχή φαίνεται ούσα)".
          Έτσι λοιπόν έχοντας αποδειχθεί ότι η ψυχή είναι αθάνατος, έχει νόημα να πιστέψουμε τί συμβαίνει στην ψυχή, μετά την έξοδό της απο τό σώμα με τον θάνατο, όχι με τον συγκεκριμένο τρόπο, αυτό που είπε ο Πλάτων για το επέκεινα, αλλά κάτι παρόμοιο, ότι δηλαδή στούς καλούς αποδίδεται ένα δώρο και στους κακούς μία τιμωρία.
          Επομένως η προβληματική τής ψυχής όταν την διαπραγμετευθούμε στο επίπεδο τού καθαρού λόγου επικεντρώνεται στο θέμα τής αθανασίας. Αυτό το πρόβλημα ο Πλάτων, είναι πεπεισμένος ότι το έλυσε. Ας θυμηθούμε ότι στο θέμα τής αθανασίας τής ψυχής προσέφερε τρείς διαφορετικές αποδείξεις.
          Στον Φαίδωνα παρουσίασε μία τριπλή διατύπωση βασιζόμενος στην θεωρία τών ιδεών (στην ύπαρξη μίας νοητής και υπεραισθητής πραγματικότητος, στην οποία ομοιάζει η ψυχή)! (70 Α-77 D, 78 B-80B, 95 A-107B).
          Παρουσίασε στην συνέχεια έναν δεύτερο τύπο αποδείξεως στην Πολιτεία, διά τής απαγωγής τής αθανασίας τής ψυχής απο το γεγονός ότι δέν προκύπτει να υπάρχουν δικά της κακά ικανά να την καταστρέψουν. Τα πιό βαρειά και επώδυνα κακά τού σώματος το καταστρέφουν, ενώ τα πάθη τής ψυχής, όσο επικίνδυνα και αν μπορούν να είναι, δέν την καταστρέφουν (609 Α-611Α).
          Στον Φαίδρο παρουσιάζεται μία τρίτη απόδειξη, σύμφωνα με την οποία η ψυχή προκύπτει να είναι "αναρχη αρχή", υπέρτατη αρχή τής κινήσεως και της ζωής (245 C-246 A).
          Θα περιμέναμε να παρουσιάσει ο Πλάτων μία αυστηρή επιχειρηματολογία και στο βασικό πρόβλημα, το οποίο βρίσκεται στην βάση τού προηγουμένου, δηλαδή στην ίδια την φύση της ψυχής. Αντιθέτως αφού πρώτα εξήγησε ότι η ψυχή έχει παρόμοια φύση με την νοητή πραγματικότητα-χωρίς αυτή την διευκρίνιση οι αποδείξεις τής αθανασίας δέν θα είχαν στήριγμα-προχωρά κυρίως με νύξεις, ανακατεύοντας σε μεγάλο βαθμό, διάφορες εικόνες στους συλλογισμούς. Και το τονίζει ξεκάθαρα, εξάγοντας ακριβέστατα συμπεράσματα!
          Στον Φαίδρο, αμέσως μετά την απόδειξη της αθανασίας της ψυχής λέγεται:
          Για την αθανασία τής ψυχής (Περί αθανασίας αυτής) είπαμε αρκετά. Επί δέ τής ιδέας αυτής πρέπει να πούμε τα ακόλουθα: Να εξηγήσουμε ποιά είναι, θα ήταν μία εργασία μίας Θείας εξήγησης με όλες τις σημασίες και εκτενέστατη. Αλλά να πούμε με τί πράγμα ομοιάζει (ώ δε έοικεν) είναι μία ανθρώπινη έκθεση και μάλιστα  πολύ σύντομη. Ας μιλήσουμε λοιπόν μ'αυτόν τον τρόπο (ταύτη ούν λέγωμεν) (246 Α 3-6).
          Ας δούμε λοιπόν στην συνέχεια ποιά είναι η εικόνα τής ψυχής, δηλαδή "αυτό στο οποίο ομοιάζει " (ώ δε έοικεν).

Συνεχίζεται
Αμέθυστος. 

ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ - Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ (3)

 Συνέχεια από: Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Σπουδή στον Ιωάννη της Κλίμακος

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ, 1971

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ 


Στὰ πλαίσια τῆς φιλοσοφικῆς ἀνθρωπολογίας προηγεῖται ἱστορικὰ τὸ ἐρώτημα γιὰ τὴ σχέση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα. (
3η συνέχεια)

Στωϊκοί

Μετὰ τὴν κλασσική περίοδο ἡ διδασκαλία τῶν Στωϊκῶν γιὰ τὴ σχέση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα οὔτε ἐνιαία εἶναι οὔτε και τελικά διατυπωμένη. Χρησιμοποιοῦν τὸν ὅρον ψυχὴ μὲ διαφορετικές σημασίες: Ἡ ψυχὴ εἶναι τὸ κέντρο ποὺ ζωογονεῖ καὶ κινεῖ τὸ σῶμα. Εἶναι ἕνα τμῆμα τοῦ τριαδικοῦ συνόλου φύσις - ψυχή - λόγος, ὅπου ὁ λόγος σημαίνει τὸ «ἡγεμονικὸν» τοῦ ἀνθρώπου, τὴν κατευθύνουσα ἀρχὴ τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως. Άλλοτε ταυτίζεται ἡ ψυχὴ μὲ τὸ «ἡγεμονικόν», ἄλλοτε ἀποτελεῖ μόνο ἕνα συγκερασμὸ τῶν αἰσθήσεων, ἄλλοτε εἶναι οὐσιαστικὰ διαφορετικὴ ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἄλλοτε ἕνα εἶδος πιὸ «λεπτῆς» σωματικότητος ποὺ «μείγνυται» μὲ τὸ σῶμα σὲ ἑνιαῖο σύνολο33.

Αὐτὴ ἡ τελευταία ἀντίληψη ὅτι ἡ πνευματικὴ φύση τῆς ψυχῆς δὲν εἶναι ἄυλη ἀλλὰ ἕνα εἶδος εὐγενέστερης ὑλικότητος ὑπάρχει σὲ ὅλους τοὺς Στωϊκούς. ᾿Απὸ τὸν Ζήνωνα θεωρεῖται τὸ «πνεῦμα» τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἕνα τμῆμα τοῦ καθολικοῦ Πνεύματος, τοῦ δημιουργικοῦ «πυρὸς» ποὺ ἐνεργοποιεῖ τὸ σύμπαν καὶ ποὺ μὲ τὴν γέννηση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἐπαφή του μὲ τὴ φυσικὴ πραγματικότητα, συμπυκνώνεται καὶ ἀποτελεῖ τὴν «ψυχή». Ἡ ψυχὴ εἶναι αὐτὴ ἡ «συμπύκνωση» τοῦ πνεύματος ποὺ εἰσχωρεῖ σὲ ὅλο τὸ σῶμα, τὸ διαπερνᾶ καὶ τὸ κατέχει, τὸ ζωογονεῖ, τὸ κινεῖ καὶ εἶναι ἡ αἰτία τῆς συντηρήσεως καὶ τῆς ἀναπτύξεώς του. ᾿Αλλά, ἂν καὶ καθολικὴ αὐτὴ ἡ ἕνωση ψυχῆς καὶ σώματος, ὑπάρχει ἐντούτοις ἕνα κέντρο ὅπου κατεξοχὴν ἑδράζεται ἡ ψυχὴ καὶ αὐτὸ τὸ κέντρο εἶναι ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Τὸν ἰσχυρισμό αὐτὸ τὸν στηρίζει ὁ Ζήνων καὶ στὸ γεγονὸς τοῦ προφορικοῦ λόγου ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸ στῆθος, ἑπομένως, ἐκεῖ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ αἰτία τοῦ λόγου, τὸ κέντρο τῆς διάνοιας, ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου34. 

Μιὰ κοσμολογικὴ ἀναγωγὴ τῶν στοιχείων τοῦ ἀνθρώπου ἐπιχειρεῖ καὶ ὁ Ποσειδώνιος. Βλέπει τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα σὰν καθολικὴ ἑνότητα, τμῆμα τῆς καθολικῆς ἑνότητος ὕλης καὶ πνεύματος ποὺ εἶναι ὁ κόσμος, ὁ «ἔμψυχος κόσμος». Ωστόσο, βλέπει ταυτόχρονα στὸ σῶμα καὶ τὴν ἔδρα τοῦ κακοῦ καὶ πιστεύει ὅτι τὸ κακὸ πρέπει νὰ θανατωθῆ μὲ ἐπίμονη καὶ αὐστηρὴ ἄσκηση35.

Ἐνδιαφέρουσες ἀπόψεις γιὰ τὸν ἀλληλοεπηρεασμὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τοῦ σώματος ἀπὸ τὴν ψυχὴ βρίσκουμε στὸν Κλεάνθη καὶ στὸν Χρύσιππο. Προϋποθέτουν καὶ οἱ δυὸ τὴ «σωματικότητα» τῆς ψυχῆς. «Οὐδὲν ἀσώματον συμπάσχει σώματι οὐδὲ ἀσωμάτῳ σῶμα, ἀλλὰ σῶμα σώματι [Τίποτα ἀσώματο δὲν συμπάσχει μὲ τὸ σῶμα, οὔτε τὸ σῶμα μὲ κάτι ἀσώματο, ἀλλὰ τὸ σῶμα συμπάσχει μὲ σῶμα], λέει ὁ Κλεάνθης. «Συμπάσχει δὲ ἡ ψυχὴ τῷ σώματι νοσοῦντι καὶ τεμνομένῳ, καὶ τὸ σῶμα τῇ ψυχῇ· αἰσχυνομένης γοῦν ἐρυθρὸν γίνεται καὶ φοβουμένης ὠχρόν»[Η ψυχή συμπάσχει με το σώμα όταν αυτό νοσεί και τραυματίζεται, και το σώμα με την ψυχή· όταν η ψυχή ντρέπεται, το σώμα κοκκινίζει, και όταν φοβάται, χλωμιάζει]. Καὶ ὁ Χρύσιππος πιστεύοντας ὅτι μόνο τὸ σωματικὸ καὶ ὄχι τὸ ἀσώματο μπορεῖ νὰ χωριστῆ ἀπὸ τὸ σῶμα, θεμελιώνει τὴ σωματικότητα τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ὅμως ἐπιδέχεται κάθαρση προκειμένου νὰ ἐπιζήση μετὰ τὸν θάνατο «μέχρι τῆς ἐκπυρώσεως τοῦ κόσμου»37. 

Γενικὰ στοὺς Στωϊκοὺς κυριαρχεῖ ἡ ἀντίληψη γιὰ τὸ πρωτεῖο τῆς ψυχῆς καὶ τὸν κατευθύνοντα «ἡγεμονικό» της ρόλο καὶ εἶναι αὐτὴ ἡ κοινὴ βάση οἰκοδομῆς τῆς στωϊκῆς Ἠθικῆς38.

Επίκουρος

᾿Απὸ τὶς ἀπόψεις τῆς Στοᾶς, μονιστικὲς τὸ περισσότερο, δὲν ἀπέχει πολὺ ἡ διδασκαλία τοῦ Ἐπίκουρου. Ἡ ψυχή κατανοεῖται καὶ ἐδῶ σωματικά, εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ αἰτία τῆς κινήσεως τοῦ σώματος καὶ τῆς λειτουργίας τῶν αἰσθήσεων, εἶναι καθολικὰ ἑνωμένη μὲ ὅλο τὸ σῶμα. «Ἡ ψυχὴ σῶμά ἐστι λεπτομερές παρ᾿ ὅλον τὸ ἄθροισμα παρεσπαρμένον... τοῦτο δὲ πᾶν (τὸ ἄθροισμα) αἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς διῆγον καὶ τὰ πάθη καὶ αἱ εὐκινησίαι καὶ αἱ διανοήσεις καὶ ὧν στερόμενοι θνήσκομεν. Καὶ μὴν καὶ ὅτι ἔχει ἡ ψυχὴ τῆς αἰσθήσεως τὴν πλείστην αἰτίαν, δεῖ κατέχειν... διὸ ἀπαλλαγείσης τῆς ψυχῆς οὐκ ἔχει (τὸ σῶμα) τὴν αἴσθησιν· οὐ γὰρ αὐτὸ ἐν ἑαυτῷ ταύτην ἐκέκτητο τὴν δύναμιν». [Η ψυχή είναι σώμα λεπτομερές, διασκορπισμένο σε όλο το σύνολο (του σώματος)… και αυτό το σύνολο (του σώματος) το καθοδηγούν οι δυνάμεις της ψυχής, καθώς και τα πάθη, οι ευκινησίες, οι διανοήσεις, και από την στέρηση αυτών πεθαίνουμε. Και επιπλέον, καθώς η ψυχή κατέχει την κύρια αιτία της αίσθησης, πρέπει να την ελέγχει… γι' αυτό, όταν η ψυχή αποχωρεί, το σώμα δεν έχει την αίσθηση· διότι αυτή τη δύναμη δεν την κατείχε το ίδιο το σώμα]39. 

Ὅπωσδήποτε ἡ ψυχὴ εἶναι ἡ αἰτία τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἱκανότητος τῶν αἰσθήσεων τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα δὲν ὑποτιμᾶται ἀπὸ τὸν Ἐπίκουρο, εἶναι ἡ προϋπόθεση, ὁ ὅρος ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχὴ δὲν νοεῖται χωρισμένη ἀπὸ τὸ σῶμα, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιζήση μετὰ τὸν θάνατο, διαλύεται καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐπιστρέφει στὴν ἀνυπαρξία, στὸ κοσμικό «κενό». «Λυομένου τοῦ ὅλου ἀθροίσματος ἡ ψυχὴ διασπείρεται καὶ οὐκέτι ἔχει τὰς αὐτὰς δυνάμεις οὐδὲ κινεῖται, ὥστε οὐδ᾽ αἴσθησιν κέκτηται, οὐ γὰρ οἷόν τε νοεῖν τὸ αἰσθανόμενον μὴ ἐν τούτῳ τῷ συστήματι καὶ ταῖς κινήσεσι ταύταις χρώμενον, ὅταν τὰ στεγάζοντα καὶ περιέχοντα μὴ τοιαῦτα ἧ, ἐν οἷς νῦν οὖσα ἔχει ταύτας τὰς κινήσεις. ᾿Αλλὰ μὴν καὶ τόδε γε δεῖ προσκατανοεῖν ὅτι τὸ ἀσώματον, τοῦ ὀνόματος ἐπὶ τοῦ καθ' ἑαυτὸ νοηθέντος ἄν· καθ᾽ ἑαυτὸ δὲ οὐκ ἔστι νοῆσαι τὸ ἀσώματον πλὴν τοῦ κενοῦ»40. 

Μιὰ τέτοια ἀντίληψη γιὰ τὴν ψυχὴ ἔχει σὰν φυσική συνέπεια τὸν περιορισμὸ τῶν κριτηρίων τοῦ ἀγαθοῦ σὲ μόνο τὸ σῶμα. Εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Ἡδονισμὸ τοῦ Ἐπίκουρου, δηλαδὴ στὸ σύστημα τῆς Ἠθικῆς του. Δὲν εἶναι τὸ ἀγαθὸ ἡ αἰτία τῆς ἡδονῆς, ὅπως προσδιώρισε ὁ ᾿Αριστοτέλης, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἡδονὴ ποὺ προσδιορίζει τὸ ἀγαθό. Δὲν ὑπάρχουν ἀντικειμενικά, λογικά κριτήρια τοῦ ἀγαθοῦ, μόνο ἡ προσωπικὴ ἡδονὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ ἀγαθοῦ – ἀρχὴ ἄμεσα ἐμπειρική41. Καὶ κύρια πηγὴ τῆς ἡδονῆς εἶναι τὸ σῶμα. «᾿Αρχὴ καὶ ρίζα παντὸς ἀγαθοῦ ἡ τῆς γαστρὸς ἡδονή· καὶ τὰ σοφὰ καὶ τὰ περιττὰ ἐπὶ ταύτην ἔχει τὴν ἀναφοράν»42. Μόνο γιὰ τὸν λόγο τῆς μακρότερης χρονικής διάρκειας εἶναι «μείζονες» οἱ ἡδονὲς τῆς ψυχῆς, ὅπως εἶναι μείζονες καὶ οἱ χρονικὰ παρατεινόμενες ὀδύνες της. «Τὴν σάρκα τὸ παρὸν μόνον χειμάζει, τὴν δὲ ψυχὴν καὶ τὸ παρελθὸν καὶ τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον, οὕτως οὖν καὶ μείζονας ἡδονὰς εἶναι τῆς ψυχῆς»43.


Σημειώσεις


33. Bλ. HIRSCHBERGER I, 257 - 258 καὶ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ, Εἰσαγωγή 330, 331.
34. Βλ. Μax POHLENZ, Die Stoa, Göttingen 1948 σελ. 86 - 87.
35. POHLENZ, Stoa 236 καὶ Kröner - Philos. Wörterbuch 473.
36. ARNIM I 518, Nemesius de nat. hom. 32.
37. ARNIM II 811, Diogenes Laert. VII 157
38. Βλ. Τh WNT, VII, 122.
39. Πρὸς Ἡρόδ. Ἐπιστολή 1, 63 κ.ε. Ἔκδοση Hermannus Vsener, Lipsiae 1887, σελ. 19-20. [Σχόλιο: Αὐτὸ τὸ ἀπόσπασμα περιγράφει τὴν ψυχὴ ὡς σωματικὴ φύση, ἀποτελούμενη ἀπὸ λεπτομερῆ μόρια ποὺ εἶναι διεσπαρμένα μέσα στο σῶμα. Ἡ ψυχὴ δὲν εἶναι μόνο ἕνα ἁπλὸ σύνολο, ἀλλὰ ἡ δύναμή της εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐνεργοποιεῖ τὸ σῶμα, καθορίζοντας τὶς κινήσεις του, τὰ πάθη, τὶς διανοητικὲς διαδικασίες, καὶ γενικὰ ὅλα ὅσα ἀπαρτίζουν τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Χωρὶς τὴν ψυχή, ὁ ἄνθρωπος στερεῖται αὐτῶν τῶν λειτουργιῶν καὶ πεθαίνει. Ἐπιπλέον, ἡ ψυχὴ εἶναι ὁ κύριος φορέας τῆς αἰσθήσεως. Ἀπὸ τὴν στιγμή ποὺ ἡ ψυχὴ ἀποχωρῆ ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸ σῶμα δὲν ἔχει πλέον αἰσθήσεις, διότι αὐτὴ ἡ ἰκανότητα τῆς αἰσθήσεως ἦταν ἔμφυτη στὴν ψυχή, ὄχι στὸ σῶμα ἑαυτό].
40. Πρὸς Ἡροδ. 1, 65 σελ. 21 – 22.
41. HIRSCHBERGER I, 284.
42. Frgm. 409, σελ. 278, 10
43. Πρὸς Διογ. Λαέρτ. Χ. 137. Βλ. καὶ Ε. SCHWEIZER, Σάρξ ThWNT, VII 103 καὶ 122.

Η έννοια της ελευθερίας κατά τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή και η επικαιρότητά της σήμερα

Διονύσης Σκλήρης

Η επιμονή του αγίου Μαξίμου του Ομολογητή (π. 580-662) να προσπαθήσει να διατυπώσει μία κατανόηση της ελευθερίας στην οποία δεν περιλαμβάνεται η επιλογή αφενός αποτελεί το πλέον εμβληματικό εγχείρημα να αποδοθεί μία ολόκληρη νηπτική παράδοση η οποία θεωρούσε την ελευθερία ως κάτι διαφορετικό από το ἴδιον θέλημα και, αφετέρου, παρουσιάζει ενδιαφέρουσες προκλήσεις ως προς την πολύ διαφορετική αντίληψη της ελευθερίας κατά τη νεωτερικότητα. Στα δύο αυτά αλληλένδετα στοιχεία θα προσπαθήσουμε να επικεντρώσουμε.

Η απόλυτη οντολογική ελευθερία υπερβαίνει την επιλογή

Γιατί, όμως, ο άγιος Μάξιμος επιμένει ότι η πληρέστερη μορφή ελευθερίας είναι ανώτερη από την επιλογή; Ο λόγος είναι ότι το αρχέτυπο αυτής της κατανόησης είναι η άκτιστη θεία ελευθερία. Η έννοια της επιλογής προϋποθέτει δεδομένα, ώστε να επιλέγει κανείς μεταξύ αυτών. Ωστόσο, αυτή η έννοια της ελευθερίας αντιτίθεται στην άκτιστη πραγματικότητα του Θεού, στον Οποίο δεν υπάρχει κανένα δεδομένο που να προϋποτίθεται σε Αυτόν, καθώς είναι άναρχος και άχρονος. Επομένως, ο Θεός είναι ελεύθερος όχι επειδή έχει απόλυτη επιλογή, αλλά ακριβώς επειδή έχει μία πιο θεμελιώδη ελευθερία η οποία προηγείται της επιλογής. Αν το θέταμε με μια ανθρωπομορφική παρομοίωση, θα λέγαμε ότι η θεία ελευθερία δεν είναι το να μπορεί να διαλέγει κανείς δρόμους, αλλά το να μπορεί να φτιάχνει δρόμους που δεν υπήρχαν. Θα μπορούσε βεβαίως να θεωρήσει κανείς φιλοσοφικώς ότι ο Θεός έχει εκάστοτε μία απόλυτη απειρία επιλογών από την οποία κάθε φορά επιλέγει ένα στοιχείο από το άπειρο. Όμως, μία παρόμοια θεώρηση θα εισήγαγε ενδεχομενικότητα στο θείο είναι και για αυτό το λόγο θεωρείται ως ορθότερο ότι ο Θεός δεν θέλει επιλέγοντας μεταξύ απείρων επιλογών, αλλά ότι, αντιθέτως, η ελευθερία του είναι μία καθαρή θετικότητα που δεν περνάει μέσα από την απόρριψη άλλων ενδεχομένων. Αυτή είναι και η σημασία των λόγων των όντων. Οι λόγοι των όντων είναι θελήματα του Θεού, σύμφωνα με την αρεοπαγιτική παράδοση, τα οποία δεν αποτελούν επιλογές Του για την κτίση, αλλά καθαρές θετικότητες, οιονεί εκρήξεις της αγάπης του Θεού στις οποίες δεν διαμεσολαβεί διαλογισμός (βλ. Πρὸς Θαλάσσιον, Corpus Christianorum Series Graeca (στο εξής CCSG) 7,95,8, PG 90,296A. Για το θέμα αυτό στα Αρεοπαγιτικά συγγράμματα, βλ. Περὶ θείων ὀνομάτων, 5, 8, PG 3,824C. Πρβλ. SUCHLA Beate Regina, Corpus Dionysiacum I. De Divinis Nominibus, De Gruyter, Βερολίνο και Νέα Υόρκη 1990, σ. 188,6-10). Σημειωτέον, παρεμπιπτόντως, ότι οι έννοιες «ελευθερία» και «θέληση» δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκη. Μπορεί να υπάρχει μία οντολογική έννοια της ελευθερίας η οποία να είναι βαθύτερη από την ψυχολογική έννοια ελευθερίας που εντοπίζεται στο επίπεδο της θελήσεως. Η ελευθερία διέπει το όλο είναι του Θεού, χωρίς να ταυτίζεται οπωσδήποτε και αποκλειστικά με το κοινόν θέλημα των τριών Υποστάσεων.[ΟΥΤΕ Η ΒΟΥΛΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΘΕΛΗΣΗ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ. Η ΘΕΛΗΣΗ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΠΟΥ ΦΙΑΧΝΕΙ ΔΡΟΜΟΥΣ. ΟΣΤΙΣ ΘΕΛΕΙ ΟΠΙΣΩ ΜΟΥ ΕΛΘΕΙΝ]

Έχοντας ένα παρόμοιο θείο αρχέτυπο (ή μάλλον εσχατότυπο εφ’ όσον η πλήρης αλήθεια πραγματώνεται στην εσχατολογική Βασιλεία) της ελευθερίας του, ο άνθρωπος ως κατ’ εικόνα Θεού φιλοδοξεί υπαρκτικώς μια ελευθερία ανώτερη από την επιλογή. Εδώ συνίσταται και η περιπέτεια αυτού που ο άγιος Μάξιμος ονομάζει «γνωμικόν θέλημα». Το τελευταίο έχει δύο σημασίες, την κυρίως η οποία αφορά στην κτιστή πραγματικότητα, χωρίς να συνδέεται κατ’ ανάγκη με την αμαρτία. Και μία επιγενόμενη, η οποία συνδέεται με την πτώση. Η θεμελιώδης σημασία του γνωμικού θελήματος είναι ότι αποτελεί «διάθεσιν» (βλ. Ἔργα Θεολογικὰ καὶ Πολεμικά 1 PG 91,17C), δηλαδή το πώς δια-τίθεται ο άνθρωπος έναντι αυτού που τον υπερβαίνει, και πιο συγκεκριμένα έναντι του Θεού ή και του περιβάλλοντος κόσμου. Αυτή η οντολογικώς θεμελιώδης σημασία του γνωμικού θελήματος δεν συνδέεται κατ’ ανάγκη με την πτώση, αλλά μάλλον με την κτιστότητα. Ο άκτιστος Θεός δεν έχει γνωμικόν θέλημα ακριβώς επειδή δεν δια-τίθεται έναντι δεδομένων που προϋπάρχουν, αλλά έχει μία θετική ελευθερία.[ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΤΙ ΝΑ ΤΟΝ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ] Ακόμη και οι τρεις Θείες Υποστάσεις δεν δια-τίθενται προς αλλήλας, καθώς είναι συνάναρχες και έχουν άκτιστη αγάπη οντολογικώς πολύ πιο πρωταρχική από μια αγαπητική διάθεση. [ΠΑΡΑΚΑΜΠΤΕΤΑΙ ΗΔΗ ΤΟ ΟΜΟΟΥΣΙΟ]Ο άνθρωπος, όμως, ακριβώς επειδή αποτελεί κτιστό πρόσωπο[ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΕΚΥΨΕ Ο ΟΡΟΣ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ Ο ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕ ΣΕ ΕΝΝΟΙΑ, ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΧΡΗΣΗ] οπωσδήποτε στρέφει την ελευθερία του προς τον προϋπάρχοντα προσωπικό Θεό, αλλά και προς τον κόσμο που Αυτός δημιούργησε και για αυτό θεωρείται από τον άγιο Μάξιμο ότι έχει ένα προπτωτικό γνωμικό θέλημα ταυτόσημο με αυτή τη διά-θεσιν.[ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΠΕΦΤΕΙ ΣΤΗΝ ΠΑΓΙΔΑ ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ ΧΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟ ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΟΜΩΣ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ, ΜΕ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΣΚΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ] Ωστόσο, η εσχατολογική αλήθεια του ζητήματος είναι ότι αυτό το γνωμικό θέλημα δεν αποτελεί την τελευταία λέξη του μυστηρίου της ανθρώπινης ελευθερίας, αφού ο άνθρωπος μέλλει να καταξιωθεί μιας πληρέστερης ελευθερίας που τον υπερβαίνει. Η πληρέστερη αυτή ελευθερία πραγματώνεται στον Θεάνθρωπο Χριστό και εκδηλώνεται πλήρως στην εσχατολογική βασιλεία. Οπότε κατά τον άγιο Μάξιμο η ελευθερία επιλογής δεν αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της ελευθερίας.

Για να κατανοήσουμε, ωστόσο, την προβληματική αυτή χρειάζεται να επισκοπήσουμε την εξέλιξη της έννοιας της ελευθερίας και της θελήσεως στον άγιο Μάξιμο. Στην αρχαιότητα ο όρος θέλησις δεν ανήκε στο κανονικό λεξιλόγιο της φιλοσοφίας.[ΟΥΔΕΙΣ ΕΚΟΝ ΚΑΚΟΣ] Οι μεν όροι ἐθέλω και θέλησις ανήκαν περισσότερο στο λεξιλόγιο των ποιητών και την ομηρική παράδοση αντί για την καθαυτό φιλοσοφική. Ενώ η τελευταία έκανε λόγο κυρίως για βούλησιν, η οποία, όμως, σύμφωνα με τις αριστοτελικές προδιαγραφές υπαγόταν στη νόηση και την ακολουθούσε ως παρεπόμενό της. Ο όρος θέλημα, όμως, υπάρχει στα Ευαγγέλια στον δραματικό προσευχητικό διάλογο του Χριστού με τον Πατέρα στη Γεθσημανή και έκτοτε χρησιμοποιείται από τους Χριστιανούς θεολόγους με ιδιαιτέρως υπαρξιακό φορτίο. Ειδικά ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής διεκδικεί μία θέση στην ιστορία της φιλοσοφίας για τον λόγο ότι κατέστησε το θέλημα αναπόσπαστη δύναμη της ψυχής του ανθρώπου,[ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΜΟΥ;; ΔΙΟΤΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΥΜΦΩΝΕΙ ΜΕ ΤΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΠΟΥ ΤΟΝ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ. ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΔΙΑΦΩΝΕΙ ΜΕ Ο,ΤΙΔΗΠΟΤΕ ΤΟΝ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ.] μία σπουδαία φιλοσοφική εξέλιξη που στη Δύση έλαβε χώρα από τον ιερό Αυγουστίνο Ιππώνος. Ενώ για τους αρχαίους Έλληνες, η βούλησις είναι δευτερεύουσα ως προς την νόησιν και την ακολουθεί, για τον άγιο Μάξιμο το φυσικόν θέλημα είναι μια εξαιρετικά πρωταρχική διάσταση του υπαρκτικού γεγονότος και συνδέεται με την κίνησιν των όντων (βλ. Ζήτησις μετὰ Πύρρου PG 91,352A), που στην πλέον οντολογική της διάσταση συνδέεται με τη ροπή τους προς τελείωση στο μέλλον. [ ΜΕΤΑΛΛΑΣΣΕΤΑΙ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΑΠΟΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΣΤΑ ΕΣΧΑΤΑ. ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΥΠΑΡΞΗ. ΣΑΝ ΠΟΛΙΤΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ]

Αὐτεξούσιον και ἐλεύθερον: Οι δύο διαστάσεις της ελευθερίας

Στον άγιο Μάξιμο βρίσκουμε κυρίως δύο όρους για την ελευθερία: Το αὐτεξούσιον και το ἐλεύθερον. Το αὐτεξούσιον ανήκει στον λόγον της ανθρώπινης φύσεως και συνδέεται με την κίνηση. Σημαίνει ότι ειδικά ο άνθρωπος συμμετέχει με επίγνωση στην κίνησή του η οποία τον οδηγεί στην τελείωση, σε αντίθεση με άλλα όντα που μπορεί να κινούνται έξωθεν και να μη συμμετέχουν στην κίνησή τους προς την ολοκλήρωση (άψυχα όντα) ή μπορεί να κινούνται βάσει ζωτικής ορμής (φυτά) ή αισθήσεων (ζώα) και όχι με νοερά αυτεπίγνωση. Η ελευθερία ως αὐτεξούσιον έχει, λοιπόν, έναν δρομικό χαρακτήρα: Στον δρόμο που είναι η ζωή, ο άνθρωπος κινείται για να ολοκληρώσει τη φύση και όλο το είναι του στο μέλλον και το αὐτεξούσιον έγκειται στο ότι σε αντίθεση με άψυχα όντα, φυτά και ζώα, ο άνθρωπος μετέχει νοερά στην κίνησή του. Αυτού του ειδικού χαρίσματος του Θεού στον άνθρωπο μπορεί πάντως αυτός να κάνει παράχρηση με το να παρεκκλίνει στον δρόμο της τελείωσης ή ακόμη και να σταματήσει την ευθυπορία ή και να παλινδρομήσει αντιστρέφοντας την πορεία προς το ον σε μία οπισθοβατική διαδρομή προς το μη ον. Σε κάθε περίπτωση, για τον άγιο Μάξιμο η ελευθερία ειδικά του αὐτεξουσίου είναι μια ελευθερία ἐν ὁδῷ. Είναι μια ελευθερία καθ’ οδόν προς ένα εσχατολογικό τέλος, δηλαδή προς έναν ορίζοντα. Και το βασικό διακύβευμα της ελευθερίας είναι αν θα οδηγήσει σε ευθυπορία ή, στην αντίθετη περίπτωση, σε κάποια μάταιη ακύρωση αυτής της ροπής προς την εσχατολογική τελειότητα. Ο όρος ἐλεύθερον από την άλλη χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει την απελευθέρωση του ανθρώπου από περιορισμούς είτε λόγω αμαρτίας είτε και λόγω ακόμη και της κτιστότητας, μια απελευθέρωση που επιτυγχάνεται από τη χάρη του Θεού (βλ. λ.χ. Ἐπιστολή Θ΄ PG 91,448C).

Η νομιναλιστική αντιστροφή στην έννοια της ελευθερίας κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα

Σε κάθε περίπτωση αυτό που μπορούμε να διακρατήσουμε είναι ότι αυτή η κατανόηση της ελευθερίας στη νηπτική παράδοση, όπως συγκεφαλαιώνεται από τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή δεν είναι μία αδιάφορη ελευθερία χωρίς ορίζοντα, όπως βλέπουμε συχνά στη νεωτερική έννοια της ελευθερίας. Η νεωτερική κατανόηση της ελευθερίας κατάγεται από το φιλοσοφικό κίνημα του νομιναλισμού στον ύστερο Μεσαίωνα. Ο νομιναλισμός είναι ένα φιλοσοφικό ρεύμα που συμπλέκεται με τη βουλησιαρχία και τη μηχανοκρατία και αντιτίθεται αντιστοίχως στον ρεαλισμό, τη νοησιαρχία και την τελεολογία που επικρατούσαν πιο πριν στη μεσαιωνική σκέψη. Ο ρεαλισμός αποτελεί μια απάντηση στο οντολογικό ερώτημα και σημαίνει ότι οι καθολικές έννοιες, όπως λ.χ. η ανθρωπότητα, η δικαιοσύνη ή ένα ζωικό είδος είναι πραγματικές (realia). Συνδέεται με τη νοησιαρχία στο γνωσιολογικό επίπεδο, το οποίο σημαίνει ότι τις καθολικότητες αυτές μπορεί να τις προσεγγίσει η νόηση. Και με την τελεολογία, η οποία σημαίνει ότι οι καθολικότητες έχουν εγγενείς σκοπούς τους οποίους συλλαμβάνει η νόηση. Η μεγάλη αντιστροφή που συνέβη στον Ύστερο Μεσαίωνα είναι ότι ο ρεαλισμός αντικαταστάθηκε από τον νομιναλισμό, ένα κίνημα που πρεσβεύει στο οντολογικό επίπεδο ότι οι καθολικότητες (λ.χ. η ανθρωπότητα ή η δικαιοσύνη ή ένα ζωικό είδος) είναι απλά ονόματα (nomina) χωρίς οντολογικό έρεισμα, ενώ η αλήθεια έγκειται στα άτομα. Ο νομιναλισμός συνδέεται με τη βουλησιαρχία με την έννοια ότι το κάθε άτομο έχει μία δική του αυθαίρετη βούληση, η οποία είναι ανεξέλεγκτη ως προς μία υπέρτερη καθολικότητα. Το ρεύμα του νομιναλισμού απορρίπτει την τελεολογία: αφού δεν πιστεύει στις καθολικότητες, δεν δέχεται ούτε ότι υπάρχουν σκοποί- τέλη προσιδιάζοντες σε αυτές. Για αυτό και συνετέλεσε εντέλει σε μία μηχανιστική κατανόηση του κόσμου: Αν το μόνο που υπάρχει οντολογικώς είναι τα άτομα, τότε η κυρίως αιτιότητα είναι η μηχανική, δηλαδή το πώς τα άτομα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους (αναφερόμαστε εδώ κυρίως στα άτομα της φυσικής, αλλά κατ’ επέκταση και της κοινωνίας των ανθρώπων), συνενώνονται, συγκρούονται, συνωθούνται κ.ο.κ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, συνδέθηκε η νομιναλιστική άρση της τελεολογίας με την ενιαία φυσικομαθητική επιστήμη που ανέτειλε στην αυγή της νεωτερικότητας κυρίως από τον 16ο αιώνα.

Οι αλλαγές αυτές επηρέασαν βαθύτατα την κατανόηση της ελευθερίας. Η προνεωτερική τελεολογική κατανόηση της ελευθερίας είχε μια σύνδεση με έναν ορίζοντα σκοπού ή τέλους. Ο άνθρωπος θεωρείτο ελεύθερος να ακολουθήσει τη φορά των σκοπών που ενυπάρχουν στην καθολικότητα της φύσης του και του νοήματός της ή να παρεκκλίνει από αυτήν ή και να παλινδρομήσει. Αντιθέτως, το νεωτερικό άτομο του νομιναλιστικού κόσμου, δηλαδή του κόσμου όπου οι καθολικότητες είναι απλά ονόματα χωρίς οντολογικό υπόβαθρο, διεκδικεί μία ελευθερία χωρίς ορίζοντα. Είναι μια ελευθερία του παρόντος όπου το άτομο ως κυρίαρχο επιλέγει χωρίς αναφορά σε έναν άξονα αξιών.

Η ελευθερία ως τυχαιότητα και ως «φάντασμα στη μηχανή» κατά τη νεωτερικότητα

Εδώ προκύπτουν πάντως δύο κρίσιμα αλληλένδετα ζητήματα για τη νεωτερική έννοια της ελευθερίας. Το πρώτο ζήτημα είναι ότι μια παρόμοια ελευθερία είναι δύσκολο να διακριθεί από την τυχαιότητα. Αν η ελευθερία του ατόμου δεν είναι σε διάλογο ούτε με έναν Δημιουργό ως ποιητικό αίτιό του, ούτε με έναν ορίζοντα νοήματος, ούτε με μία συλλογικότητα ή καθολικότητα της φύσης του, τότε δύο τινά συμβαίνουν: ή δεν υπάρχει ελευθερία, καθώς όλα καθορίζονται με τρόπο ντετερμινιστικό από τη μηχανική φύση του ατόμου· ή, αν υπάρχει ελευθερία, αυτή συμβαίνει εις πείσμα της μηχανικής ατομικής φύσης: σε αυτή όμως την περίπτωση η ελευθερία είναι κάτι άπιαστο, σαν ένα «φάντασμα στη μηχανή» και δύσκολα μπορεί να διακριθεί από την άλογη αυθαιρεσία ή εντέλει από την τυχαιότητα. Τελικά, η ελευθερία κατά τη νεωτερικότητα προσέλαβε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά: Καθώς η φύση έγινε κατανοητή ως ένας μηχανισμός αλληλεπιδράσεως ατομικών στοιχείων τον οποίο αποκρυπτογραφεί η νέα ενιαία φυσικομαθητική επιστήμη, η ελευθερία μπορεί να κατανοηθεί μόνο ως δύο από τα παρακάτω: ή ως μια ψευδαίσθηση που οφείλεται σε προσωρινή άγνοια των νόμων που διέπουν το μηχανιστικό αυτό κοσμοείδωλο· ή ως ένα φάσμα που παραδόξως διαφεύγει των νόμων της μηχανικής και σε αυτήν την περίπτωση κατανοείται ως μυστήρια απόδραση από τον κόσμο της επιστήμης.[Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΗ ΤΑΥΤΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΦΥΣΗ,ΕΝΑΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΣΧΕΣΕΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΟΠΟΙΟ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΙΘΗΚΙΖΕΙ] Σε αυτήν την τελευταία περίπτωση επίσης δεν μπορεί να εντοπιστεί το σε τι διαφέρει η ελευθερία αυτή από την ακραία ενδεχομενικότητα, από κάτι τόσο απόλυτα αυθαίρετο που εντέλει είναι τυχαίο.Βεβαίως, υπήρξαν φιλόσοφοι οι οποίοι προσπάθησαν να αναδιατυπώσουν το χριστιανικό όραμα ελευθερίας εντός της νομιναλιστικής νεωτερικότητας. Αναφέρουμε τα χαρακτηριστικά παραδείγματα δύο ιδρυτών της νεωτερικότητας στη φιλοσοφία: Ο Καρτέσιος [René Descartes] (1596-1650) συνέλαβε την ελευθερία ως μία ενορατική προφάνεια σε ένα αναστοχαζόμενο υποκείμενο που αποδιδράσκει από τον κόσμο της εκτατής ύλης, αναφέροντας εντέλει την προφάνεια αυτή στον Θεό. Ο Καντ [Immanuel Kant] (1724-1804) επανέφερε το στοιχείο του μέλλοντος και του ορίζοντα στην κατανόηση της ελευθερίας. Η ελευθερία θεωρήθηκε όμως με νεωτερικό τρόπο όχι ως ένα αυτεξούσιο σε διάλογο με την τελεολογία της φύσης, αλλά ως ένα αίτημα νοήματος που το φέρνει μια ηθική σε διάσταση με τον κόσμο της επιστήμης. Και οι δύο Χριστιανοί ιδρυτές της νεωτερικότητας είναι μετα-νομιναλιστές: Στον μεν Καρτέσιο, η ελευθερία είναι σαν μία άυλη προφάνεια, ένα φάντασμα στη μηχανή, υποκειμενικώς προσβάσιμο, αλλά αδύνατο να επηρεάσει τον υλικό κόσμο, αν δεν μεσολαβήσει ένας «από μηχανής Θεός». Στον δε Καντ, ο οποίος πάντως πρέπει να ομολογήσουμε ότι έκανε μία από τις πλέον επιτυχημένες προσπάθειες να επαναφέρει το στοιχείο του μέλλοντος στη θεώρηση του αυτεξουσίου, η ελευθερία είναι ένα αίτημα της ηθικής που συγκρούεται με τον κόσμο της φύσης και της επιστήμης που την κατανοεί. Πρόκειται για μια ελευθερία εγγενώς συγκρουσιακή ως προς τη φύση, που είναι πιο μεγαλειώδης αν αντιτίθεται προς τον φυσικό κόσμο και αν του ασκεί ηθική βία. Η νομιναλιστική κατανόηση της ελευθερίας διέπει λίγο πολύ όλη τη νεωτερικότητα, κορυφούμενη κατ’ εξοχήν στον υπαρξισμό. Στην πραγματικότητα η φιλοσοφία του παραλόγου δηλώνει ακριβώς έναν κόσμο όπου έχουν αφαιρεθεί οι σκοποί από τη φύση και η ελευθερία ταυτίζεται με την έλλειψη λόγου.

Ο εσχατολογικός ρεαλισμός των Ανατολικών Πατέρων

Σημαίνουν αυτές οι διαπιστώσεις ότι πρέπει να επιστρέψουμε σε μία προνεωτερική εποχή όπου δεν είχε ακόμη αναδυθεί η νομιναλιστική έννοια της ελευθερίας; Ευτυχώς, οι Ανατολικοί Πατέρες δεν είχαν θέσει με οξύτητα το δίλημμα μεταξύ ρεαλισμού και νομιναλισμού και είχαν στοιχεία και από τις δύο γραμμές σκέψεις, γεγονός που τους καθιστά ακόμη επίκαιρους σήμερα. Λ.χ. στη σκέψη του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού βρίσκουμε μια ριζοσπαστική θέση υπέρ της σημασίας της συγκεκριμένης ύπαρξης ότι αν εξαφανιστούν όλες οι υποστάσεις ενός γενικού είδους, τότε εξαφανίζεται και το είδος μαζί τους, οπότε εντέλει κατά τρόπο αριστοτελικό η «προηγουμένη» δηλαδή η πρωταρχική ύπαρξη ανήκει στο άτομο, ενώ μόνο η δευτερεύουσα στο γενικό (βλ. λ.χ. Ἔργα Θεολογικὰ καὶ Πολεμικὰ PG  91,149Β· PG 91,264C). Μια παρόμοια θέση, αν τη χαρακτήριζε κανείς αναχρονιστικά, είναι πιο κοντά στον νομιναλισμό. Από την άλλη, βλέπουμε και τη θέση ότι ο λόγος που αποτελεί την αρχή και την καθολικότητα των όντων δεν συνδιατέμνεται με αυτά, αλλά παραμένει ενιαίος και καθολικός παρά τη διάδοσή του σε πολλά άτομα (βλ. Περὶ διαφόρων ἀποριῶν PG 91,1172B-D). Η παραπάνω θέση είναι πιο κοντά στον ρεαλισμό, καθώς δείχνει να δέχεται μια καθολικότητα της λογικής αρχής η οποία δεν επηρεάζεται από τη διανομή της στα άτομα, αλλά έχει μια οιονεί ανεξάρτητη πραγματική ύπαρξη έναντί τους.

Αν κρίνουμε αυτές τις θέσεις του αγίου Μαξίμου Ομολογητού (παρόμοιες βρίσκουμε και στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό και τον Μ. Φώτιο Κωνσταντινουπόλεως) από τη σκοπιά της μεταγενέστερης ιστορίας της δυτικής σκέψης, η συνύπαρξή τους φαίνεται παράδοξη. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμία αντίφαση, γιατί ο άγιος Μάξιμος θέτει το ζήτημα της καθολικότητας και της ατομικότητας σε ένα τελείως διαφορετικό εννοιολογικό πλαίσιο που μπορεί κανείς να πει ότι είναι άλλωστε πιο κοντά σε μία αυθεντικώς χριστιανική φιλοσοφία. Στον άγιο Μάξιμο Ομολογητή, ο οποίος εκφράζει εν προκειμένω μία ευρύτερη νηπτική παράδοση, η τελεολογία καθορίζεται από την εσχατολογία. Αυτό σημαίνει ότι τα τέλη και σκοποί της φύσεως δεν έχουν μία αυτόνομη νατουραλιστική ή βιολογική υπόσταση, αλλά πραγματώνονται μόνο εν Χριστώ και εκδηλώνονται για όλη την ανθρωπότητα και την κτίση στα έσχατα, τώρα δε προληπτικώς. Η εσχατολογική εκδοχή της τελεολογίας σημαίνει επίσης μία φυσική ασυνέχεια μεταξύ της αρχής της φύσεως και του σκοπού της, που αποτελεί τη φιλοσοφική έκφραση του μυστηρίου του Σταυρού. Με άλλα λόγια, η φύση μπορεί να έχει σκοπούς τεθειμένους από τον Θεό, οι οποίοι την καθοδηγούν προς έναν ορίζοντα νοήματος. Όμως την πραγμάτωση των σκοπών αυτών δεν μπορεί να την πετύχει η ίδια, όπως στον Αριστοτελισμό, αλλά μόνο μία υπερφυσική κατά χάριν τροποποίησή της. [ΤΟ ΘΕΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ]Αυτό όμως καθιστά καίρια μία αυτοπαράδοση της φύσης στον Θεό, η οποία μάλιστα σε μία πτωτική συνάφεια δεν μπορεί παρά να είναι θυσιαστική, δηλαδή να περνάει μέσα και από μια ετοιμότητα θανάτου και αυτοκατάργησης (όχι εκβιαστικά, όπως στην αίρεση του Δονατισμού, αλλά με εμπιστοσύνη στον Θεό για τη στιγμή και τον τρόπο του μαρτυρίου). Αυτή η ασυνέχεια ανάμεσα στην αρχή και το τέλος, που είναι η μεταφυσική έκφραση του μυστηρίου της Σταυρώσεως, είναι εν ταυτώ και η διαφορά ανάμεσα σε μία εσχατολογική εκδοχή της τελεολογίας έναντι μίας απλής τελεολογίας σαν αυτή που βλέπουμε στον Αριστοτέλη ή στη χριστιανική εκδοχή του στον Θωμά τον Ακινάτη.

Η άλλη διάσταση της εσχατολογικής τελεολογίας είναι ο εσχατολογικός ρεαλισμός. Οι λόγοι των όντων είναι ρεαλιστικοί όχι με τη μεταφυσική έννοια ότι αποτελούν ένα ιδεατό πράγμα (res) ανεξάρτητο από την εφαρμογή τους στα επιμέρους ένυλα άτομα. Είναι ρεαλιστικοί με την έννοια ότι παραπέμπουν σε μία πραγμάτωση στο μέλλον, που βασίζεται στην εγκαινιασθείσα ενσάρκωση του Λόγου Χριστού, της οποίας τις πλήρεις οντολογικές εκδηλώσεις προσδοκούμε στην εσχατολογική Παρουσία. Ο λόγος π.χ. της ανθρωπότητας είναι η ανθρώπινη φύση του Χριστού, δηλαδή και το πώς θα είναι η δική μας φύση στα έσχατα. Αλλά το ίδιο ισχύει και με όλες τις φυσικές ιδιότητες, λ.χ. ζώων, φυτών, ακόμη και άψυχων/ άβιων όντων που η κτιστή φύση τους αναλαμβάνεται από τον Χριστό. Οι λόγοι κατά την αλεξανδρινή και αρεοπαγιτική παράδοση είναι θελήματα του Θεού. Το οποίο σημαίνει ότι μέσα στην Ιστορία του κτιστού δεν είναι απηρτισμένα πράγματα, όπως στη θύραθεν μεταφυσική, αλλά δυναμικοί οδοδείκτες που συνοδεύουν το κτιστό ον στην πορεία του, καθώς αποτελούν υπομνήσεις του πώς θέλει ο Θεός να είναι τα όντα στο μέλλον. Ωστόσο, υπάρχει ένας «προσδοκώμενος ρεαλισμός» των λόγων, καθώς η Ενσάρκωση μας φανερώνει το θέλημα του Θεού για τις φύσεις των όντων και η Θεία Ευχαριστία αποτελεί μία διαρκή βίωσή του εντός της Ιστορίας. Παρομοίως, έχουμε και μια εσχατολογική νοησιαρχία ή μάλλον θεωρία της νοήσεως. Ο νους στη νηπτική παράδοση δεν είναι μόνο η απλή δύναμη που θεάται τις ιδέες, όπως στην αρχαία ελληνική παράδοση. Και σαφώς δεν είναι η κτητική συνείδηση της μετέπειτα δυτικής και νεωτερικής εννοιοκρατίας, που αδράχνει ένα μέρος από τα όντα, δημιουργώντας ένα απερριμμένο υπόλοιπο από ό,τι απωθεί στο ασυνείδητο. Ο νους στη νηπτική παράδοση είναι μια απλή δύναμη που δίνει τον βασικό προσανατολισμό του προσώπου, είτε προς τον Θεό, είτε προς τον κόσμο, και στην πρώτη περίπτωση παίρνει μαζί του ολόκληρο το ψυχοσωματικό συναμφότερο προς μια μεταμορφωτική εξομοίωση με την απλοείδεια του έλκοντος Θεού. Η αλήθεια της νοήσεως εκδηλώνεται καλύτερα στη νοερά προσευχή (βλ. Κεφάλαια Περὶ Ἀγάπης PG 90,977C), στην οποία ο νους υπερβαίνει τα φάσματα του κόσμου, ακολουθώντας την απλότητα του Θεού, η οποία, όμως, στη χριστιανική παράδοση, δεν είναι η απλότητα της ελληνικής μεταφυσικής που θέλει το απλό να εξηγεί το πολλαπλό, αλλά ταυτίζεται με την απάθεια της αγάπης.[ΜΟΝΟΝ ΕΑΝ ΑΓΝΟΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΣΠΟΡΕΑ, ΤΟΝ ΣΠΟΡΟ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ]

Η ελευθερία έρχεται από το μέλλον 

Σε αυτή, λοιπόν, τη συνάφεια κατανοείται και η ελευθερία ως διαλεγόμενη με έναν ορίζοντα μέλλοντος. Ο Θεός δημιουργεί τις κτιστές φύσεις με τους λόγους Του, οι οποίες τις παραπέμπουν σε μία μελλοντική ολοκλήρωσή τους εν τω Λόγω Χριστώ. Η ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου είναι, όπως είδαμε, κατ’ αρχήν το αὐτεξούσιον, το οποίο σημαίνει ότι μετέχει ο άνθρωπος εν επιγνώσει στην κίνηση που οδηγεί τη φύση του προς την τελείωσή της. Η ελευθερία αυτή διανοίγει και την παρενέργεια του κακού που είναι κυρίως μία παρέκκλιση από την ευθυπορία ή μια παλινδρόμηση στην άλογη κτηνωδία (Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1309). Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια ελευθερία δια-λόγου με το μέλλον, καθώς ο πεπερασμένος ανθρώπινος λόγος δια-λέγεται με το μέλλον που έχει ετοιμάσει για εμάς ο Θεός. Δεν πρόκειται, όμως, για μια κλειστή τελεολογία, όπως στον μεταφυσικό δυτικό Μεσαίωνα, γιατί ο λόγος της φύσης δεν είναι απλώς μια εντελέχεια της κτιστής φύσεως. Στην ανατολική παράδοση, η φύση έχει τη δίψα και την παρακολουθεί ο λόγος του Θεού που είναι μια υπόσχεση για μελλοντική ανάπαυση από τη δίψα αυτή. Κυρίως είναι μια δίψα για αθανασία. Ο λόγος, όμως, δεν εγκλείεται στη φύση, αλλά αντιθέτως είναι μια κλήση για μια ελεύθερη έκσταση από τον παρόντα τρόπο τη φύσεως προς έναν άλλο τρόπο της φύσεως, ο οποίος, όμως, θα εκπληρώνει καλύτερα τα αιτήματα και αυτού του τρόπου. Με αυτήν την έννοια κάθε έκσταση είναι εν ταυτώ και μία υπόσταση, δηλαδή κάθε έκσταση από έναν τρόπο της φύσεως είναι μια μεταφορά σε έναν άλλον τρόπο, ο οποίος όμως συνιστά μια προσωπική υποστασιοποίηση τω ίδιων φυσικών δυνάμεων.

Για να φέρουμε το καίριο υπαρξιακό παράδειγμα, η φύση έχει μια δίψα για απερίσταλτη ζωή, αλλά ο λόγος αυτής της δίψας είναι η αγάπη που αποτελεί τη μόνη δυνατότητα για αθάνατη πληρότητα κραταιοτέρα θανάτου. Όμως η αγάπη είναι ένα υπερφυσικό συμβάν. Την ποθεί η φύση, αλλά δεν εμπερικλείεται στη φύση, η οποία καθ’ εαυτή, αν αποκοπεί από τον λόγο της, μάλλον εγκλείεται σε μια μάταιη προσπάθεια επιβίωσης που πυροδοτεί θανατερούς φαύλους κύκλους. Σημειωτέον, επίσης, ότι και η καθολικότητα δεν είναι απλώς η ιδέα μιας φύσης, όπως σε μια πλατωνίζουσα «ρεαλιστική» μεταφυσική. Η καθολικότητα είναι ένα ομοούσιο αγάπης κατά το τριαδικό αρχέτυπο που για τα κτιστά είναι ένα διαρκές άθλημα με ασκητική διάσταση. Το αὐτεξούσιον είναι, λοιπόν, η ελευθερία του ανθρώπου να συντονιστεί με μια κίνηση προς ένα μέλλον απερίσταλτης πλήρους οντότητος.[ΜΟΝΟ ΕΑΝ ΠΑΡΑΚΑΜΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ. Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΟΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΕΝΤΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΣΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ] Και συμπληρώνεται στην ορολογία του αγίου Μαξίμου από το ἐλεύθερον που είναι η απελευθέρωση από τα προσωρινά όρια που θέτει το κτιστό και κυρίως από την εγκύστωση σε αυτό που είναι η αμαρτία. Το ἐλεύθερον είναι μια απελευθέρωση εξαιτίας της χάριτος του Θεού, η οποία, όμως, οντολογικώς προηγείται της φύσεως. Οπότε και το ἐλεύθερον είναι μια εκστατική ελευθερία από το μέλλον που χάρη της, όμως, έχει κτιστεί η φύση στην αφετηρία της. Με αυτήν την κατανόηση έχουμε στην πατερική παράδοση μια ελευθερία που ελκύει προς το μέλλον. Αλλά είναι ένα μέλλον ανοικτό και όχι κλειστό, όπως στη μεταφυσική τελεολογία του δυτικού Μεσαίωνα, η οποία απορρίφθηκε κατά τη νεωτερικότητα. Και είναι και ένας ρεαλισμός ανοικτός, καθώς σημαίνει μια συν-ενεργητική αλήθευση της ανθρώπινης φύσης μαζί με τον Ενσαρκωθέντα Λόγο που βίωσε εκ των ένδον την ανθρώπινη συνθήκη και με τον Οποίο συνεχώς διαλεγόμαστε. Είναι και μία σύνθεση νου και θελήσεως που δεν έχει ούτε τον καταναγκαστικό και κομφορμιστικό χαρακτήρα της μεταφυσικής νοησιαρχίας, αλλά ούτε και τη φίλαυτη αυθαιρεσία της νεωτερικής βουλησιαρχίας.[ΠΟΛΥΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΠΟΥ ΜΑΤΑΙΩΝΕΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΕΩΣ]

Είναι ελεύθεροι όσοι δεν έχουν ισχύ και εξουσία;

Το τελευταίο σημείο χρειάζεται περισσότερη συζήτηση. Το μεγάλο υπαρξιακό ζήτημα είναι αν η ελευθερία συνδέεται με την ισχύ. Στη νομιναλιστική κατανόηση της ελευθερίας ως κέντρο της ελευθερίας τίθεται η αυθαιρεσία του ατόμου. Σημειωτέον ότι όταν ομιλούμε για «αυθαιρεσία» δεν το εννοούμε με την ιδιαιτέρως αρνητικά φορτισμένη σημασία που έχει στην καθομιλουμένη, αλλά κυρίως με μία ετυμολογικώς συνειδητή και φιλοσοφική σημασία της «ἰδίας αἱρέσεως», της ιδίας επιλογής. Με αυτήν τη φιλοσοφική σημασία, η αυθαιρεσία μπορεί να θεωρηθεί ως μία πολιτισμική κατάκτηση, εφ’ όσον μιλάμε για τη δυνατότητα ενός ατόμου να αποφασίζει το ίδιο, όντας ελεύθερο από μία υπέρτερη καταδυναστευτική εξουσία. Ωστόσο, παραμένει ένα υπαρξιακό πρόβλημα ότι αυτή η σύνδεση της ελευθερίας με την ἰδίαν αἵρεσιν την προσεγγίζει προβληματικά προς την εξουσία. Και όντως στην ιστορία της δυτικής σκέψης η νομιναλιστική έννοια ελευθερίας οδήγησε σε μία νεωτερική αντίληψη της ελευθερίας που συνδέθηκε με τη βουλησιαρχία και κατέληξε στη θεωρία της θελήσεως του Arthur Schopenhauer (1788-1860) ή στην αντίστοιχη θέληση για δύναμη του Friedrich Nietzsche (1844-1900). Η τελευταία μπορεί να θεωρηθεί ως μία ώριμη αυτογνωσία της δυτικής βουλησιαρχίας που είχε ήδη αρχίσει από τον Αυγουστίνο Ιππώνος, ο οποίος κατέστησε τη βούληση ως ενοποιό στοιχείο της προσωπικότητας, αλλά η οποία κατέληξε σε μία θέληση του ατομικού υποκειμένου για επέκταση της ισχύος του. Αλλά ακόμη και αν λάβουμε περισσότερο χριστιανικές και ασκητικές εκδοχές της νεωτερικές ελευθερίας, όπως λ.χ. αυτή του Καντ, θα παρατηρήσουμε ότι και πάλι η νεωτερική ελευθερία θεωρείται σε αντίθεση με την ετερονομία, είτε η τελευταία αφορά στο θετό δίκαιο μιας θεσμικής εξωτερικής αυθεντίας, είτε αφορά στη μηχανιστική φύση και τα ένστικτά της. Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμη και στην ηθική και ασκητική θεώρησή της η ελευθερία κατανοείται ως εξουσία. Δηλαδή αφενός θεωρείται ως αυτοκαθορισμός που αψηφά τις εξωτερικές νομικές και θεσμικές αυθεντίες. Και αφετέρου ως εξουσία επί του εαυτού και της φύσεώς του, που δύναται να αίρεται πάνω από τη φύση, η οποία κατανοείται μηχανοκρατικώς, και να την κατεξουσιάζει οδηγώντας τη με βία προς την ηθική τελείωση. Αυτό που πανηγυρίζεται σε αυτή τη νεωτερική ηθική καντιανού και μετακαντιανού τύπου είναι η ελευθερία ως ισχύς του αυτόνομου υποκειμένου επί της φύσεως (του εαυτού του κατ’ αρχήν, αλλά κατ’ επέκταση και της υπόλοιπης εξωτερικής φύσεως) επί της οποίας είναι εγκρατής και την οποία μπορεί να ελέγχει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως η νεωτερική έννοια της ελευθερίας ταυτίζεται με την εξουσία πρώτα επί του εαυτού και της φύσεώς του και κατ’ επέκταση επί της φύσεως του περιβάλλοντος κόσμου.[ΞΕΧΝΟΥΜΕ ΠΑΝΤΑ ΤΟ ΜΟΡΦΗ ΔΟΥΛΟΥ ΛΑΒΩΝ]

Θα ήταν για τον λόγο αυτό υπαρξιακώς επίκαιρο αν μπορεί η ελευθερία να συνδεθεί αντιθέτως με την αδυναμία και την ταπεινοφροσύνη. Μπορεί ο άνθρωπος που είναι αδύναμος και δεν έχει έλεγχο επί του εαυτού του και του περιβάλλοντός του να θεωρηθεί ελεύθερος; Βεβαίως, κατά ειρωνικό τρόπο, το σημαίνον που δήλωνε στην ανατολική παράδοση την ελευθερία, ήτοι το αὐτεξούσιον, παραπέμπει ετυμολογικώς ακριβώς σε αυτό ήτοι στην εξουσία επί του εαυτού. Ωστόσο, το σημαινόμενο, όπως είδαμε, αναφέρεται περισσότερο στον διάλογο της προσωπικής υποστάσεως με την τελειωτική κίνηση της φύσεως, την οποία η ίδια υπόσταση διαπραγματεύεται. Μία παρόμοια κατανόηση της ελευθερίας αφήνει περισσότερο χώρο για μια συνύπαρξη της ελευθερίας, της αδυναμίας και της ταπεινοφροσύνης. Ένας άνθρωπος που δεν φιλοδοξεί να έχει ισχύ μπορεί παρ’ όλα αυτά να είναι ελεύθερος με την έννοια ότι διερωτάται ταπεινά για το νόημα της φύσεως, τόσο του εαυτού του, όσο και του περιβάλλοντος κόσμου, και διαλέγεται με το θέλημα του Θεού για το μέλλον της. Βεβαίως αυτή η ελευθερία μπορεί να λάβει και τη μορφή της ἐγκρατείας, που αν την εννοήσουμε ετυμολογικώς, σημαίνει ένα κράτος, δηλαδή μία ισχύ επί του εαυτού και της φύσεώς του. Ωστόσο, το βαθύτερο νόημα της νηπτικής ασκητικής είναι να αφεθούμε με υπαρξιακή απαλότητα σε ένα νόημα του Θεού που έρχεται από το μέλλον, -αυτό είναι οι λόγοι τῶν ὄντων-, και με το οποίο μπορεί κατά χάριν να συντονιζόμαστε, ενώ παραμένει καθ’ εαυτό αποφατικώς αδιάγνωστο στη βαθύτερη υφή του. [ΕΦΟΣΟΝ ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΕΝΣΑΡΚΩΣΕΩΣ]Αυτή η κατανόηση της ελευθερίας είναι μία ελευθερία μετοχής και όχι κατοχής. Είναι η ελευθερία του να μετέχουμε στην κίνηση της φύσεώς μας, χωρίς να την κατέχουμε. Πρόκειται για μια ελευθερία που δεν δεσμεύεται από κτιστές νόρμες, καθώς δεν είναι νόρμα ούτε η κτιστή φύση (όπως στην αριστοτελική και ακινάτειο φυσιοκρατία), αλλά ούτε και η αυθαιρεσία του ιδίου θελήματος (όπως στην αντίθετη νομιναλιστική βουλησιαρχία). Με τον τρόπο αυτό αποδομείται ένα φαύλο δίπολο, στην κατεύθυνση όχι μιας άλλης νόρμας, που θα σήμαινε μία εναλλακτική εξουσία, αλλά σε αυτήν μιας συνοικοδομήσεως του μέλλοντος μαζί με τον Θεό.

Η Ενσάρκωση ως οντολογικό έρεισμα μιας διαλογικής ηθικής αυτονομίας

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αποδομείται και το έτερο φαύλο δίπολο της νεωτερικότητας, ήτοι αυτό ανάμεσα στην αυτονομία και την ετερονομία. Η βάση της απελευθερώσεώς μας, του ἐλευθέρου διά της χάριτος, είναι ότι ο ίδιος ο Λόγος, δηλαδή το νόημα της κτιστής φύσεως, έγινε άνθρωπος, οπότε μας μιλάει ο Ίδιος από ένα βάθος της ανθρώπινης αυτονομίας μας, μας απευθύνεται μέσα από μία βαθύτερη εαυτότητά μας.[ Η ΤΕΡΑΤΩΔΗΣ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ] Είμαστε, όμως, ελεύθεροι καθώς μας δίνεται η δυνατότητα να συνομιλούμε με αυτήν την πλέον εντός μας βαθύτερη φωνή του ενσαρκωθέντος Λόγου. [ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ ΔΕΝ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΛΟΓΟ]Αυτή η «ταπεινή ελευθερία» είναι επέκεινα του διλήμματος μεταξύ αυτονομίας και ετερονομίας. Η ελευθερία έχει οπωσδήποτε ένα στοιχείο αυτονομίας, καθώς σημαίνει, και στην ορθόδοξη κατανόησή της, μία υποκειμενική μετοχή, η οποία αποτελεί ένα ιδιαζόντως ανθρώπινον, που μας διακρίνει από το ζώο ή το άψυχο ον. Όμως αυτή η αυτονομία είναι εν ταυτώ μία ετερονομία, καθώς μιλάει μέσα μας και η φωνή του ενσαρκωθέντος Λόγου, ο Οποίος στην υπόστασή Του είναι ένα θείο Πρόσωπο και ως τέτοιο, ένα θείο τελικό αίτιο ήτοι νόημα της φύσεως. Σε αυτόν τον διάλογο, σε αυτή τη συνέργεια διαδραματίζεται το μυστήριο της συνεργητικής ελευθερίας. Με αυτήν την έννοια, μπορούμε να ερμηνεύσουμε και την επιμονή του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού ότι το μυστήριο της ελευθερίας διαδραματίζεται σε έναν διάλογο ανάμεσα αφενός στη φυσικήν θέλησιν, δηλαδή στη δίψα και ορμή της φύσης, η οποία πυροδοτείται από τον θείο λόγο εντός της, και, αφετέρου, στην προσωπική βούλησιν, δηλαδή στο πώς ένα πρόσωπο τροποποιεί και σφραγίζει με τη δική του ελευθερία τη φυσική αυτή θέλησιν (Ἔργα Θεολογικὰ καὶ Πολεμικά 1 PG 91,9-38). Ενώ το τρίτο επίπεδο, αυτό της γνώμης, δηλαδή της κυρίαρχης αποφάσεως και επιλογής του ατόμου, είναι κατά βάθος άσχετο από το υπαρξιακό δράμα της ελευθερίας, καθώς μάλλον φέρει εξουσιαστικές συνδηλώσεις. Και ως τέτοιο μπορεί και  να παραλειφθεί από το χριστολογικό και εσχατολογικό βάθος της ελευθερίας και να θεωρηθεί ως κάτι το προσωρινό που ισχύει μόνο εντός της Ιστορίας και των εφήμερων αποκρυσταλλώσεων εξουσίας που αυτή εμπεριέχει.[ΕΜΕΙΣ ΦΙΛΕΝΩΤΙΚΟΙ ΤΗΣ ΠΛΑΚΑΣ, ΟΣΟΙ ΕΜΕΙΣ. ΚΟΒΟΥΜΕ ΔΡΟΜΟ, ΔΙΟΤΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΚΑΙ Η ΓΝΩΣΗ ΑΥΤΗ ΜΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΑΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΡΟΥΜΕ. ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΙΘΗΚΑΚΙΑ ΚΛΕΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΥΣ ΖΩΟΛΟΓΙΚΟΥΣ]

Αντί επιλόγου: Προεκτάσεις για τον σύγχρονο αναστοχασμό

Μία τελευταία επιλογική σημείωση: Στη συνάφεια της νηπτικής παράδοσης το ζητούμενο της ελευθερίας είναι κυρίως η διαλογική σχέση του ανθρώπου με τη φύση του και τα θεία νοήματα που αυτή φέρει. Όμως στη συνάφεια της νεωτερικότητας, είναι εξαιρετικά σημαντικός και ο διάλογος με τους ιστορικούς θεσμούς, οπότε η ελευθερία είναι η δυνατότητα να τιθέμεθα κριτικά απέναντι σε απολιθωμένες εξουσιαστικές μορφές του παρελθόντος και να τις αλλάζουμε, είτε με τον στοχασμό, είτε και με την επιτελεστικότητα της ιστορικής πράξεως.[ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΖΗΛΩΤΕΣ, ΤΟΝ ΕΦΙΑΛΤΗ ΤΟΥ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ ΠΟΥ ΠΛΗΡΩΝΕΙ.] Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό και με την αφορμή των 200 ετών από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, να στοχαστούμε την ελευθερία εκείνη την οποία υμνεί ο Διονύσιος Σολωμός, την «βγαλμένη από τα ιερά κόκκαλα των Ελλήνων». Θα μπορούσε και μια παρόμοια πολιτική ελευθερία, όπως αυτή που εξασφάλισε η Ελληνική Επανάσταση να έχει χαρακτηριστικά, όπως αυτά της νηπτικής κατανόησης της ελευθερίας που εκθέσαμε;[ΕΦΟΣΟΝ ΑΠΑΞΙΩΝΟΥΜΕ ΤΟ ΥΠΕΡ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΤΑΠΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΕΝΤΟΡΦ] Να μπορεί να είναι μια ελευθερία των αδυνάμων;;; και των ταπεινοφρόνων και όχι μόνο μία ελευθερία ως ισχύς που αντικαθιστά απλώς μία εξουσία με μία άλλη; Θεωρούμε κατ’ αρχήν ότι ανατρέχοντας στα απομνημονεύματα των αγωνιστών του 1821 μπορούμε να ανιχνεύσουμε μια παρόμοια ταπεινόφρονα ελευθερία, εμπιστοσύνης και αυτοπαράδοσης του νοήματος της Ιστορίας στα χέρια του Θεού, μια ελευθερία όχι ως κυριαρχική απόφαση, αλλά ως σεμνή εμπιστοσύνη στο μέλλον.[ ΜΑΛΛΟΝ ΗΤΑΝ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΕΜΦΑΝΙΣΘΕΙ ΑΚΟΜΗ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΤΟ ΔΕΞΙ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΙΔΩΛΟΥ.] Στο παρόν σημείωμα προσπαθήσαμε να αναδείξουμε ορισμένες θεολογικές προϋποθέσεις μιας παρόμοιας μη εξουσιαστικής κατανόησης της ελευθερίας, η οποία σε μία νεωτερική συνάφεια θα μπορούσε να θεωρηθεί και στα συγκείμενα της ιστορίας, των θεσμών και της πολιτικής.

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής – Σύντομη ερμηνεία στην προσευχή «Πάτερ ημών» σταλμένη προς κάποιον φιλόχριστο. (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Β΄).

Κι εμείς λοιπόν —για να επαναλάβω συνοπτικά το νόημα όσων είπα— αν θέλομε να λυτρωθούμε από τον πονηρό και να μην μπούμε σε πειρασμό, ας πιστέψομε στο Θεό και ας συγχωρήσομε όσους μας έφταιξαν. «Γιατί αν δεν συγχωρήσετε, λέει, στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε τα δικά σας θα συγχωρήσει ο Πατέρας σας ο ουράνιος»(Ματθ. 6, 15). Έτσι όχι μόνο θα πάρομε την άφεση των αμαρτιών μας, αλλά και το νόμο της αμαρτίας θα νικήσομε, και δε θα εγκαταλειφθούμε ώστε να τον δοκιμάσομε, και θα πατήσομε τον γεννήτορα αυτού του νόμου, το πονηρό φίδι, από το οποίο παρακαλούμε να σωθούμε. Στρατηγός θα είναι ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο(Ιω. 16, 33), ο Οποίος μας οπλίζει με τους νόμους των εντολών Του και με την αποβολή των παθών συνδέει νόμιμα την ανθρώπινη φύση με τον εαυτό της μέσω της αγάπης· και κινεί ακόρεστα την όρεξή μας προς τον εαυτό Του που είναι άρτος ζωής, σοφίας, γνώσεως και δικαιοσύνης. Και με την εκπλήρωση του πατρικού θελήματος μας κάνει μετόχους της λατρείας των αγγέλων, που θα δείχνομε με τον τρόπο της ζωής μας, κατά πιστή μίμηση των αγγέλων, την επουράνια ευαρέστηση. 

Κι από εκεί πάλι μας ανεβάζει στην ακρότατη κορυφή των θείων, στον Πατέρα των φώτων, και μας κάνει κοινωνούς της θείας φύσεως(Β΄Πετρ. 1, 4) με την κατά χάρη μέθεξη του Πνεύματος. Στην κατάσταση αυτή θα είμαστε τέκνα Θεού, έχοντας μέσα μας όλοι χωρίς περιορισμό, με άκρα καθαρότητα, όλο τον κατά φύση Υιό του Πατέρα και χορηγό αυτής της χάρης, από τον οποίο και μέσω του Οποίου και μέσα στον οποίο έχομε και θα έχομε την ύπαρξη, την κίνηση και τη ζωή(Πραξ. 17, 28).

Σ’ αυτό το μυστήριο της θεώσεως ας αποβλέπει ο σκοπός της προσευχής μας, για να μάθομε τι είμαστε και τι μας έκανε η κατά σάρκα κένωση του Μονογενούς, και από ποιο βάθος, εμάς που βρεθήκαμε στο κατώτερο επίπεδο όπου μας κατέβασε το βάρος της αμαρτίας, σε ποιό ύψος μας ανέβασε με τη δύναμη του σπλαχνικού Του χεριού· και ας αγαπήσομε περισσότερο Εκείνον που με τόση σοφία ετοίμασε τη σωτηρία μας. 


Βιβλιογραφία