Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

Η φωτιά της ελευθερίας (6)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 18 Ιουνίου 2021

Η φωτιά τής ελευθερίας

Η σωτηρία τής φιλοσοφίας στα σκοτεινά χρόνια

I.   Σπίθες στ

Ετοιμοπόλεμη

Ο στόχος τον οποίο έθεσε η Rand στον εαυτό της γράφοντας το εν λόγω μυθιστόρημα, έγκειται πάνω απ’ όλα στο να διαφωτίσει «την μάχη μεταξύ ατομικισμού και κολλεκτιβισμού, όχι στην πολιτική, αλλά στην ανθρώπινη ψυχή»27. Αυτό ήταν το πραγματικό του θέμα: η μάχη μεταξύ αυτονομίας και ετεροπροσδιορισμού, μεταξύ σκέψης και υπακοής, τόλμης και ταπείνωσης, δημιουργίας και αντιγραφής, μεταξύ τιμιότητας και διαφθοράς, προόδου και παρακμής, μεταξύ εγώ και όλων των άλλων-μεταξύ ελευθερίας και καταπίεσης.

Στο δρόμο προς την αληθινή απελευθέρωση του ατόμου από το ζυγό της αλτρουιστικής ηθικής των σκλάβων, τα έργα των Max Stirner και Friedrich Nietzsche σήμαιναν απλώς την λογοτεχνική αρχή. Με τη δική της φιλοσοφία, της Ayn Rand, ο διαφωτισμένος εγωισμός αποκτά για πρώτη φορά μια αντικειμενικά θεμελιούμενη βάση! Η συγγραφέας βάζει τον ήρωα της Howard Roark-ως λυτρωτή από όλα τα κακά του παρόντος-, με αυτό ακριβώς το πνεύμα να σταθεί στο εδώλιο τής υπεράσπισης, στην αποφασιστική συνεδρίαση του δικαστηρίου, στο τέλος του μυθιστορήματος. Ως κατευθυντήρια ενσάρκωση μιας ύπαρξης του καθαρού, δημιουργικού λόγου, που αγαπά την ελευθερία. Το πιστεύω του Roark ήταν και το πιστεύω της Rand:
«Ο δημιουργός ζει για το έργο του. Δεν χρειάζεται κανένα άλλο. Ο πρωταρχικός του στόχος βρίσκεται μέσα του…ο αλτρουισμός είναι εκείνη η διδασκαλία, που απαιτεί να ζει κανείς για τους άλλους και να τους βάζει πάνω από τον εαυτό του…Αυτό που στην πραγματικότητα τής μοιάζει πιο πολύ με αυτό-ο άνθρωπος που ζει για να υπηρετεί τους άλλους-είναι ο σκλάβος. Αν η σωματική σκλαβιά είναι αποκρουστική, πόσο πιο αποκρουστική είναι η έννοια της πνευματικής υποταγής; Ο ηττημένος σκλάβος κατέχει ακόμα ένα ίχνος τιμής. Αμύνθηκε και αισθάνεται ντροπή για την κατάσταση του. Όμως ο άνθρωπος, που στο όνομα της αγάπης σκλαβώνεται εθελοντικά για τους άλλους, είναι το κατώτερο όλων των πλασμάτων. Αυτός μειώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την έννοια της αγάπης. Όμως, αυτή ακριβώς είναι η ουσία του αλτρουισμού28.

Η Rand ήξερε ποια προειδοποιητικά λόγια θα έβαζε να πει ο ήρωας της. Η ίδια το είχε νιώσει στο πετσί της, πως είναι να ζει σε μια κοινωνία κρατικά δημιουργημένων σκλάβων. Όπως πολλοί άλλοι εύποροι Εβραίοι της Αγίας Πετρούπολης, είχε κατασχεθεί η περιουσία τής οικογένειας Rosenbaum κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής επανάστασης. Μετά το πλιάτσικο και την καταστροφή του φαρμακείου του πατέρα της (Λένιν: λεηλατήστε τους κλέφτες), η Ayn, που τότε την φώναζα Αλίσσα, διέφυγε τέλη του 1918 με την οικογένεια της και τις δυο αδελφές της στην Κριμαία. Χιλιάδες χιλιόμετρα, στην αρχή με το τρένο, πολύ σύντομα όμως με τα πόδια. Η οικογένεια μπόρεσε να γυρίσει το 1921 στην Αγία Πετρούπολη (Petrograd, από το 1924 Leningrad). Τις επιχειρήσεις του όμως ως φαρμακοποιός, ο άπορος πια πατέρας, ως αλλοτινό μέλος της αστικής τάξης (Bourgeoisie), δεν είχε το δικαίωμα να τίς συνεχίσει29.

Το Φθινόπωρο του 1921 η Rand γράφτηκε στο πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε ιστορία και φιλοσοφία. Μετά την αποφοίτηση της το 1924, εγγράφεται στην ανώτατη σχολή εφαρμοσμένων τεχνών, για να σπουδάσει κινηματογραφία. Η πολυτάλαντη 19-χρονη δε θέλει τίποτα άλλο, παρά να φύγει από την Σοβιετική Ένωση, δε θέλει να έχει καμιά σχέση με την ουτοπία τους, «περί του νέου ανθρώπου», αλλά με τις δικές τις δυνάμεις και κίνητρα, να γίνει αυτή που είναι: η δημιουργός των δικών της κόσμων. Θέλει να πάει στην ελευθερία, στη χώρα των αστέρων του κινηματογράφου και των σκηνοθετών που προτιμά η ίδια-στην Αμερική!

Με μια βίζα διακοπών, καταφέρνουν οι γονείς της να τη στείλουν στις αρχές 1926 σε συγγενείς στο Σικάγο. Μετά από έξι περιπετειώδεις εβδομάδες (Riga, Berlin, La Havre, New York) ταξιδεύει με το λεωφορείο στο Hollywood, για να ζήσει εκεί ως συγγραφέας και σεναριογράφος. Η Alissa Rosenbaum είναι 21 ετών τότε, δεν μιλά λέξη αγγλικά, και θέλει να την ονομάζουν «Ayn Rand». Αν ο παλιός κόσμος δεν μπορεί πια να σωθεί, η Alissa μπορούσε να γίνει μια άλλη. Ορκίζεται πως προτιμά να πεθάνει παρά να επιστρέψει στην πατρίδα της.

Μόνο λογικά σκεπτόμενη

Από τότε, για 17 χρόνια πάλευε για το αμερικάνικο όνειρο της. Και ενώ η Rand με την έκδοση του «Fountainhead» είναι κοντά όσο ποτέ στον στόχο της ζωής της, οι γονείς της και οι αδελφές της κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα στην Leningrad που οι δυνάμεις τού Χίτλερ πολιορκούν για πάνω από δυο χρόνια. Αν ζούσαν ακόμα. Η Rand δεν έχει καμιά δυνατότητα να το πληροφορηθεί. Οι ελάχιστες μαρτυρίες για τον αγώνα επιβίωσης των πολιορκημένων, που φτάνουν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, αναφέρονται σε πράγματα που ξεπερνούν τα ανθρώπινα όρια. Μέχρι την Άνοιξη του 1943 πρέπει να σκοτώθηκαν και να πέθαναν περί το ένα εκατομμύριο άνθρωποι. Τα σκυλιά και τα γατιά τα είχαν φάει όλα από καιρό. Γίνεται μάλιστα λόγος για συστηματικό κανιβαλισμό30. Όχι, δεν χρειάζεται να της πουν τίποτε άλλο. Τα είχε από τότε ζήσει όλα. Την πείνα. Τον τύφο. Τους νεκρούς. Από τότε ήταν ανοικτά τα μάτια της. Και στο μεταξύ έχουν οξυνθεί φιλοσοφικά.

 Σύμφωνα με την άποψη της Rand, η επιθυμία φόνου τόσο του Hitler όσο και του Stalin, ακολουθούσε την ίδια λογική, δηλαδή τη λογική της βίαιης κρατικής υποδούλωσης κάθε ανθρώπου στο όνομα μιας ιδεατά υπερυψωμένης κολεκτίβας. Αν κολεκτίβα αυτή αποκληθεί «τάξη» ή «λαός», «έθνος» ή «ράτσα», διαφορά υπάρχει μόνο με την πρώτη ματιά. Γιατί οι «ολοκληρωτισμοί»31 αυτοί-έννοια με την οποία η Rand συνόψισε τις πολιτικές απειλές από τις αρχές του ’40-έχουν την ίδια επίδραση, όσον αφορά τα κίνητρα, τις μεθόδους και τα απάνθρωπα αποτελέσματα τους. Ο ολοκληρωτισμός είχε νικήσει πρώτα στη Ρωσία, έπειτα στην Ιταλία και τέλος στην Γερμανία. Καμιά χώρα δεν ήταν προστατευμένη από αυτόν. Ούτε καν οι ΗΠΑ. Το μυστικό της επιτυχίας των ολοκληρωτικών δυνάμεων, κατά τη διαδικασία της συστηματικής υποδούλωσης, δεν στηριζόταν στην υποστήριξη τών μαζών, αλλά στην αμβλεία αδιαφορία τους.

Με την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο κάτω από τον πρόεδρο του New-Deal, τον Roosevelt, κινδύνευε να καταστραφεί, σύμφωνα με την Rand, ολόκληρος ο κόσμος από μια λανθασμένη ιδέα, μια θεμελιώδη φιλοσοφική παρεξήγηση:  ο εξευγενισμός της αυτοθυσίας χάριν ενός άλλου, χάριν μιας προπαγανδιστικά εξαγιασμένης κολεκτίβας. Αυτή ακριβώς η αλτρουιστική εμπλοκή της σκέψης έπρεπε να σπάσει. Αυτός ο πόλεμος, ήταν ένας πόλεμος ιδεών!

«Όλες αυτές τις φρικαλεότητες τις καθιστούν δυνατές αποκλειστικά οι άνθρωποι, που έχουν χάσει κάθε σεβασμό για το μοναδικό, ατομικό ανθρώπινο ον. Άνθρωποι που είναι οπαδοί της ιδέας, πως αυτό που μετρά είναι οι τάξεις, ράτσες και έθνη, και όχι τα ατομικά πρόσωπα. Το ότι η πλειοψηφία είναι ιερή, η μειονότητα όμως σκουπίδι, πως μετρούν τα κοπάδια, όχι όμως ο κάθε άνθρωπος. Ποια είναι η γνώμη σας; Δεν υπάρχει μεσαίος δρόμος»32.

Ήδη το 1941 είχε γράψει αυτές τις γραμμές για ένα πολιτικό μανιφέστο. Ενώπιον της παγκόσμιας πολιτικής κατάστασης, σκεφτόταν να επεκτείνει το κείμενο της σε ένα βιβλίο. Την Άνοιξη του 1943 είναι πιο αποφασισμένη από ποτέ, να ριχτεί στον πόλεμο αυτό των ιδεών με όλη τη δύναμη της σκέψης. Και αυτό από καθαρό προσωπικό συμφέρον. Για τη δική της επαπειλούμενη ελευθερία και ακεραιότητα. Για όλα αυτά που, για την ίδια είναι αγαπητά και πολύτιμα, σε αυτόν, και σε κανένα άλλο κόσμο. Για ποιον ή για τι άλλο;

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: