Παρασκευή 17 Μαρτίου 2023

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ (49)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ.
 του Enrico Berti.

Μερική επιστροφή στην Ελεατική εννοιολόγηση τής αντιφάσεως 
και τής διαλεκτικής στον Κάντ (συνέχεια).   
         
2. Στην Νova Dilucidatio των αρχών τής μεταφυσικής γνώσης, εκδοθείσης το 1755, δηλαδή στην "προκριτική" περίοδο, ο Κάντ, πραγματευόμενος την αρχή τής μή-αντιφάσεως (De Principio Contadictionis), θεωρημένη μέχρι τότε η πρώτη αρχή ανάμεσα σε όλες τις αρχές, δηλώνει ότι δέν υπάρχει μία μοναδική αρχή, απολύτως πρώτη, όλων τών αληθειών, διότι αυτές μπορούν να είναι τόσο βεβαιωτικές όσο και αρνητικές και οι πρώτες πρέπει να προέλθουν απο μία θετική αρχή ενώ οι δεύτερες απο μία αρνητική αρχή. Έτσι λοιπόν "οι απολύτως πρώτες αρχές όλων των αληθειών είναι δύο: η μία αφορά τις θετικές (βεβαιώσεις) και είναι η πρόταση "αυτό που είναι, είναι! η άλλη αφορά τις αρνητικές αλήθειες και είναι η πρόταση "αυτό που δέν είναι, δέν είναι". Λαμβανόμενες και οι δύο μαζί λέγονται συνολικά αρχή της ταυτότητος!
          Παρατηρούμε κατ'αρχάς ότι για τον Κάντ, η πρώτη αρχή παρότι συστήνεται απο ένα ζεύγος προτάσεων, δέν είναι η αρχή τής μή-αντιφάσεως (α.τ.μ.α) αλλά η αρχή τής ταυτότητος. Αυτό δηλώνεται καθαρά αμέσως μετά, όπου λέγεται ότι η αρχή τής ταυτότητος προηγείται, είναι a'priori σε σχέση με την α.τ.μ.α!  και εκφράζεται απο την πρόταση "είναι αδύνατον στον ίδιο χρόνο να είναι και να μήν είναι", διότι εκφράζεται με πιό απλούς όρους, διότι σ'αυτή μπορούν να επανέλθουν όλες οι αλήθειες, χωρίς την πρόσθεση άλλων αρχών (σαν "αυτό, το αντίθετο του οποίου είναι ψευδές, είναι αληθινό") και επειδή αυτή δέν είναι μόνον μία αρνητική πρόταση, όπως η α.τ.μ.α αλλά είναι διπλή, θετική και αρνητική!
          Σημειώνουμε στην συνέχεια, ότι η πρώτη αρχή, δηλαδή η αρχή τής ταυτότητος, είναι διατυπωμένη απο τον Κάντ με όρους Παρμενιδικούς, δηλαδή σαν νόμος ο οποίος αφορά ξεχωριστές προτάσεις, αντιστοίχως θετικές και αρνητικές, και συνιστάμενος στην επιβεβαίωση τής ταυτότητος ανάμεσα στην έννοια τού υποκειμένου τους και εκείνη τού κατηγορουμένου τους. Ο ίδιος ο Κάντ συμπληρώνει: "όταν συναντάται ταυτότης ανάμεσα στις έννοιες τού υποκειμένου και τού κατηγορουμένου, η πρόταση είναι αληθινή". Επομένως αρχή τής αλήθειας είναι η ταυτότης! Αυτό αντιστοιχεί ακριβώς στην διατύπωση τού Παρμενίδη τής "πρώτης οδού", εκείνης ακριβώς τής αλήθειας, η οποία λέει ότι ένα πράγμα είναι εκείνο που είναι και δέν μπορεί να μήν είναι, δηλαδή όπως το εννοούν ακόμη πάρα πολλοί και ίσως και ο ίδιος ο Κάντ "ότι το Είναι είναι και το μή-Είναι δέν είναι" οπου υπάρχει τέλεια ταυτότης, τόσο στην βεβαίωση, όσο και στην άρνηση, ανάμεσα στο υποκείμενο και το κατηγορούμενο της προτάσεως.
          Εξάλλου ο Κάντ δέν είναι ο πρώτος που επαναλαμβάνει την διατύπωση τού Παρμενίδη: Προηγήθηκε ο Λάϊμπνιτς, τον οποίο και αναφέρει στο κείμενο που εξετάζουμε και τον οποίο κρίνει μόνον για το γεγονός ότι εξέφρασε την πρώτη αρχή μέσω συμβόλων, όπως απαιτούσε η δική του ars Characteristica. Και πράγματι ο Λάϊμπνιτς διατυπώνει εκείνη που  ονομάζει ακόμη αρχή τής αντιφάσεως, τόσο στο γραπτό "Στην σύνθεση και στην καθολική ανάλυση", όσο και στό, "Οι πρώτες αλήθειες", σάν Α είναι Α, μή Α είναι μή Α" δηλαδή "Α δέν είναι μή-Α"! Αλλά η σημασία όπως βλέπουμε είναι η ίδια! Ίσως το πιό μακρυνό προηγούμενο δηλαδή ο πρώτος που εγκαινίασε την διατύπωση την οποία επανέλαβε ο Κάντ, είναι όπως είδαμε ήδη, ο Antonio Andrea, ο ονομαζόμενος "scotello", μαθητής τού Scotto, στο σχόλιό του στην Μεταφυσική τού Αριστοτέλη, στο οποίο είχε δηλώσει ότι υπολογίζει σάν προηγούμενη (πρώτη), σε σχέση με την διατύπωση τής α.τ.μ.α τού Αριστοτέλη "είναι αδύνατον το ίδιο πράγμα ταυτόχρονα να είναι και να μήν είναι", την διατύπωση "το όν είναι όν (ens est ens)! Η σχολαστική τού Scotus και του Ockham μειώνει την αρχή τής μή-αντιφάσεως στην αρχή τής ταυτότητος, χάριν του νόμου της οικονομίας, ο οποίος επέβαλλε την χρήση πιό απλών εννοιών. Γι'αυτό ο Antonio Andrea έγραψε : "λέγω ότι αυτή η αρχή, είναι αδύνατον το ίδιο πράγμα να είναι ταυτόχρονα και να μήν είναι, δέν είναι απολύτως πρώτη, δηλαδή πρωταρχικώς πρώτη. Εάν αναρωτηθούμε τί είναι απολύτως το πρώτο σύνθετο και το πρωταρχικώς πρώτο, λέω ότι είναι αυτό: το όν είναι όν! Διαγράφεται τοιουτοτρόπως μία συνεχής γραμμή αναπτύξεως αυτής που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε η λογική ή η διαλεκτική της ταυτότητος, η οποία ξεκινά απο τον Παρμενίδη, περνά μέσω τής Μεγαρικής σχολής, την σχολαστική τού Scotus και τον μοντέρνο φιλοσοφικό ορθολογισμό, για να φτάσει στον Κάντ.
          Σημειώνουμε τέλος ότι ο Κάντ συλλαμβάνει την πρώτη αρχή σαν αρχή όλων των αληθειών, δηλαδή αναγκαία και επαρκή συνθήκη κάθε αληθινής προτάσεως, απο την οποία μπορούν να συναχθούν δηλαδή να εξαχθούν (fluere) όλες οι αληθινές προτάσεις. Και συμπεραίνει: "όλη μας η συλλογιστική καταλήγει στην ανακάλυψη τής ταυτότητος τού κατηγορουμένου με το υποκείμενο, υπολογιζόμενο καθαυτό ή στον δεσμό του όπως προκύπτει απο τον τελευταίο κανόνα της αλήθειας!" Ακόμη και σ'αυτή την εννοιολόγηση προηγήθηκε ο Λάϊμπνιτς, για τον οποίο οι πρώτες αλήθειες είναι εκείνες στις οποίες το υποκείμενο ταυτίζεται με το κατηγορούμενο (είναι ταυτόν) και όλες οι άλλες αλήθειες στην συνέχεια, επανέρχονται στις πρώτες μέσω ορισμών, δηλαδή μέσω τής λύσεως τών εννοιών, στην οποία συνίσταται η απόδειξη a'priori, ανεξάρτητη απο την εμπειρία ή το πείραμα". Αυτό ισχύει ας προσέξουμε, όχι μόνον για τις αναγκαίες αλήθειες ή τις λογικές, αλλά και για τις τυχαίες, ή τις πραγματικές, διότι αυτές οι τελευταίες είναι τυχαίες μόνον για μας, οι οποίοι δέν βλέπουμε την επαναφορά τους στις ταυτόσημες αλήθειες, αλλά είναι αναγκαίες για τον Θεό, δηλαδή καθαυτές! Αλλά η καταγωγή καί αυτής τής έννοιας, η οποία οδηγεί στην άρνηση τού γίγνεσθαι, βρίσκεται όπως είδαμε, στον Παρμενίδη, δηλαδή στην προϋπόθεση τής μονοσημαντότητος τού Είναι, η οποία δέν επαναβεβαιώθηκε τυχαία απο τον σχολαστικισμό τού σκοτισμού (Σκότους), όπου επιπλέον διασώζεται στα αποτελέσματά της με την αποδοχή ή την παραδοχή τής δημιουργίας (όπως επίσης και στον Λάϊμπνιτς).

Συνεχίζεται

Από εδώ ξεκινά η διάλυση τού ανθρώπου. Από τήν ταυτότητα υποκειμένου καί κατηγορουμένου. Γι' αυτόν τόν λόγο η Γερμανική είναι η γλώσσα τών επιθέτων.

ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Η ΠΡΑΞΗ. ΠΑΡΙΣΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΛΥΤΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. ΕΙΝΑΙ, ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ΕΠΙΘΕΤΟ. ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΒΟΥΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΗΣ SOLA SCRIPTURA ή SOLA FIDEI.

ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΦΑΣΕΩΣ, ΔΕΝ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΟΧΑΣΜΟΥ ΤΟ ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ, ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΚΑΝΤ ΚΑΙ ΔΙΑ ΠΟΔΟΣ ΠΟΠΠΕΡ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΣΑΝ ΕΜΠΟΔΙΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΤΑΙ ΔΙΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΕΓΩ. ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΑΝΤΑ ΥΙΟ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΕΝ ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΚΕ, ΣΥΝΕΡΓΗΣΕ.

 Ιησούς ή Χριστός;

Ας προσπαθήσουμε όμως τώρα να εμβαθύνουμε αυτή την κίνηση σαν ζίγκ-ζάγκ της σύγχρονης θεολογίας, γιατί παρατηρώντας τις κινήσεις θα μπορέσουμε να πλησιάσουμε καλύτερα αυτό το Ίδιο το πρόβλημα. Ακολουθώντας την πρώτη κίνηση -φυγή από τον Χριστό στον Ιησού- στις αρχές του ΧΧ αιώνος ο Harnack έγραψε το έργο «ουσία του Χριστιανισμού». Ένα βιβλίο που προτείνει μια μορφή Χριστιανισμού γεμάτο με την υπερηφάνεια και την αισιοδοξία του ορθολογισμού, σύμφωνα με τα οποία ο Φιλελευθερισμός είχε ξεκαθαρίσει το πρώτο πιστεύω. Μια βασική θέση αυτού του βιβλίου είναι η εξής "Όχι ο Υιός, αλλά μόνον ο πατήρ πρέπει να παραμείνει στο Ευαγγέλιο, ακριβώς όπως ο Υιός το ανακοίνωσε» πόσο απλό ακούγεται, πόσο απελευθερωτικό! Διότι ενώ η Ομολογία πίστεως στον Υιό χώρισε -Χριστιανούς από όχι-Χριστιανούς, Χριστιανούς διαφορετικών ομολογιών μεταξύ των- η γνώση του Πατρός μπορεί αντιθέτως να ενώσει. Ενώ ο Υιός ανήκει σε λίγους, ο πατήρ ανήκει σε όλους και όλοι ανήκουν σ' Αυτόν. Ενώ η πίστη χώρισε, η αγάπη μπορεί να ενώσει. Ο Ιησούς εναντίον του Χριστού, πράγμα που σημαίνει εγκαταλείπουμε το δόγμα και συνεχίζουμε με την φιλανθρωπία".Το γεγονός πως από τον Ιησού που ανακοινώνει, ο οποίος είχε αναγγείλλει σε όλους τους ανθρώπους τον κοινό τους πατέρα, κάνοντας τους τοιουτοτρόπως αδελφούς, περάσαμε στον αναγγελμένο Χριστό, ο οποίος τώρα απαιτούσε πίστη και είχε καταλήξει σε δόγμα, κατά τον Harnack, δημιούργησε το τελικό σχίσμα! Ο Ιησούς είχε αναγγείλλει το μήνυμα της αγάπης, το οποίο δεν ανήκε σε δόγμα, ξεκινώντας μ’αυτόν τον τρόπο την μεγαλειώδη επανάσταση με την οποία τίναξε στον αέρα τον Φαρισαϊσμό, εισάγοντας στην θέση της αδιάλλακτης τυπικής πίστεως την απλή εμπιστοσύνη στον Πατέρα, την αδελφότητα των ανθρώπων και την κλίση σε μια μοναδική αγάπη.

Και όμως όλα αυτά θα αντικατασταθούν από το δόγμα του ανθρώπου-θεού, του “Υιού”, και στην θέση της ανοχής και της αδελφότητος, που είναι η σωτηρία, μπαίνει ένα δόγμα σωτηριολογικό που μπορεί να σημαίνει μόνον καταστροφή και το οποίο εξαπέλυσε μάχες πάνω στις μάχες, χωρισμούς στους χωρισμούς (ο Βολταίρος καθίσταται πατέρας της Εκκλησίας). Από εδώ λοιπόν προκύπτει η ανάγκη ενός καινούργιου μηνύματος: Επιστροφή λοιπόν στα μετόπισθεν από τον αναγγελθέντα Χριστό, αντικείμενο μιας πίστεως που χωρίζει, και επιστροφή στον Ιησού που αναγγέλλει, στο μήνυμα και στην κλήση στην ενοποιό δύναμη της αγάπης, κάτω από τον μοναδικό πατέρα με τα πολλά παιδιά. (Μέ τούς μεσσίες τής νέας εποχής)

2.1.6 Συμπεράσματα
Στο κεφάλαιο αυτό θεωρήσαμε ότι οι απαντήσεις του αγ. Γρηγορίου Παλαμά στις θέσεις του Βαρλαάμ σχετικά με το ζήτημα της θεολογικής γνώσεως, αναφέρονται εμμέσως και στο ζήτημα της αναλογίας του όντος, δεδομένου ότι η αναλογία του όντος αποτελεί το «μέσο» ενοποίησης της φυσικής με την υπερφυσική γνώση, επί της οποίας θεμελιώνεται η θεολογική σκέψη τόσο των σχολαστικών όσο και των αντιπαλαμικών θεολόγων. Επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον μας στα σημεία εκείνα, όπου ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς είτε καταφέρεται άμεσα στη χρήση της αναλογίας για την εξίσωση ανάμεσα στη φιλοσοφική και στη θεολογική γνώση, είτε τη χρησιμοποιεί ο ίδιος στην προσπάθεια του να αποδείξει ότι η φιλοσοφική και η θεολογική γνώση αποτελούν δύο εντελώς διαφορετικές πραγματικότητες.
Διαπιστώσαμε, έτσι, ότι η αναλογία αποτελεί για το Βαρλαάμ ένα διανοητικό τρόπο κατανόησης των πραγμάτων, με βάση τον οποίο θεωρεί ότι η σχέση των όντων προς την αιτία τους μπορεί να οδηγήσει καταφατικά στη γνώση του ίδιου Θεού.
Αυτό σημαίνει ότι όσο περισσότερο, και με όσο μεγαλύτερη ακρίβεια γνωρίζει κανείς κάποιες πληροφορίες σχετικά με τα κτιστά όντα, τόσο περισσότερο διαφέρει από τους άλλους ως προς τη γνώση του Θεού. Ο Βαρλαάμ ισχυρίζεται ότι για να επιτευχθεί η οποιαδήποτε γνώση του Θεού, απαιτείται η άριστη γνώση όλων των όντων, ακόμη κι όταν πρόκειται για την αποφατική οδό, η οποία περιφρονεί την καταφατική γνώση των όντων ως κατώτερη της γνώσης του Θεού.
Σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, η αληθινή θεογνωσία αποτελεί μια γνώση η οποία είναι ανώτερη από κάθε σκέψη, γι’ αυτό δεν μπορεί να αποκτηθεί διαμέσου της γνώσης των όντων ή των μη όντων (από το σύνολο δηλαδή των κτιστών), αλλά από το άκτιστο φως το οποίο είναι φυσική δόξα του Θεού. Το άκτιστο φως, δεν παρέχει τη γνώση του Θεού κατά την αιτία ή κατ’ αναλογία, όπως συμβαίνει με την καταφατική ή την αποφατική οδό, αλλά κατά τρόπο υπερ-φυσικό, θείο και πνευματικό.
Ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς διακρίνει γενικά τέσσερις διαφορετικούς τρόπους γνωστικής προσπέλασης των πραγμάτων που προσπίπτουν στην ανθρώπινη αντίληψη, ένας από τους οποίους είναι η «κατ’ αἰτίαν ἢ ἀναλογίαν» αντίληψη. Η ενατένιση της θείας λαμπρότητας από όποιον είναι άξιος, ωστόσο δε στηρίζεται σε οποιαδήποτε δικιά του διανοητική προσπάθεια, αλλά στην καθαρότητα της καρδιάς του και στην ορθή του πίστη. Μόνο τότε θα έλθει το Άγιο Πνεύμα και θα τον καταστήσει ικανό να δει με τρόπο πνευματικό εκείνα που είναι αόρατα από το νου και τη διάνοια.
Ο Βαρλαάμ θεωρεί ότι η θεοποιός ενέργεια είναι μίμηση του Θεού, η οποία αποτελεί έξη της νοερής και λογικής φύσεως, αρχίζοντας από την πρώτη νοερή διακόσμηση και φθάνοντας έως τα τελευταία ανάμεσα λογικά όντα. Η χάρη της θεώσεως, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, δεν αποτελεί φυσική έξη, διότι αυτό υπονοεί κάποια ενεργοποίηση και φανέρωση φυσικής δυνάμεως. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο τότε εκείνος που θεώνεται θα είναι αναγκαστικά φύσει θεός, εφόσον η θέωση γίνεται κατά φυσική δύναμη και είναι καμωμένη ώστε να εμπεριέχεται μέσα στους κτιστούς όρους της φύσεως. Το σωστό αντίθετα, είναι να πούμε ότι η αρετή και η μίμηση του Θεού καθιστά κατάλληλο τον κάτοχό της προς θεία ένωση, ενώ η άκτιστη χάρη του Αγίου Πνεύματος είναι εκείνη η οποία τελεσιουργεί αυτή την απόρρητη ένωση.

Η ΠΡΟΤΥΠΩΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΜΟΧΘΗΡΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΑΠΟ ΤΟΝ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΟΠΑΔΟ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟ.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου