Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2023

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής – Σύντομη ερμηνεία στην προσευχή «Πάτερ ημών» σταλμένη προς κάποιον φιλόχριστο (2).

Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Β΄ (σελ. 252-269).
Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Σύντομη ερμηνεία στην προσευχή «Πάτερ ημών» σταλμένη προς κάποιον φιλόχριστο.

«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς· αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου». Πρεπόντως ο Κύριος διδάσκει αμέσως ν’ αρχίσουν οι [προσευχόμενοι] από τη θεολογία· επίσης εισάγει στο μυστήριο του τρόπου που υπάρχει η Αιτία που δημιούργησε τα όντα, Αυτός που είναι κατά την ουσία αίτιος των όντων. Γιατί τα λόγια της προσευχής περιέχουν φανέρωση του Πατέρα, και του ονόματος του Πατέρα, και της βασιλείας του Πατέρα, για να μάθομε ευθύς εξ αρχής να σεβόμαστε την εν Μονάδι Τριάδα και να την επικαλούμαστε και να την προσκυνούμε. Επειδή όνομα του Θεού και Πατέρα, με ουσιώδη υπόσταση, είναι ο Μονογενής Υιός. Και βασιλεία του Θεού και Πατέρα, με ουσιώδη υπόσταση, είναι το Άγιο Πνεύμα. Γιατί εκείνο που λέει εδώ ο Ματθαίος βασιλεία, αλλού άλλος Ευαγγελιστής το ονομάζει Πνεύμα Άγιο, λέγοντας: «Ας έρθει το Πνεύμα το Άγιο και ας μας καθαρίσει». Γιατί ο Πατέρας δεν απόκτησε εκ των υστέρων το όνομα, ούτε ως αξίωμα που έλαβε εκ των υστέρων νοούμε τη βασιλεία· δεν έχει αρχή στο είναι Του, για να αρχίσει να είναι και Πατέρας και Βασιλεύς, αλλά καθώς πάντοτε υπάρχει, είναι και πάντοτε Πατέρας και Βασιλεύς, χωρίς να λάβει ποτέ αρχή να είναι Πατέρας και Βασιλεύς. Αν τώρα, με το να υπάρχει πάντοτε, είναι πάντοτε και Πατέρας και Βασιλεύς, άρα πάντοτε και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα συνυπάρχουν κατά την ουσία ως υποστάσεις με τον Πατέρα. Από Αυτόν παίρνουν την ύπαρξη και είναι μέσα σ’ Αυτόν φυσικώς πάνω από αιτία και λόγο, όχι όμως ύστερα από Αυτόν, ούτε και έγιναν αργότερα από κάποια αιτία. Γιατί η σχέση μεταξύ των τριών Προσώπων υποδηλώνει τη συνύπαρξή Τους και δεν επιτρέπει αυτά, των οποίων είναι και λέγεται σχέση, να θεωρούνται μεταγενέστερα το ένα από το άλλο.

Αφού λοιπόν αρχίσαμε αυτή την προσευχή, βιαζόμαστε να τιμήσομε την ομοούσια και υπερούσια Τριάδα ως δημιουργική αιτία της υπάρξεώς μας. Επίσης διδασκόμαστε να ομολογούμε τη χάρη της υιοθεσίας, με το να αξιωνόμαστε να ονομάζομε Πατέρα κατά χάρη τον εκ φύσεως Δημιουργό. Έτσι, από σεβασμό προς την ονομασία Εκείνου που μας γέννησε κατά χάρη, θα φροντίζομε να αποτυπώνομε στη ζωή μας τα χαρακτηριστικά του Πατέρα μας αγιάζοντας το όνομά Του πάνω στη γη, μιμούμενοι Αυτόν, αποδεικνύοντας ότι είμαστε παιδιά Του με τα έργα μας, και δοξάζοντας τον αυτουργό αυτής της υιοθεσίας, τον φυσικό Υιό του Πατέρα, με τα νοήματα και τις πράξεις μας. Αγιάζομε το όνομα του κατά χάρη επουρανίου Πατέρα, όταν νεκρώνομε την επιθυμία προς την ύλη και καθαριζόμαστε από τα καταστρεπτικά πάθη, αν βέβαια αγιασμός είναι η τέλεια ακινησία και νέκρωση της επιθυμίας που ενεργεί με την αίσθηση. Όταν φτάσομε σ’ αυτή, καταπραΰνομε και τις άπρεπες κραυγές του θυμού, αφού δεν έχομε πλέον την επιθυμία να τον ερεθίζει και να τον πείθει να υπερασπίζεται τις ηδονές που αυτή θέλει, επειδή η επιθυμία νεκρώθηκε πια με την κατά λόγον αγιότητα. Γιατί ο θυμός είναι φυσικός συνήγορος της επιθυμίας, και τότε παύει να μανιάζει, όταν τη δει νεκρή.

Εύλογα λοιπόν, με την αποβολή του θυμού και της επιθυμίας, επακολουθεί κατά την προσευχή το κράτος της βασιλείας του Θεού σ’ εκείνους που, αφού αποβάλουν αυτά τα δύο πάθη, αξιώνονται να πουν: «Ελθέτω η βασιλεία σου», δηλαδή το Άγιο Πνεύμα, όταν πια με την πραότητα έγιναν ναοί του Θεού δια του Πνεύματος. Γιατί λέει: «σε ποιον θα αναπαυθώ, αν όχι σ’ εκείνον που είναι πράος και ταπεινός και τρέμει τα λόγια μου;»(Ησ. 66, 2) Από αυτό λοιπόν φαίνεται ότι στους ταπεινούς και πράους ανήκει η βασιλεία του Θεού και Πατέρα. Γιατί λέει: «Μακάριοι είναι οι πράοι, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γή»(Ματθ. 5, 5). Ο Θεός δεν υποσχέθηκε να δώσει κληρονομία σ’ όσους τον αγαπούν, αυτή τη γη, η οποία κατέχει εκ φύσεως τη μέση θέση του σύμπαντος, αν βέβαια λέει αλήθεια εκείνος που είπε: «Στην ανάσταση ούτε οι άνδρες έρχονται σε γάμο, ούτε οι γυναίκες παντρεύονται, αλλά είναι όλοι σαν άγγελοι του Θεού στον ουρανό»(Ματθ. 22, 30), και: «Ελάτε σεις οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου να κληρονομήσετε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας αφότου θεμελιωνόταν ο κόσμος»(Ματθ. 25, 34), και σε άλλο σημείο είπε στον δούλο που εργάστηκε πιστά: «Έλα να συμμετάσχεις στη χαρά του Κυρίου σου»(Ματθ. 25, 21). Και ο θειος Απόστολος στη συνέχεια έλεγε: «Θ’ ακουστεί σάλπισμα και θ’ αναστηθούν πρώτα άφθαρτοι όσοι πέθαναν πιστοί στο Χριστό· έπειτα εμείς που θα έχουμε απομείνει ζωντανοί, θ’ αρπαγούμε μαζί μ’ αυτούς από σύννεφα για να προϋπαντήσομε τον Κύριο στον αέρα. Κι έτσι για πάντα θα είμαστε μαζί με τον Κύριο».(Α΄Θεσ. 4, 16-17)

Κι εμείς λοιπόν —για να επαναλάβω συνοπτικά το νόημα όσων είπα— αν θέλομε να λυτρωθούμε από τον πονηρό και να μην μπούμε σε πειρασμό, ας πιστέψομε στο Θεό και ας συγχωρήσομε όσους μας έφταιξαν. «Γιατί αν δεν συγχωρήσετε, λέει, στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε τα δικά σας θα συγχωρήσει ο Πατέρας σας ο ουράνιος»(Ματθ. 6, 15). Έτσι όχι μόνο θα πάρομε την άφεση των αμαρτιών μας, αλλά και το νόμο της αμαρτίας θα νικήσομε, και δε θα εγκαταλειφθούμε ώστε να τον δοκιμάσομε, και θα πατήσομε τον γεννήτορα αυτού του νόμου, το πονηρό φίδι, από το οποίο παρακαλούμε να σωθούμε. Στρατηγός θα είναι ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο(Ιω. 16, 33), ο Οποίος μας οπλίζει με τους νόμους των εντολών Του και με την αποβολή των παθών συνδέει νόμιμα την ανθρώπινη φύση με τον εαυτό της μέσω της αγάπης· και κινεί ακόρεστα την όρεξή μας προς τον εαυτό Του που είναι άρτος ζωής, σοφίας, γνώσεως και δικαιοσύνης. Και με την εκπλήρωση του πατρικού θελήματος μας κάνει μετόχους της λατρείας των αγγέλων, που θα δείχνομε με τον τρόπο της ζωής μας, κατά πιστή μίμηση των αγγέλων, την επουράνια ευαρέστηση.

Κι από εκεί πάλι μας ανεβάζει στην ακρότατη κορυφή των θείων, στον Πατέρα των φώτων, και μας κάνει κοινωνούς της θείας φύσεως(Β΄Πετρ. 1, 4) με την κατά χάρη μέθεξη του Πνεύματος. Στην κατάσταση αυτή θα είμαστε τέκνα Θεού, έχοντας μέσα μας όλοι χωρίς περιορισμό, με άκρα καθαρότητα, όλο τον κατά φύση Υιό του Πατέρα και χορηγό αυτής της χάρης, από τον οποίο και μέσω του Οποίου και μέσα στον οποίο έχομε και θα έχομε την ύπαρξη, την κίνηση και τη ζωή(Πραξ. 17, 28).

Σ’ αυτό το μυστήριο της θεώσεως ας αποβλέπει ο σκοπός της προσευχής μας, για να μάθομε τι είμαστε και τι μας έκανε η κατά σάρκα κένωση του Μονογενούς, και από ποιο βάθος, εμάς που βρεθήκαμε στο κατώτερο επίπεδο όπου μας κατέβασε το βάρος της αμαρτίας, σε ποιό ύψος μας ανέβασε με τη δύναμη του σπλαχνικού Του χεριού· και ας αγαπήσομε περισσότερο Εκείνον που με τόση σοφία ετοίμασε τη σωτηρία μας. Ας δείξομε ότι με τα έργα μας εκπληρώνεται η προσευχή μας και ας φανούμε ότι κηρύττομε το Θεό αληθινό Πατέρα μας κατά χάρη. Να μη φανούμε από τα πράγματα ότι έχομε πατέρα του βίου μας τον πονηρό, που πάντοτε προσπαθεί να εξουσιάζει τυραννικά με τα πάθη της ατιμίας, και ότι, χωρίς να το καταλάβομε, ανταλλάζομε τη ζωή με τον θάνατο. Γιατί και οι δύο εκ φύσεως μεταδίδουν τα δικά τους ιδιώματα ο καθένας σ’ εκείνους που πηγαίνουν με το μέρος τους· ο ένας χορηγεί αιώνια ζωή σ’ όσους τον αγαπούν, ο άλλος προκαλεί το θάνατο σ’ όσους τον πλησιάζουν, με τους εκούσιους πειρασμούς που υποβάλλει.

Διήγησις περὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ

Ἀκολούθως, μετὰ τὴν παρέλευσιν ἓξ μηνῶν ἀπὸ τῆς συλλήψεως τῆς Ἐλισάβετ, ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ ἐστάλη παρὰ Θεοῦ εἰς τὴν πόλιν Ναζαρέτ, εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ Ἰωσὴφ καὶ εὐηγγελίσθη εἰς τὴν Παρθένον Μαρίαν αὐτὴν τὴν ὄντως καλὴν ἀγγελίαν, τὴν ἔνδοξον καὶ θαυμαστήν, τὴν ἀνέκφραστον καὶ ἀκατάληπτον, τὸ κεφάλαιον καὶ θεμέλιον ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Εἰς ποίαν δὲ ὥραν καὶ κατὰ ποίαν τάξιν καὶ εἰς ποῖον τόπον ἔλαβε χῶραν ὁ Εὐαγγελισμός;

περὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ

Ἡ Παρθένος εὑρίσκετο ἤδη ἐν νηστείᾳ, προσευχομένη ὀρθία πλησίον τῆς πηγῆς, ἀφοῦ ἄλλωστε ἐπρόκειτο νὰ συλλάβη τὴν πηγὴν τῆς ζωῆς. Ἦταν ὁ πρῶτος μήνας, αὐτὸς κατὰ τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τὸν κόσμον ὁλόκληρον, πράγμα μὲ τὸ ὁποῖο ἤθελε νὰ μᾶς ἐπισημάνη ὅτι τώρα ἀναπλάττει ἐκ νέου τὸν γηρασμένον κόσμον. Ἦταν ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἡ Κυριακή, κατὰ τὴν ὁποίαν κατήργησε τὸ ἀρχαῖον σκότος καὶ ἐδημιούργησε τὸ πρωτότοκον φῶς, αὐτὴ κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἐλάμβανε χῶραν καὶ ἡ ἔνδοξος Ἀνάστασις τοῦ Βασιλέως καὶ Υἱοῦ τῆς Θεόπαιδος ἐκ τοῦ μνήματος καὶ συγχρόνως ἡ ἀνάστασις τῆς ἰδικῆς μας φύσεως· καὶ δὲν ἦταν μόνον ἡ πρώτη ἡμέρα ἀλλ’ ἐπίσης καὶ ἡ πρώτη ὥρα, σύμφωνα μὲ τὸν λόγον τοῦ Προφήτου: «καὶ βοηθήσει αὐτῇ ὁ Θεὸς τῷ προσπρωῒ πρωί» (Ψαλμ. με΄ (45), 6).

Πόσον θαυμαστοὶ ἦσαν λοιπὸν οἱ λόγοι τοῦ ἀρχαγγέλου καὶ πλήρεις μυστηρίου! «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη» (Λουκ. α΄, 28 κ.ἑξ.)·τὸ «χαῖρε» ἐλέχθη γιὰ νὰ ἀναιρέση τὴν παλαιὰν ἐκείνην λύπην καὶ τὴν συμφορὰν τῆς πτώσεως, καθὼς ἐπίσης καὶ νὰ σημάνη τὴν νέαν Χάριν, ἡ ὁποία ἐδόθη τώρα εἰς τοὺς ἀνθρώπους πρὸς θεογνωσίαν.

Τὸ δὲ «Κεχαριτωμένη» ἐλέχθη ἐξ αἰτίας τοῦ πλούτου τῶν ἀρετῶν τῆς Παρθένου καὶ τῶν χαρίτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ ὁποῖες ἐπῆλθαν εἰς αὐτήν. Καὶ ἡ προίκα ποὺ εἶχε ἐπιφυλαχθῆ γι’ αὐτὴν ἦταν μία καὶ μοναδική: ἡ ἐγγύησις τοῦ ἀθανάτου Νυμφίου καὶ ἡ λύσις τῆς πρώτης κατάρας ἡ ὁποία μᾶς εἶχε προκληθῆ ἀπὸ τὴν ἀνυπακοὴν καὶ τὴν πλάνην τῆς προμήτορος· τώρα τὴν θέσιν τῆς λύπης καὶ τῆς ἀγωνίας κατέλαβε τὸ δῶρον τῆς αἰωνίου χαρᾶς καὶ ἡ νέα ἀποκάλυψις τοῦ παμπλούτου καὶ ἀνυμφεύτου Νυμφίου.

Τὰ δύο αὐτὰ πράγματα διεκήρυξε μὲ τὸν χαιρετισμόν του ὁ ἀρχάγγελος. Καὶ προσέθεσε: «ὁ Κύριος μετὰ σοῦ!». Ἰδικός της, λοιπόν, ὅλος ὁ πλοῦτος τοῦ Βασιλέως· τοιαύτη ἡ ἐκπλήρωσις τῆς ὑποσχέσεως, ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Λόγος ὁ ὑπὲρ λόγον, αὐτὸς εἰσῆλθε εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Παρθένου Μαρίας. Ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ἡνώθη μετ’ αὐτοῦ ὄχι διὰ σπέρματος, ἀλλὰ διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Ὑψίστου καὶ τῆς ἐπελεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἦταν ὁ ἴδιος αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἥνωσε καὶ ἡνώθη, ὁ ἑνοποιὸς τῶν δύο φύσεων εἰς μίαν ὑπόστασιν, ὁ ὁποῖος καὶ ἑνώνεται κατὰ Χάριν μὲ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν. Ὁ ἴδιος ἔκτισε τὸν ναὸν τῆς σαρκός του, καθὼς αὐτὸς ηὐδόκησε.

Περί θείων ενεργειών - Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς (7)


Συνέχεια από: Σάββατο 13 Μαίου 2023

Ως ενέργειες του Θεού λοιπόν προ των αιώνων εννοούμε την ζωή, την αθανασία, την απλότητα, την απειρία και γενικώς όσα ο Αθανάσιος χαρακτηρίζει ως φύσει περί τον Θεόν· διότι πράγματι λέγει, «να μη συμβεί να πω κάτι επίκτητο επί του Πνεύματος˙ διότι ούτε το άγιον ούτε το άφθαρτον ούτε το αγαθόν ούτε τίποτε άλλο από τα περί τον Θεόν παρατηρούμενα λέγω ότι είναι επίκτητο επί του Αγίου Πνεύματος, άλλα λέγω ότι τούτο είναι φύσει άγιον, φύσει αγαθόν, φύσει αθάνατον». Αυτά ο σοφός  Μάξιμος αποκάλεσε έργα του Θεού και είπε ότι υφίστανται φύσει περί τον Θεόν. Θα μπορούσε βεβαίως να πει κανείς ομωνύμως έργα και τις ενέργειες, επειδή και ο πολύς στα θεία Δαμασκηνός λέγει, «καλείται και η ενέργεια ενέργημα και το ενέργημα ενέργεια». Ότι άλλο είναι δύναμις και ενέργεια και έτερο ουσία και φύσις, άκουσε να το λέγει σαφώς ο ίδιος˙ «πρέπει να γνωρίζουμε ότι άλλο είναι η ενέργεια και άλλο το ενεργητικόν. Ενέργεια δηλαδή είναι η δραστική και ουσιώδης κίνησις της φύσεως, ενεργητικόν δε η φύσις από την οποία προέρχεται η ενέργεια».

5. Δεν λέγουμε λοιπόν δια τούτο ταυτόν την θεία ουσία και ενέργεια, επειδή είναι εντελώς εν το υπό εκατέρου σημαινόμενο, αλλά δια το ότι πλην του ότι έχουν τον ίδιον λόγον, όπως ελέχθη, έχουν και το υπερφυώς μόνιμο και αχώριστο της ενεργείας, πράγμα το όποιον βεβαίως είναι ίδιον μόνον του Θεού· διότι μόνον αυτός κατ’ απόρρητο τρόπον είναι παντοτινά ενεργής αναλλοιώτως. (Δεν λέγομε λοιπόν αυτές το ίδιον) όχι διότι η ενέργεια δεν προέρχεται από την ουσία, αλλά διότι ο Θεός, έχοντας τα πάντα συγκεντρωμένα και ενιαία, ενεργεί έκα­στον τούτων αμερίστως, και συνεστραμμένος ων εις εαυτόν πάντοτε και μη εγκαταλείπων ποτέ εαυτόν, δια τής προ­όδου εις έκαστον υποσημαίνεται μόνον αυτός και μάλιστα όλος, ως αμέριστος εις μεριστά.

Εάν δε επιστήμη και voυς είναι το ίδιον -μολονότι (ο νους) υπάρχει προηγουμέ­νως δυνάμει και έπειτα προχωρεί εις τα ενεργεία και ωσάν να έχει επίκτητο το φρονείν βεβαίως και αληθώς- πόσον μάλλον τούτο συμβαίνει επί του Θεού, παρά τω οποίω δεν υπάρχει τίποτε νεώτερο, αφού καθόλου δεν επιγίνεται και απογίνεται σε αυτόν τίποτε.

ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΛΟΙΠΟΝ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΛΟΓΟΥ,
ΔΙΟΤΙ ΣΥΓΧΕΟΝΤΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΤΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ , Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ 

ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Λόγος ὁ ὑπὲρ λόγον, αὐτὸς εἰσῆλθε εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Παρθένου Μαρίας. Ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ἡνώθη μετ’ αὐτοῦ ὄχι διὰ σπέρματος, ἀλλὰ διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Ὑψίστου καὶ τῆς ἐπελεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου