Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2023

PAUL FRIEDLȀNDER, ΠΛΑΤΩΝ (149)

Συνέχεια από Δευτέρα, 2 Οκτωβρίου 2023

PAUL FRIEDLȀNDER
ΠΛΑΤΩΝ
ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ
ΤΑ ΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ –

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΙ ΤΡΙΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΤΡΙΤΗ ΜΕΣΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: ΤΟ ΟΨΙΜΟ ΕΡΓΟ
ΠΡΩΤΗ ΟΜΑΔΑ ΔΙΑΛΟΓΩΝ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ

26. ΣΟΦΙΣΤΗΣ (4η συνέχεια)


Ο τρίτος και τέταρτος προσδιορισμός παραμένουν ως παραλλαγές στην περιοχή τού δευτέρου, όπου ο «τύπος» τού σοφιστή παριστάνεται με τους πιο φημισμένους εκπροσώπους του, τον Πρωταγόρα, τον Γοργία και τον Ιππία. Ήδη όμως στον διάλογο «Πρωταγόρας» (313 C) ονομαζόταν ο σοφιστής «έμπορος ή κάπηλος» (χονδρέμπορος ή λιανέμπορος…). Λέγεται λοιπόν τώρα, πως δεν έχει τόση τελικά σημασία το ότι μεταβαίνει από πόλη σε πόλη, θα μπορούσε και να είναι κάπου, οπουδήποτε, εγκατεστημένος. Και δεν είναι επίσης τόσο σημαντικό το ότι «πωλεί» μόνον πράγματα που απέκτησε από αλλού, θα μπορούσε να εκθέτη προς πώλησιν και δικά του, κατασκευασμένα πράγματα. Πρέπει να λάβουμε λοιπόν υπ’ όψιν μας κι αυτές τις παραλλαγές, για να μην εκλάβουμε αυτό το οποίο και είναι τελικά τυχαίο ή συμπτωματικό, ως την ουσία τού πράγματος.

Πέμπτος προσδιορισμός. Επιστρέφουμε εκ νέου στο σύστημα του «ψαρέματος» (της «αλιείας»…), και μάλιστα σε κείνο το σημείο όπου το πεδίο τού αγώνα (η «αγωνιστική») είχε παραμείνει στα «αριστερά». Σ’ αυτό ακριβώς το πεδίο τοποθετείται τώρα η σοφιστική. Και δεν πρόκειται ακριβώς για αγώνα αλλά για «μάχη», όχι μάχη σώμα προς σώμα, αλλά μάχη λόγου προς λόγον («αμφισβητικόν»). Στο «θεωρούμενο» εδώ πεδίο τών «λόγων», με την κεντρική του, όπως αναδεικνύεται ευθύς αμέσως, σημασία, παραμένει (ωστόσο…) στα «αριστερά» το πεδίο τών μακρών λόγων περί δικαίου και αδίκου, ο δικαστικός δηλ. προπαντός αγώνας, και ο προσδιορισμός μας αναφέρεται στο πεδίο τής σύντομης κυρίως ερώτησης και απάντησης. Γινόμαστε κι εμείς λοιπόν «προσεχτικοί», αντιλαμβανόμενοι ήδη την αντίθεση του σωκρατικού εδώ διαλόγου προς τους μακρούς λόγους τών ρητόρων. Μια «προσέγγιση» στη σωκρατική τέχνη, που καθίσταται ακόμα μάλιστα μεγαλύτερη, καθόσον «εγκαταλείπουμε», από απόψεως διαλόγου, την άτεχνη και απλή συνομιλία στην περιοχή τών (εμπορικών) συναλλαγών, ασχολούμενοι με την «έντεχνη» (και μόνο…) συνομιλία στην περιοχή τού δικαίου και του αδίκου. Μήπως έχουμε ήδη λοιπόν μπροστά μας τον γνήσιο φιλοσοφικό διάλογο του Σωκράτη, ο οποίος και παρακολουθεί τώρα (απλά…) σιωπηλός τα τεκταινόμενα; Νά όμως που αλλάζει πάλι «βίαια», την τελευταία στιγμή, ο προσανατολισμός, για να μετατεθή στα «αριστερά» (στις εξαιρέσεις ή τις απορρίψεις…) το πεδίο εκείνο, όπου ο διαλογικός αγώνας δεν διεξάγεται παρά λόγω χαράς και ηδονής, και μόνο για το ίδιο το «αντικείμενό» του, αδιαφορώντας για κέρδη και αγαθά, μέχρι και την οριστική τους απώλεια («χρηματοφθορικόν»). Κάτι που οι περισσότεροι το ακούν ωστόσο με δυσαρέσκεια, γι’ αυτό και το πεδίο αυτό δεν ονομάζεται (πια…) π.χ. «σωκρατικό», αλλά πεδίο τής «πολυλογίας». Το οποίο και αφήνουμε πλέον στα «αριστερά», αναλαμβάνοντας και ασχολούμενοι με κείνο το πεδίο, όπου μπορεί να κερδίση, και κερδίζει κανείς, μέσα από τέτοιους εριστικούς διαλόγους, χρήματα (το «χρηματιστικόν»), και επιστρέφοντας έτσι, μ’ αυτό το τελευταίο βήμα, απ’ τη «σωκρατική» τέχνη, που σχεδόν την «αγγίξαμε», στη σοφιστική. Μια «σωκρατική» τέχνη, που θα την προσεγγίσουμε ωστόσο, ακόμα περισσότερο, στα όσα ακολουθούν.

Έκτος προσδιορισμός. Μέσα απ’ τις διάφορες ενασχολήσεις τής οικιακής οικονομίας, όπως είναι το λίχνισμα, το κοσκίνισμα και άλλες παρόμοιες, με το κοινό χαρακτηριστικό μιας διαδικασίας διάκρισης και διαχωρισμού («διαιρετική», τέχνη…), αποκτούμε κι εμείς τον περιεκτικό χαρακτηρισμό τής «διακριτικής τέχνης» («διακριτική»). Δεν ξεκινάμε απ’ το «ψάρεμα» και την «αλιεία», αλλά από κάτι εντελώς τώρα καινούργιο. Και είναι άραγες συμπτωματικό, το ότι και όλα όσα μετέρχεται εδώ ο Ελεάτης συνιστούν μιαν αντίστοιχη διαδικασία «διακρίσεως», ώστε να αποδεικνύεται πως κι αυτό το «ξεκίνημα» δεν αποτελείται από τυχαία και αδιάφορα πράγματα, αλλά απ’ τα «βασικότερα» όλων; Μέσα απ’ τα διαφορετικότερα είδη ενός διακριτικού διαχωρισμού φανερώνεται η «κάθαρση» («καθαρμός»), και αναδεικνύεται μπροστά μας εκείνο (ακριβώς…) το σύστημα, που το εντοπίσαμε να αναπτύσσεται προηγουμένως μέσα σε όλο το πλατωνικό έργο. Ενώ βλέπουμε επίσης, πώς αναμιγνύεται για άλλη μια φορά κι εδώ, μαζί με όλη τη σοβαρότητα, το κωμικό, μέχρι και ακραία διακωμωδητικό στοιχείο. Εφ’ όσον ο Ελεάτης θέτει την προετοιμασία τού σπόγγου για το λουτρό στο σπίτι κοντά και δίπλα και μαζί με την προετοιμασία ενός φαρμάκου, ως «υποδιαιρέσεις» (αμφότερα…) της καθάρσεως, και τη στρατηγική (ανατρέχοντας στον πρώτο προσδιορισμό) τέχνη, μαζί με την τέχνη τού να πιάνης τις ψείρες, απ’ τις οποίες μάλιστα η πρώτη τέχνη δεν έχει (σαφώς…) μεγαλύτερην αξία, αλλά είναι απλώς πολύ πιο απαιτητική! Ο Ελεάτης αποσκοπεί πράγματι στην «ελεγκτική» (διαδικασία ή τέχνη…), για να φανερωθή η θεμελιακή ωστόσο «μωρία» που εμφιλοχωρεί εκεί: να νομίζη κανείς ότι γνωρίζει αυτό που δεν γνωρίζει! Τη γνωρίζουμε ασφαλώς αυτή τη διατύπωση: ανήκει στον Σωκράτη. Και γνωρίζουμε επίσης το πώς απαντά ο Σωκράτης στη «μωρία»: ο δύσκολος στόχος τής «αποβολής τής πλανεμένης γνώμης» («τής δόξης εκβολή», 230 Β 1) δεν μπορεί να επιτευχθή με την παραίνεση και τη νουθεσία, αλλά μόνο με την έρευνα και την εξέταση, δηλ. με τον «έλεγχο». Ο Ελεάτης αναπτύσσει άρα την «ουσία» αυτής ακριβώς τής σωκρατικής εμπειρίας σ’ αυτό το σημείο: το να οδηγήσης τον ελεγχόμενο να παραδεχθή, ότι εννοεί ταυτόχρονα τα αντίθετα, για τα ίδια πράγματα και από την ίδιαν άποψη! Ενώ είχε πλησιάσει τόσο κοντά η σοφιστική στη σωκρατική (τέχνη…) στο πέμπτο προσδιοριστικό σύστημα, ώστε να χρειαστή να απομακρυνθή βίαια την τελευταία στιγμή η πρώτη απ’ τη δεύτερη, οδηγηθήκαμε τώρα, μέσα από μιαν εντελώς ειρωνική σύμπτωση, στο «κέντρο» ακριβώς τής σωκρατικής εμπειρίας, με τον Σωκράτη να έχη θέσει σε κίνηση τον διάλογο, και να παρακολουθή απλώς τώρα σιωπηλός. Κι αν όχι στην ίδιαν εκείνην εμπειρία, σε μιαν εμπειρία που δεν θα μπορούσε κανείς εύκολα να την ξεχωρίση ως διαφορετική… Είναι άλλωστε ο ίδιος ο Ελεάτης που αμφισβητεί εδώ την υπερβολική τιμή που αποδίδεται στον σοφιστή. Το ότι εννοείται ίσως εδώ ο φιλόσοφος, αυτό είναι κάτι που εξίσου δηλώνεται όσο και αποκρύπτεται μέσα απ’ την παράξενη ονομασία: «υψηλή και ευγενής τή καταγωγή τέχνη τής γνώσεως» («η γένει γενναία σοφιστική», 231 Β 7). Συνιστά άραγες η εριστική π.χ. (τέχνη…) τού «Ευθύδημου» έναν παρόμοιο έλεγχο και μια «κάθαρση» της ψυχής; Και κατά πόσον μπορεί να ισχύη κάτι τέτοιο; Τί κοινό θα είχε ή έχει με τον τρόπο τού Σωκράτη, και τί τη διαχωρίζει απ’ αυτόν; Αναφερόμαστε ασφαλώς στο εξαιρετικά ολισθηρό πεδίο τών «ομοιοτήτων», όπου όποιος θα ήθελε να σταθή με (κάποιαν έστω…) βεβαιότητα, θα έπρεπε να προφυλάσσεται από κάθε (ενδεχόμενο…) «γλίστρημα» - μια μεθοδική ωστόσο νύξη, που αναφέρεται τόσο στις προσπάθειες της Ακαδημίας στα όψιμα χρόνια του Πλάτωνα, όσο και στη «συλλογιστική» τού διαλόγου μας. Ο Ελεάτης δεν συνεχίζει ωστόσο εδώ τη διάκριση μέσω ομοιοτήτων και ανομοιοτήτων, κι αυτό για τον σοβαρότατο λόγο, ότι θα ήταν τώρα η σειρά τού Σωκράτη να μιλήση. Τον οποίον και «κρατά» όμως (ακόμα…) σιωπηλό ο Πλάτων. Πρόκειται για μιαν εξαιρετικά ειρωνική «διάσταση» ανάμεσα στην τυπική εννοιολογική έρευνα που εξασκεί ο Ελεάτης, και τη φιλοσοφία που εννοεί ο Σωκράτης, και μόνον αυτός, στον Πλάτωνα. Η οποία και περιλαμβάνει μιαν ανάλογη μεν εννοιολογική έρευνα, υπερβαίνοντάς την όμως με ακατάληπτο (εν πολλοίς…) τρόπο κατά πολύ. Δεν φτάνει να πεθάνη πράγματι κανείς γι’ αυτήν τη «διαίρεση»!

( συνεχίζεται )

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου