Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2023

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (201)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τετάρτη, 29 Νοεμβρίου 2023


Jacob Burckhardt
ΤΟΜΟΣ 3ος
ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ:
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΟΙ ΕΠΙΣΤHΜΕΣ ΚΑΙ Η ΕΥΦΡAΔΕΙΑ

I. ΠΑΡΟΤΡΥΝΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΟΜΜΑΤΑ


Προσεγγίζοντας την έρευνα που αφορά τις επιστήμες και τη φιλοσοφία των Αρχαίων Ελλήνων οφείλουμε να επισημάνουμε ότι σκοπός μας δεν είναι η ιστορική αποτύπωση αυτού του είδους της γνώσης, αλλά η σχέση της με το ελληνικό πνεύμα· και θα ξεκινήσουμε με μια σύντομη αναφορά στην αρχαία Εγγύς Ανατολή. Από χρονολογική άποψη προηγείται κατά πολύ των Ελλήνων ως προς το άθροισμα της γνώσης. Η Αίγυπτος και η Βαβυλωνία είχαν αναπτύξει πολυσήμαντο πολιτισμό, κατά πολύ αρχαιότερο από τον ελληνικό, και αν αναζητήσουμε τα δεινά στα οποία υποβλήθηκαν αυτά τα έθνη, δεχόμενα συνεχείς επιδρομές και απειλούμενα και καταστρεφόμενα από την απληστία των Βαρβάρων, όπως η δυναστεία των Υκσών, προκειμένου να διασώσουν αυτόν τον πολιτισμό, μετερχόμενα επιθετικούς και αμυντικούς πολέμους, θα αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για ένα έργο κολοσσιαίων διαστάσεων. Ο πολιτισμός αυτός συνιστούσε την πρώτη προσπάθεια συγκρότησης μιας εθνοκεντρικής εξουσίας, και επίσης την πρώτη φορά που κρατικές οντότητες χρησιμοποίησαν τη γνώση για κοινωφελείς σκοπούς, αναθέτοντάς την σε ένα ισχυρό ιερατείο, το οποίο αναλώθηκε στη διαμόρφωση και παγίωση αυτής της πολιτιστικής παράδοσης· ο φοινικικός πολιτισμός, σε ότι αφορά την Ελλάδα, υπήρξε ο πρώτος απόγονος αυτού του πολιτισμού της αρχαίας Ανατολής.

Ο ελληνικός πολιτισμός αναπτύχθηκε αργότερα, μετά από μακρόχρονη περίοδο βαρβαρότητας, όταν οι Έλληνες κατόρθωσαν να συγκροτήσουν Κράτος, και δεν επρόκειτο για ένα κράτος αλλά για ένα σύνολο κρατών, αποκλείοντας εντελώς την ύπαρξη ιερατείου. Αντιθέτως διέθεταν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που τους παρότρυνε πάντοτε να δέχονται με μεγάλη επιφύλαξη αλλότρια δάνεια, και όταν αντιλαμβάνονταν την ύπαρξη μιας ξένης επιρροής, όπως των Φοινίκων, να σπεύδουν να την εξελληνίσουν και να την αφομοιώσουν σε βαθμό που να καθίσταται σχεδόν αγνώριστη.

Η φύση τους προίκισε με μια γλώσσα που τους έδινε τη δυνατότητα να εξελιχθούν τόσο στον επιστημονικό όσο και στον τομέα της ποίησης. Θα έλεγε κανείς ότι η ελληνική γλώσσα περιέκλειε ήδη δυνάμει την μέλλουσα φιλοσοφία: είναι φανερό ότι προσφέρθηκε, με μιαν ανεξάντλητη πλαστικότητα, στην αποτύπωση σκέψεων, και ιδιαιτέρως σκέψεων καθαυτό φιλοσοφικού περιεχομένου, των οποίων αποτελούσε ένα ιδιαίτερα λεπτό επικάλυμμα,. Πρόκειται για ένα γλωσσικό φαινόμενο εντελώς ανεξάρτητο από ατομικά στοιχεία, για μια γλώσσα, η οποία όπως εύστοχα έχει λεχθεί, διαθέτει καθαυτή μια πρακτική διαλεκτική αξία, και κατά συνέπεια βρίθει φιλοσοφικών όρων. Όσοι ισχυρίζονται ότι τα σημαντικότερα διανοήματα προέρχονται από την Αίγυπτο, θα έπρεπε να αναρωτηθούν αν η αρχαία αιγυπτιακή γλώσσα ήταν ικανή να εκφραστεί χωρίς να ανατρέξει σε σύμβολα, αν ήταν ικανή να διατυπώσει με ευκολία αφηρημένες έννοιες. Οι σημιτικές γλώσσες υπολείπονται σημαντικά της ελληνικής. Η μετάφραση του Αριστοτέλη στα εβραϊκά είναι ασφαλώς αδύνατη, ενώ οι Άραβες δεν θα διέθεταν φιλοσοφία χωρίς τα ελληνικά πρότυπα· μόνο οι Ινδοί και οι Γερμανικοί λαοί διέθεταν, εκτός των Ελλήνων, μια γλώσσα φυσικώς προσφερόμενη στη φιλοσοφία.

Οι αρχαιότεροι των ελλήνων φιλοσόφων, όπως ο Εμπεδοκλής και ο Ηράκλειτος μεταξύ άλλων, συνέχισαν να αποδίδουν στις φιλοσοφικές έννοιες μυθολογικά ονόματα, ή προσωποποιούσαν αφηρημένα νοήματα. Αλλά η φιλοσοφία έπλασε πολύ νωρίς τη δική της γλώσσα, εν μέρει επειδή επικεντρώθηκε στην ανίχνευση του υπάρχοντος νοήματος λέξεων που προσδιόριζαν γενικές και διανοητικές έννοιες, και στην καθιέρωση ψυχικής προέλευσης όρων με αρκετά ασαφές νόημα, και εν μέρει επίσης εξ αιτίας της εξαιρετικής της ικανότητάς να πλάθει νέες αφηρημένες έννοιες. Η ελληνική γλώσσα μπορούσε με άφθαστη ευκολία να σχηματίσει μια σύνθετη λέξη προκειμένου να εκφράσει κάποιο νόημα, ή να λύσει το πρόβλημα προσαρτώντας σε όλα τα ρήματα και όλα τα ονόματα την ανάλογη πρόθεση· μπορούσε με μεγάλη ευκολία να χρησιμοποιεί το ουδέτερο των επιθέτων ή τη μετοχή για να διατυπώσει αρχές, αξιώματα κ. τ. λ. Να θυμίσουμε επίσης τη χρησιμότητα του γερούνδιου ή απαρέμφατου, τον αστείρευτο πλούτο όλων των προσδιορισμών και των αποχρώσεων του απόλυτου και του σχετικού σε ένα ρήμα, τις αποχρώσεις που προσφέρει στη λεκτική διατύπωση η Μέση Φωνή, το ουσιαστικοποιημένο απαρέμφατο, και κυρίως τη δυνατότητα δημιουργίας ουσιαστικού από οποιαδήποτε λέξη με την προσθήκη του άρθρου. Είναι αλήθεια ότι αυτή η ευκαμψία της γλώσσας έχει και τα μειονεκτήματά της, στο βαθμό που η φιλοσοφία επαναπαύθηκε οικειοθελώς σ’ αυτήν την αφαίρεση, ή σε αυτό το ουδέτερο, καθιερώνοντας το ως ένα κεκτημένο, μια δυνατότητα και μια αρχή· το γεγονός ότι μια γλώσσα χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για να προσδιορίσει το κακό και το δυστυχές, και ενδεχομένως δεν διαθέτει μιαν ιδιαίτερη έκφραση που να προσδιορίζει την «συνείδηση του εαυτού», θα μπορούσε να καταλογιστεί ως ανεπάρκεια· είμαστε όμως υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι αυτή η γλώσσα στο σύνολό της δεν είναι μονάχα ένα εργαλείο του οποίου η χρήση κατακτήθηκε σταδιακά, αλλά συνιστά ήδη φιλοσοφία, καθώς και μια συν-ομιλία που επιτρέπει την έκφραση όλων των εκφάνσεων του πνεύματος. Και γι αυτόν ακριβώς το λόγο οι Έλληνες κατέστησαν μέροπες (άνθρωποι που δύνανται να αρθρώνουν λόγο), που σημαίνει ότι είναι ικανοί να αναγνωρίσουν και να προσδιορίσουν τα μέρη και το όλο, το ιδιαίτερο και το γενικό, χωρίς η λέξη να καθαγιάζεται και να λατρεύεται ως απολίθωμα. Δεν υφίσταται καθυπόταξη σε μια συγκεκριμένη ορολογία· οι συγκεκριμένες θεωρίες μιας σχολής, ή φιλοσοφίας αντικαθίστανται από μια νεώτερη, γεννώντας παράλληλα την άμιλλα. Απέναντι σε όλα τα είδη των διακρίσεων που ήταν δυνατόν να εισάγει το πνεύμα, οι Έλληνες ήταν σε θέση να παραθέσουν ένα ολόκληρο απόθεμα ζωντανών εκφράσεων. Η μετάβαση από την εμπειρική πολλαπλότητα στην ιδέα, και αντιστρόφως από την ιδέα στο επιμέρους συμβάν, κατέστη εξαιρετικά απλή. Και έτσι έγινε δυνατή η θεώρηση ολόκληρου του μηχανισμού της σκέψης, ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο περιεχόμενό της, ενώ η λογική και η διαλεκτική, αλλά κυρίως η ρητορική και η σοφιστική παρέδωσαν τη γλώσσα στο έθνος.

Εξαιρουμένης της γλώσσας, είναι εξίσου αξιοθαύμαστο το ιδιαίτερο φιλοσοφικό χάρισμα του έθνους, και καθοριστικό στοιχείο εδώ δεν είναι τόσο το επίπεδο της γνώσης, όσο η δυνατότητα κατάκτησης όλων των μορφών της. Η εξαιρετικά σημαντική ώθηση της φιλοσοφίας οφείλεται επίσης στην αποδυνάμωση της θρησκείας. Ενδεχομένως η φιλοσοφία να ήταν δυνατόν να συνυπάρξει με μιαν ισχυρή θρησκευτική παράδοση, όπως στην Ινδία και το Ισλάμ, αλλά μόνο με την μορφή μιας απόκλισης, ή ενός δόγματος. Στους Έλληνες όμως αναδύεται σε όλες τις μορφές της, εν ελευθερία, διότι καμία ισχύς και κανένας θεσμός δεν δυνήθηκαν να εμποδίσουν τη γέννησής της.

Κανένα ιερατείο δεν κατόρθωσε να αναμείξει τη θρησκεία με τη φιλοσοφία, και επιπλέον η θρησκεία, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, δεν συνέστησε κάποιο θεσμό που θα μπορούσε να διεκδικήσει την κατοχύρωση της γνώσης και ταυτόχρονα την κυριαρχία της σκέψης. Δεν υπήρξε επίσης κανένα συγκεκριμένο «κοινωνικό σχήμα» που να δεσμεύει τον ανερχόμενο φιλόσοφο, καμιά τάξη απαρτιζόμενη από οικογένειες ή κρατικούς λειτουργούς, καμιά «κουλτούρα» που θα μπορούσε να τροφοδοτήσει ένα σχίσμα. Οι σοφοί άνδρες, χάρη σε ένα είδος φυσικής συγκυρίας, προέρχονταν εξ αρχής από εντελώς διαφορετικούς ορίζοντες, και επειδή η ενασχόληση με ζητήματα του πνεύματος ήταν προσιτή σε όλους, και κάθε ελεύθερος πολίτης, και πολύ σύντομα κάθε δούλος, ακόμη και ένας Βάρβαρος με ελληνική παιδεία, είχαν πρόσβαση στη φιλοσοφία, η προέλευσή των φιλοσόφων καθίστατο κατά πολύ ευρύτερη· το ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία ήταν πολύ μεγάλο, ικανοί διδάσκαλοι συνέρεαν από παντού, και αντί για κάστες υπήρχαν σχολές σε διαρκή άμιλλα.

Παρ’ όλες τις ευνοϊκές αυτές προϋποθέσεις η φιλοσοφία συνάντησε εξ αρχής ένα σημαντικό εμπόδιο στο μύθο. Αφ’ ότου οι Έλληνες διέσχισαν ευφυώς την περίοδο την οποία αργότερα αποκάλεσαν εποχή των ηρώων, ο μύθος συνέχισε να κυριαρχεί στη ζωή τους, με τη μορφή της εξύμνησης αυτής της περιόδου, χωρίς αναστολές και περιορισμούς. Αυτή η λαμπερή ανάμνηση πλανιόταν, σαν μια προσιτή αποκάλυψη πάνω από το έθνος, το οποίο συμπεριφέρθηκε ως ο νόμιμος κληρονόμος των συνεπειών της· ο μύθος αντικατέστησε προσωρινά την φιλοσοφία με μια συγκεκριμένη αντίληψη περί της υπάρξεως· αντικατέστησε τη γνώση, διότι εκπροσωπούσε την πρωταρχική μορφή της, και διότι περιέκλειε τη φύση, την κοσμολογία και την ιστορία, αλλά επίσης τη θρησκεία και την κοσμογονία, μέσα σε ένα θαυμαστό πλέγμα συμβολισμού· άτρωτος εξ αιτίας της μορφής του, που συνιστά την θαμαστότερη εκδοχή της ποιήσεως, ο μύθος εκπροσωπεί τον ρομαντισμό, τη νεότητα των Ελλήνων· επιβιώνει οπουδήποτε υπάρχουν Έλληνες, ακόμη και στους Βαρβάρους, για όσο διάστημα ο αρχαίος κόσμος εξακολουθεί να υφίσταται, αν και μόνο ως κάποιο είδος επιστήμης, ένα απάνθισμα, ένα σημείο αναφοράς· συνεπής τρόπος έκφρασής του είναι η τέχνη και η ποίηση, όπου εναποθέτει τους απογόνους του. Όσο κι αν προσπάθησε κανείς να αιτιολογήσει, να εξευμενίσει η να ξεγυμνώσει αυτόν τον αντίπαλο και θανάσιμο εχθρό της γνώσης, αυτός ήταν πάντοτε παρών· για να καλλιεργηθεί ο στοχασμός και η γνώση θα έπρεπε να ανατραπεί· αλλά η ρήξη με το μύθο υπήρξε βραδεία και δεν αφομοιώθηκε ποτέ εντελώς.

(συνεχίζεται)

ΣΗΜΕΡΑ ΣΑΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΠΝΙΓΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΕΞΙΑ ΑΠΟΙΚΙΟKΡΑΤΙΑ ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΟΥΜΕ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΥΜΕ, ΟΥΤΕ ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΙΣΤΗ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΙΕΡΑΤΕΙΟΥ. ΧΑΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ, ΥΠΟΔΟΥΛΩΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ, ΑΡΚΟΥΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ. 
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΤΗΝ ΗΡΩΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΚΤΗΤΩΝ ΜΑΣ, ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ Η ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΗ ΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΑ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ, ΔΕΝ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΑ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΨΕΥΔΟΕΛΕΥΘΕΡΟΙ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου