Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Οντολογία ή θεολογία του προσώπου (5)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2023

Ιωάννης Παναγόπουλος - Οντολογία ή θεολογία του προσώπου

Η συμβολή της πατερικής Τριαδολογίας στην κατανόηση του ανθρωπίνου προσώπου 

V.

Η ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΘΕΑΝΔΡΙΚΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ

Η αποφατική σχέση θείας ουσίας και τριαδικών προσώπων, που γνωρίζεται ιστορικά χάρη στην ενσάρκωση του δευτέρου προσώπου της αγίας Τριάδος, καθορίζει με ωρισμένους περιορισμούς και τη σχέση της ανθρώπινης φύσεως προς το ανθρώπινο πρόσωπο. Τούτο γίνεται επειδή ο ενσαρκωθείς θείος Λόγος προσλαμβάνει αληθινά την ανθρώπινη φύση και κοινωνεί σ' αυτή το πλήρωμα;;;[ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΦΥΣΗ, ΚΑΤΑ ΧΑΡΙΝ] της τριαδικής ζωής. Σύμφωνα με τη μεγαλειώδη σκέψη του Γρηγορίου Θεολόγου, η άπειρη διάκριση ανάμεσα στο άκτιστο και το κτιστό είναι ακριβώς η αιτία, που παρωθεί τη Θεότητα «διά θεότητος μέσης (= μεσαζούσης) ελθείν επί τα κτίσματα»77. Με την ενσάρκωση συντελείται συνεπώς μία νέα κοσμογονία, «νενίκηνται της φύσεως οι όροι». Δεν δηλώνει πλέον οντολογική αναγκαιότητα η διάκριση άκτιστου και κτιστού, δημιουργού και κτίσματος, και πραγματοποιείται η «κατά χάριν ταυτότης» ανάμεσα στα δύο. Καταπίπτει το μεσότοιχο του φραγμού ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο, στο αιώνιο και το χρονικό, στο άφθαρτο και το φθαρτό, στο αθάνατο και το θνητό. Επίσης και το κτιστό ον «συνάγεται», ακεραιώνεται, αφού αίρεται οριστικά κάθε αντίθεση ή διάκριση ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο, σε θεωρία και πράξη, σε γνώση και αγάπη, σε αλήθεια και ζωή. Έτσι η θεολογία αποκτά νέες «οντολογικές» κατηγορίες και φυσικά νέα πρόσβαση προς την αλήθεια. Ιδιαίτερα στο θέμα της οντολογίας οδηγείται σε ριζική επανερμηνεία η μάλλον στην υπέρβασή της. Από τη σκοπιά της ενανθρωπήσεως, κάθε είδους «οντολογία» αρνείται κατ' ανάγκη αυτή τη νέα κατά χάρη ταυτότητα του άκτιστου με το κτιστό, δηλ. απο-πραγματώνει τη ζωή, σχετικοποιεί την αλήθεια. Η αποδοχή μιάς οντολογίας που ανάγει την αρχή του είναι έξω από την άρρητη συνάφεια άκτιστου και κτιστού, μας οδηγεί αναγκαστικά στην καταστροφή της ζωής, στο ανυπόστατο μηδέν, μας αφαιρεί κάθε ελπίδα στην πάλη μας «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους τούτου» (Εφεσ. 6, 12), μας εγκαταλείπει τραγικά έρμαια στις καταστρεπτικές δυνάμεις, που εκλύει η αυτόνομη, δαιμονική ύπαρξη.

Ας θυμηθούμε την τελική διατύπωση του χριστολογικού δόγματος από τη 6η Οικουμενική Σύνοδο της Κων/λεως (680/81): «Ομοούσιον τω πατρί κατά την θεότητα και ομοούσιον ημίν τον αυτόν κατά την ανθρωπότητα»78. Εδώ έχουμε τη συνεπή κατανόηση του όρου της Χαλκηδόνος, κατά τον οποίο, η ασύγχυτη ένωση των δύο φύσεων στην υπόσταση του Υιού ούτε αίρει τη διαφορά των δύο φύσεων, λόγω της ενώσεως, ούτε και μερίζει τη μία φύση σε δύο πρόσωπα, λόγω της διακρίσεως, αλλά σώζεται η ιδιότητα της καθεμιάς φύσεως, καθόσον «εις εν πρόσωπον και μίαν υπόστασιν συντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον»79. Το σημαντικό στις δογματικές αυτές διατυπώσεις είναι ότι ο όρος «πρόσωπον» αναφέρεται στην ασύγχυτη, άτρεπτη και αδιαίρετη ένωση των δύο φύσεων στην υπόσταση του Λόγου και επεξηγεί τους τύπους «Θεόν αληθώς» και «άνθρωπον αληθώς». Ο Χριστός ως «κατ' ουσίαν» Υιός γίνεται με την ενανθρώπηση ο Θεάνθρωπος, ένα πρόσωπο με δύο ασύγχυτα ενωμένες φύσεις, «ο κυριακός άνθρωπος». Έτσι, η ανθρώπινη φύση που προσέλαβε γίνεται προσωπική, ίδια υπόστασή του. Σύμφωνα με την πατερική κατανόηση της «περιχωρήσεως», με την ενσάρκωση η ανθρώπινη φύση του Χριστού γίνεται κατά χάρη και μετοχή αυτό που είναι κατά φύση η θεία.[ΔΕΝ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑ]

Η συνεπής;;; ερμηνεία του όρου της Χαλκηδόνος οδηγεί φυσιολογικά στη άποψη, ότι ο Χριστός δεν κοινωνεί στην ανθρώπινη φύση το προσωπικό του ιδίωμα, το γεννητόν, αλλά ενεργοποιεί πάλι[ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ;] σ' αυτή τις «ενέργειες» της κοινής θείας φύσεως. Ο Χριστός συνεπώς δεν προσλαμβάνει ένα ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά ολόκληρη την ανθρώπινη φύση ως τη νέα κατά χάρη θεανδρική, δηλ. προσωπική του υπόσταση. Αυτό σημαίνει, ότι ο Θεάνθρωπος Χριστός καθιστά προσωπική την ανθρώπινη φύση, επειδή ακριβώς την προσλαμβάνει αληθινά και την ενώνει κατά χάρη και ασύγχυτα με τη θεία. Συνεπώς με την ενσάρκωση η κτιστή ανθρώπινη φύση αποκτά μία νέα «υπόσταση». Δεν είναι δηλ. «δευτέρα ουσία», είδος γενικό, «λόγω μόνω θεωρητή», αλλά η φύση του δευτέρου προσώπου της αγίας Τριάδος, που έγινε μ' αυτή ιστορικό πρόσωπο. Και όπως με τη δημιουργία του πρώτου Αδάμ, έτσι και με την ενσάρκωση του Δευτέρου, που είναι δεύτερη δημιουργία, περιλαμβάνεται, «ανακεφαλαιώνεται» σ' αυτόν «θεία προγνώσει τε και δυνάμει πάσα η ανθρωπότης». Διότι «ου γαρ εν μέρει της φύσεως η εικών, ουδέ εν τινι των καθ' αυτό θεωρουμένων η χάρις· αλλ᾽ εφ᾽ άπαν το γένος επίσης η τοιαύτη διήκει δύναμις»80. Συνεπώς η ανθρώπινη φύση γίνεται με την ενσάρκωση ως προς «την ουσίαν της»[ΕΝΑΛΛΑΣΣΕΤΑΙ Η ΦΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ;] κατά μετοχή θεανθρώπινη, πραγματική υπόσταση του Θεανθρώπου. Αυτή είναι η νέα και απερινόητη «κατά χάρη ομοουσιότητα» που ομολογούμε και γνωρίζουμε στο πρόσωπο του καινού εν Χριστώ ανθρώπου. Έτσι δημιουργείται μία νέα «οντολογική» κατάσταση, συντελείται ο καινισμός της ζωής.[ΙΔΟΥ ΔΟΥΛΗ ΚΥΡΙΟΥ; ΠΩΣ ΕΝΤΑΣΣΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΜΟΟΥΣΙΟΤΗΤΑ;]

Η ερμηνεία αυτή της ενσαρκώσεως κατανοείται αν δούμε ειδικώτερα στις συνέπειές του το ιστορικό έργο του Ιησού Χριστού. Η ενσάρκωση δεν είναι απλώς ένα βιολογικό επεισόδιο στη ζωή του Χριστού και συνεπώς η ιστορική επίδειξη του θείου προσώπου του, αλλά έχει κυρίως ουσιαστικές συνέπειες για την ανθρώπινη φύση. «Εδεήθημεν Θεού σαρκουμένου και νεκρουμένου ίνα ζήσωμεν»81. Οι Πατέρες όταν ομιλούν για την ενσάρκωση αποβλέπουν πάντα στην λυτρωτική, υπαρξιακή της αναφορά στον άνθρωπο. Δεν ομιλούν από τη σκοπιά του Χριστού, αλλά πάντοτε από τη σκοπιά του Χριστού και του ανθρώπου.[ΔΕΝ ΔΙΑΚΡΙΝΟΥΝ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΥΣΗΣ; ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΙΝΑ ΩΣΙΝ ΕΝ;] «Αυτός ενηνθρώπησεν ίνα ημείς θεοποιηθώμεν». Η σκέψη και η συλλογιστική τους είναι πάντα θεανδρική. Το ίδιο συμβαίνει και όταν ομιλούν για τα θαύματα του Χριστού. Ο Χριστός δε επιδεικνύει μ' αυτά τη δύναμη του θείου προσώπου του, αλλά σώζει αληθινά και παραδειγματικά την ανθρώπινη φύση, γιατί «κατήγαγεν εις την ανθρωπίνην φύσιν την της θεότητος εξουσίαν διά την αδιαίρετον προς αυτήν ένωσιν»82.[ΑΣΥΓΧΥΤΩΣ;] Κάθε θεραπεία η θαυμαστή πράξη του Χριστού, ενώ είναι μοναδικό, ιστορικό γεγονός, αφορά όμως ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, είναι πραγματικά και αντιπροσωπευτικά λυτρωτική.[ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ Η ΕΡΩΤΗΣΗ. ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΟΤΙ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΩ; ΤΙ ΝΟΗΜΑ ΕΧΕΙ Η ΠΙΣΤΗ, Ή Η ΧΑΛΑΡΗ ΠΙΣΤΗ;] Επίσης το πάθος, ο σταυρός, η ανάσταση και η ανάληψη δεν αφορούν την απαθή θεία φύση του Χριστού, αλλά την ανθρώπινη. Αυτή, όντας ασύγχυτα ενωμένη με τη θεία, έπαθε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε. «Πιστεύομεν, ότι τη τρίτη ημέρα ανέστη ουχ ο Θεός εν τω ανθρώπω, αλλ᾽ ο άνθρωπος εν τω Θεώ ανέστη, όντινα και προσήνεγκεν τω Πατρί εαυτού δώρον, ον ηλευθέρωσεν»83. Ακριβώς για το λόγο τούτο ο πιστός μπορεί να συμμετέχει αληθινά σε όλες τις φάσεις της ζωής του Χριστού και να δέχεται τις λυτρωτικές συνέπειες του έργου του: γεννάται άνωθεν, συμβαπτίζεται, συνθεραπεύεται, απο-δαιμονίζεται, συμπάσχει, συνθάπτεται, συνανίσταται, συνεπαίρεται στους ουρανούς. Η κοινωνία αυτή στη ζωή του Χριστού, που πραγματοποιούν τα ι.Μυστήρια και η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας (στην περίπτωση αυτή με τις Δεσποτικές εορτές) δεν είναι απλώς «εικονική», συμβολική, αλλά πραγματική.[ΟΤΑΝ...Ή ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ;]

Ο Χριστός συνεπώς επιτελεί πολύ ουσιαστικώτερο έργο από μία ιστορική εμφάνιση ή ενεργοποίηση μιάς «οντολογικής» αρχής, όπως θα ήταν το πρόσωπό του. Προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση σε προσωπική, άρρητη και ασύγχυτη ένωση με τη θεία. Ο προσωπικός χαρακτήρας της ανθρώπινης φύσεως συνίσταται ακριβώς στο ότι δέχεται και φανερώνει κατά χάρη το πλήρωμα της τριαδικής θεότητος.[ΠΩΣ ΑΥΤΟ; ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΕΞΗΓΕΙ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ] Η ανθρώπινη φύση είναι προσωπική ως θεανθρώπινη. Ο πιστός ως ατομική φανέρωση της νέας θεανθρώπινης φύσεως του Χριστού, μπορεί τώρα να γίνει αληθινό, τέλειο πρόσωπο, πραγματική εικόνα του θεανθρώπινου προσώπου του Χριστού. Στο καίριο αυτό θέμα θα επανέλθουμε όμως στα επόμενα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

77. Λόγος 23,7, MPG 35, 1157C. 

78. Στη συλλογή του I. Καρμίρη. Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, τομ. 1. Αθήναι 1960, 223. 

79. Ίδια συλλογή, σελ. 175. 

80. Γρηγορίου Νυσ., Περί κατασκευής ανθρώπου ΙΣΤ΄ ΜPG 44, 185C. 

81. Γρηγορίου Θεολ., Λόγος 45, 28, MPG 36, 661C. 

82. Κυρίλλου Αλεξ, Ελληνικές Σειρές, Catenae, Еκδ. Cramer, τομ. Ι. 286. 

83. Ομολογία της συνόδου της Σαρδικής του 343, στη συλλογή των Α. Hahn-G. Hahn, όπου παραπ. 189.

Πηγή: Σύναξη 14

ΤΑΥΤΙΣΕ ΠΟΤΕ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΤΡΙΑΔΑ ; ΤΟ ΜΑΚΑΒΡΙΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ Β' ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ; ONOMAΣΕ ΠΟΤΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΤΡΙΑΔΑ ΕΝΔΙΑΘΕΤΟ,  IMMANENTE; ΕΜΜΕΝΗ;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου