Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

Οντολογία ή θεολογία του προσώπου (6β)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2024

Ιωάννης Παναγόπουλος - Οντολογία ή θεολογία του προσώπου

Η συμβολή της πατερικής Τριαδολογίας στην κατανόηση του ανθρωπίνου προσώπου 

VΙ.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

3. Στην αμέσως προηγούμενη συζήτησή μας αποφύγαμε σκόπιμα να ορίσουμε ή να στοχαστούμε πάνω στη «φύση» του προσώπου, όπως επιβάλλει ακριβώς ο αποφατισμός του προσώπου. Επιμείναμε όμως ιδιαίτερα στην «αλήθεια» και τη «λειτουργία» του ανθρώπινου προσώπου, επειδή ακριβώς η αλήθεια, στη θεολογική της κατανόηση, είναι πάντα χαρισματικό, δυναμικό γεγονός. Συνεπώς η αλήθεια του προσώπου δεν είναι «οντολογικός», αλλά «λειτουργικός» τρόπος υπάρξεως. Αυτό ακριβώς, νομίζουμε, είναι το παράδοξο και άρρητο μυστήριο του προσώπου, ότι ενώ δεν κοινωνείται ούτε παθαίνει αλλοίωση και τροπή (επειδή είναι ακριβώς φανέρωση της θεανδρικής φύσεως του Χριστού), στην πραγματικότητα βρίσκεται σε κατάσταση χαρισματικής ανανεώσεως και αυξήσεως, μέχρι να φθάσει το μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού. Από την άποψη αυτή το πρόσωπο είναι ο τόπος που πραγματοποιείται χαρισματικά η ασύγχυτη ένωση της κοινής ανθρώπινης φύσεως με την θεανθρώπινη φύση του Χριστού και ακόμη ο τρόπος που γνωρίζουμε εμπειρικά τις συνέπειες της ενσαρκώσεως, της αναστάσεως και της Πεντηκοστής στο κτιστό είναι. Με την έννοια αυτή αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο ιδιαίτερα τη δυναμική και λειτουργική διάσταση, που ανταποκρίνεται στον αποφατικό του χαρακτήρα. Η προσωπική φύση του ανθρώπου είναι η δεδομένη με την ενσάρκωση και ολοκληρούμενη με την ανάσταση και την Πεντηκοστή νέα «οντολογική» του δυνατότητα, που «γνωρίζεται» στο μέτρο που ο άνθρωπος υπάρχει και λειτουργεί με τους όρους της θεανδρικής ζωής του Ιησού Χριστού.[ΕΔΩ ΧΑΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΤΟΛΩΝ. ΑΥΤΗ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΥΠΟΠΤΗ.]

............................................................

[(Μαξίμου Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον… περί διαφόρων απόρων της Αγίας Γραφής -   Απ’ την εισαγωγή…)                                                                                                                 

Ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος δέν ἐνεργεῖ σοφία στούς ἁγίους, χωρίς τό νοῦ πού δέχεται τήν σοφία· οὔτε γνώση, χωρίς τήν δύναμιν τοῦ λογικοῦ πού δέχεται τήν γνώση· οὔτε πίστη χωρίς τήν πληροφορία τοῦ νοῦ καί τοῦ λογικοῦ περί τῶν μελλόντων, πού ἦταν ὡς τότε ἄδηλα σέ ὅλους· οὔτε χαρίσματα ἰμάτων, χωρίς φυσική φιλανθρωπία· οὔτε κανένα ἄλλο ἀπό τά λοιπά χαρίσματα, χωρίς τήν δεκτική ἱκανότητα καί δύναμη τοῦ καθενός. Οὔτε πάλι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀποκτήσει ἀπό φυσική του δύναμιν ἕνα ἀπό τά χαρίσματα πού ἀριθμήσαμε, χωρίς τήν θεία δύναμη πού τά χορηγεῖ. Τό φανερώνουν αὐτό ὅλοι οἱ Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ὕστερα ἀπό τίς ἀποκαλύψεις τῶν θείων ζητοῦν τούς λόγους ὅσων τούς ἀποκαλύφθηκαν.   

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής] 

.................................................................................

Αυτή η γενική διαπίστωση επιβάλλει πέντε βασικές συνέπειες, που αφορούν τη θεολογική κατανόηση του ανθρώπινου προσώπου. Η συνεπής κατανόηση της πατερικής Τριαδολογίας: α) δεν επιτρέπει να δεχθούμε μιάν αντίληψη περί του προσώπου, που θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες για τον άνθρωπο (η δυνατότητα να αρνηθεί κανείς το με την ενσάρκωση «δεδομένο» της θεανδρικής του κλήσεως καταργεί αυτόματα την προσωπική του υπόσταση), β) παρουσιάζει επίμονα το πρόσωπο ως κατά χάρη και ελεύθερη συνέργεια γεγονός ιστορικής ζωής, όχι ως επίθεμα ή ανάγκη ή δέον, αλλ' ως την αλήθεια της ανθρώπινης υπάρξεως. γ) Καταργεί ουσιαστικά κάθε διάκριση αυτονομίας ή ετερονομίας στην αντίληψη για τον άνθρωπο (δηλ. ένα δεδομένο βιολογικό, κοινωνικό, πολιτικό κ.λπ. τρόπο υπάρξεως, που καθορίζει «οντολογικά» τον άνθρωπο ή τη δυνατότητα της αυθαίρετης εξουσίας του ανθρώπου πάνω στη δημιουργία), δ) Θέλει το ανθρώπινο πρόσωπο ως γεγονός χαρισματικό, που λειτουργεί ως θεανδρική ιδιοσύστατη ύπαρξη, δηλ. ως ασύγχυτη και αδιάστατη περιχώρηση της θείας με την ανθρώπινη φύση. Τούτο γίνεται στο μέτρο που ο άνθρωπος «ανοίγεται» ελεύθερα στη θεία χάρη. Αυτή όμως δεν είναι μία δωρεά πρόσθετη απ' έξω, αλλά η δεδομένη με το βάπτισμα του πιστού νέα φύση του, που «αναμένει» να ενεργοποιηθεί απ' αυτόν τον ίδιο και ε) ο άνθρωπος συνεπώς δεν επιτυγχάνει τέλεια στην ιστορική ζωή του το πλήρωμα του ανθρώπινου προσώπου. Τούτο είναι γεγονός της μέλλουσας ζωής, όταν ο πιστός θα «φορέσει» «και την εικόνα του επουρανίου (Αδάμ)» (Α΄ Κορ. 15, 49). Στην ιστορική του ζωή ο πιστός, για να χρησιμοποιήσουμε την εικονική, αλλά ρεαλιστική γλώσσα του Παύλου, πρέπει με τη χάρη του Πνεύματος, να «ανακαλύψει» το βιολογικό του πρόσωπο, ώστε να κατοπτρίσει τη δόξα του Κυρίου και να μεταμορφωθεί σύμφωνα με την εικόνα του από δόξα σε δόξα (Β΄ Κορ. 3, 18). Αυτός είναι ο ιστορικός του προ-ορισμός: πρόσωπο δόξης κατ' αντανάκλαση της εικόνας του Χριστού. Το πλήρωμα όμως είναι η τέλεια θέα της δόξας του Θεού «πρόσωπον προς πρόσωπον» (Α΄ Κορ. 13, 12 και Αποκ. 22, 4), όπως γίνεται τώρα με τους αγγέλους (Ματθ. 18, 10). Τότε θα γίνει η τέλεια αποκατάσταση της εικόνας του Θεού στον άνθρωπο, όταν θα επιτύχει κατά χάρη και μετοχή τη θεία «ομοίωση», δηλ. την πλήρη μετοχή στο πλήρωμα της τριαδικής ζωής, την αγιότητα του Θεού, όπως ονομάζουν την εσχατολογική αυτή κατάσταση οι ανατολικοί Πατέρες. Δεν πρέπει όμως να χάσουμε στο ελάχιστο την ιστορική διάσταση του προσώπου. Γιατί η δωρεά του δεν είναι απλώς απώτερη εσχατολογική επαγγελία και ελπίδα, αλλά ιστορική κλήση και πράξη, που επιτελεί το άγιο Πνεύμα με τον άνθρωπο. Τη βεβαίωση για την ιστορική δυνατότητα και την εσχατολογική διάσταση του προσώπου προσφέρει η Εκκλησία με τη ζωή των Αγίων της. Η αγιότητα, ως κατά χάρη κοινωνία στους όρους της τριαδικής ζωής, είναι τελικά ο σαφέστερος και πληρέστερος προ-ορισμος του ανθρώπινου προσώπου. «Ουκ έγνως ότι άνθρωπος ουκ άλλως υιός Θεού γίνεται, ει μη όσιος γένηται;»91.

Σημειώσεις

91. Γρηγορίου Νύσσης, Μέγας Κατηχ. Λόγος 40, MPG 45, 104С.

Πηγή: Σύναξη 14

Τὸ μυστήριο τῆς θείας Ἐνανθρώπησης

Άγιος Μάξιμος Ομολογητής 

η΄. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ μιὰ φορὰ γεννήθηκε κατὰ σάρκα, γεννιέται πάντοτε ἀπὸ φιλανθρωπία πνευματικὰ σὲ ὅσους θέλουν, καὶ γίνεται βρέφος, διαπλάθοντας σ’ αὐτοὺς τὸν ἑαυτό του μὲ τὶς ἀρετές, καὶ σὲ τόσο βαθμὸ φανερώνεται, ὅσο γνωρίζει ὅτι μπορεῖ νὰ χωρέσει αὐτὸς ποὺ τὸν δέχεται, χωρὶς νὰ μικραίνει ἀπὸ φθόνο τὴ φανέρωση τοῦ μεγέθους του, ἀλλὰ σταθμίζει μὲ μέτρο τὴ δύναμη ἐκείνων ποὺ ποθοῦν νὰ τὸν δοῦν. Ἔτσι, ἂν καὶ φαίνεται πάντοτε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ στὶς ἐκδηλώσεις ἐκείνων ποὺ τὸν μετέχουν ὅμως παραμένει πάντα ἀπὸ ὑπερβολὴ τοῦ μυστηρίου ἀθέατος σὲ ὅλους. Γι’ αὐτὸ ἐξετάζοντας μὲ σοφία τὸ νόημα τοῦ μυστηρίου ὁ θεῖος Ἀπόστολος λέγει, «Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἴδιος χθὲς καὶ σήμερα καὶ στοὺς αἰῶνες» (Ἑβρ. 13, 8), γνωρίζοντας ὅτι εἶναι πάντοτε νέο τὸ μυστήριο καὶ δὲν παλιώνει ποτὲ ἐπειδὴ περιλαμβάνεται ἀπὸ τὸν νοῦ.

θ΄. Γεννιέται ὁ Χριστὸς ὁ Θεός, κι ἔγινε ἄνθρωπος μὲ πρόσληψη τῆς σάρκας, ποὺ ἔχει ψυχὴ νοερή. Αὐτὸς ἔδωσε στὰ ὄντα τὴ γένεσή τους ἀπὸ τὰ μὴ ὄντα, τὸν ὁποῖο γεννώντας ἡ Παρθένος δὲν διέλυσε κανένα ἀποδεικτικὸ σημάδι τῆς παρθενίας. Ὅπως δηλαδὴ ἐκεῖνος ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος οὔτε τὴ φύση του ἀλλοίωσε οὔτε τὴ δύναμή του ἄλλαξε, ἔτσι ἐκείνην ποὺ τὸν γέννησε καὶ μήτερα τὴν κάνει καὶ παρθένο τὴ διατηρεῖ, ἑρμηνεύοντας ταυτόχρονα τὸ θαῦμα μὲ θαῦμα καὶ συνάμα κρύβοντας τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο. Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς σχετικὰ μὲ τὸν ἑαυτό του εἶναι πάντοτε μυστήριο κατὰ τὴν οὐσία, τόσο μόνον ἐξέρχεται ἀπὸ τὴ φυσικὴ κρυφιότητα, ὅσο γιὰ νὰ τὴν κάνει ἀκόμα πιὸ κρυφὴ μὲ τὴ φανέρωσή της. Καὶ τόσο πάλι κάνει τὴ μητέρα ποὺ τὸν γέννησε παρθένο, ὅσο ἀπεργάζεται τὴν κύηση ἄλυτο δεσμὸ τῆς παρθενίας.

ι΄. Ἐμφανίζονται νέες φύσεις καὶ ὁ Θεὸς γίνεται ἀνθρωπος· ὄχι μόνο ἡ θεία καὶ σταθερὴ καὶ ἀκίνητη κινούμενη πρὸς τὴν κινούμενη καὶ ἄστατη γιὰ νὰ τὴ σταματήσει ἀπὸ τὴν κίνησή της, οὔτε μόνο ἡ ἀνθρώπινη ποὺ δίχως σπορὰ ὑπὲρ φύση παράγει τὴν σάρκα τελειοποιούμενη ἀπὸ τὸν Λόγο, γιὰ νὰ σταματήσει τὴν κίνησή της, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀστέρας ποὺ φαίνεται τὴ μέρα ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ ὁδηγεῖ τοὺς μάγους (Ματθ. 2, 1 ἑξ.) στὸν τόπο τῆς σάρκωσης τοῦ Λόγου, γιὰ νὰ δείξει μὲ τρόπο μυστικὸ ὅτι νικᾶ τὴν αἴσθηση ὁ λόγος τοῦ νόμου καὶ τῶν προφητῶν καὶ ὁδηγεῖ τὰ ἔθνη πρὸς τὸ μέγιστο φῶς τῆς ἐπίγνωσης. Γιατὶ ὁλοκάθαρα ὁ νομικὸς καὶ προφητικὸς λόγος, σὰν ἀστέρας, μὲ εὐσεβὲς νόημα ὁδηγεῖ στὴν ἐπίγνωση τοῦ Λόγου ποὺ σαρκώθηκε (Ρωμ. 8, 28) ἐκείνους ποὺ ἔχουν κληθεῖ σύμφωνα μὲ τὴν πρόθεσή τους μὲ τὴ δύναμη τῆς χάριτος.

ια΄. Ἐπειδὴ ἐγὼ ὁ ἄνθρωπος θέλοντας παρέβηκα τὴ θεία ἐντολὴ καὶ δελεάζοντάς με μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς θεότητας ἔσυρε τὴ στερεότητα τῆς φύσης μου ὁ διάβολος στὴν ἡδονή, ποὺ καυχιόταν δίνοντας μ’ αὐτὴν ὑπόσταση στὸν θάνατο, ἀπολαμβάνοντας τὴ φθορὰ τῆς φύσης, γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς γίνεται τέλειος ἄνθρωπος, χωρὶς ν’ ἀλλάξει τίποτε ἀπὸ τὴ φύση μας, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καθόσον δὲν ἦταν τῆς φύσης μας, ὥστε προβάλλοντας τὴ σάρκα νὰ δελεάσει καὶ νὰ ἐρεθίσει τὸν ἄπληστο δράκοντα, ποὺ περιμένει μ’ ἀνοιχτὸ στόμα νὰ καταπιεῖ τὴ σάρκα, κι ἔτσι νὰ γίνει γι’ αὐτὸν δηλητήριο, καταστρέφοντάς τον τελείως μὲ τὴ δύναμη τῆς θεότητας ποὺ κλείνει μέσα της, ἐνῷ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση φάρμακο ἀνάκλησης στὴν ἀρχική της χάρη μὲ τὴ δύναμη τῆς θεότητας ποὺ κλείνει μέσα της. Ὅπως δηλαδὴ αὐτὸς χύνοντας τὸ δηλητήριο τῆς κακίας μὲ τὸ ξύλο τῆς γνώσης κατέστρεψε τὴ φύση ποὺ τὸ γεύθηκε, ἔτσι κι ὁ ἴδιος θέλοντας νὰ φάει τὴ σάρκα τοῦ Κυρίου καταστράφηκε μὲ τὴ δύναμη τῆς θεότητας ποὺ εἶχε μέσα της.

ιβ΄. Τὸ μέγα μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρώπησης παραμένει πάντα μυστήριο, ὄχι μόνο γιατί, ὅπως ἐκδηλώνεται σύμμετρα μὲ τὴ δύναμη ἐκείνων ποὺ σώζει, ἔχει μεγαλύτερο ἐκεῖνο ποὺ δὲν βλέπεται ἀκόμη ἀπὸ αὐτὸ ποὺ φανερώθηκε, ἀλλ’ ἐπειδὴ κι αὐτὸ ποὺ φάνηκε μένει ἀκόμα τελείως κρυφό, χωρὶς νὰ μπορεῖ μὲ κανένα λογισμὸ νὰ γνωσθεῖ πῶς εἶναι. Κι ἂς μὴ φανεῖ παράδοξο αὐτὸ ποὺ λέγω. Γιατὶ ὁ Θεός, ἐπειδὴ εἶναι ὑπερούσιος καὶ πιὸ πάνω ἀπὸ κάθε ὑπερουσιότητα, ὅταν θέλησε νὰ εἰσέλθει στὴν οὐσία, ἔγινε οὐσία μὲ τρόπο ὑπερούσιο. Γι’ αὐτὸ ὡς φιλάνθρωπος, καὶ ἐνῷ ἔγινε γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων ἀληθινὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν οὐσία τῶν ἀνθρώπων, ἐξακολουθεῖ νὰ διατηρεῖ ἀφανέρωτο γιὰ πάντα τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἔγινε ἄνθρωπος. Γιατὶ ἔγινε ἄνθρωπος πάνω ἀπὸ ἄνθρωπο.

ιγ΄. Ἂς δοῦμε μὲ πίστη τὸ μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρώπησης κι ἂς δοξολογήσομε μακριὰ ἀπὸ περιέργεια Ἐκεῖνον ποὺ εὐδόκησε νὰ γίνει ἄνθρωπος γιὰ χάρη μας. Γιατί ποιός, ἔχοντας πεποίθηση στὴ δύναμη τῆς λογικῆς ἀπόδειξης, θὰ μπορέσει νὰ πεῖ πῶς γίνεται ἡ σύλληψη τοῦ Θεοῦ Λόγου, πῶς γίνεται σάρκα χωρὶς σπορά, πῶς γίνεται γέννηση χωρὶς νὰ προκληθεῖ φθορά, πῶς γίνεται μητέρα ἐκείνη ποὺ καὶ μετὰ τὴ γέννα ἔμεινε παρθένος, πῶς ὁ πέρα ἀπὸ κάθε τελειότητα προόδευε καθὼς μεγάλωνε (Λουκᾶ 2, 52), πῶς βαφτιζόταν ὁ καθαρός, πῶς ἔτρεφε τὰ πλήθη Ἐκεῖνος ποὺ πεινοῦσε, πῶς χάριζε δύναμη Ἐκεῖνος ποὺ ὑποβαλλόταν σὲ κόπους, πῶς Ἐκεῖνος ποὺ ὑπέφερε πρόσφερε θεραπεῖες, πῶς Ἐκεῖνος ποὺ πέθαινε ἔδινε ζωή; Καὶ γιὰ νὰ πῶ τελευταῖο τὸ πρῶτο, πῶς ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, καὶ τὸ πιὸ μυστηριῶδες βέβαια ἀπὸ ὅλα, πῶς στὴν ὑπόστασή του ὁ Λόγος παίρνει τὴν οὐσία τῆς σάρκας, αὐτὸς ποὺ κατὰ τὴν οὐσία ὑπάρχει ὑποστατικὰ ὅλος μέσα στὸν Πατέρα; Πῶς ὁ ἴδιος καὶ ὅλος Θεὸς εἶναι κατὰ τὴ φύση, καὶ ὅλος πάλι ἔγινε κατὰ φύση ἄνθρωπος, χωρὶς ν’ ἀρνηθεῖ καθόλου καμμιὰ φύση, οὔτε τὴ θεία σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία εἶναι Θεός, οὔτε τὴ δική μας κατὰ τὴν ὁποία ἔγινε ἄνθρωπος; Αὐτὰ τὰ μυστήρια μόνο ἡ πίστη μπορεῖ νὰ τὰ χωρέσει, ποὺ εἶναι ὑπόσταση τῶν πέρα ἀπὸ τὸν νοῦ καὶ τὸν λόγο πραγμάτων.

ιδ΄. Ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν παρακοή του δίδαξε τὴ γένεση τῆς φύσης μας νὰ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ἡδονή, ὁ Κύριος ὅμως ἀπομακρύνοντας αὐτὴν ἀπὸ τὴ φύση μας δὲν δέχθηκε νὰ γίνει ἡ σύλληψή του μὲ σπορά. Ἡ γυναίκα μὲ τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς ἔκανε φανερὸ ὅτι ἡ γέννηση τῆς φύσης μας ἀρχίζει μὲ ὀδύνη, ὁ Κύριος ὅμως ἀποτινάζοντας αὐτὴν ἀπὸ τὴ φύση, δὲν ἐπέτρεψε κατὰ τὴ γέννησή του νὰ ὑποστεῖ φθορὰ ἐκείνη ποὺ τὸν γέννησε, γιὰ νὰ ἀφαιρέσει ἀπὸ τὴ φύση μᾶς τόσο τὴν ἑκούσια ἡδονή, ὅσο καὶ τὴν ἐξαιτίας τῆς χωρὶς τὴ θέλησή της ἡδονή, τῶν ὁποίων βέβαια δὲν ἦταν δημιουργός, ἔγινε ὡστόσο ὁ καταλυτής τους, καὶ νὰ διδάξει μυστικὰ μὲ τὴ γνώμη μας ν’ ἀρχίσομε ἄλλη ζωή, ποὺ ἀρχίζει τυχὸν ἀπὸ ὀδύνη καὶ πόνους, καταλήγει ὅμως σὲ θεία ἡδονὴ καὶ εὐφροσύνη δίχως τέλος. Γι’ αὐτὸ γίνεται ἄνθρωπος καὶ γεννιέται σὰν ἄνθρωπος ὁ ποιητὴς τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο, καὶ θεραπεύοντας, μὲ τὰ πάθη τὰ πάθη, ν’ ἀποδειχθεῖ ὅτι αὐτὸς εἶναι πάθος τῶν δικῶν μας παθῶν (Ἑβρ. 11, 1), ποὺ ἀνανεώνει φιλάνθρωπα μὲ τρόπο ὑπερφυὴ μὲ τὶς δικές του στερήσεις τῆς σάρκας τὶς δικές μας πνευματικὲς δυνάμεις.

ιε΄. Αὐτὸς ποὺ μὲ τὸν θεῖο πόθο νίκησε τὴ διάθεση τῆς ψυχῆς πρὸς τὸ σῶμα, ἔγινε ἀπερίγραφος, ἔστω κι ἂν εἶναι περιγραμμένος μέσα στὸ σῶμα. Γιατὶ ὁ Θεὸς ποὺ ἕλκει τὸν πόθο ἐκείνου ποὺ τὸν ποθεῖ, εἶναι ἀσύγκριτα ὑψηλότερος ἀπὸ ὅλα καὶ δὲν ἐπιτρέπει τὸν ποθητή του νὰ προσηλώσει τὸν πόθο του σὲ κάτι ἀπὸ τὰ ἔπειτα ἀπὸ τὸν Θεό. Ἂς ποθήσομε λοιπὸν τὸν Θεὸ μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς φύσης μας κι ἂς καταστήσομε τὴν προαίρεσή μας ἀδούλωτη ἀπὸ ὅλα τὰ σωματικά. Ἂς ὑψωθοῦμε μὲ τὴν προαίρεσή μας πάνω ἀπὸ ὅλα τὰ αἰσθητὰ καὶ νοητὰ ὄντα κι ἂς μὴ ζημιωθοῦμε σὲ τίποτε ἀπολύτως ἐξαιτίας τῆς φυσικῆς μας περιγραφῆς στὸ νὰ εἴμαστε μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ τὸν ἀπερίγραφο ἀπὸ τὴ φύση του.

Ἀπὸ τὴ σειρὰ ΕΠΕ, τόμος 15Δ, Πατερικαὶ ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς».
Ἀπόδοση στὰ νέα ἑλληνικὰ Ἰγνάτιος Σακαλής.

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ Ή Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΥΠΟΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ. ΤΙ ΕΧΕΙΣ ΓΙΑΝΝΗ; ΤΙ ΕΙΧΑ ΠΑΝΤΑ!! ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΑΣΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου