Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

Η Φαινομενολογία του Husserl και η Φιλοσοφία του αγ. Θωμά Ακινάτη α

Η Φαινομενολογία του Husserl και η Φιλοσοφία του αγ. Θωμά Ακινάτη α

Προσπάθεια μια αντιπαραβολής
Της Edith Stein

(Συμπεριλαμβάνεται στον πανηγυρικό τόμο για τα 70α γενέθλια του Edmund Husserl.
Jahrbuch für Philosophie und phänomenologische Forschung - Festschrift Edmund Husserl zum 70. Geburtstag gewidmet. - 1929)


1 Η φιλοσοφία ως αυστηρή επιστήμη

Δεν είναι εύκολο για κάποιον, που έρχεται από τον διανοητικό κόσμο (Gedankenwelt) του Edmund Husserl, να βρει ένα δρόμο μέσα στον διανοητικό κόσμο του αγ. Θωμά. Συνεχίζοντας το έργο του Franz Brentano, μπορούμε να ανακαλύψουμε ίσως μια διασύνδεση. Ο ίδιος ο Husserl περιγράφει στις αναμνήσεις του για τον Brentano, πως τον (Husserl) κέρδισε η φιλοσοφία, από τον τρόπο που Brentano επεξεργάζονταν τα φιλοσοφικά ερωτήματα. Ο τρόπος σκέψης και διδασκαλίας του Brentano του είπε, πως η φιλοσοφία θα μπορούσε να είναι κάτι διαφορετικό από μια καλλωπισμένη κουβέντα, και η οποία, αν την εξασκήσει κανείς σωστά, μπορεί να ικανοποιήσει τις ύψιστες απαιτήσεις επιστημονικής αυστηρότητας, που ως μαθηματικός ήταν συνηθισμένος να θέτει. Από που όμως προήλθε εκείνη η αμείλικτη αυστηρότητα στη διεξαγωγή της σκέψης του Brentano, που φάνηκε στον Husserl τόσο καινούργια για τον χώρο της φιλοσοφίας, και που τον κατέκτησε, από που εκείνη η κρυστάλλινη καθαρότητα στον σχηματισμό των εννοιών; Δεν ήταν μήπως κληρονομικό υλικό του σχολαστικισμού; Ο Brentano είχε μεγαλώσει στην αυστηρή σχολή της παραδοσιακής καθολικής φιλοσοφίας, ο τρόπος σκέψης αυτής της σχολής είχε διαμορφώσει το πνεύμα του, και κάτι συγγενικό βρίσκουμε στον ακριβή τρόπο σκέψης του Husserl, μέσα στη μεστότητα της έκφρασης του. Μέσα σε αυτή την συνάφεια δεν υπάρχουν φυσικά παραδεδομένες διδασκαλίες. Όταν μιλά κανείς γενικώς περί philosophia perennis, εννοεί συνήθως ένα κλειστό σύστημα διδασκαλίας, και ως τέτοιο είναι αντίθετο προς τον φαινομενολογικό τρόπο του φιλοσοφείν. Η «philosophia perennis» σημαίνει όμως και κάτι άλλο: εννοώ το πνεύμα του αληθινού φιλοσοφείν, που ζει σε κάθε αληθινό φιλόσοφο, δηλαδή στον καθένα, τον οποίο σπρώχνει ακαταμάχητα μια εσωτερική αναγκαιότητα, να ανιχνεύσει τον λόγο (ελληνικά στο κείμενο) ή τη ratio (όπως το μεταφράζει ο Θωμάς) αυτού του κόσμου. Το πνεύμα αυτό φέρει ο γεννημένος φιλόσοφος-ως δυνατότητα, Potenz, θωμιστικά μιλώντας-μέσα στον κόσμο. Η δυνατότητα οδηγείται στην πράξη (Akt), όταν συναντήσει ένα ώριμο φιλόσοφο, ένα «δάσκαλο». Με τον τρόπο αυτό συνδέονται οι αληθινοί φιλόσοφοι πέραν όλων των ορίων του χώρου και του χρόνου. Έτσι, δάσκαλοι του αγ. Θωμά ήταν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης και ο αγ. Αυγουστίνος-ας το προσέξουμε: όχι μόνο ο Αριστοτέλης, αλλά και ο Πλάτων και ο Αυγουστίνος-και αλλιώς δε θα του ήταν δυνατόν να φιλοσοφήσει, παρά σε διαρκή αντιπαράθεση με αυτούς. Με αυτή την έννοια, είχε και ο Husserl, με όλη την αυτονομία της εργασίας του, τους δασκάλους του. Μερικούς από αυτούς επεσήμανε σαφώς ο ίδιος: σχημάτισε τη μέθοδο του δια της ενσυνείδητης αντιπαράθεσης του με τους Descartes και Hume. Άλλοι επέδρασαν πάνω του μέσω κρυμμένων διόδων, χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει ο ίδιος: ανάμεσα σε αυτούς είναι και ο Θωμάς. - Σε ένα σημείο λοιπόν διαπιστώνεται μια πλήρης συμφωνία: το να διεξάγει κανείς τη φιλοσοφία ως αυστηρή επιστήμη, όπως το ονόμασε ο Husserl. Πρέπει κανείς να φοβάται σχεδόν να πει αυτή τη λέξη, γιατί, όπως συνέβη με κάποιους όρους της φαινομενολογίας, είχε την ατυχία να γίνει ένα σύνθημα της μόδας, που παρανόησαν με τον τρόπο τους, τόσο οι επιτιθέμενοι, όσο και οι υπαρασπιζόμενοι. Μιλώντας για τη φιλοσοφία ως επιστήμη δεν πρέπει να σκεφτούμε ότι έχει οποιαδήποτε αναλογία με κάποια άλλη επιστήμη. Σημαίνει απλώς, πως η φιλοσοφία δεν είναι ένα πράγμα του συναισθήματος ή της φαντασίας, της υψιπετούς φλυαρίας ή και προσωπικής αντίληψης, θέμα γούστου ας πούμε, αλλά είναι υπόθεση της σοβαρής και νηφάλιας διερευνητικής λογικής. Στον Husserl και στον Θωμά κυριαρχεί η πεποίθηση, πως ένας λόγος (ελληνικά) διοικεί μέσα σε κάθε τι που είναι, και πως είναι δυνατόν για την γνωστική μας λειτουργία (Erkenntnis), σταδιακά και κάθε τόσο, να αποκαλύπτει κάτι από αυτό τον λόγο, όταν πορεύεται σύμφωνα με την αρχή της διανοητικής ειλικρίνειας. Ως προς τα όρια, που έχουν τεθεί στη διαδικασία αυτή αποκάλυψης του λόγου, οι αντιλήψεις τους φυσικά διίστανται.

2 Φυσική και υπερφυσική λογική. Πίστη και Γνώση.

Και οι δυο τους δεν αμφέβαλαν ποτέ για τη δύναμη της ratio. Δοξάζεται ως μεγάλη πράξη του Husserl, πως ανίχνευσε και πλησίασε ενεργώς την σκέψη με όλες της τις μοντέρνες μεταμφιέσεις. Αλλά η ratio δεν σήμαινε γι’ αυτόν κάτι άλλο παρά φυσική λογική, ενώ για τον Θωμά εισέρχεται στο σημείο αυτό ο διαχωρισμός σε φυσική και υπερφυσική λογική. Ο Husserl θα έλεγε στο σημείο αυτό, πως αυτό που καταλαβαίνω υπό τον όρο λογική, βρίσκεται επέκεινα της αντίθεσης «φυσικό» και «υπερφυσικό». Αυτές είναι εμπειρικές διαφορές. Δεν μιλά περί μιας λογικής του ανθρώπου, ούτε ενός υπερανθρώπινου όντος, αλλά για τη λογική ως έχει, περί αυτού, που-πέραν όλων των εμπειρικών διαφορών-πρέπει να πραγματοποιείται παντού, όπου αναμένεται πως γίνεται λόγος περί λογικής που έχει νόημα. Η υπερβατολογική κριτική, όπως την καταλάβαινε ο Husserl, δεν ήταν θέμα στον αγ. Θωμά. Ασχολήθηκε πάντοτε-«αφελώς», κατά τον Husserl- με τις πραγματικότητες. Αν υποθέσει όμως κανείς, πως ζούσε σήμερα και βρισκόταν σε αυτή την θέση-πράγμα που μπορούμε να το σκεφτούμε-θα έλεγε: είναι οπωσδήποτε δυνατό να πούμε κάτι για την ουσία της λογικής ως έχει- ratio της ratio-η οποία δεν επηρεάζεται από τις διαφορές των ποικίλων γνωριζόντων όντων. Για να σημειώσουμε όμως τα όρια της δικής μας γνώσης, αυτό δεν φτάνει. Πρέπει να εργαζόμαστε πάντα με τα δικά μας όργανα γνώσης. Όσο μας είναι δυνατό να απομακρυνθούμε πηδώντας από τη σκιά μας, τόσο μας είναι δυνατόν να ελευθερωθούμε από αυτό το δεδομένο. Ακόμα και αν μας δοθεί να ρίξουμε μια ματιά στη δομή των ανώτερων πνευμάτων, αυτό δε σημαίνει πως μας είναι προσβάσιμο αυτό που είναι προσβάσιμο σε αυτά. Ο Θωμάς υπολόγιζε πάντα με αυτό το δεδομένο. Η Φαινομενολογία εργάζεται με τρόπο, σαν να μην υπάρχουν όρια για τη λογική μας. Παραδεχόμαστε βέβαια, πως η αποστολή της είναι άπειρη, η γνώση μια άπειρη διαδικασία, αλλά πορεύεται σε μια ευθεία οδό προς τον στόχο της, την πλήρη αλήθεια, η οποία ως ρυθμιστική ιδέα προδιαγράφει την κατεύθυνση του δρόμου. Η φιλοσοφία αυτή δεν υπολογίζει κάποιο άλλο δρόμο προς τον στόχο. Αλλά και ο Θωμάς θεωρεί, πως αυτός είναι ο δρόμος της φυσικής λογικής: ο δρόμος της είναι άπειρος, και αυτό λέει, πως ποτέ δε μπορεί να φτάσει στον στόχο της, αλλά μόνο να τον προσεγγίσει βήμα-βήμα. Από αυτό το γεγονός προκύπτει ο αποσπασματικός χαρακτήρας κάθε ανθρώπινης φιλοσοφίας.

Τώρα όμως έρχεται ένα μεγάλο αλλά: Ποτέ δε θα παραδεχόταν, πως αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος προς τη γνώση, πως η αλήθεια δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ιδέα, η οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσα από μια άπειρη διαδικασία-δηλαδή ποτέ πλήρως. Η πλήρης αλήθεια είναι, υπάρχει μια γνώση, η οποία την περιλαμβάνει πλήρως, που δεν είναι μια άπειρη διαδικασία, αλλά μια άπειρη ησυχάζουσα πληρότητα. Αυτή είναι η θεϊκή γνώση. Μέσα από την πληρότητα της μπορεί να μεταδώσει σε άλλα πνεύματα, και πράγματι τους μεταδίδει, σύμφωνα με τη δυνατότητα υποδοχής (χωρητικότητα) που έχουν. Η μετάδοση μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους. Η φυσική γνώση είναι μόνο ένας τρόπος. Της έχουν τεθεί συγκεκριμένα-που μπορούν να προσδιοριστούν περαιτέρω-όρια. Όμως, όσα της είναι απροσπέλαστα, δεν είναι απροσπέλαστα από το πνεύμα μας, ως προς την πρωταρχική του δομή. Είναι μια στιγμή πάνω στην πορεία αυτής της ζωής. Αλλά κάποτε φτάνει στον στόχο, την ουράνια πατρίδα. Στον στόχο περιλαμβάνει τα πάντα, που μπορεί να συμπεριλάβει (όχι όλες τις αβύσσους της θεϊκής αλήθειας, που μόνο ο Θεός μπορεί να συμπεριλάβει πλήρως), και μάλιστα τα θεωρεί όλα αυτά μέσα σε μια και μόνη διαίσθηση (Intuition). Μερικά από αυτά που θεωρεί, όσα του είναι αναγκαία για να μη χάσει το δρόμο προς τον σκοπό του-του μεταδίδονται δια της αποκαλύψεως ήδη κατά την ύπαρξη του πάνω στη γη. Τα προσλαμβάνει εν πίστει, που κατά τη διάρκεια του επίγειου προσκυνήματος , είναι ένας δεύτερος δρόμος, προς απόκτηση γνώσεως, δίπλα στον δρόμο της φυσικής γνώσεως. Τόσο αυτό που «in via» γνωρίζουμε, όσο και αυτό που «in via» πιστεύουμε, το γνωρίζουμε φτάνοντας στο στόχο μας, με άλλο τρόπο. Το μέτρο στο οποίο είναι δυνατό να γνωρίσουμε κατά τη διάρκεια του επίγειου προσκυνήματος μας, είναι καθορισμένο για μας, και δεν μπορούμε να μετακινήσουμε τα όρια. Είναι επίσης καθορισμένο, τι μπορούμε να επιτύχουμε δια της γνώσεως, και τι δια της πίστεως. Το πράγμα έχει εν γένει ως εξής: θέμα πίστεως είναι αυτό το οποίο είναι αποκλεισμένο από την γήινη μας γνώση. Πάνω στο δρόμο προς την γνώση, μας μεταδίδονται και μερικά πράγματα δια της αποκαλύψεως, που αναγνωρίζονται μόνο από λίγους ή με ανεπαρκή βεβαιότητα.

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου