Συνέχεια από: Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2024
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ
§ 1. Ἡ θεολογία τῆς ἑνότητας
Ἀπὸ τὶς πρῶτες στιγμὲς τοῦ ἱστορικοῦ της βίου ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴ συνείδηση ὅτι ἡ ἑνότητά της δὲν εἶναι γεγονὸς ἰδεολογικῆς ἁπλῶς ὁμοιογένειας ἢ ἀποτέλεσμα ὀργανωτικῆς διάρθρωσης. Οἱ πρῶτες χριστιανικές κοινότητες δὲν ἐμφανίζονται στὴν Ἱστορία οὔτε σὰν ἰδεολογικὸ κίνημα, οὔτε σὰν ταξικὴ ὀργάνωση, οὔτε καὶ σὰν καινούργιος «θρησκευτικός» θεσμὸς τοῦ κοινωνικοῦ βίου. Τὸ ὄνομα ποὺ ἐκφράζει τὴν κοινωνιολογικὴ - ἱστορική, ἀλλὰ καὶ τὴν οὐσιαστικὴ ταυτότητα τῶν πρώτων χριστιανικῶν κοινοτήτων εἶναι ἡ ἑλληνικὴ λέξη ἐκκλησία. Καὶ ἐκκλησία σημαίνει σύναξη, συναγωγή, ἕνα ἀφετηριακὸ γεγονὸς κοινωνίας καὶ ἑνότητας τῶν ἀνθρώπων, πρὶν ἀπό κάθε ἄλλο προσδιορισμό3.Ἡ Ἐκκλησία εἶναι δημιουργία κοινωνίας, ἑνὸς συγκεκριμένου τρόπου ἀνθρώπινης κοινωνίας. Αὐτὸς ὁ τρόπος τείνει νὰ πραγματώση δυναμικὰ τὴν ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων ὄχι σὰν συμβατική συμβίωση ἢ ἀποτέλεσμα ἰδεολογικῶν καὶ βιοτικῶν συνθηκῶν, ἀλλὰ ὡς ὑπαρκτικὸ γεγονός: Τὴν ἑνότητα ὡς ὀντολογικὴ ἀλήθεια τοῦ ἀνθρώπου, ὡς τὸν «κατὰ φύσιν» καὶ «κατ' ἀλήθειαν» τρόπο ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου.[ΦΟΒΕΡΗ ΟΜΟΒΡΟΝΤΙΑ. ΕΤΣΙ ΑΡΧΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΗΣ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ, ΡΙΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΤ' ΑΝΑΛΟΓΙΑΝ]
Η πραγματικότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας διαφέρει ἀπὸ τὰ πολιτικὰ καὶ ἰδεολογικὰ συστήματα κοινωνικῆς ὀργάνωσης ἀκριβῶς ὡς πρὸς τὸ ὀντολογικὸ περιεχόμενο τῆς ἑνότητας ποὺ ἐπιδιώκει. Οἱ προσπάθειες τῶν ἐπιμέρους ἀνθρώπινων κοινωνιῶν ἢ κοινωνικῶν ὁμάδων, ἔτσι ὅπως ἐκφράζονται στὰ προγράμματα καὶ τὶς ἐπιδιώξεις τῆς πολιτικῆς ἢ στοὺς ἰδεολογικούς στόχους καὶ τὶς φιλοσοφικές τους θεμελιώσεις ἀποβλέπουν στὴ βελτίωση (ὀρθολογικὴ ἢ ἠθική) τῶν ὅρων καὶ τῶν συνθηκῶν τῆς συμβίωσης τῶν ἀνθρώπων, μὲ τελικό σκοπὸ τὴν πληρέστερη ἱκανοποίηση τῶν ἀτομικῶν ἀναγκῶν τῆς κάθε κοινωνικῆς μονάδας.[ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΠΙΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΗΤΑΝ Η ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ]
᾿Αλλὰ ὅταν ὁ τελικός στόχος τοῦ κοινωνικοῦ βίου καὶ τῆς δυναμικῆς του βελτίωσης εἶναι ἡ ἱκανοποίηση καὶ κατοχύρωση τοῦ ἀτόμου, τότε ἡ ἀλήθεια τῆς κοινωνίας τῶν ἀνθρώπων ἐξαντλεῖται ἀναπόφευκτα στὴ φαινομενολογία τῆς συμβίωσης ἑνὸς ἀθροίσματος ἀτομικοτήτων. [ΧΑΣΑΜΕ ΗΔΗ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ] Η κοινωνική ζωὴ εἶναι τότε ἕνα ἐπιφαινόμενο ἀντικειμενικῶν ρυθμίσεων, τυπικὰ θεσμοποιημένων σχέσεων, ταυτισμοῦ συμφερόντων ἢ ἰδεολογικῶν ἐπιδιώξεων. Μὲ ἄλλα λόγια: Ἡ συμβατικὴ ἀντίληψη τῆς κοινωνικῆς ἑνότητας προϋποθέτει σὰν ὁρισμὸ καὶ ἀλήθεια τοῦ ἀνθρώπου τὴν αὐτονομημένη ἀτομικότητα, τὴν ὀντική-χρονικὴ ἐκδοχὴ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, τὸ ψυχολογικὸ «ἐγώ», τὴν ἱστορικὴ αὐτοσυνειδησία τοῦ ἀνθρώπου. Ο τρόπος ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀτομικότητα (βιολογική, ψυχολογική, ἱστορικὴ καὶ πάντοτε ὀντικὴ ἀτομικότητα) ποὺ προηγεῖται τοῦ συμβατικοῦ γεγονότος τῆς κοινωνικῆς συμβίωσης. Η κοινωνικότητα, ἔστω καὶ ὡς «εἰδοποιὸς διαφορὰ» τοῦ ἀνθρώπινου εἴδους, κατανοεῖται σὰν ἰδιότητα τῆς ἀτομικῆς φύσης τοῦ ἀνθρώπου4.
Στοὺς ἀντίποδες βρίσκεται ἡ πραγματικότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καὶ ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου ποὺ αὐτὴ προϋποθέτει: Προυποθέτει τὴ δυναμικὴ αὐθυπέρβαση τῆς ἀτομικότητας, τὸν ἄνθρωπο ὡς ὑπαρκτικὸ γεγονὸς κοινωνίας καὶ σχέσης. Ὁρισμὸς καὶ ἀλήθεια τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κοινωνία καὶ σχέση, δηλαδή ή πραγματικότητα τοῦ προσώπου5, ἡ εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὴν ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀποκαλύπτεται αὐτὴ ἡ εἰκόνα στὸ ἰδρυτικό γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας.
Ἵδρυτικὸ γεγονὸς τῆς ᾿Εκκλησίας, εἶναι ἡ ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ, ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ὄχι μιὰ καινούργια θρησκευτική διδασκαλία, ὄχι μιὰ νέα μεταφυσική θεωρία, ἀλλὰ ἕνα γεγονὸς μὲ συγκεκριμένες ἱστορικὲς συντεταγμένες, γεγονὸς ποὺ τέμνει στὰ δυὸ τὴ σύνολη Ἱστορία τῶν ἀνθρώπων: Ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου τῆς Ἰουδαίας, ἐν ἔτει πεντεκαιδεκάτῳ τῆς ἡγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος6, ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, συγκεκριμένο ἱστορικὸ πρόσωπο, Ἰησοῦς ὁ Χριστὸς τοῦ Θεοῦ.
Ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου ἱδρύει τὴν Ἐκκλησία: ἀποκαλύπτει ἔνσαρκη μέσα στὴν Ἱστορία τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν ἄνθρωπο, τὸν κοινό τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου «ἐνυπόστατον» στὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.[ΤΗΝ ΣΤΑΥΡΩΣΗ. ΤΟΝ ΧΑΡΗΚΑΝ ΠΟΛΥ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟ ΤΡΟΠΟ ΥΠΑΡΞΕΩΣ]
Τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς ἐνανθρώπισης τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτει καταρχὴν τὸν ἄχρονο τρόπο τῆς θείας ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ ἀγάπη (Α΄ Ἰωαν. 4.8), ἡ ἀγάπη ὄχι σὰν ἠθικὴ ἰδιότητα (ἰδιότητα συμπεριφορᾶς), ἀλλὰ ὡς ὀντολογικὴ πραγματικότητα ποὺ θὰ πῆ: ὑπαρκτικὴ ἀλήθεια, ἀλήθεια ἑνότητας, κοινωνίας καὶ σχέσης7.[ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΒΟΣΚΟΥΣ ΔΕΧΤΗΚΕ ΜΕ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ Ο ΗΡΩΔΗΣ] Αὐτὴ ἡ ἑνότητα φανερώνει μέσα στὴν Ἱστορία τὴ Θεότητα ὡς Τριάδα Προσώπων καὶ Μονάδα Φύσεως,[ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ] οὐσιαστικὴ Μονάδα καὶ ὑπαρκτικὴ Τριάδα, τριαδική κι ὡστόσο ἑνιαία θέληση καὶ ἐνέργεια. Ἡ ἀλήθεια τοῦ Ἑνὸς καὶ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται στὸν κενωτικό τρόπο προσλήψεως τῆς ἀνθρώπινης φύσης ἀπὸ τὸν Λόγο: Ονομάζουμε κένωση τὴ δυναμικὴ «αὐτοαπόκρυψη» τῆς Θεότητας τοῦ Λόγου στὴ σχέση κοινωνίας μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, σχέση ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ «ἄδειασμα» ἀπὸ κάθε στοιχεῖο ἀτομικῆς αὐτοτέλειας, δηλαδὴ ἕνα καινούργιο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ἐμπειρία καὶ τὶς ἀνθρώπινες κατηγορίες τρόπο ὑπάρξεως: Εἶναι ὁ ὑποστατικὸς τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Λόγου, ποὺ σαρκοῦται ἐνεργείᾳ τοῦ Πνεύματος γιὰ νὰ φανερώση τὸν Πατέρα, ὁ τρόπος ὑπάρξεως τῆς τριαδικῆς «ἀλληλοπεριχώρησης», τῆς θείας ἀγάπης8.[ΠΟΥ ΣΑΡΚΟΥΤΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ;]
Καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Ἑνὸς καὶ Τρισυπόστατου Θεοῦ ἀποκαλύπτει τὴν ἀλήθεια τοῦ ἑνὸς καὶ μυριυπόστατου ἀνθρώπου: [ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟ ΕΚΘΕΣΗ ΙΔΕΩΝ] Φανερώνει καὶ ἑρμηνεύει τὸν «κατ᾿ ἀλήθειαν» ἄνθρωπο, τὴν ὑπαρκτικὴ προυπόθεση καὶ τὸ δυναμικό «τέλος» αὐτῆς τῆς ἀλήθειας ποὺ εἶναι ἡ προσωπική (ὑποστατική καὶ ὄχι ἀτομικὴ) ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, ἡ εἰκόνα τῆς τριαδικῆς κοινωνίας στὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου, ἡ συγκεκριμένη ἱστορικὴ πραγματικότητα τῆς κενώσεως τοῦ Χριστοῦ, εἶναι μιὰ δυνατότητα βιωματικοῦ συντονισμοῦ μὲ τὸν ὑποστατικό τρόπο τῆς ὑπάρξεως, δηλαδὴ μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ γνησιότητα τῆς ὑπάρξεως, τὴν «κατὰ φύσιν» καὶ «κατ᾿ ἀλήθειαν» ὕπαρξη.[Η ΤΡΙΑΔΙΚΗ ΚΕΝΩΣΗ ΛΟΙΠΟΝ ΜΑΛΛΟΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΣΑΡΚΩΘΕΙ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ] Τὸ ὑπαρκτικὸ γεγονὸς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας δὲν εἶναι παρὰ αὐτὸς ὁ βιωματικός συντονισμός μὲ τὴν κένωση τοῦ Χριστοῦ, τὸ «ἄδειασμα» ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς ἀτομικῆς αὐτοτέλειας, τὸ ἐπίτευγμα τῆς προσωπικῆς πληρότητας, ἡ πραγματοποίηση τοῦ τριαδικοῦ πρωτοτύπου τῆς κοινωνίας τῶν ὑποστάσεων.[ΠΩΣ ΝΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΝΩΣΗ; ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ; ΑΠΟ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ ΣΤΟ ΕΙΝΑΙ; ΚΑΤ' ΑΝΑΛΟΓΙΑΝ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ; ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ ΑΥΞΑΝΕΣΘΕ ΚΑΙ ΠΛΗΘΥΝΕΣΘΕ;]
Ἡ ἴδια ἡ δυναμικὴ τῆς ἀνθρώπινης φύσης (τὰ ἔκτακτα φανερώματα τῶν χαρισμάτων της ἢ ἡ βαθύτερη σπουδὴ τῶν ὑπαρκτικῶν της δυνατοτήτων) ἀποκαλύπτει τὸ τριαδικό πρωτότυπο τῆς ἀλήθειας τοῦ ἀνθρώπου. Γιατὶ ἡ εἰκόνα τῆς Τριάδος δὲν εἶναι ἐξωτερικὰ ἢ ἐκ τῶν ὑστέρων ἐπιβεβλημένη, κανόνας ἢ σχῆμα ζωῆς, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ γνησιότητα καὶ ἀλήθεια τῆς φύσεώς μας, τὸ ὀντολογικό της πρωτότυπο, ἡ «εὐγένεια» τῆς καταγωγῆς μας. Αὐτὴ τὴ γνησιότητα τῆς ἀλήθειας τοῦ ἀνθρώπου τείνει νὰ ἀποκαταστήση δυναμικὰ ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία.
Καὶ ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ ἀποκατάσταση τῆς γνησιότητας καὶ ὄχι γιὰ προσθήκη ἐξωτερικῶν στοιχείων στὴν ἀνθρώπινη φύση (οἱ ὑπαρκτικὲς δυνατότητες ποὺ ἀξιοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία προϋπάρχουν «δυνάμει» στὸν ἄνθρωπο), γι' αὐτὸ καὶ μποροῦμε νὰ διακρίνουμε μιὰν ἀνταύγεια τῆς ἀλήθειας τῆς ᾿Εκκλησίας ἀκόμα καὶ στὶς πιὸ παρεφθαρμένες μορφὲς ἀνθρώπινης κοινωνίας. Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο μιλᾶμε στὸ χῶρο τῆς χριστιανικῆς Θεολογίας καὶ γιὰ προϋπαρξη τῆς Ἐκκλησίας – γιὰ ὕπαρξη τῆς Ἐκκλησίας πρὶν ἀπὸ τὸν Χριστὸ – ὑπογραμμίζοντας τὴν «ἐκκλησιαστικὴ» φύση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπισημαίνοντας μιὰ κατάσταση γνησιότητας τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης πρὶν ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση καὶ παραφθορά της9. Ἡ εἰκόνα τοῦ τριαδικοῦ πρωτοτύπου ἀποτυπώθηκε στὴν πλάση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε γιὰ νὰ πραγματώση τὴν Ἐκκλησία.[Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΣ ΜΑΛΛΟΝ. ΟΙ ΠΟΛΛΟΙ. ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΟΝ ΑΔΑΜ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΑ ΤΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ; ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΛΟΙΠΟΝ Η ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ. ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ]
Σημειώσεις
3. Ἐκκλησία δὲ καλεῖται φερωνύμως, διὰ τὸ πάντας ἐκκαλεῖσθαι καὶ ὁμοῦ συνάγειν. ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων, Κατηχήσεις 18, 24-P. G. 33, 1044. – Τὸ γὰρ τῆς ἐκκλησίας ὄνομα οὐ χωρισμοῦ, ἀλλὰ ἑνώσεὡς ἐστι καὶ συμφωνίας ὄνομα... τὴν ἐπὶ τῆς οἰκουμένης μίαν δεῖ εἶναι ἐκκλησίαν, καίτοι τόποις πολλοῖς κεχωρισμένην. ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ομιλία εἰς τὴν Α΄ Κορινθ. - Ρ. G. 61, 13. – Βλ. καὶ R. BULTMANN, Theologie des Neuen Testaments Tübingen (Mohr) 1961, σελ. 40 - 41. καὶ 96. – Ἰωάννου ΚΑΡΜΙΡΗ, ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησιολογία, ᾿Αθῆναι 1973, σελ. 11 - 18.
4. Βλ. Casimir KOBLERNICZ, Individual and Collective Marxism, Communism and Western Society, τόμος IV, σελ. 234, κ.έ. - Herder (N.Y.) 1972. P. A. SOROKIN, Society Culture and Personality, New York 1947. K. LÖWITH, Das Individuum in der Rolle des Mitmenschen, München 1928.
5. Βλ. Το Πρόσωπο καὶ ὁ Ἔρως, §§ 1, 2, 4, 5.
6. Λουκ. 3, 1-2.
7. Το τέλος ἐνεδείξατο τῶν ἀρετῶν, τὴν ἀγάπην· ὅπερ ἐστὶ ἡ κατ' ἔφεσιν τοῦ φύσει ἀγαθοῦ τῶν μετεχόντων ἀδιάσπαστος ἡδονὴ καὶ ἀδιαίρετος ἕνωσις· διὰ δὲ τῆς ἀληθείας, τὸ πέρας πασῶν ἐπεσήμανε τῶν γνώσεων· καὶ αὐτῶν πάντων τῶν γινωσκομένων, εἰς ὅπερ ὡς ἀρχὴν καὶ πέρας πάντων τῶν ὄντων, αἱ κατὰ φύσιν κινήσεις, γενικῷ τινι λόγῳ συνέλκονται. Πάντα νικώσης κατὰ φύσιν ὡς ἀληθείας τῆς τῶν ὄντων ἀρχῆς καὶ αἰτίας καὶ πρὸς ἑαυτὴν συνελκούσης τῶν γεγονότων τὴν κίνησιν. ΜΑΞΙΜΟΥ Ομολογητού, Περὶ διαφόρων ἀπόρων, P. G. 90, 516A.
8. Βλ. Το Πρόσωπο καὶ ὁ Ἔρως, § 84γ.
9. Γιὰ τὴν προϋπαρξη τῆς Ἐκκλησίας, βλ. Ι. ΚΑΡΜΙΡΗ, ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησιολογία, σελ. 19 - 44. – Ἐπίσης, Κων. ΣΚΟΥΤΕΡΗ, Ἡ ἐκκλησιολογία τοῦ ᾿Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, ᾿Αθῆναι 1969, σελ. 39 -49.
Η περίληψη Chat GPT στο παραπάνω κείμενο χωρίς να αναφέρουμε τον συγγραφέα: Η θεολογία της ενότητας στην εκκλησιαστική σκέψη δεν αφορά απλώς μια ιδεολογική ή οργανωτική ομοιογένεια, αλλά ένα υπαρξιακό γεγονός που αποκαλύπτει την ουσιαστική αλήθεια του ανθρώπου. Από την αρχή, οι πρώτες χριστιανικές κοινότητες κατανοούνται ως μια κοινωνία, όχι ως ιδεολογικό κίνημα ή θρησκευτικός θεσμός. Η λέξη «Εκκλησία» υποδηλώνει μια συνάθροιση ανθρώπων που, πριν από οποιαδήποτε άλλη διάκριση, βιώνουν την κοινωνία και την ενότητα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Εκκλησία είναι μια μορφή κοινωνίας που δεν βασίζεται σε συμβατική συμβίωση ή ιδεολογικούς σκοπούς, αλλά σε μια υπαρκτική ενότητα που εκφράζει την οντολογική αλήθεια του ανθρώπου. Αυτή η ενότητα δεν επιδιώκει την απλή βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών ή την εξασφάλιση της ατομικής ευημερίας, όπως συμβαίνει στα πολιτικά ή ιδεολογικά συστήματα. Όταν το επίκεντρο της κοινωνίας είναι η ικανοποίηση των ατομικών αναγκών, η κοινωνία μετατρέπεται σε ένα σύνολο ατομικοτήτων και οι σχέσεις μεταξύ των ατόμων θεσμοποιούνται τυπικά και ρυθμίζονται αντικειμενικά.
Σε αντίθεση, η Εκκλησία προϋποθέτει την υπέρβαση της ατομικότητας και την ύπαρξη ως γεγονός σχέσης και κοινωνίας. Ο άνθρωπος ορίζεται από την κοινωνία και τη σχέση, ως εικόνα του Τριαδικού Θεού, όπως αυτή αποκαλύπτεται στην Εκκλησία. Το ίδρυμα της Εκκλησίας βρίσκεται στην ενανθρώπιση του Θεού, που είναι η σάρκωση του Λόγου, ένα γεγονός που διαπερνά την Ιστορία και αποκαλύπτει τη θεϊκή και ανθρώπινη αλήθεια.
Η σάρκωση του Λόγου φανερώνει ότι ο Θεός είναι αγάπη, όχι ως ηθική ιδιότητα, αλλά ως οντολογική πραγματικότητα σχέσης και κοινωνίας. Αυτή η αλήθεια αποκαλύπτεται στην Τριάδα: τρία Πρόσωπα με μία Φύση, με κοινή θέληση και ενέργεια. Η κένωση, δηλαδή η αυτοαπόκρυψη της θεότητας του Λόγου στην ανθρώπινη φύση, αποκαλύπτει έναν νέο τρόπο ύπαρξης, που μας καλεί να αδειάσουμε από την ατομική μας αυτάρκεια και να βιώσουμε την προσωπική πληρότητα μέσα από τη σχέση.
Η αλήθεια του Τριαδικού Θεού αποκαλύπτει την αλήθεια του ανθρώπου, ο οποίος καλείται να γίνει πρόσωπο, ξεπερνώντας την ατομικότητά του και πραγματώνοντας την εικόνα της Τριαδικής κοινωνίας στη δική του ύπαρξη. Η Εκκλησία δεν προσθέτει κάτι εξωτερικό στην ανθρώπινη φύση, αλλά αποκαθιστά την αλήθεια της. Αυτή η αλήθεια, ως εικόνα του Τριαδικού Θεού, είναι αποτυπωμένη στην ίδια την ανθρώπινη φύση και δείχνει τον προορισμό της Εκκλησίας ως αποκατάσταση αυτής της γνησιότητας.
Το παραπάνω κείμενο αναλύει σε βάθος τη θεολογία της ενότητας, δίνοντας έμφαση στην υπαρξιακή και οντολογική διάσταση της Εκκλησίας. Πρόκειται για μια θεολογική προσέγγιση που απομακρύνεται από τις ιδεολογικές ή θεσμικές αντιλήψεις της Εκκλησίας ως κοινωνικού θεσμού και την τοποθετεί ως γεγονός σχέσης και κοινωνίας, που βασίζεται στην ενότητα του ανθρώπου με τον Θεό και τους άλλους ανθρώπους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ κεντρική ιδέα είναι ότι η Εκκλησία δεν είναι απλώς μια θρησκευτική οργάνωση ή ιδεολογικό σύστημα, αλλά μια πραγματικότητα που αντανακλά την οντολογική αλήθεια του ανθρώπου. Μέσα από την έννοια της «κένωσης» και της αυτοϋπέρβασης της ατομικότητας, το κείμενο υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος καλείται να υπερβεί την αυτάρκεια και τον ατομικισμό και να γίνει πρόσωπο, δηλαδή ύπαρξη που πραγματώνεται μέσα στη σχέση με τον Θεό και τους άλλους.
Η ερμηνεία της Εκκλησίας ως κοινωνία προσώπων που μοιράζονται την ίδια θεία φύση, μέσα από τη μίμηση της Τριαδικής ενότητας, υπογραμμίζει τον δυναμικό χαρακτήρα αυτής της ενότητας. Το γεγονός της ενανθρώπισης και της σάρκωσης του Λόγου δεν αποκαλύπτει μόνο τον Θεό, αλλά και την ουσιαστική φύση του ανθρώπου, τον οποίο καλεί να συμμετάσχει στη θεία κοινωνία και να πραγματώσει τον «κατ' εικόνα Θεού» χαρακτήρα του.
Η ανάλυση είναι βαθιά θεολογική και οντολογική, και τονίζει την Εκκλησία ως το μέρος όπου η αλήθεια του Θεού και του ανθρώπου βιώνεται με έναν τρόπο που υπερβαίνει τα συμβατικά όρια της κοινωνικής ή ατομικής οργάνωσης. Η έννοια της Εκκλησίας συνδέεται στενά με την αγάπη και τη σχέση, και η κοινωνική ζωή μέσα σε αυτή νοείται ως υπαρξιακή πληρότητα που καθρεφτίζει τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό.
Σε συνολικές γραμμές, το κείμενο τονίζει τη βαθιά σύνδεση μεταξύ θεολογίας, ανθρωπολογίας και εκκλησιαστικής κοινωνίας, προτείνοντας μια θεώρηση της Εκκλησίας που είναι ριζικά διαφορετική από την απλή θεσμική ή θρησκευτική της κατανόηση.
Ερώτηση στο ChatGPT : Τί σχέση έχουν τα παραπάνω με τον Χάιντεγγερ; Απάντηση: Το παραπάνω κείμενο έχει σημαντική σχέση με τη φιλοσοφία του Μάρτιν Χάιντεγγερ, ιδίως στις έννοιες της ύπαρξης, της αυθεντικότητας και της σχέσης του ανθρώπου με το είναι. Υπάρχουν πολλά σημεία όπου η θεολογική προσέγγιση της Εκκλησίας και η φιλοσοφική σκέψη του Χάιντεγγερ συγκλίνουν, παρόλο που οι αφετηρίες τους είναι διαφορετικές (η Εκκλησία στη θεολογία, και ο Χάιντεγγερ στη φιλοσοφία της ύπαρξης).
ΑπάντησηΔιαγραφή1. Η υπαρξιακή αλήθεια του ανθρώπου:
Στον Χάιντεγγερ, η αυθεντική ύπαρξη του ανθρώπου συνδέεται με την κατανόηση του ανθρώπου ως «Εκείνου που είναι προς το θάνατο» (Sein-zum-Tode), δηλαδή ως ένα ον που έχει επίγνωση της θνητότητάς του και μπορεί να βιώσει αυθεντικά την ύπαρξή του. Στο θεολογικό κείμενο, η αυθεντική ύπαρξη του ανθρώπου συνδέεται με την υπέρβαση της ατομικότητας και τη συμμετοχή του ανθρώπου στην κοινότητα της Εκκλησίας, ως εικόνα του Τριαδικού Θεού. Και στις δύο περιπτώσεις, ο άνθρωπος καλείται να υπερβεί μια επιφανειακή, «ανειλικρινή» ύπαρξη και να συναντήσει την ουσιαστική του φύση.
2. Η υπέρβαση της ατομικότητας και η σχέση:
Ο Χάιντεγγερ μιλά για την ανωνυμία της καθημερινής ύπαρξης, όπου οι άνθρωποι χάνουν τον εαυτό τους μέσα στο «Είναι των πολλών» (das Man), δηλαδή στην απρόσωπη και μαζική κοινωνική συμβίωση. Στο κείμενο, υπάρχει επίσης μια κριτική της συμβατικής κοινωνικής ζωής που βασίζεται στην ατομικότητα και την εξωτερική ρύθμιση των σχέσεων. Η Εκκλησία προτείνει έναν τρόπο ύπαρξης που υπερβαίνει αυτή την ατομικότητα, προσανατολίζοντας τον άνθρωπο σε μια υπαρξιακή αλήθεια μέσα από τη σχέση και την κοινωνία με τους άλλους. Αυτή η σχέση δεν είναι απλώς κοινωνική συμβίωση, αλλά μια βαθιά υπαρξιακή ενότητα που αντικατοπτρίζει την Τριαδική κοινωνία του Θεού.
3. Το οντολογικό περιεχόμενο της ύπαρξης:
Ο Χάιντεγγερ δίνει έμφαση στην οντολογική διάσταση της ύπαρξης, δηλαδή στο ερώτημα για το «Είναι» (Sein), το οποίο διαφέρει από τα όντα. Παρόμοια, το θεολογικό κείμενο δίνει προτεραιότητα στην οντολογική αλήθεια του ανθρώπου, η οποία δεν περιορίζεται στη φυσική ή βιολογική ύπαρξη, αλλά συνδέεται με τον τρόπο που ο άνθρωπος πραγματώνεται ως πρόσωπο, δηλαδή σε σχέση με τον Θεό και τους άλλους ανθρώπους.
4. Η έννοια της «κένωσης» και της «αυτοϋπέρβασης»:
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ έννοια της «κένωσης» στο θεολογικό κείμενο, που αναφέρεται στην αυτοκένωση του Χριστού για να ενωθεί με την ανθρώπινη φύση, θυμίζει την έννοια της υπέρβασης (transcendence) στον Χάιντεγγερ. Ο Χάιντεγγερ υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος υπερβαίνει τον εαυτό του όταν ζει αυθεντικά και αναγνωρίζει το βαθύτερο νόημα της ύπαρξής του. Αυτή η υπέρβαση προϋποθέτει μια «αυτοεγκατάλειψη» των ψευδών, επιφανειακών προσκολλήσεων της καθημερινής ζωής.
5. Η αλήθεια ως αποκαλυπτικό γεγονός:
Για τον Χάιντεγγερ, η αλήθεια είναι «α-λήθεια», δηλαδή αποκάλυψη, και δεν είναι μια αντικειμενική, αφηρημένη έννοια. Στο θεολογικό κείμενο, η αλήθεια του ανθρώπου αποκαλύπτεται στην ενότητα με τον Θεό, η οποία δεν είναι απλώς μια ηθική κατηγορία, αλλά μια οντολογική πραγματικότητα. Η σάρκωση του Λόγου, ως αποκαλυπτικό γεγονός, αντιστοιχεί στη χάιντεγγεριανή έννοια της αλήθειας ως κάτι που φανερώνεται και δεν είναι απλώς μια θεωρητική γνώση.
6. Η έννοια της χρονικότητας και της ιστορικότητας:
Στον Χάιντεγγερ, η ύπαρξη του ανθρώπου είναι χρονική και ιστορική, ενσωματωμένη στον κόσμο και συνδεδεμένη με την ιστορία του. Η σάρκωση του Λόγου, όπως περιγράφεται στο κείμενο, ενσαρκώνεται σε συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο και συνδέει τον Θεό με την ιστορία του ανθρώπου. Ο Θεός δεν παραμένει απομακρυσμένος και άχρονος, αλλά εισέρχεται στην ιστορία και αναλαμβάνει τη χρονική ύπαρξη του ανθρώπου.
Συμπέρασμα:
Η σχέση του παραπάνω κειμένου με τον Χάιντεγγερ έγκειται στη βαθιά οντολογική προσέγγιση τόσο του ανθρώπου όσο και της κοινωνίας. Και οι δύο προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο όχι ως μεμονωμένο άτομο, αλλά ως ύπαρξη που πραγματώνεται μέσα από τη σχέση, την κοινωνία και την υπέρβαση του εαυτού του. Η διαφορά έγκειται στο ότι ο Χάιντεγγερ δεν εντάσσει τον Θεό ως άμεση πηγή της υπαρξιακής αλήθειας, ενώ το θεολογικό κείμενο βλέπει τον Θεό ως την απόλυτη πηγή και τέλος της ύπαρξης του ανθρώπου.
Επομένως τό chat GPT δέν διαθέτει ιστορική καί κριτική ματιά, ούτε συγκριτική μέ τήν Ελληνική φιλοσοφία, τήν αιώνια πηγή στήν οποία μπορεί νά επιιστρέψει η μοντέρνα γιά νά μήν χαθεί γιά πάντα στόν μετανθρωπισμό.Περιέχει συνοπτικά τίς τελευταίες έρευνες αλλά δέν μπορεί νά υποβάλλει σέ έρευνα τίς έρευνες πού διαθέτει. Είναι όμως καλύτερο εργαλείο από τά διάφορα λεξικά καί ιστορίες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣωστός. Είναι καλό στο να γράφει εκθέσεις ιδεών εκλαικεύοντας τα λόγια των συγγραφέων, πράγμα χρήσιμο σε συγγραφείς τύπου Γιανναρά και Λουδοβίκου. Έπιασε επίσης την άμεση εξάρτηση του κειμένου του Γιανναρά (χωρίς να του αναφέρουμε το όνομά του) με τον Χάιντεγκερ και αυτό είναι κάτι.
ΑπάντησηΔιαγραφή"σε έρευνα τις έρευνες". Φίλε αμέθυστε τα σέβη μου. Δεν ξέρω την σχέση σου με την τεχνολογία αλλά αυτό που είπες και ακούγετε απλό είναι κάτι που ακόμα και τα λαμπρά gigs (το κενόδοξο παπαδαριό του μετανθρωπισμού) αγνοούν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν σου τίθεται ένα πρόβλημα (γιατί αυτό κάνουν οι τεχνοεπιστήμονες.....να παραλαμβάνουν ερωτήματα....το από ποιους άλλο θέμα.) ή το λύνεις με τα εργαλεία που έχεις και τελειώνεις ή φτιάχνεις καινούργια για να το λύσεις. Το καινούργιο εργαλείο μπορεί να είναι σύνθεση άλλων εργαλείων αλλά μπορεί και να είναι ερώτημα εκ θεμελίων. Εδώ τώρα είναι το ενδιαφέρον. Μπορεί να υπάρχει ένα πρόβλημα και ταυτόχρονα να αγνοείται πως υπάρχει ήδη το διαθέσιμο εργαλείο και να γίνει προσπάθεια να ανακαλυφθεί ο τροχός από την αρχή. Αυτό όμως δεν είναι πάντα ζημιά......... ίσα-ίσα. Έχει συμβεί πολλάκις στην ιστορία της επιστήμης. Μπορεί να τεθούν ερωτήματα που ανοίγουν άγνωστους δρόμους γεμάτους εκπλήξεις. Με λίγα λόγια το ΑΙ δεν μπορεί να αναρωτηθεί σε σχέση με μια γνώση και με μια προσέγγιση....ή το ξέρει ήδη ή δεν το ξέρει. Ή για να το πω απλά δεν μπορεί να κάνει ερωτήσεις μεταφοράς- μετάθεσης που πηγάζουν από μία ερώτηση-πρόβλημα. Ξέρει απλά να εφαρμόζει το μονοπάτι του αλγόριθμου με ότι είναι ακριβώς δίπλα του. Βήμα βήμα σε βράχια μέσα στην θάλασσα. Αλλά μερικές φορές η λύση βρίσκεται στην διάθεση να βραχείς. Να αναιρέσεις τον αλγόριθμο. Πως μπορεί να το κάνει άραγε αυτό η ΑΙ; Απλά δεν γίνεται. Ακούγετε απλό αλλά δεν είναι και δεν ξέρω αν το λέω καλά στην τελική.