Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024

Χρήστος Γιανναράς - ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (2)

 Συνέχεια από: Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2024

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

§ 2. Ἡ δυναμική τῆς ἑνότητας

ἀποκατάσταση τῆς ὑπαρκτικῆς γνησιότητας τοῦ ἀνθρώπου «ἐν Χριστῷ» ἀναφέρεται στὴν ἐπίσης ὑπαρκτικὴ πραγματικότητα τῆς ἀνθρώπινης πτώσης, δηλαδὴ στὴν ἀλλοίωση τῆς «ἐκκλησιαστικῆς» φύσης τοῦ ἀνθρώπου, στην παραφθορὰ τοῦ «κατὰ φύσιν» καὶ «κατ᾿ ἀλήθειαν» τρόπου ὑπάρξεώς του.

Τὸ τριαδικό πρωτότυπο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ποὺ εἶναι ἡ ἀγάπη ὡς ὀντολογικὴ πραγματικότητα, πραγματώνεται δυναμικὰ στὴν κοινωνία, σχέση καὶ ἑνότητα τῶν προσώπων. ᾿Αλλὰ ἡ δυναμικὴ τῆς προσωπικῆς σχέσης, κοινωνίας καὶ ἑνότητας, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι παρὰ μόνο γεγονὸς ἐλευθερίας, ἕνα κατόρθωμα ἐλευθερίας. Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρξη ἀγάπη χωρὶς ἐλευθερία, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πραγματωθῆ δυναμικὰ ἡ ἀγαπητικὴ σχέση, κοινωνία καὶ ἑνότητα, δίχως ἐλευθερία. Καὶ ἡ ἐλευθερία προϋποθέτει καὶ τὴ δυνατότητα νὰ ἀπορριφθῆ ἡ ἀγάπη, τὴ δυνατότητα νὰ πραγματωθῇ ὑπαρκτικὰ ἡ μὴ ἀγάπη, ἕνας τρόπος ὑπάρξεως ποὺ ἀλλοιώνει τὴν ἑνότητα καὶ κοινωνία τῶν προσώπων σὲ ἀπόσταση ἀντικειμένων ἀτόμων, τεμαχίζοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση σὲ αὐτόνομες ὑπαρκτικὲς ἀτομικότητες10.

Αὐτὴ ἡ ἔκπτωση ἀπὸ τὸ πρόσωπο στὸ ἄτομο, ἀπὸ τὴν ἀγαπητικὴ κοινωνία στὴν αὐτονομημένη ἀτομικότητα, εἶναι τὸ ὑπαρκτικὸ περιεχόμενο τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀστοχίας του ὡς πρὸς τὴν ὑπαρκτική του ἀλήθεια καὶ γνησιότητα11. Εἶναι ἕνα γεγονὸς ποὺ τὸ γνωρίζουμε καλὰ καὶ τὸ σπουδάζουμε ἐμπειρικά, εἶναι ἡ πραγματικότητα τοῦ ἀτομικοῦ καὶ τοῦ κοινοῦ μας βίου προσιτὴ ἀκόμα καὶ στὴ θετικιστικὴ γνώση τῶν ἐπιστημῶν μας. Τὰ δεδομένα τῆς Ἱστορίας, τῆς ψυχολογίας καὶ ψυχανάλυσης, τῆς κοινωνιολογίας, κάποτε καὶ τῆς φιλοσοφικῆς ἀνθρωπολογίας προσφέρουν ἕνα πελώριο ὑλικὸ γιὰ τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς καθημερινῆς μας πείρας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου: Τὸν ἐγκλωβισμὸ στὴν ἐγωκεντρικὴ αὐτοάμυνα καὶ διεκδίκηση, τὴν ἀντικειμενοποίηση τοῦ «ἄλλου» καὶ τὴν ἀντικειμενοποίησή μας ἀπὸ τὸν «ἄλλον», τὴν ἀλλοτρίωση καὶ οὐδετεροποίηση τῶν μαζῶν, τη βία καὶ τὸ βασανισμὸ ἀνθρώπου ἀπὸ ἄνθρωπο, τὴ σκιὰ τοῦ μίσους που συνοδεύει συχνὰ καὶ τὴν πιὸ στενή σχέση, τὴν ἀπανθρωπία τῆς ἀδικίας, τῆς ἁρπαγῆς καὶ τῆς καταπίεσης, τὴν ἐγωκεντρική καὶ ἐμπορικὴ ἐκμετάλλευση τοῦ ἔρωτα, τις διαστροφὲς τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης.

Αὐτὰ ὅλα τὰ δεδομένα τῆς ἁμαρτίας καὶ πλῆθoς άλλες παραλλαγές τῆς πτώσης στη σκληρυμένη ἀτομικότητα, εἶναι ἡ καθημερινή μας πείρα, ἡ κοινὴ ἀνθρώπινη τραγωδία μας. ᾿Αντίθετα, αὐτὸ ποὺ μᾶς λείπει ὀδυνηρὰ εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ὑπαρκτικῆς μας ἀλήθειας καὶ γνησιότητας, ἡ φανέρωση καὶ πραγμάτωση τοῦ τριαδικοῦ πρωτοτύπου τῆς φύσεώς μας. Καὶ ἡ πάντοτε ἀνεκπλήρωτη κοινὴ καὶ ἀπύθμενη δίψα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης εἶναι γι' αὐτὴ τὴν ἀλήθεια καὶ ὑπαρκτική πληρό τητα, συνειδητά ἢ ἀνεπίγνωστα. Δίψα ποὺ δὲν παρηγοριέται μὲ ἀφηρημένα διανοήματα καὶ ἡθικὲς «βελτιώσεις».

Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μᾶς σώση ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ὑπαρκτική μας ἀποτυχία, τὸν τεμαχισμό μας σὲ ἀτομικότητες, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μᾶς ἐνώση ὑπαρκτικὰ μιὰ διδαχὴ ποὺ γέμισε τὴν Ιστορία σχίσματα καὶ σέκτες; Η διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας μοιάζει νὰ εἶναι ὁ θρίαμβος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀποτυχίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀναίρεση τῆς έσχατης δυνατότητας γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς φύσεώς μας στὸ πλήρωμα τῶν ὑπαρκτικῶν της δυνατοτήτων. Αν ἡ Ἐκκλησία δὲν κατορθώνει νὰ αὐτοπραγματωθῆ, νὰ εἶναι σῶμα καὶ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ τρόπος ὑπάρξεώς Του, ἂν τεμαχίζεται σὲ σχίσματα καὶ σέκτες καὶ παραμορφώνει τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου σὲ ἀτομικὴ ἠθικὴ καὶ ἀτομική θρησκευτικότητα, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ δὲν κατόρθωσε τὴν ἴαση τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι παντοδύναμη, καὶ ἀποδείχνεται κενὸ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας, κενὴ ἡ ἐλπίδα τῶν ἀνθρώπων.[ΦΟΒΕΡΟ]

Ο συλλογισμός αὐτὸς (ποὺ θὰ ἦταν χρήσιμος σὰν βάση γιὰ κάθε προσπάθεια ἕνωσης τῶν ἐκκλησιῶν) δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ βρῆ ἀπάντηση παρὰ μόνο στὰ ὅρια τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μιὰ διδαχὴ ἢ ἕνα γεγονὸς ποὺ μεταμορφώνει μαγικὰ ἢ ἀναγκαστικὰ τοὺς ἀνθρώπους: Ἡ ἀλήθεια της προϋποθέτει τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία, ἑπομένως καὶ τὴν ἁμαρτία, τὴν παραμόρφωση τῆς ἀλήθειας τῆς σωτηρίας ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀποτυχία καὶ ἀστοχία. [ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΟΧΙ ΤΗΝ ΧΑΡΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. ΦΟΒΕΡΟ ΝΑ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ]

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἔνωση ποὺ δὲν ἐπιφέρει τροπὴ ἢ ἀλλοίωση οὔτε στὴ θεία οὔτε στὴν ἀνθρώπινη φύση. Κι αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος παραμένει ἐλεύθερος καὶ ἡ ἁμαρτία του εἶναι μιὰ πραγματικότητα μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας τόσο ὅσο καὶ ἡ μεταμόρφωση καὶ σωτηρία του. Ὁ Χριστὸς προσλαμβάνει ἀδιάκοπα στὸ σῶμα Του, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τὴν ἁμαρτία καὶ ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου· κατεβαίνει στὸν Άδη τῆς μοναξιᾶς καὶ τοῦ τεμαχισμοῦ τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ ἀνασύρη «παγγενῆ» τὸν ᾿Αδὰμ στὴ δυνατότητα μιᾶς νέας ζωῆς.[ΑΚΟΥΡΑΣΤΑ]

᾿Αλλὰ αὐτὴ ἡ δυνατότητα πραγματώνεται μυστικά, ὅπως ἡ ζωὴ πάντοτε αὐξαίνει μυστικά, ὅπως ἡ ζύμη ζυμώνει μυστικὰ τὸ νεκρὸ φύραμα. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀνθρωπότητα ἡ ἁμαρτωλή καὶ τεμαχισμένη, μόνο ποὺ μέσα στὴν ἁμαρτία τῶν τεμαχισμῶν καὶ τῆς διαίρεσης φωλιάζει μυστικὰ ἡ δυναμικὴ τῆς ζύμης, ἡ καινούργια ζωή. Το τριαδικὸ πρωτότυπο τῆς ἀλήθειας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ «καινὴ κτίση» τῆς σωτηρίας, ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Χριστοῦ πραγματώνεται στὴν ᾿Εκκλησία δυναμικὰ καὶ ὄχι μαγικά, εἶναι ἕνα μυστικό πλήρωμα ζωῆς καὶ προσωπικῆς ὁλοκλήρωσης καὶ ὄχι ἁπλῶς μιὰ φαινομενολογία συμπτωμάτων.[ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΜΕ ΑΓΑΠΗ ΤΕΛΙΚΑ. ΤΟΣΟ ΑΠΛΟ]

Ὅποιος βλέπει τὴ διαίρεση τῶν ἐκκλησιῶν ὄντας ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, εἶναι φυσικὸ νὰ διαπιστώνη τὴν ἀποτυχία τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας, τὸ θρίαμβο τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου. ᾿Αντίθετα γιὰ τὸν πιστὸ ὁ τεμαχισμὸς καὶ ἡ διαίρεση τῶν χριστιανῶν εἶναι ὀδύνη καὶ πόνος γιὰ τὴν πτώση τῆς κοινῆς μας φύσης, ἀλλὰ εἶναι καὶ παρήγορη βεβαίωση τῆς προσωπικῆς ἀλήθειας τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τῆς ἐλευθερίας του ποὺ δὲν βιάζεται γιὰ χάρη μιᾶς ἀναγκαστικῆς σωτηρίας12. Ἡ διαίρεση τῶν χριστιανῶν εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἡ βίωση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ἕνα γεγονὸς ἀδιάκοπα παρὸν γιὰ τὴν ἐμπειρία της : Ὁ Χριστὸς προσλαμβάνει ἀδιάκοπα τὸ θάνατο τοῦ κόσμου – τὴν ἔκπτωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ ζωὴ – τὸν κάνει δικό Του θάνατο, δηλαδὴ δική του ζωή, κένωση ἀπὸ κάθε ἀτομικὴ ἀπαίτηση, παραίτηση ἀπὸ κάθε ἐντυπωσιακὸ ἐπίτευγμα, ὁλοκληρωτικὴ αὐτοπροσφορὰ καὶ ἀγάπη, πλήρωμα ζωῆς.[ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΧΩΡΙΣΑΜΕ ΤΙΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΜΑΣ ΤΕΛΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΕΚΑΛΥΦΘΗ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ]

Καὶ εἶναι αὐτὴ ἡ πρόσληψη τοῦ θανάτου ποὺ σκανδαλίζει τὴν ἀνθρώπινη μυωπική λογική. Τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ νεκρὸ πάνω στὸ Σταυρό, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας παραποιημένη καὶ παραμορφωμένη ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πάθη, τὶς μικρότητες, τὶς φιλοπρωτίες, τὴν ἄγνοια τοῦ οὐσιώδους, εἶναι ἕνα ἀνυπόφορο σκάνδαλο. ᾿Αλλὰ ὅταν νεκρώνονται τὰ ἁπτὰ τεκμήρια ἐπιτυχίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας, ποὺ μποροῦν νὰ γίνουν εἴδωλα τῆς ζωῆς, τότε ἀνοίγονται ἀπεριόριστα τὰ ὅρια τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσωπικοῦ ἔρωτα γιὰ τὸν Νυμφίο Χριστό.[ΑΥΤΟΜΑΤΑ;]
 Τότε ἡ ἐλπίδα μας δὲν εἶναι τὰ ἱστορικὰ ἐπιτεύγματα, ἀλλὰ μόνο ἡ θεία ζωή, τὸ «περισσὸν τῆς ζωῆς» ποὺ χορηγεῖ ὁ Χριστός, ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο, μέσα ἀπὸ τὴν Εὐχαριστία, τὰ μυστήρια, τὴν ἄσκηση, ποὺ δὲν παύουν νὰ «λειτουργοῦν» στὴν Ἐκκλησία, ἀκόμα καὶ μὲ τὴν πιὸ ἀπελπιστικὴ παρακμὴ τῶν ἱστορικῶν σχημάτων.

Τὸ τριαδικό πρωτότυπο τῆς ἀλήθειας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, πραγματώνεται δυνα μικὰ σὲ ἕνα μυστικὸ πλήρωμα ζωῆς καὶ προσωπικῆς ὁλοκλήρωσης ἕνσαρκο στὶς μορφὲς τῶν ἁγίων. Ὅσο κι ἂν μοιάζει ἀντιφατικό, ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ να πραγματώνεται κάθε στιγμὴ ἔστω καὶ σὲ μιὰ ἀνθρώπινη ζωή, νὰ ἐνσαρκώνεται ἔστω καὶ σὲ ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο. Ὅταν πλησιάζεις ἕναν ἄγιο τῆς Ἐκκλησίας (καὶ οἱ ἅγιοι εἶναι ἀνάμεσά μας, κρυμμένοι καὶ αὐτοὶ ὅπως πάντοτε ἡ ζωντανή ζύμη) ζῆς τὴν ἑνότητα σὰν καθολικὴ πρόσληψη τῶν πάντων, σὰν ὁλοκληρωτικὴ αὐτοπροσφορὰ καὶ ἀγάπη, ποὺ ξεπηδάει ἀπὸ τὴν πραγμάτωση τῆς κένωσης τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἀσκητικῆς βίωσης τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ὑπάρχει τίποτα ποὺ νὰ μὴν χωράη στὰ ἀπεριόριστα ὅρια τῆς κένωσης τῶν ἁγίων· ὅλοι καὶ ὅλα προσλαμβάνονται καὶ ἑνοποιοῦνται, ἡ ζωὴ βρίσκει τὴν ὑπαρκτική της ἑνοείδεια, τὴν καθολική της ἑνότητα καὶ τὴν ἑνική της καθολικότητα στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων, στὸν τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Χριστοῦ, στὴν «καῦσιν τῆς καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως»13.

Τὸ μοναδικὸ ἐμπόδιο γιὰ τὴν πραγμάτωση τῆς ἑνότητας εἶναι οἱ ἀτομικὲς ἀντιστάσεις. Πλησιάζοντας ἕναν ἄγιο δὲν συναντᾶς τέτοιες ἀντιστάσεις, δὲν σκοντάφτεις οὔτε στὴν ἀρετή του, οὔτε στὶς γνώσεις του, οὔτε στὴν κριτική του ἱκανότητα, σὲ κανένα ἀτομικό του ἰδίωμα. Δὲν ὑπάρχει τίποτα ποὺ νὰ χωρίζη καὶ νὰ διαστέλλη τὴ δική του ἀτομικότητα ἀπὸ τὴ δική σου ἀτομικότητα. Ὁ ἅγιος εἶναι ἀτομικὰ ἀνύπαρκτος καὶ γι' αὐτὸ συγκλονιστικὰ ὑπαρκτός, ὅλος ἕνα χάρισμα καὶ μιὰ ἀποδοχή. Καὶ αὐτὴ ἡ καθολικὴ ἀποδοχὴ ὑπερβαίνει καὶ τὰ δικά σου ἀτομικὰ ἰδιώματα, τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς ἀρετές σου, τὴν εὐφυΐα ἢ τὴ βραδύνοιά σου. Χωρὶς δικές του ἀτομικὲς ἀντιστάσεις ὁ ἅγιος δὲν προσκρούει στὰ δικά σου ἀτομικὰ ἰδιώματα, γι' αὐτὸ καὶ μπορεῖ νὰ διακρίνη τὰ «βάθη» τῆς ὕπαρξής σου, δηλαδὴ τὴν ἀλήθεια τοῦ προσώπου σου, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐνσαρκώνεις, ἔστω ἀμαυρωμένη καὶ σπιλωμένη. Ἡ ἀλήθεια σου εἶναι καὶ δική του ἀλήθεια, ἡ κοινὴ ἀλήθεια τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐνσαρκώνουμε καὶ τὰ σημάδια τῆς φθορᾶς πάνω σὲ αὐτὴ τὴν εἰκόνα εἶναι μιὰ ἅμεση πιστοποίηση τῆς ἄμετρης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀπόλυτου σεβασμοῦ Του γιὰ τὸ πρόσωπό μας καὶ τὴν ἐλευθερία μας.

Πλησιάζοντας ἕναν ἄγιο δίνεσαι ὁλόκληρος σὲ μιὰν ὁλόκληρη ἀποδοχή, κι αὐτὴ εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ὑπαρκτικῆς ἀλήθειας καὶ γνησιότητας ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε ὁ Χριστός, ἡ ἐμπειρία τοῦ τριαδικοῦ τρόπου τῆς ὑπάρξεως, εἶναι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἑνότητα τῆς κοινωνίας τῶν ἁγίων.[ΑΠΟΡΟΥΜΕ ΠΩΣ ΣΤΑΥΡΩΣΑΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ. ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΓΙΟΣ;]

Σημειώσεις

10. Βλ. Τὸ Πρόσωπο καὶ ὁ Έρως, §§ 75, 76, 77, 79.
11. ῾Αμαρτίαν, τουτέστιν ἀτευξίαν καὶ ἀπόπτωσίν τινα τοῦ προσήκοντος, αὐτὸ τὸ τῆς στερήσεως καλεῖ καὶ ἄσκοπον, ἀντὶ τοῦ παρὰ τὸν σκοπὸν βάλλον, ἐκ μεταφορᾶς τῶν τοξευόντων. Τοῦ ἀγαν θοῦ καὶ τῆς κατὰ φύσιν κινήσεως ἤτοι τάξεως ἀποτυγχάνοντες φερόμεθα εἰς τὴν παρὰ φύσιν ἄλογον καὶ παντελῆ καὶ ἀνούσιον ἀνυπαρξίαν. ΜΑΞΙΜΟΥ Ὁμολογητοῦ, Σχόλια εἰς τὸ περὶ θείων Ονομάτων, Ρ. G. 4, 3480. – Το Πρόσωπο καὶ ὁ ᾿Έρως, § 95.
12. Γράφει ὁ ἅγιος ΙΣΑΑΚ & Σύρος: «Καὶ διὰ τὴν ἀγάπην αὐτοῦ τὴν πολλὴν, οὐκ εὐδόκησε τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν βιάσασθαι κἂν δυνατὸς ἢ ποιῆσαι, ἀλλὰ τῇ ἀγάπῃ τοῦ φρονήματος ἡμῶν πλησιάσαι αὐτῷ». Τα ευρεθέντα ἀσκητικά, Λόγος ΠΑ. Έκδοση Σπανού, Αθήναi, σελ. 307 - 308.
13. «Καὶ τί ἐστι καρδία ἐλεήμων; καῦσις καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν ὀρνέων, καὶ τῶν ζώων, καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος. Καὶ ἐκ τῆς μνήμης αὐτῶν καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν ρέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα. Ἐκ τῆς πολλῆς καὶ σφοδρᾶς ἐλεημοσύνης τῆς συνεχούσης τὴν καρδίαν, καὶ ἐκ τῆς πολλῆς καρτερίας σμικρύνεται ἡ καρδία αὐτοῦ, καὶ οὐ δύναται βαστάξαι, ἢ ἀκοῦσαι, ἢ ἰδεῖν βλάβην τινὰ ἢ λύπην μικρὰν ἐν τῇ κτίσει γινομένην. Καὶ διὰ τοῦτο καὶ ὑπὲρ τῶν ἀλόγων, καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, καὶ ὑπὲρ τῶν βλαπτόντων αὐτὸν ἐν πάσῃ ὥρᾳ εὐχὴν μετὰ δακρύων προσφέρει, τοῦ φυλαχθῆναι αὐ τοὺς καὶ ἱλασθῆναι αὐτοῖς· ὁμοίως καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως τῶν ἐρπετῶν ἐκ τῆς πολλῆς αὐτοῦ ἐλεημοσύνης τῆς κινουμένης ἐν τῇ καρδία αὐτοῦ ἀμέτρως καθ' ὁμοιότητα τοῦ Θεοῦ». ΙΣΑΑΚ τοῦ Σύρου, Τὰ εὑρεθέντα ἀσκητικά, Λόγος ΠΑ, σελ. 306. – Βλ. καὶ Wladimir SOLOWJEW, Die Rechtfertigung des Guten, Deutsche Gesamtausgabe der Werke von W. S., (Erich Wewel Verlag), München, τόμος V, 1976, σελ. 128-129: Das grenzenlose, universale Mitleid, wie es von dem hl. Isaak dem Syrer beschrieben worden ist [Η απεριόριστη, οικουμενική συμπόνια που περιγράφει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου