Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

XΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ - Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ (8)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Σπουδή στον Ιωάννη της Κλίμακος

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ, 1971

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Η ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΟΔΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

Tὁ ὑλικὸ σῶμα μετέχει στὸν ἁγιασμὸ τοῦ ἀνθρώπου, στὴν τελείωσή του. Τελείωση καὶ ἁγιασμός σημαίνουν τὴν ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στὸν φυσικό του προορισμό, σὲ αὐτὸ ποὺ ἔχει κληθῆ νὰ εἶναι ὡς ἄνθρωπος, δηλαδὴ «εἰκόνα» καὶ «δόξα» τοῦ Θεοῦ. Τὸ «τέλος» αὐτὸ τοῦ ἀνθρώπινου βίου ἀναφέρεται σὲ ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο, στὸ σῶμα καὶ στὸ πνεῦμα του.

Εἶναι αὐτὴ μιὰ βασικὴ «ἀρχὴ» τῆς ἀνθρωπολογίας τῆς Κλίμακος ποὺ ἑρμηνεύει καὶ τὸ γεγονὸς τῆς χριστιανικῆς ἀσκήσεως. Ἡ σωματικὴ ἄσκηση δὲν εἶναι τόσο μιὰ προσπάθεια ὑποπιασμοῦ τοῦ σώματος ὅσο μιὰ φάση τῆς καθολικῆς μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στὴν «καινὴ ἐν Χριστῷ» ζωή. Ὁρίζει τὴν ἄμεση καὶ ἔμπρακτη ὑποταγὴ τοῦ σώματος στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄρνηση ἢ τὸν περιορισμὸ τῆς ἐπαναστατημένης φυσικῆς ἐπιθυμίας. Ἔτσι ἡ ἄσκηση γίνεται ὁδὸς ἐπιστροφῆς στὸ «κατὰ φύσιν»· ἐλέγχει τὴν ἀνταρσία τῆς φύσεως καὶ τὴν ὑποτάσσει, δὲν ἐπιτρέπει στὴ φύση νὰ γίνη αὐτοσκοπὸς – ἕνας δεύτερος σκοπὸς μέσα στη Δημιουργία, διαφορετικὸς ἀπὸ τὸ μοναδικό «τέλος» ποὺ εἶναι ἡ «δόξα» τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Κλίμακα ἀναφέρεται στὸ ὑπόδειγμα ποὺ ἔδωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ μετοχὴ τοῦ σώματος στὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς, στὴν πορεία τῆς τελειώσεως:

«Γινώσκων ὁ Δεσπότης
τῇ ἔξωθεν καταστολῇ συσχηματίζεσθαι
τὴν τῆς ψυχῆς ἀρετήν,
λαβὼν λέντιον,
ὑπέδειξεν ἡμῖν μέθοδον ὁδοῦ ταπεινώσεως·
τοῖς γὰρ ἐπιτηδεύμασιν ἐξομοιοῦται ἡ ψυχή,
καὶ πρὸς ἃ πράττει τυποῦται, καὶ πρὸς αὐτὰ σχηματίζεται»
.1

Στὴ διατύπωση αὐτὴ γίνεται φανερὸ ὅτι ἡ μετοχὴ τοῦ σώματος στὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς δὲν εἶναι συμβολικὴ (μὲ τὴν ἔννοια ποὺ δίνουμε σήμερα στη λέξη σύμβολο), δὲν ἔρχεται τὸ σῶμα ἐκ τῶν ὑστέρων νὰ ἐκφράση καὶ διατυπώση τὴν προσπάθεια ποὺ ἐπιτελεῖ ἡ ψυχή. Δὲν εἶναι ἡ σωματική πράξη «σύμβολο» μόνο τῆς πνευματικῆς προσπάθειας ἀλλὰ εἶναι ἕνα μέρος, μιὰ οὐσιαστικὴ φάση τῆς προσπάθειας, ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι προηγεῖται τῆς συμμετοχῆς τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ ἡ ψυχὴ «ἐξομοιοῦται» καὶ «συσχηματίζεται» «πρὸς ἃ πράττει τὸ σῶμα». Καὶ αὐτὴ ἡ ἐξομοίωση καὶ ὁ συσχηματισμὸς τῆς ψυχῆς πρὸς τὴν πράξη τοῦ σώματος ὁρίζει μιὰ μέθοδο, ἕνα τρόπο γιὰ νὰ φτάση ὁ ἄνθρωπος στὴν τελείωση. Ὁ Χριστὸς ὑποδεικνύει τὸν τρόπο καὶ τὴν ὁδὸ γιὰ τὴν ταπείνωση κάνοντας μιὰ σωματική πράξη ταπεινώσεως, φορώντας τὸ λέντιο καὶ πλένοντας τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του.

Μὲ τὸν ἄμεσο αὐτὸ τρόπο μετέχει τὸ σῶμα στὴν προσευχή, τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Δὲν εἶναι μόνο τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ διατυπώνει τὴν «ἱκεσία» – τὸν λόγο ἢ τὸν «στεναγμὸ τῆς καρδίας» – ἀλλὰ εἶναι καὶ τὸ «σχῆμα» καὶ τὸ «ἔξωθεν ἦθος» τοῦ σώματος.

«Εἰ μὲν οὐ κατὰ μόνας τυγχάνομεν
ἐν τῷ καιρῷ τῆς παραστάσεως
ἔνδοθεν τὸ σχῆμα τῆς ἱκεσίας ἀνατυπώσωμεν·
εἰ δὲ οὐ πάρεισιν τῶν ἐπαίνων οἱ ὑπηρέται
καὶ τὸ ἔξωθεν ἦθος εἰς πρεσβείαν τυπώσωμεν·
ἐν γὰρ τοῖς ἀτελέσιν
ὁ νοῦς τῷ σώματι πολλάκις συσχηματίζεται»2.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ σῶμα δὲν εἶναι μόνο μιὰ δυνατότητα γιὰ νὰ ἐκφραστοῦν ἐναργέστερα τὰ ἐνδιάθετα νοήματα καὶ ὁ λόγος. Ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ νοῦς καὶ οἱ πνευματικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου συμπαρασύρονται ἀπὸ τὸ σῶμα σὲ μιὰ ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό3. Βέβαια αὐτὴ εἶναι ἡ ὁδὸς τῶν «ἀτελῶν», τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζοῦν ἀκόμη τὴν πραγματικότητα τοῦ διχασμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ποὺ δὲν κέρδισαν τὴν ἀπολέμητη ἀπάθεια, δηλαδὴ τὴν ἑνότητα τῶν στοιχείων τῆς ὑπάρξεώς τους, τὴν ἁρμονία τοῦ θελήματος τῆς φύσεως μὲ τὸ θέλημα τοῦ προσώπου. Ωσπου νὰ φτάση ὁ ἄνθρωπος στὴν κατάσταση αὐτῆς τῆς τελειότητος ἔχει ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὴ συμμετοχὴ τοῦ σώματος γιὰ νὰ κοινωνήση μὲ τὸν Θεό:

«Συνέρχεται τοῖς μήπω κεκτημένοις
προσευχὴν καρδίας ἀληθῆ,
ὁ ἐν τῇ σωματικῇ εὐχῇ σκυλμός (κόπος)·
λέγω δή, ἔκτασις χειρῶν, στήθους τύψις,
εἰς οὐρανοὺς εἰλικρινὴς ἀνάβλεψις,
στεναγμῶν θόρυβος,
γονάτων συνεχής κλίσις·
ἅπερ ποιεῖν διὰ τοὺς παρόντας πολλάκις
μὴ δυναμένοις ἡμῖν,
τηνικαῦτα μάλιστα πολεμοῦσιν οἱ δαίμονες
»4.

Ὅσο προχωρεῖ ὁ ἄνθρωπος στὸν ἁγιασμὸ καὶ στὴν τελείωσή του παύει ὁ μερισμὸς σὲ σῶμα καὶ πνεῦμα, ἡ ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου ἐπανέρχεται στὴν πρωτινή, προπτωτική της ἑνότητα καὶ ἡ προσευχὴ βρίσκει τὴν ἑνιαία ἔκφρασή της «διὰ τῆς καρδίας». Ἡ «καρδία» εἶναι στὴν ἀσκητικὴ φιλολογία τὸ κέντρο τῆς καθολικῆς ἑνότητος τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ἡ πηγὴ τῶν ἐνεργητικῶν δυνάμεων τοῦ νοῦ καὶ τῆς θελήσεως, τῶν φυσικῶν καὶ τῶν πνευματικῶν κινήσεων5. Στὴν ἄμεση καὶ καθολικὴ κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου «διὰ τῆς καρδίας» μὲ τὸν Θεὸ παύει ἡ προτεραιότητα τῆς διάνοιας, ἡ προσευχὴ δὲν ἐκφράζεται μὲ νοήματα - σκέψεις καὶ ἐκφραστικὴ ποικιλία. ᾿Ἀφοῦ ἔχει πραγματοποιηθῆ ἡ «κάθοδος» τοῦ νοῦ στὴν καρδιά, ἡ ἑνότητα τῶν «πρὶν μεμερισμένων», ἡ προσευχὴ εἶναι «μονολόγιστος», συγκεντρώνεται σὲ ἕνα «λογισμό» ποὺ δὲν εἶναι διανοητικός, ἀλλὰ εἶναι ἔκφραση καθολικὴ καὶ συγκεφαλαιωτική τῆς ὑπάρξεως, πόθος καὶ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, «μνήμη» τοῦ Ἰησοῦ ἑνωμένη μὲ τὴν «πνοὴ» τοῦ ἀνθρώπου.

«Συγκοιμηθήτω σοι καὶ συναναστήτω σοι μονολόγιστος Ἰησοῦ εὐχή»6.

«Ἰησοῦ μνήμη ἑνωθήτω τῇ πνοῇ σου»7.

Ἔτσι, τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ γίνεται στὴ μονολόγιστη προσευχὴ ἡ ἔκφραση καὶ ἡ φανέρωση τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ ἀνθρώπου στὴν «κατὰ φύσιν» ἑνότητα, τῆς ἐπιστροφῆς τῆς φύσεως στὴν πρώτη της δόξα, τῆς συντριβῆς τοῦ κράτους τῆς ἁμαρτίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι φοβερὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, «μαστίζει» τοὺς πολεμίους, «οὐ γὰρ ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς ἰσχυρότερον ὅπλον»8.

᾿Αλλὰ γιὰ νὰ φτάση ὁ ἄνθρωπος στὴν «ἀληθῆ» αὐτὴ «προσευχὴ τῆς καρδίας» καὶ στὴ μονολόγιστη «μνήμη» τοῦ Ἰησοῦ, ἔχει νὰ διατρέξη τὸ μακρὺ στάδιο τοῦ σωματικοῦ ἀγώνα, τοὺς στεναγμοὺς καὶ τὰ δάκρυα, τὶς τύψεις τοῦ στήθους καὶ τῶν γονάτων τὶς κλίσεις – κάθε σωματικὴ ἔκφραση τῆς βαθύτατης δίψας γιὰ τὴν κοινωνία μὲ τὸν ζῶντα Θεό.(
μὴ δυναμένοις ἡμῖν,τηνικαῦτα μάλιστα πολεμοῦσιν οἱ δαίμονες. ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΣΩΜΑ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ.Ο ΣΩΜΑΤΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΣ, ΤΗΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ,ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΤΟΝ ΣΥΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ. ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΗΤΟΣ)

(Συνεχίζεται)

Σημειώσεις

1. ΚΕ΄ νδ΄ 123.
2. ΚΗ΄ κε΄ 161.
3. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τὸ παραπάνω ἀπόσπασμα βάζει σὰν προϋπόθεση τῆς μετοχῆς τοῦ σώματος στὴν προσευχὴ τὴν ταπεινή μυστικότητα. Ἡ σωματική διατύπωση τῆς ἱκεσίας πρέπει νὰ ἀποβλέπη μόνο στὴν κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν λείψη ἡ ταπεινὴ αὐτὴ μυστικότητα, ἔστω καὶ γιὰ τὸν ἀγαθώτερο σκοπό, (γιὰ παραδειγματισμὸ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων ἢ γιὰ τὴν ἐκφραστικώτερη ἑρμηνεία τῶν νοημάτων τῆς προσευχῆς) καταλύεται τὸ οὐσιαστικό περιεχόμενο τῆς μετοχῆς τοῦ σώματος στὴν προσευχὴ καὶ τὸ «ἔξωθεν ἦθος» καὶ τὸ «σχήμα» ὑπηρετεῖ μόνο μιὰ θρησκευτικὴ ἐπίδειξη.
Αὐτὴ ἡ προσπάθεια τῆς ταπεινῆς μυστικότητος ἐπέβαλε στὸν ὀρθόδοξο μοναχισμό, καὶ στὴν ὀρθόδοξη λατρεία γενικώτερα, τὸν χαρακτηριστικὸ τρόπο ἀπαγγελίας τῶν ψαλμῶν καὶ ἀναγνωσμάτων καὶ λειτουργικῶν εὐχῶν, τὴν λεγόμενη «χύμα» ἀπαγγελία, ποὺ ἐλέγχεται ἀπὸ πολλούς ὡς μονότονη καὶ ἀπρόσωπη. Ὅταν ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς ἀπαγγελίας δὲν ἔχει γίνει μηχανικὸς ἀπὸ τὴν τυποποίηση τῆς συνήθειας, εἶναι φανερὸ ὅτι ὑπερβαίνει τὶς ἀπαιτήσεις αἰσθητικῆς ἑρμηνείας τοῦ κειμένου ἢ ἐξάρσεως τῶν νοημάτων τῆς προσευχῆς. Ἡ χωρὶς ἐξάρσεις ἀπαγγελία «κρύπτει» ἀπὸ τοὺς «ὑπηρέτας τῶν ἐπαίνων» τὴ μετοχὴ τοῦ ἀναγνώστου στὸ ἀναγινωσκόμενο κείμενο. ᾿Αντίθετα, σὲ περιβάλλοντα πιετιστικά, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ ἀνάγκη γιὰ ἕνα λογικὸ ἔλεγχο τῆς θρησκευτικότητος καὶ μιὰν ἀντικειμενικὴ βεβαίωσή της, ἡ λειτουργικὴ ἀπαγγελία διαμορφώνεται περισσότερο αἰσθητικὰ καὶ μὲ ξεχωριστὸ τονισμό τῶν νοημάτων τῆς προσευχῆς. Εἶναι χαρακτηριστικὴ καὶ ἡ διαμόρφωση τῶν λεγομένων «αὐτοσχέδιων» προσευχῶν ποὺ ἀποβλέπουν περισσότερο στη διδαχὴ τοῦ προσευχόμενου ἀνθρώπου καὶ ὄχι στὴν καθολική μετοχή του στὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας.
4. ΙΕ΄ οστ΄ 96.
5. Βλ.: LOSSKY, Théologie mystique... σελ. 197 - 198. LOT-BORODINE, Das Mysterium der Tränengabe im christlichen Osten, Benediktinische Zeitschrift, 21 (1939) σελ. 340. Η ίδια παραπέμπει καὶ στὸν Κ. RAHNER, Coeur de Jésus chez Origène? Revue d'Ascétique et Mystique 1934, σελ. 171 – 174, καὶ στὸν J. HAUSHERR, Revue d'Asc. et Myst., 1934, σελ. 83.
6. ΙΕ΄ να΄ 91-92.
7. ΚΖ΄ κστ΄ 156.
8. Κ΄ στ΄ 104. Βλ. καὶ BECK, 354 καὶ VILLER RAHNER, 161-162.

ΤΑ ΒΡΩΜΟΝΕΡΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ, ΔΗΛ. Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΝΑ ΑΓΝΟΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ Η ΟΠΟΙΑ  ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΜΕΝΟΥΣ  ΑΝΑΓΚΑΣΕ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΔΙΔΑΞΕΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ, ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ , Η ΟΠΟΙΑ ΑΝΑΙΡΕΙ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΔΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ.
ΤΟ ΑΙΩΝΙΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΤΟΥ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΣΑΝ ΠΡΟΣΩΠΟ ΝΟΜΙΖΕΙ ΠΩΣ ΤΡΕΦΕΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΛΟ ΔΕΝΔΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ,  ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΡΠΟ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ, ΚΑΘΙΣΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΑΘΑΝΑΤΗ, ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΗΣ, Ο ΑΠΕΙΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΧΘΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΙΔΟΥ ΚΑΙΝΑ ΠΟΙΩ ΠΑΝΤΑ, Ο ΟΠΟΙΟΣ  ΑΠΕΙΛΕΙ ΝΑ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙ ΤΟΝ ΚΡΥΜΜΕΝΟ ΜΟΥ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ, ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΜΟΥ ΕΓΩ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου