Συνέχεια από Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου 2024
PAUL FRIEDLȀNDERΠΛΑΤΩΝ
ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ
ΤΑ ΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ –
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΙ ΤΡΙΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΤΡΙΤΗ ΜΕΣΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: ΤΟ ΟΨΙΜΟ ΕΡΓΟ
ΠΡΩΤΗ ΟΜΑΔΑ ΔΙΑΛΟΓΩΝ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
27. ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ (7η συνέχεια)
Αυτό είναι και το νόημα αυτού τού διαλογικού μέρους (( Ότι «ο αληθινός πολιτικός “υφίσταται” πολύ πιο πάνω κι απ’ τον “υπερέχοντα” νόμο, στο πεδίο και την περιοχή τού αληθινού Είναι» - Βλ. προηγούμενη ανάρτηση… )). Το οποίο διαθέτει κι ένα νόημα γενικότερης ωστόσο «τάξεως» μέσα στο πλατωνικό έργο. Ο «Πολιτικός» τοποθετείται πράγματι μεταξύ «Πολιτείας» και «Νόμων», μεταξύ δηλ. ενός έργου που προετοιμάζει τον «τόπο» για την ελεύθερη από νόμους δράση και επίδραση του αληθινού πολιτικού, και του μεγάλου βιβλίου για τους νόμους, που έρχεται να κρίνη τις ουτοπίες. Ο «Πολιτικός» αποδίδει μάλιστα στο τελευταίο εκείνο έργο τού Πλάτωνα, απ’ το οποίο είχαν ήδη τότε σίγουρα γραφή πολλά αποσπάσματα, ένα «πλαίσιο» και μιαν αξία κατά πολύ κατώτερη απ’ τα βιβλία τής Πολιτείας, αλλά και μιαν αναγκαία θέση ως «τη δεύτερη καλύτερην οδό». Βοηθώντας μας έτσι να κατανοήσουμε τόσο τα πανηγυρικά, όσο και τα υποτιμητικά περί νομοθεσίας λόγια που ακούγονται εδώ.
Αφού φανερώθηκε λοιπόν μέσα στους ποικίλους ελιγμούς τής συζήτησης πάλι και πάλι η σχέση τής σωστής πολιτείας και του αληθινού πολιτικού προς το αληθινό Είναι, και περισσότερο μάλιστα εκεί όπου ήταν το λιγότερο αναμενόμενο, απομένουν δυό ακόμα «γραμμές» να χαραχθούν μέχρι τέλους. Λείπει δηλ. ακόμα ο λεπτότατος εκείνος διαχωρισμός απ’ τα υπόλοιπα επαγγέλματα, που απαιτούν να λάβουν – τότε όπως και τώρα! – το υψηλό αυτό όνομα, και τα οποία είναι πράγματι σημαντικά και συγγενικά στην πράξη προς αυτό: η τέχνη δηλ. τής διοίκησης, η επιστήμη και πράξη τού δικαίου («δικαστική») και η συνδεδεμένη με τη βασιλική τέχνη ρητορική, όπως την κατέδειξε π.χ. ο «Φαίδρος». Για να έρθη και να προσταιριάξη ένα θέμα, ζωντανό από προηγούμενους ήδη καιρούς στην ψυχή και τον νου του Πλάτωνα - Συναντάμε πράγματι στον «Λάχη» (195 C) τον εξής συλλογισμό: ο γιατρός διαθέτει ασφαλώς τη γνώση περί υγείας και ασθενείας· το αν είναι όμως «καλύτερο» για κάποιον να είναι υγιής παρά ασθενής, είναι κάτι που δεν το γνωρίζει ο γιατρός, αλλά κάποιος που βρίσκεται «πάνω» απ’ αυτόν, και ο οποίος ονομάζεται, σε αντιστοιχία προς τα ερωτήματα εκείνου τού πρώιμου διαλόγου, «ανδρείος» (( ! )) . Σαφέστερα μιλά ο «Ευθύδημος» (290 D κ.ε.), ο οποίος και κατονομάζει τη «βασιλική τέχνη», όπως ακριβώς τώρα ο «Πολιτικός». Ενώ «ιχνογραφείται» κι ένα ιεραρχικό σύστημα τεχνών, όπου η εκάστοτε ανώτερη τέχνη «χρησιμοποιεί» εκείνο που έχει (ήδη…) «παράξει» η κατώτερη. Για να βρεθή, σύμφωνα μ’ αυτό το κριτήριο, η διαλεκτική πάνω απ’ την αστρονομία και τη ρητορική, κι η πολιτική τέχνη πάνω απ’ τη διοίκηση, εφ’ όσον χρησιμοποιούν και οι δυό τους εκείνο που οι άλλες τέχνες τούς «παραδίδουν». Ο Πλάτων παρουσιάζει όμως και στον «Αλκιβιάδη» (125 Β κ.ε.) ένα κλιμακωτό σύστημα διοίκησης ή διακυβέρνησης - Κάθε ιδιαίτερο επάγγελμα «διακυβερνά»: στους αρρώστους «εξουσιάζει» και «επιτάσσει» ο γιατρός, στους ναύτες ο πλοίαρχος ή καπετάνιος· πάνω όμως κι απ’ τους γιατρούς, τους καπετάνιους και τους χοράρχες «εξουσιάζει» μια άλλη τέχνη, η πολιτική, εφ’ όσον κι εκείνοι δεν αποτελούν παρά μέλη μιας πολιτειακής κοινότητας, «κρυμμένης» πίσω απ’ τους λόγους περί «ευημερίας» και «προθυμίας για τα κοινά». Αυτό που παρουσιάζεται λοιπόν τώρα εδώ στον «Πολιτικό», μοιάζει πολύ με όλες εκείνες τις συζητήσεις. Υπάρχουν ασφαλώς και στην περιοχή τής μουσικής π.χ. τέχνης οι διδάσκοντες κι οι διδασκόμενοι· χρειάζεται όμως να κυριαρχή και να δεσπόζη πάνω κι απ’ τους δυό μια γνώση, που να φανερώνη, αν πρέπη κάποιος γενικώς να διδαχθή ή όχι τη μουσική. (Και μπορούμε να αναλογιστούμε εδώ το πώς κατατάσσεται συνολικά η «μουσική» στην ολοκληρωμένη δομή τής «Πολιτείας».) Με τον ίδιον τρόπο δεσπόζει και πάνω απ’ την τέχνη τής πειθούς μια (άλλη…) τέχνη, που κρίνει και αποφασίζει αν κάποιος πρέπη ή και μπορή να χρησιμοποιή εκείνη την τέχνη. (Κι αναλογιζόμαστε εδώ τη νίκη πάνω στη ρητορική στον «Γοργία», καθώς και την αναφορά αυτής τής νίκης στον «Φαίδρο».) Όπως λοιπόν πάνω στη μουσική τέχνη και σε όλα τα διδασκόμενα αντικείμενα, αλλά και στη ρητορική, έτσι δεσπόζει και στην πολεμική τέχνη «αποκλειστικά» η πολιτική τέχνη, αποφασίζοντας αυτή και μόνο για την εκάστοτε χρήση της. (Το ότι η πολεμική τέχνη είναι μέρος τής πολιτικής τέχνης, αυτό έχει ήδη διατυπωθή στον «Πρωταγόρα» (322 β 5). Ενώ έγραψε και ο Γεώργιος Κλεμανσώ, ότι «ο πόλεμος είναι κάτι το πολύ σημαντικό, για να το παραχωρήσουμε αποκλειστικά στα χέρια των στρατηγών».) Ακόμα και το δικαστικό ωστόσο αξίωμα, που καλείται να διαφυλάσση ακριβώς τούς νόμους, καλείται επίσης να υπηρετή τη (σωστή και αγαθή…) πολιτική. Είναι βέβαια αλήθεια, πως η αναζητούμενη εδώ (βασιλική και υψίστη…) τέχνη είναι σχεδόν «εξαφανισμένη» πίσω απ’ την αμφίβολη, και προφανώς ακατάλληλη, ονομασία τής «ανδροπρεπείας» στον «Λάχη», παραμένοντας «προβληματική» ως προς την ουσία της και στον «Ευθύδημο», και προαναγγελόμενη μεν, αλλά παραμένοντας εκκρεμής ουσιαστικά και στον «Αλκιβιάδη». Ο Πλάτων έχει γράψει όμως έκτοτε και την «Πολιτεία». Και η πολιτική τέχνη αναδεικνύεται τώρα εκ νέου, αναφερόμενη στο πραγματικό Είναι, στο «μέτρο» και στο «κατ’ ουσίαν ακριβές», στον «Πολιτικό».
Είναι λοιπόν η πολιτική τέχνη που «τα συνυφαίνει όλα προς το ορθώτατο». Για να αναδυθή έτσι ξανά η εικόνα τής υφάνσεως, που μπορεί να καταστήση εντελώς σαφή τη φύση ή και την ουσία αυτής τής «τέχνης». Περί τίνος όμως πρόκειται, πώς συν-πλέκει, και πώς συνυφαίνεται το «ύφασμά» της; Αντιλαμβανόμαστε βέβαια, πως υπάρχουν εκεί διάφορες αντιθέσεις, και πως το «ύφασμα» και το «υφαντό» θα αποτελέσουν την ενότητά τους. Για να επανέλθη λοιπόν πάλι εδώ το «παλαιό» εκείνο θέμα περί «αρετών», γνωστό ήδη απ’ τον «Πρωταγόρα» και από την πρώιμη εκείνην ομάδα τών απορητικών- «οριστικών» διαλόγων. Καταβλήθηκε πράγματι μεγάλη προσπάθεια, για να προστεθούν η «ανδροπρέπεια» και η «ανδρεία» στο σύστημα των αρετών στον «Πρωταγόρα», με τον Σωκράτη να χρησιμοποιή ακόμα και σοφιστικούς εν μέρει τρόπους, ώστε να αναχθή η ανδρεία στη γνώση, πραγματοποιώντας έτσι την ενότητα όλων τών αρετών. Ο δε «Λάχης» είχε ξεκινήσει απ’ τη διδασκαλία και την ανατροφή και την αγωγή, αποζητώντας τη θέση τής ανδρείας στο σύνολο παιδαγωγικό έργο, και μέσα στο σύνολο των αρετών. Στον «Γοργία» κατέστη κατόπιν η αναγνώριση της σωφροσύνης δίπλα στην ανδρεία το κριτήριο, για το αν ο «αντίπαλος» του Σωκράτη είχε κατανοήσει την ίδια την ανδρεία με τη σωκρατική έννοια. Η δε ενότητα των αρετών σε μία (συνολική…) αρετή αποτελεί τελικά τη βάση και το θεμέλιο όλης τής πολιτειακής αγωγής στην «Πολιτεία», με τους δυό παιδαγωγικούς δρόμους τής μουσικής και της γυμναστικής να σκοπεύουν ήδη από την πρώτη παιδαγωγική βαθμίδα στο να συνενώσουν αρμονικά την αντίθεση των φυσικών δυνάμεων που ενυπάρχουν στην ανθρώπινη ψυχή. Μεριμνάται μάλιστα ήδη από την επιλογή τών «φυλάκων», το να ενταχθούν στη «φύση» τους – λέξη που επαναλαμβάνεται συνεχώς εκεί (ΙΙ 374 Ε κ.ε.) – κατά το ίδιο μέτρο τόσο η «προωθητική» ενέργεια όσο και η «διαφυλακτική» ησυχία. Και θα διαμορφώνη ακριβώς η «μουσική» την αρμονία τών αντιθέσεων, με τη γυμναστική να συνεισφέρη κι αυτή το δικό της έργο.
O «Πολιτικός» αναλαμβάνει λοιπόν τώρα, άλλη μια φορά, αυτό το βασικό θέμα τών αρετών. Αντιπαραβάλλοντας μάλιστα την «ανδρικότητα» ή «ανδρεία» και το πειθαρχημένο μέτρο ως τους δυό βασικούς «τύπους». Και τονίζοντας εδώ με έμφαση την «αντίθεση» των φύσεων, «εκπέμποντας πολεμική κραυγή» απέναντι στην άποψη, ότι είναι συμφιλιωμένα αναμεταξύ τους όλα τα είδη τών αρετών (360 C ). Ενώ μπορούν να αναπτυχθούν, αντίθετα, τόσο μονόπλευρα οι δυό παραπάνω «τύποι», ώστε να καταστούν, δουλική δειλία ο ένας (το μέτρο…), και (στυγνή…) πολεμική βία ο άλλος, «ερειπώνοντας» έτσι έναν τόπο. Αποτελεί έργο λοιπόν τής πολιτικής τέχνης, όχι το να εξαφανισθή ασφαλώς αυτή η φυσική αντίθεση, κάτι αδύνατον άλλωστε καθεαυτό, αλλά το να επιτραπή να δράσουν μαζί, με μιαν ηρακλείτεια «σύμπτωση των αντιφάσεων», οι δυό αντίθετες δυνάμεις, προς όφελος (για την υπόσταση!...) της πόλης τους. Και δείχνει η εικόνα ακριβώς τής υφαντικής τέχνης, το πώς μπορεί να «πετύχη» την ενότητα μιας τέτοιας βασικής αντίθεσης ο πολιτικός άνθρωπος.
Έχει άραγες εγκαταλείψει προσωρινά ο Πλάτων - όπως θα μπορούσε να φανή εδώ -, στον «Πολιτικό» και ως προς τα έργα τής πρώιμης εποχής και του «ύψους» του, εκείνο το οποίο ονομάζουμε «ιδεαλισμό» ή «διανοουμενισμό» του ή και «διδασκαλία τών αρετών», προς χάριν μιας «διδασκαλίας τών ιδιοσυγκρασιών»; Ξεχνούν ωστόσο κάτι όσοι σκέπτονται κατ’ αυτόν τον τρόπο: ότι ο επισκέπτης απ’ την Ελέα συζητά εδώ με τον νεαρό (ονομαζόμενο επίσης …) Σωκράτη, τη στιγμή που παρακολουθεί σιωπηλός ο μεγάλος μας παιδαγωγός. Το θέμα τής παιδαγωγίας αναφέρεται πράγματι μόνον σκόρπια εδώ κι εκεί, και σαν από κάποιαν απόσταση στον «Πολιτικό». Όπου έργο τής πολιτικής τέχνης δεν είναι παρά το να ξεχωρίση, μέσα από ένα διερευνητικό «παιχνίδι», τις καλές απ’ τις κακές (ανθρώπινες…) φύσεις, παραδίδοντας μόνο τις «καλές», αποχωρίζοντας τις κακές, στον επαγγελματία παιδαγωγό (308 D). Αναφέρεται έτσι μόνον προσωρινά, και ως (απλή…) παρομοίωση, το θέμα τής «μουσικής» (304 Β). Και συλλογιζόμαστε εδώ, το πώς συνενώνονται στην «Πολιτεία» η μουσική με τη γυμναστική, για να παιδαγωγήσουν τούς «φύλακες» σε μιαν ενότητα ψυχής και σώματος. Ο Ελεάτης θέτει ωστόσο στον «Πολιτικό» τη μουσική «και γενικώς (όλα…) τα είδη χειρωνακτικής γνώσης και δυνατότητας» μαζί, το ένα δίπλα στο άλλο, ώστε να δημιουργείται η εντύπωση, πως δεν είναι παρά το «παίξιμο» σ’ ένα όργανο ή μια (απλή…) εξάσκηση σ’ έναν ρυθμό η μουσική, «πολύ μακριά» άρα από εκείνη τη μουσική τέχνη, για την οποία και λέει ο Σωκράτης (Πολιτεία- ΙΙΙ 401 D), πως αποτελεί την «πιο πραγματική τροφή», επειδή ο ρυθμός και η αρμονία «διεισδύουν» και εισέρχονται στα ενδότατα της ψυχής, αποδίδοντάς της την (πιο…) «ευπρεπή» της μορφή.
Ενώ ο φιλόσοφος, ο πολιτικός και ο παιδαγωγός είναι σαν ένα πρόσωπο στο μεγάλο έργο τής «Πολιτείας», οι προσδιοριζόμενοι από τον νόμο παιδαγωγοί «υπόκεινται» στον «Πολιτικό», στη βασιλική τέχνη τού γνήσιου πολιτικού ανδρός. Κι όποιος δεν είναι δυνατόν να παιδαγωγηθή προς την ανδρεία ή την ήρεμη ηπιότητα, αυτός πρέπει να παραμερίζεται, είτε θανατούμενος είτε αποκλειόμενος απ’ την πολιτική κοινότητα. Ο δε πολιτικός «συναρμολογεί» μ’ έναν «θεϊκό δεσμό» το αιώνιο στην ψυχή, και μ’ έναν ανθρώπινο δεσμό το «ζωικό» ή ζωώδες στους υπόλοιπους. Και τί ακριβώς είναι αυτός ο θεϊκός δεσμός; Η «αληθής δόξα», για το ωραίο, το δίκαιο και το καλό (309 C. E 6). Ώστε να «αντηχή», (έστω…) από μακριά, η αληθινή γνώση τού υψίστου Είναι. Ο ακροώμενος ωστόσο Σωκράτης θα είχε ρωτήσει ασφαλώς εδώ, αν είναι αρκετή η «ορθή δόξα (γνώμη και άποψη…)», αν ο Ελεάτης είχε προχωρήσει μ’ έναν (ακόμα…) λόγο του και είχε τονίσει και τη «βεβαιότητα» («μετά βεβαιώσεως») αυτής τής «δόξας» · ή αν θα έπρεπε μάλλον να αναζητηθή μια κατά πολύ ανώτερη απ’ τη σωστή γνώμη γνώση!
( συνεχίζεται )
Αφού φανερώθηκε λοιπόν μέσα στους ποικίλους ελιγμούς τής συζήτησης πάλι και πάλι η σχέση τής σωστής πολιτείας και του αληθινού πολιτικού προς το αληθινό Είναι, και περισσότερο μάλιστα εκεί όπου ήταν το λιγότερο αναμενόμενο, απομένουν δυό ακόμα «γραμμές» να χαραχθούν μέχρι τέλους. Λείπει δηλ. ακόμα ο λεπτότατος εκείνος διαχωρισμός απ’ τα υπόλοιπα επαγγέλματα, που απαιτούν να λάβουν – τότε όπως και τώρα! – το υψηλό αυτό όνομα, και τα οποία είναι πράγματι σημαντικά και συγγενικά στην πράξη προς αυτό: η τέχνη δηλ. τής διοίκησης, η επιστήμη και πράξη τού δικαίου («δικαστική») και η συνδεδεμένη με τη βασιλική τέχνη ρητορική, όπως την κατέδειξε π.χ. ο «Φαίδρος». Για να έρθη και να προσταιριάξη ένα θέμα, ζωντανό από προηγούμενους ήδη καιρούς στην ψυχή και τον νου του Πλάτωνα - Συναντάμε πράγματι στον «Λάχη» (195 C) τον εξής συλλογισμό: ο γιατρός διαθέτει ασφαλώς τη γνώση περί υγείας και ασθενείας· το αν είναι όμως «καλύτερο» για κάποιον να είναι υγιής παρά ασθενής, είναι κάτι που δεν το γνωρίζει ο γιατρός, αλλά κάποιος που βρίσκεται «πάνω» απ’ αυτόν, και ο οποίος ονομάζεται, σε αντιστοιχία προς τα ερωτήματα εκείνου τού πρώιμου διαλόγου, «ανδρείος» (( ! )) . Σαφέστερα μιλά ο «Ευθύδημος» (290 D κ.ε.), ο οποίος και κατονομάζει τη «βασιλική τέχνη», όπως ακριβώς τώρα ο «Πολιτικός». Ενώ «ιχνογραφείται» κι ένα ιεραρχικό σύστημα τεχνών, όπου η εκάστοτε ανώτερη τέχνη «χρησιμοποιεί» εκείνο που έχει (ήδη…) «παράξει» η κατώτερη. Για να βρεθή, σύμφωνα μ’ αυτό το κριτήριο, η διαλεκτική πάνω απ’ την αστρονομία και τη ρητορική, κι η πολιτική τέχνη πάνω απ’ τη διοίκηση, εφ’ όσον χρησιμοποιούν και οι δυό τους εκείνο που οι άλλες τέχνες τούς «παραδίδουν». Ο Πλάτων παρουσιάζει όμως και στον «Αλκιβιάδη» (125 Β κ.ε.) ένα κλιμακωτό σύστημα διοίκησης ή διακυβέρνησης - Κάθε ιδιαίτερο επάγγελμα «διακυβερνά»: στους αρρώστους «εξουσιάζει» και «επιτάσσει» ο γιατρός, στους ναύτες ο πλοίαρχος ή καπετάνιος· πάνω όμως κι απ’ τους γιατρούς, τους καπετάνιους και τους χοράρχες «εξουσιάζει» μια άλλη τέχνη, η πολιτική, εφ’ όσον κι εκείνοι δεν αποτελούν παρά μέλη μιας πολιτειακής κοινότητας, «κρυμμένης» πίσω απ’ τους λόγους περί «ευημερίας» και «προθυμίας για τα κοινά». Αυτό που παρουσιάζεται λοιπόν τώρα εδώ στον «Πολιτικό», μοιάζει πολύ με όλες εκείνες τις συζητήσεις. Υπάρχουν ασφαλώς και στην περιοχή τής μουσικής π.χ. τέχνης οι διδάσκοντες κι οι διδασκόμενοι· χρειάζεται όμως να κυριαρχή και να δεσπόζη πάνω κι απ’ τους δυό μια γνώση, που να φανερώνη, αν πρέπη κάποιος γενικώς να διδαχθή ή όχι τη μουσική. (Και μπορούμε να αναλογιστούμε εδώ το πώς κατατάσσεται συνολικά η «μουσική» στην ολοκληρωμένη δομή τής «Πολιτείας».) Με τον ίδιον τρόπο δεσπόζει και πάνω απ’ την τέχνη τής πειθούς μια (άλλη…) τέχνη, που κρίνει και αποφασίζει αν κάποιος πρέπη ή και μπορή να χρησιμοποιή εκείνη την τέχνη. (Κι αναλογιζόμαστε εδώ τη νίκη πάνω στη ρητορική στον «Γοργία», καθώς και την αναφορά αυτής τής νίκης στον «Φαίδρο».) Όπως λοιπόν πάνω στη μουσική τέχνη και σε όλα τα διδασκόμενα αντικείμενα, αλλά και στη ρητορική, έτσι δεσπόζει και στην πολεμική τέχνη «αποκλειστικά» η πολιτική τέχνη, αποφασίζοντας αυτή και μόνο για την εκάστοτε χρήση της. (Το ότι η πολεμική τέχνη είναι μέρος τής πολιτικής τέχνης, αυτό έχει ήδη διατυπωθή στον «Πρωταγόρα» (322 β 5). Ενώ έγραψε και ο Γεώργιος Κλεμανσώ, ότι «ο πόλεμος είναι κάτι το πολύ σημαντικό, για να το παραχωρήσουμε αποκλειστικά στα χέρια των στρατηγών».) Ακόμα και το δικαστικό ωστόσο αξίωμα, που καλείται να διαφυλάσση ακριβώς τούς νόμους, καλείται επίσης να υπηρετή τη (σωστή και αγαθή…) πολιτική. Είναι βέβαια αλήθεια, πως η αναζητούμενη εδώ (βασιλική και υψίστη…) τέχνη είναι σχεδόν «εξαφανισμένη» πίσω απ’ την αμφίβολη, και προφανώς ακατάλληλη, ονομασία τής «ανδροπρεπείας» στον «Λάχη», παραμένοντας «προβληματική» ως προς την ουσία της και στον «Ευθύδημο», και προαναγγελόμενη μεν, αλλά παραμένοντας εκκρεμής ουσιαστικά και στον «Αλκιβιάδη». Ο Πλάτων έχει γράψει όμως έκτοτε και την «Πολιτεία». Και η πολιτική τέχνη αναδεικνύεται τώρα εκ νέου, αναφερόμενη στο πραγματικό Είναι, στο «μέτρο» και στο «κατ’ ουσίαν ακριβές», στον «Πολιτικό».
Είναι λοιπόν η πολιτική τέχνη που «τα συνυφαίνει όλα προς το ορθώτατο». Για να αναδυθή έτσι ξανά η εικόνα τής υφάνσεως, που μπορεί να καταστήση εντελώς σαφή τη φύση ή και την ουσία αυτής τής «τέχνης». Περί τίνος όμως πρόκειται, πώς συν-πλέκει, και πώς συνυφαίνεται το «ύφασμά» της; Αντιλαμβανόμαστε βέβαια, πως υπάρχουν εκεί διάφορες αντιθέσεις, και πως το «ύφασμα» και το «υφαντό» θα αποτελέσουν την ενότητά τους. Για να επανέλθη λοιπόν πάλι εδώ το «παλαιό» εκείνο θέμα περί «αρετών», γνωστό ήδη απ’ τον «Πρωταγόρα» και από την πρώιμη εκείνην ομάδα τών απορητικών- «οριστικών» διαλόγων. Καταβλήθηκε πράγματι μεγάλη προσπάθεια, για να προστεθούν η «ανδροπρέπεια» και η «ανδρεία» στο σύστημα των αρετών στον «Πρωταγόρα», με τον Σωκράτη να χρησιμοποιή ακόμα και σοφιστικούς εν μέρει τρόπους, ώστε να αναχθή η ανδρεία στη γνώση, πραγματοποιώντας έτσι την ενότητα όλων τών αρετών. Ο δε «Λάχης» είχε ξεκινήσει απ’ τη διδασκαλία και την ανατροφή και την αγωγή, αποζητώντας τη θέση τής ανδρείας στο σύνολο παιδαγωγικό έργο, και μέσα στο σύνολο των αρετών. Στον «Γοργία» κατέστη κατόπιν η αναγνώριση της σωφροσύνης δίπλα στην ανδρεία το κριτήριο, για το αν ο «αντίπαλος» του Σωκράτη είχε κατανοήσει την ίδια την ανδρεία με τη σωκρατική έννοια. Η δε ενότητα των αρετών σε μία (συνολική…) αρετή αποτελεί τελικά τη βάση και το θεμέλιο όλης τής πολιτειακής αγωγής στην «Πολιτεία», με τους δυό παιδαγωγικούς δρόμους τής μουσικής και της γυμναστικής να σκοπεύουν ήδη από την πρώτη παιδαγωγική βαθμίδα στο να συνενώσουν αρμονικά την αντίθεση των φυσικών δυνάμεων που ενυπάρχουν στην ανθρώπινη ψυχή. Μεριμνάται μάλιστα ήδη από την επιλογή τών «φυλάκων», το να ενταχθούν στη «φύση» τους – λέξη που επαναλαμβάνεται συνεχώς εκεί (ΙΙ 374 Ε κ.ε.) – κατά το ίδιο μέτρο τόσο η «προωθητική» ενέργεια όσο και η «διαφυλακτική» ησυχία. Και θα διαμορφώνη ακριβώς η «μουσική» την αρμονία τών αντιθέσεων, με τη γυμναστική να συνεισφέρη κι αυτή το δικό της έργο.
O «Πολιτικός» αναλαμβάνει λοιπόν τώρα, άλλη μια φορά, αυτό το βασικό θέμα τών αρετών. Αντιπαραβάλλοντας μάλιστα την «ανδρικότητα» ή «ανδρεία» και το πειθαρχημένο μέτρο ως τους δυό βασικούς «τύπους». Και τονίζοντας εδώ με έμφαση την «αντίθεση» των φύσεων, «εκπέμποντας πολεμική κραυγή» απέναντι στην άποψη, ότι είναι συμφιλιωμένα αναμεταξύ τους όλα τα είδη τών αρετών (360 C ). Ενώ μπορούν να αναπτυχθούν, αντίθετα, τόσο μονόπλευρα οι δυό παραπάνω «τύποι», ώστε να καταστούν, δουλική δειλία ο ένας (το μέτρο…), και (στυγνή…) πολεμική βία ο άλλος, «ερειπώνοντας» έτσι έναν τόπο. Αποτελεί έργο λοιπόν τής πολιτικής τέχνης, όχι το να εξαφανισθή ασφαλώς αυτή η φυσική αντίθεση, κάτι αδύνατον άλλωστε καθεαυτό, αλλά το να επιτραπή να δράσουν μαζί, με μιαν ηρακλείτεια «σύμπτωση των αντιφάσεων», οι δυό αντίθετες δυνάμεις, προς όφελος (για την υπόσταση!...) της πόλης τους. Και δείχνει η εικόνα ακριβώς τής υφαντικής τέχνης, το πώς μπορεί να «πετύχη» την ενότητα μιας τέτοιας βασικής αντίθεσης ο πολιτικός άνθρωπος.
Έχει άραγες εγκαταλείψει προσωρινά ο Πλάτων - όπως θα μπορούσε να φανή εδώ -, στον «Πολιτικό» και ως προς τα έργα τής πρώιμης εποχής και του «ύψους» του, εκείνο το οποίο ονομάζουμε «ιδεαλισμό» ή «διανοουμενισμό» του ή και «διδασκαλία τών αρετών», προς χάριν μιας «διδασκαλίας τών ιδιοσυγκρασιών»; Ξεχνούν ωστόσο κάτι όσοι σκέπτονται κατ’ αυτόν τον τρόπο: ότι ο επισκέπτης απ’ την Ελέα συζητά εδώ με τον νεαρό (ονομαζόμενο επίσης …) Σωκράτη, τη στιγμή που παρακολουθεί σιωπηλός ο μεγάλος μας παιδαγωγός. Το θέμα τής παιδαγωγίας αναφέρεται πράγματι μόνον σκόρπια εδώ κι εκεί, και σαν από κάποιαν απόσταση στον «Πολιτικό». Όπου έργο τής πολιτικής τέχνης δεν είναι παρά το να ξεχωρίση, μέσα από ένα διερευνητικό «παιχνίδι», τις καλές απ’ τις κακές (ανθρώπινες…) φύσεις, παραδίδοντας μόνο τις «καλές», αποχωρίζοντας τις κακές, στον επαγγελματία παιδαγωγό (308 D). Αναφέρεται έτσι μόνον προσωρινά, και ως (απλή…) παρομοίωση, το θέμα τής «μουσικής» (304 Β). Και συλλογιζόμαστε εδώ, το πώς συνενώνονται στην «Πολιτεία» η μουσική με τη γυμναστική, για να παιδαγωγήσουν τούς «φύλακες» σε μιαν ενότητα ψυχής και σώματος. Ο Ελεάτης θέτει ωστόσο στον «Πολιτικό» τη μουσική «και γενικώς (όλα…) τα είδη χειρωνακτικής γνώσης και δυνατότητας» μαζί, το ένα δίπλα στο άλλο, ώστε να δημιουργείται η εντύπωση, πως δεν είναι παρά το «παίξιμο» σ’ ένα όργανο ή μια (απλή…) εξάσκηση σ’ έναν ρυθμό η μουσική, «πολύ μακριά» άρα από εκείνη τη μουσική τέχνη, για την οποία και λέει ο Σωκράτης (Πολιτεία- ΙΙΙ 401 D), πως αποτελεί την «πιο πραγματική τροφή», επειδή ο ρυθμός και η αρμονία «διεισδύουν» και εισέρχονται στα ενδότατα της ψυχής, αποδίδοντάς της την (πιο…) «ευπρεπή» της μορφή.
Ενώ ο φιλόσοφος, ο πολιτικός και ο παιδαγωγός είναι σαν ένα πρόσωπο στο μεγάλο έργο τής «Πολιτείας», οι προσδιοριζόμενοι από τον νόμο παιδαγωγοί «υπόκεινται» στον «Πολιτικό», στη βασιλική τέχνη τού γνήσιου πολιτικού ανδρός. Κι όποιος δεν είναι δυνατόν να παιδαγωγηθή προς την ανδρεία ή την ήρεμη ηπιότητα, αυτός πρέπει να παραμερίζεται, είτε θανατούμενος είτε αποκλειόμενος απ’ την πολιτική κοινότητα. Ο δε πολιτικός «συναρμολογεί» μ’ έναν «θεϊκό δεσμό» το αιώνιο στην ψυχή, και μ’ έναν ανθρώπινο δεσμό το «ζωικό» ή ζωώδες στους υπόλοιπους. Και τί ακριβώς είναι αυτός ο θεϊκός δεσμός; Η «αληθής δόξα», για το ωραίο, το δίκαιο και το καλό (309 C. E 6). Ώστε να «αντηχή», (έστω…) από μακριά, η αληθινή γνώση τού υψίστου Είναι. Ο ακροώμενος ωστόσο Σωκράτης θα είχε ρωτήσει ασφαλώς εδώ, αν είναι αρκετή η «ορθή δόξα (γνώμη και άποψη…)», αν ο Ελεάτης είχε προχωρήσει μ’ έναν (ακόμα…) λόγο του και είχε τονίσει και τη «βεβαιότητα» («μετά βεβαιώσεως») αυτής τής «δόξας» · ή αν θα έπρεπε μάλλον να αναζητηθή μια κατά πολύ ανώτερη απ’ τη σωστή γνώμη γνώση!
( συνεχίζεται )