Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

Χρήστος Γιανναράς - ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (20)

 Συνέχεια από: Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2025

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

§ 9.  Τὸ τίμημα τῆς θεσμοποιημένης ἐκκοσμίκευσης 

Ὅταν στὶς 16 Ιουλίου τοῦ 1054 ὁ καρδινάλιος Ουμβέρτος, ἐπικεφαλῆς τῆς παπικῆς ἀντιπροσωπείας, κατέθετε στὴν ῾Αγία Τράπεζα τοῦ ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας στὴν Κωνσταντινούπολη τὸν ἀφορισμὸ ὁλόκληρης τῆς χριστιανικῆς ᾿Ανατολῆς, μὲ τὴν πράξη αὐτὴ ἡ δυτικὴ χριστιανοσύνη ἀφόριζε τὸν ἑαυτό της, τὸν ἔθετε ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς Μιᾶς ῾Αγίας Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς Ἐκκλησίας88. 

Ὀκτὼ μέρες ἀργότερα ἡ ἐνδημοῦσα στὴν Κωνσταντινούπολη Σύνοδος ἐπιβεβαίωνε τὸ γεγονός, ἀφορίζοντας ὅμως όχι τὴ σύνολη χριστιανικὴ Δύση, ἀλλὰ «τοὺς συντάξαντας καὶ δεχομένους» τὸ παπικὸ ἔγγραφο τοῦ ἀφορισμοῦ τῆς ᾿Ανατολῆς89. Αὐτὴ ἡ διάκριση καὶ ἐπίρριψη τῆς εὐθύνης τοῦ ἀφορισμοῦ στοὺς συνειδητούς φορεῖς του άφηνε κάποια δυναμικά περιθώρια ποὺ ἐπιτρέπουν στις ᾿Ορθόδοξες Ἐκκλησίες τῆς ᾿Ανατολῆς νὰ ἀναγνωρίζουν ἔστω καὶ παρεφθαρμένη, σχισματικὴ καὶ ἀλλοτριωμένη τὴν εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας στὰ ὅρια τοῦ χριστιανικοῦ βίου τῆς λατινικῆς Δύσης: Ταπεινοὶ μοναχοὶ ἐνσωματωμένοι στὴν ἑνιαία παράδοση τῆς ἀσκητικῆς ἁγιότητας, ἀλλὰ καὶ μορφὲς γνησιότητας τῆς λαϊκῆς εὐσέβειας καὶ τοῦ τυπικοῦ τῆς λατρείας θὰ διασώσουν στη Δύση μιὰ πραγματικότητα ζωῆς ποὺ ἀντλεῖ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς Μιᾶς καὶ ἀδιαίρετης Καθολικῆς Ἐκκλησίας. 

Μὲ τὰ κριτήρια τῆς ἱστορικο - κοινωνικῆς φαινομενολογίας οἱ πράξεις τοῦ ἀφορισμοῦ ποὺ ἐπισημοποίησαν τὸ Σχίσμα ἐμφανίζονται ὑπαγορευμένες ἀπὸ σκοπιμότητες κυρίως πολιτικὲς ἢ σὰν ἀποτελέσματα δογματικῆς ἀδιαλλαξίας καὶ φανατισμοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ σήμερα, μὲ τὰ ἀνθρωποκεντρικά κριτήρια τῶν «καλῶν σχέσεων» ποὺ ἐπιβάλλει ὁ «ουμανιστικός» πολιτισμός μας, προσπαθοῦμε νὰ ἐξαλείψουμε τὶς πραγματικές διαστάσεις τοῦ Σχίσματος: Παραθεωροῦμε τὶς ἀληθινές του αἰτίες καὶ τὴν ἄμεση σχέση τους μὲ τὸ σημερινὸ τραγικὸ ἀδιέξοδο τοῦ πολιτισμοῦ μας, ὑποκαθιστώντας τὰ ἀμετάθετα ὅρια τῆς ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας μὲ μιὰ ἠθικολογικὴ σκοπιμότητα ἀμοιβαίας παραδοχῆς τῶν «ἱστορικῶν σφαλμάτων τοῦ παρελθόντος», μὲ μιὰ συναισθηματικὴ ἀντίληψη «ἀγάπης» καὶ κοσμικῆς διαλλακτικότητας90. 

᾿Αλλὰ αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς διαλλακτικότητας μπορεῖ νὰ ἐνδιαφέρη τοὺς θεσμοποιημένους ἐκκλησιαστικούς ὀργανισμούς, στὴν πραγματικότητα ὅμως δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὴ σωτηρία τῆς ζωῆς ἀπὸ τὴν ἀπανθρωπία τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς μηχανοποίησης καὶ τὴν τυραννία τῶν ὁλοκληρωτισμῶν. 

Σήμερα πιὰ ζοῦμε ὅλοι, ἀνατολικοὶ καὶ δυτικοί, μέσα στὶς ἴδιες ἱστορικὲς συνέπειες τοῦ Σχίσματος, στὰ ὅρια ζωῆς ἑνὸς πολιτισμοῦ ποὺ τὸν γέννησαν καὶ τὸν ἐξέθρεψαν τὰ θεολογικὰ αἴτια τοῦ Σχίσματος.[ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ;] Τὰ προβλήματά μας εἶναι πιὰ σχεδὸν κοινά, γι' αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ ἀρχίσουμε νὰ λέμε τὰ πράγματα μὲ τὸ πραγματικό τους ὄνομα – πέρα ἀπὸ κάθε «πολεμικὴ θεολογία» καὶ ὁμολογιακὴ αὐταρέσκεια ἂν ἔχουμε τὸ θάρρος νὰ δοῦμε καταπρόσωπο τὰ κοινά μας προβλήματα. 

Τὸ πραγματικό λοιπὸν ὄνομα τῆς Δύσης δὲν σημαίνει πιὰ σήμερα ἕνα τόπο, ἀλλὰ ἕνα τρόπο ζωῆς, ποὺ εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς ὅλων ὅσοι ζοῦμε κάτω ἀπὸ τὶς συνθῆκες τῆς τεχνοκρατίας καὶ τῆς αὐτονομημένης οἰκονομίας καὶ τῆς γραφειοκρατικῆς ἐξουσίας καὶ τῆς ἀπανθρωπίας τοῦ θετικισμοῦ. Κι αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς ἀποκλείει ἀπὸ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἂν δὲν φωτιστῆ μὲ τὰ κριτήρια τοῦ ἀφορισμοῦ τῆς πλάνης ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. 

Γι' αὐτὸ καὶ τὸ πραγματικὸ ὄνομα τοῦ ἀφορισμοῦ δὲν ἀναφέρεται σὲ δογματικὲς ἀδιαλλαξίες καὶ πολιτικὲς σκοπιμότητες, ἀλλὰ σὲ μιὰ πράξη ἔσχατης φιλανθρωπίας, ποὺ εἶναι ταυτόχρονα πράξη ἀνθρώπινης αὐθυπέρβασης, ὑπέρβασης τῶν ἀν θρωποκεντρικῶν συναισθηματισμῶν καὶ τῶν χρησιμοθηρικῶν σκοπιμοτήτων, πράξη λυτρωτική, ἀποκαλυπτικὴ καὶ σωτηριώδης. Ὁ ἀφορισμὸς τῆς πλάνης ἢ τῆς αἵρεσης διασώζει ἀνοιχτὴ τὴ δυνατότητα τῆς σωστικῆς ἀλήθειας τόσο γιὰ τὸν ἴδιο τὸν ἀφοριζόμενο ὅσο καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ διψάει τὴ σωτηρία καὶ δὲν ἀρκεῖται στὰ ἡμίμετρα τῶν ἠθικο-κοινωνικῶν «βελτιώσεων». 

Δὲν εἶναι ὁ ἀφορισμὸς ἕνα εἶδος ἐκδίκησης ἢ ποινῆς ποὺ ἐπιβάλλει ἡ Ἐκκλησία στὴν πλάνη καὶ στὸν πλανώμενο – δὲν ὑπάρχει ποινὴ «ἔξωθεν» ἐπιβαλλόμενη ὅταν πρόκειται γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ γνησιότητα τῆς ζωῆς[.Σήμερα πιὰ ζοῦμε ὅλοι, ἀνατολικοὶ καὶ δυτικοί, μέσα στὶς ἴδιες ἱστορικὲς συνέπειες τοῦ Σχίσματος],  Ὁ ἀφορισμὸς ἔρχεται πάντοτε ἐκ τῶν ὑστέρων γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώση τὸν αὐτοαποκλεισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ σωτηρία καὶ τὴν ὑπαρκτικὴ γνησιότητα, νὰ διαστείλη τὴν πλάνη ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ζωῆς. Ὅταν ἕνα ἢ περισσότερα μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀρνοῦνται τὴν ἴδια τὴν ἀλήθεια της, τὸν τρόπο ὑπάρξεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καὶ ἑνότητας, ὅταν ζητᾶνε νὰ ὑποτάξουν αὐτὴ τὴν ἀλήθεια στὸν τρόπο ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου τῆς πτώσης πιστεύοντας ὅτι μόνο αὐτοὶ ἐκπροσωποῦν τὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία, ποιὰ ἀγάπη καὶ ποιὰ ἐπιείκεια μπορεῖ νὰ συμβιβάση τὴν ἐλπίδα καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων μὲ τὴν ἄρνηση ἢ τὴν ἀλλοτρίωση τῆς ἀλήθειας τῆς σωτηρίας; 

Ὁ ἀφορισμὸς τῆς Δύσης καὶ ἡ ἀναγνώριση τοῦ Σχίσματος (ἡ διαγραφὴ τῶν παπῶν ἀπὸ τὰ Δίπτυχα καὶ ὁ ἀποκλεισμὸς τῶν δυτικῶν ἀπὸ τὸ Ποτήριο τῆς Εὐχαριστίας) ἦταν γιὰ τὶς ᾿Εκκλησίες τῆς ᾿Ανατολῆς μιὰ πράξη σταυρικῆς αὐταπάρνησης καὶ θυσιαστικῆς ἀγάπης γιὰ χάρη τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς ἐλπίδας τῶν ἀνθρώπων – πέρα ἀπὸ κοντόφθαλμες ἱστορικὲς σκοπιμότητες καὶ ἠθικολογικούς συμβιβασμούς. 

(Συνεχίζεται)

Σημειώσεις

88. ... ὡς μονιὸς ἄγριος εἰσπηδήσαντες τὸν ὀρθὸν λόγον τῇ διαφορᾷ τῶν δογμάτων καταλυμήνασθαι ἐπεχείρησαν, ὡς καὶ γραφὴν ἀποθέσθαι ἐν τῇ μυστικῇ τῆς μεγάλης τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίας τραπέζῃ, δι' ἧς ἡμᾶς, μᾶλλον δὲ τὴν Ὀρθόδοξον τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίαν καὶ πάντας τοὺς μὴ συναπαγομένους τοῖς αὐτῶν δυσσεβήμασιν ὀρθοδόξους ἀναθέματι δι' αὐτὸ τοῦτο, ὅτι εὐσεβεῖν καὶ τὸ ὀρθόδοξον προβαίνειν ἐθέλομεν, καθυπέβαλον [«Σαν άγριοι λύκοι, επιχείρησαν να εισβάλουν και να διαλύσουν τον ορθό λόγο, διαστρέφοντας τις διαφορές των δογμάτων. Προσπάθησαν μάλιστα να τοποθετήσουν έγγραφο επάνω στην ιερή τράπεζα της μεγάλης Εκκλησίας του Θεού, μέσω του οποίου, όχι μόνο εμάς, αλλά και την Ορθόδοξη Εκκλησία του Θεού και όλους τους Ορθοδόξους που δεν παρασύρονται από τις δικές τους ασεβείς δοξασίες, καταδίκασαν με ανάθεμα, και αυτό ακριβώς επειδή επιθυμούμε να προχωρήσουμε στην ευσέβεια και να παραμείνουμε στο Ορθόδοξο δόγμα.»] J. D. MANSI, Sacrorum conciliorum nova et amplissima collectio, Florenz 1759 ff., τόμος 19, 813 BC.

89. Τὸ χαρτίον μὲν τοῦτο ἀναθεματισθῆναι καὶ τοὺς συμβουλευσαμένους καὶ τοὺς ἐκδεδωκότας καὶ γράψαντας καὶ μικρὰν εἴδησιν τῆς τούτων ποιήσεως ἔχοντας [«Το έγγραφο αυτό να αναθεματιστεί, καθώς και αυτοί που το συμβούλευσαν, αυτοί που το εξέδωσαν, το έγραψαν και όσοι έχουν την παραμικρή γνώση της πράξης αυτής.»] ΜANSI, 19, 821A.

90. Le terme «schisme».... ne peut être utilisé que pour signifier une rupture entre des organisations ecclésiastiques identiques ou très semblables dans leur vie, leur foi et leur constitution, rupture ayant des causes politiques, culturelles ou même personelles et conduisant à une séparation administrative ou d' ordre juridique partielle ou totale... Les chrétiens ont heureusement abandonné les uns envers les autres, l' usage courant des termes «hérétique» ou «schismatiques»: Rapport Final de la Troisième Conférence mondiale de «Foi et Constitution», Lund, 15-28 août 1952, στο βιβλίο τοῦ Lukas VISCHER, Foi et Constitution (Πίστη και Τάξη), Neuchatel (Delachaux et Niestlé) 1968 σελ. 93 - 94. [Ο Lukas Vischer, ήταν μια σημαντική προσωπικότητα στον χώρο του Οικουμενισμού και της θεολογικής συζήτησης μεταξύ χριστιανικών εκκλησιών. Ο Vischer είχε ενεργό ρόλο στο κίνημα «Πίστη και Τάξη» (Faith and Order), που αποτελεί μέρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ), και που εστιάζει στον διάλογο για τη χριστιανική ενότητα και τη θεολογική προσέγγιση μεταξύ διαφορετικών δογμάτων. Το έργο του, Foi et Constitution (Πίστη και Τάξη), αναφέρεται στις οικουμενικές προσπάθειες γεφύρωσης των διαφορών μεταξύ χριστιανικών εκκλησιών με βάση τη θεολογία, την εκκλησιολογία και την ιστορία. Η συγκεκριμένη έκδοση, που εκδόθηκε στη Neuchâtel από τον εκδοτικό οίκο Delachaux et Niestlé, αποτελεί ένα θεμελιώδες έργο σχετικά με τις συζητήσεις και τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί στις συνδιασκέψεις του κινήματος]. – Μεταξύ τῶν κωλυμάτων, ἅτινα εὔρηνται ἐπὶ τῆς ὁδοῦ τῆς προαγωγῆς τῶν ἀδελφικῶν σχέσεων ἐμπιστοσύνης καὶ τιμῆς (μεταξὺ τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως), προβάλλει ἡ ἀνάμνησις τῶν λυπηρῶν ἀποφάσεων, ἐνεργειῶν καὶ γεγονότων, τῶν ἀποληξάντων, ἐν ἔτει 1054, εἰς τὸ ἀνάθεμα, τὸ ἐξενεχθὲν κατὰ τοῦ Πατριάρχου Μιχαὴλ τοῦ Κηρουλαρίου καὶ δύο ἑτέρων προσώπων, ὑπὸ τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Ρωμαϊκοῦ θρόνου, ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν τοῦ Καρδιναλίου Ουμβέρτου, ἀπεσταλμένων, οἵτινες καὶ ὑπεβλήθησαν ἐν συνεχείᾳ ἀναλόγῳ ἀναθέματι ἀπὸ μέρους τοῦ Πατρι άρχου καὶ τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Καὶ τὰ μὲν γεγονότα ταῦτα ὑπῆρξαν, οἷα ὑπῆρξαν κατὰ τὴν ἰδιαζόντως τεταραγμένην περίοδον ἐκείνην τῆς Ιστορίας. Σήμερον ὅμως κρινόμενα ταῦτα ἐν πνεύματι μείζονος ἠρεμίας καὶ δικαιοσύνης, ἄγουσιν εἰς ἀναγνώ ρισιν τῶν ὑπερβολῶν, δι' ὧν ταῦτα ἐπεβαρύνθησαν καὶ αἴτινες... θὰ ὑπερπηδηθῶσι διὰ τῆς καθάρσεως τῶν καρδιῶν, τῆς ἀποδοκιμασίας τῶν ἱστορικῶν σφαλμάτων, ὡς καὶ διὰ τῆς ἀποτελεσματικῆς θελή σεως τοῦ καταντῆσαι εἰς τὴν κοινὴν κατανόησιν καὶ διατύπωσιν τῆς ἀποστολικῆς πίστεως καὶ τῶν αἰτημάτων αὐτῆς: Δήλωσις ἀναγνωσθεῖσα κατὰ τὴν ἐπίσημον συνεδρίαν τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου ὑπὸ τοῦ Θεοφιλ. Ι. Βίλλεμπραντς : ΤΟΜΟΣ ΑΓΑΠΗΣ, Rome-Istanbul 1971, σελ. 279 - 283. [Ο Καρδινάλιος Johannes Willebrands, μια εξέχουσα μορφή στον τομέα του Οικουμενισμού και διαλόγου μεταξύ των Εκκλησιών. Ο Willebrands υπηρέτησε ως Πρόεδρος του Γραφείου για την Προώθηση της Χριστιανικής Ενότητας (Pontifical Council for Promoting Christian Unity) από το 1969 έως το 1989 και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον διάλογο μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών, όπως η Ορθόδοξη Εκκλησία. Στη Β' Βατικανή Σύνοδο (1962-1965), όπου αναφέρεται ότι διαβάστηκε η συγκεκριμένη δήλωση, ο Willebrands ήταν ιδιαίτερα δραστήριος και συνέβαλε στις εργασίες για την ενότητα των χριστιανών. Η συμβολή του στο άνοιγμα του διαλόγου με την Ορθόδοξη Εκκλησία και άλλες χριστιανικές ομολογίες ήταν ουσιαστική, ειδικά σε μια εποχή όπου οι σχέσεις μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των υπόλοιπων χριστιανικών εκκλησιών ήταν ιστορικά τεταμένες. Μάλιστα, ο Willebrands έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις προσπάθειες αμοιβαίας άρσης των αναθεμάτων του 1054, κάτι που έγινε το 1965 σε μια κίνηση συμβολικού αλλά και θεολογικού χαρακτήρα, με σκοπό να ξεπεραστούν οι μακροχρόνιες διαιρέσεις και να προωθηθεί η ενότητα.]

ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΛΕΣ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΣΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου