Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

Οι «θεούσοι» και οι «αγαπούληδες» στην Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία

 Μύρων Ζαχαράκης
 

Τα δύο άκρα στην Εκκλησία

Οι χριστιανικές εκκλησίες σήμερα -και όχι μόνο στην Ελλάδα- θυμίζουν κάπως το Κομουνιστικό Κόμμα. Ισχυρότεροι ακόλουθοι και των δύο είναι κατά πλειοψηφία οι ηλικιωμένοι, και κάποιοι νέοι που έχουν μεγαλώσει μαζί τους, η πλειονότητα όμως της νεολαίας αποστασιοποιείται, επειδή αισθάνεται ότι πρόκειται για μορφώματα του παρελθόντος που απλώς επιβιώνουν ως κατάλοιπα. Στην Ελλάδα, υπάρχει μια έντονα αντιχριστιανική διάθεση, αφού όλο και περισσότεροι άνθρωποι –ακόμα και Χριστιανοί- όχι μονάχα απομακρύνονται σταθερά από τη χριστιανική Εκκλησία, αλλά και τη στηλιτεύουν με κάθε αφορμή. Όπως είναι γνωστό, το παλιότερο τρίπτυχο «πατρίς- θρησκεία- οικογένεια» έχει προ πολλού στιγματιστεί, γι’ αυτό και τις τελευταίες τέσσερεις δεκαετίες η νεολαία το είχε απορρίψει και είχε στραφεί για καθοδήγηση στον πολιτικό χώρο της Αριστεράς. Επικρατούσε λοιπόν στη χώρα μας ένας διάσπαρτος «αριστερός» λόγος, ο οποίος υποσχόταν κολακευτικά στον ελληνικό λαό την ευμάρεια και την άνεση. Η σημερινή νεολαία έχει πάρει «διαζύγιο» από την παράδοση της Ελλάδας. Αγνοεί το παρελθόν και νιώθει πως δεν χρειάζεται να το μάθει. Όσο για τις αξίες, υποστηρίζει μια αφηρημένη «δημοκρατία», «ισότητα» και τη χορήγηση δικαιωμάτων, χωρίς να ξέρει τι σημαίνουν όλα αυτά στην πράξη, ενώ κρίνει ότι η θρησκεία είναι μια υπόθεση αυστηρά ατομική, κατάλληλη μόνο για τον εσωτερικό κόσμο του (φοβισμένου) ανθρώπου. Η πίστη, αν υπάρχει, πρέπει να μην εκφράζεται δημόσια, διότι μπορεί να θεωρηθεί κατάλοιπο αυταρχικών νοοτροπιών. Σήμερα, στη νεανική συνείδηση έχουν σχεδόν χρεοκοπήσει και τα δύο, τόσο η θρησκεία όσο και η Αριστερά. Η ελληνική νεολαία είναι κατά κάποιον τρόπο «μετέωρη». Αξίζει άραγε να έλθει στη ζωή μας ο γνήσιος χριστιανικός λόγος, ο οποίος θα παραμένει πάντα το «νέο κρασί» που τα κάθε είδους παλαιά «ασκιά» (Λκ. 5,36-39) είναι ανήμπορα να διατηρήσουν; Και αν, όπως πιστεύουμε, η απάντηση στο ερώτημα τούτο είναι καταφατική, τι είναι αυτό που εμποδίζει μια τέτοια «επιστροφή»; Κατά τη γνώμη μας, υπάρχουν δύο κύρια εμπόδια. Αμφότερα εμφιλοχωρούν εντός της Εκκλησίας, αν και όχι στα ίδια σημεία.

Το πρώτο εμπόδιο είναι οι «θεούσοι». Οι Χριστιανοί, λένε οι θεούσοι, οφείλουν να μη βλέπουν τηλεόραση, ν’ αποφεύγουν το θέατρο και τον κινηματογράφο, ενώ από βιβλία επιτρέπεται να διαβάζουν μονάχα όσα εγκρίνει ο εξομολόγος τους. Οι γυναίκες απαγορεύεται δια ροπάλου να φορούν «πανταλόνι». Αν ο φιλοπερίεργος αναγνώστης πάρει ένα «θεούσικο» βιβλίο στα χέρια του, αυτή τη φορά για τα σύγχρονα μουσικά ρεύματα, θα διαπιστώσει πως η rock, η pop, καθώς και η rap μουσική είναι εξ ολοκλήρου αντιχριστιανικές. Η pop θεωρείται ότι διεγείρει τον ανθρώπινο οργανισμό για χρήση ουσιών ή για σεξουαλική δραστηριότητα. Η rap κρίνεται προσβλητική και βίαιη, επειδή υποτιμά τις γυναίκες ή κάνει λόγο για ναρκωτικά, πράγμα ειρωνικά περίεργο, αφού οι περισσότεροι κληρικοί και θεολόγοι εκφράζονται πιο προσβλητικά για το γυναικείο φύλο. Η rock με τη σειρά της θεωρείται παλαιόθεν σατανική, εξαιτίας ορισμένων τραγουδιών των Rolling Stones και των K.I.S.S., στους οποίους αναφέρονται ακούραστα οι συγγραφείς τέτοιων βιβλίων. Απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις της πολυπολιτισμικότητας και της μετανάστευσης εκείνοι προτείνουν την περιχαράκωση και την αποφυγή του διαλόγου με τους ξένους, για να μην μας «αλλοτριώσουν». Ένα ακόμη θέμα στο οποίο επιμένουν είναι η άρνηση της τηλεόρασης. Ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς ν’ ακούσει τη συγκεκριμένη προτροπή από τέτοιους κληρικούς και θεολόγους. Προτιμούν να αποκλείσουν a priori οτιδήποτε μπορεί να τους βλάψει, παρά να ξεχωρίσουν το ωφέλιμο από το βλαβερό, έργο απαιτητικότερο και πιο δύσκολο. Πρόκειται όμως για φυγή που δείχνει όχι τόσο θρησκευτικό ζήλο όσο δειλία και οπισθοδρομικό πνεύμα. Όσο για τους αυστηρότερους θεούσους, εκείνοι επιτρέπουν στους Χριστιανούς τριών ειδών μουσικής: τη βυζαντινή, τα δημοτικά τραγούδια και την κλασική μουσική. Εξίσου ανεπίτρεπτα κρίνονται συγκεκριμένα βιβλία, που επειδή οι Χριστιανοί κινδυνεύουν να σκανδαλιστούν, οι ιερείς και οι θεολόγοι τα ονομάζουν «απαγορευμένα». Οι Χριστιανοί οφείλουν να υπακούσουν αν θέλουν να σωθούν[1]. Εκτός απ’ την ανελευθερία, ένα ακόμη ζήτημα είναι αυτό της φοβικότητας. Ένα ζήτημα που έχει συζητηθεί τα τελευταία χρόνια και επανέρχεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είναι αυτό των συνεπειών της Συνθήκης Schengen, που υπεγράφη στα 1985, με κύριο σκοπό την καθιέρωση κοινών μέτρων ασφάλειας μέσα στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέρος αυτής είναι και η καθιέρωση ηλεκτρονικής και προσωποποιημένης κάρτας/ταυτότητας του πολίτη, που θα ενοποιεί τις βασικές πληροφορίες και τα στοιχεία του. Συχνά, οι αρνητές των νέων ταυτοτήτων, όταν δεν προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους σαν ανησυχίες για τον κίνδυνο του ολοκληρωτισμού, επικαλούνται ορισμένους επιδραστικούς κληρικούς, μοναχούς, ή ακόμη και λαοφιλείς Αγίους. Ένα παράδειγμα είναι εδώ ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, που πρωτοστάτησε στη διαμαρτυρία κατά των ταυτοτήτων κατά τη δεκαετία του 1980, και δήλωσε κάποτε, μάλιστα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η «σιωνιστική δικτατορία του Αντιχρίστου». Κύρια πηγή είναι το ιδιόχειρο κείμενό του με τον χαρακτηριστικό τίτλο Τα σημεία των καιρών, το οποίο φέρει επίσης την υπογραφή του. Ο Όσιος γνώριζε πως επρόκειτο να κυκλοφορήσουν τα λεγόμενά του, και έτσι προσπάθησε να ξεκαθαρίσει τη θέση του σ’ αυτό το ζήτημα μ’ επίσημο τρόπο. Τις δηλώσεις του Οσίου αναπαράγουν και διαστρεβλώνουν συχνά. Παρόλα αυτά, ας πούμε κάτι ακόμη. Έχουν μήπως οι Άγιοι το «αλάθητο» και αποκλείεται να πλανώνται πνευματικά; Σε καμία περίπτωση. Ασφαλώς και ένας Άγιος μπορεί κάποτε και να σφάλλει.

Υπάρχουν κείμενα Αγίων, όπως αυτό του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου, όπου αναφέρεται ότι Άγιοι έχουν κάνει λάθος και δίνονται προτροπές για κατανόηση. Κάθε Άγιος έχει επίσημα αγιοκαταταχθεί από την Ιερά Σύνοδο. Αυτή δεν είναι μία μονομερής πράξη της ιεραρχίας: πρώτα ο άγιος αναγνωρίζεται από το ποίμνιο, στη συλλογική του συνείδηση, και μετά η ιεραρχία «επικυρώνει» επίσημα την αναγνώριση αυτή. Η Εκκλησία, και όχι ο κάθε πιστός ατομικά, αποφασίζει τόσο για το ποιοι θ’ αγιοκαταταχθούν, δηλαδή θ’ αναγνωρισθούν επισήμως ως Άγιοι, όσο και για το τι από όσα έχουν πει οι εκκλησιαστικοί πατέρες θα διατηρήσει. Η Εκκλησία λειτουργεί συνοδικά και στις συνοδικές αποφάσεις υπακούμε εμείς, όχι στα λόγια του οποιουδήποτε γέροντος ή κληρικού. Ειδάλλως, ξεπέφτουμε σε «γεροντισμό» και κινδυνεύουμε να διασπασθούμε σε σέκτες. Αντί να αποφεύγουμε τους νεωτερισμούς νοσταλγώντας ένα φανταστικό παρελθόν, καλύτερα ας εγκολπωθούμε τις νέες ευκαιρίες και όσα μπορούν να μας προσφέρουν. Αυτή είναι απλώς μία αφορμή να δούμε την έντονη επιρρέπεια πολλών Ορθοδόξων στο να διαβλέπουν πνευματικό κίνδυνο πίσω από διάφορους νεωτερισμούς. Στην παραμικρή κίνηση διαλόγου της Εκκλησίας με αλλόδοξους, διαβλέπουν ευθεία απειλή για την Ορθοδοξία και οδύρονται για τον «Οικουμενισμό». Ο οικουμενικός διάλογος, όπως το λέει η λέξη, ξεκίνησε ως διάλογος ανάμεσα στις διαφορετικές χριστιανικές ομολογίες, σήμερα όμως οι πιο σκληροπυρηνικοί βλέπουν παντού αιρετικούς και αιρετικές τάσεις σε οποιαδήποτε κίνηση διαλόγου, ωσάν να επίκειται η άμεση αναγκαστική ένωση των Εκκλησιών. Άλλος ένας φόβος του είναι ο αθεϊσμός, τον οποίο αντιδιαστέλλουν με τις παραδοσιακές κοινωνίες. Τέλος, θα θυμίσουμε στον υπομονετικό μας αναγνώστη την ακόρεστη «προφητολαγνεία», στην οποία οι θεούσοι παρασύρονται. Συνήθως η προφητειολαγνεία αυτή έχει εσχατολογικό χαρακτήρα.

Ενδεικτικά, όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, οι επίδοξοι προφητολόγοι δεν πτοήθηκαν απ’ την ανικανότητά τους να την προβλέψουν (όπως άλλωστε και την προηγηθείσα πανδημία του κορωνοϊού), αλλά κατέφυγαν σε εκ των υστέρων προφητείες από φημισμένους, και μη, γέροντες. Θυμάται άραγε κανείς που έλεγαν ότι το φοβερό πυρηνικό ατύχημα στο Chernobyl ήταν άμεσος προπομπός της Δευτέρας Παρουσίας. Σε λαϊκό επίπεδο, τους θεούσους συνοδεύει και μια κλίση προς τον «γεροντισμό», την υποστήριξη κάποιου φημισμένου γέροντος ασκητή, ακόμη και όταν (ή μάλλον προ πάντων τότε) τα λόγια και τα γραπτά του συγκρούονται με την επίσημη Εκκλησία. Οι ίδιοι άνθρωποι προβάλλουν θριαμβευτικά το παράδειγμα της Ρωσίας, που (υποτίθεται ότι) έχει επιστρέψει στο Χριστό, διαδικασία που ξεκίνησε από όταν κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Πλέον, η Ρωσία είναι ιδιαίτερα αγαπητή σ’ αυτούς τους κύκλους, λόγω της σχέσης της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στο ίδιο πνεύμα θαυμάζεται ο Putin και περιγράφεται σαν σύγχρονος Βυζαντινός αυτοκράτορας που υπερασπίζεται την πίστη απέναντι στις δυνάμεις του Αντίχριστου. Τέλος, για να εκφραστεί, ο χώρος αυτός χρησιμοποιεί ένα στρεβλό ιδίωμα, το οποίο έχει καταργηθεί επίσημα εδώ και δεκαετίες. Δεν είναι τυχαίο που σχεδόν όλα τα θρησκευτικά τους βιβλία είναι γραμμένα σε πολυτονικό και συχνά ο προφορικός τους λόγος είναι γεμάτος επιδεικτικούς λογιοτατισμούς. Από τέτοια άτομα υποστηρίζεται η απόλυτη πρωτοκαθεδρία στην αλήθεια, με τη μορφή καταδίκης των ιδεολογικά κοντινών τους ομάδων.

Αλλά δεν τελειώσαμε εδώ. Το δεύτερο μεγάλο εμπόδιο για την εμφάνιση μιας υγιέστερης σχέσης Εκκλησίας και νεολαίας, είναι οι λεγόμενοι «αγαπούληδες»[2]. Οι αγαπούληδες είναι στον αντίποδα των θεούσων και τους καταγγέλλουν με κάθε αφορμή. Αν οι θεούσοι ενδημούν κυρίως στις χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικές ομάδες Χριστιανών, οι αγαπούληδες προέρχονται πιο συχνά απ’ τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και τείνουν κατά μέσον όρο να είναι όχι μόνο ηλικιακά νεώτεροι αλλά και μορφωτικά πιο προηγμένοι. Στόχος τους; Ο άνευ όρων εκμοντερνισμός της Ελλαδικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και όχι μόνον. Οι άνθρωποι αυτοί αφενός εγκωμιάζουν αφειδώς την πολυπολιτισμικότητα, αφετέρου αξιώνουν να εξαφανισθεί οτιδήποτε δεν ταιριάζει στο προκατασκευασμένο ένδυμα του φιλελεύθερου εκμοντερνισμού τους. Ως επί το πλείστον, η θρησκευτική σκέψη των αγαπούληδων έγκειται σ’ έναν διαρκή και επίμονο εκθειασμό του Ρωμαιοκαθολικισμού του εικοστού αιώνα, κυρίως δε της Β’ Βατικανής Συνόδου, σε απαξιωτική αντιδιαστολή με την Ορθόδοξη Εκκλησία και τη δική της άρνηση να υιοθετήσει αντίστοιχους «εκμοντερνισμούς». Ενδεχομένως τα εγκώμια οφείλονται στο ότι η Σύνοδος «φιλελευθεροποίησε» τον Ρωμαιοκαθολικισμό, φέρνοντάς τον εγγύτερα στον φιλελεύθερο προτεσταντισμό. Όσο και αν υποστηρίζουν στην πράξη τον ανοικτό διάλογο, οι εν λόγω θεολογούντες τον αποφεύγουν συστηματικά. Σύμφωνα με αυτούς, η Δύση, προσφέροντας στους ανθρώπους ένα υψηλότερο επίπεδο ανεκτικότητας και δημοκρατίας, προσεγγίζει περισσότερο τον Θεό σε σχέση με μας που, μιμούμενοι τους Ταλιμπάν, είμαστε βέβαιοι ότι κατέχουμε την απόλυτη αλήθεια και αν χρειαστεί την επιβάλλουμε σε άλλους. Παρά την ευφυΐα το αναντίρρητο ταλέντο ορισμένων εξ αυτών στη συγγραφή, κατά κανόνα δεν επιχειρηματολογούν για να μας πείσουν.

Δύσκολα θα διαβάσουμε μιαν αναλυτική αποδόμηση των πιθανών αντιρρήσεων στις απόψεις τους. Αντ’ αυτού, αρκούνται απλώς σε γενικευτικές καταγγελίες («δυστυχώς οι περισσότεροι Χριστιανοί» κ.λπ.) και μεμψίμοιρα κοινωνικά σχόλια («δυστυχώς ακόμη θέλουμε πολλή δουλειά»). Σαν να είναι απόλυτα βέβαιο πως είναι απόλυτα ορθές οι μεταρρυθμίσεις που υπαινίσσονται, αλλά φταίμε εμείς οι υπόλοιποι κωλυσιεργούμε να τις κάνουμε πράξη. Σαν να μην υπάρχει σοβαρός αντίλογος για όλα όσα μας λένε, ή σαν να μην υπάρχει κανείς άνθρωπος, πλην των «φασιστών» και «φονταμενταλιστών», που να είναι τόσο κακός ώστε να μην έχει ήδη πεισθεί απ’ τη φιλελεύθερη «σοφία» τους[3]. Οι αγαπούληδες σχεδόν πανηγυρίζουν για την αποχριστιανοποίηση της κοινωνίας, πασχίζοντας να προβούν στη ληξιαρχική πράξη θανάτου της χριστιανικής πίστης. Σχεδόν «απειλούν» την Ορθοδοξία να προσαρμοσθεί στις κοινωνικές εξελίξεις, ακόμη και απεμπολώντας χιλιετείς αρχές, αν θέλουν να συνεχίσουν να υπάρχουν. Κάποιοι από αυτούς τους θεολογούντες δεν έχουν πει σχεδόν ποτέ κάτι θετικό γιά την Εκκλησία και τους Χριστιανούς, κάποιον ιερέα, κάποια ενορία ή μια ενέργεια ενός Επισκόπου[4]. Υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα; Ασφαλώς, αλλά δύσκολα θα τις βρούμε στον χώρο της (έστω και κατ’ επίφαση) Ορθοδοξίας. Πόσοι θυμούνται την Επισκοπελιανή επίσκοπο Mariann Edgar Budde και τον πρόσφατο λόγο της στην ορκωμοσία του τωρινού προέδρου των ΗΠΑ;

Την επίσκοπο Budde οι αγαπούληδες θεολόγοι (αν και όχι μόνον αυτοί, οφείλουμε να το πούμε) την έχουν σχεδόν αναγάγει σε Αγία. Η Budde, όμως, παρέλειψε να συζητήσει την αντίρρηση για τα ηθικά δικαιώματα των εμβρύων στην ζωή. Και το έκανε διότι δεν πιστεύει και η ίδια ότι έχουν ένα τέτοιο ηθικό δικαίωμα. Παλαιότερα, μάλιστα, είχε ταχθεί υπέρ του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση, χωρίς την παραμικρή ηθική ένσταση. Η επίσκοπος Budde είναι αντιπρόσωπος ενός θρησκευτικού οργανισμού που υιοθετεί όλο το ρεπερτόριο της woke ιδεολογίας, και προσπαθεί να του δώσει τη θεολογική νομιμοποίηση που θα κάνει «αναπαυτική» την αποδοχή του από τους πιστούς. Οι θεολογίζοντες αγαπούληδες, για να γυρίσουμε σ’ αυτούς, παράγουν λόγο που μαρτυρεί έναν διάχυτο αντικληρικαλισμό. Σα να μη θέλουν να είναι ούτε θεολόγοι, ή ακόμη και ούτε καν Χριστιανοί. Μόνο «αφορίζουν» νοερά και αποβάλλουν, εγκωμιάζοντας όλους εκείνους που επιτίθενται στη χριστιανική παράδοση, όπως εκείνοι. Οι «αγαπουλίστικες» προειδοποιήσεις για την «αναπόφευκτη παρακμή» των θρησκειών, λόγω της επιστημονικής ανάπτυξης, ίσως και να προέρχονται από ευσεβείς πόθους ορισμένων αμφιταλαντευόμενων πιστών, που είναι υπερβολικά «εγκεφαλικοί» για να δεχθούν υπερφυσικούς ισχυρισμούς, συμπαθούν όμως ως έναν βαθμό τη θρησκευτική ηθική, όταν αυτή δεν συγκρούεται με τον φιλελευθερισμό, και γι’ αυτό κάνουν έκκληση στις θρησκείες να χαμηλώσουν τον «πήχη» των απαιτήσεών τους, ώστε να μπορούν να τις πληρούν και οι ίδιοι, χωρίς να βιώνουν εσωτερικό διχασμό. Έτσι εξηγείται η βιαστική ταύτιση του μειωμένου εκκλησιασμού με αθεϊσμό, λησμονώντας ότι σήμερα θεριεύει και η αμφισβήτηση προς την ίδια την επιστήμη και οι κάθε λογής καινοφανείς λατρείες.

Εκεί είναι το πρόβλημά τους. Αντιμετωπίζουν μονάχα «διανοητικά» και όχι βιωματικά τη χριστιανική πίστη. Η εμπειρία αντικαθίσταται από έναν νεφελώδη λόγο περί «αγάπης», με την έννοια τούτη να μην ορίζεται με βάση τα θεολογικά κριτήρια των Αγίων και των Πατέρων[5]. Η Ορθοδοξία δεν είναι ανάγκη να μετατραπεί σε ακόμη μια προτεσταντική σέκτα. Υπάρχουν ήδη πολλές και όποιος το επιθυμεί είναι ανά πάσα στιγμή ελεύθερος να προσχωρήσει σε μία. Ή μήπως είναι τάχα ειλικρινέστερο να παραμένει σε μια πίστη που εμφανώς δεν τον εκφράζει και να παριστάνει τον δριμύ κατήγορο που τα λέει «χύμα και τσουβαλάτα» κάθε φορά; Όποιος πιστεύει ότι σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια Χριστιανισμού είναι προϊόν «διαστρέβλωσης», μάλλον και δεν έχει πολλά θετικά να βρει στην Ορθοδοξία.

Η υποκρισία, όμως, των αγαπούληδων συμπορεύεται με αλαζονεία. Αυτό φαίνεται στην ανάγκη τους να σκανδαλίζουν διαρκώς τους πιστούς, τους οποίους περιφρονούν κατά βάθος, επειδή τους έχουν ταυτίσει, στην πλειονότητά τους, με τους θεούσους που αναφέραμε πιο πάνω. Βασικά, οι εν λόγω θεολογούντες συμπεριφέρονται σαν τον Φαρισαίο της παραβολής. Μονάχα που είναι από την ανάποδη: ο Φαρισαίος δόξαζε τον Θεό που δεν είναι σαν τον αμαρτωλό τελώνη. Εκείνοι υμνούν και δοξάζουν τον δικό τους θεό (δηλαδή τον εαυτό τους) για το ότι δεν είναι όπως οι άλλοι, οι περισσότεροι, οι «αφελείς» και «χαμηλού επιπέδου» πιστοί. Βέβαιοι πως οι Φαρισαίοι είναι πάντοτε κάποιοι άλλοι, λησμονούν μια μεγάλη αλήθεια: η ανάγκη τους να συγκρούονται και να προκαλούν, είναι ακριβώς αυτό εναντίον του οποίου προειδοποίησε ο Χριστός, όταν έλεγε «ος δ᾿ ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῇ μύλος ὀνικὸς εἰς τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ καταποντισθῇ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης» (Μτθ. 18’6). Δεν πρέπει να υποτιμάμε τους «μικρούς» και τους «ασήμαντους», και δεν επιτρέπεται να ξεχάσουμε ποτέ πως ο Χριστιανισμός ξεκίνησε με ορισμένους «μικρούς», ταπεινούς και κοινωνικά ασήμαντους Ιουδαίους, σε μια περιοχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αν λοιπόν ο Χριστιανισμός ανθεί σήμερα σε «υποβαθμισμένες» χώρες, είναι ίσως επειδή εκεί δεν υπάρχει υλική ευμάρεια, ασφάλεια και κράτος δικαίου. Οι άνθρωποι χρειάζονται ένα στήριγμα. Αντίστροφα, η ευζωία που έχουν χώρες όπως οι Σκανδιναβικές δεν πρέπει να ταυτίζεται με την καλοσύνη. Ένα κράτος που λειτουργεί «ρολόι» είναι κάτι αξιοθαύμαστο, απέχει όμως πολύ από την «αλληλεγγύη» και τον απόλυτο σεβασμό των άλλων[6].

Καταλήγοντας, θεούσοι και αγαπούληδες έχουν κοινό ότι παριστάνουν πως τιμούν τον Θεό, στην πραγματικότητα όμως δεν τιμούν κανέναν άλλον παρά τον εαυτό τους. Ο εγωισμός τους ωθεί να πολεμούν αδιάκοπα οι μεν τους δε, με αποτέλεσμα η παραμικρή αντίρρησή σου να είναι αρκετή για να σε εντάξουν άμεσα στο αντίπαλο στρατόπεδο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι Πατέρες και Άγιοι της Ορθοδοξίας προσέγγιζαν τη χριστιανική πίστη και θεολογία με σεμνότητα, όχι με ανέκδοτα ειρωνείες, και ψευδαισθήσεις μεγαλείου απέναντι στους άλλους. Ας είναι τουλάχιστον ειλικρινείς και ας μας παραδεχθούν ότι δεν τους νοιάζει ο Χριστός, ότι έχουν τις δικές τους απόψεις και ότι επιθυμούν να ορθώσουν ένα δικό τους θρησκευτικό οικοδόμημα. Με τι αντικαθιστούμε τους Πατέρες δηλαδή; Με την επίκληση μιας απεριόριστα επιτρεπτικής αγαπολογίας; Στο ζήτημα της αγάπης ελλοχεύει η μεγαλύτερη πλάνη: αγάπη προς τον συνάνθρωπο δεν σημαίνει να απαλείψεις κάθε αμαρτία για να τον βγάλεις «λάδι». Αν πιστέψουμε τους Αγίους, η αγάπη προς τον πλησίον είναι μία «ασκητική» διαδικασία, άσκηση σώματος και ψυχής για να ξεφύγει ο άνθρωπος απ’ τον εγωισμό που όλοι έχουμε. Αν ψάξουμε να μάθουμε τι ήταν όντως η αγάπη κατά τους εκκλησιαστικούς πατέρες, τότε θα συνειδητοποιήσουμε το πόσο απέχουμε όλοι εμείς απ’ αυτή.

Με όσα γράφουμε εδώ, δεν υποστηρίζουμε ότι η Εκκλησία πρέπει να απαγορεύει κάθε δυνατή μεταβολή. Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι πως η όποια μεταβολή μπορεί και θα πρέπει να γίνεται εκκλησιαστικά – συνοδικά και ύστερα από διάλογο με θεολογικά επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα, στο πλαίσιο της παράδοσης στην οποία ανήκουμε. Οι άνθρωποι της Εκκλησίας δεν πρέπει να είναι μικρόψυχοι και δειλοί. Πρέπει να ενθαρρύνονται να εκτίθενται σε διαφορετικές πηγές αντί να εγκλωβίζονται σε συγκεκριμένες ιδέες, αποκτώντας ένα απατηλό αίσθημα αυτάρκειας και παντογνωσίας. Είναι απαραίτητο να εγκαταλείψουμε τόσο τον «θεουσισμό» όσο και τον «αγαπουλισμό», προκειμένου η πίστη μας ν’ αποκτήσει μια ζωντανή σχέση με τον λαό και την κοινωνία. Αν είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος ότι το θρησκευτικό κενό στην Ευρώπη καλύπτει πλέον το Ισλάμ, η ταχύτερα αναπτυσσόμενη θρησκεία στον κόσμο προσεχώς η πολυπληθέστερη παγκοσμίως, οι Χριστιανοί οφείλουμε να υπενθυμίσουμε σε όλους το μήνυμα της αγάπης του Ευαγγελίου και όχι να «μονομαχούμε» μεταξύ μας ατελείωτα.

Σημειώσεις

[1] Οι θεούσοι επίσης πενθούν, σε σπαραξικάρδιους τόνους, με το γεγονός ότι δόθηκαν πολιτικά δικαιώματα στις κοινωνικές μειονότητες. Το θέμα είναι σοβαρό, οι απαντήσεις διόλου προφανείς και ό,τι και αν πιστεύει κανείς για το ζήτημα των μειονοτήτων, οι ηθικοί πανικοί δεν βοηθούν κανέναν.
[2] Η διάκριση θεούσων και οι αγαπούληδων αντιστοιχεί στη διάκριση του (πλανεμένου) «ζηλωτισμού» με τον (αιρετικό) «οικουμενισμό», τους οποίους ο αείμνηστος π. Επιφάνειος Θεοδωρόπουλος ονόμαζε «δύο άκρα».
[3] Επιπλέον, κόντρα σε όσα μας επαναλαμβάνουν, ο εορτασμός του Χριστουγέννων την 25η Δεκεμβρίου δεν έχει σχέση με τον Μιθραϊσμό και τις άλλες παγανιστικές λατρείες, αλλά με το ότι (πρώτα στην Καρχηδόνα και έπειτα στη Ρώμη) είχε επικρατήσει από νωρίς να θεωρείται δεδομένο πως ο Χριστός «συνελήφθη» την αντίστοιχη 25η Μαρτίου του ρωμαϊκού ημερολογίου (γι’ αυτό και τότε γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου), άρα η γέννησή Του δεν θα μπορούσε να είναι παρά εννιά μήνες μετά, δηλαδή τον Δεκέμβριο. Οι πιστοί θεωρούσαν επίσης πως ο Χριστός συνελήφθη, ως άνθρωπος, στις 25 Μαρτίου, επειδή η 25η Μαρτίου ήταν και η μέρα που πέθανε πάνω στον σταυρό. Εδώ έχουμε την αναλογία: αν πέθανε στις 25 Μάρτη, πίστευαν, θα πρέπει να γεννήθηκε και 25 Μαρτίου. Σύμφωνα με μια παλιά ιουδαϊκή πεποίθηση, όλα τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας χαρακτηρίζονται από μια ημερολογιακή «συμμετρία», γι’ αυτό θεωρήθηκε πως πρέπει να είναι η 25η μέρα. Οι πρώτοι που αμφισβήτησαν αυτή την ιδέα ήταν οι Πουριτανοί και αργότερα όσοι ήθελαν να μεμφθούν τον Χριστιανισμό γενικά ότι τάχα δεν διαθέτει τίποτα το «πρωτότυπο». Στην πραγματικότητα, η έλλειψη πρωτοτυπίας χαρακτηρίζει μάλλον τους πολεμίους του, διότι όσα λένε τα έχουν ήδη πει Χριστιανοί στο παρελθόν, ενάντια σε άλλους Χριστιανούς.
[4] Αντίθετα, ο μακαριστός Σιατίστης Παύλος είπε κάποτε σε μια γυναίκα «πάρε το και σφάξε το», εννοώντας ότι η παιδοκτονία είναι βαρύ έγκλημα σαν την άμβλωση. Ο Όσιος Παΐσιος είχε πει ότι ακόμη και η παιδοκτονία είναι λιγότερο βαρύ «έγκλημα» από την άμβλωση (αφού ο άνθρωπος έχει προλάβει να βαπτισθεί πρώτα). Μήπως το είπε και αυτός για να προτρέψει σε παιδοκτονία ή εγκατάλειψη, όπως μερικοί κατηγορούν τον Άρη Σερβετάλη;
[5] Για παράδειγμα, αν απαρνηθούμε την ιερότητα του θεσμού των κληρικών, χάνουμε μαζί της και την ιερότητα των μυστηρίων. Γνωρίζουμε, από την Καινή και ακόμη και την Παλαιά Διαθήκη, πως υπήρχαν ιερείς και αυτοί ουδέποτε ήταν γυναίκες. Στην Καινή Διαθήκη, το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και της Εξομολόγησης παραδίδεται στους Αποστόλους και όχι στις γυναίκες μαθήτριες. Αυτόματα, λοιπόν, η ιεροσύνη δίνεται στους άνδρες. Η αποκλειστική ιεροσύνη των ανδρών, μας λένε οι ειδήμονες θεολόγοι, ανάγεται στον άξονα ετερότητας/ομοιότητας και όχι στο δίλημμα ισότητα/ανισότητα. Γυναίκες είναι μόνο οι διακόνισσες, θεσμός που εξέλιπε για πολλούς αιώνες, αν και δεν αποκλείεται ν’ αναβιώσει.
[6] Και οι κάτοικοι των χωρών του Πρώτου Κόσμου, όμως, παρόλη τους την ευμάρεια, σημειώνουν μάλλον υψηλό αριθμό αυτοκτονιών, χρήσης ναρκωτικών, καθώς και μιας σειράς νέων μορφών εθισμού που οι προγενέστερες κοινωνίες αγνοούσαν (π.χ. «εθισμός» στα βιντεοπαιχνίδια και στην πορνογραφία).

Ο ζωγραφικός πίνακας που συμπληρώνει τη σελίδα ("Πάλη", 2003) είναι έργο του Ιωάννη Μητράκα.


Ανώνυμος είπε...

Μιας και οι θεούσοι και οι αγαπούληδες (γλυκούληδες, παιδιά του Ζηζιούλα και της ακαδημίας Βόλου) είναι προτεσταντικά φαινόμενα θα ήθελα να τους αφιερώσω το ειρωνικό τραγούδι του Tom Waits με το τίτλο: “Chocolate Jesus”
https://www.youtube.com/watch?v=m5kHx1itU8c
Το τραγούδι “Chocolate Jesus” συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ Mule Variations του Tom Waits, που κέρδισε βραβείο Grammy το 1999, και έκτοτε έχει διασκευαστεί από δεκάδες καλλιτέχνες, με πιο γνωστή την Beth Hart. Οι στίχοι περιγράφουν ένα αγόρι που πηγαίνει σε ένα ζαχαροπλαστείο κάθε Κυριακή για να απολαύσει τον δικό του σοκολατένιο Ιησού. Κανένα άλλο γλυκό δεν μπορεί να τον ικανοποιήσει—γιατί «μόνο ένας σοκολατένιος Ιησούς / Μπορεί να ικανοποιήσει την ψυχή μου»· «είναι το μόνο πράγμα / Που μπορεί να με σηκώσει». Το τραγούδι ερμηνεύεται συνήθως ως μια αιχμή προς εκείνους που χρησιμοποιούν τη θρησκεία απλώς ως έναν μηχανισμό που τους κάνει να νιώθουν καλά. Είναι γνωστό ότι η κατανάλωση σοκολάτας απελευθερώνει ενδορφίνες, δηλαδή χημικές ουσίες της ευχαρίστησης, στον εγκέφαλο· η θρησκευτική πρακτική μπορεί να έχει το ίδιο αποτέλεσμα, και αυτή η επιφανειακή εμπειρία ευχαρίστησης είναι που προσελκύει ορισμένους στην πίστη και τους διατηρεί σε αυτήν. Όσοι γεύονται μόνο τη γλυκύτητα μιας θρησκείας, υπονοεί ο Waits, μοιάζουν με παιδιά εθισμένα στα γλυκά, εξαρτημένα από την έξαψη της ζάχαρης και υποσιτισμένα. Τι γίνεται, όμως, με τον σταυρό που ο Ιησούς καλεί τους Χριστιανούς να σηκώσουν; Τι γίνεται με την κοινωνική και ηθική ευθύνη; Τι γίνεται με τις Μακαριότητες: «Μακάριοι οι πτωχοί τῷ πνεύματι», «Μακάριοι οι πενθούντες» κ.ο.κ.; Τι γίνεται με το πικρό χάπι της αμαρτίας και των συνεπειών της; Αυτά δεν είναι τόσο γευστικά, και έτσι κάποιοι Χριστιανοί τα παραλείπουν από τη «διατροφή» τους.


Ανώνυμος είπε...

Αʹ Ιω 3:9 – 22
Ἀδελφοί, πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ ἁμαρτίαν οὐ ποιεῖ, ὅτι σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ μένει· καὶ οὐ δύναται ἁμαρτάνειν, ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται. ἐν τούτῳ φανερά ἐστι τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ τέκνα τοῦ διαβόλου. πᾶς ὁ μὴ ποιῶν δικαιοσύνην οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ. ὅτι αὕτη ἐστὶν ἡ ἀγγελία ἣν ἠκούσατε ἀπ᾿ ἀρχῆς, ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, οὐ καθὼς Κάϊν ἐκ τοῦ πονηροῦ ἦν καὶ ἔσφαξε τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ· καὶ χάριν τίνος ἔσφαξεν αὐτόν; ὅτι τὰ ἔργα αὐτοῦ πονηρὰ ἦν, τὰ δὲ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ δίκαια. Μὴ θαυμάζετε, ἀδελφοί μου, εἰ μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν, ὅτι ἀγαπῶμεν τοὺς ἀδελφούς· ὁ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν μένει ἐν τῷ θανάτῳ. πᾶς ὁ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί, καὶ οἴδατε ὅτι πᾶς ἀνθρωποκτόνος οὐκ ἔχει ζωὴν αἰώνιον ἐν ἑαυτῷ μένουσαν. ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην, ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε· καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι. ὃς δ᾿ ἂν ἔχῃ τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ ἀπ᾿ αὐτοῦ, πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μένει ἐν αὐτῷ; Τεκνία μου, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδὲ τῇ γλώσσῃ, ἀλλ᾿ ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ. καὶ ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐκ τῆς ἀληθείας ἐσμέν, καὶ ἔμπροσθεν αὐτοῦ πείσομεν τὰς καρδίας ἡμῶν, ὅτι ἐὰν καταγινώσκῃ ἡμῶν ἡ καρδία, ὅτι μείζων ἐστὶν ὁ Θεὸς τῆς καρδίας ἡμῶν καὶ γινώσκει πάντα. ἀγαπητοί, ἐὰν ἡ καρδία ἡμῶν μὴ καταγινώσκῃ ἡμῶν, παρρησίαν ἔχομεν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ὃ ἐὰν αἰτῶμεν λαμβάνομεν παρ᾿ αὐτοῦ.

Μκ 14:10 – 42
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, εἷς τῶν δώδεκα, ἀπῆλθε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς ἵνα παραδῷ αὐτὸν αὐτοῖς. οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐχάρησαν, καὶ ἐπηγγείλαντο αὐτῷ ἀργύρια δοῦναι· καὶ ἐζήτει πῶς εὐκαίρως αὐτὸν παραδῷ. Καὶ τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ τῶν ἀζύμων, ὅτε τὸ πάσχα ἔθυον, λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· ποῦ θέλεις ἀπελθόντες ἑτοιμάσωμεν ἵνα φάγῃς τὸ πάσχα; καὶ ἀποστέλλει δύο τῶν μαθητῶν αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτοῖς· ὑπάγετε εἰς τὴν πόλιν, καὶ ἀπαντήσει ὑμῖν ἄνθρωπος κεράμιον ὕδατος βαστάζων· ἀκολουθήσατε αὐτῷ, καὶ ὅπου ἐὰν εἰσέλθῃ, εἴπατε τῷ οἰκοδεσπότῃ ὅτι ὁ διδάσκαλος λέγει· ποῦ ἐστι τὸ κατάλυμά μου ὅπου τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω; καὶ αὐτὸς ὑμῖν δείξει ἀνώγαιον μέγα ἐστρωμένον ἕτοιμον· ἐκεῖ ἑτοιμάσατε ἡμῖν. καὶ ἐξῆλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ ἦλθον εἰς τὴν πόλιν, καὶ εὗρον καθὼς εἶπεν αὐτοῖς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα. Καὶ ὀψίας γενομένης ἔρχεται μετὰ τῶν δώδεκα· καὶ ἀνακειμένων αὐτῶν καὶ ἐσθιόντων εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με, ὁ ἐσθίων μετ᾿ ἐμοῦ. οἱ δὲ ἤρξαντο λυπεῖσθαι καὶ λέγειν αὐτῷ εἷς καθ᾿ εἷς· μήτι ἐγώ; καὶ ἄλλος· μήτι ἐγώ; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ ἐμβαπτόμενος μετ᾿ ἐμοῦ εἰς τὸ τρυβλίον. ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάγει καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ· οὐαὶ δὲ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ, δι᾿ οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται· καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος. Καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν λαβὼν ὁ Ἰησοῦς ἄρτον εὐλογήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου. καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς, καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον. ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ μὴ πίω ἐκ τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτὸ πίνω καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν. καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντες σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ· ὅτι γέγραπται, πατάξω τὸν ποιμένα καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα· ἀλλὰ μετὰ τὸ ἐγερθῆναί με προάξω ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν. ὁ δὲ Πέτρος ἔφη αὐτῷ· καὶ εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγώ. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι ὅτι σὺ σήμερον ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ πρὶν ἢ δὶς ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με. ὁ δὲ Πέτρος ἐκ περισσοῦ ἔλεγε μᾶλλον· ἐάν με δέῃ συναποθανεῖν σοι, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι. ὡσαύτως δὲ καὶ πάντες ἔλεγον. Καὶ ἔρχονται εἰς χωρίον οὗ τὸ ὄνομα Γεθσημανῆ, καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· καθίσατε ὧδε ἕως προσεύξωμαι. καὶ παραλαμβάνει τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην μεθ᾿ ἑαυτοῦ, καὶ ἤρξατο ἐκθαμβεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν καὶ λέγειν αὐτοῖς· περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε. καὶ προελθὼν μικρὸν ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ προσηύχετο ἵνα, εἰ δυνατόν ἐστι, παρέλθῃ ἀπ᾿ αὐτοῦ ἡ ὥρα, καὶ ἔλεγεν· ἀββᾶ ὁ πατήρ, πάντα δυνατά σοι· παρένεγκε τὸ ποτήριον ἀπ᾿ ἐμοῦ τοῦτο· ἀλλ᾿ οὐ τί ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ εἴ τι σύ. καὶ ἔρχεται καὶ εὑρίσκει αὐτοὺς καθεύδοντας, καὶ λέγει τῷ Πέτρῳ· Σίμων, καθεύδεις; οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι; γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής. καὶ πάλιν ἀπελθὼν προσηύξατο τὸν αὐτὸν λόγον εἰπών. καὶ ὑποστρέψας εὗρεν αὐτοὺς πάλιν καθεύδοντας· ἦσαν γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν καταβαρυνόμενοι, καὶ οὐκ ᾔδεισαν τί ἀποκριθῶσιν αὐτῷ. καὶ ἔρχεται τὸ τρίτον καὶ λέγει αὐτοῖς· καθεύδετε λοιπὸν καὶ ἀναπαύεσθε! ἀπέχει· ἦλθεν ἡ ὥρα· ἰδοὺ παραδίδοται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἁμαρτωλῶν· ἐγείρεσθε, ἄγωμεν· ἰδοὺ ὁ παραδιδούς με ἤγγικε.

"εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ ἐμβαπτόμενος μετ᾿ ἐμοῦ εἰς τὸ τρυβλίον"

MEΓΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟ. ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ. ΕΑΝ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ ΤΑ ΦΩΤΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΘΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΛΟΓO ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΣ. ΤΟΝ ΑΡΤΟΝ ΗΜΩΝ ΤΟΝ ΕΠΙΟΥΣΙΟΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΦΕΣ ΗΜΙΝ ΤΑ ΩΦΕΛΗΜΑΤΑ ΗΜΩΝ. Ο ΙΟΥΔΑΣ ΒΑΠΙΣΕ ΤΟΝ ΑΡΤΟ ΤΟΥ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ. ΣΑΝ ΝΑ ΠΗΡΕ ΤΗΝ ΘΕΣΙ ΤΟΥ, ΝΑ ΤΗΝ ΜΟΙΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΠΡΟΔΩΣΕ. ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΠΡΟ ΟΦΘΑΛΜΩΝ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ; ΜΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΣΩΜΑ, ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ; ΔΕΝ ΑΚΟΥΜΕ ΚΑΘΑΡΑ ΤΗΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ; 

20 σχόλια:

  1. Ανώνυμος18/2/25 8:27 π.μ.

    Μοιαζει με εκθεση ιδεων μαθητη του γυμνασιου . ΑΜ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος18/2/25 8:53 π.μ.

    Μιας και οι θεούσοι και οι αγαπούληδες (γλυκούληδες, παιδιά του Ζηζιούλα και της ακαδημίας Βόλου) είναι προτεσταντικά φαινόμενα θα ήθελα να τους αφιερώσω το ειρωνικό τραγούδι του Tom Waits με το τίτλο: “Chocolate Jesus”
    https://www.youtube.com/watch?v=m5kHx1itU8c
    Το τραγούδι “Chocolate Jesus” συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ Mule Variations του Tom Waits, που κέρδισε βραβείο Grammy το 1999, και έκτοτε έχει διασκευαστεί από δεκάδες καλλιτέχνες, με πιο γνωστή την Beth Hart. Οι στίχοι περιγράφουν ένα αγόρι που πηγαίνει σε ένα ζαχαροπλαστείο κάθε Κυριακή για να απολαύσει τον δικό του σοκολατένιο Ιησού. Κανένα άλλο γλυκό δεν μπορεί να τον ικανοποιήσει—γιατί «μόνο ένας σοκολατένιος Ιησούς / Μπορεί να ικανοποιήσει την ψυχή μου»· «είναι το μόνο πράγμα / Που μπορεί να με σηκώσει». Το τραγούδι ερμηνεύεται συνήθως ως μια αιχμή προς εκείνους που χρησιμοποιούν τη θρησκεία απλώς ως έναν μηχανισμό που τους κάνει να νιώθουν καλά. Είναι γνωστό ότι η κατανάλωση σοκολάτας απελευθερώνει ενδορφίνες, δηλαδή χημικές ουσίες της ευχαρίστησης, στον εγκέφαλο· η θρησκευτική πρακτική μπορεί να έχει το ίδιο αποτέλεσμα, και αυτή η επιφανειακή εμπειρία ευχαρίστησης είναι που προσελκύει ορισμένους στην πίστη και τους διατηρεί σε αυτήν. Όσοι γεύονται μόνο τη γλυκύτητα μιας θρησκείας, υπονοεί ο Waits, μοιάζουν με παιδιά εθισμένα στα γλυκά, εξαρτημένα από την έξαψη της ζάχαρης και υποσιτισμένα. Τι γίνεται, όμως, με τον σταυρό που ο Ιησούς καλεί τους Χριστιανούς να σηκώσουν; Τι γίνεται με την κοινωνική και ηθική ευθύνη; Τι γίνεται με τις Μακαριότητες: «Μακάριοι οι πτωχοί τῷ πνεύματι», «Μακάριοι οι πενθούντες» κ.ο.κ.; Τι γίνεται με το πικρό χάπι της αμαρτίας και των συνεπειών της; Αυτά δεν είναι τόσο γευστικά, και έτσι κάποιοι Χριστιανοί τα παραλείπουν από τη «διατροφή» τους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Πώς λέμε; Μιά ξεπέτα. Στό Βυζάντιο τούς αγαπούληδες τούς ονόμαζαν ενωτικούς καί είναι οι διάδοχοί τους, υπήρχαν καί οι Ζηλωτές όπως ξέρουμε από τόν βίο του Παλαμά οι ανθενωτικοί.Στήν μέση ποιοί είναι; Αυτοί πού έσωσαν τήν ορθοδοξία ;Αυτή είναι η καταστροφή μας.Δέν υπάρχουν.Καί όμως σήμερα μπορούμε νά λύσουμε τό πρόβλημα τό οποίο αποτέλεσε τήν Πύρρειο νίκη τού Βυζαντίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Βρε τους θεούσους τους κακούς... αυτοί που στη φαντασία τους πορεύονται "στη μέση οδό" τι είναι?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ανώνυμος18/2/25 10:20 π.μ.

    Αμέθυστε, τί εννοείς με την τελευταία σου φράση;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ανώνυμος18/2/25 10:37 π.μ.

    Αʹ Ιω 3:9 – 22

    Ἀδελφοί, πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ ἁμαρτίαν οὐ ποιεῖ, ὅτι σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ μένει· καὶ οὐ δύναται ἁμαρτάνειν, ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται. ἐν τούτῳ φανερά ἐστι τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ τέκνα τοῦ διαβόλου. πᾶς ὁ μὴ ποιῶν δικαιοσύνην οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ. ὅτι αὕτη ἐστὶν ἡ ἀγγελία ἣν ἠκούσατε ἀπ᾿ ἀρχῆς, ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, οὐ καθὼς Κάϊν ἐκ τοῦ πονηροῦ ἦν καὶ ἔσφαξε τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ· καὶ χάριν τίνος ἔσφαξεν αὐτόν; ὅτι τὰ ἔργα αὐτοῦ πονηρὰ ἦν, τὰ δὲ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ δίκαια. Μὴ θαυμάζετε, ἀδελφοί μου, εἰ μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν, ὅτι ἀγαπῶμεν τοὺς ἀδελφούς· ὁ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν μένει ἐν τῷ θανάτῳ. πᾶς ὁ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί, καὶ οἴδατε ὅτι πᾶς ἀνθρωποκτόνος οὐκ ἔχει ζωὴν αἰώνιον ἐν ἑαυτῷ μένουσαν. ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην, ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε· καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι. ὃς δ᾿ ἂν ἔχῃ τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ ἀπ᾿ αὐτοῦ, πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μένει ἐν αὐτῷ; Τεκνία μου, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδὲ τῇ γλώσσῃ, ἀλλ᾿ ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ. καὶ ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐκ τῆς ἀληθείας ἐσμέν, καὶ ἔμπροσθεν αὐτοῦ πείσομεν τὰς καρδίας ἡμῶν, ὅτι ἐὰν καταγινώσκῃ ἡμῶν ἡ καρδία, ὅτι μείζων ἐστὶν ὁ Θεὸς τῆς καρδίας ἡμῶν καὶ γινώσκει πάντα. ἀγαπητοί, ἐὰν ἡ καρδία ἡμῶν μὴ καταγινώσκῃ ἡμῶν, παρρησίαν ἔχομεν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ὃ ἐὰν αἰτῶμεν λαμβάνομεν παρ᾿ αὐτοῦ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ανώνυμος18/2/25 10:38 π.μ.

    Μκ 14:10 – 42

    Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, εἷς τῶν δώδεκα, ἀπῆλθε πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς ἵνα παραδῷ αὐτὸν αὐτοῖς. οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐχάρησαν, καὶ ἐπηγγείλαντο αὐτῷ ἀργύρια δοῦναι· καὶ ἐζήτει πῶς εὐκαίρως αὐτὸν παραδῷ. Καὶ τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ τῶν ἀζύμων, ὅτε τὸ πάσχα ἔθυον, λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· ποῦ θέλεις ἀπελθόντες ἑτοιμάσωμεν ἵνα φάγῃς τὸ πάσχα; καὶ ἀποστέλλει δύο τῶν μαθητῶν αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτοῖς· ὑπάγετε εἰς τὴν πόλιν, καὶ ἀπαντήσει ὑμῖν ἄνθρωπος κεράμιον ὕδατος βαστάζων· ἀκολουθήσατε αὐτῷ, καὶ ὅπου ἐὰν εἰσέλθῃ, εἴπατε τῷ οἰκοδεσπότῃ ὅτι ὁ διδάσκαλος λέγει· ποῦ ἐστι τὸ κατάλυμά μου ὅπου τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω; καὶ αὐτὸς ὑμῖν δείξει ἀνώγαιον μέγα ἐστρωμένον ἕτοιμον· ἐκεῖ ἑτοιμάσατε ἡμῖν. καὶ ἐξῆλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ ἦλθον εἰς τὴν πόλιν, καὶ εὗρον καθὼς εἶπεν αὐτοῖς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα. Καὶ ὀψίας γενομένης ἔρχεται μετὰ τῶν δώδεκα· καὶ ἀνακειμένων αὐτῶν καὶ ἐσθιόντων εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με, ὁ ἐσθίων μετ᾿ ἐμοῦ. οἱ δὲ ἤρξαντο λυπεῖσθαι καὶ λέγειν αὐτῷ εἷς καθ᾿ εἷς· μήτι ἐγώ; καὶ ἄλλος· μήτι ἐγώ; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ ἐμβαπτόμενος μετ᾿ ἐμοῦ εἰς τὸ τρυβλίον. ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάγει καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ· οὐαὶ δὲ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ, δι᾿ οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται· καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος. Καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν λαβὼν ὁ Ἰησοῦς ἄρτον εὐλογήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου. καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς, καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον. ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ μὴ πίω ἐκ τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτὸ πίνω καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν. καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντες σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ· ὅτι γέγραπται, πατάξω τὸν ποιμένα καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα· ἀλλὰ μετὰ τὸ ἐγερθῆναί με προάξω ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν. ὁ δὲ Πέτρος ἔφη αὐτῷ· καὶ εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγώ. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι ὅτι σὺ σήμερον ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ πρὶν ἢ δὶς ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με. ὁ δὲ Πέτρος ἐκ περισσοῦ ἔλεγε μᾶλλον· ἐάν με δέῃ συναποθανεῖν σοι, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι. ὡσαύτως δὲ καὶ πάντες ἔλεγον. Καὶ ἔρχονται εἰς χωρίον οὗ τὸ ὄνομα Γεθσημανῆ, καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· καθίσατε ὧδε ἕως προσεύξωμαι. καὶ παραλαμβάνει τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην μεθ᾿ ἑαυτοῦ, καὶ ἤρξατο ἐκθαμβεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν καὶ λέγειν αὐτοῖς· περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε. καὶ προελθὼν μικρὸν ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ προσηύχετο ἵνα, εἰ δυνατόν ἐστι, παρέλθῃ ἀπ᾿ αὐτοῦ ἡ ὥρα, καὶ ἔλεγεν· ἀββᾶ ὁ πατήρ, πάντα δυνατά σοι· παρένεγκε τὸ ποτήριον ἀπ᾿ ἐμοῦ τοῦτο· ἀλλ᾿ οὐ τί ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ εἴ τι σύ. καὶ ἔρχεται καὶ εὑρίσκει αὐτοὺς καθεύδοντας, καὶ λέγει τῷ Πέτρῳ· Σίμων, καθεύδεις; οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι; γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής. καὶ πάλιν ἀπελθὼν προσηύξατο τὸν αὐτὸν λόγον εἰπών. καὶ ὑποστρέψας εὗρεν αὐτοὺς πάλιν καθεύδοντας· ἦσαν γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν καταβαρυνόμενοι, καὶ οὐκ ᾔδεισαν τί ἀποκριθῶσιν αὐτῷ. καὶ ἔρχεται τὸ τρίτον καὶ λέγει αὐτοῖς· καθεύδετε λοιπὸν καὶ ἀναπαύεσθε! ἀπέχει· ἦλθεν ἡ ὥρα· ἰδοὺ παραδίδοται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἁμαρτωλῶν· ἐγείρεσθε, ἄγωμεν· ἰδοὺ ὁ παραδιδούς με ἤγγικε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. 10.19 Ποιοί είναι; Οι Μέτοχοι τής Κοινωνίας πεθαμένων και ζωντανών. Οι Αγιοι, όπως ο Αγιος Ευμένιος. Οι κληρονόμοι τών Πατέρων καί Αποστόλων, όχι οι απόγονοι.. Ούτε οι Διάδοχοι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Ανώνυμος18/2/25 12:04 μ.μ.

    Καί όμως σήμερα μπορούμε νά λύσουμε τό πρόβλημα τό οποίο αποτέλεσε τήν Πύρρειο νίκη τού Βυζαντίου

    Πώς;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Τό πρόβλημα μάς τό έλυσε ο Αγιος Βελιμίροβιτς. Στήν επόμενη ανάρτηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Μπα μάλλον και ο Άγιοι θεούσοι είναι γιατί λένε ότι πρέπει οι γυναίκες να φοράνε παντελόνια. Τολμάνε να εφαρμόζουν τον ευαγγέλιο δηλαδή. Αν ο συγγραφέας τύχαινε καμιά φορά να μιλήσει με άγιο, θεούσο θα τον έβγαζε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Ανώνυμος18/2/25 3:37 μ.μ.

    Οι «αγαπούληδες» και οι «θεούσοι» στην Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι οι φουρτουνάκηδες και οι βροντάκηδες της παλιάς ελληνικής ταινίας. Οι πρώτοι διαθέτουν στο σόι τους την νεράιδα και οι δεύτεροι το παληκάρι.
    https://www.youtube.com/shorts/hzsJZh70Fko

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Ανώνυμος18/2/25 3:47 μ.μ.

    Τό πρόβλημα μάς τό έλυσε ο Αγιος Βελιμίροβιτς. Στήν επόμενη ανάρτηση.

    Ναι καταπληκτικό, πολύ ξεκάθαρα!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Ανώνυμος18/2/25 3:56 μ.μ.

    Καί ποιά είναι η ουσία τής πνευματικής μας παραδόσεως, πού εγκαταλείψαμε;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. ΔΕΝ ΣΩΖΟΝΤΑΙ ΟΛΟΙ, ΔΕΝ ΣΩΖΕΙ Ο ΤΥΠΟΣ ΔΕΝ ΣΩΖΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ,

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. Ανώνυμος18/2/25 4:17 μ.μ.


    MEΓΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟ. ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ. ΕΑΝ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ ΤΑ ΦΩΤΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΘΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΛΟΓO ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΣ. ΤΟΝ ΑΡΤΟΝ ΗΜΩΝ ΤΟΝ ΕΠΙΟΥΣΙΟΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΦΕΣ ΗΜΙΝ ΤΑ ΩΦΕΛΗΜΑΤΑ ΗΜΩΝ. Ο ΙΟΥΔΑΣ ΒΑΠΙΣΕ ΤΟΝ ΑΡΤΟ ΤΟΥ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ. ΣΑΝ ΝΑ ΠΗΡΕ ΤΗΝ ΘΕΣΙ ΤΟΥ, ΝΑ ΤΗΝ ΜΟΙΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΠΡΟΔΩΣΕ. ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΠΡΟ ΟΦΘΑΛΜΩΝ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ; ΜΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΣΩΜΑ, ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ; ΔΕΝ ΑΚΟΥΜΕ ΚΑΘΑΡΑ ΤΗΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ;

    Φοβερό σχόλιο, φωτίζει τα πάντα, αφού ο Μυστικός Δείπνος ήταν η εντολή του Κυρίου τούτο ποιείται εις την εμήν ανάμνηση, ο Ιούδας πήγε σαν ίσος να μπει στη θέση του Χριστού, επί ίσοις όροις.
    όπως και ο Ζηζιούλας, που παίρνει πρωϊνό με την αγία τριάδα.
    Ναι είναι ξεκάθαρα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. "Θα φορέσει το κοριτσάκι μας παντελόνια;"
    Ήταν λίγο μετά τη συνταξιοδότησή του ως ιερέως.
    Γιατί, όπως θα γνωρίζετε, υπηρέτησε ο Γέροντας τριάντα χρόνια περίπου
    ως εφημέριος στο ναΰδριο του Αγίου Γεράσιμου της Πολυκλινικής των Αθηνών,
    δίπλα στην Ομόνοια, επί της Οδού Πειραιώς.
    Τότε, λοιπόν, μιά μέρα βρέθηκε εκεί στον περιοχή και,
    περνώντας μπροστά από τον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας, ανέβηκε να προσκυνήσει.
    Την ώρα που έβγαινε από την Εκκλησία, τον πλησίασε ένα ζευγάρι, μαζί μ' ένα κοριτσάκι
    και τον ρώτησαν αν μπορούσαν να τον απασχολήσουν για λίγο.
    Ο Γέρων Πορφύριος τους εξήγησε ότι δεν ήταν εκείνος ο εφημέριος του ναού. "Δεν πειράζει", του είπαν εκείνοι.
    "Ένα ερώτημα μόνο θέλουμε να σας θέσουμε, δε θα σας απασχολήσουμε πολύ".
    "Έχουμε ένα κοριτσάκι", του είπε ο άνδρας, "και η γυναίκα μου επιμένει να του φορέσει παντελόνια.
    Εγώ δεν το δέχομαι αυτό, δεν το θέλω. Κι έτσι φθάσαμε να διαφωνήσουμε πολύ έντονα.
    Αποφασίσαμε, λοιπόν, να πάμε σ' ένα ιερέα, έναν οποιονδήποτε ιερέα, να του θέσουμε το πρόβλημά μας
    κι ό,τι μας πεί αυτός να κάνουμε. Δεσμευτήκαμε, όμως, να κάνουμε ό,τι μας πεί".
    Ο Γέρων Πορφύριος τους είπε αρχικά ότι το θέμα δεν ήταν απλό.
    Στη συνέχεια τους εξήγησε ότι αυτό είναι λυμένο και στην Αγία Γραφή και στους Ιερούς Κανόνες.
    Αλλά είναι λυμένο και φυσικά, από τη φύση, δεδομένου ότι η γυναίκα δεν είναι της ίδιας φύσεως με τον άνδρα
    και σωματικά και ψυχικά διαφέρει απ' αυτόν. Και αυτή η διαφορά τονίζεται και με την ενδυμασία,
    αφού αλλιώς είναι πλασμένα το ανδρικό σώμα και αλλιώς το γυναικείο.
    Τους παρέπεμψε δε στο Δευτερονόμιο, που απαγορεύει στους άνδρες να φέρουν γυναικεία ενδυμασία
    και στις γυναίκες να φέρουν ανδρική ενδυμασία.Με το περιστατικό αυτό ο Γέροντας ήθελε και
    παραστατικά να τους διδάξει ότι επιδρά η ανδρική ενδυμασία ψυχολογικά στη γυναικεία φύση,
    ώστε σε πολλά μια γυναίκα να συμπεριφέρεται ως άνδρας, πράγμα αντίθετο με τις φύση της.
    Φυσικά, το ίδιο συμβαίνει και στην αντίθετη περίπτωση, όταν αγόρια ή άνδρες φορούν γυναικεία ενδύματα.
    Βεβαίως, ο Γέρων Πορφύριος τους ανέλυσε περισσότερο το θέμα αυτό, με τις υπόλοιπες ψυχολογικές και παιδαγωγικές προεκτάσεις του,
    για να τους τονίσει καταληκτικά ότι δεν επιτρέπεται οι γυναίκες να φορούν ανδρικά ρούχα και οι άνδρες γυναικεία.
    Και με το συμπέρασμα αυτό συμφώνησε και το ενδιαφερόμενο ζεύγος, το οποίο έφυγε ωφελημένο πολλαπλά
    από τη φαινομενικά συμπτωματική αυτή συνάντηση με τον Γέροντα.

    Θεούσος λοιπόν ο Άγιος Πορφύριος. Μα να τους παραπέμψει στο Δευτερονόμιο?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. – Γέροντα, πώς ν΄ αντιμετωπίσουμε τις γυναίκες που έρχονται στο Μοναστήρι με παντελόνι; Συχνά λένε ότι είναι πιο πρακτικό αλλά και πιο σεμνό από τα κοντά.

    – Σήμερα θα φορούν ή κοντά ή παντελόνια! Άντε τώρα! Αφού ξεκάθαρα το λέει η Παλαιά Διαθήκη, και βλέπεις και με τί λεπτομέρειες! «Δεν επιτρέπεται ο άνδρας να φοράη γυναικεία στολή και η γυναίκα ανδρική».Είναι νόμος και είναι και άπρεπο. Άνδρες που φορούν φουστάνια είναι ελάχιστοι, πολύ ελάχιστοι.
    – Αυτές όμως που δουλεύουν στα χωράφια, λένε ότι δεν μπορούν να κινηθούν άνετα στην δουλειά, αν δεν φορούν παντελόνι.
    – Αυτά είναι δικαιολογίες.

    – Γέροντα, και για τα κοριτσάκια λένε οι μητέρες ότι τα φορούν παντελόνι, για να μην κρυώνουν.
    – Άλλη λύση δεν υπάρχει; Δεν υπάρχουν κάλτσες μέχρι πάνω; Έ, ας φορέσουν κάλτσες μέχρι πάνω, για να μην κρυώνουν. Άμα θέλει κανείς, για όλα βρίσκει λύσεις.
    – Και όταν, Γέροντα, έρχωνται επίσημοι και έχουν μαζί τους και μία που φοράει παντελόνι;
    – Να τους κάνετε μία εξήγηση: «Θέλετε να κάνουμε μία οικονομία και να χαλάσουμε μία τάξη και να γίνη μία αταξία στο Μοναστήρι;».
    – Μία φορά, Γέροντα, ήρθαν τριάντα καθηγήτριες με παντελόνι και τις αφήσαμε να περάσουν.
    – Κακώς, δεν ταιριάζει! Να τις λέγατε: «Μάς συγχωρήτε, είναι αρχή του Μοναστηριού να μην επιτρέπουμε να μπαίνη γυναίκα που φοράει παντελόνι». Αυτές θα πάνε και σε άλλα Μοναστήρια και θα πούν: «Στο τάδε Μοναστήρι μας άφησαν να περάσουμε με παντελόνι».

    Τις οικονομήσατε εσείς, για να μην τις προσβάλετε, και εκείνες θα προσβάλουν μετά εσάς. Βάλτε στην πύλη πινακίδα με το σχετικό χωρίο από την Παλαιά Διαθήκη. Φτιάξτε και πενήντα φούστες και να τις δίνετε με καλό τρόπο σ΄ αυτές που έρχονται με παντελόνι πρώτη φορά και δεν ξέρουν ή σ΄ αυτές που φορούν κοντά.
    – Γέροντα, όταν έρθη ένα Λύκειο και όλα τα κορίτσια φορούν παντελόνια;
    – Να τους κεράσετε έξω από την πύλη. Αυτό τους προβληματίζει. Ή, αν ειδοποιήσουν ότι θα έρθουν για προσκύνημα, πέστε από το τηλέφωνο: «Σάς παρακαλούμε να μη φορούν οι καθηγήτριες και οι μαθήτριες παντελόνι». Έτσι θα καταλάβουν ότι χρειάζεται να σεβασθούν τον χώρο. Εδώ δεν είναι ενορία. Στην ενορία οφείλει ο ιερέας να διαφωτίση τις γυναίκες, για να καταλάβουν γιατί δεν πρέπει να φορούν παντελόνια, και να συμμορφωθούν. Αν καμμιά φορά πάνε στην Εκκλησία του γυναίκες από άλλη ενορία και φορούν παντελόνι, να φροντίση να βολέψη τα πράγματα. Η Εκκλησία είναι μητέρα· δεν είναι μητρυιά.

    Και ο Άγιος Παϊσιος θεούσος!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. Σήμερα φίλε δέν υπάρχουν άνδρες μέ τήν έννοια πού γνωρίζαμε. Ανδρείοι μέ θάρρος καί φιλότιμο. Σήμερα οι γυναίκες πήραν τήν θέση τους. Ακόμη καί στίς διαμαρτυρίες οι γυναίκες παίρνουν τό λόγο. Οι Αγιοι Γέροντες δέν πρόφθασαν αυτή τήν στροφή τής κοινωνίας Τό θέμα είναι αθεράπευτο. Σήμερα ισχυρίζονται ότι τό σώμα είναι δικό μας καί τό κάνουμε ότι θέλουμε. Στήν εποχή τής κυριαρχίας τού σώματος οι γυναίκες έχουν προβάδισμα Οι αγρότες τό γνωρίζουν καλά, Μέχρις ότου οι άνθρωποι διεκδικήσουν τήν ψυχή τους λύση δέν υπάρχει. Αυτά φίλε Δέν μέ ενδιαφέρει η γνώμη σου. Καλή τσικνοπέμπτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή