Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

PAUL FRIEDLȀNDER, ΠΛΑΤΩΝ (170)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2025

PAUL FRIEDLȀNDER
ΠΛΑΤΩΝ
ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ
ΤΑ ΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ –
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΙ ΤΡΙΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΤΡΙΤΗ ΜΕΣΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: ΤΟ ΟΨΙΜΟ ΕΡΓΟ
ΠΡΩΤΗ ΟΜΑΔΑ ΔΙΑΛΟΓΩΝ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ

28. Φίληβος 
Φίληβος
(Ή περί ηδονής, Ηθικός)

I 2 b. 23 B - 27 C.

Η ίδια ένταση, αν και μεταξύ δύο εντελώς διαφορετικών επιπέδων, είναι παρούσα στη δεύτερη ενότητα όπως και στην πρώτη. Ο αγώνας για τη δεύτερη θέση απαιτεί μια νέα τακτική και, με αυτό το κίνητρο, η συζήτηση μεταφέρεται και πάλι στο ανώτατο επίπεδο της οντολογίας. Πράγματι, όταν λέει ότι χρειαζόμαστε άλλα «βέλη», αν και ορισμένα μπορεί να είναι τα ίδια με πριν, ο Σωκράτης αναφέρεται ρητά στα προηγούμενα λογικά και οντολογικά επίπεδα (βλ. ανωτέρω, Ι 1 b), τόσο ως προς τη μέθοδο όσο και ως προς το περιεχόμενο.

Πρώτον, στη μέθοδο: «Μου φαίνεται, όμως, πως γίνομαι κάπως γελοίος», λέει ειρωνικά ο Σωκράτης, «διαιρώντας πρώτα και έπειτα συνθέτοντας σύμφωνα με τις μορφές (εἴδη)». Όμως, αυτή ήταν ακριβώς η μέθοδος που θεωρούνταν ως διαλεκτική πορεία και, στη συνέχεια, αφού διακρίνει, δηλαδή διαχωρίζει «τις τέσσερις μορφές ή γένη» (εἴδη, γένη) του όντος, εφαρμόζει τη μέθοδο του διαχωρισμού και της επανένωσης με ακόμα πιο σαφή τρόπο πάνω σε αυτές.

Δεύτερον, στο περιεχόμενο. Εδώ, για άλλη μια φορά, ο Σωκράτης παραπέμπει σε όσα είχαν ήδη καθοριστεί. Οι δύο θεμελιώδεις μορφές του πεπερασμένου (καθορισμένου) και του απείρου (ακαθόριστου) εδραιώνονται από αυτό το σημείο και έπειτα. Προηγουμένως, είχε επίσης προταθεί η «μείξη» (16 C 10), τώρα όμως αυτή συντονίζεται με τις άλλες δύο στη βάση της εμπειρίας, καθώς στη δεύτερη ενότητα, όπου εξετάζονται οι τρεις τρόποι ζωής, η μικτή ζωή αποδεικνύεται πιο σημαντική από τις δύο καθαρές μορφές (22 A). Επίσης, το τέταρτο γένος του όντος είχε ήδη προαναγγελθεί στην αναζήτηση της αιτίας της μείξης (22 D).

Αυτές είναι οι απαρχές του συστήματος των «τεσσάρων γενών» του όντος. Το ον μπορεί να υπάρχει γενικά μόνο σε αυτές τις τέσσερις μορφές και όχι σε άλλες. Όταν τον ρωτούν αν υπάρχει ανάγκη για ένα πέμπτο γένος, ο Σωκράτης απομακρύνει το ζήτημα με έναν ημι-σοβαρό τρόπο (23 DE), ίσως για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στη τετραμερή διαίρεση και να προειδοποιήσει στο να μην ληφθεί ως δόγμα. Δίπλα στην «αιτία της μείξης» δεν πρέπει να τεθεί μια «αιτία του διαχωρισμού», καθώς, όπως λέγεται στον Τίμαιο (32 C), μόνο αυτό που ενώνει μπορεί και να διαχωρίζει.

Η πρώτη μορφή, το «άπειρο», αναφέρεται σε όλες τις περιπτώσεις όπου οι συγκριτικές εκφράσεις δηλώνουν ένα «περισσότερο ή λιγότερο» και τα επιρρήματα όπως το «πολύ» υποδηλώνουν έναν ακαθόριστο βαθμό.

Η δεύτερη μορφή, το «πεπερασμένο», αναφέρεται σε οτιδήποτε περιέχει ένα «πόσο», δηλαδή είναι αντικείμενο μέτρησης και αριθμού—το ζήτημα τίθεται σύντομα, και αυτή η συντομία αργότερα (25 D 5) επικρίνεται ως ανεπαρκής και ελλιπής από συστηματική σκοπιά.

Η τρίτη μορφή είναι η «μείξη» των δύο πρώτων γενών και παράγεται έτσι ώστε ο σκοπός του πεπερασμένου/ορίου να είναι η δημιουργία, πέρα από τη σύγκρουση των αντιθέτων που λαμβάνει χώρα στο άπειρο, μέσω του αριθμού, κάποιου πράγματος που να είναι συμ-μετρικό και συν-φωνικό. Η μείξη είναι επομένως το ακριβώς αντίθετο της συνάθροισης/συγκέντρωσης, η οποία, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ανήκει στο πρώτο γένος. Η μείξη είναι η «ορθή κοινωνία» (ὀρθὴ κοινωνία), η διάλυση κάθε υπερβολής ή σύγκρουσης μέσω του νόμου και της τάξης.

Με αυτόν τον τρόπο, η «γένεση σε ουσία εκ των μέτρων που παράγονται με το όριο» (γένεσις εἰς οὐσίαν ἐκ τῶν μετὰ τοῦ πέρατος ἀπειργασμένων μέτρων) είναι η πιο γενική διατύπωση που εκφράζει την πολλαπλότητα των όντων που ανήκουν στο τρίτο γένος. Ο κόσμος της γένεσης αποτελεί μέρος του τρίτου γένους — όχι οποιαδήποτε τυφλή γένεση, αλλά μόνο η αυθεντική γένεση που τείνει προς το είναι, καθώς καθορίζεται από το όριο και το μέτρο.

Αν έπρεπε να μεταφράσουμε το οντολογικό λεξιλόγιο αυτού του διαλόγου στη φυσικο-μυθική γλώσσα του Τίμαιου, θα έπρεπε να πούμε ότι το πρώτο γένος αντιστοιχεί σε εκείνο το «υποδοχείο ή δέκτη κάθε γένεσης», που, παρά τα πολλά ονόματα που του αποδίδονται, αποκαλείται συνήθως «χώρος» από τους σύγχρονους ερμηνευτές του Πλάτωνα, αν και ο ίδιος χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο μόνο μία φορά. Το δεύτερο γένος θα αντιστοιχούσε στις «μορφές», ενώ στο τρίτο γένος θα ανήκε σέ ό,τι είναι ουσιωδώς σημαντικό, δηλαδή το αγαθό και το νοητό μέσα σε αυτό το Όλον.

Τώρα μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε τον λόγο για τον οποίο ο Σωκράτης είναι επικριτικός απέναντι στη δική του πραγματεία και ανάλυση για το δεύτερο γένος: «Θα έπρεπε να είχαμε συνενώσει, αλλά δεν το κάναμε» (25 D 6-7)! Αν επιθυμούσε κανείς να καταστήσει σαφή τη φύση του πεπερασμένου/ορίου, όχι μέσω κάποιων παραδειγμάτων αλλά με συστηματικό τρόπο—δηλαδή μέσα σε ένα σύστημα διαίρεσης και σύνθεσης—θα είχε μπροστά του το καθήκον να οικοδομήσει κάτι σαν ένα σύστημα των «ιδεών»: σε αυτό γίνεται απλώς μια νύξη ως ένα έργο ακόμη ανεκπλήρωτο και ίσως ανέφικτο/ανεφάρμοστο.

Τέλος, η τέταρτη μορφή: η «αιτία» (αἰτία). Αυτό που έως τώρα έλειπε είναι η δραστική/αιτιώδης αιτία (αἴτιον), το στοιχείο που παράγει (ποιοῦν) και, γι’ αυτόν τον λόγο, είναι εκείνο που καθοδηγεί, βασιλεύει (ἡγούμενον) και έχει τη δύναμη να ενεργεί (δημιουργόν). Η τελευταία λέξη μάς θυμίζει τον μυθικό δημιουργό του Τίμαιου, και βλέπουμε ξανά πώς το οντολογικό σχήμα του Φιλήβου ζωντανεύει μέσα στις φυσικιστικές και μυθικές εικόνες του Τίμαιου.

Ωστόσο, δεν είναι ανάγκη να πάμε πέρα από τον Φιλήβο για να ανακαλύψουμε τη ζωτικότητά του. Εξετάζοντας τα αποτελέσματα της μείξης (25 E κ.ε.), είχαμε καταλήξει, στο πεδίο του σώματος, στην υγεία, την ομορφιά και τη δύναμη· στον τομέα των ήχων, στη μουσική· στη σφαίρα της φυσικής ζωής, στη διαδοχή των εποχών· και, όσον αφορά την ψυχή, στον έλεγχο των υπερβολών, στον περιορισμό της ύβρεως (ὕβρις) και κάθε κακού μέσω του νόμου και της τάξης. Και τώρα, «η ίδια η θεά, αγαπητέ μου Φιλήβε», είναι αυτή που εγκαθιδρύει την τάξη (26 B).

Πρέπει να αναλογιστούμε, ειδικά επειδή γίνεται ξανά αναφορά στον Φιλήβο, την προηγούμενη ειρωνική αναφορά (12 C), που επανέρχεται αργότερα (28 B), σχετικά με τη «θεά» και το πραγματικό της όνομα. Αν θέλαμε να δώσουμε στην ιδρύτρια κάθε τάξης το κατάλληλο όνομα, θα έπρεπε να την ονομάσουμε Αφροδίτη—όχι όμως με την έννοια που της απέδιδε ο Φιλήβος, ο οποίος την ταύτιζε με την «ηδονή» του, αλλά με την έννοια που της δίνει ο Σωκράτης.

Ας θυμηθούμε επίσης το Συμπόσιο, όπου ο γιατρός Ερυξίμαχος αναπτύσσει την άποψη ότι η υγεία στο σώμα, ο ρυθμός και η αρμονία στη μουσική, καθώς και η τακτική διαδοχή των εποχών προέρχονται από τη σωστή σύνθεση των αντιθέτων. Εδώ εμφανίζονται τα ίδια παραδείγματα (εκτός από το ότι ο γιατρός δεν αναφέρει την τάξη της ψυχής), και όπως εδώ η τάξη αποδίδεται στην Αφροδίτη, στο Συμπόσιο αποδίδεται στον Έρωτα ως τη δύναμη της σωστής μείξης.

Βέβαια, στον Φιλήβο, η ένωση των αντιθέτων έχει βαθύτερο νόημα: τον περιορισμό/έλεγχο της υπερβολής μέσω της μορφής, δηλαδή μέσω της Ομορφιάς και της Τελειότητας. Από εδώ προέρχεται το παιχνιδιάρικο προσωνύμιο «ωραίε Φιλήβε» και η αναφορά στην Αφροδίτη.

Και τώρα κατανοούμε γιατί δεν υπήρχε ανάγκη να επικαλεστούμε τον Τίμαιο για να διαπιστώσουμε τη θεϊκή φύση του τέταρτου γένους· αντιθέτως, αυτή αναγνωρίζεται από τα στοιχεία που βρίσκονται μέσα στον ίδιο αυτόν διάλογο. Αυτό που οντολογικά αποκαλείται αιτία της σωστής αναλογίας, από μυθικο-θεολογική σκοπιά ονομάζεται «η θεά».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου