Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2025

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A (42)

Συνέχεια από: Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ

...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν

Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας

Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση


B΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 32

Αρρωστημένες ψυχολογικές καταστάσεις

Χάσμα μεταξύ τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς νοοτροπίας καί τῆς δικῆς μας


Δέν παίρνουμε τα πράγματα ὅπως οἱ ἅγιοι

Σημείωμα φοιτήτριας. Γιατί ἐπιμένετε νὰ ἀναφέρεσθε στὴν ἀγία Ἰσιδώρα; Μόνο γιατί σᾶς συγκινεῖ το φρόνημά της; Για να τονίσετε ἴσως τήν ἀντίθεση τοῦ δικοῦ μας φρονήματος πρός το γνήσιο αὐτὸ χριστιανικό φρόνημα; Μήπως ή προβολή της ἐκ μέρους σας προσδοκά κάποια ἀνταπόκριση ἐκ μέρους τῶν ψυχῶν τοῦ ἀκροατηρίου σας, Ὁ σημερινός ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ ἔτσι να τα πάρει τα πράγματα με τη δική του σκέψη καί ἀνθρώπινη λογική. Μπορεῖ ὡστόσο να προσεύχεται στον Θεό να τοῦ δώσει τέτοιο φρό νημα καί νὰ τὸν ἐμποτίσει με τέτοιο πνεῦμα;

Εἶχαμε ἀναφερθεί πρόσφατα στήν ἁγία Ἰσιδώρα καί εἴπαμε πόσο τήν κακομεταχειρίζονταν οἱ μαγεί ρισσες στο μαγειρεῖο τοῦ μοναστηριού. Καί λέγαμε ὅτι, ἐνῶ οἱ ἄλλες μοναχές νόμιζαν ὅτι ἡ Ἰσιδώρα εἰναι σαλή, τρελή δηλαδή, αὐτή ἦταν ἀκριβῶς ἡ ἁγία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἁγία καθόλου δέν δυσκολευόταν –μάλιστα αὐτό ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἤθελε, αὐτό ἦταν ἡ ἀσφά-λειά της, αὐτό ἦταν ἡ χαρά της, αὐτό ἦταν ἡ καύχησή της- νὰ τὴν ἔχουν παραπεταμένη, νὰ μὴν τὴ λογα ριάζουν, νὰ τὴ βασανίζουν κιόλας καὶ νὰ τὴν τυραν-νοῦν. Πόσο διαφορετικά σκεπτόμαστε ἐμεῖς! Ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ὑμῖν ἐχαρίσθη -μᾶς δόθηκε ὡς χάρισμα- τὸ ὑπέρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν Εἶναι δηλαδή μιὰ εὐλογία Θεοῦ, εἶναι ἕνα χάρισμα Θεοῦ νὰ παθαίνουμε γιὰ τὸν Χριστό: νὰ ἀδικούμαστε, νὰ μᾶς περιφρονοῦν, νὰ μᾶς κακομεταχειρίζον-ται, νὰ μᾶς κακολογοῦν, νὰ μᾶς συκοφαντούν.

Αὐτό ἔζησε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μποροῦσε ὅλα νὰ τὰ ἀποφύγει καί ὅμως δὲν ἀπέφυγε τίποτε. Ἄφησε τοὺς ἀνθρώπους να τον διώκουν ἀπό δῶ, νὰ τὸν διώκουν ἀπὸ κεῖ, να θέλουν να τον συλλάβουν καὶ ἔπειτα, ὅταν τὸν εἶχαν πια στα χέρια τους, να τον κάνουν ὅ,τι ἤθελαν. Αὐτά δὲν μποροῦμε ἐμεῖς νὰ τὰ καταλάβουμε. Αὐτό δείχνει πόσο ἔχουμε ἄλλη νοοτροπία, πόσο καθόλου δέν ἔχουμε μέσα μας τὸ πνεῦμα τὸ χριστιανικό.

Οἱ σημερινοί χριστιανοί εἴμαστε μέν χριστιανοί, συνδέουμε ὅμως ὅλη τή χριστιανικότητά μας με το νὰ περνοῦμε καλά, να πηγαίνουν ὅλα καλά, να μην ἔχουμε δυσκολίες, νὰ μὴ μᾶς ἀδικοῦν οἱ ἄνθρωποι, νὰ μᾶς τιμοῦν, νὰ μᾶς εὐλαβοῦνται, νὰ μᾶς ὑπολογίζουν. Αὐτὴ εἶναι ἡ νοοτροπία μας, ἐνῶ δὲν το βλέπουμε αὐτό οὔτε στὸν ἴδιο τὸν Χριστό οὔτε σ' ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τον μιμήθηκαν. Οὔτε στούς μάρτυρες οὔτε στοὺς ὁσίους οὔτε στούς παλαιούς ἤ στούς νεώτερους ἁγίους δέν βλέπουμε μια τέτοια νοοτροπία.

Ὁπότε, τὸ θέμα εἶναι πάρα πολύ σοβαρό. Όχι μόνο δὲν τὰ παίρνουμε τα πράγματα ὅπως τὰ ἔπαιρ ναν οἱ ἅγιοι, ἀλλὰ ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι το σωστό εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Όχι μόνο δέν χαιρόμαστε νὰ εἴμαστε περιφρονημένοι καὶ ἀδικημένοι, ἀλλά ὄντες χριστιανοί πασχίζουμε πάσῃ θυσίᾳ νὰ μᾶς ἔχουν σε ὑπόληψη, νὰ μᾶς ἔχουν σε εὐλάβεια, να μᾶς ὑπολογίζουν, νὰ ἔχουμε θέσεις, νὰ εἴμαστε δακτυλοδεικτούμενοι, νὰ ἔχουμε χρήματα, νὰ ἔχουμε ἀνέσεις, να περνάμε καλά. Πῶς θὰ γεφυρώσουμε αὐτὸ τὸ χάσμα που ὑπάρχει μεταξύ τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς νοοτροπίας καί ζωῆς καὶ τῆς δικῆς μας καθημερινῆς νοοτροπίας,

Ἔπειτα διερωτᾶσαι γιατί δὲν ἔχεις μέσα σου τη χαρά ποὺ ὑπόσχεται ὁ Χριστός, τὴν εἰρήνη πού ὑπόσχεται ὁ Χριστός, ὅλη ἐκείνη τὴν οὐράνια κατάστα ση που ὑπόσχεται ὁ Χριστός. Πῶς θὰ τὴν ἔχεις, ὅταν ἀλλοῦ τή γυρεύεις ἐσύ; Κάθε φορά, νομίζω, πού εἶτε με την προσευχή εἴτε μὲ ἄλλον τρόπο ἀναφερόμαστε στον Χριστό καί τὸν παρακαλούμε, θὰ λέει: «Ἐσεῖς τα φτιάχνετε ὅπως τὰ θέλετε ἐσεῖς· δὲν μένει για μένα τίποτε». Γιατί ή δική μας ἡ φροντίδα εἶναι ἀκριβῶς νὰ τὰ φτιάξουμε ὅπως ἐμεῖς θέλουμε.

Εἶναι δύσκολο νὰ βρεῖς χριστιανό ὁ ὁποῖος νὰ ἀφήνεται στα χέρια τοῦ Θεοῦ καί νὰ ἐμπιστεύεται στο πῶς θὰ τὰ κάνει ὁ Θεός. Θέλει ὁ καθένας να κουμαντάρει τὰ τῆς ζωῆς του κατά τη δική του γνώ μη, κατά τη δική του κρίση και κατά τη δική του καλοπέραση. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος που εὐχαρίστως δεχόμαστε νὰ εἴμαστε χριστιανοί, να μαθαίνουμε με ρικά πράγματα, να πιστεύουμε σ' αὐτά, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν αὐτά να νιώθουμε κάπως καλά, ἀλλά δεν δεχόμαστε να μιμηθούμε τους ἁγίους, τους μάρ τυρες. τούς ὁσίους. Δέν το δεχόμαστε, δέν το θέλου με. Όχι ὅτι τάχα δεν μπορούμε . Δέν το θέλουμε.

Πώς θα βρεθεῖ ἔτσι ἄκρη: Μπορεί να βρεθεῖ, ὅταν ἐσύ και μέσα στο μυαλό σου καί μέσα στην καρδιά σου βάζεις ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν καμιά σχέση μὲ τὸ ἀληθινό χριστιανικό φρόνημα;

Ἂν εἴχαμε μέσα μας τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ...

Ὅταν μέσα σ' αὐτή τήν αἴθουσα εἶτε ὑπάρχουν πάρα πολλοί ἄνθρωποι εἴτε, σὰν νὰ εἶναι ἀποθήκη, εἶναι στοιβαγμένα ἕνα σωρό ἀντικείμενα, που θα χωρέσουμε νὰ μποῦμε ἐμεῖς. Ἤδη εἶναι γεμάτη ἡ αἰθουσα. Δέν μποροῦμε νὰ μποῦμε μέσα. Όταν λοιπόν γεμίζουμε την ψυχή μας, το μυαλό μας μὲ αὐτά πού δέν εἶναι τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν τὰ θέλει ὁ Θεός, που ἐμεῖς ὅμως τὰ βρίσκουμε ὅτι εἶναι καλά καὶ ὡραῖα, ποῦ θὰ βάλει ἔπειτα ὁ Θεός τη δική του χάρη, Καὶ δὲν εἶναι ἁπλῶς ὅτι ἔχουμε κάποια πράγματα μέσα μας καὶ δὲν χωράει ἡ χάρη, ἀλλὰ ἡ ὅλη στάση μας εἶναι τέτοια, πού δείχνει ὅτι δέν τή θέλουμε τη χάρη «Νὰ μᾶς λείπει», εἶναι σαν να λέει κανείς.

Νὰ ἐπανέλθουμε στήν ἀγία Ἰσιδώρα, καὶ νὰ πῶ πιο συγκεκριμένα γι' αὐτές τις μαγείρισσες. Ἂς μήν ἐπεκταθοῦμε πιο πέρα, διότι κάποιες ἄλλες μοναχές πιθανόν οὔτε θὰ ἤξεραν ὅτι ὑπάρχει στο μαγειρείο καὶ κάποια ποὺ τὴν εἶχαν παραπεταμένη, καὶ δὲν φαινόταν καθόλου. Οἱ μαγείρισσες ὅμως ήταν ὅλη μέρα μαζὶ μὲ τὴν ἀγία Ἰσιδώρα, καὶ πολλές φορές πότε ἡ μιὰ καὶ πότε ἡ ἄλλη τὴ μάλωναν, πότε ἡ μια καὶ πότε ἡ ἄλλη τῆς φέρονταν ἄσχημα, πότε ἡ μια καὶ πότε ἡ ἄλλη τὴν περιγελούσαν. Ἐὰν κάποια από αὐτές τις μαγείρισσες εἶχε μέσα της τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, δὲν μπορεῖ, θα καταλάβαινε ὅτι δὲν εἶναι τυχαία ψυχή αὐτή, που κάθεται ἐκεῖ καὶ τὰ ὑφίσταται ὅλα αὐτά ἀδιαμαρτύρητα. Κάτι θα καταλάβαινε.

Νὰ θυμηθοῦμε ἐδῶ καὶ μιὰ ἄλλη περίπτωση. Ήταν στο Άγιον Όρος ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης. Αὐτός ὁ ἅγιος πήγαινε σὲ ἕνα μέρος, ὅπου ἔφτιαχνε ἕνα καλυβάκι για λίγο καιρό, καὶ μετά το ἔκαιγε καὶ πήγαινε ἀλλοῦ, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὴν προ σκολληθεῖ ἡ ψυχή του σε τίποτε. Γι' αὐτό όνομά στηκε Καυσοκαλύβης. Ήρθε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης καὶ ἀμέσως κατάλαβε ὅτι αὐτὸς εἶναι ἅγιος ἄνθρωπος, ἐνῶ οἱ ἄλλοι τὸν εἶχαν ὅτι δὲν εἶναι στα καλά του, καθώς ἔκαιγε το καλυβάκι του καὶ ἔφευγε πότε ἐδῶ, πότε ἐκεῖ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος τὸν συνάντησε, καί καθώς συζητοῦσαν και κυρίως ρωτοῦσε ὁ ἅγιος Γρηγόριος καὶ ἀπαντοῦσε ὁ ἅγιος Μάξιμος, σε κάποια ἐρώτηση ὁ ἅγιος Μάξιμος χαμογέλασε καὶ τοῦ λέει: «Δώσε μου να φάω καὶ μὴν ἐξετάζεις τὴν πλάνη». Τότε τοῦ λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος: «Μακάρι νὰ εἶχα κι ἐγώ αὐτὴ τὴν πλάνη τη δική σου»,

Θέλω καὶ αὐτό να το τονίσω. Ὄχι ἁπλῶς ἡ ἁγία Ισιδώρα ήταν αυτή που ήταν, καὶ οἱ αδελφές τής φέρονταν έτσι, αλλά φαίνεται πώς καμιά δεν την καταλάβαινε. Διότι, ἐὰν κάποια ἀπὸ αὐτές είχε σωστή νοοτροπία μέσα της, εάν εἶχε τὸ πνεῦμα τοῦ Χρι στοῦ μέσα της, δὲν εἶναι δυνατόν να μην την κατα λάβαινε. Θα καταλάβαινε καὶ κάτι θα έλεγε και, τρό πον τινά, θα την προστάτευε. Άλλά, φαίνεται, καμμιά τους δεν το είχε αὐτό. Θα πείτε. Μοναχές ήταν. Ναί, μοναχές, ἀλλά έως ότου να βρεί κανείς το πνεύμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἂν το βρεί θά εἶναι κοινός άν θρωπος καὶ θὰ φρονεῖ καὶ θὰ ἐνεργεῖ ὅπως ὅλοι

Πόσοι στη Θεσσαλονίκη είμαστε χριστιανοί Ἂς μὴν πάρουμε ὅλους ἐκείνους ποὺ γράφει ἡ ταυτό τητά τους ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἀλλὰ τοὺς ἄλλους που νομίζουν τὸν ἑαυτό τους καλό χριστια νό. Πόσοι εἴμαστε; Ἂν ήμασταν τοῦ Χριστού πραγ ματικά καὶ ἄν εἶχαμε μέσα μας τὸ πνεῦμα τοῦ Χρι στοῦ, τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ βιώματα του Χριστοῦ, θὰ ἔτρεμε ὁ τόπος. Είμαστε όμως ψευτο χριστιανοί, νερόβραστοι, σε λάθος δρόμο. Καὶ δὲν φθάνει αὐτό, ἀλλά λίγο πολύ ὁ καθένας μας θέλει, αὐτό το λαθεμένο, ποὺ δὲν τὸ θεωροῦμε ἐμεῖς λα θεμένο, νὰ τὸ παρουσιάσει ὅτι εἶναι το σωστό

«Συνετάξω τῷ Χριστῷ;» «Συνεταξάμην»


Εάν κατέφευγες στον Θεό καί ἔλεγες, «Θεέ μου, ἔτσι κι ἔτσι φρονῶ, ἔτσι κι ἔτσι πιστεύω, ἔτσι κι έτσι τὰ νομίζω τα πράγματα, ἀλλά μήπως κάνω λάθος, Κύριέ μου, και γι' αὐτὸ ἰδοὺ ἔρχομαι καὶ παραδίδομαι σ' ἐσένα», ὁ Χριστός θὰ ἔβρισκε τρόπο να σου βγάλει ὅ,τι λαθεμένο ἢ ψεύτικο ἔχεις καὶ να σου δώσει τὴν ἀλήθεια. Όμως, δὲν ἀνησυχεῖς καθόλου. Νομίζεις δηλαδή ὅτι αὐτά που κάνεις και αὐτὰ ποὺ φρονεῖς εἶναι τὰ σωστά, καὶ μὲ τὴ στάση σου κρατάς μακριὰ τὸν Χριστό.

Σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο θὰ ἤθελα να τονίσω αὐτή τὴν ἀλήθεια. Κάνουμε πάρα πολύ μεγάλο λάθος που φρονοῦμε ἔτσι, ἀποφαινόμαστε ἔτσι, ποὺ ἡ ὅλη στά ση μας εἶναι τέτοια, σὰν νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε καμιά ἀλλαγή. Πῶς θὰ σε πλησιάσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ πῶς θὰ σὲ ἀλλάξει; Πολύ κακό κάνει αὐτή ἡ λαθεμένη τακτική ποὺ ἔχουμε, να θέλουμε δηλαδή να φτιάξουμε ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας, καὶ δὲν ἀφήνουμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς φτιάξει. Καὶ δὲν γίνεται τυχαία αὐτό οὔτε εἶναι ἁπλῶς ἕνα λάθος. Ὄχι· λαμβάνει κανείς τὰ μέτρα του να προστατεύσει τὸν ἑαυτό του, μὴν τυχόν πάθει τίποτε ὁ ἑαυτός του.

Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶναι δοσμένος στη χάρη τοῦ Θεοῦ, δὲν δυσκολεύεται να ενεργήσει ὅπως ὁ Ἀβραἀμ. Ὁ Θεός καλεῖ τὸν Ἀβραάμ, καὶ αὐτὸς ἀφήνει το σπίτι του καί ἀκολουθεῖ τὸν Θεό. Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα δὲν εἶναι δύσκολο στον Θεό νὰ τοῦ ὁμιλεῖ: «Ἀβραάμ, πήγαινε ἐδῶ. Ἀβραάμ, πήγαινε ἐκεῖ». Ὁ Ἀβραάμ δὲν εἶναι κολλημένος κάπου, ριζωμένος κά που, σε κάτι δικό του, καί μὴν τυχόν τὸ ἀλλάξει. Ή ὅλη ὑπόστασή του ἀνήκει στον Θεό, τα πάντα γι' αὐτὸν εἶναι ὁ Θεός, που τον καλεί, καὶ εὐχαρίστως πηγαίνει ὅπου θέλει ὁ Θεός Αὐτό εἶναι. Είσαι τέτοιος χριστιανός; Διότι ὁ καθένας, ὅταν ἀποφασίσαμε να γίνουμε χριστιανοί, αὐτό ὁμολόγησε:

 Ἀποτάσσης τῷ σατανά; Καὶ πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ; Καί πάσῃ τῇ λατρεία αὐτοῦ; Και πᾶσι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ, καὶ πάσῃ τῇ πομπῇ αὐτοῦ; Φεύγεις ἀπὸ τὸν σατανά καὶ ἀπὸ ὅλα τοῦ σα τανᾶ; Ἀποτάσσομαι, ἀπαντᾶ ὁ κατηχούμενος ἢ ὁ ἀνάδοχος. Συνετάξω τῷ Χριστῷ. Συντάχθηκες με τὸν Χριστό, Συνεταξάμην. Ἀφήνεις δηλαδή τὸν δια βολο καὶ πᾶς στὸν Χριστό, καὶ σὲ ὁδηγεῖ πλέον ὁ Χριστός. Ὑποτάσσεσαι στον Χριστό, ὑπακοῦς στὸν Χριστό, δίνεις τὸ Εἶναι σου στον Χριστό, ὥστε ὄχι μόνο νὰ σὲ ὁδηγεῖ ὁ Χριστός, ἀλλὰ μέσα σου νὰ εἶναι ὁ Χριστός, καὶ νὰ κυβερνά ὁ Χριστός και τη σκέψη σου καὶ τὴν καρδιά σου καὶ ὅλο τὸ Εἶναι σου.

Γιατί εἶναι δύσκολα τα πράγματα

Μὲ ὅσα εἶπαμε δώσαμε ἀπάντηση στο πρώτο μέρος τοῦ σημειώματος. Νὰ δοῦμε το δεύτερο μέρος. Ο σημερινός ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ ἔτσι νὰ τὰ πάρει τα πράγματα (ὅπως ἡ ἁγία Ἰσιδώρα) με τη δική του σκέψη καὶ τήν ἀνθρώπινη λογική. Μπορεῖ ὡστόσο να προσεύχεται στὸν Θεὸ νὰ τοῦ δώσει τέτοιο φρόνημα καὶ νὰ τὸν ἐμποτίσει με τέτοιο πνεῦμα;

Ὄχι ἁπλῶς μπορεῖ ἀλλὰ πρέπει να προσεύχεται στον Θεό ὁ καθένας μας νὰ μᾶς δώσει αὐτὸ τὸ πνεῦ μα (πού εἶχε ἡ ἀγία Ἰσιδώρα). Όμως προσέξτε, πα ρακαλῶ. Ἐγὼ ἔχω πολύ κακή πείρα πολύ κακή πεί ρα Ἐνῶ εἶμαι πολύ αἰσιόδοξος, ὅμως ἔχω ένα φόβο. Έχω προσέξει, έχω παρατηρήσει ὅτι καὶ οἱ πιο καλοδιάθετοι ἄνθρωποι δὲν ξεκόβουν ἀπὸ τὸ δικό τους, δεν ξεκολλοῦν ἀπὸ τὸ δικό τους.

Θα λέγαμε ὅτι ὑπάρχουν «καθώς πρέπει» ἀνθρωποι καὶ, ἂν ἐπιτρέπεται ἡ ἔκφραση, αὐτοί που τοὺς ἀποκαλοῦν «ρεμάλια». Ὡς ἕνα σημεῖο βέβαια εἶναι καλό νὰ εἶναι κανείς «καθώς πρέπει», αλλά ἀπό ἕνα σημείο και πέρα ἀρχίζει ἡ αὐτοδικαίωση, καὶ δὲν ὑπάρχει ἴσως κανένας ἀπό τούς «καθώς πρέπει» –ὁ Θεός ξέρει- ποὺ δὲν πάει σ' αὐτὸ τὸ πιο πέρα. Δηλαδή, αὐτοδικαιώνονται καί δέν ἀφήνουν τον Θεό νὰ τοὺς κυβερνά. Ἐνῶ στοὺς ἄλλους, καθώς δέν κόλλησαν ποτέ σε κάτι δικό τους καὶ ἄγονται και φέρονται, μπορεῖ νὰ βρεθεῖ ἀνάμεσά τους κανένας πού, ἂν βρεῖ τὸν Θεό, ὁ Θεὸς θὰ τὸν χαριτώσει.

Εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὰ παιδιά: Τῶν γάρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι αὐτὰ δὲν ἔχουν κατασταλάξει καὶ εὔκολα ἀκοῦν, εὔκολα δέ χονται. Βέβαια, ἕναν καιρό ἔτσι γινόταν. Τώρα δέν εἶναι ἔτσι. Σήμερα ἀκόμη καί το νήπιο λέει: «Κατά τη γνώμη μου». Κάποτε ὅμως ήταν πρόθυμα τα παι διὰ νὰ ἀκούσουν, να δεχθοῦν, καὶ εὔκολα μποροῦσε κανείς νὰ τὰ ὁδηγήσει στὴν ἀλήθεια. Οἱ μεγάλοι κατά κανόνα κάπου κόλλησαν, κάπου πιάστηκαν, ρίζωσαν σε δικές τους ρίζες, καὶ ὅ,τι τοῦ Θεοῦ πάει ἐκεῖ καὶ τούς βρεί, καλῶς ἀλλιῶς, ἀπὸ κεὶ δεν μετακινούνται με τίποτε.

Είναι δύσκολα τα πράγματα. Δύσκολα, ακριβώς ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμη καὶ ὁ ἐνάρετος, έχει έμπιστοσύνη στη δική του άρετή. Δὲν τὴ βλέπει την ἀρετή όπως το λέει ὁ Χριστός: Όταν ποιήσητε παν τα τα διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ότι δούλοι ἀχρεῖοί έσμεν. "Η. ὅπως διαβάζουμε στην Παλαιά Διαθήρας Πάσα ή δικαιοσύνη ὑμῶν ὡς ῥάκος ἀποκαθημένης, ὅλη ἡ ἀρετή σας εἶναι σαν βρώμικο κουρέλι. Όταν λοιπόν ἐσύ, ὁ ἐνάρετος, κολλήσεις στην άρετή σου και αὐτοδικαιώνεσαι, μπορεῖ νὰ ἔχεις κάποια καλά δεδομένα, ὅμως δὲν μπορεῖς νὰ δεῖς τὸ ἄλλο που περιμένει ὁ Θεός νὰ δεῖ καὶ θὰ μείνεις στη φτώχεια στη φτωχή σου άρετή καὶ στη φτωχή σου αύτοδι καίωση. Δὲν θὰ βρεῖς τὸν Χριστό, ὥστε νὰ σε δι καιώσει ὁ Χριστός, καὶ ἔτσι νὰ ἔρθει ἡ εἰρήνη στην ψυχή σου, ή χαρά, ἡ ἀγάπη, καί νὰ τοὺς βλέπεις ἔπειτα ὅλους μὲ πόνο ψυχῆς  καὶ πῶς νὰ βοηθήσεις τον καθένα νὰ βρεῖ τὸν Θεό, γιὰ νὰ σωθεί.

2-5-1993

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου