Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

Το δομικό στοιχείο του κόσμου 2

Συνέχεια από  Παρασκευή 5. Δεκεμβρίου 2025



Το δομικό στοιχείο του κόσμου 2

Helmut Friedrich Krause (Μέρος 2 – Κύριο μέρος)

https://www.youtube.com/watch?v=vYGoNfH_IcE


..........Τα αποσπάσματα που επιλέξαμε από τη Farbenlehre (Θεωρία περί χρωμάτων) δείχνουν ότι ο Goethe δεν ενδιαφερόταν αποκλειστικά για τη θεωρία των χρωμάτων του, αλλά είχε μπροστά του ένα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα. Στο πλαίσιο των αρχέγονων φαινομένων γίνεται σαφές ότι ο Goethe κατέκρινε τις πιο παράξενες συγχύσεις και περιπλοκές στη φυσική διδασκαλία· και ότι ο θυμός του απέναντι στον Newton άναψε μεν πάνω στο ειδικό πεδίο του φωτός, αλλά στην πραγματικότητα στόχευε στον τρόπο θεώρησης της φύσης των φυσικών επιστημόνων.

Ο Newton ήταν ο θεμελιωτής της μηχανιστικής ερμηνείας του κόσμου και έγινε έτσι ο εκφραστής ενός είδους υλισμού, όπως εκείνου που ήδη ο Πλάτων είχε καταγγείλει. Ο Goethe λέει στη Farbenlehre: «Μπροστά στα αρχέγονα φαινόμενα, όταν εμφανίζονται αποκαλυμμένα στις αισθήσεις μας, νιώθουμε ένα είδος δέους έως φόβου. Οι αισθησιακοί άνθρωποι καταφεύγουν στο θαυμασμό· γρήγορα όμως εμφανίζεται ο δραστήριος μεσολαβητής, ο οποίος θέλει με τον τρόπο του να συμφιλιώσει το υψηλότερο με το πιο ευτελές.»..........

Περαιτέρω, όταν τελικά ηρεμώ στο πρωταρχικό φαινόμενο (Urphänomen), είναι κι αυτό απλώς παραίτηση· αλλά παραμένει μια μεγάλη διαφορά, αν παραιτούμαι στα όρια της ανθρώπινης φύσης ή μέσα σε μια υποθετική περιοριστικότητα του καλοζωισμένου ατόμου μου. Το φως της ημέρας είναι, για την αντίληψη του Goethe, ένα πρωταρχικό φαινόμενο, του οποίου η σημασία δεν μπορεί να τονιστεί αρκετά. Ο φιλόσοφος, κατά τη γνώμη του, οφείλει να το εντάξει στη δική του περιοχή και πρέπει μέσω αυτού να φτάσει σε άλλες και καλύτερες γνώσεις για την ουσία του κόσμου.

Οι περαιτέρω αναπτύξεις μας θέλουν τώρα να αποκαλύψουν το αρχέγονο και να το συνδέσουν λογικά με το παράγωγο. Θα φανεί ότι στη φυσική ανήκει μια μεταφυσική, ότι αμφότερες συνδέονται στενά και ότι η ζητούμενη, απλούστερη ταξινόμηση όλων των φαινομένων από τον κόσμο των εμφανίσεων καθίσταται δυνατή μόνο μετά τη γνώση και των δύο, έως τότε θεωρούμενων ως εντελώς χωρισμένων, μισών. Ίσως κατά την πνευματική επεξεργασία του σχεδίου να συλληφθεί με μια προαίσθηση πόσο μακριά οδηγήθηκε η Δύση από ένα κακό πνεύμα γύρω-γύρω, πόσο η σύγχυση ήταν ικανή να προσδώσει και στη δική μας εποχή τη χειρότερη σφραγίδα.

Αν οι αναπτύξεις μας μπορέσουν να βοηθήσουν έστω μερικούς ανθρώπους να ξαναβρούν τον προσανατολισμό τους, τότε πρέπει κιόλας να ειπωθεί από ποιο πνευματικό ρεύμα — ή ήταν μήπως ένα ρυάκι; — μέσα από τις χιλιετίες προήλθε αυτό το αποτέλεσμα. Η αρχή χάνεται στο λυκόφως της ιστορίας. Επειδή ο αριθμός εκείνων για τους οποίους το Είναι άνθρωπος αποτελούσε μια βαριά υποχρέωση υπήρξε πιθανότατα πάντοτε μικρός, οι πυλώνες της γέφυρας είναι λοιπόν πολύ απομακρυσμένοι, συχνά χάσματα ανοίγονται τόσο μεγάλα, ώστε το άλλο άκρο δύσκολα διακρίνεται· έτσι δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι από την Ελλάδα μνημονεύουμε τους Αναξίμανδρο και Ηράκλειτο, καθώς και τον Αρίσταρχο τον Σάμιο.

Ο Giordano Bruno βρίσκεται στο άλλο άκρο ενός τεράστιου χάσματος και μπορεί να θεωρείται βέβαιο ότι μπόρεσε με δυσκολία να αναγνωρίσει εκείνους που προηγήθηκαν απ’ αυτόν. Μέσω του Schelling, του Goethe και του Novalis οδηγεί ο δρόμος σε ένα τέλος, το οποίο, όπως ελπίζουμε, φέρει εντός του και μια αρχή. Η μεταφυσική μας δεν έχει καμία σχέση με εκείνη τη μεταφυσική που, μυστικο-εικαστικά, ξεπετάγεται μέσα σε θεολογίες και έχει καταστήσει τη σφαίρα της μεταφυσικής σχεδόν δυσφημισμένη.

Η μεταφυσική μας χωρίζεται, για λόγους που απορρέουν από την αποστολή μας, σε εκείνη που μας επιτρέπει να εντάξουμε τη Γη ως έναν ζωντανό μεγάλο οργανισμό σε μια θεϊκή φύση, πάνω από την οποία τεντώνεται, σαν ζωντανή υπενθύμιση, το ουράνιο τόξο. Στην άψυχη, υλικού τύπου κοσμοεικόνα των φυσικών — από τον Newton έως σήμερα — που γεννήθηκε από μια ρασιοναλιστική πνευματικότητα, έχουμε να αντιπαραθέσουμε μια πολύ ζωντανή κοσμοαντίληψη. Εκείνο το μέρος της μεταφυσικής που ανήκει στο προβληματικό μέρος της φύσης, στον άνθρωπο — διότι εκτός αυτού η φύση δεν γνωρίζει προβλήματα — θίγεται από το Μέρος 1 μόνο σε μια αδύναμη ραφή.

Μετά από μια δημιουργική διαίσθηση προσπαθούμε να μεταδώσουμε ό,τι αντικρίστηκε ζωντανά. Για να περιγράψουμε τη δυσκολία της αφετηρίας μας, πρέπει να επισημάνουμε ότι ακριβώς στη Δύση αναδείχθηκε ψυχικά ανασταλτική η μη δυνατότητα τέτοιων γνώσεων. Όταν ο Kant εξήγησε ότι οι μεταφυσικές γνώσεις είναι αδύνατες όσο είμαστε άνθρωποι, όταν φυσικοί γύρω στη στροφή του αιώνα πρόφεραν σχεδόν απαγορευτικά το ignoramus ignorabimus — δεν θα το μάθουμε ποτέ — και μέχρι τη νεότερη εποχή θεωρήθηκε ένας άλλος, μη ρασιοναλιστικός δρόμος γνώσης σχεδόν μη βατός, τότε έχουμε υποδείξει μόνο ένα μικρό μέρος όσων αντιστάθηκαν στο ακόλουθο αποτέλεσμα.

Στο γραπτό «Die Zukunft des Unglaubens»(Το μέλλον της απιστίας) του Gerhard Chesney λέγεται: «Ο εντελώς διαφορετικός δρόμος, να φτάσει κανείς στη ρίζα των πραγμάτων, η στην Ανατολική Ασία ανεπτυγμένη διαλογιστική και διαισθητική μέθοδος, ίσως μπορεί να προσεγγίσει περισσότερο το μυστικό του Είναι από την από εμάς καλλιεργημένη, διακριτική και ρασιοναλιστική τεχνική γνώσης. Φαίνεται ότι η kontemplation συλλαμβάνει σε κατηγορίες που υπερβαίνουν τη χωρητικότητα της ratio. Οι έτσι αποκτηθείσες ενόρασεις όμως δεν είναι διατυπώσιμες και είναι έμμεσες.

Η εμπειρία της Δύσης σ’ αυτό το πεδίο είναι επιπλέον τόσο μικρή, ώστε μια τελική κρίση δεν είναι δυνατή. Η εχθρική προς την αναστοχαστική (kontemplation) διανοητικότητα του χριστιανισμού έχει μπλοκάρει αυτόν τον δρόμο γνώσης πολύ νωρίς, με αποτέλεσμα οι πνευματικές ενέργειες των ηπειρωτικών λαών να συγκεντρωθούν σχεδόν αποκλειστικά στη ρασιοναλιστική ενόραση. Έχουμε τονίσει την αντιπαλότητα του πνευματιστή Goethe προς τον ρασιοναλιστή Newton, εκείνη του Helmholtz προς τον Goethe, την έχθρα του Πλάτωνα προς τον Δημόκριτο, για να υποδείξουμε ότι, διαφορετικά από ό,τι στο παραπάνω παράθεμα, η Δύση γνωρίζει ένα πνευματικό ρεύμα που, μετά από διαλογιστική προεργασία, έφτασε σε διαίσθηση, για την οποία μπορεί ασφαλώς να ειπωθεί ότι πλησίασε περισσότερο τα μυστικά του Είναι από τους ρασιοναλιστές.

Αυτό ισχύει τόσο για τις γνώσεις του Giordano Bruno όσο και για εκείνες του Goethe στη Χρωματολογία του, καθώς και του Novalis στα αποσπάσματά του. Κάτι εντελώς διαφορετικό όμως είναι αν τέτοιες γνώσεις μπορούν να επεξεργαστούν από ρασιοναλιστές ή αν η πνευματική αντιπαλότητα είναι ίσως τόσο ασυμφιλίωτη όσο εκείνη ανάμεσα στους ανθρώπους της νεότερης εποχής και τη φύση ή ανάμεσα στον Κόσμο και το Χάος. Ή μήπως ο Goethe στα ενετικά επιγράμματά του συνέλαβε και αυτό το μυστικό της Δύσης; Είναι πράγματι τόσο μεγάλο μυστικό τι είναι ο Θεός, ο άνθρωπος και ο κόσμος; Όχι, αλλά κανείς δεν θέλει να το ακούσει· έτσι μένει μυστικό.

Ας το αφήσουμε προς το παρόν ανοιχτό και ας αρκεστούμε στη διαπίστωση ότι μια πνευματική εποχή δεν μπορεί να ξεφύγει με κανέναν τρόπο από ένα μεγαλύτερο πεπρωμένο με κοσμική έννοια. Οι αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν και φυλάχτηκαν επί αιώνες και χιλιετίες πρέπει κάποια μέρα να αποκαλυφθούν ως αυταπάτες, εφόσον αντιτίθενται στη ζωή και στους μυστικούς της νόμους. Η αναφορά του Goethe για τις συνέπειες μιας εκτροπής από την οδό της έρευνας ενός τόσο ζωντανού συμπλέγματος όπως είναι η φύση αποδείχθηκε ορθή.

Ωστόσο δεν έχει προκύψει μόνο μια άπειρη σύγχυση, αλλά οι φυσικοί της σημερινής εποχής πρέπει να θέσουν στον εαυτό τους το ερώτημα αν η δράση τους στον τομέα της ατομικής φυσικής μπορεί ακόμη να συμφιλιωθεί με το ήθος μιας υπηρεσίας προς τη ζωή. Το πεδίο χωρικής ενέργειας των ουράνιων σωμάτων — Γη, άνθρωπος, σύμπαν. Από τρία βασίλεια, το ορυκτό, το φυτικό και το ζωικό, 
τα φέρει το βασίλειο του ανθρώπου .

Πάνω απ’ όλα ο έναστρος ουρανός. Αυτά μαζί αποτελούν τον κόσμο των εμφανίσεων, στον οποίο είναι ενταγμένος ο άνθρωπος. Η συνείδησή του συλλαμβάνει, μέσω των αισθητηριακών του οργάνων, το διαχωριστικό μέσα στον κόσμο των εμφανίσεων.

Η συνείδησή του, σε υψηλή πνευματικότητα, έχει να βρει το ενωτικό. Όπως το ίδιο του το σώμα είναι διαμορφωμένο με νόημα, έτσι και το περιβάλλον του εμφανίζεται σχηματισμένο, όχι άμορφο. Από τάξη μαρτυρεί η τακτική επάνοδος των άστρων της ημέρας και της νύχτας, η επάνοδος των εποχών.

Σε πολλές επιδεξιότητες είναι ικανός ο άνθρωπος και γνωρίζει ο ίδιος να διαμορφώνει· ξέρει να διακρίνει ανάμεσα σε ό,τι έχει φτιαχτεί από αυτόν και τους ομοίους του και σε ό,τι έχει σχηματίσει η φύση. Όπως σε ό,τι έχει φτιάξει ο ίδιος ενοικεί ένα νόημα, έτσι μπορεί να υποθέσει και ένα υψηλό νόημα στο περιβάλλον, στο μικρό και στο μεγάλο. Όπως το αισθητήριο του για τη μορφή προσδίδει στον πηλό, στο ξύλο και στο σίδερο μια συγκεκριμένη μορφή, έτσι πρέπει να υποθέτει για τη δημιουργία στην οποία ανήκει και ο ίδιος μια μορφοποιό δύναμη, έναν δημιουργό.

Μέσα στην δημιουργία ο άνθρωπος διακρίνει ανάμεσα στη γη, που φαίνεται να αναπαύεται τόσο ασφαλής, και στα βασίλεια των φυτών και των ζώων. Με αυτά τα δύο έχει κάτι κοινό: το γεννιέσθαι, το αυξάνεσθαι και το αποθνήσκειν. Αυτή η γένεση και φθορά στην σωματικότητά του τον συνδέει με τα κατώτερα βασίλεια· η συνειδητότητά του ως προς τον εαυτό του μέσω της γλώσσας και της λογικής τον χωρίζει από το φυτό και το ζώο.

Αλλά είναι σαφές ως προς αυτόν: μέσα στη δημιουργία καταλαμβάνει έναν υψηλό βαθμό, και ο κόπος της δημιουργίας, τα βασίλεια που τον στηρίζουν, είναι τεράστιος και επιτρέπει να συναχθεί η μέγιστη σημασία του ίδιου. Ο άνθρωπος είναι μέρος της δημιουργίας, και επειδή έτσι έχει, πρέπει επίσης μέσα του να ενεργούν όλοι οι νόμοι της δημιουργίας, όλα τα μυστικά της δημιουργίας να είναι ανιχνεύσιμα εντός του. Αυτό ισχύει για όλα τα μέρη της δημιουργίας, αλλά στον άνθρωπο — δηλαδή στο ον που διακρίνεται από όλα τα άλλα μέσω της συνειδητότητάς του — αυτό το μυστικό της δημιουργίας, ο νόμος του σύμπαντος, πρέπει να εισέλθει στην εγρήγορσή του.

Μόνον αυτό μπορούμε να ονομάσουμε αλήθεια. Η θεμελιωδέστατη γνώση — το γεννιέσθαι, αυξάνεσθαι και αποθνήσκειν — θα πρέπει να μας δώσει την αφετηρία για τις έρευνές μας. Ό,τι ισχύει για τα μέρη της δημιουργίας πρέπει να ισχύει και για το όλον, επομένως και για τα ουράνια σώματα.

Άρα τα ουράνια σώματα δημιουργούνται, διατρέχουν μία εξελικτική πορεία και εκλείπουν. Ποιος τα δημιουργεί, από τι μορφοποιούνται και ποιο είναι το υψηλό νόημα αυτών των δημιουργημάτων; Πρώτα αυτό: από τι δημιουργήθηκε η γη μας και όλα τα άλλα ουράνια σώματα στο διάστημα. Η σημαντικότερη γνώση των προηγούμενων χιλιετιών — ότι ο κόσμος των εμφανίσεων είναι μόνο ένα τμήμα ενός ευρύτερου — πρέπει να τεθεί εκ των προτέρων.

Όπως μια δέσμη φωτός τη νύχτα δείχνει ένα τμήμα ενός ευρύτερου τοπίου που είναι γνωστό ότι υπάρχει, έτσι και οι αισθητηριακές μας αντιλήψεις καταγράφουν μόνο έναν αποσπασματικό χώρο, τον οποίο αποκαλούμε κόσμο των εμφανίσεων. Το ότι ένας σκύλος, για παράδειγμα, αντιλαμβάνεται μια μεγαλύτερη κλίμακα ηχητικών κυμάτων, ότι ένα έντομο επηρεάζεται στο μάτι του από φωτεινά κύματα πέρα από το χρώμα βιολετί — δηλαδή πέρα από την ικανότητα αντίληψής μας — αποδεικνύει την ορθότητα της άποψης του έλληνα φιλοσόφου Herakleitos, ότι μάτι και αυτί μπορούν να μεταδώσουν μόνο μια άκρως υποκειμενική εικόνα του κόσμου, το κοσμοείδωλο του ανθρώπου. Εντός του κόσμου των εμφανίσεων, λέει ο Giordano Bruno, η αιτία δεν είναι ανιχνεύσιμη, και ο φυσικός Boltzmann θεωρεί την πρωταρχική αιτία απρόσιτη στη επιστημονική μεθοδολογία.

Αυτή η εκτεταμένη φαινομενικά ποικιλία των μορφών ανάγεται σε μία αιτία, μία πρωταρχική ουσία. Αυτή η αρχέγονη ύλη, που παρέχει τη σχεδόν άπειρη πολυμορφία των εμφανίσεων, πρέπει συνεπώς να είναι άπειρης μεταμορφωσιμότητας. Όποια κι αν είναι η σύστασή της, σε μία φάση των μεταβολών της πρέπει να εισέλθει από τη σφαίρα του μη αναγνωρίσιμου στη σφαίρα των εμφανίσεων, ώστε το μάτι μας να μπορεί να την αντιληφθεί, αλλά ταυτόχρονα ο νους μας να συλλαμβάνει την εξευγενισμένη καταγωγή της.

Εφόσον από αυτήν έχει οικοδομηθεί ένας υπερ-πραγματικός κόσμος, πρέπει — ακόμη κι αν δεν είναι ορατή στο μάτι — να γίνεται σαφώς αισθητή μέσω των ενεργειών της. Τα ουράνια σώματα, όπως κάθε δημιούργημα, υπόκεινται στον νόμο του γίγνεσθαι και της φθοράς. Δημιουργημένα από ένα οικοδομικό υλικό που στην καθαρότερη κατάστασή του δεν είναι αναγνωρίσιμο από τις αισθήσεις μας, πρέπει επίσης το ουράνιο σώμα να διαλυθεί ξανά σε αυτό το υλικό, όπως απαιτεί ο νόμος του γίγνεσθαι και της φθοράς.

Ονομάζουμε αυτό το υλικό παγκόσμια βούληση (Weltwille), ωστόσο για τις εδώ αναγκαίες ερμηνείες των θεμελιωδών εμφανίσεων επιλέγουμε, κατά αναλογία με επιστημονικές γλωσσικές συνήθειες, μια άλλη έκφραση: χωροενέργεια (Raumenergie). Άρα από χωροενέργεια έχουν δημιουργηθεί όλα τα ουράνια σώματα στο σύμπαν, και σε χωροενέργεια διαλύονται ξανά. Με το γίγνεσθαι και τη φθορά συνδέουμε την ιδέα της νεότητας, της ακμής, καθώς και του γήρατος και του θανάτου, δηλαδή μια ανοδική και μια καθοδική ανάπτυξη.

Αυτό, όπως στα μέρη, πρέπει να παρατηρείται και στο όλον, το ουράνιο σώμα. Στην επιφάνεια του ουράνιου σώματος, τη ζωτική σφαίρα του ανθρώπου, δεν παρατηρούμε τίποτε από τη διάλυση· διότι αν η αποσύνθεση συνέβαινε εξωτερικά, θα έπρεπε, παρά τη βραχύτητα της ανθρώπινης ζωής, να διαπιστώναμε μεταβολές βάσει των μεταδιδόμενων εικόνων του περιβάλλοντος. Ενδύουμε τώρα το διαισθητικά συλληφθέν σε ένα συμπέρασμα από τα προειρημένα και ονομάζουμε αυτή τη διάλυση πυρηνική ακτινοβολία.

Όλα τα ουράνια σώματα, δημιουργημένα από ένα οικοδομικό υλικό — τη χωροενέργεια — αποσυντίθενται, ξεκινώντας από τον πυρήνα του ουράνιου σώματος, ξανά σε χωροενέργεια, και μάλιστα στην καθαρότερη, απόλυτη μορφή της. Αυτή η διεργασία γίνεται αρχικά αντιληπτή μόνο στις επιδράσεις της, και η θεμελιωδέστατη επίδραση είναι η διαπιστώσιμη έλξη μέσα στη ζωτική σφαίρα του ανθρώπου — η βαρύτητα. Η χωροενεργειακή ακτινοβολία από τον πυρήνα κάθε ουράνιου σώματος σχηματίζει ένα ενεργειακό πεδίο ακτινοβολίας ακτινικής δομής, δηλαδή οι ενέργειες ακτινοβολούν από το κέντρο του ουράνιου σώματος προς όλες τις κατευθύνσεις.

Η πυρηνική ακτινοβολία διαπερνά ανεμπόδιστα όλα τα στρώματα της ύλης του ουράνιου σώματος· αποτελεί την πρωταρχική αιτία, όσον αφορά τον παγκόσμιο βούληση (Weltwille), και όλες οι διεργασίες στον κόσμο των εμφανίσεων βρίσκονται σε πλήρη εξάρτηση από αυτήν, συντελούνται μέσα στο πεδίο της. Το χωροενεργειακό πεδίο είναι ο φορέας της κυματικής μετάδοσης όλων των ειδών ακτινοβολιών. Διαθέτει ταυτόχρονα εκείνες τις ιδιότητες που πριν από τον Einstein έπρεπε να αποδοθούν στον υποθετικό αιθέρα, ως φορέα των φωτεινών κυμάτων.

Ελαστικότητα, πυκνότητα και διαπερατότητα στον ύψιστο βαθμό. Η πυρηνική ακτινοβολία ανήκει στη σφαίρα του Απολύτου, στην περιοχή των αιτιών κατά την έννοια των δηλώσεων του Giordano Bruno. Αφού γνωρίζουμε την πρωταρχική αιτία, θα είναι εύκολο να ανασχηματίσουμε το κοσμοείδωλο χρησιμοποιώντας τα φαινόμενα και να αναγάγουμε τα φαινόμενα στην αληθινή τους αιτία.

Όλα τα ουράνια σώματα ακτινοβολούν από τον πυρήνα τους χωροενέργειες στην καθαρότερη μορφή, και τα πεδία ακτινοβολίας έχουν αναγκαστικά μια ακτινική δομή. Αυτή η μορφή συνεπάγεται ότι η πυκνότητα του ενεργειακού πεδίου ακτινοβολίας μειώνεται με την απόσταση από το σημείο γένεσης της κεντρικής σφαίρας του ουράνιου σώματος και αντίστροφα αυξάνεται με την προσέγγιση προς το κέντρο του ουράνιου σώματος. Η επιτάχυνση ενός σώματος που πέφτει προς την επιφάνεια της γης, η ελεύθερη πτώση, έχει επομένως την αιτία της στην αύξηση της πυκνότητας του ενεργειακού πεδίου.

Μπορούμε, βάσει εμπειριών, να συμπεράνουμε ότι με αυξανόμενη πυκνότητα του πεδίου αυξάνεται και η ελκτική δύναμη. Από αυτό πρέπει να συναχθεί ότι όλες οι πυκνώσεις χωροενέργειας, τις οποίες συνολικά ονομάζουμε ύλη, υπόκεινται με την προσέγγιση στο κέντρο του ουράνιου σώματος σε μια διαρκώς αυξανόμενη πίεση, η οποία στο τέλος φτάνει σε τέτοιο ύψος ώστε οι ενεργειακές πυκνώσεις να θραύονται, δηλαδή να διαλύονται πάλι σε κοσμικές ενέργειες καθαρότερης μορφής, δηλαδή σε χωροενέργεια. Διατηρούμε αρχικά τον όρο «πυκνώσεις χωροενέργειας» για την ύλη, αν και θα φανεί αργότερα ότι στην πραγματικότητα η ύλη αποτελεί μια μορφή χαλάρωσης της χωροενέργειας, που βρίσκεται σε πλήρη εξάρτηση από την πυκνότητα του ενεργειακού πεδίου.

Η απελευθέρωση της χωροενέργειας στη σφαίρα του πυρήνα, τη σφαίρα του Απολύτου, συντελείται με αδιανόητη σφοδρότητα· και επειδή γίνεται λόγος για το Απόλυτο, πρέπει να απέχουμε από κάθε παράσταση που προέρχεται από τον κόσμο των εμφανίσεων. Ενεργειακό κύμα και ταχύτητα είναι τέτοιες παραστάσεις και αποτυγχάνουν πλήρως μέσα στη σφαίρα του Απολύτου. Όταν γίνεται λόγος για το Απόλυτο, τότε πρέπει — σύμφωνα με την απειρία του κοσμικού χώρου, της παγκόσμιας ψυχής — για τον παγκόσμιο βούληση στην καθαρότερη μορφή του να υποθέσουμε πανταχού παρουσία, δηλαδή μεταφερμένο στη χωροενέργεια: άπειρη ταχύτητα.

Η άπειρη ταχύτητα όμως συμπίπτει με την ηρεμία, πράγμα που σημαίνει ότι τα ενεργειακά πεδία στο διάστημα βρίσκονται σε ανάπαυση. — Η πρώτη μεταμόρφωση του Απολύτου. Το για τη Γη μας σημαντικότερο γειτονικό ουράνιο σώμα, ο ήλιος, ακτινοβολεί, όπως και όλα τα άλλα ουράνια σώματα, χωροενέργειες στην καθαρότερη μορφή τους, προερχόμενες από την πυρηνική αποσύνθεση. Από την αμοιβαία αλληλεπίδραση των πεδίων ακτινοβολίας Ήλιου–Γης προκύπτουν τώρα μεταβολές των πεδίων, μέσω συμπίεσης μια επιβράδυνση της ενέργειας.

Λόγω της πυκνότητας της πυρηνικής ακτινοβολίας και της σφοδρότητας της αλληλεπίδρασης των πεδίων, οι χωροενέργειες, που σε απόλυτη μορφή φαίνονται χωρίς κύματα, συμπιέζονται και μεταμορφώνονται. Οι ενέργειες λαμβάνουν κυματική μορφή και τότε λαμβάνει χώρα εκείνη η διεργασία που στο μάτι μας εμφανίζεται ως φως και η οποία, με επαρκή ένταση της συμπίεσης — όπως στον ήλιο — γίνεται από εμάς αισθητή και ως θερμότητα. Εδώ, κατά την ανατολή της ημέρας, πραγματοποιείται η μετάβαση από το Απόλυτο στον κόσμο των εμφανίσεων.

Εδώ το Απόλυτο εισέρχεται εντός του οπτικού μας πεδίου, έτσι ώστε να μπορούμε να αναγνωρίσουμε την εξευγενισμένη καταγωγή του. Ζωτικής σημασίας είναι ότι η μεταμόρφωση των ενεργειών που εισάγονται από τον ήλιο καθορίζεται από την ένταση του δικού μας πεδίου ακτινοβολίας. Συνεπώς πρέπει να αναθεωρήσουμε όλες τις μέχρι τώρα αντιλήψεις μας περί του σύμπαντος.

Καθοριστικό και αποφασιστικό για όλα τα φαινόμενα είναι το Απόλυτο, το πυρηνικό πεδίο ακτινοβολίας του εκάστοτε ουράνιου σώματος. Από την έντασή του — η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξάρτηση από το μέγεθος του ουράνιου σώματος και την εξελικτική του πορεία — προσδιορίζονται τα φαινόμενα. Εφόσον στο γίγνεσθαι και τη φθορά ανήκει και μια ανοδική και μια καθοδική ανάπτυξη, το πυρηνικό πεδίο ακτινοβολίας υπόκειται ως προς την έντασή του σε αντίστοιχες διακυμάνσεις.

Διακυμάνσεις που πρέπει να γίνουν αισθητές σε όλα τα φαινόμενα που εισέρχονται στον κόσμο των εμφανίσεων. Κατά την ανοδική ανάπτυξη ενός ουράνιου σώματος οι μεταβολές των πεδίων πρέπει να έχουν άλλη κατεύθυνση επίδρασης από ό,τι κατά την καθοδική πορεία του ουράνιου σώματος. Το φως ως πρωταρχικό φαινόμενο, δηλαδή ως πρώτη μεταμόρφωση του Απολύτου, είναι μόνο ένα τμήμα από μια μεγαλύτερη κλίμακα ενεργειακών ακτινοβολιών.

Χάρη στην ένταση του δικού μας ενεργειακού πεδίου ακτινοβολίας, οι ενέργειες που έρχονται από τον ήλιο μεταμορφώνονται σε υπεριώδη, σε φως και σε υπέρυθρη ακτινοβολία. Από το γίγνεσθαι και τη φθορά ενός ουράνιου σώματος προκύπτει για τον ανερχόμενο τομέα της κοσμικής εξέλιξης μια αυξανόμενη ένταση της πυρηνικής ακτινοβολίας και για τον κατερχόμενο μια σταθερώς μειούμενη. Με αυξανόμενη ένταση πρέπει οι κοσμικές εισροές — δηλαδή οι χωροενέργειες που φθάνουν σε εμάς από άλλα ουράνια σώματα — να συμπιέζονται όλο και ισχυρότερα, έτσι ώστε οι ενεργειακές ακτινοβολίες που παράγονται σε αυτή τη διεργασία να ενισχύονται προς την κατεύθυνση των μακρών κυμάτων, του υπέρυθρου (Ultrarot / Infrarot).

Από την άλλη πλευρά, η διεργασία συμπίεσης πρέπει να γίνεται όλο και ασθενέστερη με τη μείωση της έντασης του χωροενεργειακού πεδίου, με αποτέλεσμα — πέρα από μια εξαφάνιση των μακρών κυμάτων — να γίνεται αισθητή μια αύξηση των βραχέων κυμάτων, υπεριώδους κτλ. Άρα η κλίμακα των ενεργειακών ακτινοβολιών υφίσταται μια μετατόπιση προς το υπέρυθρο στην ανοδική πορεία και μια μετατόπιση προς το υπεριώδες στην καθοδική πορεία του ουράνιου σώματος.

Συνεχίζεται

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ, ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ.  ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΜΑΣ. ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΒΟΥΔΙΣΜΟ. ΣΗΜΕΡΑ ΤΗΝ ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΝΔΟΥΙΣΜΟ ΣΥΝΘΕΤΕΙ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ. ΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΥΠΑΚΟΗ ΟΥΤΕ ΝΑ ΜΑΘΗΤΕΥΣΟΥΝ.

   Συνέχεια από: Kυριακή 11 Μαίου 2025

W.WINDELBAND, ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, Β ΤΟΜΟΣ.

Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ

4. Αυτή η συνειδητή θεμελίωση της φιλοσοφίας σε ανθρωπολογικές βάσεις έχει ως ουσιαστικό επακόλουθο την κεντρική θέση που κατέχει η βούληση στην κοσμοθεωρία του Αυγουστίνου. Χωρίς αμφιβολία αυτό οφείλεται στις προσωπικές εμπειρίες ενός ανθρώπου με έντονες ορμές και ισχυρή θέληση, ο οποίος, καθώς διερευνούσε στοχαστικά τη δική του προσωπικότητα, διαπίστωνε ότι ο εσώτατος πυρήνας της ήταν η βούληση. Γι' αυτό θεωρεί τη βούληση κάτι ουσιαστικό. Πίσω από κάθε κατάσταση, κάθε κίνηση της ψυχής, κρύβεται η βούληση. Πιο σωστά: όλες οι ψυχικές καταστάσεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά τρόποι της βούλησης (voluntates).

 Για τον Αυγουστίνο η γνώση του νοητού κόσμου είναι ουσιαστικά φώτιση, αποκάλυψη. Γιατί το πνεύμα μπροστά στο δημιουργό του δεν έχει δυνατότητα ούτε για δημιουργική αλλά ούτε και για παθητική πρόσληψη. Ο Ιερός Αυγουστίνος πιστεύει ότι η ενορατική γνώση των νοητών αληθειών δεν είναι καθόλου ένας ανεξάρτητος καρπός που τον παράγει το πεπερασμένο πνεύμα βασισμένο στη δική του μόνο δύναμη. Κατά την άποψή του αυτή η ενορατική γνωστική ικανότητα δεν έχει ούτε καν τον αυθορμητισμό που χαρακτηρίζει την προσοχή, δηλαδή την ιδιότητα της συνείδησης να κατευθύνεται προς τις διάφορες αντικειμενικότητες (intentio) της εξωτερικής και της εσωτερικής εμπειρίας. Ο Αυγουστίνος πιστεύει ότι η φώτιση της ατομικής συνείδησης από τη θεία αλήθεια είναι ένα ενέργημα της χάρης του Θεού (βλ. παρακάτω): Η ατομική συνείδηση απλώς περιμένει και δέχεται. Αυτές οι μεταφυσικές σκέψεις, που θα μπορούσε να είχαν αναπτυχθεί και σε νεοπλατωνικό έδαφος, ενισχύονται πάρα πολύ, καθώς στη θεολογία του Αυγουστίνου το κέντρο βάρους εντοπίζεται στη θεία χάρη. Η γνώση των αληθειών που βασίζονται στο λόγο είναι ένα στοιχείο μακαριότητας και αυτή τη μακαριότητα ο άνθρωπος δεν την οφείλει στη δική του θέληση αλλά στο θέλημα του Θεού.

Ωστόσο ο Αυγουστίνος προσπάθησε, τουλάχιστον αρχικά, να αφήσει κάποια περιθώρια και στην ατομική βούληση. Δεν περιορίζεται να τονίσει ότι ο Θεός αποκαλύπτει την αλήθεια του, μόνο σε όποιον αποδείχνεται άξιος γι' αυτό, με τις προσπάθειες που καταβάλλει και με το ήθος του, δηλαδή με τις ιδιότητες της βούλησης του· διδάσκει ακόμη ότι η προσοικείωση της θείας αλήθειας δεν επιτυγχάνεται μόνο με τη γνώση αλλά, σε μεγαλύτερο βαθμό, με την πίστη. Η πίστη, ως παραστασιακή ενέργεια που σχηματίζεται με τη συγκατάθεση του ατόμου αλλά χωρίς εννοιολογική κάλυψη, προϋποθέτει την παράσταση του αντικειμένου στο οποίο αναφέρεται, περιέχει όμως και μια συγκατάθεση που δεν οφείλεται σε εξαναγκασμό της νόησης αλλά είναι πηγαίο βουλητικό ενέργημα της καταφατικής κρίσης. 

 Η συγκατάθεση που προέρχεται άμεσα από τη βούληση δίνει τα πρωταρχικά νοητικά στοιχεία από τα οποία, με την παρέμβαση της διάνοιας που τα συνδυάζει, προκύπτει η εννοιολογική γνώση. Έτσι λοιπόν και στα πιο σημαντικά πράγματα, δηλαδή στα σχετικά με τη λύτρωση του ανθρώπου, η εννοιολογική γνώση του αποκτούμε με το νού πρέπει να ακολουθεί την πίστη στη θεία αποκάλυψη, πίστη που την καθορίζει η αγαθή θέληση, και επίσης η πεποίθηση ότι η αποκάλυψη αυτή κυριαρχεί στην παράδοση της Εκκλησίας. 

5. Σε όλους αυτούς τους διαλογισμούς του Ιερού Αυγουστίνου κεντρικό σημείο είναι η έννοια της ελευθερίας της βούλησης. Είναι μια προαίρεση, μια επιλογή ή συγκατάθεση της βούλησης, που συντελείται ανεξάρτητα από τις δραστηριότητες της διάνοιας και δεν καθορίζεται από γνωστικά κίνητρα· αντίθετα, αυτή η ίδια επιδρά καθοριστικά στη γνώση, χωρίς η συνείδηση να μπορεί να έχει λόγο γι' αυτό. Ο Αυγουστίνος έμεινε σταθερός στην έννοια της ελευθερίας της βούλησης και προσπάθησε να αντικρούσει τις ποικίλες αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν γι' αυτήν. Εκτός από την ηθική-θρησκευτική υπευθυνότητα επιμένει προπαντός στο θέμα της δικαιοσύνης του Θεού. Αλλά τις πιο μεγάλες δυσκολίες τις συναντά καθώς προσπαθεί να συμβιβάσει την αναίτια πράξη που αντικειμενικά είναι εξίσου δυνατή όσο και η ακριβώς αντίθετή της με τη γνώση που εκ των προτέρων έχει ο Θεός γι' αυτήν. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα ο Αυγουστίνος καταφεύγει στη διάκριση αιωνιότητας (άχρονου) και χρόνου. Υποστηρίζει ότι ο χρόνος, που τον διερευνά με εξαιρετικά λεπτό τρόπο, έχει πραγματική σημασία μόνο για τις συγκρίσεις των λειτουργιών της εσωτερικής εμπειρίας, και μόνο αργότερα αποκτά σημασία και για την εξωτερική εμπειρία. Η γνώση που έχει από πριν ο Θεός για τα πράγματα, γνώση καθαυτήν άχρονη, έχει αιτιακά τόσο λίγη καθοριστική δύναμη πάνω στα μελλοντικά γεγονότα όσο και η ανάμνηση πάνω στα περασμένα. Σε αυτό το πλαίσιο ο Αυγουστίνος δίκαια θεωρείται ένας από τους πιο ένθερμους και σθεναρούς υποστηρικτές της ελευθερίας της βούλησης.

ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου