Συνεχίζεται από: Παρασκευή 15 Ιουνίου 2018
Βλαδίμηρου Λόσκι.
ΤΟ ΠΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ.
8ο Κεφάλαιο: Η οικονομία του Αγίου Πνεύματος.
Η προσωπική κάθοδος του Αγίου πνεύματος «ηγεμονεύοντος» σύμφωνα με έναν ύμνο της πεντηκοστής [Μια έκφραση παρμένη από την ομιλία του Αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, στην πεντηκοστή (ομιλία 41,9), η οποία πρόσφερε τα πιο όμορφα υλικά για τους λειτουργικούς ύμνους της πεντηκοστής] δεν θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν μία πληρότης, σαν ένας άπειρος πλούτος που εισέρχεται μέσα σε κάθε πρόσωπο, εάν η Εκκλησία της Ανατολής δεν ομολογούσε την ανεξαρτησία τής υποστάσεως του Αγίου πνεύματος έναντι του Υιού, ως προς την αιώνια καταγωγή Του. Διαφορετικά, η πεντηκοστή, αρχή τού αγιασμού, δεν θα μπορούσε να διακριθεί από την πνοή που μετέδωσε ο Χριστός στους αποστόλους, όπου το Άγιο πνεύμα ενεργούσε σαν βοηθός του έργου τού Χριστού, δημιουργώντας την ενότητα του μυστικού του σώματος. Εάν το Άγιο πνεύμα μπορούσε να θεωρηθεί σαν εξαρτημένο από τον Υιό, σαν θείο πρόσωπο, θα παρουσιαζόταν τότε και στην προσωπική του έλευση, σαν ένας δεσμός που μας συνδέει με τον Υιό. Η μυστική ζωή τότε θα αναπτυσσόταν σαν οδός προς την ένωση της ψυχής με τον Χριστό μέσω του Αγίου πνεύματος. Αυτό όμως μας επαναφέρει στο πρόβλημα των ανθρώπινων προσώπων στην ένωση: θα είχαν εκμηδενιστεί ενωνόμενα με το πρόσωπο του Χριστού, δηλαδή το πρόσωπο του Χριστού θα κυριαρχούσε πάνω μας εκ των έξω, εξωτερικώς και σε αυτή την τελευταία περίπτωση η Χάρις θα κατενοείτο σαν εξωτερική σε σχέση με την ελευθερία, αντί να είναι η εσωτερική ανάπτυξη. Επομένως σε αυτή την ελευθερία ομολογούμε την θεότητα του Υιού, η οποία φανερώνεται στο πνεύμα μας από το Άγιο πνεύμα που κατοικεί μέσα μας!(;).
Για την μυστική παράδοση της ανατολικής Χριστιανωσύνης, η πεντηκοστή η οποία παρέχει στα ανθρώπινα πρόσωπα την παρουσία του Αγίου πνεύματος, την απαρχή του αγιασμού, σημαίνει τον σκοπό, το ύστατο τέλος και ταυτοχρόνως σημειώνει την αρχή της πνευματικής ζωής. Με την κάθοδό του πάνω στους μαθητές σαν γλώσσες φωτιάς, το Άγιο πνεύμα κατέρχεται έκτοτε αοράτως πάνω στους νεοβαπτισθέντες δια του μυστηρίου τού Χρίσματος(;). Στην ανατολική ιεροτελεστεία το χρίσμα ακολουθεί αμέσως μετά το βάπτισμα. Το Άγιο πνεύμα ενεργεί στα δύο μυστήρια: αναγεννά την Φύση εξαγνίζοντάς την, ενώνοντάς την στο σώμα του Χριστού και μεταδίδει επίσης στο ανθρώπινο πρόσωπο την θεότητα, την κοινή ενέργεια της Αγίας Τριάδος, δηλαδή την Χάρη. [Βασικό σημείο της κακοδοξίας που μας δέρνει. Ο Κύριος δεν υφίσταται. Παρά μόνον σαν ένα σώμα στο οποίο ενωνόμαστε, δια του Αγίου πνεύματος. Και αυτή η κοινή ενέργεια, η θεότης; Δεν είναι η κακοδοξία την οποία επαναλαμβάνει ο Θερμός ή η θεοποιός άκτιστη ενέργεια του Ρωμανίδη και του Ιερόθεου Βλάχου; Καμμία σχέση με την εν Χριστώ Ζωή του Καβάσιλα, πολύτιμο πετράδι της παραδόσεώς μας].
Ο στενός δεσμός αυτών των δύο μυστηρίων –της βαπτίσεως και του χρίσματος– είναι ο λόγος για τον οποίο η άκτιστη και θεοποιός δωρεά την οποία παρέχει η κάθοδος του Αγίου πνεύματος στα μέλη της Εκκλησίας, ονομάζεται πολύ συχνά «βαπτισματική Χάρις». Έτσι ονόμασε ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ την Χάρη της πεντηκοστής. «Αυτή η φλογισμένη πνοή της Χάριτος την οποία όλοι εμείς, πιστοί Χριστιανοί, δεχόμαστε στο μυστήριο της βάπτισης σφραγίζεται με τις Ιερές σφραγίδες του αγίου χρίσματος, που τίθενται πάνω στα κύρια μέρη του σώματός μας, σύμφωνα με τις συνταγές, με τους ορισμούς της Εκκλησίας. Διότι το σώμα μας γίνεται από εκείνη την στιγμή σκηνή της Χάριτος εις τον αιώνα… Τόσο μεγάλη είναι η Χάρις του βαπτίσματος, είναι τόσο αναγκαία στον άνθρωπο αυτή η πηγή της ζωής, που δεν αποσύρεται ούτε από τον αιρετικό, μέχρι την ώρα του θανάτου του, μέχρι αυτού του τέρματος που καθόρισε η θεία πρόνοια στον άνθρωπο για να τον δοκιμάσει κατά την διάρκεια της ζωή του επί της γης. Διότι ο θεός δοκιμάζει τους ανθρώπους προσδιορίζοντας σ’ αυτούς τον χρόνο στον οποίο πρέπει να ολοκληρώσουν το έργο τους, αξιοποιώντας την αρετή της χάριτος που τους εδόθη»! [Δεν βλέπουμε να ενισχύεται η γνώμη του Λόσκι περί της κυριαρχίας του Αγίου πνεύματος στα δύο Μυστήρια. Μάλιστα σύμφωνα με τον Άγιο και σε απόλυτη συμφωνία με τον Καβάσιλα, το Μυστήριο είναι ενιαίο]. Η βαπτισματική Χάρις, η παρουσία του Αγίου πνεύματος μέσα μας, αναλλοίωτος και προσωπική για τον καθένα, είναι το θεμέλιο όλης της Χριστιανικής ζωής! Είναι η Βασιλεία του θεού την οποία το Άγιο πνεύμα προετοιμάζει μέσα μας, σύμφωνα με τον ίδιο τον Άγιο Σεραφείμ ξανά. [Δεν λέμε η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού; Ο Κύριος έχει καταργηθεί ήδη για τον Λόσκι].
Ερχόμενο το Άγιο πνεύμα να κατοικήσει μέσα μας, καθιστά το Είναι μας τον θρόνο της Αγίας Τριάδος, καθότι ο Πατήρ και ο Υιός είναι αχώριστοι από την θεότητα του πνεύματος. [Οπωσδήποτε χωρίς το σώμα οι συλλογισμοί αυτοί. Και στον Ευαγγελισμό και στον απόστολο Παύλο, η ενέργεια του Αγίου πνεύματος αφορά το σώμα, το οποίο καθιστά ναό Του]. «Εμείς δεχόμαστε το πυρ της θεότητος –λέει ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος– το πυρ για το οποίο έλεγε ο Κύριος: πυρ ήλθον βαλείν επί την γην (Λουκά 12, 49). Τί είναι αυτό το πυρ αν όχι το Άγιο Πνεύμα; Ομοούσιο του Υιού λόγω της θεότητός Του, Άγιο Πνεύμα με το οποίο ο Πατήρ και ο Υιός συνεισέρχονται και συνθεωρούνται;»(Λόγος Ηθικός Α’). Δια της ελεύσεως του Αγίου πνεύματος η Αγία Τριάς κατοικεί σε μας και μας θεοποιεί, μας δίνει τις άκτιστες ενέργειές Της, την δόξα Της, την θεότητά Της, που είναι το Αιώνιο Φως στο οποίο πρέπει να συμμετάσχουμε. Και γι’ αυτό, σύμφωνα με τον Άγιο Συμεών, η Χάρις δεν μπορεί κρυμμένη μέσα μας, η ενοίκηση της Αγίας Τριάδος δεν μπορεί να παραμείνει αφανέρωτος. [Βλέπουμε πως μετά την εξαφάνιση του Κυρίου, χάνεται και το Άγιο Πνεύμα. Η λεπτομέρεια του Αγίου Συμεών ότι “συνθεωρούνται” δεν μετράει όσο έπρεπε. Η θεωρία δεν είναι κατοικία. Ιδιαιτέρως όταν είναι όλα δώρα, κατά Χάριν και όχι κατά φύσιν που υπονοείται στον Λόσκι, κάτω από την επήρρεια της Αναλογίας].
«Εάν κάποιος ισχυρίζεται –λέει ξανά ο Άγιος Συμεών– ότι αγνώστως και αναισθήτως, τούτο το Άγιο Πνεύμα έλαβε και έχει καθένας από τους πιστούς, βλασφημεί [όπως ο Θερμός], κάνοντας ψεύτη τον Χριστό ο οποίος είπε ότι γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον (Ιωαν. 4,14) και αμέσως μετά, ο πιστεύων εις εμέ, ποταμοί ρεύσουσιν εκ της κοιλίας αυτού ύδατος ζώντος (Ιωαν. 7, 38). Εάν λοιπόν η πηγή αναβλύζει, πάντως και ο ποταμός εξερχόμενος και καταρρέων τοις βλέπουσι καθοράται. Εάν όμως όλα αυτά συμβαίνουν σε μας χωρίς να έχουμε κάποια εμπειρία (αγνώστως) ή συνείδηση (επαισθανομένων) [η σύγχρονη μείωση της μεταφυσικής του Είναι της σχολαστικής, σε συνείδηση, σημαίνει την παράδοση των πάντων στα αισθητήρια και την φαντασία τα οποία γεννούν την σύγχρονή λογική του ΕΓΩ που δίδαξε ο Χούσσερλ], είναι βέβαιο τότε πως δεν θα αισθανθούμε ούτε την αιώνιο ζωή που είναι η συνέπεια, πως δεν θα δούμε το Φως του Αγίου Πνεύματος, αλλά θα παραμείνουμε νεκροί και τυφλοί και αναίσθητοι, όπως είμαστε ήδη στην παρούσα ζωή. Και έτσι θα γίνει μάταιη η ελπίδα μας και η ζωή μας κενή εάν παραμείνουμε πάντα στον θάνατο, και της αιωνίου ζωής δεν λάβουμε την αίσθηση. Αλλά δεν είναι έτσι στ’ αλήθεια, αλλά όπως έχω ήδη πει πολλές φορές και πάλι θα πω και δεν θα πάψω ποτέ να λέω: Φως ο Πατήρ, Φως ο Υιός, Φως το Πνεύμα το Άγιον, Έν Φως άχρονον, άτμητον, ασύγχυτον, αΐδιον, άκτιστον, απρόσιτον, ανενδεές, αόρατον διότι είναι έξω από τα πάντα και υπέρ πάντων και ον και νοούμενον, το οποίο δεν κατόρθωσε ποτέ κανείς των ανθρώπων θεάσασθαι, προ του καθαρθήναι, ούτε προ του θεάσασθαι έλαβε. Πολλοί γαρ είδον μεν ουκ εκτήσαντο δε»(Λόγος Ηθικός Ι’).
Όπως έχουμε ήδη πει, η θεολογία της ανατολικής Εκκλησίας διακρίνει πάντοτε το πρόσωπο του Αγίου πνεύματος, δοτήρος της Χάριτος, από την άκτιστο Χάρη που μας παρέχει. [Που πάνε τα περί κατοικίας λοιπόν;]. Η άκτιστος Χάρις, θεία εκ φύσεως, είναι η ενέργεια ή η πρόοδος της ΜΙΑΣ Φύσεως, η θεότης, καθότι διακρίνεται αφράστως από την ουσία και μεταδίδεται στα δημιουργημένα όντα, θεώνοντάς τα. [Συνεχίζει ο Λόσκι τους συλλογισμούς μετά από το απόσπασμα του Αγίου Συμεών για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι μιλάμε για το ίδιο πράγμα. Δεν είναι αλήθεια. Ο Άγιος μιλά για την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος και του Κυρίου. Δέν μιλά γιά τίς άκτιστες ενέργειες οι οποίες στήν δυτική θεολογία ονομάζονται κτιστές σχέσεις.]
Δεν είναι λοιπόν πλέον όπως στην Π.Δ., ένα αποτέλεσμα που δημιουργείται στην ψυχή δια της θείας Βουλής, που ενεργεί σαν εξωτερική αιτία στο πρόσωπο, τώρα είναι η θεία ζωή που ανοίγεται σε μας εν Αγίω πνεύματι.
ΕΔΩ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΟΛΗ Η ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ.
Διότι το Άγιο Πνεύμα ταυτίζεται μυστικώς με τα ανθρώπινα πρόσωπα, παρότι μένει ακοινώνητο. ΥΠΟΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ, ας πούμε, από εμάς τους ίδιους. Διότι είναι Αυτό που κράζει μέσα στις καρδίες μας «Αββά ο πατήρ» σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο.[ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΚΑΙ Η ΒΡΩΜΕΡΗ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ ΤΟΥ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ ΟΤΙ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ Ο ΝΟΥΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΩΤΕΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ]
Θα έπρεπε μάλλον να πούμε πως το Άγιο πνεύμα εξαλείφεται, διαγράφεται, σαν πρόσωπο, προ των κτιστών προσώπων, στα οποία παρέχει την Χάρη. [Ένας νέος μονοφυτισμός δυστυχώς φανερώνει επιτέλους τις προθέσεις των παλαιών μονοφυτισμών και μονοθελητισμών. Με την υποκατάσταση του Κυρίου, δια του Αγίου πνεύματος. Ο άνθρωπος γίνεται άυλος].
Σ’ Αυτό η θέληση του θεού δεν είναι πλέον ξένη προς εμάς. Μας παρέχει την Χάρη εσωτερικώς, φανερούμενο στο ίδιο μας το πρόσωπο, μέχρις ότου η θέλησή μας παραμένει σύμφωνος προς την θεία βουλή και συνεργάζεται μαζί της στην απόκτηση της Χάριτος, καθιστώντας την δική μας! [Ένας ύπουλος ανθρωπολογικός μονοφυτισμός, αποτέλεσμα της έννοιας της κενώσεως. Αυτό εννοεί ο Γιανναράς λέγοντας πως τώρα το κτιστό μπορεί να ζήσει με τους όρους του ακτίστου. Ή ότι μετά θάνατον θα αποκτήσουμε σώμα παρακλήτου].
Αυτή είναι η οδός της θεώσεως η οποία καταλήγει στην Βασιλεία του Θεού [όλα αυτά για να διαγραφεί η μετάνοια, για να διατηρήσουμε την έπαρση], η οποία εισάγεται μέσα μας δια του Αγίου πνεύματος [άγευστος θείας εμπειρίας και πεινασμένος. Με τα λόγια δεν χορταίνει κανείς], ήδη από την παρούσα ζωή. Διότι το Άγιο πνεύμα είναι το βασιλικό Χρίσμα που τίθεται και αναπαύεται στον Χριστό [Χρίεται και ο Χριστός, όπως έχουμε ήδη δει τηνπαράνοια] και σε όλους τους Χριστιανούς οι οποίοι καλούνται να βασιλεύσουν μαζί Του στον μέλλοντα αιώνα. Τότε το άγνωστο τούτο θείο πρόσωπο, που δεν έχει την εικόνα Του σε μια άλλη υπόσταση, θα εμφανισθεί στα θεωμένα πρόσωπα: η εικόνα Του θα είναι το πλήθος των Αγίων.
Τέλος κεφαλαίου
[Όπως βλέπουμε για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο πρέπει να δούμε καλύτερα την νέα εικονολατρία, την φιλοσοφία αυτή της εικόνος που εισάγει τόσο βίαια στην Εκκλησιολογία μας ο Ζηζιούλας. Ειρωνία της Ιστορίας, σήμερα η εικονολατρία αποτελεί την μέγιστη αίρεση. Πρέπει να γίνουμε όλοι μας εικονομάχοι. Ας πούμε μόνον πως (ο Λόσκι) μιλά για κατά Φύσιν θέωση].
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Επειδή στά σημερινά θεολογικά πράγματα κυριαρχεί η αοριστολογία, θά προσθέσουμε σ' αυτό τό σημείο, ότι η αγαπολογία, η ουσία τού οικουμενισμού, είναι ακριβώς η οικονομία τού Αγίου Πνεύματος, διότι τό Αγιο Πνεύμα, γιά τόν Παπισμό είναι ακριβώς η αγάπη τού Πατρός πρός τόν Υιό καί η αγάπη τού Υιού πρός τόν Πατέρα.
ΔΥΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ SUMMA ΤΟΥ ΘΩΜΑ ΑΚΙΝΑΤΗ ( επανάληψη)
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Φιλοκαλία τ.4ος μτφ. Γαλίτη).
Κεφ. 35: «Η πανάγαθη αυτή και υπεράγαθη Αγαθότητα είναι και πηγή αγαθότητας. Γιατί και τούτο είναι αγαθό, και μάλιστα το ακρότατο αγαθό, και δεν ήταν δυνατό να λείπει από την παντέλεια Αγαθότητα. Επειδή τώρα η παντέλεια και υπερτέλεια αυτή Αγαθότητα είναι Νους, τίποτε άλλο δεν μπορεί να πηγάζει από Αυτή σαν από πηγή, παρά λόγος. Λόγος βέβαια όχι σαν τον δικό μας προφορικό λόγο, γιατί τούτος δεν είναι του νου, αλλά του σώματος που κινείται από νου. Ούτε πάλι σαν το δικό μας ενδιάθετο λόγο, γιατί τούτος γίνεται μέσα μας έχοντας σαν τύπους τους φθόγγους. Ούτε τέλος σαν τον δικό μας λόγο της διάνοιας, κι ας είναι αυτός χωρίς φθόγγους, πραγματοποιούμενος με κινήσεις τελείως ασώματες. Γιατί και ο λόγος αυτός της διάνοιας είναι μετά από μας, και έχει ανάγκη από διαλείμματα και μεγάλα χρονικά διαστήματα, και προχωρεί διεξοδικά, πηγαίνοντας από την ατελή αρχή προς το τελικό συμπέρασμα. Αλλά ο Λόγος που πηγάζει από τη θεία Αγαθότητα είναι αντίστοιχος με τον έμφυτο σε μας λόγο που εναπόκειται στο νου μας αφότου ο Δημιουργός μας έκανε κατ’ εικόνα Του. Ο λόγος αυτός είναι η γνώση που συνυπάρχει πάντοτε με τον νου. Η Γνώση-Λόγος, λοιπόν, η οποία συνυπάρχει πάντοτε με τον υπέρτατο Νου της παντέλειας και υπερτέλειας Αγαθότητας, που δεν έχει τίποτε το ατελές, πλην του εξ' αυτής είναι, είναι απαράλλακτα όσα είναι Εκείνη. Γι’ αυτό και ο υπέρτατος Λόγος είναι και λέγεται από μας Υιός, για να γνωρίσομε με βεβαιότητα ότι είναι τέλειος, με τέλεια δική Του υπόσταση, γιατί έχει την ύπαρξη από τον Πατέρα και δεν υστερεί καθόλου από τον Πατέρα κατά την ουσία, αλλά είναι απαράλλακτος μ’ Εκείνον, αν και όχι κατά την υπόσταση. Αυτή διακρίνεται από το ότι ο Λόγος προήλθε με θεοπρεπή γέννηση από τον Πατέρα».
Κεφ. 36: «Επειδή η Αγαθότητα που σαν από πηγή προήλθε με γέννηση από την Αγαθότητα-Νου , είναι Λόγος, και λόγο χωρίς πνεύμα (πνοή), κανένας που έχει νου δεν μπορεί να εννοήσει, γι’ αυτό ο εκ Θεού Θεός Λόγος έχει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο προέρχεται κι αυτό από τον Πατέρα. Το Πνεύμα αυτό δεν είναι όπως εκείνο που συνυπάρχει με τον προφορικό μας λόγο. Ούτε πάλι είναι όπως εκείνο που συνυπάρχει, αν και ασωμάτως, με τον ενδιάθετο και τον κατά διάνοια λόγο μας. Γιατί και τούτο είναι μια ορμή του νου που συνεκτείνεται χρονικά με το λόγο μας κι έχει ανάγκη από τα ίδια διαστήματα κι από το ατελές προχωρεί στο ολοκληρωμένο. Ενώ Εκείνο, το Πνεύμα του υπέρτατου Λόγου, είναι κατά κάποιο τρόπο ένας έρωτας ανέκφραστος του Πατέρα προς τον Λόγο που γεννήθηκε με τρόπο απόρρητο. Το ίδιο Πνεύμα-Έρωτα έχει και ο αγαπημένος Λόγος και Υιός προς τον Πατέρα. Το έχει όμως ως συμπροερχόμενο με Αυτόν από τον Πατέρα και αναπαυόμενο σ’ Αυτόν λόγω της κοινής Τους φύσεως. Από τον Λόγο, που σαρκώθηκε και μας συναναστράφηκε, μάθαμε το όνομα της διαφορετικής προελεύσεως του Πνεύματος από τον Πατέρα, και ότι αυτό δεν είναι μόνο του Πατέρα αλλά και του Υιού. Μας είπε δηλαδή: «Το Πνεύμα της αλήθειας, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα» (Ιω. 15, 26). Από αυτό μαθαίνομε ότι δεν είναι μόνο ο Λόγος, αλλά και το Πνεύμα που προέρχεται από τον Πατέρα, όχι όμως με γέννηση αλλά με εκπόρευση. Επίσης, ότι είναι και του Υιού που το έχει από τον Πατέρα, αφού είναι Πνεύμα αλήθειας και σοφίας και λόγου. Γιατί η αλήθεια και η σοφία είναι Λόγος κατάλληλος για τον γεννήτορα. Αυτός ο Λόγος συγχαίρει με τον Πατέρα που χαίρεται γι’ Αυτόν, σύμφωνα μ’ εκείνο που Αυτός είπε με τον Σολομώντα : «Εγώ ήμουν που χαιρόμουν μαζί Του» (Παροιμ. 8, 30.). Δεν είπε χαιρόμουν, αλλά χαιρόμουν μαζί Του. Αυτή η προαιώνια χαρά του Πατέρα και του Υιού είναι το Άγιο Πνεύμα, επειδή είναι και των δύο κατά τη χρήση (γι’ αυτό και στέλνεται και από τους δύο σ’ όσους είναι άξιοι), αλλά μόνο του Πατέρα κατά την ύπαρξη (γι’ αυτό και μόνο απ’ αυτόν εκπορεύεται ως ύπαρξη)».
ΔΥΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ SUMMA ΤΟΥ ΘΩΜΑ ΑΚΙΝΑΤΗ ( επανάληψη)
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ.
ΕΡΩΤΗΜΑ 36, άρθρο 1.
1. ΕΑΝ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΟΝΟΜΑ ΕΝΟΣ ΘΕΙΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ.
1. Κανένα κοινό όνομα στα τρία πρόσωπα δέν μπορεί να είναι ενός και μόνου. Αλλά Πνεύμα Άγιο είναι κοινό στα τρία πρόσωπα. Και πράγματι ο Άγιος Ιλάριος αποδεικνύει πώς με το όνομα πνεύμα του Θεού μερικές φορές υποδεικνύεται ο Πατήρ, όπως στο Αγιογραφικό χωρίο: "Το πνεύμα τού Κυρίου είναι πάνω απο μένα". Άλλες φορές υποδεικνύεται ο Υιός, όπως όταν ο Ιησούς ο ίδιος είπε: "Εάν εγώ με το πνεύμα τού Θεού διώχνω τους δαίμονες..." Θέλοντας να δείξει με αυτό πώς έδιωχνε τους δαίμονες με την δύναμη της Φύσης Του, ενώ μερικές φορές υποδεικνύεται το Άγιο πνεύμα: "Θα εκχύσω το πνεύμα μου σε κάθε σάρκα". Γι'αυτό Άγιο Πνεύμα ή πνεύμα Άγιο δέν είναι το ιδιαίτερο όνομα ενός Θείου προσώπου.
2. Τα ονόματα των Θείων προσώπων είναι, όπως λέει και ο Βοήθιος σχετικοί όροι. Αλλά Άγιο πνεύμα δέν είναι σχετικός όρος (δέν υποδεικνύει σχέση, τον άλλον). Επομένως δέν μπορεί να είναι το ιδιαίτερο όνομα ενός Θείου προσώπου.
3. Καθώς Υιός είναι το όνομα ενός Θείου προσώπου, δέν μπορούμε να πούμε πώς είναι ο Υιός αυτού ή εκείνου. Ενώ συνηθίζουμε να λέμε το πνεύμα αυτού ή εκείνου του ανθρώπου, όπως σ'εκείνο το χωρίο της Γραφής: "ο Κύριος είπε στον Μωυσή: θα πάρω μέρος απο το πνεύμα σου για να το δώσω σε αυτούς". Και αλλού: "Το πνεύμα του Ηλία ακούμπησε πάνω στον Ελισσαίο". Φαίνεται λοιπόν πώς Πνεύμα Άγιο δέν είναι το ιδιαίτερο όνομα ενός Θείου προσώπου.
ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ: Λέει η Αγία Γραφή: "Είναι τρείς που μαρτυρούν στον ουρανό: ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα", τρείς τί πράγμα; αναρωτιέται ο Αυγουστίνος, και απαντά : "Τρία πρόσωπα". Επομένως Άγιο Πνεύμα είναι όνομα ενός Θείου προσώπου.
ΑΠΑΝΤΩ: Στον Θεό υπάρχουν δύο προόδοι. Η δεύτερη όμως, η πρόοδος τής αγάπης, δέν έχει δικό της όνομα, όπως είπαμε και πιό πάνω. Επομένως και οι σχέσεις οι οποίες αναδύονται δέν διαθέτουν δικό τους όνομα, όπως εξηγήσαμε ήδη. Απο αυτό προκύπτει πώς ούτε το πρόσωπο το οποίο προοδεύει, σύμφωνα μ'αυτή την δεύτερη πρόοδο μπορεί να έχει, για τον ίδιο λόγο, δικό του όνομα. Για να επισημανθούν όμως εκείνες οι σχέσεις, υιοθετήθηκαν απο την χρήση τών πραγμάτων αυτών, μερικά κοινά ονόματα, δηλαδή πρόοδος και εκπόρευση, τα οποία σημαίνουν ακριβώς πιό πολύ τις εννοιολογικές πράξεις, παρά τις σχέσεις. Έτσι για να δείξουμε το Θείο πρόσωπο το οποίο προοδεύει δια της προόδου της αγάπης, υιοθετήθηκε, σύμφωνα και με την Γραφή, το όνομα Άγιο Πνεύμα.
Και αυτού του γεγονότος μπορούμε να βρούμε δύο αιτίες, πρώτον, την Κοινωνία, την κοινότητα του προσώπου που ονομάζεται Άγιο Πνεύμα. Πράγματι, εξηγεί ο Αυγουστίνος: "Επειδή το πνεύμα το Άγιο είναι κοινό στα δύο πρόσωπα, ονομάζεται ακριβώς με ονόματα κοινά και στα δύο πρόσωπα. [οι Λατίνοι το Άγιο Πνεύμα το ονομάζουν spirito santo, δηλαδή Πνεύμα Άγιο, αντιθέτως απο την Πατερική μας παράδοση, η οποία το διαχωρίζει ονομάζοντάς το Άγιο Πνεύμα, δηλαδή santo spirito]. Και πράγματι ο Πατήρ είναι πνεύμα και ο Υιός είναι πνεύμα, ο Πατήρ είναι Άγιος, ο Υιός είναι Άγιος. [Αρχίζει η σύγχυση ανάμεσα στην ουσία, στην υπόσταση και στις ιδιότητες των υποστάσεων, συγχυση ανάμεσα στα κοινά και στα ακοινώνητα]. Δεύτερον: η σημασία του ιδίου του Αγίου Πνεύματος: Στον φυσικό κόσμο πνεύμα σημαίνει ορμή και κίνηση, παρόρμηση και κίνηση, καθότι μάλιστα ονομάζουμε πνεύμα την αναπνοή και τον άνεμο. Έτσι λοιπόν είναι ίδιον τής Αγάπης να κινεί και να ωθεί την θέληση ή καλύτερα την Βούληση αυτού που αγαπά πρός το αγαπημένο πράγμα. Έπειτα η Αγιότης αποδίδεται σε εκείνα τα πράγματα που είναι οργανωμένα και διατεταγμένα στον Θεό. Γι'αυτό λοιπόν ονομάζεται πνεύμα Άγιο το Θείο πρόσωπο το οποίο προοδεύει σαν την αγάπη με την οποία αγαπάται ο Θεός.[Αρχίζει να γίνεται φανερό ότι δέν υπάρχει στην Λατινική αίρεση, ούτε Αγία Τριάδα, αλλά ούτε Άγιο Πνεύμα, σαν υπόσταση. Υπάρχει μόνον ο Θεός , τον οποίο ταύτισε ο Ζηζιούλας με το πρόσωπο του Πατρός για να προσδώσει ορθόδοξο ένδυμα στην κακοδοξία].
ΛΥΣΗ ΤΗΣ ΔΥΣΚΟΛΙΑΣ: 1. Εάν η έκφραση Πνεύμα Αγιο υπολογίζεται σαν να αποτελείται απο δύο διακεκριμένες λέξεις, τότε είναι κοινή σε όλη την Τριάδα. Διότι με την έκφραση πνεύμα εκφράζεται το άϋλο της Θείας ουσίας. Και πράγματι στον φυσικό κόσμο το πνεύμα (άνεμος ή αναπνοή) είναι μία αόρατη ουσία ελάχιστης πυκνότητος, και γι'αυτό σε όλες τις άϋλες και αόρατες ουσίες δίνουμε το όνομα πνεύμα. Με το επίθετο άγιος, έπειτα, δείχνουμε την καθαρότητα της Θείας αγαθότητος. Ενώ υπολογίζοντας την έκφραση Άγιο Πνεύμα σαν μία και μόνη λέξη, η Εκκλησία για τους λόγους που αναφέραμε, την υιοθέτησε για να δείξει ένα απο τα Θεία πρόσωπα, εκείνο που προοδεύει σύμφωνα με την πρόοδο της αγάπης.
2. Παρότι ο όρος Άγιο Πνεύμα δέν είναι σχετικός, παρ'όλα αυτά χρησιμοποιείται σαν να είναι, καθότι υιοθετήθηκε για να σημάνει ένα πρόσωπο διακεκριμένο απο τα άλλα μόνον και μόνον λόγω σχέσεως. Θα μπορούσαμε λοιπόν να διακρίνουμε σ'αυτόν τον όρο μία σχέση εάν πνεύμα ελαμβάνετο με την σημασία του εκπορευμένου.
3. Στον όρο Υιός σημαίνεται μόνον η σχέση ενός υποκειμένου που προέρχεται απο μία αρχή, πρός αυτή την αρχή, ενώ εκείνος του Πατρός σημαίνει την σχέση αρχής, όπως επίσης και σ' εκείνον του πνεύματος καθώς περιλαμβάνει την ιδέα της παρόρμησης. Τώρα όμως, κανένα δημιούργημα δέν μπορεί να είναι αρχή ενός Θείου προσώπου, μάλλον το αντίθετο. Και γι'αυτό μπορούμε να πούμε Πάτερ ημών και Πνεύμα ημών, αλλά δέν μπορούμε ο Υιός ημών
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Φιλοκαλία τ.4ος μτφ. Γαλίτη).
Κεφ. 35: «Η πανάγαθη αυτή και υπεράγαθη Αγαθότητα είναι και πηγή αγαθότητας. Γιατί και τούτο είναι αγαθό, και μάλιστα το ακρότατο αγαθό, και δεν ήταν δυνατό να λείπει από την παντέλεια Αγαθότητα. Επειδή τώρα η παντέλεια και υπερτέλεια αυτή Αγαθότητα είναι Νους, τίποτε άλλο δεν μπορεί να πηγάζει από Αυτή σαν από πηγή, παρά λόγος. Λόγος βέβαια όχι σαν τον δικό μας προφορικό λόγο, γιατί τούτος δεν είναι του νου, αλλά του σώματος που κινείται από νου. Ούτε πάλι σαν το δικό μας ενδιάθετο λόγο, γιατί τούτος γίνεται μέσα μας έχοντας σαν τύπους τους φθόγγους. Ούτε τέλος σαν τον δικό μας λόγο της διάνοιας, κι ας είναι αυτός χωρίς φθόγγους, πραγματοποιούμενος με κινήσεις τελείως ασώματες. Γιατί και ο λόγος αυτός της διάνοιας είναι μετά από μας, και έχει ανάγκη από διαλείμματα και μεγάλα χρονικά διαστήματα, και προχωρεί διεξοδικά, πηγαίνοντας από την ατελή αρχή προς το τελικό συμπέρασμα. Αλλά ο Λόγος που πηγάζει από τη θεία Αγαθότητα είναι αντίστοιχος με τον έμφυτο σε μας λόγο που εναπόκειται στο νου μας αφότου ο Δημιουργός μας έκανε κατ’ εικόνα Του. Ο λόγος αυτός είναι η γνώση που συνυπάρχει πάντοτε με τον νου. Η Γνώση-Λόγος, λοιπόν, η οποία συνυπάρχει πάντοτε με τον υπέρτατο Νου της παντέλειας και υπερτέλειας Αγαθότητας, που δεν έχει τίποτε το ατελές, πλην του εξ' αυτής είναι, είναι απαράλλακτα όσα είναι Εκείνη. Γι’ αυτό και ο υπέρτατος Λόγος είναι και λέγεται από μας Υιός, για να γνωρίσομε με βεβαιότητα ότι είναι τέλειος, με τέλεια δική Του υπόσταση, γιατί έχει την ύπαρξη από τον Πατέρα και δεν υστερεί καθόλου από τον Πατέρα κατά την ουσία, αλλά είναι απαράλλακτος μ’ Εκείνον, αν και όχι κατά την υπόσταση. Αυτή διακρίνεται από το ότι ο Λόγος προήλθε με θεοπρεπή γέννηση από τον Πατέρα».
Κεφ. 36: «Επειδή η Αγαθότητα που σαν από πηγή προήλθε με γέννηση από την Αγαθότητα-Νου , είναι Λόγος, και λόγο χωρίς πνεύμα (πνοή), κανένας που έχει νου δεν μπορεί να εννοήσει, γι’ αυτό ο εκ Θεού Θεός Λόγος έχει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο προέρχεται κι αυτό από τον Πατέρα. Το Πνεύμα αυτό δεν είναι όπως εκείνο που συνυπάρχει με τον προφορικό μας λόγο. Ούτε πάλι είναι όπως εκείνο που συνυπάρχει, αν και ασωμάτως, με τον ενδιάθετο και τον κατά διάνοια λόγο μας. Γιατί και τούτο είναι μια ορμή του νου που συνεκτείνεται χρονικά με το λόγο μας κι έχει ανάγκη από τα ίδια διαστήματα κι από το ατελές προχωρεί στο ολοκληρωμένο. Ενώ Εκείνο, το Πνεύμα του υπέρτατου Λόγου, είναι κατά κάποιο τρόπο ένας έρωτας ανέκφραστος του Πατέρα προς τον Λόγο που γεννήθηκε με τρόπο απόρρητο. Το ίδιο Πνεύμα-Έρωτα έχει και ο αγαπημένος Λόγος και Υιός προς τον Πατέρα. Το έχει όμως ως συμπροερχόμενο με Αυτόν από τον Πατέρα και αναπαυόμενο σ’ Αυτόν λόγω της κοινής Τους φύσεως. Από τον Λόγο, που σαρκώθηκε και μας συναναστράφηκε, μάθαμε το όνομα της διαφορετικής προελεύσεως του Πνεύματος από τον Πατέρα, και ότι αυτό δεν είναι μόνο του Πατέρα αλλά και του Υιού. Μας είπε δηλαδή: «Το Πνεύμα της αλήθειας, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα» (Ιω. 15, 26). Από αυτό μαθαίνομε ότι δεν είναι μόνο ο Λόγος, αλλά και το Πνεύμα που προέρχεται από τον Πατέρα, όχι όμως με γέννηση αλλά με εκπόρευση. Επίσης, ότι είναι και του Υιού που το έχει από τον Πατέρα, αφού είναι Πνεύμα αλήθειας και σοφίας και λόγου. Γιατί η αλήθεια και η σοφία είναι Λόγος κατάλληλος για τον γεννήτορα. Αυτός ο Λόγος συγχαίρει με τον Πατέρα που χαίρεται γι’ Αυτόν, σύμφωνα μ’ εκείνο που Αυτός είπε με τον Σολομώντα : «Εγώ ήμουν που χαιρόμουν μαζί Του» (Παροιμ. 8, 30.). Δεν είπε χαιρόμουν, αλλά χαιρόμουν μαζί Του. Αυτή η προαιώνια χαρά του Πατέρα και του Υιού είναι το Άγιο Πνεύμα, επειδή είναι και των δύο κατά τη χρήση (γι’ αυτό και στέλνεται και από τους δύο σ’ όσους είναι άξιοι), αλλά μόνο του Πατέρα κατά την ύπαρξη (γι’ αυτό και μόνο απ’ αυτόν εκπορεύεται ως ύπαρξη)».
Αμέθυστος
Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: "Αδελφοί κατοικούν μαζί μου. Εγκρίνεις να τους προστάζω;". Του λέγει ο γέρων: "Όχι. Αλλά κάμε πρώτα το έργο και αν θέλουν έτσι να ζουν, ας το σκεφθούν μόνοι τους". Του λέγει ο αδελφός: "Θέλουν και οι ίδιοι, πάτερ, να τους προστάζω". Του απαντά ο γέρων: "Όχι. Αλλά γίνε τους υπόδειγμα και όχι νομοθέτης".
ΑπάντησηΔιαγραφή