Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Πέθανε ο Περικλής Κοροβέσης

                                       Πέθανε ο Περικλής

Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών ο συγγραφέας, πολιτικός και αγωνιστής της αριστεράς Περικλής Κοροβέσης, μετά από νοσηλεία σε νοσοκομείο. 

Περικλής Κοροβέσης: Το πραγματικό γεγονός δεν μεταφέρεται, μία παραλλαγή του μόνο

«... Εγώ πιστεύω ότι έζησα φυσιολογικά, σύμφωνα με τον χαρακτήρα μου, με τις επιθυμίες μου, πέρασα πάρα πολύ μεγάλη φτώχεια, που άγγιζε τα όρια του άστεγου και της πείνας... διάφορες χώρες... κι εντούτοις έχω την εντύπωση ότι ήμουνα πολύ πλούσιος. Άμα κοιτάξω τη ζωή μου πίσω δεν μου έρχεται μιζέρια, βλέπω ότι μου ήρθε ένας πλούτος και αισθάνομαι τυχερός. Οι άλλοι θεωρούν τη ζωή μου περιπετειώδη, εγώ τη θεωρώ κανονική...»


Λοιπόν, όταν μια ιστορία πηγαίνει από το βιβλίο στο θέατρο ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να της συμβεί;
Δεν πιστεύω ότι το βιβλίο μπορεί να γίνει θέατρο. Αλλά… Μπορεί ο δημιουργός να εμπνευστεί από το βιβλίο και να το κάνει δικό του θέατρο. Δεν πιστεύω ότι το βιβλίο μπορεί να γίνει θέατρο γιατί υπάρχει άλλη δομή. Δηλαδή, δεν μπορούμε ένα ξύλο να το κάνουμε σίδερο. Είναι άλλοι οι νόμοι. Επομένως, ο συγγραφέας που θα δώσει το βιβλίο του πρέπει να καταλάβει ότι το δίνει να μετασχηματιστεί, να ανακυκλωθεί.
Αυτό που λένε «αυτοβιογραφία», σε τελική ανάλυση είναι ένα μυθιστόρημα που δεν τολμάει να πει το όνομα του
Για να δώσω ένα παράδειγμα, αν θέλω να περιγράψω ένα ωραίο ηλιοβασίλεμα, μπορεί να το κάνω σε μια σελίδα ή δυο σελίδες. Ο άλλος πρέπει να πει, α! τι ωραία! και να έχει τις δύο σελίδες μέσα. Αυτή είναι η διαφορά του λογοτεχνήματος, της γραφής της λογοτεχνίας από τη γραφή του θεάτρου, γιατί η γραφή του θεάτρου είναι κίνητρο να γίνει φωνή και σώμα.
-Άρα υπάρχει η πιθανότητα να του συμβεί κάτι «κακό» εάν δεν καταφέρει ο σκηνοθέτης να τη μετασχηματίσει;
Ε, βέβαια, μπορεί να το κάνει βαρετό. Αν μείνει πιστός στο λογοτέχνημα μπορεί να έχει μία θαυμάσια περιγραφή μιας καταστροφής και να γίνει πληκτική στο θέατρο. Αυτή πρέπει να βγει από την αντίδραση των ηθοποιών.
-Και το «Tango Bar» (το οποίο ομολογώ μου ήταν άγνωστο); 
Αυτό είναι γραμμένο από την αρχή σαν θεατρικό και δεν είναι μετασχηματισμός κάποιου άλλου κειμένου σε θέατρο…. Ξεκινάω τη ζωή μου σαν ηθοποιός. Είχα καλό δάσκαλο τον Ροντήρη, τον Χορν, τον Μουσούρη, τον Βόκοβιτς, μία κλασική σχολή εν πάση περιπτώσει, οπότε είχα την παιδεία να γράψω θέατρο, από την άποψη ότι αν δεν είσαι μέσα στο θέατρο δεν μπορείς να γράψεις θέατρο. Είναι ειδική γραφή. Ένας εκτός θεάτρου που δεν έχει ζήσει το θέατρο δεν μπορεί να γράψει θέατρο. Ο Μολιέρος ήταν ηθοποιός, ο Αισχύλος ήταν ηθοποιός, ο Σοφοκλής ήταν ηθοποιός…. Είναι σαν το επάγγελμα του γύφτου, το μουσικό. Που το μαθαίνει μέσα στην οικογένεια και το κάνει για να ζήσει η οικογένεια. Ας πούμε, οι περίφημοι χαλκιάδες. Μόνον αυτοί έπαιζαν έτσι. Όσο και να προσπαθήσεις να τους μιμηθείς δεν μπορείς. Θα κάνεις κάτι άλλο. Έτσι και το θέατρο. Είναι μία συντεχνία που πρέπει να είσαι μέσα για να γράψεις θέατρο.
-Πρόκειται για πραγματική ιστορία;
Όλα τα έργα έχουνε μέσα μία βιωμένη ιστορία ή, πολλές βιωμένες ιστορίες ή, ιστορίες που ο συγγραφέας έχει ακούσει και τον έχουν συγκινήσει. Λόγου χάρη εάν πεις ότι δώδεκα χρονών σου συνέβη κάτι τραγικό, θα με πιάσει, θα δουλευτεί μέσα μου. Δεν θα το ’χω ζήσει εγώ, όμως θα με πιάσει και κάποια στιγμή θα βγει. Αλλά το μεταμορφώνεις σε τέτοιο σημείο που να σου φαίνεται κι εσένα ξένο. Δηλαδή, το βίωμα μετασχηματίζεται κατά κάποιον τρόπο σε λόγο ή σε θέαμα. Οπότε εσύ το κοιτάς απέξω. Όλα μου τα έργα, και τα θεατρικά και τα μυθιστορήματα, έχουνε κάτι το βιωμένο. Αλλά το βιωμένο, κατά κάποιον τρόπο, παίρνει τη μορφή του ονείρου. Όπως το όνειρο είναι η λεωφόρος για το υποσυνείδητο και πρέπει να ψάξεις να βρεις τι είναι, συμβαίνει η αντίστροφη κίνηση που το βιωμένο γίνεται έτσι που να μην αναγνωρίζεται.
-Εμμέσως όλα βιωμένες ιστορίες είναι, συγχωνευμένες και μετασχηματισμένες. Αλλά η πληροφορία ότι πρόκειται για πραγματική ιστορία -όπως η αναφορά στους τίτλους μιας ταινίας «βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα»-  μας κάνει να το βλέπουμε αλλιώς. Σαν να πρόκειται για ντοκουμέντο.
Κατ’ αρχήν το πραγματικό γεγονός είναι αυτό που γίνεται και όχι αυτό που ο άλλος αφηγείται. Έχει διαφορά. Γιατί μου έχει συμβεί, όχι μία αλλά πολλές φορές, τρεις, πέντε άνθρωποι να είμαστε μάρτυρες του ίδιου γεγονότος και να έχουμε πέντε διαφορετικές ιστορίες. Ή ακόμα αυτό που λένε «αυτοβιογραφία», σε τελική ανάλυση είναι ένα μυθιστόρημα που δεν τολμάει να πει το όνομα του. Είναι περίπου τα πράγματα. Δηλαδή, το πραγματικό γεγονός δεν μεταφέρεται, μία παραλλαγή του μεταφέρεται. Ακόμα και σε φοβερά συμβάντα, όπως σε πόλεμο, σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, δεν μεταφέρεται ακριβώς. Σε αυτό που μεταφέρεται μεσολαβεί η αίσθηση εκείνου που το λέει -αυτό ξέρουμε.
Ο φόβος είναι ένας τοίχος που μπορεί να είναι η ασφάλεια μας, αλλά μπορεί να είναι και η φυλακή μας
… Ε, και μετά, κατά κάποιον τρόπο, έχω μία φυσική δειλία που την είχα ανακαλύψει από παιδί. Τώρα, θα γελάσεις… Ήταν μια άνοιξη, νομίζω 25η Μαρτίου και η δασκάλα μας είχε βάλει να γράψουμε για την πατρίδα. Εγώ βαριόμουνα. Κοίταζα έξω και βλέπω ένα κοριτσάκι που έπαιζε σκοινάκι. Και γελούσε. Και μου ’ρθε να σηκωθώ να φύγω, να πω, κυρία πάω τουαλέτα, και να πάω να τη δω. Και δεν τόλμησα. Και βγάζω το συμπέρασμα ότι έχω μια δειλία. Αφού αυτό έπρεπε να κάνω, αυτό ήταν το φυσιολογικό, να πάω να παίξω με το κοριτσάκι, όχι να γράφω για την πατρίδα. Και ποια πατρίδα δηλαδή, τότε… Οπότε, είμαι στον κόσμο μου. Δεν μπορώ να κάνω δημόσιες σχέσεις, να στέλνω θεατρικά από δω κι από κει –και αυτό είναι το βιωματικό, που το λέει κάποια στιγμή ο Λάκης- και γιατί να παιχτεί και γιατί να αρέσει; Ή θα κάνουμε το θέατρο που θέλουμε, ή δεν χρειάζεται να μιμηθούμε το θέατρο που κάνουν οι άλλοι. Γίνει δε γίνει. 
«Φόβος και λογική είναι το ίδιο» γράφετε στο Tango Bar. Πώς ο φόβος που είναι κάτι πρωτόγονο είναι ίδιος με τη λογική που εξ ορισμού προϋποθέτει επεξεργασία;
Ο φόβος είναι ένας τοίχος που μπορεί να είναι η ασφάλεια μας, αλλά μπορεί να είναι και η φυλακή μας. Οπότε πρέπει να τολμήσουμε να κάνουμε πράγματα για να ξεπεράσουμε αυτόν τον φόβο, ο οποίος μπορεί να είναι η ψεύτικη προσωπικότητα που έχουμε, αυτή που μας έχει επιβάλλει η κοινωνία. Δηλαδή, η μεγάλη μάχη που δίνεται είναι ότι η κοινωνία στην ουσία μας μουμιοποιεί, μας καθηλώνει και μας αναπτύσσει για να την υπηρετήσουμε και όχι για να την ανατρέψουμε. Όσο άδικη και να′ ναι. Αλλά για να το κάνεις αυτό πρέπει πρώτα να βρεις τον εαυτό σου.
-Εννοείτε ότι είναι τόσο βαθιά ριζωμένοι οι «λογικοί» φόβοι που μας έχουν «φυτέψει» που στο τέλος νομίζουμε ότι είναι δικοί μας;
Βέβαια. Από παιδιά ακούμε «μη» και «μη», «δεν πρέπει« και «δεν κάνει».
Εμείς πιστεύουμε ότι έχετε ζήσει δέκα ζωές. Εσείς; Έτσι νιώθετε; 
Όχι. Εγώ πιστεύω ότι έζησα φυσιολογικά, σύμφωνα με τον χαρακτήρα μου, με τις επιθυμίες μου, πέρασα πάρα πολύ μεγάλη φτώχεια, που άγγιζε τα όρια του άστεγου και της πείνας... διάφορες χώρες... κι εντούτοις έχω την εντύπωση ότι ήμουνα πολύ πλούσιος. Άμα κοιτάξω τη ζωή μου πίσω δεν μου έρχεται μιζέρια, βλέπω ότι μου ήρθε ένας πλούτος και αισθάνομαι τυχερός. Οι άλλοι θεωρούν τη ζωή μου περιπετειώδη, εγώ τη θεωρώ κανονική. Και αυτό που με απασχολεί δεν είναι αυτό που έζησα. Παρ′ όλο που είμαι 78 χρονών, το θέμα είναι τι θα κάνω τα επόμενα εκατό χρόνια (γέλια). 
Όταν φτάσεις σε σημείο να υποφέρεις, να είσαι ανήμπορος, να ταλαιπωρείς τους δικούς σου και στην ουσία να είσαι νεκρός εν αναμονή ταφής, τότε υπάρχει ο αξιοπρεπής θάνατος
Δηλαδή, αυτό που μπορώ να πω από τη ζωή μου είναι ότι πέρα από τα προβλήματα -και δεν μιλώ για διωγμούς, φυλακίσεις και τέτοια πράγματα- μιλώ για την καθημερινή ζωή και ιδιαίτερα στο εξωτερικό, που ήταν σκληρό, ότι μου έχει αφήσει έναν πλούτο. Και νομίζω ότι αυτό οφείλεται σε δύο πράγματα. Πίστεψα στη φιλία -οι φιλίες μου βγήκανε πιστές- η φιλία είναι η μεγαλύτερη αρετή που υπάρχει και από την άλλη μεριά, ερωτεύτηκα. Οι έρωτες βέβαια, όταν είναι έρωτες πάντα έχουν τραγικό τέλος. Και το λέει ο Πρεβέρ πολύ ωραία σ′ ένα τραγούδι που λέει Μπρασένς γι αυτούς που κλαίνε με το παραμικρό χτύπημα της κιθάρας, δεν υπάρχει ευτυχισμένη αγάπη. Ο έρωτας είναι μία επανάσταση στη ζωή, αλλά όπως όλες οι επαναστάσεις, δεν τελειώνει καλά. Εν τούτοις οι έρωτες όσο κι αν τελειώσουν άσχημα, μένουνε. Στην ουσία δεν τελειώνουν, μετασχηματίζονται. 
 -Είστε 78 χρονών, το είπατε πριν. Τι σας φοβίζει στο γήρας;
Με φοβίζει η ανημπόρια. Κάνω τώρα προσπάθειες να βρω μια άκρη για ευθανασία. Η ευθανασία δεν γίνεται επειδή το θέλεις εσύ. Δεν είναι τόσο απλό. Είναι όταν φτάσεις σε σημείο να υποφέρεις, να είσαι ανήμπορος, να ταλαιπωρείς τους δικούς σου και στην ουσία να είσαι νεκρός εν αναμονή ταφής. Tότε υπάρχει ο αξιοπρεπής θάνατος. Όπως κυριάρχησες στη ζωή σου να κυριαρχήσεις και στον θάνατο σου. Κάνω ενέργειες μήπως βρω μια άκρη -στο εξωτερικό, βέβαια.
Και τα γεράματα μια ιδέα είναι και μάλιστα, θα έλεγα και ευχάριστα, από την άποψη ότι αποφεύγεις τα βάσανα της νεότητας
ΜΙΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΟΣΜΙΚΗ ΖΩΗ.ΤΗΝ ΖΟΥΜΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ ΜΑΣ. ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΤΗΣ ΣΗΜΕΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ.Ή ΤΑ ΒΙΩΜΑΤΑ ΤΗΣ. ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ, ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ, ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ, ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.
ΑΥΤΗ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΖΩΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΝΟΗΘΕΙ, ΝΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΠΟΙΗΘΕΙ, ΝΑ ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΠΟΙΗΘΕΙ, ΝΑ ΥΠΕΡΒΑΘΕΙ, ΝΑ ΜΕΤΕΩΡΙΣΤΕΙ, ΝΑ ΜΗΝ ΦΤΑΣΕΙ ΠΟΤΕ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΟΡΘΩΣΕΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΕΙ ΟΤΙ ΕΖΗΣΕ.
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΜΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΖΩΗ; ΥΠΑΡΧΕΙ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΖΩΗ; Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ! ΑΛΛΑ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΚΕΚΤΥΠΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΝ ΠΟΛΛΟΙΣ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΑΔΙΑΓΝΩΣΤΑ.
Αμέθυστος 

1 σχόλιο: