Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

HEIDEGGER (3)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2022

HEIDEGGER 
Enrico Berti.
          
1. Η Ενότης τού Είναι σαν "ουσία" (συνέχεια).
         
Αλλά στα νεανικά του χρόνια ο Χάιντεγκερ είχε ακολουθήσει αυτή την έννοια τής αναλογίας τού είναι όχι μόνον λόγω τής επιρροής τού βιβλίου τού Μπρεντάνο, το οποίο μιλούσε για τον Αριστοτέλη, αλλά και για λόγους θρησκευτικούς, τους οποίους αναφέρουμε πρίν. Αυτός ο ίδιος μάλιστα δηλώνει στην αυτοβιογραφική του διάλεξη:
          «Στον τελευταίο χρόνο του λυκείου έπεσε στα χέρια μου το κείμενο τού τότε καθηγητού δογματικής τού Πανεπιστημίου τού Freiburg, Carl Braig. "Περί τού Είναι. Σύνοψη τής οντολογίας". Είχε εκδοθεί το 1896, την εποχή κατά την οποία ο συγγραφεύς ήταν έκτακτος καθηγητής τού εν λόγω Πανεπιστημίου. Τα κύρια κεφάλαια τού γραπτού περιείχαν στο τέλος, κάθε φορά, χωρία αρκετά εκτενή τών κειμένων τού Αριστοτέλη! τού Ακινάτη και τού Suarez και επι πλέον την ετυμολογία τών λέξεων για τις βασικές οντολογικές έννοιες!»(Χρόνος και Είναι σ. 183-84).
          Αυτός ο Braig, σ'αυτή του τήν πραγματεία, συνελάμβανε την φιλοσοφία ουσιαστικά σαν μία οντολογία, η οποία ερευνούσε ξεκινώντας απο την πολυφωνία τού Είναι η οποία διοργανωνόταν σύμφωνα με την τάξη τής αναλογίας,  η οποία ήταν ικανή να δώσει την θεμελιώδη σημασία, τήν ενότητα στο Είναι καθόλου, στην ολότητά του, και διέκρινε αυτή την σημασία πρώτα στην κατηγορία τής ουσίας και κατόπιν κυρίως στην σύλληψη τού Θεού σαν Ipsum Esse! Μάλιστα δέ ερμηνεύοντας αυτό το τελευταίο σύμφωνα με τον San Bonaventura, στον οποίο το Esse Ipsum διακρινόταν απο τα ξεχωριστά όντα, ο Braig πρότεινε ήδη την ιδέα, η οποία θα γίνει στην συνέχεια διάσημη με τον Χάιντεγκερ, τής "οντολογικής διαφοράς ανάμεσα στο Είναι και στο όν" και υποστήριζε ότι η οντολογία ολοκληρώνεται στην Θεολογία, διότι η καθολική τάξη του είναι δομημένη απο τον Θεό, ο οποίος είναι το "καταγωγικό Ένα".
          Έτσι ο νεαρός Χάιντεγκερ όχι μόνον αποδέχεται αυτή την έννοια τής φιλοσοφίας, αλλά ωθείται λόγω ακριβώς τής επιρροής τού Braig, η οποία ασκείται πάνω του ακόμη και μετά την πρώτη του επαφή με το κείμενο τού Braigνα θεμελιώσει μία ένταση ανάμεσα στην φιλοσοφία, αριστοτελικώς εννοιολογημένης σαν οντολογίας (αλλά σαν μία οντολογία η οποία αποκορυφούται στην Θεολογία), και την αληθινή Θεολογία, δηλαδή την δογματική τού Χριστιανισμού. Έτσι στην αυτοβιογραφική του διάλεξη συνεχίζει:
          «Μετά απο τέσσερα εξάμηνα εγκαταλείπω την σπουδή τής Θεολογίας και αφιερώνομαι ολοκληρωτικά στην φιλοσοφία. Ακολούθησα μόνον στην συνέχεια ένα τμήμα Θεολογίας μετά το 1911, δογματικής του Carl Braig. Σ'αυτό με έσπρωξε το ενδιαφέρον μου για την Θεωρητική Θεολογία, ιδιαιτέρως ο βαθύς του τρόπος σκέψης, με τον οποίο ο Braig κατόρθωνε να την παρουσιάσει σε κάθε του μάθημα! Απο αυτόν άκουσα να λέγεται για πρώτη φορά, κατά την διάρκεια κάποιας βόλτας που είχα την ευκαιρία να τον συνοδεύσω, περί της σπουδαιότητος τού Σέλλινγκ και τού Hegel για την θεωρητική Θεολογία, αντιθέτως απο τα δόγματα τού Σχολαστικισμού. Έτσι εισήλθε στον ορίζοντα τής ερεύνης μου η ένταση ανάμεσα στην οντολογία και την Θεολογία σαν την πανοπλία τής μεταφυσικής»(Χρόνος και Είναι, σ. 184).
          Η ένταση στην οποία αναφέρεται εδώ, η οποία αντιστοιχεί ιδιαιτέρως στην εννοιολόγηση της αριστοτελικής μεταφυσικής σαν χωρισμένης σε μία οντολογία και μία θεολογία ασυμβίβαστες μεταξύ τους, όπως την συναντήσαμε στον Natorp και τον Jaeger και η οποία θα θεωρηθεί στην συνέχεια απο τον Χάιντεγκερ σαν "οντο-Θεολογική" δομή τής μεταφυσικής-θα προκληθεί απο την συνάντηση με την προτεσταντική Θεολογία (Σέλλινγκ και Χέγκελ), η οποία σε αντιπαράθεση με το καθολικό δόγμα, κατανοεί την Θεολογία, όχι σαν την κορυφή τής οντολογίας, αλλά σαν το αντίθετό της, μή αναγνωρίζοντας άλλη Θεολογία, παρά αυτή η οποία θεμελιώθηκε στην αποκάλυψη, αρνούμενη επομένως την φυσική φιλοσοφία ή την λογική, την οποία ανέπτυξε ο Σχολαστικισμός.
          Γνωρίζουμε εξάλλου απο την βιογραφία του Χάιντεγκερ ότι το 1909 είχε εισέλθει στην "Συντροφιά τού Ιησού" σαν δόκιμος μοναχός και ότι μετά απο μία περίοδο δοκιμασίας δύο μόνον εβδομάδων, αναγκάστηκε να εξέλθει λόγω καρδιακών ενοχλήσεων οι οποίες εκδηλώθηκαν κατά την ανάβασή τους σε βουνό! Μία υγιής και κατάλληλη φυσική κατάσταση ήταν απαραίτητη συνθήκη για την ζωή τού μοναχού. Για τους ίδιους λόγους υγείας το 1911 αναγκάζεται να εγκαταλείψη τις Θεολογικές σπουδές, τις οποίες είχε ξεκινήσει στο Φράϊμπουργκ με την προοπτική να αφιερωθεί στον κλήρο και αποφασίζει να γραφεί πρίν στην σχολή των μαθηματικών και στην συνέχεια, το 1912, στην φιλοσοφία, λαμβάνοντας για να παρακολουθήσει την σχολή αυτή, ένα δάνειο απο μία καθολική φοιτητική ένωση!
          Στην διάρκεια των φιλοσοφικών του μελετών η καθολική του πίστη αρχίζει να κλονίζεται εφόσον ο φίλος του Ernst Laslowski, ευχαριστημένος μαζί του για το δάνειο που του χορήγησε, μπορούσε να του γράψει τον Ιανουάριο του 1913 ότι "ο καθολικισμός δέν ταιριάζει στην μοντέρνα μέθοδο τής φιλοσοφίας" και να τον προειδοποιήσει να μήν επιτρέψει να χαρακτηρισθεί σαν καθολικός φιλόσοφος, για να μήν εμποδίσει την πανεπιστημιακή του καρριέρα. Ο ίδιος ο Laslowski, δύο χρόνια μετά, στο τέλος του 1915, όταν ο Χάιντεγκερ, αφού είχε λάβει το διδακτορικό του στην φιλοσοφία, φιλοδοξούσε να κερδίσει μία θέση στο πανεπιστήμιο τού Φράιμπουργκ, τον προέτρεπε να συνεχίσει να είναι "προσεκτικός" στις κρίσεις του στον Σχολαστικισμό.
          Εξάλλου ο Χάιντεγκερ, στο βιογραφικό που παρουσίασε για το διδακτορικό του (1915) γράφει ότι κατά την διάρκεια των ετών που ήταν γραμμένος στην Σχολή της Φιλοσοφίας, "οι θεμελιώδεις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις παρέμειναν εκείνες τής αριστοτελικο-σχολαστικής φιλοσοφίας" και στην εργασία την οποία προετοίμασε, η οποία ξεκίνησε το 1914 και εκδόθηκε το 1916, δηλαδή το δόγμα των Κατηγοριών και του Νοήματος στον Duns Scoto, φανερώνει ξεκάθαρα την τάση, τυπική τού σκοτικού σχολαστικισμού, να συλλαμβάνει το Είναι με τρόπο ουσιωδώς μονοσήμαντο :
          «Στον Duns Scoto βρίσκεται μία παρατήρηση η οποία έχει σχεδόν τον αέρα τού μοντέρνου! Εμείς αποκτούμε συχνά την εμπειρία να έχουμε απέναντι μας κάτι αντικειμενικό, χωρίς να γνωρίζουμε εάν είναι ουσία ή συμβεβηκός: με άλλους όρους: αυτό το αντικειμενικό δέν διαθέτει ακόμη κατηγοριακούς καθορισμούς ακριβείς. Όταν έχουμε κάτι αντικειμενικό κάτω απο το βλέμμα του πνεύματος, μπορεί να συνυπάρχει η αμφιβολία σχετικά με ποιά κατηγορία μπορεί να ανήκει, εάν υπάρχει καθαυτό ή σε άλλο. Ο Χαρακτήρας τής πραγματικότητός του δέν είναι ακόμη καθορισμένος και παρ'όλα αυτά δίδεται κάτιΣυλλαμβάνουμε κάτι το οποίο είναι ακόμη προκαταρκτικό σε κάθε καθορισμό κατηγοριακής συμμόρφωσης! Το όν σημαίνει επομένως το συνολικό όνομα της σφαίρας τών αντικειμένων γενικώς. Αυτό το μέρος, η πλευρά αυτού που παραμένει μέσα στο αντικειμενικό, λοιπόν, είναι η κατηγορία των κατηγοριών. Το όν διασώζεται σε κάθε αντικείμενο, όπως και αν διαφοροποιείται στον πλούτο τού περιεχομένου του! Το όν συνιστά κάτι τελικό, κάτι υπέρτατο, πίσω απο το οποίο δέν μπορούμε να ερευνήσουμε πλέον» (Heid. Το νόημα τής στροφής και τού Είναι).
          Η προσπάθεια να μεταβεί πέραν τού χωρισμού των κατηγοριών,  για να συλλάβει ένα Είναι αδιαφοροποίητο ακόμη και πιό πρωτογενές, απο το ένα μέρος αποκαλύπτει ήδη την μή-ικανοποίηση του με την εννοιολόγηση τού Είναι σαν ουσίας, όπως την έμαθε απο τον Μπρεντάνο, αλλά απο το άλλο συμφωνεί με την τάση του να απάγει όλες τις κατηγορίες (με την απαγωγή) απο ένα πρωταρχικό Είναι, αναγκαίως μονοσήμαντο, το οποίο θα είχε απορρίψει αποφασιστικά ο Αριστοτέλης.
          Έτσι λοιπόν σ'αυτή την πρώτη περίοδο τών φιλοσοφικών του σπουδών (1907-1916) ο Χάιντεγκερ είχε σάν οδηγό του τόν Αριστοτέλη, αλλά έναν Αριστοτέλη ερμηνευμένο με το φώς τού σχολαστικισμού τού Μπρεντάνο και του Braig και γι'αυτό μή ικανοποιητικού, ακριβώς δέ στην σχέση με την απαίτηση να ανακαλύψει ένα μονοσήμαντο Είναι, διαφορετικού απο την ουσία, η οποία είχε γεννηθεί μέσα του απο την μελέτη τού Σχολαστικισμού και απο την Χριστιανική Θεολογία, την οποία κατενόησε κατ'αρχάς με το κλειδί του καθολικισμού και στην συνέχεια σύμφωνα μ'έναν καθολικισμό σε βαθειά κρίση!
          Σύμφωνα με τον O. Poggeler, "Στροφή ή συνέχεια στην σκέψη τού Χάιντεγκερ", σχετικά με την νεανική αυτή περίοδο, ο Χάιντεγκερ ακολουθούσε περισσότερο τον Bonaventura και τον Duns Scoto παρά τον αριστοτελισμό τού Ακινάτη! Ο Μυστικισμός λάμβανε την ίδια σπουδαιότητα με τον Σχολαστικισμό!
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου