Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2022

HEIDEGGER (2)

 Συνέχεια από: Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2022

HEIDEGGER 
Enrico Berti.

1. Η Ενότης του Είναι σαν "ουσία"  (συνέχεια).
         
    Στην πραγματικότητα για τον Αριστοτέλη η απαγωγή είναι εφικτή μόνον στο πλαίσιο ενός μοναδικού γένους, αλλά το Είναι δέν είναι ένα γένος, διότι έχει πολλές σημασίες και επομένως είναι αδύνατον να παραχθούν οι κατηγορίες απο την ουσία! Η αποδοχή τής απαγωγής, όπως κάνει ο Brentano, σημαίνει να χειριστούμε το Είναι σαν να ήταν ένα γένος, δηλαδή σαν να ήταν μονοσήμαντο. Επι πλέον και η τάση να κατανοηθεί η επιστήμη αποκλειστικά σαν απαγωγική πρόοδος παρούσα στον Μπρεντάνο είναι τυπική τής Σχολαστικής!

Ο Χάϊντεγκερ κατά την "Καθολική" του περίοδο υποχρεώθηκε να μοιραστεί ολοκληρωτικώς αυτή την ερμηνεία τού Αριστοτέλη, όπως αποδεικνύεται απο το γεγονός ότι ακόμη στα πανεπιστημιακά μαθήματα στον Αριστοτέλη, στην Μεταφυσική Θ 1-3, στο Φράϊμπουργκ το καλοκαιρινό εξάμηνο τού 1931, δηλαδή μετά την εγκατάλειψη τής σχολαστικής προοπτικής και τής προσπάθειας να διακρίνει την θεμελιώδη σημασία τού Είναι -κατ'αρχάς στο Είναι σαν αληθές και στην συνέχεια στο Είναι σύμφωνα με το δυνάμει και ενεργεία- συνέχιζε να ερμηνεύει το δόγμα τών πολλών σημασιών τού Είναι ακριβώς με τον ίδιο τρόπο τού Μπρεντάνο!
          Στο εισαγωγικό μέρος αυτών τών μαθημάτων, το οποίο ήταν αφιερωμένο στο "αριστοτελικό" ερώτημα "στην πολλαπλότητα και στην ενότητα του Είναι", ο Χάιντεγκερ ερευνά τήν ενότητα τών σημασιών τού είναι στα χωρία τού βιβλίου Κ τής μεταφυσικής -το οποίο σήμερα δέν θεωρείται αυθεντικό από όλους τούς ερμηνευτάς οι οποίοι δέν είναι σχολαστικοί- ακριβώς λόγω τής μονοσήμαντης εννοιολογήσεως τού Είναι που περιέχει. Όπου η ομωνυμία πρός εν ερμηνεύεται σαν μείωση (αναγωγή) όλων τών κατηγοριών στην ουσία, κατανοημένη όμως σαν κοινόν γένος (Μετφ. Κ 3, 1060 35). Κάτι που απορρίπτεται όμως στην συνέχεια (Μετφ. Λ4, 1070 b 1-2) όπου ο Αριστοτέλης δηλώνει : "δίπλα στην ουσία και στις άλλες κατηγορίες δέν υπάρχει τίποτε κοινό"! Επειδή όμως δείχνει να γνωρίζει όλα τα χωρία στα οποία ο Αριστοτέλης δηλώνει καθαρά ότι το Είναι δέν είναι γένος, ο Χάϊντεγκερ συμπεραίνει ότι χάρη στην ενότητα τής αναλογίας, ταυτισμένη ακριβώς όπως και απο τον Μπρεντάνο, με την σχέση των κατηγοριών με την ουσία, το Είναι επαναπροσδιορίζεται με ένα Κοινόν, κατανοημένο όχι πλέον σαν ένα απλό γένος αλλά σαν "κάτι κοινό το οποίο υφίσταται σαν ένας τρόπος του ταυτού (της ταυτότητος) για να κρατηθούν σε μία ενότητα τα πολλά που του αντιστοιχούν!"
          Ακόμη και όταν ο Χάιντεγκερ αντιλαμβάνεται ότι αυτή η εννοιολόγηση τής αναλογίας δέν είναι εκείνη που συναντούμε στον Αριστοτέλη, όπου η αναλογία κατανοείται αποκλειστικώς σαν αναλογία της συμμετρίας, περιορίζεται να πεί ότι ο Αριστοτέλης διαθέτει "μία διαφορετική έννοια τής αναλογίας η οποία δέν συμπίπτει με την κατηγοριακή σχέση", και συμπληρώνει:
          Ο Αριστοτέλης γνωρίζει μία δεύτερη μορφή αναλογίας, παρότι δέν δείχνει την διάκριση τών δύο μορφών με κάποια ιδιαίτερη ονομασία! Αυτή η διάκριση θα εισαχθεί αργότερα απο την Σχολαστική. Στην μορφή τής αναλογίας την οποία εμείς ήδη γνωρίζουμε θα δοθεί το όνομα τής αναλογίας τής αποδόσεως, δηλαδή η αντιστοιχία η οποία εκφράζεται σαν συμμετοχή σε μία πρώτη σημασία με την ιδιότητα τού "οδηγού", όπως για παράδειγμα "υγιές". Η άλλη μορφή θα είναι η αναλογία τής αναλογικότητος, δηλαδή η αντιστοιχία η οποία εκφράζεται σαν ομοιότης σχέσεων!
          Αυτό όμως δέν τον εμποδίζει να υπολογίσει την σχέση τής ουσίας στις κατηγορίες σαν μία μορφή αναλογίας, αποδίδοντας στον Αριστοτέλη μία θεωρία τής μετοχής η οποία του είναι εντελώς ξένη! Η μοναδική διαφορά, αναφορικά με την ερμηνεία τού Μπρεντάνο, είναι ότι στην διάρκεια των παραδόσεων τού 1931 ο Χάιντεγκερ διακρίνει την θεμελιώδη σημασία τού Είναι όχι πλέον στην ουσία, αλλά στο Είναι σύμφωνα με το δυνάμει και ενεργεία, κάτι που τον αναγκάζει να πεί:
          «Ήδη στον Μεσαίωνα βάσει τής προτάσεως τής Μετφ. Θ1 (αρχή) την οποία αναφέραμε ήδη, βγήκε το συμπέρασμα ότι η πρώτη σημασία τού Είναι, ακόμη και για τους τέσσερις τρόπους λαμβανόμενους μαζί (τυχαία, καθαυτό, σαν αληθινό και δυνάμει και ενεργεία) και όχι μόνον για εκείνη τών κατηγοριών και την πολλαπλότητά του, είναι η ουσία, την οποία μεταφράζουμε συνήθως σαν "sostanza". Σαν να επρόκειτο ακόμη και το δυνάμει είναι (το δυνατό), το πραγματικό (το ενεργεία) και το αληθινό, νά έπρεπε να αναφερθούν στο είναι με την έννοια τής ουσίας. Τον XIX αιώνα (ιδιαιτέρως με τον Μπρεντάνο) προσκολληθήκαμε σ'αυτό το σημείο, καθότι τον ίδιο καιρό το είναι, το δυνάμει είναι και το ενεργεία (το πραγματικό) είχαν αναγνωρισθεί σάν κατηγορίες! Έγινε λοιπόν κοινή γνώμη το γεγονός ότι το αριστοτελικό δόγμα τού Είναι είναι στην πραγματικότητα ένα "δόγμα τής ουσίας". Αυτή η ερμηνεία είναι λανθασμένη κατά ένα μέρος διότι είναι ανεπαρκής απέναντι στο πολλαχώς και πιό συγκεκριμένα διότι δέν κατενοήθη ότι δέν επρόκειτο παρά για μία προετοιμασία μιάς ερωτήσεως! (Ακόμη και η μελέτη τού W. Jager οικοδόμησε την ερμηνεία της στον Αριστοτέλη σ'αυτό το θεμελιώδες λάθος.)»
          Και ο Χάιντεγκερ διακρίνει τώρα με καθαρότητα τήν καταγωγή του δόγματος της αναλογίας, κατανοημένης με την σημασία που τής έδωσε ο Μπρεντάνο και την οποία μοιράστηκε και ο ίδιος στην νεότητά του (την οποία όμως δέν μοιράστηκε ο Jaager ο οποίος δέν κάνει λόγο για αναλογία, παρότι καταλήγει και αυτός να δείξει την ενότητα τού Είναι στον Θεό).
          Στον Μεσαίωνα, η analogia entis, μία έκφραση η οποία επέστρεψε στην κυκλοφορία σήμερα σαν κυρίαρχος λόγος, έπαιξε τον ρόλο της, όχι όμως σαν ερώτημα περί του Είναι, αλλά σαν ένα όργανο τής Πρόνοιας το οποίο είναι ικανό να διατυπώσει με φιλοσοφικούς όρους μία πεποίθηση τής πίστεως! Ο Θεός τής Χριστιανικής πίστης, παρότι δημιουργός και συντηρητής τού κόσμου είναι απολύτως διαφορετικός και ξεχωριστός απο τον ίδιο τον κόσμο. Και παρ'όλα αυτά είναι όν με την υψηλότερη σημασία, είναι το summum ens. Ακόμη και τα πλάσματα τα οποία διαφέρουν απείρως απο αυτόν είναι όντα, είναι ens finitumΠώς είναι δυνατόν ens infinitum και ens finitum να λέγονται και τα δύο στην ίδια "έννοια του Είναι"; Το όν (ens) ισχύει μόνον σαν ασαφές ή σαν μονοσήμαντο ή ακριβώς και σαν ανάλογο; Σωθήκαμε απο την δυσκολία, με την βοήθεια τής αναλογίας, η οποία δέν είναι μία λύση αλλά μόνον μία διατύπωση! Στην Μεσαιωνική Θεολογία, το πρόβλημα τής αναλογίας, μεταδόθηκε μέσω τής οδού η οποία περνά μέσω του Πλωτίνου, ο οποίος δίνει την ερμηνεία, ήδη στην κατεύθυνση αυτής τής παράκαμψης, στην VI Εννεάδα!

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: