Στὰ δύσκολα χρόνια τὰ ἐφηβικά, καλοί μου φίλοι, τότε ποὺ ὁ ἄνθρωπος «ψάχνεται» γιὰ ὅλα, τότε εἰδικά, ἔρχονται στὸ νοῦ μας διάφορες σκέψεις. Καὶ μάλιστα ἐπαναστατικές! Μία ἀπ’ αὐτὲς εἶναι καὶ τὸ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ὑπάρχει, καὶ πὼς εἶναι παραμύθια γιὰ μικρὰ παιδιὰ ὅλα ὅσα ὥς τότε ἄκουγε! Κι ἐπειδὴ μεγάλωσε πιά, θεωρεῖ πλέον πὼς ἡ ἀπιστία εἶναι πράξη ἐπαναστατική, ὅπως καὶ πολλὲς ἄλλες. Ἂν εἶναι δυνατόν! Μάλιστα ἀπ’ τὰ πρῶτα πράγματα ποὺ ἀπορρίπτει κανεὶς μέσα ἀπ’ τὴν (ἐπαναστατικὴ) αὐτὴ κατάσταση καὶ λογική, εἶναι αὐτὸ τῆς πίστης του στὸν Θεό, στὸν ἀληθινὸ Θεό.
Στ’ ἀλήθεια τί ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς ἐπ’ αὐτοῦ; Ἂς δοῦμε μερικὰ …
* * *
Τὸ πρῶτο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ εἶναι ὅτι, ἡ πίστη μας στὸν Θεὸ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ θρησκευτικό μας συναίσθημα, τὸ ὁποῖο ὑπάρχει βεβαίως σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους, εἴτε πιστοὶ εἶναι αὐτοὶ εἴτε ἄπιστοι, εἴτε τὸ παραδέχονται αὐτὸ εἴτε ὄχι! Ὅπως ἔχουμε τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης, τῆς χαρᾶς, τῆς λύπης κ.λπ., ἔτσι ἔχουμε καὶ τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα. Δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ γεννήθηκε ἄνθρωπος χωρὶς αὐτὸ ἢ καὶ νὰ κατόρθωσε νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπ’ αὐτό, ὅ,τι καὶ νὰ ἔκανε!
Δὲν εἶναι τυχαῖο αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Πλούταρχος: «Θὰ μποροῦσες νὰ βρεῖς ἂν ἔψαχνες πόλεις χωρὶς τείχη, χωρὶς γράμματα, χωρὶς ἄρχοντες, χωρὶς σπίτια, χωρὶς χρήματα, χωρὶς νὰ ἔχουν τὴν ἀνάγκη τῶν χρημάτων. Ἀλλὰ πόλη χωρὶς ἱερὰ καὶ ἄθεη, χωρὶς νὰ χρησιμοποιεῖ εὐχές, οὔτε ὅρκους, οὔτε θυσίες γιὰ τὰ καλὰ καὶ ἀπομάκρυνση τῶν κακῶν, κανένας δὲν εἶδε, οὔτε πρόκειται νὰ δεῖ ποτέ».
Ἄρα ὅ,τι καὶ νὰ κάνουμε ἐπ’ αὐτοῦ, ὅσο καὶ νὰ ἐπαναστατήσουμε, δὲν πρόκειται νὰ ἀλλάξει κάτι, γιατί ἀσφαλῶς εἶναι συνυφασμένο μὲ τὴ φύση μας καὶ τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξή μας. Συμβαίνει ὅ,τι καὶ μὲ τὴν τροφὴ ἢ τὴν δίψα. Μποροῦμε νὰ τὶς περιορίσουμε, ὄχι ὅμως καὶ νὰ τὶς καταργήσουμε. Γιατί ἂν τὸ κάνουμε αὐτό, ἁπλὰ δὲν θὰ ὑπάρχουμε!
Τὸ δεύτερο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς οὕτως ἢ ἄλλως ὑπάρχει καὶ εἶναι ὁ Δημιουργὸς τῶν πάντων καὶ ὅτι ἀπὸ τὴ δική μας πίστη ἢ τὴν ἀπιστία τίποτα Ἐκεῖνος δὲν ἔχει νὰ κερδίσει (ὡς μὴ ἔχων καμμία ἀνάγκη) ἢ νὰ χάσει. Ἐμεῖς εἴμαστε ἐκεῖνοι ποὺ κερδίζουμε ἢ χάνουμε ἀνάλογα μὲ τὸ τί κάνουμε ἐπ’ αὐτοῦ.
Εἶπαν πολὺ σωστά: «Ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἐλαττώσει τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀρνούμενος νὰ Τὸν λατρεύσει, ὅπως δὲν μπορεῖ ὁ τρελὸς νὰ μειώσει τὸν ἥλιο, χαράζοντας στὸν τοῖχο τοῦ κελλιοῦ του, τὴ λέξη ”σκοτάδι”…».
Ἄρα ἡ «ἐπανάσταση τῆς ἀπιστίας», ὅπως θὰ τὴν λέγαμε, εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς στρέφεται ἐναντίον μας!
Τὸ τρίτο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς εἶναι ὅτι, ἐπιχειροῦμε μία ἐπανάσταση καταδικασμένη νὰ ἀποτύχει, καὶ μάλιστα παταγωδῶς, γιατί ἐπιπλέον στρέφεται ἀκόμη καὶ κατὰ αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς λογικῆς μας. Πρόκειται, δηλαδή, γιά… παράλογη ἐπανάσταση!
Καὶ τοῦτο γιατί, ὅπως κάθε δημιούργημα, κάθε ἔργο, κάθε ἀντικείμενο, προϋποθέτει τὸν δημιουργό του, ἀσφαλῶς τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἀπέραντη, τὴν τέλεια, τὴν μοναδικὴ καὶ τὴν ἀνυπέρβλητη δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλιῶς θὰ καταλήξουμε νὰ ὑποστηρίζουμε παράλογα καὶ ἀνόητα πράγματα γιὰ τὸ πῶς ὅλα αὐτὰ δημιουργήθηκαν.
Εἶναι σὰν νὰ παρευρεθεῖ κανεὶς σ’ ἕνα πλούσιο γεῦμα καὶ μετὰ νὰ ὑποστηρίζει ὅτι … δὲν ὑπάρχει μάγειρας!
Τονίζει ὑπέροχα ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Δὲν ὑπάρχει τὸ θεμέλιο, καὶ πῶς στέκεται ἡ οἰκοδομή; Δὲν ὑπάρχει ὁ ναυπηγὸς καὶ πῶς συναρμολογήθηκε τὸ πλοῖο; Δὲν ὑπάρχει ὁ οἰκοδόμος, καὶ πῶς ἔγινε τὸ σπίτι; Δὲν ὑπάρχει ὁ μουσικός, καὶ πῶς στὸν κόσμο ποὺ εἶναι μία λύρα, φαίνεται ὁ μουσικὸς ρυθμός; Δὲν ὑπάρχει ὁ Δημιουργός, καὶ πῶς ἡ καλλονὴ τῶν κτισμάτων μαρτυρεῖ τὸν κτίστη; Ἂν δὲν ὑπάρχει Θεός, τί δουλειὰ ἔχεις μέσα στὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ; Στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ μένεις, καὶ ἀρνεῖσαι τὸν Νοικοκύρη τοῦ σπιτιοῦ; Ἢ δῶσε τὸ ἐνοίκιο, δηλαδὴ τὴν εὐχαριστία σου, ἢ βγὲς ἀπὸ τὸ σπίτι· γιατί νὰ καπνίζεις καὶ τὸ σπίτι μὲ τὸ χνῶτο τῆς βλασφημίας σου;».
Ἔλεγε ὁ Γάλλος Φιλόσοφος Ντενὶ Ντιντερό: «Τὸ μάτι καὶ ἡ φτερούγα μίας πεταλούδας, ποὺ εἶναι φτιαγμένα μὲ καταπληκτικὴ σοφία καὶ τέχνη, ἀρκοῦν, γιὰ νὰ συντρίψουν ἕνα ἄθεο». Πόσο μᾶλλον ἡ ἀπέραντη καὶ τόσο μεγαλειώδης δημιουργία τοῦ Θεοῦ.
Ὥς καὶ αὐτὸς ὁ Βολταῖρος ἔφθασε νὰ ὑποστηρίζει: «Οἱ ἄθεοι εἶναι οἱ ἠλίθιοι, γιατί κι ἂν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνταν τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ὁλόκληρη ἡ φύση θὰ τοὺς διέψευδε, ἀφοῦ ὁλόκληρη ἡ φύση διακηρύττει τὴν ὕπαρξή του».
Δηλαδὴ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ψαλμῳδός: «Εἶπεν ἄφρων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. Οὐκ ἔστι θεὸς» (Ψάλμ. 52, 2)
Τὸ τέταρτο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς εἶναι ὅτι, ἂν ἐπιμείνει κάποιος σ’ αὐτὴ τὴν ἀνοησία, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ μὴ ἐκτεθεῖ καὶ μάλιστα ἀνεπανόρθωτα. Καὶ τοῦτο γιατί πρέπει νὰ δικαιολογήσει τὰ τελείως ἀδικαιολόγητα. Ὅπως τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει μάγειρας ποὺ νὰ παρέθεσε ὅλα αὐτὰ τὰ φαγητὰ τοῦ δείπνου, στὸ ὁποῖο συμμετεῖχε, γιὰ νὰ μείνουμε στὸ προηγούμενο παράδειγμα.
Ἔλεγε ὁ Πασκάλ: «Γιὰ νὰ εἶναι κανεὶς ἄθεος, χρειάζεται πάρα πολλὴ πίστη σὲ ἀπίθανα πράγματα». Ἔτσι εἶναι!
Εἶπαν πολὺ σωστά: «Ἄπιστοι, δὲν εἶσθε δύσπιστοι. Εἶσθε οἱ πλέον εὔπιστοι. Δέχεσθε τὰ πιὸ ἀπίθανα, τὰ πιὸ παράλογα, τὰ πιὸ ἀντιφατικὰ πράγματα, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖτε τὸ θαῦμα!».
Τονίζει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: «Ἐκεῖνοι ποὺ ἀρνοῦνται τὸν πραγματικὰ ὑπάρχοντα Θεό, τὸν ποιητὴ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ ὅλων τῶν ἀοράτων, εἶναι παντελῶς μυθολόγοι»!
Ἄρα μιλᾶμε γιὰ μία ἐπανάσταση, μέσα ἀπ’ τὴν ὁποία γίνεται κανεὶς καταγέλαστος!
Τὸ πέμπτο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς εἶναι ὅτι, ἡ πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ καταργηθεῖ ὅπως εἴπαμε, ἐν τέλει ἀντικαθίσταται ἢ καὶ ὑποκαθίσταται μὲ σαφῶς κατώτερα καὶ εὐτελῆ πράγματα!
Αὐτὸ εἶναι καὶ ἡ κατάντια τοῦ ἐν λόγῳ ἐπαναστάτη, ξέρετε. Ξεπέφτει πλέον στὰ εἴδωλα. Τὰ ὁποῖα ἦταν ἀνέκαθεν πολλῶν εἰδῶν! Δὲν λατρεύει τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ καταλήγει νὰ λατρεύει τὰ δημιουργήματά Του!
Τονίζει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Ἡ ἀπιστία εἶναι ἕνα εἶδος φρενοπάθειας. Πρόκειται γιὰ βασανιστικὸ πάθος τῆς ψυχῆς ποὺ δύσκολα θεραπεύεται. Διδάσκει στοὺς ὀπαδούς της τὸ ψέμα καὶ ἀναπτύσσει ψεύτικες θεωρίες σχετικὰ μὲ τὴν ἀρχὴ καὶ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου. Σὰν ἄλλη Πυθία ἀποφαίνεται ἀπὸ τρίποδα, ὅτι ἡ δημιουργία εἶναι ἔργο τῆς τύχης, ἕνα ἀναίτιο ἀποτέλεσμα, ἕνα ἔργο τυχαίων συνδυασμῶν»!
Τονίζει ὁ Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: «Αὐτὸς ποὺ δὲν πιστεύει στὸν Θεὸ ἢ δὲν γνωρίζει τὸν Θεό, εἶναι ἀναγκασμένος νὰ λατρεύει τὰ πράγματα»!
Τονίζει ὁ Ἅγιος Πορφύριος: «Ἀκόμη καὶ οἱ ἄθεοι πιστεύουνε στὸν θεό, ὄχι στὸν Θεό, ἀλλὰ στὴν σάρκα, στὰ πάθη, στὴν ὕλη, ὅλοι κάτι λατρεύουνε…». Ναί!
Κατηγοροῦσαν κάποτε στὸν Ράσσελ, τὸν γνωστὸ Ἄγγλο φιλόσοφο, κάποιον ὀρθολογιστὴ ὡς ἄθεο. Καὶ ὁ Ράσσελ ἀπάντησε ὡς ἑξῆς: «Αὐτὸ εἶναι ψέμα. Δὲν πρόκειται καθόλου γιὰ ἄθεο. Κανεὶς στὸν κόσμο δὲν εἶναι πραγματικὰ ἄθεος. Ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ὁποῖο μοῦ μιλᾶτε, πιστεύει ἀπόλυτα στὴν ὕπαρξη ἀνωτέρου Ὄντος, μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι τὸ Ὂν αὐτὸ εἶναι ὁ ἴδιος του ὁ ἑαυτός. Ἐκεῖ ποὺ ξεριζώνεται ὁ Θεός, λατρεύεται ὡς ”θεὸς” τὸ Ἐγώ»!
Ἄρα ἡ «ἐπανάσταση τῆς ἀπιστίας», καταλήγει μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια σ’ αὐτὸ ποὺ πολὺ ὀρθὰ εἶπαν: «Ὅταν κάποιος παύσει νὰ πιστεύει στὸν Θεό, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν πιστεύει πιὰ σὲ τίποτε, ἀλλὰ ὅτι πιστεύει σὲ ὅ,τιδήποτε»!!!
Τὸ ἕκτο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ κανεὶς εἶναι ὅτι ὁ ἄπιστος, ὅσο ὑπερβολικὸ κι ἂν φαίνεται αὐτό, κάνει ἕνα βῆμα πιὸ πέρα καὶ ἀπὸ τὸν διάβολο ἀκόμη!
Ἐκεῖνος κάποτε ἐπαναστάτησε κατὰ τοῦ Θεοῦ, κατὰ κάποιο τρόπο, γιὰ νὰ πάρει τὴ θέση Του, ὅμως δὲν ἀμφισβήτησε ποτὲ τὴν ὕπαρξή Του. Μάλιστα συμβαίνει νὰ τρέμει τὴν παρουσία Του!
Ἄρα τί εἴδους ἐπανάσταση μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ φθάνει νὰ μᾶς ὠθεῖ σὲ τέτοια κατάντια;
Τὸ ἕβδομο ποὺ ἔχει νὰ πεῖ εἶναι ὅτι, οἱ ἐπιπτώσεις ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἐπανάσταση εἶναι σαφῶς πάρα πολὺ μεγάλες. Κι ἀπὸ ποῦ νὰ ἀρχίσει κανείς;
Ἀπ’ τὸ ὅτι ἀπὸ μόνοι τους ὅσοι κάνουν αὐτὴ τὴν ἐπανάσταση ἀποκόπτονται ἀπ’ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπως τονίζει ὁ ἱ. Χρυσόστομος; Ἀναφέρει συγκεκριμένα: «Κλᾶψε τοὺς ἀπίστους, κλᾶψε αὐτοὺς ποὺ δὲν διαφέρουν καθόλου ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πεθαίνουν χωρὶς βάπτισμα, χωρὶς τὴ σφραγῖδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτοὶ πράγματι εἶναι ἄξιοι θρήνων, ἄξιοι ὀδυρμῶν. Βρίσκονται ἔξω ἀπ’ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μαζὶ μὲ τοὺς καταδίκους, μαζὶ μὲ τοὺς καταδικασμένους».
Ἀπ’ τὸ ὅτι ζοῦν χωρὶς ἐλπίδα; Νὰ τί λέγει ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Εἶναι ἄθεοι καὶ ζοῦν στὸν κόσμο χωρὶς ἐλπίδα, σύμφωνα μὲ τὶς Γραφὲς (Ἐφ. 2, 12. Ρωμ. 1, 25), αὐτοὶ ποὺ ἔχουν πιστέψει τὴν κτίση καὶ ὄχι τὸν Κτίστη καὶ Δημιουργό». Ἀλλὰ καὶ ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἀναφέρει τοῦτο: «Ὅπως ἐμεῖς κερδίζουμε κι ἀπ’ τὰ δύο μέρη, ἔτσι ὁ ἄπιστος βλάπτεται κι ἀπ’ τὰ δύο, καὶ μὲ τὸ ὅτι τιμωρεῖται γιὰ τὴν ἀπιστία του, καὶ μὲ τὸ ὅτι καταβάλλεται ἀπὸ τὰ παρόντα πράγματα, γιατί τίποτα τὸ καλὸ δὲν περιμένει μετὰ ἀπὸ αὐτά». Μάλιστα συμβαίνει αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος: «Ὅποιος δὲν πιστεύει στὸν Θεό, φοβᾶται ἀκόμη καὶ τὴ σκιά του»!
Ἂς προσέξουμε καὶ τοῦτα τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Παϊσίου: «Ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν πιστεύει στὴν ἀληθινὴ ζωή, ποὺ δὲν πιστεύει στὸν Θεό, γιὰ νὰ Τοῦ ζητήσει τὸ ἔλεός Του στὶς δοκιμασίες ποὺ περνάει, εἶναι ὅλο ἀπελπισία καὶ δὲν ἔχει νόημα ἡ ζωή του. Πάντα μένει ἀβοήθητος, ἀπαρηγόρητος καὶ βασανισμένος σ’ αὐτὴν τὴν ζωή, ἀλλὰ καταδικάζει καὶ αἰώνια τὴν ψυχή του».
Ἀπ’ τὸ ὅτι ζοῦν ἔχοντας ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, μὲ ὅ,τι αὐτὸ σημαίνει; Τονίζει ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Μ. Βασίλειος: «Ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι θάνατος τῆς ψυχῆς».
Ἀπ’ τὸ ὅτι δὲν ἐφαρμόζουν τὶς ζωογόνες ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, μὲ ὅλες τὶς ἐπ’ αὐτοῦ ἐπιπτώσεις; Τονίζει ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Οἱ ἄνθρωποι δὲν πιστεύουν, γι’ αὐτὸ ὁρμοῦν στὴν ἁμαρτία. Ὅλο τὸ κακὸ ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινάει, ἀπὸ τὴν ἀπιστία».
Ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ καὶ αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Λένε: ὑπάρχουν καὶ ἄθεοι καλοὶ ἄνθρωποι. Ναί, οἱ ἄθεοι μποροῦν νὰ εἶναι προσωρινὰ καλοί, ἐπιφανειακὰ καλοί, φαρισαϊκὰ καλοί. Ἀλλὰ ὁ ἄθεος, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινὰ καλός, διαρκῶς καλός, βαθειὰ καλός, ἀθάνατα καλός, ἐπειδὴ γι’ αὐτὸ χρειάζεται νὰ εἶσαι σὲ πνευματικὴ σχέση, σὲ πνευματικὴ συγγένεια μὲ τὸν πραγματικὰ Μοναδικὸ Ἀγαθὸ καὶ Αἰώνια Ἀγαθό: μὲ τὸν Θεὸ καὶ Κύριο Χριστό. Εἶναι ἀληθινὸς δι’ ὅλων τῶν αἰώνων ὁ Θεῖος λόγος τοῦ Σωτῆρος: “χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν” (Ἰωάν. 15,5)».
Δὲν εἶναι τυχαῖο αὐτὸ ποὺ εἶπαν: «Ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν μέσα τους Θεό, δὲν πρέπει νὰ περιμένει κανεὶς ἀγάπη, ὅπως ἀπὸ τὴν ἄμμο τῆς Σαχάρας, δὲν ἀναμένει κανεὶς νὰ φυτρώσουν λουλούδια. Ἡ ἀπιστία καὶ ἀθεΐα εἶναι ἡ ἄγονη ἐρημιὰ τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας».
Ἀπ’ τὸ ὅτι εἶναι βυθισμένοι στὴ δυστυχία; Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς, τὸ λένε οἱ Ἅγιοι κι αὐτό.
Γιὰ παράδειγμα γράφει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Ὁ ἄπιστος εἶναι ὁ πιὸ δυστυχισμένος τῶν ἀνθρώπων, γιατί στερήθηκε τὸ μοναδικὸ ἀγαθὸ πάνω στὴ γῆ, τὴν πίστη, ποὺ εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς ὁδηγὸς πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν εὐτυχία. Ὁ ἄπιστος εἶναι τόσο δυστυχής, ἀφοῦ ἔχει στερηθεῖ πιὰ τὴν ἐλπίδα, τὸ μοναδικὸ στήριγμα στὸν μακρὺ δρόμο τῆς ζωῆς. Αὐτὸς ποὺ ἀρνεῖται τὸν Θεό, εἶναι σὰν νὰ ἀρνεῖται τὴν εὐτυχία του καὶ τὴν ἀτέλειωτη μακαριότητα»
Ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος: «Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ζοῦν δίχως πίστη, φτάνουν στὴν κατάθλιψη, τὴν ψυχικὴ διάλυση, τὴν ἀπελπισία, καμμιὰ φορά καὶ τὴν αὐτοκτονία… Τὸ μεγάλο λάθος τους εἶναι ἡ πεποίθηση, πὼς ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου περιορίζεται στὴν ἐπίγεια ζωή»
Τονίζει ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Δὲν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἀγαποῦν, δὲν θυσιάζονται καὶ δὲν χαίρονται. Ἂν πίστευαν, θὰ ἀγαποῦσαν, θὰ θυσιάζονταν καὶ θὰ χαίρονταν. Γιατί ἀπὸ τὴν θυσία βγαίνει ἡ μεγαλύτερη χαρὰ»
Ἀλλὰ πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ μὴ ζεῖ στὴ δυστυχία, ὅταν μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια εἶναι βυθισμένος μέσα στὴν ἁμαρτία; Γράφει ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι μὲ τὸν Θεό, τότε πάντοτε γίνεται παιχνίδι τοῦ διαβόλου καὶ ὁ διάβολος παίζει μαζί του. Τὴν μία τοῦ γεμίζει τὴν ψυχὴ μὲ ἀκάθαρτους λογισμούς, τὴν ἄλλη τοῦ βομβαρδίζει τὴν καρδιὰ μὲ κακὲς ἐπιθυμίες, ἄλλοτε πάλι πυρώνει τὴν γλώσσα του μὲ ὕβρεις καὶ ἄλλοτε τὸν παρακινεῖ σὲ συκοφαντία, σὲ καταλαλιά, σὲ κλοπή, σὲ ἀσωτία καὶ σὲ κάθε ἄλλη κακὴ πράξη».
Εἶναι πολὺ σοφὸ αὐτὸ ποὺ εἶπαν: «Γιὰ ἐκείνους ποὺ δὲν πιστεύουν, ὁ πανταχοῦ παρὼν Θεός, εἶναι πανταχοῦ ἀπών»! Καὶ γιὰ τοῦτο συμβαίνει αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Ντοστογιέφσκι: «Χωρὶς Θεό, ὅλα ἐπιτρέπονται»!
Δὲν εἶναι τυχαῖο, ἐν κατακλεῖδι, αὐτὸ ποὺ ἐλέχθη: «Τὸ ἀντίθετο τῆς χαρᾶς δὲν εἶναι ἡ λύπη, ἀλλὰ ἡ ἀπιστία». Ναί!
Ἀσφαλῶς ἡ δυστυχὴς αὐτὴ κατάστασή τους δὲν ἔχει νὰ κάνει μόνο μὲ τὴν παροῦσα ζωή, ἀλλὰ εἶναι καὶ μὲ τὴν ἄλλη, εἶναι δηλαδὴ αἰώνια. Ἂς προσέξουμε καὶ αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας: «Αὐτοὶ ποὺ πεθαίνουν χωρὶς νὰ καθαρθοῦν καὶ χωρὶς ν’ ἀξιωθοῦν νὰ λάβουν τὴν λύτρωση ἀπ’ τὸν Χριστό, θὰ ἀποβιώσουν χωρὶς τὴν ἐλπίδα βραβείων καὶ χαρὰ πνευματική, ἀλλὰ μέσα στὸν φόβο τῶν τιμωριῶν καὶ μὲ τὴν λύπη ποὺ αὐτὲς προκαλοῦν».
Ἀπ’ τὸ ὅτι βλάπτουν σαφῶς καὶ τοὺς ἄλλους; Νὰ τί ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Ἡ ἀπιστία ὡς πάθος, καταπιέζει φρικτὰ αὐτόν, τὸν ὁποῖο ἔχει κυριεύσει καὶ γίνεται σ’ αὐτὸν αἰτία πολλῶν παθημάτων, ὥστε νὰ καθίσταται ἐπιβλαβὴς τόσο γιὰ τὸν ἑαυτόν του, ὅσο καὶ γιὰ τοὺς γύρω του. Φοβερὸ πρᾶγμα ἡ ἀπιστία! Εἶναι τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα τὰ πάθη τῆς ψυχῆς!».
Ἂς προσέξουμε κι αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης: «Ὅσο γρηγορότερα κατακτᾶ τοὺς ἀνθρώπους ἡ ἀθεΐα καὶ ἡ ἀνηθικότητα, τόσο ἀναπόφευκτα πέφτουν τὰ βασίλεια καὶ ἐξολοθρεύονται οἱ λαοί».
Ἄρα ἡ «ἐπανάσταση τῆς ἀπιστίας» εἶναι ὅ,τι χειρότερο μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ τοὺς ἑαυτό μας, τοὺς ἄλλους καὶ τὴν κοινωνία.
* * *
Εἶπαν πολὺ σωστὰ ὅτι «Πολλοὶ ἀκολουθοῦν κατ’ ἀνάγκη τὴν ἀπιστία, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴ ὑποχρεωθοῦν ν’ ἀλλάξουν ζωή»! Συμβαίνει, δηλαδή, αὐτὸ ποὺ τονίζει ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Τὸ ἕνα προκαλεῖ τὸ ἄλλο, ἡ ἀπιστία τὴν κακία καὶ ἡ κακία τὴν ἀπιστία». Κατὰ τὸν Ἅγιο Αὐγουστῖνο δέ, «ἀρνοῦνται τὸν Θεό, ὅσοι ἔχουν συμφέρον νὰ μὴ ὑπάρχει». Ναί!
Γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε ὁ Πασκάλ: «Πίστεψε ὄχι μὲ τὴν αὔξηση τῶν ἐπιχειρημάτων σου, ἀλλὰ μὲ τὴ μείωση τῶν παθῶν σου». Βλέπετε «ἡ ἀπιστία εἶναι περισσότερο στὴ ζωή, παρὰ στὴν καρδιὰ τῶν ἀνθρώπων».
Μὲ ἄλλα λόγια πολλοὶ ἀκολουθοῦν κατ’ ἀνάγκη τὴν ἀπιστία, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴ ἀλλάξουν ζωή!
* * *
Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ καὶ συνάμα τόσο ἀποκαλυπτικό, αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Τζούλιαν Μπάρνς, ἕνας ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους βρετανοὺς συγγραφεῖς μὲ διεθνῆ ἀναγνώριση: «Δὲν πιστεύω στὸν Θεό, ἀλλά μοῦ λείπει…» !!! Καί, ναί, μᾶς λείπει πολύ, ὅταν Τὸν ἀρνούμαστε καὶ Τὸν διώχνουμε ἀπ’ τὴ ζωή μας καὶ μάλιστα μὲ τέτοιες ἀνόητες ἐπαναστάσεις…
(Πηγή: “Ορθόδοξος Τύπος“)
Η απιστία δεν είναι επανάσταση! (Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος) | Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ (alopsis.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου