Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022

ΠΑΥΛΟΣ ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ - ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ (32)

  Συνέχεια από: Τετάρτη 17 Αυγούστου

ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

ΠΑΥΛΟΣ (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)

ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ

Μέρος Δεύτερο

ΤΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ 
ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ

Κεφάλαιο 8

Η ΠΑΥΛΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΟΛΟΓΙΑ

8.4. ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΥΛΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΟΛΟΓΙΑΣ

Σήμερα είναι ευρύτατα αποδεκτό, ακόμη και μεταξύ ακραίων προτεσταντικών ομολογιών, ότι προηγήθηκε η εμπειρία της Εκκλησίας, είτε ως εμπειρία της Αναστάσεως, είτε ως εμπειρία της Πεντηκοστής, και φυσικά πάνω απ' όλα ως εμπειρία βίαιης επέλασης των εσχάτων μέσα στην ιστορία, και ακολούθησε το κήρυγμα, ο λόγος, η Γραφή, ως το αναγκαίο επακόλουθο της εσχατολογικής εκείνης εμπειρίας· άλλωστε ο λόγος ως «Ευαγγέλιο», ως χαρμόσυνος δηλαδή λόγος, άμεσα συνδέεται με το κατεξοχήν γεγονός των εσχάτων, δηλαδή τη Βασιλεία του Θεού (πρβλ. Μαρκ 1,14-15 παρ) άσχετα αν οι ιεραποστολικές ανάγκες, κυρίως με τον Απόστολο Παύλο, συνέτειναν στο να μετατοπιστεί πολύ γρήγορα το κέντρο βάρους από την εμπειρία στο μήνυμα,[ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ] από την εσχατολογία στη χριστολογία (και κατ' επέκταση τη σωτηριολογία), από το περιεχόμενο (τη Βασιλεία) στο φορέα (Χριστός, και πιο συγκεκριμένα τη σταυρική του θυσία). [ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ. ΣΕ ΓΕΛΑΣΑΝ ΨΕΥΔΟΠΡΟΦΗΤΕΣ. ΠΟΛΥ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕ Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΣΕ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ. ΣΚΛΗΡΑΙΝΕΙ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ] Η εμπειρία ακριβώς αυτή εκδηλωνόταν εκφραστικά γύρω από την ευχαριστιακή τράπεζα, ήταν δηλαδή ουσιαστικά εσχατολογική και όχι μυστηριακή/σακραμενταλιστική, λειτουργική (υπαρξιακή) και όχι τελε-τουργική (συναισθηματική). Αυτή ακριβώς είναι η έννοια της σύναξης «ἐπί τό αὐτό... ὁμοθυμαδόν... ἐν ἀγγαλιάσει καί ἀφελότητι καρδίας» (Πράξ 2,44-46).

Όπως πολύ χαρακτηριστικά παρατηρούσε στις αρχές της δεκαετίας του '50 τον περασμένο αιώνα ο Α.J.B. Higgins, συνοψίζοντας την προβληματική της βιβλικής ερμηνευτικής επιστήμης, το περί των απαρχών της Εκκλησίας ερώτημα είναι άμεσα συνδεδεμένο με εκείνο των απαρχών της Ευχαριστίας. Το ερώτημα που απασχολούσε τη Θεολογία κατά την περίοδο του οικουμενικού ενθουσιασμού ήταν αν και κατά πόσο το κατεξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας «καθιερώθηκε συνειδητά από τον ίδιο τον Ιησού, ή ήταν η φυσική και ίσως αναπόφευκτη εξέλιξη που άρχισε τις πρώτες μέρες της ζωής της Εκκλησίας»37. Μεταφέροντας την εποχή εκείνη στο κατά παράδοση συντηρητικότερο βρετανικό επιστημονικό κοινό το επίπεδο έρευνας της αναμφισβήτητα περισσότερο φιλελεύθερης ευρωπαϊκής (κατά κύριο λόγο γερμανικής) βιβλικής επιστήμης38, ο Higgins τόνιζε ότι «η απάντηση στο ερώτημα: «Ο Ιησούς ίδρυσε την Εκκλησία και καθιέρωσε την Ευχαριστία» δεν μπορεί να είναι απλά ένα «ναι» ή ένα «όχι», αλλά κάτι ανάμεσα στα δύο»39.

Δυο δεκαετίες αργότερα ένας σημαίνων ρωμαιοκαθολικός λειτουργιολόγος, ο Louis Ligier, συνοψίζοντας την πορεία της μέχρι τότε έρευνας, υπογράμμιζε πως ένα από τα κύρια προβλήματα στην έρευνα των απαρχών της Θ. Ευχαριστίας40 ήταν: «αν οι ιδρυτικές του μυστηρίου διηγήσεις μεταφέρθηκαν μέσω της λειτουργικής παράδοσης, ή μέσω της κοινής ευαγγελικής παράδοσης»41, με άλλα λόγια δηλαδή, αν η λειτουργική παράδοση της αρχέγονης χριστιανικής κοινότητας επέδρασε στην τελική διαμόρφωση των ιδρυτικών της Θ. Ευχαριστίας λογίων και του γενικότερου πλαισίου των βιβλικών ευχαριστιακών διηγήσεων (Α´ Κορ 11,23-26=Μαρκ 14,22-25=Ματθ 26,26-29-Λουκ 22,14-20) ή αν ο ιστορικός πυρήνας των (συνοπτικών κυρίως) διηγήσεων ήταν εκείνος που επηρέασε την μετέπειτα λειτουργική πράξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ligier ομολογούσε με ειλικρίνεια πως όλοι σχεδόν οι σημαίνοντες ερμηνευτές «από τους παραδοσιακούς εξηγητές, όπως οι Joachim Jeremias, Josef Schmid και Johannes Betz, μέχρι τους φιλελεύθερους ευαγγελικούς, όπως οι Ernst Lohmeyer, Ernst Käsemann και Willi Marxsen»42 υποστηρίζουν την πρώτη εκδοχή.43[ΑΥΞΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΠΙΣΤΟΙ ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΟΙΝΑ ΔΕΙΠΝΑ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ]

Σήμερα, ακόμη και μεταξύ των λειτουργιολόγων, υπάρχει λιγότερη επιφυλακτικότητα ως προς την επίδραση της λειτουργικής παράδοσης επί των ευαγγελικών διηγήσεων –και όχι αντίστροφα– όπως χαρακτηριστικά διατυπώνει ο Paul F. Bradshaw στο πολύτιμο για κάθε μελετητή των απαρχών της χριστιανικής λατρείας πρόσφατα εκδοθέν εγχειρίδιο του44: «Η πλειονότητα των ερευνητών... αποδέχεται ότι οι (ευχαριστιακές) διηγήσεις έχουν σίγουρα επηρεαστεί από τη λειτουργική πρακτική των πρώτων Χριστιανών, αν και επιμένει ότι ένας σταθερός ιστορικός πυρήνας είναι ακόμη ευδιάκριτος σ' αυτές».45

Με δυο λόγια: από τις μαρτυρίες της αρχέγονης χριστιανικής κοινότητας (Κ.Δ. και λοιπά πρωτοχριστιανικά/μεταποστολικά κείμενα) προκύπτει ότι μια αντικειμενική και πειστική θεώρηση του βαθύτερου νοήματος της Ευχαριστίας, και κατ' επέκταση και της ταυτότητας της Εκκλησίας, δεν μπορεί να ξεκινάει από τα κακώς επικαλούμενα «ιδρυτικά» του μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας κυριακά λόγια, όπως διασώζονται στην παύλεια γραμματεία και περιγράφονται στις πασχάλιες/σταυρικές συνοπτικές διηγήσεις. Η παλαιότερη αντίληψη περί ευθύγραμμης ιστορικής εξέλιξης της Θείας Οικονομίας, που είχε ως συνέπεια η παύλεια (και συνοπτική, φυσικά) ευχαριστιολογία να έχει ως σημείο εκκίνησης τα «ιδρυτικά» Κυριακά λόγια ή τη σπουδαιότητα αυτής καθαυτής της ιδρυτικής πράξης, σήμερα αμφισβητείται όλο και περισσότερο ή τουλάχιστον δεν θεωρείται ως «δεδομένο», από το οποίο μπορεί κανείς να ξεκινήσει την όποια θεολογική και ευχαριστιολογική θεώρηση. Για τη θεολογική επιστήμη της Ορθόδοξης Ανατολής μια τέτοια, όντως ριζοσπαστική, θέση είναι δυνατό να γίνει ευκολότερα αποδεκτή από ό,τι στην αντίστοιχη της Δύσεως, αφού ιστορικά και δογματικά η Ορθόδοξη Ανατολική ευχαριστιολογία έδινε μεγαλύτερη βαρύτητα στο ρόλο του Αγίου Πνεύματος (βλ. επίκληση, ακόμη και filioque) από εκείνη της δυτικής.46

Ένα από τα σημαντικότερα πορίσματα της νεώτερης βιβλικής επιστήμης, που ενισχύει την παραπάνω άποψη, είναι η ακράδαντη πλέον πεποίθηση στις μέρες μας του συνόλου σχεδόν της νεώτερης επιστημονικής Θεολογίας για την ύπαρξη στον αρχέγονο Χριστιανισμό ενός θεολογικού ρεύματος παράλληλου προς την κύρια «κηρυγματική/σωτηριολογική/χριστολογική» αντίληψη, την οποία κυρίως εκφράζει η παύλεια και κανονική συνοπτική παράδοση. [ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΝΩΝ]Το ρεύμα αυτό εκπροσωπεί κυρίως η κοινότητα (παράδοση, πηγή, κείμενο) της Q, η κοινότητα της Πηγής των Λογίων[ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΣΣΑΙΟΥΣ. ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ!]47. Στην παράδοση αυτή, η οποία σημειωτέον είναι και η αρχαιότερη, το χαρακτηριστικό στοιχείο είναι όχι η κηρυγματική (με έμφαση τη σωτηριολογία), αλλά η εσχατολογική διάσταση.48 Εκεί δεν απουσιάζει μόνον η ιστορία του πάθους, δεν λείπουν παντελώς οι άμεσες ή έμμεσες προρρήσεις του, δεν αγνοείται συστηματικά η λεγόμενη «παθητή» χριστολογία στα πολύ σημαντικά λόγια περί του «Υιού του ανθρώπου», δεν υποδηλώνεται σαφέστατα με τη διάταξη της ύλης της Πηγής των Λογίων (η οποία έχει ως μόνη κορύφωση την έλευση του Υιού του ανθρώπου, και όχι το Σταυρό και την Ανάσταση) η εσχατολογική διάσταση του μυστηρίου της Θ. Οικονομίας. Απουσιάζει και η διήγηση, ή έμμεση έστω αναφορά, της καθιδρυματικής πράξης σύστασης της Ευχαριστίας[ΚΑΘΑΡΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ. Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΜΠΟΥΦΕΔΩΝ ΣΤΑ ΔΙΕΘΝΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ]49. Η μαρτυρία αυτή συνδυαζόμενη με την απουσία και από το (κατ' εξοχήν «ευχαριστιακό») Δ´ Ευαγγέλιο της σχετικής διήγησης βοηθάει νομίζω σημαντικά στην ανακάλυψη του βαθύτερου χαρακτήρα της Ευχαριστίας.

Γι' αυτό και μοναδικό αξιόπιστο κριτήριο ως σημείο εκκίνησης για τον προσδιορισμό του χαρακτήρα της Ευχαριστίας, αλλά και της ευρύτερης μυστηριακής Θεολογίας, δεν μπορεί να είναι τα συστατικά της Ευχαριστίας λόγια, αλλά η ευρύτερη περί της Βασιλείας του Θεού διδασκαλία του Ιησού (και κατ' ουσίαν το τρίπτυχο «Βασιλεία του Θεού-κοινωνία-έσχατα»).


Στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Και­σαρείας βρίσκουμε όλες τις απαντήσεις, ας τις ακούσουμε παρακαλούμε με προσοχή, για να τελειώνουμε μια και καλή με τις διαστροφές της πίστεως μας: Γ, κγ, 23 και συνέχεια…

«Όταν απέθανε ο Τύραννος, τότε ο Ιωάννης ο Απόστολος επέστρεψε από την νήσο Πάτμο εις την Έφεσον, παρακα­λούμενος δε μετέβαινε και εις τα πλησιόχωρα μέρη των Εθνικών, αλλού μεν για να εγκαταστήσει Επισκόπους, αλ­λού δε δια να οργανώσει ολοκλήρους Εκκλησίας, και αλλού δια να χειροτονήσει κάποιον από τους επισημανθέντας υπό του Πνεύματος. Ελθών λοιπόν εις την Σμύρνην προσέβλε­ψεν εις το τέλος εις τον εκεί εγκατεστημένον επίσκοπον και δεικνύων νεανίσκον δυνατόν εις το σώμα, ωραίον εις την εμφάνισιν και θερμόν εις την ψυχήν είπε: Tούτον σου ανα­θέτω με πάσαν φροντίδα έχων μάρτυρας την Εκκλησίαν και τον Χριστόν. Αφού δε εκείνος εδέχθη και υπεσχέθη τα πάν­τα, πάλιν είπε τα ίδια και όρισε τους Ιδίους μάρτυρας. Έπει­τα απέπλευσεν εις την Έφεσον.

Έπειτα από καιρόν παρουσιάσθη ανάγκη να καλέσουν εκ νέου τον Ιωάννην. Ούτος δε, αφού ερρύθμισε τα άλλα χάριν των οποίων μετέβη είπεν: εμπρός, ω επίσκοπε, απόδωσε εις ημάς την παρακαταθήκην την οποίαν εγώ και ο Χριστός ανεθέσαμεν εις σε με μάρτυρα την Εκκλησίαν της οποίας προΐστασαι. Τον νεανίσκον απαιτώ και την ψυχήν του αδελ­φού. Στενάξας εκ βαθέων ο γέρων επίσκοπος είπεν: Eκείνος έχει αποθάνει. πώς και με ποίον θάνατον; Απέθανεν εις Θε­όν, διότι κατήντησε πονηρός και ληστής, τώρα δε αντί της Εκκλησίας έχει καταλάβει το όρος με ένοπλον συμμορίαν ομοίων του.

Σχίσας το ένδυμα του ο απόστολος και κτυπήσας την κεφαλήν με μέγαν θρήνον είπε: Καλόν φύλακα της ψυχής του αδελφού άφησα. Αλλά ας μου δοθεί αμέσως εις ίππος και εις οδηγός εις τον δρόμον. Ελθών λοιπόν εις τον τόπον εκείνον, τον επανέφερεν εις την Εκκλησίαν μεσιτεύων εκεί με αφθόνους ευχάς, συναγωνιζόμενος μαζί του εις συνεχείς νηστείας, γοητεύων δε την σκέψιν του με ποικίλας σειρήνας λόγων, δεν ανεχώρησε, πριν τον επανασυνδέση με την Εκ­κλησίαν, δίδων μέγα παράδειγμα μετανοίας αληθινής και μέγα γνώρισμα παλιγγενεσίας, τρόπαιον ορατής αναστάσε­ως!»

Σημειώσεις


37. A. J. B. Higgins, The Lord's Supper in the New Testament, SCM Press, London 1952, σελ. 9.

38. Στον πρόλογο του έργου του (σελ. 7)· ο Higgins ομολογεί το τεράστιο ενδιαφέρον του προβλήματος, τη δραματική εγκατάλειψη παλαιότερων απόψεων ειδικά σε ό,τι αφορά τη φύση του Τελευταίου Δείπνου, και την τεράστια απήχηση κυρίως της έρευνας του J. Jeremias στο έργο του, Die Abendmahlsworte Jesu, Göttingen 11935 21949 (βλ. και την αγγλ. μετ. [από την 3η βελτιωμένη γερμ. έκδοση του 1960] The Eucharistic Words of Jesus, SCM Press, London 1966).

39. A. J. B. Higgins, The Lord's Supper, σελ. 9.

40. Το άλλο σημαντικό ερμηνευτικό (καινοδιαθηκικό) πρόβλημα για τον προσδιορισμό του χαρακτήρα της Ευχαριστίας ήταν, αν το τελευταίο Δείπνο του Ιησού με τους μαθητές του ήταν πασχάλιο ή απλώς δείπνο κοινωνίας (chabbûrah). Βλ. και πιο κάτω.

41. Louis Ligier, “The Origins of the Eucharistic Prayer: From the Last Supper to the Eucharist,” SL 9 (1973) 161-185, σελ. 162. Το εξαιρετικής σπουδαιότητας για την πορεία της λειτουργικής έρευνας αυτό άρθρο αποτελεί μετάφραση από τα γαλλικά (Les Questions Liturgiques 53 [1972] nr. 3/4).

42. Στο ίδιο. Ο Ligier βέβαια ζώντας ακόμη υπό το κράτος της αρνητικής κριτικής που αμφισβητούσε τον ιστορικό χαρακτήρα των απαρχών του Χριστιανισμού, «επεσήμαινε τον κίνδυνο ότι τυχόν υιοθέτηση της λειτουργικής προέλευσης αυτών των διηγήσεων, θα μπορούσε εξίσου να οδηγήσει τόσο στην απογύμνωσή τους από κάθε ιστορική αξία, όσο και στον τονισμό της αξίας τους ως παραδόσεων» (στο ίδιο)· Γι' αυτό και ο ίδιος «ακολουθούσε το παράδειγμα των λειτουργιολόγων, που δεν ανήκουν σε καμιά σχολή(!)», και υποστήριζε τη δεύτερη εκδοχή, μολονότι είχε προηγηθεί η τρίτομη κριτική μελέτη του ομόδοξού του H. Schürmann (Eine quellenkritischen Untersuchung des lukanischen Abendmahlberichtes Lk 22,7-38, Münster i.W., 1955, 1955, 1957). «Αναγνώριζε όμως με ειλικρίνεια ότι δεν έχουμε στοιχεία με τα οποία θα μπορούσαμε να κάνουμε διάκριση ανάμεσα σε λειτουργική και καθαρά ευαγγελική παράδοση» (σελ. 162-163).

43. Την ίδια περίπου εποχή ο Ι. Καραβιδόπουλος, Τό πάθος τοῦ Χριστοῦ κατά τάς διηγήσεις τῶν συνοπτικῶν εὐαγγελίων, Θεσσαλονίκη 1974, προβληματίζεται σοβαρά (βλ. σελ. 75) για την επίδραση «τῆς λειτουργικῆς πράξεως τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν διαμόρφωσιν τῶν περί ὧν ὁ λόγος διηγήσεων», σπεύδει όμως να καθησυχάσει τον αναγνώστη τονίζοντας «ὅτι ἡ λειτουργική πράξις διέσωσεν ἐπακριβῶς τούς λόγους τοῡ Ἰησοῦ τούς προφερθέντας κατά τό τελευταῖον δεῖπνον» (σελ. 71). Πρβλ. και το νεώτερο έργο του Το κατά Μάρκον ευαγγέλιο, ΕΚΔ 2, Θεσσαλονίκη 1988, σελ 438εξ. Αντίθετα, ο (Αρχιεπίσκος Αμερικής) Δημήτριος Τρακατέλλης γράφοντας την επόμενη δεκαετία (Εξουσία και Πάθος. Χριστολογικές απόψεις του κατά Μάρκον ευαγγελίου, Αθήνα 1983) δεν αισθάνεται την ανάγκη να εισέλθει στην καρδιά του προβλήματος, επισημαίνοντας απλώς ότι «η διήγηση που εξιστορεί «το κεντρικό γεγονός του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή την παράδοση της θείας Ευχαριστίας (στο σημείο αυτό υποσημειώνει ότι «υπάρχουν προβλήματα κειμένου και ερμηνείας», τα οποία αντιπαρέρχεται γιατί δεν επηρεάζουν την οπτική γωνία από την οποία εξετάζει το θέμα)... χρησιμοποιεί γλώσσα ιεροτελεστική» (σελ. 217-218).

44. The Search for the Origjns of Christian Worship. Sources and Methods for the Study of Early Liturgy, Oxford University Press 1992.

45. Στο ίδιο, σελ. 47. Κατά τον Bradshaw «επειδή οι ευχαριστιακές διηγήσεις παραδίδονταν εντός χριστιανικών κοινοτήτων που τελούσαν την ευχαριστία, δεν είναι παράξενο η λειτουργική τους εμπειρία να είχε κάποια επίδραση στον τρόπο με τον οποίο διηγούνταν το Τελευταίο Δείπνο» (σελ. 48).

46. Περισσότερα για το θέμα αυτό στις μελέτες μου «Ορθοδοξία και Δύση» και «Η Ορθόδοξη θεολογία στο κατώφλι του 21ου αιώνα», Η Ορθοδοξία στο σταυροδρόμι, σελ. 91-126 και 33-60 αντίστοιχα. Πρόσφατα ο καθ. Σ. Αγουρίδης σε μια εμπεριστατωμένη μελέτη, Η Αγία Τριάδα και εμείς στη σύγχρονη θεολογική σκέψη γενικά και στην Ορθοδοξία ειδικά, ΘΤ 6, Αθήνα 1993, επανέρχεται αυτοκριτικά για μας τους Ορθοδόξους στις παρενέργειες που έχει δημιουργήσει η χρήση της τριαδολογίας παγκοσμίως, ανοίγοντας ένα γόνιμο διάλογο, που ουσιαστικά άρχισε, κυρίως με το (απαντητικό σε παλαιότερη παρόμοια μελέτη του καθηγητή [«Μπορούν τα πρόσωπα της Τριάδας να δώσουν βάση για περσοναλιστές απόψεις περί του ανθρώπου; Σχόλια σε κάποιες σύγχρονες Ορθόδοξες θεολογικές προσπάθειες», Σύναξη 33 1990, 67-78] άρθρο του (Μητρ. Περγάμου) Ιωάννη Ζηζιούλα, «Το είναι του Θεού και το είναι του ανθρώπου. Απόπειρα θεολογικού διαλόγου», Σύναξη 37 (1991) 11-35.

47. Περισσότερα για το θέμα στο βιβλίο μου Τα Λόγια του Ιησού. Το αρχαιότερο Ευαγγέλιο, εκδόσεις Άρτος Ζωής, Αθήνα 2004, επίσης στη διδακτορική μου διατριβή, Η περί της Πηγής των Λογίων θεωρία, Αθήνα 1977. Από τα σημαντικότερα νεώτερα έργα αναφέρουμε εκείνα του Kloppenborg J. S. Verbin, Excavating Q: The History and Setting of the Sayings Gospel, Minneapolis: Fortress, 2000, και The Formation of Q: Trajectories in Ancient Wisdom Collections, Philadelphia 1987, καθώς και το συλλογικό έργο Christianity, Q and Jesus, Scholars Press, Atlanta 1992, στη σειρά Semeia 55.

48. Βλ. πιο πάνω το κεφ. 6.

49. Είναι πολύ χαρακτηριστική η όλη –«ευχαριστιακή» θα την ονόμαζα, όχι όμως με τη λατρευτική (cultic) σημασία του όρου– ατμόσφαιρα της κεντρικής ενότητας της Q με τίτλο «Ο Ιησούς και οι μαθητές του» (Λουκ 10,2-11,13παρ) όπου επιβεβαιώνεται η διαφορετική (εσχατολογική) κατανόηση αυτού που ονομάζουμε Ευχαριστία.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου