Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2022

Κάλλιστος Γουέαρ - Το ανθρώπινο πρόσωπο ως εικόνα της Αγίας Τριάδος (5)

 Συνέχεια από: Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2022

Το ανθρώπινο πρόσωπο ώς εικόνα της Αγίας Τριάδος.

εκδόσεις ΠΑΡΡΗΣΙΑ, 2013

"Η πνευματική Διαθήκη του Κάλλιστου Ware".

Το «κοινωνικό» δόγμα και η κριτική του

Πριν όμως εξετάσουμε ποιες θα μπορούσαν να είναι αυτές οι πρακτικές συνέπειες, πρέπει να υπερνικήσουμε μια σοβαρή δυσκολία: μήπως έχουμε παρεκκλίνει προς έναν τριθεισμό; Αντιτείνουν συχνά στην «κοινωνική» ερμηνεία της Τριάδος, έτσι όπως προσπαθήσαμε εδώ να την παρουσιάσουμε, ότι υπονομεύει τη θεία ενότητα, δίνοντας την εντύπωση ότι υπάρχουν τρεις Θεοί και όχι ένας. [ΤΕΛΙΚΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΥΟ ΜΕΤΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ]

Το 1745, ο Πάππας Βενέδικτος XV, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, επέκρινε τον τρόπο με τον οποίον απεικονίζει την Τριάδα ο Rublev, δηλαδή με τρεις διακριτές μορφές (Hans Kfing, On being a Christian, London 1977, σελ. 474). 

Εκείνοι που σήμερα περιγράφουν μια «κοινωνική» Τριάδα – λέει η κριτική – ανιχνεύουν στους πατερικούς όρους «πρόσωπο» και «υπόσταση» τη σύγχρονη έννοια περί προσώπου. Στην εποχή μας η λέξη «πρόσωπο» έχει έντονα υπογραμμισμένα τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά, τα οποία σε μεγάλο βαθμό απουσιάζουν (έτσι υποστηρίζουν) από τον αρχαίο ελληνικό όρο «πρόσωπον» και «υπόστασις». Σήμερα το «πρόσωπο» κατανοείται υποκειμενικά, με όρους αυτογνωσίας, ενώ ο πατερικός όρος κατείχε έναν πιο αντικειμενικό χαρακτήρα. Εκκινώντας από τη σύγχρονη έννοια του προσώπου ως διακριτού κέντρου αυτο-συνειδησίας, γνώσεως, αισθημάτων και βουλήσεως, οι υποστηρικτές της «κοινωνικής» προσέγγισης (έτσι υποστηρίζουν όσοι την επικρίνουν) οδηγούνται στο να αποδώσουν τρία τέτοια κέντρα στη Θεότητα, οπότε στην πραγματικότητα επιβεβαιώνουν την ύπαρξη τριών Θεών. Όταν όμως οι Πατέρες μιλούν για τρία Πρόσωπα ή τρεις Υποστάσεις, ποτέ δεν έχουν την πρόθεση να επιβεβαιώσουν τρία διακριτά κέντρα συνείδησης στον Θεό.[ΔΥΟ ΤΟ ΕΞΗΣ ΕΝΑ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ]

Αυτά είναι λοιπόν τα αντίθετα επιχειρήματα, και αξίζει να τα πάρουμε στα σοβαρά. Είναι ασφαλώς αλήθεια ότι οι υπό συζήτηση ελληνικοί όροι είναι λιγότερο ψυχολογικοί, λιγότερο εσωστρεφείς, από τη σύγχρονη έννοια του προσώπου. Τα όσα ακολουθούν δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σύντομη περίληψη ενός σύνθετου θέματος. Για πληρέστερη επεξεργασία, βλ. Prestige, God in Patristic Thought Cyril C. Richardson, The Doctrine of the Trinity (New York 1958).

Το «πρόσωπον» στα ελληνικά σχηματίζεται από το «προς» και «όψις» και στην κυριολεξία του σημαίνει ότι «κοιτάζω προς ...». Το λατινικό του ισοδύναμο «persona» έχει την κυριολεκτική σημασία «ηχώ διά μέσου...» (per + sonare)[ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ ΤΟΥ ΝΑΡΚΙΣΣΟΥ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΚΟΥΕΙ ΤΗΝ ΗΧΩ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ, ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΕΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΟΚΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΝΗΚΟΥΝ. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΕΓΩ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΧΕΙ ΣΑΝ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΣΗ, ΤΗΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ.]. Ένα πρόσωπο, λοιπόν, ή persona, σημαίνει μια διακριτή οντότητα με την οποία κάποιος επικοινωνεί κοιτάζοντάς την ή ακούγοντάς την να μιλά.[ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ, ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ] Σε καμία από τις δύο περιπτώσεις;;;δεν αντιστοιχεί η κύρια έμφαση στην υποκειμενικότητα, στον ιδιαίτερο τρόπο εσωτερικής αίσθησης ή αυτοσυνειδησίας του κάθε προσώπου. Οι όροι έχουν μια αντικειμενική αναφορά, υποδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο το πρόσωπο φανερώνεται σε έναν εξωτερικό παρατηρητή· δεν υπονοούν αυτο-συνειδησία, αλλά συνάντηση και επικοινωνία. Έτσι, στην περίπτωση της Τριάδος, όταν οι αρχαίοι Χριστιανοί συγγραφείς διακρίνουν Πατέρα, Υιόν και Άγιο Πνεύμα ως τρία πρόσωπα ή personas, δε θέτουν τρία διακριτά κέντρα αυτοσυνειδησίας στον Θεό, απλώς δηλώνουν ότι ο Πατήρ, ο Υιός και το Πνεύμα εκφράζουν ο καθένας ένα ιδιαίτερο «πρόσωπο», ή «όψι» ή «φωνή» της θείας υπάρξεως.[ΣΑΒΕΛΛΙΟΣ, ΤΡΟΠΟΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ]

Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τον όρο «υπόστασις». Η λέξη προκύπτει από το ρήμα υφίστημι, το οποίο, όταν είναι μεταβατικό σημαίνει «στήνω» η «τοποθετώ κάτω από...», όταν, δε, είναι αμετάβατο σημαίνει «έχω πραγματική υπόσταση». Έτσι, αν το κατανοήσουμε μεταβατικά, η υπόσταση σημαίνει αυτό το οποίο στέκεται «κάτω από ιδιότητες ή γνωρίσματα», δίνοντάς τους σταθερότητα και γνήσια ύπαρξη· αν πάλι θεωρήσουμε ότι η «υπόστασις» προκύπτει από το αμετάβατο ρήμα, τότε σημαίνει κάτι το οποίο έχει σταθερή ύπαρξη, ευστάθεια και διάρκεια, κατ' αντιπαράθεση με την οφθαλμαπάτη ή την παροδική φάση. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, η έννοια είναι αντικειμενική μάλλον παρά υποκειμενική. Δεν αντιλαμβανόμαστε την υπόσταση κατ' αρχήν με όρους αυτοσυνειδησίας, αλλά ως σημαίνουσα αυτό που έχει συμπαγή και ιδιαίτερη ύπαρξη, κάτι το μοναδικό, διαφοροποιούμενο και μόνιμο. Αν, λοιπόν, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα διακρίνονται ως τρεις Υποστάσεις, αυτό σημαίνει, όπως και προηγουμένως, όχι κατ᾽ ανάγκην ότι είναι τρία διακριτά κέντρα αυτοσυνειδησίας, αλλά ότι κάθε ένας από αυτούς έχει διακριτό και μόνιμο «τρόπο υπάρξεως».[ΧΩΡΙΣ ΟΥΣΙΑ;]

Από όλα αυτά, ο Karl Barth αντλεί το συμπέρασμα ότι αυτό που εμείς σήμερα εννοούμε με τον όρο «προσωπικότης», στην περίπτωση του Θεού, θα πρέπει να αποδοθεί όχι στα τρία Πρόσωπα ή Υποστάσεις, αλλά στη μία Ουσία. Ο Θεός δεν είναι τρεις προσωπικότητες, αλλά μία, δεν είναι τρία «εγώ» αλλά «Ένα» επί τρία (Barth, Church Dogmatics II, Edimburgh 1936, σελ. 403). Ο Barth συνεπώς προτιμά να μιλά όχι για τρία Πρόσωπα στην Αγία Τριάδα, αλλά για τρεις «τρόπους ύπαρξης»[Η ΕΝΟΤΗΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΜΕΛΗΤΕΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ] (Barth,Dogmatics in Outline, σελ.42).  

Ο Karl Rahner, στο βιβλίο του The Trinity, (New York 1970), υιοθετεί μια παράλληλη θέση και μιλά για τρεις «τρόπους ύπαρξης», ενώ ο John Macquarrie στις Αρχές της Χριστιανικής Θεολογίας (1977) μιλά για τρεις «κινήσεις ύπαρξης».[ΑΝΑΣΤΗΘΗΚΕ Ο ΣΑΒΕΛΛΙΟΣ]

Αναμφίβολα ο Barth δίνει μια σημαντική άποψη. Δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι οι θεολόγοι στοχαστές με τη λέξη «πρόσωπο» ή «υπόσταση» εννοούσαν ακριβώς αυτό που εμείς σήμερα εννοούμε όταν λέμε «πρόσωπο» ή «προσωπικότητα». Η έννοια που έχουμε για το «πρόσωπο» έχει υποστεί, με το πέρασμα των αιώνων, δυσδιάκριτες ίσως, αλλά σημαντικές διαφοροποιήσεις. Η νέα γνώση που αποκτήθηκε κατά την περίοδο της Αναγέννησης, και πιο πρόσφατα μέσα απ᾽ το έργο του Φρόυντ, του Γιούγκ και άλλων ερευνητών της ψυχολογίας, μας έκαναν πολύ πιο ευαίσθητους στις εσωτερικές διαδικασίες της αυτοσυνειδησίας. Ωστόσο, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην υπερτιμούμε το μέγεθος της διαφοροποίησης. Το πρόσωπο δεν είναι απλώς μια σύγχρονη ανακάλυψη. Στον ελληνικό κλασικό κόσμο υπήρχε αναμφισβήτητα η έννοια του προσώπου ως συνειδητού υποκειμένου,[ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΓΩ ΑΜΟΙΡΕ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ, ΥΠΑΡΧΕΙ Ο ΝΟΥΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΝΟΗΤΟΙ, ΟΠΩΣ ΕΜΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ, ΑΛΛΑ ΜΕ ΘΕΛΗΣΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟ] μια έννοια εμφανής και στην Καινή Διαθήκη και στα Πατερικά κείμενα. Όταν, στο Ευαγγέλιο, ο Ιησούς προσεύχεται στον Πατέρα Του και ο Πατήρ απαντά, δε θα ήταν καθόλου λανθασμένο εκ μέρους μας να θεωρήσουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά στο διάλογο δύο συνειδητών υποκειμένων, δύο «προσώπων» με τη σύγχρονη έννοια. Έχουμε κάτι πολύ ευρύτερο από την αλληλεπίδραση μεταξύ «δύο τρόπων υπάρξεως». Το δε τέταρτο Ευαγγέλιο, κατανοεί με πολύ συγκεκριμένο τρόπο τη σχέση μεταξύ Πατρός και Υιού, αυτόν της αμοιβαίας αγάπης (Ιω, 3:35, 10:17, 15:9, 17:23-24), Αλλά οι «κινήσεις» ή οι «τρόποι ύπαρξης» δεν μπορούν να αγαπούν η μία την άλλη, αφού μόνο τα πρόσωπα είναι ικανά για αμοιβαία αγάπη. 

Αφήνει άραγε η προσέγγιση του Barth αρκετό περιθώριο για τη διαπροσωπική αυτή, Τριαδική αγάπη; 

Αν το «κοινωνικό» δόγμα, ωθούμενο στα άκρα, κινδυνεύει να γίνει τριθειστικό, μήπως σε θεολόγους όπως ο Barth, ο Rahner και ο Macquerrie διακρίνουμε μια αντίστοιχη τάση προς την αντίθετη κατεύθυνση του modalism; [modalism: θεωρία, γνωστή ως τροπικός μοναρχιανισμός, διατείνεται ότι ο Θεός φανέρωσε τον εαυτό του «ως Πατέρα κατά τη Δημιουργία και όταν δόθηκε ο Νόμος, ως Γιο στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, και ως Άγιο Πνεύμα μετά την ανάληψη του Χριστού»].

Μήπως έτσι κινδυνεύουμε να αποπροσωποποιήσουμε την Τριάδα; Αυτό είναι κάτι που ενοχλεί τόσο τους Ορθοδόξους όσο και τους Ρωμαιοκαθολικούς. Βλ. για παράδειγμα Joseph A. Bracken, What are they saying about the Trinity? (New York 1979).

Νομίζω ότι ο Newman ήταν αυτός που κάποτε περιέγραψε τη θεολογία ως «το λόγο που συναρθρώνεται με την αναίρεσή του στην κατεύθυνση μιας γόνιμης έκβασης», και αυτό όντως ισχύει για την Τριαδολογία. Πρέπει συνεχώς να «λέμε» και να «αναιρούμε», ελέγχοντας και εξισορροπώντας τη μια προσέγγιση με την άλλη.[ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ ΑΜΟΙΡΕ. ΜΠΑΛΩΜΑΤΑ ΣΕ ΣΚΙΣΜΕΝΟ ΧΙΤΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ.]  Αυτό ισχύει και για την «κοινωνική» προσέγγιση, και για τις άλλες. Αλλά κάθε διαπροσωπική θεώρηση της Αγίας Τριάδος, όπως αυτή θεμελιώνεται στην έννοια που οι Καππαδόκες Πατέρες έδωσαν στη θεία κοινωνία, δεν είναι κατ᾽ ανάγκην τριθειστική. Έχει το εξής ασύγκριτο πλεονέκτημα: περιγράφει την Τριάδα, παρουσιάζοντας τον Θεό με όρους αμοιβαίας αγάπης. Διότι, όπως ο Richard of St. Victor πολύ σωστά το αντιλήφθηκε, μόνον η αμοιβαία αγάπη παρέχει, στα πλαίσια της ανθρώπινης εμπειρίας μας, το λιγότερο ατελές ανάλογο της θείας ζωής.

ΟΠΩΣ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΟΥΤΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΟΥΣ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΕΧΟΥΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΘΕΟ, ΟΥΤΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟ Ο ΚΥΡΙΟΣ, ΑΝ ΘΕΛΟΥΜΕ, ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΠΑΣΑΝ ΝΟΣΟΝ ΚΑΙ ΠΑΣΑΝ ΜΑΛΑΚΙΑΝ. Ο ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΘΕΛΗΣΕ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου