Δευτέρα 4 Μαρτίου 2024

Hannah Arendt - HEIDEGGER (τελευταίο)

ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ


Hannah Arendt

Ο ΕΑΥΤΟΣ ΣΑΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ!

Κεφάλαιο Τέταρτο: HEIDEGGER

Συνέχεια από: Κυριακή 3 Μαρτίου 2024

Μέσα στο πλαίσιο μιας τέτοιας φιλοσοφίας ο εαυτός βρίσκεται στην ακόλουθη κατάσταση : Καθότι όν-μέσα-στον κόσμο ο ανθρωπος δέν έχει δημιουργηθεί μόνος, αλλά έχει εγκαταλειφθεί. Πετάχτηκε στο είναι του και προσπαθεί να εξέλθη απο την συνθήκη της εγκαταλείψεως μέσα απο το «πρόγραμμα» (ent wurf) με μία προκαταβολή (vorlaufen) του θανάτου καθώς είναι η οριακή του δυνατότης. Όμως « μέσα στην δομή της εγκαταλείψεως όπως και σε εκείνη του προγράμματος βρίσκεται ουσιαστικά ένας μηδενισμός». Ο άνθρωπος δέν ήρθε τεχνικώς στη ζωή και δέν εξέρχεται απο αυτή συνήθως με δική του ευθύνη. (Στον Χαϊντεγκερ η αυτοκτονία δέν παίζει ακόμη κανένα ρόλο όπως στον Καμύ, διότι για τον Χαϊντεγκερ δέν απομένει στον άνθρωπο ούτε η ελευθερία της αυτοκτονίας) . Με άλλα λόγια, ο υπαρκτός χαρακτήρας του ανθρώπου εξαρτάται ουσιαστικώς απο αυτό που δέν είναι, απο τον εκμηδενισμό του. Το μοναδικό πράγμα που μπορεί να κάνει ο εαυτός για να γίνει ένας εαυτός είναι να αναλάβει με αποφασιστικότητα το μοιραίο της υπάρξεως του, το οποίο γίνεται μέσα στην ύπαρξη του η μηδενική βάση του δικού του μηδενός.

Στην απόφαση να γίνει αυτό που δέν μπορεί να υπάρξει, εφόσον βασίζεται στον δικό του εκμηδενισμό, δηλαδή ένας εαυτός, ο άνθρωπος αναγνωρίζει πώς η ύπαρξη αυτή καθαυτή είναι μια ενοχή. Το είναι του ανθρώπου είναι τέτοιο ώστε, ακόμη και όταν διαβρώνεται συνεχως μέσα στον κόσμο, παρόλα αυτά καταλαβαίνει διαρκώς την κλήση της συνειδήσεως απο το βάθος του είναι του. Το να ζεί λοιπόν κάποιός υπαρκτικά σημαίνει να «θέλει να αποκτήσει συνείδηση και αυτό αυτομάτως τον κάνει ένοχο». Σε αυτή την απόφαση οικοδομείται ο εαυτός.

Ο ουσιαστικός χαρακτήρας ενός τέτοιου εαυτού είναι ο απόλυτος εγωισμός του, ο απόλυτος χωρισμός του απο όλους τους ομοίους του. Γι ‘αυτόν τον λόγο εισήχθη σάν κάτι ουσιώδες ο προκαταβολικός θάνατος, διότι με τον θάνατο ο άνθωπος πραγματοποιεί το απόλυτο Principium Individuationis (Αρχή τής εξατομικεύσεως). Mόνον αυτό αρπάζει τον άνθρωπο απο τον δεσμό του με τους ομοίους του, οι οποίοι καθότι ουδέτεροι και απρόσωποι, τον εμποδίζουν να είναι ο εαυτός του. Ο θάνατος είναι οπωσδήποτε το τέλος της υπάρξεως, είναι όμως ταυτόχρονα και η εγγύηση πώς τίποτα δέν είναι πιο σημαντικό εκτός απο μένα. Με την εμπειρία του θανάτου σαν απολύτου εκμηδενισμού έχω την δυνατότητα να αυτοβεβαιωθώ πώς είμαι ένας εαυτός και να απαλλαγώ μια για πάντα, με τον τρόπο της βασικής ενοχής, απο την κοινή κοσμική ζωή στην οποία έχω εμπλακεί.

Σε μια τέτοια απόλυτη απομόνωση γίνεται φανερό πώς ο εαυτός είναι μια έννοια ακριβώς αντίθετη απο την έννοια του ανθρώπου. Καθώς λοιπόν μετά τον Καντ η ουσία του ανθρώπου τοποθετήθηκε στο γεγονός πώς κάθε μοναχικός άνθρωπος αντιπροσώπεύει την ανθρωπότητα, και καθώς επίσης μετά την Γαλλική Επανάσταση και τά Δικαιώματα του ανθρώπου αποτέλεσε δομικό στοιχείο της εννοίας του ανθρώπου το γεγονός πώς η ανθρωπότης μπορεί να δοξασθεί σε κάθε άτομο, ο εαυτός καταλήγει να είναι η έννοια του ανθρωπου που του επιτρέπει να υπάρχει ανεξαρτήτως της ανθρωπότητος και να μήν αντιπροσωπεύει κανέναν πέρα του εαυτού του, πέρα απο τη μηδενικότητα του. Όπως στον Κάντ η κατηγορική προσταγή επιμένει στο γεγονός πώς κάθε πράξη πρέπει να αναλαμβάνει την ευθύνη όλης της ανθρωπότητος, έτσι και η εμπειρία της ένοχης μηδενικότητος, επιμένει στην εκμηδένιση της ανθρωπότητος σε κάθε άνθρωπο. Σαν συνείδηση ο εαυτός πήρε την θέση της ανθρωπότητος, και το να είμαι ο εαυτός μου, πήρε την θέση του αγώνος να είμαι άνθρωπος.

Στην συνέχεια ο Χαιντεγκερ, στις παραδόσεις του προσπάθησε να προσφέρει, κάπως καθυστερημένα έστω, στους απομονωμένους εαυτούς του, μια κοινή βάση, χρησιμοποιώντας έξω-λογικές μυθολογίες, τύπου «Λαός και Γή». Είναι όμως ξεκάθαρο πώς τέτοιες συνθεσεις απομακρύνουν απο την φιλοσοφία και ανοίγουν τις πόρτες σε κάθε φυσιοκρατική δεισιδαιμονία. Εάν ο εαυτός δέν μπορεί να αποτελέσει μέρος της εννοίας του ανθρώπου που κατοικεί την Γή μαζί με τους ομοίους του, δεν απομένει τίποτε άλλο απο μια τεχνιτή επανασυμφιλίωση, κατά την οποία προσφέρεται στούς εξατομικευμένους εαυτούς μια καθαρώς ετερόκλητη βάση σε σχέση με την έννοιά τους. Αυτό δέν μπορεί να οδηγήσει παρά μόνον σε ένα αποτέλεσμα : στην οργάνωση τών εαυτών σε έναν «Υπέρ-εαυτό» έτσι ώστε να κατορθώσει να μεταφέρει στην πράξη την βασική ενοχή τής υπαρξεως, η οποία γεννιέται στην απόφαση.


Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου