Συνέχεια από: Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2025
Προφητικές προεικονίσεις
ορισμένων εννοιών της ερμηνευτικής,
όπως εκφράζονται ιδίως στον Φαίδρο
Ο Szlezák διορθώνει αυτή τη θέση του Gaiser ως εξής: «Ο Πλάτων δεν γράφει όπως το Μαντείο των Δελφών, το οποίο, όπως διαβάζουμε σε ένα απόσπασμα του Ηρακλείτου, “ούτε λέγει, ούτε σιωπά, αλλά υπαινίσσεται” (DK 22 B 93), με τέτοιον τρόπο ώστε όλα τα ουσιώδη να περιέχονται στο κείμενο του χρησμού, έστω και μέσω έμμεσης διαμεσολάβησης. Αυτός ο “δελφικός” τρόπος διαμεσολάβησης απαντάται περιστασιακά και στον Πλάτωνα — αλλά δεν αποτελεί τη δομή των διαλόγων του. Σύμφωνα με τη δική μας ερμηνεία, τα πλατωνικά γραπτά δεν είναι σκοτεινά κατά τον χρησμικό τρόπο (δεν είναι ασαφή με τον τρόπο του μαντείου)· αντιθέτως, ως προς τις σημαντικότερες θέσεις, είναι σαφή και καλά προσδιορισμένα, ακόμη και στα “χωρία της αποσιώπησης” (στα «αποσπάσματα παράλειψης»), τα οποία μας λέγουν χωρίς αμφισημίες και χωρίς αινίγματα ότι οι σημαντικότερες όψεις του εκάστοτε ζητήματος δεν μπορούν να πραγματευθούν εκείνη τη στιγμή»(Girgenti (επιμελητής), Η νέα ερμηνεία του Πλάτωνα..., σ. 30).
Στην πραγματικότητα, όχι λίγες φορές ο Πλάτων «λέγει» και συγχρόνως «δεν λέγει», ακριβώς όπως έκανε το Μαντείο των Δελφών, και μιλά μέσω υπαινιγμών, οι οποίοι γίνονται σαφείς μόνον σε εκείνον που διαθέτει προγενέστερες γνώσεις αποκτημένες με άλλον τρόπο.
Υπάρχει όμως ένα ρητό που, κατά τη γνώμη μου, αποδεικνύεται όχι μόνο καταλληλότερο για να εκφράσει τη γλώσσα με την οποία ο Πλάτων μεταδίδει τα μηνύματά του, αλλά μάλιστα εμβληματικό· είναι εκείνο που ο Αισχύλος θέτει στο στόμα του χαρακτήρα με το οποίο αρχίζει ο Αγαμέμνων του:
Με χαρά μιλώ
σε όσους γνωρίζουν·
από όσους δεν γνωρίζουν κρύβομαι. (Αισχύλος, Αγαμέμνων, vv. 29-30.)
Πράγματι, στον Φαίδρο ο Πλάτων μας έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι τα βιβλία μιλούν μόνον σε εκείνον που ήδη γνωρίζει τα πράγματα που περιέχονται σε αυτά.
Άλλωστε, πώς θα μπορούσαν να γίνουν κατανοητά —αν όχι με προγνώσεις αποκτημένες με άλλον τρόπο— τελεσίδικα μηνύματα όπως εκείνα του Φαίδωνα, όπου λέγεται ότι ο φιλόσοφος πρέπει να υπερβεί τη θεωρία των Ιδεών· ή το νόημα του Έρωτα ως νοσταλγίας του Ενός στο Συμπόσιο· ή τα μηνύματα που περιέχονται στον Φίληβο, όπου, με ένα λαμπρό δραματουργικό τέχνασμα, ο Πλάτων προσποιείται ότι αποκρύπτει και ταυτόχρονα αποκαλύπτει, δηλαδή λέγει ότι το Αγαθό έχει «κρυφτεί» μέσα στο Ωραίο, ακριβώς σε εκείνο το Ωραίο που, από τη φύση του, είναι αποκαλυπτικό του ίδιου του Αγαθού;
Και πώς θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε την εμβληματική κραυγή «Ἀπόλλων!», ως ένδειξη της κορύφωσης που επιτυγχάνεται στην περιγραφή του Αγαθού στην Πολιτεία, αν δεν γνωρίζαμε ότι ο Απόλλων ήταν σύμβολο του Ενός και ότι, για τον Πλάτωνα, το Αγαθό ταυτιζόταν με το μεταφυσικό Ένα;
Πραγματικά, τέτοια κείμενα, καθώς και όλα τα παρόμοια με αυτά που συζητήσαμε παραπάνω, μιλούν σε όσους γνωρίζουν και σιωπούν απέναντι σε όσους δεν γνωρίζουν.
Συμπερασματικά, αν τα βιβλία δεν μπορούν να είναι παρά μέσα για να ανακαλούν στη μνήμη ορισμένα πράγματα σε όσους ήδη γνωρίζουν, τότε δεν απομένει παρά να εισέλθει κανείς σε εκείνον τον «ερμηνευτικό κύκλο», σύμφωνα με τη δυναμική που περιέγραψα, αν θέλει να κατανοήσει τον Πλάτωνα — ιδίως σε εκείνη την κορυφαία στιγμή της σύγκρουσης της κουλτούρας της γραφής με την κουλτούρα της προφορικότητας, η οποία, από πολλές απόψεις, συνιστά ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του ανθρώπου.
ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου