Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Όροι διαμόρφωσης της Γνωσιολογίας στον βυζαντινό Γεώργιο Παχυμέρη στην Παράφρασή του στην πραγματεία Περί Μυστικῆς Θεολογίας του Διονυσίου Αρεοπαγίτου.(3)

Μεταδιδακτορική έρευνα Ειρήνης Α. Αρτέμη, PhD & MA Θεολογίας Bacs. Θεολογίας & Κλασικής Φιλολογίας

Συνέχεια από  Τρίτη, 12 Μαΐου 2020


ΕΙΣΑΓΩΓΗ:


 1. Το συγγραφικό έργο του Ψευδο-Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (5ος αι.). 

Στήν εποχή μας γίνεται αποδεκτό ότι ο Ψευδο-Διονύσιος ήταν τό προσωπείο που χρησιμοποίησε κάποιος χριστιανός ο οποίος γνώριζε ιδιαιτέρως εξαντλητικά τή θεολογική χριστιανική διδασκαλία αλλά καί τόν Νεοπλατωνισμό. Είχε κατορθώσει να μετουσιώσει τη θεωρία του τελευταίου, με σκοπό νά διατυπώσει λόγο με μία μεικτή γλώσσα φιλοσοφίας και θεολογίας στους ανθρώπους του έκτου αιώνα για τη δογματική διδασκαλία και τη γενικότερη διδασκαλία της Εκκλησίας49. Στην οπτική του, η θέωση του ανθρώπου, δηλαδή η ένωσή του με τον Θεό, αποτελεί το αποκορύφωμα της μυστικής θεολογίας50. Όποιος και αν είναι ο συγγραφέας των έργων αυτών, είναι αναγκαίο να λεχθούν και ορισμένες πληροφορίες και για τα ίδια τα έργα.

Στον τρίτο τόμο της Patrologia Graeca του Migne τέσσερις πραγματείες και δέκα επιστολές φέρονται ως δημιουργήματα του Διονυσίου. Ο τελευταίος, όμως, ποιεί μνεία για επτά πραγματείες του, οι οποίες παραμένουν εισέτι άγνωστες51. Οι πργματείες του είναι: 
α. Περί τῆς Οὐρανίου Ἱεραρχίας52, που αποτελείται από δεκαπέντε κεφάλαια, στα οποία γίνεται λόγος αναλυτικά περί της φύσεως και των ιδιοτήτων των επουράνιων δυνάμεων53. 
β. Περί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας54, που αποτελείται από επτά κεφάλαια, στα οποία αναπτύσσεται ότι η αμυδρά εικόνα της ουράνιας ιεραρχίας είναι αυτή η εκκλησιαστική, της οποίας το περιεχόμενο εκτυλίσσεται με την συζήτηση περί των μυστηρίων και των θείων ιερουργιών. 
γ. Περί θείων Ὀνομάτων55, που περιλαμβάνει δεκατρία κεφάλαια, στα οποία διατυπώνεται λόγος περί των ονομάτων (θεωνυμιών) ως εκφραστικών ιδιοτήτων της «υπερούσιας και απόκρυφης θεότητας», καί 
δ. Περί Μυστικῆς θεολογίας56, που έχει πέντε κεφάλαια, στα οποία αναπτύσσονται τα περί μυστικής ενώσεως της ψυχής μετά του «ὑπέρ πᾶσαν οὐσίαν καί γνῶσιν Θεοῦ».

Τέλος, το σύνολο των έργων συμπληρώνουν οι δέκα επιστολές, από τις οποίες οι τέσσερις είναι προς τόν Γάιο τον Θεραπευτή57, η πέμπτη προς το Δωρόθεο Λειτουργό58, η έκτη προς το Σωσίπατρο τον ιερέα59, η έβδομη προς τον Πολύκαρπο Ιεράρχη60, η όγδοη προς το Δημοφίλο το Θεραπευτή61, η ένατη προς τον Τίτο Ιεράρχην62 και η δεκάτη προς τον Ιωάννη τον Θεολόγο63.

Εν κατακλείδι, το σημαντικό είναι ότι, άσχετα με το ποιός θεωρείται ή είναι ο πραγματικός συγγραφέας των Αρεοπαγιτικών πονημάτων, τα εν λόγω κείμενα συνοψίζουν τον θεολογικό αποφατισμό της ελληνικής εκκλησιαστικής παραδόσεως, αξιοποιώντας τή Νεοπλατωνική ορολογία και προβληματική. Επιπλέον, άσκησαν εκτενή και καταλυτική επίδραση στη διαμόρφωση της μεσαιωνικής φιλοσοφίας και θεολογίας και συγκρότησαν τη θεωρητική βάση τόσο του Ανατολικού όσο και του Δυτικού μυστικισμού. Τέλος, τα εν λόγῳ έργα, εκτός της νεοπλατωνικής και της γενικότερης φιλοσοφικής ορολογίας τους, εκθέτουν στο βάθος περιγραφές εμπειρικών πνευματικών καταστάσεων και ανακράσεων του ανθρώπου με τον Θεό. Για παράδειγμα, ο αμέθεκτος και άγνωστος Θεός στην ουσία Του, γίνεται μεθεκτός και γνωστός μέσω των ενεργειών Του ή μέσω των προϊόντων τους: «ἴθυνον ἡμᾶς ἐπί τήν τῶν μυστικῶν λογίων ὑπεράγνωστον καί ὑπερφαῆ καί ἀκροτάτην κορυφήν· ἔνθα τά ἁπλᾶ καί ἀπόλυτα καί ἄτρεπτα τῆς θεολογίας μυστήρια κατά τόν ὑπέρφωτον ἐγκεκάλυπται τῆς κρυφιομύστου σιγῆς γνόφον, ἐν τῷ σκοτεινοτάτῳ τό ὑπερφανέστα τόν ὑπερλάμποντα καί ἐν τῷ πάμπαν ἀναφεῖ καί ἀοράτῳ τῶν ὑπερκάλων ἀγλαϊῶν ὑπερπληροῦντα τοὺς ἀνομμάτους νόας»64.

Τέλος, σημειώνεται, σέ διάφορες θεματικές ενότητες των Αεροπαγιτικών κειμένων, ότι οι χριστιανοί γίνονται κάτοχοι της πραγματικής θεογνωσίας, ύστερα από τον φωτισμό του νου τους από το άκτιστο φως του Τριαδικού Θεού. Ο άνθρωπος αδυνατεί να συλλάβει τήν προαιώνια, άναρχο αρχή, δηλαδή τον αΐδιο Θεό και να διατυπώσει λόγον περί της υπόστασής Του και προφανώς περί της αυτοϊδρυσής Του. Η άνοδος στο ύψος της Θεολογίας, μοιάζει με ανάβαση στην πιο υψηλή κορυφή του όρους και είναι καρπός του φωτισμού του ανθρωπίνου νου από την Αγία Τριάδα. Η Θεογνωσία, λοιπόν, έχει ως ιδιάζον χαρακτηριστικό ότι συνίσταται από μία αποκαλυπτική θεϊκή ενέργεια και πρωτοβουλία. Εξαρτάται, λοιπόν, από την αυτοαποκάλυψη του εν Τριάδι Θεού. Το Θείο είναι ακατάληπτο. Η ακαταληψία του Θεού πρέπει να γίνεται αποδεκτή ως τέτοια από κάθε ανθρώπινο νου, ώστε να διατηρηθεί απαραμείωτος ο θεολογικός ρεαλισμός.

(συνεχίζεται)

Σημειώσεις
49. St. Gersh, From Iamblichus to Eriugena, publ. E. J. Brill, Leiden 1978, p. 18-25.
50. Α. Ο. Πολυχρονιάδη, «Εἰσαγωγή», στο Διονύσιου Αρεοπαγίτη: Περί Θείων Ὀνομάτων. Περί Μυστικῆς Θεολογίας, έκδ. Ζήτρος 2008, σ. 25-26. Αθ. Ι. Δεληκωστόπουλου, Ελληνικός στοχασμός και χριστιανική συνείδηση, έκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1993, σ. 275: «Η ορθόδοξη μυστική θεολογία στηρίζεται στην υπερβατικότητα της θείας ουσίας, γεγονός που προφυλάττει τη
μυστική θεολογία από κάθε πανθεϊστική χροιά και τάση, και βλέπει στον ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού και ανθρώπου, την θεία χάριτι θέωση αυτού, καθώς τούτο τονίζεται με την γραφίδα του Μ. Αθανασίου: «αὐτός γάρ ἐνηνθρώπησεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν».
51. Α. Ο. Πολυχρονιάδη, «Εισαγωγή», στο Διονύσιος Αρεοπαγίτης: Περί Θείων Ὀνομάτων. Περί Μυστικῆς Θεολογίας, έκδ. Ζήτρος 2008, σ. 15.
52. PG 3, 120-367.
53. Αλεξάνδρας Μοναχής, Οι Άγγελοι. Μία ζωντανή παρουσία, μτφρ. Ελ. Δ. Γκανούρη, εκδ. Έλαφος, Αθήνα 1994, σ. 248-253: «Ο Διονύσιος δεν μας λέει αν ο ίδιος είχε κάποιο ουράνιο όραμα. Βασίζει αυτά που λέει στις Γραφές. Φαίνεται όμως ότι είχε μία καταπληκτική ενόραση που δείχνει ότι έβλεπε και κατανοούσε
πράγματα πολύ πέρα από τίς δικές μας δυνατότητες. Κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να μας απομακρύνει από το λάθος που κάνουμε νομίζοντας ότι οι άγγελοι είναι κάτι σαν «χρυσά όντα ή φωτεινοί άνθρωποι που λάμπουν αδιάκοπα και αξίζει να τα παρατηρεί κανείς»· και να μας αποτρέψει από το «δύσμορφο χαρακτήρα της απεικόνισης των αγγέλων». Αυτή η δυσμορφία όχι
μόνο δεν αφήνει το νου μας να αναπαυθεῖ αλλά τον ερεθίζει ν᾿ αποφεύγει τις υπερκόσμιες πνευματικές καταστάσεις... Εξάλλου, «τα κρυμμένα Μυστήρια που βρίσκονται πέρα από μας τα προσεγγίζουμε μόνο εν σιωπή»».
54. PG 3, 369-583.
55. PG 3, 585-995.
56.PG 3, 995-1063.
57. PG 3, 1065-1072.
58. PG 3, 1073-1075.
59. PG 3, 1077-1079.
60. PG 3, 1079-1083.
61. PG 3, 1084-1102.
62. PG 3, 1104-1115.
63. PG 3, 1117-1121.
64 Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί Μυστικῆς Θεολογίας. Πρός Τιμόθεον, 3-5, PG 3, 997Α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου