Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Ο πιστός μαθητής Θωμάς (Ηρακλής Αθ. Φίλιος, Βαλκανιολόγος-θεολόγος)

ΘΩΜΑΣ: Ο (Α)ΠΙΣΤΟΣ ΠΙΣΤΟΣ
Ο απόστολος Θωμάς είναι γνωστός για την απιστία του. Μάλλον καλύτερα θα έλεγα για την πίστη του δια της αμφισβητήσεως. Επουδενί η στάση του αυτή μετά την Ανάσταση του Θεανθρώπου, δεν τον χαρακτηρίζει ως άπιστο. Και φυσικά δεν έχει καμία σχέση με όσους αναζητούν τον Θεό διά των αισθήσεων τους, και οι οποίοι απογοητευόμενοι, Τον αρνούνται.
Αν διαβάσεις κάποιος την υμνογραφία της Κυριακής του Θωμά, θα διαπιστώσει κάτι ιδιαίτερα ξεχωριστό. Η χρήση του όρου «Ἴδω» είναι διάχυτη στα τροπάρια του εσπερινού και του όρθρου της εορτής. Δεν είναι τυχαία μία τέτοια χρήση, καθώς ο Θωμάς ήθελε να δει για να πιστέψει. Έτσι, ομολογώντας ο ίδιος «Ἐάν Μή Ἴδω Ἐν Ταῖς Χερσίν Αὐτοῦ Τόν Τύπον Τῶν Ἥλων, Καί Βάλω Τόν Δάκτυλόν Μου Εἰς Τόν Τύπον Τῶν Ἥλων, Καί Βάλω Τήν Χεῖρά Μου Εἰς Τήν Πλευράν Αὐτοῦ, Οὐ Μή Πιστεύσω», μας δίνει την εντύπωση ενός ανθρώπου που με τις αισθήσεις του και μόνο θα πίστευε στον αναστημένο Χριστό∙ συγκεκριμένα δια της αφής.
The-Incredulity-of-Saint-Thomas-1461_Duccio
Έχω την αίσθηση, και αυτό προδίδει η στάση του Θωμά, πως ο ίδιος κάλλιστα θα μπορούσε να είναι ένας ιδεαλιστής. Ο πρόδρομος των Berkeley, Lock, Hume, καθώς σύμφωνα με τον εμπειρισμό των παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε κάθε τι δια των αισθήσεων μας και κάθε τι υπάρχει ακριβώς επειδή οι αισθήσεις το επιβεβαιώνουν. Η γνώση λοιπόν του Θωμά ήρθε μέσα από τις αισθήσεις. Και όχι μόνο η γνώση. Προσέξτε, δεν είναι κακό να γνωρίζουμε και μέσα από τις αισθήσεις μας (εξάλλου οι εμπειριστές σπάνια ήταν άθεοι). Εκείνο που προκαλεί το κοινό αίσθημα στην περίπτωση του Θωμά είναι η επιβεβαίωση και απόλυτη πίστη στον αναστημένο Χριστό εξολοκλήρου δια της αφής. Ο Θωμάς αν δεν άγγιζε και οι πληγές του Σώματος του Χριστού δεν επιβεβαίωναν ότι πράγματι αυτό το πρόσωπο είναι ο Χριστός, δεν θα πίστευε. Αρκέστηκε στις αισθήσεις του, οι οποίες αποτέλεσαν το πλέον απόλυτο κριτήριο αντίληψης και θεώρησης του.
Το 1713 ο εμπειρικός φιλόσοφος George Berkeley έγραψε ένα έργο με τον τίτλο «Three Dialogues between Hylas and Philonous». Σ’ αυτό το έργο ο Berkeley δημιουργεί δύο χαρακτήρες. Τον Hylas (υλιστή) και τον Philonous (ο ίδιος ο Berkeley). Ο διάλογος αυτός χωρίζεται σε τρία τμήματα και σε όλη την εξέλιξη του κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη καθώς ξετυλίγονται κομμάτια που αφορούν την εμπειρική φιλοσοφία και τα αισθητά πράγματα. Συν βέβαια το γεγονός ότι ο διάλογος αυτός έχω την εντύπωση ότι μοιάζει στη δομή και στην εξελικτική (δια της μαιευτικής οδού) με τον διάλογο που εκτυλίσσεται στο «Κατά Μανιχαίων Διάλογος» του Ιωάννη Δαμασκηνού. Στο διάλογο του βιβλίου του Berkeley ως Σκεπτικιστής νοείται εκείνος που αμφιβάλλει για όλα και εκείνος που αρνείται την πραγματικότητα και την αλήθεια των πραγμάτων όπως θα μας πει ο Hylas (Πρώτος Διάλογος, 174). Ο Hylas ορίζει ως Αισθητά Πράγματα όσα μπορούν να αντιληφθούν με τις αισθήσεις μας. Εκείνο όμως που προκαλεί αίσθηση από τη μεριά του είναι ότι θα ήταν άτοπο να σκεφτεί ότι «Ο Θεός Και Η Αρετή Είναι Αισθητά Πράγματα, Έστω Και Αν Μπορούν Να Κοινοποιηθούν Και Να Υποδειχθούν Στον Νου Δια Μέσου Αισθητών Σημάτων, Με Τα Οποία Έχουν Μια Αυθαίρετη Συνάφεια» (Πρώτος Διάλογος, 174).
Η πίστη όμως δεν είναι άγγιγμα, γνώση, αφή, αίσθηση. Αυτό η δυτική σκέψη δεν θέλησε να το αντιληφθεί. Και γι’ αυτό η Ρωμαιοκαθολική και Προτεσταντική Εκκλησία δεν έχει την εμπειρία της θεολογίας της ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας. Ο σχολαστικισμός στη Δύση έριξε τον Θεό στην κατηγορία του όντος. Ο Άνσελμος Καντερβουρίας για να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού αρκέστηκε στη γνώση, γι’ αυτό κι έλεγε «Πιστεύω Για Να Καταλάβω». Έτσι, επινόησε το οντολογικό επιχείρημα του Θεού καθώς μέσα από τις λογικές αιτίες (rationes necessariae)  ανήγαγε τον Θεό ως τέλειο, άρα και αποδείκνυε την ύπαρξη Του. Αυτή του η φιλοσοφική σκέψη επηρέασε αργότερα τον Καρτέσιο στην ανάπτυξη του τρίτου οντολογικού επιχειρήματος περί αποδείξεως του Θεού, στον Οποίο αποδίδονται όλες οι τελειότητες, μία εκ των οποίων η ύπαρξη, άρα ο Θεός υπάρχει. Αυτή ήταν η προσέγγιση της δυτικής σκέψης στο μυστήριο του Θεού. Μία σκέψη απογυμνωμένη από τα πνευματικά και γεγυμνασμένα αισθητήρια του ανθρώπου της Ανατολής, εμβαπτισμένη στη λογική αναγκαιότητα της υπάρξεως του Θεού  και στην αποδεικτική δια του λόγου.
Στην πατερική διδασκαλία και εν γένει στην παράδοση της Εκκλησίας της ορθόδοξης Ανατολής τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Ο Θεός δεν αποδεικνύεται. Αν μπορούσε εξάλλου να αποδειχτεί δια του λόγου, θα ήταν ένας αισθησιοκρατικός Θεός και η αποκάλυψη θα έμοιαζε με ουτοπία. Τη στιγμή δε μάλιστα που η αποκάλυψη είναι η απόλυτη ένσαρκη κατάφαση Του στην ανθρωπότητα, την κτίση, την ιστορία. Αν ο Θεός ενέπιπτε σε λογικές αποδείξεις, θα αποτελούσε μέρος της κτίσης, μέρος της φύσεως των όντων, την οποία όμως, κι εδώ προσέξτε, ο Ίδιος δημιούργησε.
Στην ορθόδοξη θεολογία η προσέγγιση του Θεού, η σχέση με τον Θεό και η βίωση της κοινωνίας αυτής δεν είναι εννοιοκρατική αλλά καρδιακή. Και αυτό συμποσώνει με τον καλύτερο τρόπο ο Ιωάννης Δαμασκηνός που θα μας πει πως «Μόνοι Δέ Καθαροί Την Καρδίαν Τον Θεόν Ὄψονται». Βέβαια ο Συμεών Νέος Θεολόγος «σκανδαλίζει» καθώς μιλώντας για την Ανάσταση σε ένα λόγο του σημειώνει πως «Πολύ Λίγοι Όμως Είναι Αυτοί Που Τη Βλέπουν Καθαρά». Εξάλλου καταπώς συνεχίζει παρακάτω λέμε «Ἀνάστασιν Χριστού Θεασάμενοι». Θα Αναρωτηθεί Κάποιος Και Θα Πει: «Βλέπετε Η Ανάσταση;». Ο Ίδιος Ιερός Πατήρ Στη Συνέχεια Των Λόγων Του Εξηγεί Πως Αυτό Συντελείται Με Τα «Πνευματικά Μάτια». Ενώ Ο Θωμάς Με Τα Μάτια Του Σώματος «ψηλαφήσας καί ἰδών, ὡμολόγησέ σε εἶναι Θεόν» (στιχηρό ιδιόμελο εσπερινού εορτής).
«Αυτή Η Έλλαμψη Του Πνεύματος Δεν Είναι Μόνο Σαν Μια Αποκάλυψη Νοημάτων Και Φωτισμός Της Χάρης, Όπως Είπαμε, Αλλά Είναι Μια Βέβαιη Και Αδιάκοπη Έλλαμψη Υποστατικού Φωτός Μέσα Στις Ψυχές. Ο Θεός Που Είπε Να Λάμψει Φως Από Το Σκοτάδι, Αυτός Έλαμψε Μέσα Στις Καρδιές Μας… Επίσης Και Το Φως Που Έλαμψε Στον Μακάριο Παύλο Στο Δρόμο Της Δαμασκού(Πράξ. 9, 3), Με Το Οποίο Υψώθηκε Ως Τον Τρίτο Ουρανό Και Άκουσε Αλάλητα Μυστήρια, Δεν Ήταν Κάποιος Φωτισμός Νοημάτων Και Γνώσεως· Ήταν Υποστατική Μέσα Στην Ψυχή Έλλαμψη Της Δυνάμεως Του Αγαθού Πνεύματος. Την Υπερβολική Λαμπρότητα Αυτού Του Φωτός Δεν Μπόρεσαν Ν’ Αντέξουν Τα Σαρκικά Μάτια Και Τυφλώθηκαν(Πράξ. 9, 8). Με Αυτό Το Φως Αποκαλύπτεται Κάθε Γνώση Και Γνωστοποιείται Αληθινά Ο Θεός Στην Άξια Και Αγαπώμενη Από Αυτόν Ψυχή». (Μακαρίου Αιγυπτίου, Περί ἐλευθερίας νοός, Λόγος PG 34, 936D-937B).
ΣΧΟΛΙΟ: Σήμερα έχουμε παγιδευτεί στήν αποδεικτική πίστη τής αποτειχίσεως, στήν ανούσια καί ανώφελη τού παλαιού, όπως καί στόν αμερικάνικο πραγματισμό τού Ρωμανίδη. Καί αντιμετωπίζουμε στό άλλο άκρο τήν χάρυβδη τού οικουμενισμού. Ολα τά μασάει ο Κουταλιανός. Αδιαφορώντας γιά τόν σκοπό τών Αργοναυτών. Τό χρυσόμαλλο δέρας. Τήν αιώνια εξουσία. Πού προσπαθεί νά κλέψει τήν αιωνιότητα από τό δένδρο τής Ζωής. Σήμερα εμηνευτικές αρχές, a' priori αξιώματα, ερμηνεύουν ή προσαρμόζουν στίς άνομες καί άχαρες προθέσεις τους τόν Λόγο τού Κυρίου. Πότε μέ τήν οντολογία τού Προσώπου, πότε μέ τόν 15ο κανόνα τής πρωτοδευτέρας, πότε μέ τό αιώνιο καί θεόσδοτο ημερολόγιο, πότε μέ τόν υπότιτλο τής Φιλοκαλίας. Ξεχνώντας ότι τό χρυσόμαλλο δέρας, όπως καί ο νόμος τού Κρέοντος, σκοτώνει τά παιδιά μας, εγκαταλείποντάς τα χωρίς γονείς καί τήν ιερή αξιοπρέπεια τών νέων μας, εμποδίζοντας τήν αθανασία τής ψυχής, όπως ο Φαρισαίος εμποδίζει τήν είσοδο στήν Βασιλεία τών Ουρανών. Ο δρόμος τής Αθήνας πρός τήν Δημοκρατία πέρασε μέσα από τήν εξόντωση τών γιγάντων πού σάν τόν Γολιάθ αφάνιζαν τόν έσω τής καρδίας άνθρωπο, από τήν μεταμόρφωση τής δικαιοσύνης τού αίματος διά τού Ορέστη καί τήν σοφία τής Θεάς Αθηνάς, καί τήν εξόντωση τού ζωώδους ανθρώπου τής τυφλής καί άλογης επιθυμίας τού Ποσειδώνος, τήν παράδοση τής ψυχής στήν αναγέννηση τού Διόνυσου καί τόν έρωτα τής γνώσεως τής Διοτίμας καί τέλος από τήν απόρριψη τής μάταιης έμπνευσης τού Πήγασου η οποία ανεβάζει τόν φιλόδοξο ποιητή στά ύψη καί τόν γκρεμοτσακίζει στήν επιστροφή του καθιστώντας τον χειρότερο καί κάκιστο, όπως μάς φανέρωσε τό Συμπόσιο τών ποιητών τού Πλάτωνος. Σήμερα πρίν γίνουμε ακόμη Ελληνες καί χριστιανοί φιλοδοξούμε τήν μίμηση τών Αγίων φορτώνοντας τόν σταυρό μας στούς άλλους, πέφτοντας στήν έσχατη ύβρι εναντίον τού Αγίου Πνεύματος, ισάξιας μέ τήν μίμηση Χριστού τής αιρετικής Δύσης, η οποία ξεγύμνωσε τόν Κύριο διά τής ρομαντικής κενώσεως. 

Μάξιμος ο Ομολογητής, Άγιος: Πέμπτη εκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων

75. Ποιος άραγε είναι εκείνος ο οποίος, αν δεν έχει ένοικο το θείο λόγο στο βάθος της καρδιάς του, θα μπορέσει να αποφύγει τις κρυφές πανουργίες της υποκρισίας των δαιμόνων εναντίον μας; Πώς θα μπορέσει να σταθεί ολομόναχος με τον εαυτό του, χωρίς καμιά σχέση με αυτούς, και να οικοδομήσει το ναό του Κυρίου, όπως ο μέγας Ζοροβάβελ και ο Ιησούς και οι άρχοντες των φυλών, που φώναζαν ξεκάθαρα και με μεγάλη φωνή στους απατεώνες δαίμονες της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας και της ανθρωπαρέσκειας και της υποκρισίας: «Δεν θα οικοδομήσομε εμείς και σεις από κοινου το ναό στον Κύριο το Θεό μας· εμείς μόνοι μας θα οικοδομήσομε στον Κύριο του Ισραήλ»; Γιατί πρέπει να ξέρει ότι η σχέση με αυτούς επιφέρει την καταστροφή και τον αφανισμό όλης της οικοδομής και σωριάζει κάτω όλη τη χάρη της ευπρέπειας των θείων αφιερωμάτων.

76. Κανένας δεν μπορεί, αν έχει κάποιον από τους δαίμονες που είπαμε ως συνεργάτη στην αρετή, να οικοδομήσει ναό στον Κύριο. Γιατί δεν έχει σαν σκοπό των έργων του το Θεό, στον Οποίο ατενίζοντας τη φέρνει σε πέρας, αλλά το πάθος που μέσω αυτής προκαλεί.

77. Οι δαίμονες που μας πολεμούν με την έλλειψη, είναι αυτοί που διδάσκουν την πορνεία, τη μέθη, τη φιλαργυρία και το φθόνο. Εκείνοι που μας πολεμούν με την υπερβολή, είναι εκείνοι που διδάσκουν την οίηση, την κενοδοξία και την υπερηφάνεια, και μέσω των δεξιών μας παραδίνουν κρυφά στα αριστερά.

78. Στα πονηρά πνεύματα, τα οποία μας προσβάλλουν αοράτως με πλαστή πνευματική φιλία και κρυφά θέλουν να μας προκαλέσουν διά μέσου του αγαθού το θάνατο της αμαρτίας, και γι' αυτό μας λένε: «ας οικοδομήσομε μαζί σας το ναό του Κυρίου σας», μακάρι εμείς να απαντούσαμε πάντοτε: «Δε θα οικοδομήσομε εμείς και σεις από κοινού το ναό στον Κύριο το Θεό μας· εμείς μόνοι μας θα οικοδομήσομε στον Κύριο του Ισραήλ». Εμείς μόνοι μας, γιατί αφού ελευθερωθήκαμε και ξεφύγαμε από τα πονηρά πνεύματα που μας πολεμούν με την έλλειψη της αρετής, δεν θέλομε φουσκώνοντας με τις υπερβολές μας να ξαναπιαστούμε και να πέσομε μια πτώση πολύ χειρότερη από την πρώτη. Στην πρώτη είχαμε εύκολη ελπίδα επιστροφής μας, αφού συγχωρεθούμε λόγω της αδυναμίας μας· στη δεύτερη όμως, ή δεν έχομε καθόλου ελπίδα, ή θα είναι δύσκολη, γιατί γινόμαστε μισητοί με την υπε
ρηφάνειά μας και προσπαθώντας από το δεξιό να κάνομε κάτι ακόμη δεξιότερο. Και πάλι όμως δεν είμαστε μόνοι μας· έχομε τους αγίους αγγέλους βοηθούς στο καλό, ή μάλλον τον ίδιο το Θεό, που μας φανερώνει τον εαυτό Του με τα έργα της δικαιοσύνης και οικοδομεί εμάς ναό άγιο για τον εαυτό Του, ελεύθερο από κάθε πάθος.
Αμέθυστος 

1 σχόλιο:

χαλαρωσε είπε...

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2017/04/blog-post_559.html