Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2023

Γ. Αδαλής : Δεν υπάρχει βούληση να σταματήσουν το σπιράλ των κρίσεων που πνίγει τους λαούς


Στον 98.4 μίλησε σήμερα ο οικονομολόγος και οικονομέτρης Γιώργος Αδαλής, αναφορικά με τις νεότερες εξελίξεις στην οικονομία και στην ενέργεια. Άσκησε δριμεία κριτική στις στρατηγικές και στην πολιτική της ΕΕ και της χώρας μας διότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι είναι ατέρμονες και ανεδαφικές. Εξήγησε ότι η πτώση της τιμής του αερίου είναι καθαρά ένα τυχαίο γεγονός το οποίο οφείλεται κατά κύριο λόγο στην παρατεταμένη καλοκαιρία. Και διευκρίνισε ότι η πτώση δεν είναι αποτέλεσμα ενός κεντρικού σχεδιασμού. Λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι «μπροστά έχουμε καλοκαίρι και έπεται ο επόμενος χειμώνας». «Δεν θα είμαστε πάντα τόσο τυχεροί», είπε χαρακτηριστικά, ενώ αποκάλυψε ότι η πτώση των τιμών οφείλεται κατά 75% στο ότι φέτος δεν είχαμε χειμώνα και σε ένα πολύ μικρότερο ποσοστό στην μείωση της ζήτησης για αέριο. Απαντώντας σε ερώτηση ακροατή, τόνισε ότι οι σημερινές τιμές φυσικού αερίου είναι υπερδιπλάσιες των επιπέδων προ της πανδημίας μιας και πριν το 2020 οι τιμές κινούνταν στα 17-20 ευρώ η κιλοβατώρα. Ενώ αποκάλυψε, ότι εάν πέσουν κι άλλο, και συγκεκριμένα κάτω από τα 30€ η μεγαβατώρα, τότε με δεδομένο ότι ανεβαίνει και πάλι η χονδρική τιμή του άνθρακα, τότε θα είναι αυτός που θα καθορίζει τις τελικές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος και όχι το φυσικό αέριο. Ο Γιώργος Αδαλής αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο το Reuters και μεγάλα δίκτυα όπως το Bloomberg, παρουσίασαν το θέμα του πλοίου που κατάσχεσε η Αλβανία. Τα διεθνή ΜΜΕ περιγράφουν τις μεταφορτώσεις αργού σε τάνκερ στον Λακωνικό Κόλπο, λες και το ρωσικό πετρέλαιο έρχεται από τον ουρανό! «Λένε την μισή ή και καθόλου αλήθεια» είπε, ενώ για την περίπτωση του τάνκερ που κατάσχεσαν οι Αλβανικές Αρχές, αποκάλυψε πλήθος στοιχείων. Κυρίως όμως αποκάλυψε ότι το φορτίο έφτασε στην Ελλάδα από το τουρκικό πλοίο «Fidan» που ανήκει σε αμιγώς τουρκική ναυτιλιακή εταιρία. Το εντυπωσιακό είναι ότι ενώ το Reuters αναφέρει ότι η μεταφόρτωση έγινε εντός του λιμένα της Καλαμάτας, αυτό είναι κάτι που απαγορεύεται και τα στοιχεία όπως είπε στην εκπομπή μας, δείχνουν ότι έγινε εκτός των 6ν.μ. όπου το Λιμενικό δεν έχει δικαιοδοσία ελέγχου. Αντίθετα, το τουρκικό τάνκερ «Fidan», αφού φόρτωσε στο ρωσικό λιμάνι του Νοβοροσίσκ, πέρασε ανενόχλητο τα στενά του Βοσπόρου, χωρίς απολύτως κανένα έλεγχο από τις Τουρκικές Αρχές. Τέλος ο Γιώργος Αδαλής, εξέφρασε την άποψή του, για την σχέση των Κινεζικών lockdown με την Αγορά Ενέργειας και εξήγησε τι πρέπει να συμβεί κατά την γνώμη του, προκειμένου να σταματήσει το επικίνδυνο αυτό σπιράλ κρίσεων και να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.

Γιώργος Ρωμανός: Μακελειό! Πόσες χιλιάδες νεκρούς θα αντέξουν ακόμα οι αμυνόμενοι; Κινέζικα μπαλόνια


Γιώργος Ρωμανός: Μακελειό! Πόσες χιλιάδες νεκρούς θα αντέξουν ακόμα οι αμυνόμενοι; Κινέζικα μπαλόνια Σχολιάζουμε τους παράγοντες που φαίνεται ότι θα συντελέσουν στη διακοπή της πολεμικής σύγκρουσης. Εν συνεχεία παρουσιάζουμε τμήμα από την εκπομπή «Μακροκοσμικές Προκλήσεις» με τον Λουκά Ντουρντουρέκα, της 19-2-2023. Μετά από αυτό ακολουθεί το καταληκτικό μας σχόλιο και η αποφώνηση του καναλιού.

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ (47)

  Συνέχεια από: Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ.
του Enrico Berti.
                            
ΙΙ μέρος. Στούς Μοντέρνους. 

Κεφάλαιο 1.
          
Μερική επιστροφή στην Ελεατική εννοιολόγηση τής αντιφάσεως 
και τής διαλεκτικής στον Κάντ.
   
       
Ποιό καθαρές, απο ιστορικής απόψεως, είναι οι ενδείξεις οι οποίες προκύπτουν απο τα μαθήματα τής λογικής τα οποία δημοσιεύθηκαν με την πρωτοβουλία τού ιδίου τού Κάντ απο τον Jasche. Εδώ λοιπόν πρώτα απ'όλα ο συγγραφεύς παρουσιάζει τον ορισμό τής λογικής και τον διαχωρισμό της σε αναλυτική και διαλεκτική, ουσιαστικά με τους ίδιους όρους όπως και στην Κριτική. Ειδικώς τώρα ορίζει την διαλεκτική "λογική τής φαινομενικότητος, σοφιστική τέχνη, αναιρετική", προσθέτοντας: "στους Έλληνες οι διαλεκτικοί ήταν οι δικηγόροι και οι ρήτορες, οι οποίοι γνώριζαν πώς να οδηγήσουν τον λαό όπου ήθελαν, διότι ο λαός αφήνεται να παρασυρθεί απο την φαινομενικότητα. Αυτή εκφράστηκε για κάποιο καιρό, στην λογική, με τον τίτλο, τέχνη τής αναιρέσεως ή εριστική τέχνη: κατά την διάρκεια τού οποίου όλη η λογική και η φιλοσοφία καλλιεργούνται απο μερικούς λογάδες για να δημιουργήσουν τεχνητώς αυτή την ψευδαίσθηση και σκιά". Η αναφορά στους σοφιστές είναι προφανής. Και εδώ λοιπόν, όπως στην Κριτική, ο Κάντ συμπληρώνει: "αλλά τίποτε δέν είναι πιό αναξιοπρεπές για έναν φιλόσοφο απο την καλλιέργεια μιας παρόμοιας τέχνης! Η διαλεκτική μ'αυτή την σημασία πρέπει να εξαφανιστεί ολοκληρωτικώς και στην θέση της πρέπει να εισαχθεί στην λογική μία κριτική τής φαινομενικότητος ή τής γνώμης! Θα έχουμε λοιπόν δύο μέρη της λογικής: την αναλυτική, η οποία θα περιείχε τα τυπικά κριτήρια τής αλήθειας και την διαλεκτική η οποία θα λογάριαζε τα κριτήρια και τους κανόνες για να μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι κάτι δέν συμφωνεί με τα τυπικά κριτήρια τής αλήθειας, παρότι μπορεί να τής ομοιάζει! Η διαλεκτική μ'αυτή την έννοια θα είχε την αναμφισβήτητη χρησιμότητα τού καθαρτικού τής νοήσεως! "Η θετική έννοια λοιπόν παρουσιάζεται με καθαρότερο τρόπο, αλλά παρουσιάζεται και σαν κάτι εντελώς νέο!.
          Πάντοτε στα μαθήματα τής λογικής, ο Κάντ παρουσιάζει μία σύντομη ιστορία τής λογικής η οποία αρχίζει έτσι : "η λογική σήμερα προέρχεται απο την αναλυτική τού Αριστοτέλη! Αυτός ο φιλόσοφος μπορεί να θεωρηθεί ο Πατέρας τής λογικής! Την ανέπτυξε σαν όργανον και την χώρισε σε αναλυτική και διαλεκτική". Δέν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν ότι η διάκριση ανάμεσα σε αναλυτική και διαλεκτική αποδίδεται στον Αριστοτέλη, αλλά δέν είναι κατανοητή η σημασία τής διαλεκτικής η οποία κατάγεται απο αυτόν. Αμέσως μετά ο Κάντ μας δίνει εκείνο που ονομάζει ο ίδιος "ένας σύντομος σχεδιασμός ιστορίας της φιλοσοφίας", όπου αφού αναφερθεί στους Ίωνες, περνά στην έκθεση τών Ελεατών με τον ακόλουθο τρόπο: "ο βασικός ορισμός τής Ελεατικής φιλοσοφίας και του θεμελιωτού της ήταν: "στα αισθητήρια υπάρχει μόνον ψευδαίσθηση και φαινομενικότης, μόνον και αποκλειστικώς στην νόηση βρίσκεται η πηγή της αλήθειας! Ανάμεσα στους φιλοσόφους αυτής της σχολής ο Ζήνων ξεχωρίζει σαν άνθρωπος υψηλής και λεπτής διανοίας και σαν οξυδερκής διαλεκτικός. Η διαλεκτική έδειχνε στο ξεκίνημά της την τέχνη τής καθαρής χρήσεως τής νοήσεως αναφορικά με αφηρημένες έννοιες, διαχωρισμένες απο κάθε αισθητό στοιχείο. Απο εδώ προέρχονται όλα τα εγκώμια εκείνης τής τέχνης απο τους αρχαίους. Στην συνέχεια, όταν εκείνοι οι φιλόσοφοι οι οποίοι απέκλειαν την μαρτυρία των αισθητηρίων, έπεσαν αναπόφευκτα μ'αυτή τους την πεποίθηση σε πολλούς λεπτούς συλλογισμούς , η διαλεκτική μειώθηκε στην τέχνη τής βεβαιώσεως και τής αναιρέσεως κάθε προτάσεως. Και έτσι έγινε μία απλή άσκηση για τους σοφιστές, οι οποίοι ήθελαν να εκλογικεύσουν τα πάντα και μάθαιναν να ζωγραφίζουν την φαινομενικότητα με τα χρώματα τού αληθούς και να κάνούν μαύρο το άσπρο. Εδω ο Κάντ φαίνεται να αποδέχεται μία κατ'αρχάς θετική σημασία τής διαλεκτικής η οποία αντιστοιχούσε στην χρήση της απο τους σοφιστές, την οποία παρουσιάζει σαν συνέπεια τής πρώτης. Δέν ξεκαθαρίζει όμως σε ποιά απο τις δύο σημασίες αναφέρεται η διαλεκτική για την οποία κάνει λόγο ο Αριστοτέλης.
          Σχετικά με την άμεση πηγή απο την οποία παρέλαβε ο Κάντ την διάκρισή του ανάμεσα στην αναλυτική και την διαλεκτική, μέχρι πριν λίγα χρόνια υπερίσχυε ανάμεσα στους μελετητές η θέση τού Giorgio Tonelli. Αυτός στηρίχθηκε πάνω απ'όλα στην διάκριση που περιείχετο στην λογική τού Prantl, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν δύο βασικές σημασίες τής διαλεκτικής. Εκείνη σύμφωνα με την οποία η διαλεκτική ταυτίζεται με ολόκληρη την λογική, κάτι που ανεπτύχθη απο τους Στωϊκούς και παρελήφθη απο τον Κικέρωνα, τον Αυγουστίνο, τον Άνσελμο, τον Αβελάρδο, τον Ράμο, δηλαδή απο τους "αντι-αριστοτελικούς και εκείνη σύμφωνα με την οποία η διαλεκτική είναι μόνον ένα μέρος τής λογικής,αντίθετη στην αναλυτική, και η οποία αρχίζοντας απο τον Αριστοτέλη συνεχίζει στον Αλέξανδρο Αφροδισιαία, τον Βοήθιο, τον Αλβέρτο Μάνιο, τον Ακινάτη, τον Wolff κ.α. απο εκείνους δηλαδή οι οποίοι ακόμη και με μερικές εξαιρέσεις θα μπορούσαν να ονομασθούν αριστοτελικοί. Σύμφωνα με τον Tonelli και την κύρια θέση του, η διάκριση την οποία υιοθετεί ο Κάντ, στην Κριτική, κατάγεται απο τον Joachim Darjes, και στην λογική του η οποία εξεδόθη το 1732 και μνημονεύεται πολλές φορές απο τον Κάντ. O Darjes ανήκει στο αριστοτελικό ρεύμα, το οποίο υποστήριξε την διάκριση ανάμεσα σε αναλυτική και διαλεκτική, σε αντίθεση με το "Ραμιστικό" ρεύμα το οποίο ταύτιζε την διαλεκτική με ολόκληρη την λογική και μάλιστα υπήρξε αυτός που επινόησε την διαλεκτική σαν λογική πιθανοτήτων!
          Η θέση τού Tonelli : όμως τελευταίως αμφισβητήθηκε, από όταν παρατηρήθηκε ότι σε μερικά γραπτά του Κάντ, τού 1762-1763, χρησιμοποιήθηκε ο όρος "διαλεκτική" στην παράδοση τού Αριστοτελισμού, σαν "λογική τού πιθανού" , και όταν ανάμεσα στο 1773 και το 1775 άρχισε να τον χρησιμοποιεί με την έννοια τής "λογικής τής φαινομενικότητος", όπως στην Κριτική. Όπως προκύπτει όμως απο διάφορα χωρία τού Κάντ, πιθανόν και αληθοφανές, δηλαδή φαινομενικό, είναι δύο έννοιες πολύ διαφορετικές. Η πρώτη είναι αυτό που πλησάζει στην αλήθεια σύμφωνα μ'έναν βαθμό ανώτερο κατά το ήμισυ από τήν επαρκή νόηση και οπωσδήποτε υπολογιζόμενη με ακρίβεια, ενώ η δεύτερη δέν έχει καμμία σχέση με την αλήθεια αλλά απλώς φαίνεται αληθινή σε κάποιον σύμφωνα με εντελώς υποκειμενικούς λόγους! Η υιοθέτηση απο μέρους τού Κάντ τού όρου "διαλεκτική" για να δείξει την "λογική τής φαινομενικότητος"...στηρίζεται στην συνειδητή επαναπρόσληψη τής σημασίας που ο όρος "διαλεκτική", κατά την κρίση του, είχε ανάμεσα στους αρχαίους. Απο την Ελεατική σχολή, στα Τοπικά τού Αριστοτέλη, κοντά στους οποίους μ'αυτόν τον όρο δέν καθοριζόταν, όπως μία χιλιετής παράδοση λανθασμένη υποστήριξε, μία λογική τού πιθανού, αλλά ακριβώς μία λογική τής φαινομενικότητος με την Καντιανή έννοια!

Συνεχίζεται

Hannah Arendt(4) - ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ (KIERKEGAARD)

 Συνέχεια από: Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023


Hannah Arendt

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: KIERKEGAARD


Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ.

Με τον Κίρκεγκαρντ ξεκινά ουσιαστικά η μοντέρνα φιλοσοφία τής υπάρξεως. Δεν υπάρχει ούτε ένας φιλόσοφος τής υπάρξεως στον οποίο να μην είναι εμφανής η επιρροή του! Είναι γνωστό πως ξεκινά απο μια κριτική στον Hegel (και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, από την σιωπή του για τον Σέλλινγκ, του οποίου γνώριζε την ύστερη φιλοσοφία μέσα από τα μαθήματά του). Στο Εγελιανό σύστημα που απαιτούσε να συλλάβει και να εξηγήσει το «Όλον», αντιθέτει τον «μοναδικό», το ανθρώπινο άτομο που δεν έβρισκε ούτε θέση ούτε νόημα στο όλον, που βρισκόταν κάτω από την επιρροή του πνεύματος του κόσμου. Με άλλους όρους, ο Κίρκεγκαρντ ξεκινά από την συνθήκη τής αλλοτριώσεως του ατόμου σ’ έναν κόσμο τόσο ξεκαθαρισμένο από την νόηση. Σε σχέση μ’ έναν κόσμο τόσο φωτισμένο η μοναδικότης βρίσκεται σε συνεχή αντίφαση, καθώς η υπαρξίς της – δηλαδή το απλό γεγονός της τυχαίας της υπάρξεως (το γεγονός πώς ακριβώς εγώ, και όχι ένας άλλος, είμαι και ακριβώς εγώ είμαι αντί να μην υπάρχω) – δεν μπορεί να προβλεφθεί απο την νόηση ούτε μπορεί να μειωθεί σε κάτι που απλώς σκεπτόμαστε. 

Έτσι, το μόνο πράγμα για το οποίο μπορώ να είμαι σίγουρος μ’ έναν αναμφίβολο τρόπο είναι αυτή ακριβώς η ύπαρξη που είμαι σε κάθε στιγμή και την οποία δεν μπορώ να κατανοήσω νοητικώς. Το καθήκον του ανθρώπου λοιπόν είναι να «γίνει υποκειμενικός», να γίνει ένα όν που υπάρχει συνειδητά και το οποίο συλλαμβάνει σταθερά τις παράδοξες συνέπειες που έχει η ζωή του στον κόσμο. Όλα τα βασικά προβλήματα τής φιλοσοφίας, π.χ. της αθανασίας τής ψυχής, της ελευθερίας του ανθρώπου, της ενότητος του κόσμου, όλες δηλαδή οι απορίες, των οποίων ο Kant είχε αποδείξει τον αντινομικό τους χαρακτήρα στις αντινομίες του Καθαρού λόγου, μπορούν να γίνουν κατανοητές μόνον σαν «υποκειμενικές αλήθειες», δεν μπορούν όμως να γίνουν κατανοητές από μια αντικειμενική οπτική γωνία. 

Ο Σωκράτης γίνεται το πρωτότυπο του «υπαρξιακού» φιλοσόφου με εκείνον τον λόγο «εάν υπάρχει μια αθανασία.....». «Μήπως αμφιβάλει και αυτός;» συνεχίζει ο Κίρκεγκαρντ, σε μια από τις πιο μεγάλες ερμηνείες που υπάρχουν μέσα στο έργο του, τόσο γεμάτο από τέτοιες στιγμές.

«Καθόλου, πάνω σ’αυτό το "εάν" αφιέρωσε όλη του τη ζωή, αντιμετώπισε τον θάνατο. Η Σωκρατική αγνωσία ήταν μ’ αυτόν τον τρόπο η έκφραση του γεγονότος πως η αιώνια αλήθεια σχετίζεται με κάποιον υπαρκτό και πρέπει να γίνει γι’ αυτόν τον λόγο, γι’αυτόν, το παράδοξο όλης του της ζωης όσο αυτή διαρκεί». 

Γι’ αυτό η καθολικότης, η οποία είχε απασχολήσει την φιλοσοφία μέσα στα πλαίσια της καθαρής γνώσεως, πρέπει να έλθει σε πραγματική σχέση με τον άνθρωπο. Αυτή η σχέση θα παραμείνει πάντοτε μια μοναδικότης. Μέσα στο εσωτερικό αυτού του παραδόξου το άτομο μπορεί να συλλάβει το καθόλου, μπορεί να αποτελέσει περιεχόμενο τής υπάρξεώς του και να ζήσει γι’ αυτό μια παράδοξη ύπαρξη, όπως ακριβώς ο Κίρκεγκαρντ μας περιγράφει τον εαυτό του. Στην παράδοξη ύπαρξη ο άνθρωπος φτάνει να πραγματοποιήσει πρακτικώς την αντίφαση σύμφωνα με την οποία, εάν η καθολικότης θέλει να γίνει πραγματικότης και γι’ αυτό να απαιτήσει σημασία για τον άνθρωπο, τότε τοποθετείται σαν μοναδικότης. Στην συνέχεια ο Κίρκεγκαρντ ερμήνευσε μια τέτοια ύπαρξη μέσα από την κατηγορία της «Εξαιρέσεως», η εξαίρεσις δηλαδή σε σύγκριση με την γενική μεσαία καθημερινή ύπαρξη, στην οποία ο άνθρωπος πραγματοποιείται μόνον επειδή ο θεός τον κάλεσε για να φανερώσει σ’ αυτόν το παράδειγμα της παράδοξης ζωής του ανθρώπου μέσα στον κόσμο!

Στην εξαίρεση ο άνθρωπος, καθότι Μοναδικότης, πραγματοποιεί τις καθολικές δομές της υπάρξεως. Είναι χαρακτηριστικό όλης της φιλοσοφίας της υπάρξεως πως με τον όρο «υπαρκτικό» (existentiell) περιλαμβάνει κατά βάθος αυτό που ο Κίρκεγκαρντ εννοούσε με την κατηγορία της εξαιρέσεως. Στην υπαρκτική στάση το πρόβλημα είναι η πραγματοποίηση (σε αντίθεση με τον απλό στοχασμό) των καθολικών δομών της ζωής.

Το πάθος τής υποκειμενικότητος ανάβει στον Κίρκεγκαρντ με την αγωνία απέναντι στον θάνατο, απέναντι σ`ένα γεγονός στο οποίο είμαι στα σίγουρα μόνος, μια μοναδικότης χωρισμένη από την μεσαία καθημερινή ζωή. Η σκέψη τού θανάτου γίνεται «πράξη», διότι σ' αυτή ο άνθρωπος γίνεται υποκειμενικός, χωρίζει από τον κόσμο και την καθημερινή ζωή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους. Από μια ψυχολογική οπτική γωνία ετούτη η εσωτερική στοχαστική τεχνική βασίζεται απλώς στην προϋπόθεση ότι, μαζί με την σκέψη πως μια μέρα δεν θα υπάρχω πλέον, θα σβύσει και το ενδιαφέρον γι' αυτό που υπάρχει. Είναι ένα χαρακτηριστικό της μοντέρνας φιλοσοφίας πως αυτή η προϋπόθεση έγινε αποδεκτή χωρίς καμία εξέταση, από ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Πάνω σ' αυτή την προϋπόθεση δεν βασίζεται μόνον η μοντέρνα «εσωτερικότης» αλλά και εκείνος ο λίγο φανατικός τρόπος -ο οποίος ξεκινά και αυτός από τον Κίρκεγκαρντ- να ληφθεί στα σοβαρά η «στιγμή» και να θεωρηθή σαν η μοναδική βεβαίωση της υπάρξεως, δηλ. της πραγματικότητος.

Αυτή η καινούρια σοβαρότης απέναντι στη ζωή με αφετηρία της τον θάνατο δεν εμπλέκει αναγκαίως ένα Ναί στη ζωή ή στην ύπαρξη τού ανθρώπου σαν ανθρώπου. Μόνον ο Νίτσε και μετά απ' αυτόν ο Γιάσπερς βάσισαν ξεκάθαρα την φιλοσοφία τους πάνω σ' ένα τέτοιο Ναί. Αυτός δε είναι και ο λόγος για τον οποίο, ξεκινώντας από τους φιλοσοφικούς τους στοχασμούς, υπάρχει η δυνατότης μιας θετικής προόδου πρός την φιλοσοφία. Ο Κίρκεγκαρντ και ακολουθώντας την γραμμή του ο Χάϊντεγκερ, ερμήνευσαν πάντοτε τον θάνατο σαν την αυθεντική «αντίρρηση» προς το είναι του ανθρώπου, σαν την απόδειξη του «μηδενισμού» του- ιδιαιτέρως εκεί όπου η Χαϊντεγκεριανή ανάλυση του θανάτου και όλων των πλευρών της ανθρώπινης ζωής που συνδέονται μαζί του υπερέχει της αντιστοίχου αναλύσεως τού Κίρκεγκαρντ.

Είναι ξεκάθαρο όμως πως η χαρακτηριστική εσωτερική πράξη του Κίρκεγκαρντ, το ότι «γίνεται υποκειμενικός», οδηγεί κατευθείαν έξω από την φιλοσοφία. Αυτή η πράξη αφορά την φιλοσοφία μόνον στο μέτρο που μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε τους φιλοσοφικούς λόγους τής επαναστάσεως του φιλοσόφου εναντίον της φιλοσοφίας. Παρομοίως, παρότι ανήκει στο άλλο άκρο, είναι και η περίπτωση του Μάρξ, ο οποίος περιορίζει με την σειρά του τις φιλοσοφικές του θέσεις στην ομολογία πως ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και επομένως πρέπει να σταματήσει να τον ερμηνεύει. Και οι δυό τους έχουν κοινή την επιθυμία να περάσουν κατευθείαν στην πράξη και το ότι δεν συνέλαβαν ποτέ τους την ιδέα, αφού ξεκίνησαν να αμφιβάλλουν για την σκοπιμότητα του στοχασμού και να απελπίζονται γύρω από την δυνατότητα κάθε γνώσεως καθαρά στοχαστικής, να ξαναρχίσουν την φιλοσοφία από νέες βάσεις. Σαν αποτέλεσμα ο Κίρκεγκαρντ κατέφυγε στην ψυχολογία με τον σκοπό να περιγράψει την εσωτερική πράξη και ο Μάρξ σε μια πολιτική επιστήμη σχετική με την εξωτερική πράξη. Όμως μέ αυτή τη διαφορά. Ότι ο Μάρξ δέχθηκε τελικώς την σιγουριά της Εγελιανής φιλοσοφίας, τροποποιώντας την πολύ λιγότερο από ότι νομίζουμε για να την «επαναφέρει με το κεφάλι ψηλά». Ότι ο Μαρξ αντάλλαξε την Εγελιανή αρχή τού πνεύματος με την Μαρξιστική αρχή της ύλης, υπήρξε πολύ λιγότερο σημαντικό για την φιλοσοφία από το γεγονός πως ξανασιγούρεψε την ενότητα του κόσμου και του ανθρώπου με δογματικό τρόπο, καθαρά υποθετικό και γι' αυτό καθόλου πειστικό για τους μοντέρνους ανθρώπους. 

Ο Κίρκεγκαρντ είναι πιό σημαντικός από τον Μαρξ για την εξέλιξη και τη συνέχεια της φιλοσοφίας διότι δεν σταμάτησε να απελπίζεται με την φιλοσοφία. Από αυτόν προήλθαν όλα τα καινούρια περιεχόμενα, τα οποία είναι συγκεκριμένα: ο θάνατοςκαθώς εξασφαλίζει την αρχή της εξατομικεύσεως (principium inviduationis), καθώς ο θάνατος παρότι είναι ότι πιό καθολικό υπάρχει με συναντά αναπόφευκτα μόνο. Η τύχη, καθώς εξασφαλίζει την πραγματικότητα σαν απλό δεδομένο, η οποία με νικά και με πείθει μέσα από το απρόβλεπτο γεγονός της και την αδυναμία τής σκέψης να την συλλάβει . Η ενοχή, καθώς είναι κατηγορία κάθε ανθρώπινης πράξεως και η οποία πράξη είναι αόριστη όχι λόγω τού κόσμου, αλλά από μόνη της, καθότι αναλαμβάνω πάντοτε ευθύνες πού ξεπερνούν τον ορίζοντά μου και έτσι αποφασίζοντας, είμαι πάντοτε αναγκασμένος να εγκαταλείπω κάτι. Η ενοχή λοιπόν είναι ο τρόπος μέσω τού οποίου εγώ ο ίδιος γίνομαι πραγματικός, μέσω του οποίου σχετίζομαι με την πραγματικότητα. 

Τα νέα περιεχόμενα της φιλοσοφίας αναδύονται ξεκάθαρα για πρώτη φορά με τον Γιάσπερς στην «ψυχολογία των οραμάτων του κόσμου» και με την μορφή των «οριακών – καταστάσεων», καταστάσεων στις οποίες ο άνθρωπος βρίσκεται λόγω της αντινομικής δομής της υπάρξεώς του και οι οποίες μπορούν να δώσουν αυθεντικές ωθήσεις στην φιλοσοφική του δραστηριότητα. Από αυτό του το έργο ήδη, με το οποίο πρωτοεμφανίζεται φιλοσοφικά, ο Γιάσπερς προσπαθεί να βασίσει σ' αυτές τις καταστάσεις έναν νέο τύπο φιλοσοφίας, και στά περιεχόμενα που προέρχονται από τον Κίρκεγκαρντ, προσθέτει ένα άλλο, το οποίο μερικές φορές ονομάζει πάλη, μερικές αγάπη, και το οποίο θα γίνει γι' αυτόν στη συνέχεια, στην θεωρία της «επικοινωνίας», η νέα μορφή επικοινωνίας της φιλοσοφίας. Αντιτιθέμενος στον Γιάσπερς και χρησιμοποιώντας αυτά τα νέα περιεχόμενα, ο Χάϊντεγκερ προσπαθεί να ξαναδώσει ζωή στην συστηματική φιλοσοφία, ακριβώς δε με το παραδοσιακό της νόημα.

(Συνεχίζεται

Αμέθυστος

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ (34)

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΠΛΕΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΣΤΟΝ ΚΥΚΕΩΝΑ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ.

 Συνέχεια από: Πέμπτη 4 Αυγούστου 2022

Προλεγόμενα σε μία φιλοσοφική Χριστολογία.
Του Xavier Tilliette.
3. Φίχτε (συνέχεια)


 Ο Θεός, του οποίου η ουσία είναι η ύπαρξη, βλέπει όλα τα πράγματα μέσα στον Λόγο του.    
          Η κατάργηση τής εκ του μηδενός δημιουργίας, η οποία αντεκατεστάθη απο μία αιώνια δημιουργία, νοητική, προεικονισμένη στον Λόγο, ακουμπάει έναν "εκλεπτυσμένο πανθεϊσμό". Περιέχεται στην μυστικιστική φιλοσοφία του Φίχτε και μπορούμε να βρούμε έναν υπέροχο απόηχο σε ένα απο τα τρία σονέττα-το τρίτο-στο οποίο συμπύκνωσε το δόγμα του. Η πίστη είναι σκέψη, στοχασμός: "η ίδια η καθαρή σκέψη είναι η Θεία ύπαρξη" και αυτή δέν είναι τίποτε άλλο απο την καθαρή σκέψη" Η ζωή της σκέψης λοιπόν είναι η Θεία ζωή, αλλά σε απόλυτη εικόνα. Η Μακάρια ζωή είναι διαλογισμός της Θείας ζωής, η πίστη είναι όραμα.

Η ενσάρκωση σημειώνει μία τομή, τόσο εμφανή όσο ο ρολος του Βαπτιστού διέφυγε μ' έναν ελιγμό και ο ερχόμενος εις τον Κόσμον αναφέρεται στον άνθρωπο γενικώς (στον πραγματικό άνθρωπο). Μία τέτοια τομή δείχνει τον διαχωρισμό ανάμεσα στο μεταφυσικό και το ιστορικό, κάτι καθοριστικό για την Χριστολογία του ΦίχτεΗ αιώνια και απόλυτη οπτική γωνία και η χρονική και ιστορική δέν θα μπορούσαν λοιπόν να έλθουν σε σύγκρουση. Παρ'όλα αυτά και ο στοχασμός αποδίδει μία σημασία στον Λόγο που έγινε σάρκα. Απο την οπτική γωνία του αιωνίου, σε όποιον εγκαταλείπει την ατομική του ζωή στην Θεία ζωή, για να ενωθεί με τον Θεό, ο Λόγος γίνεται αισθητή ύπαρξη, ανθρώπινη. Ο Ιωάννης ενισχύει την ιστορική οπτική γωνία η οποία είναι εκείνη του Χριστιανισμού σαν καταστατική θρησκεία. Και πράγματι για τους Χριστιανούς ο Ιησούς είναι το απαραίτητο μέσον της ενώσεως με τον Θεό. Αυτός υπήρξε αυθόρμητα ο εαυτός του, εκ φύσεως, χωρίς έμπνευση, ούτε κάποια τεχνική, η τέλεια αναπαράσταση του αιωνίου Λόγου: να λοιπόν το θεμελιώδες δόγμα του Χριστιανισμού, το οποίο περιέγραψε στην καθαρότητά του ο Ιωάννης, αναμεμειγμένο με εβραϊκές φαντασίες στον Απ.Παύλο και σε άλλους. Οι δύο κυρίαρχες πλευρές είναι το ομοούσιο και η μεσολάβηση. Ο Φίχτε δέν υποβάλλει την ενσάρκωση στην μοίρα τής δημιουργίας εκ του μηδενός. Παρ'όλα αυτά κρατά σταθερά, το γεγονός ότι, όποιος θέλει, εγκαταλείποντας τον εαυτό του πραγματικά στην Θεία ζωή, μπορεί να ενσαρκώσει τον αιώνιο Λόγο, όπως ο Ιησούς Χριστός. Παρότι οι μαθητές δέν είναι μεγαλύτεροι απο τον δάσκαλο, είναι εντούτοις ικανοί να τον φτάσουν. Στην θεωρία-αυτό είναι το αποδεκτό, ξεκάθαρο δόγμα του Ιησού και του Ιωάννη-η μεσολάβηση του Χριστού δέν είναι αναγκαία. Παρ'όλα αυτά αυτή επιβάλλεται στους Χριστιανούς σαν ένα πρόσκαιρο μέσο, στο εσωτερικό μίας πρόχειρης θεσμοθέτησης. Αλλά το έργο του Ιησού είναι ο εκμηδενισμός του, να καταστή περιττός. Ο Ιησούς "περαστικός", ο "ξεχασμένος" Ιησούς. Μόνον η μεταφυσική προσφέρει την Μακαριότητα και εάν ο Ιησούς επέστρεφε, θα χαιρόταν να έβλεπε τον Χριστιανισμό να βασιλεύει στα πνεύματα, όταν ακόμη και το πρόσωπό Του θα είχε εξαφανισθεί και η μνήμη Του θα ήταν νεκρή. Διατυπώσεις που ερεθίζουν τα αυτιά των συγχρόνων, αλλά οι οποίες δέν παύουν να ταράζουν τους ορθοδόξους πιστούς. Είναι αλήθεια ότι ο Φίχτε γλυκαίνει την βαρβαρότητα και σκληρότητα των προτάσεων του και υπογραμμίζει τον απαραίτητο χαρακτήρα του Χριστού παρατηρώντας.
          1). Ότι πριν τον Χριστό η πιό βαθειά γνώση τής ενώσεως με τον Θεό δέν είχε φανερωθεί και ότι μετά απο αυτόν εξαφανίστηκε, μέχρι την επανανακάλυψή της απο τον συγγραφέα τής "θεωρίας της Επιστήμης". Η παρουσια στον Χριστό αυτής της γνώσεως είναι ένα θαυμαστό φαινόμενο που τον καθιστά τον μοναδικό και πρωτογενή Υιό, τον Μονογενή.
          2). Ότι ο φιλόσοφος μπορεί, για λογαριασμό του, να ξαναβρεί αυτή την αλήθεια και να την αναπτύξει στο εύρος της και στην συνέπειά της, ανεξαρτήτως του Χριστιανισμού. Αυτό δέν εμποδίζει τα γραπτά των αποστόλων να έχουν την προτεραιότητα και την αδυναμία να γίνει αφαίρεση απο ένα απόσπασμα τής Χριστιανικής κουλτούρας στην οποία είναι απασχολημένος ο Φιχτιανός φιλόσοφος. Μ'αυτή την σημασία, η ένωση με τον Θεό διέρχεται αναγκαστικά απο τον Χριστό, ο Χριστιανισμός έχει το δικαίωμα να το βεβαιώσει. Όλοι οι νόες γονατίζουν στον Ιησού, και αναγνωρίζουν την υπερβατική δόξα μίας τόσο υψηλής παρουσίας. Η διάκριση του μεταφυσικού και του ιστορικού, έτσι διατυπωμένη και ελαφρώς μετριασμένη, προσφέρει το κλειδί των αποσπασμάτων τού κατά Ιωάννην, τα οποία αντέγραψε ο Φίχτε στην συνέχεια, στα οποία τέντωσε την σημασία που τον συνέφερε και ιδιαιτέρως εκείνα που αφήρεσε απο τον Λόγο, του άρτου της ζωής. Να φάμε το σώμα του και να πιούμε το αίμα του σημαίνει να γίνουμε ολοκληρωτικώς αυτός ο ίδιος, να μεταμορφωθούμε στο πρόσωπό του, να μετουσιωθούμε σ'αυτόν". Και πράγματι ο Ιησούς δέν είναι ένα απρόσιτο ιδανικό και οι μαθητές του, ιδιαιτέρως ο Παύλος, μερικές φορές σε έμπνευση, δέν φοβούνται να ταυτισθούν μαζί του. Το αίμα λοιπόν δέν διαθέτει μία σημασία θυσίας. Ο Αμνός αφαιρεί την αμαρτία τού κόσμου, αλλά δέν είναι αγνό (ο Φίχτε ξεχνά Απ. 13,8) το αίμα του δέν χύθηκε για την ικανοποίηση και την άφεση. Το αίμα του Υιού του Θεού το οποίο μας εξαγνίζει απο κάθε αμαρτία είναι το αίμα του που χτυπά στις φλέβες μας, η ζωή του σε μας. Οι παλιές παρασιωπήσεις του Φίχτε παραμένουν απέναντι στο μυστήριο του θανάτου και της Ανάστασης. Ο ιστορικός, η φανέρωση εδώ και τώρα του Θεού στην σάρκα, η υπεροχή του Λόγου, έχει σαν έργο να δείξει το μεταφυσικό. Ο Ιησούς της Ναζαρέτ οδηγεί σ'αυτό και "θα ήταν μία προσπάθεια ολωσδιόλου μάταιη και παράλογη να συνεχίσουμε να θυμόμαστε μόνον τον δρόμο που ακολουθήθηκε, αντί να ζήσουμε στην Θεία πραγματικότητα.
          Παρ΄όλα αυτά σε ένα παράρτημα της "Μυήσεως" και ιδιαιτέρως πιό αργά στα Μαθήματα του 1813, ο Φίχτε αξιολόγησε με θετικό τρόπο το ιστορικό στοιχείο και το πρόσωπο του Χριστού, ο οποίος εξ'άλλου, σηματοδοτεί αυτός ο ίδιος μία επανένωση του μεταφυσικού και του ιστορικού. Αλλά αυτές οι διορθώσεις και τα συμπληρώματα δέν ανήκουν πλέον στην ερμηνεία του Προλόγου.
          Ο καλός ποιητής Glies, φίλος του Σέλλινγκ, αναφέρει στις αναμνήσεις του ότι άκουσε τον Jacobi να λέει ότι οι αρχές της θεωρίας της Επιστήμης βρίσκονται στ'αλήθεια στην αρχή του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου. Και ένας ο οποίος αντάλλασσε σποραδικά αλληλογραφία με τον Φίχτε ο Schaumann, απο τα 1795 ακόμη έβρισκε σε εικόνες και σε σύμβολα "στο δόγμα του καθαρού Ευαγγελίου, αυτό που είναι εμπνευσμένο απο το Καθαρό Εγώ, χωρίς εμπειρικό περιτύλιγμα".
          Όλοι αυτοί ταύτιζαν το αληθινό Εγώ με τον Θεό και μ'αυτόν τον τρόπο προέβλεπαν την θρησκευτική φιλοσοφία του Φίχτε, αγνοώντας όμως, ενάντια στην δική του παραδοχή την εμπειρική συνείδηση ή οποία συνδέεται με την καθαρή συνείδηση. Αλλ'όμως οι προϋποθέσεις μίας απολύτου γνώσεως και ενός μακάριου διαλογισμού είχαν τεθεί. Σ'αυτή την γραμμή ο Φίχτε είχε ενεργοποιηθεί, παρά ξεπεραστεί απο τον Ιδιοφυή μαθητή του, τον Σέλλινγκ.
          Ο Σέλλινγκ περίμενε όμως την τελευταία του φιλοσοφία, την θετική, για να επεξεργαστεί μία πλήρη εξήγηση του προλόγου. Κατευθύνεται άμεσα εναντίον του Φίχτε και σε οδό υποταγής, εναντίον ενός φανταστικού Χέγκελ ο οποίος υποτίθεται έτεινε στην ίδια μείωση. Αλλά η Χρονολογία μάς καλεί να κάνουμε μία παράκαμψη πρός τον Σλαϊερμάχερ. Ο γοητευτικός διάλογος "Εορτή των Χριστουγέννων" του 1806, ο οποίος εκρίθη άξιος για μία εγκωμιαστική κριτική απο τον Σέλλινγκ, τελειώνει με μία εξήγηση του Προλόγου εκ μέρους του Edoardo, που εκπροσωπούσε τον συγγραφέα. Είναι η περίοδος κατά την οποία ο Σλαϊερμάχερ, μεταφραστής τού Πλάτωνος, μεταλλάσσεται απο φιλόσοφος σε Θεολόγος, αλλά δέν είχε ακόμη εγκαταλείψη τις χάρες της γλώσσας όπως συνέβη στην συνέχεια. Η Εορτή των Χριστουγέννων είναι ένα τελευταίο δαυλί ριγμένο στον ευγενικό καί πυρακτωμένο ακόμη κύριο απο το οποίο ξεπηδούν ακόμη ζωντανές σπίθες.

ΕΔΩ ΣΥΝΑΝΤΟΥΜΕ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΑ ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΔΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΥΤΟΥ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΡΑΜΦΟ ΚΑΙ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟ.

ΑΣ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΡΑΜΦΟΣ

"Τὸ ἀδιέξοδο αἴρεται ἂν ἀξιοποιήσωμε ανθρωπολογικῶς τὸ ἐνυπόστατον, ἐν γνώσει ὅτι ἡ χριστολογία ἀνοίγει ἐμπειρικὰ τὸν δρόμο τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν πρὸς τὴν κτίσι. Γιὰ τὰ περὶ ἐνυποστάτου παραπέμπω τὸν ἐνδιαφερόμενο στο σύνολο τοῦ «Ὡς ἀστραπὴ τῶν ἔσχατων», ὅπου καὶ ἐκθέτω τὶς ἀντιλήψεις τῶν Λεοντίου Βυζαντίου καὶ Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ χωρὶς νὰ ὑπεισέρχωμαι στὰ εἰδικώτερα ζητήματα περὶ ὠριγενισμοῦ τοῦ πρώτου, ποὺ ἀναπτύσσει σὲ ἀξιοσημείωτη μελέτη του ὁ Μπῆτσερ Έβανς (βλ. David Beecher Evans: Leontius of Byzantium, an origenist christology, Dumbarton Oaks, 1970), διότι μὲ ἀπασχολεῖ ἀποκλειστικὰ ἡ ἔννοια τοῦ ἐνυποστάτου ὅπως ἐπέρασε στὴν ὀρθόδοξη θεολογική σκέψι. Ἐὰν λοιπὸν εἰσαγάγωμε στην προβληματικὴ τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν τὸ ἐνυπόστατο τοῦ προσώπου, την δυνατότητα ἑνὸς ἐμμενοῦς καὶ ὑπερβατικοῦ συγχρόνως ἑαυτοῦ ποὺ ἀνάγει σὲ ταυτότητα τὴν ὑποστατική μου καθολικότητα, τὸ κατ' εἰκόνα Θεοῦ χάριν τοῦ ὁποίου ὁ καθείς μας ὑπάρχει ὡς δοχεῖο τῆς οὐσιώδους καὶ ὑποστατικῆς πλέον δωρεᾶς, τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ βιώσῃ τὴν ἀπειρία τοῦ θεοῦ σὲ μιὰ πρᾶξι ποιητικὴ ὅπου ὁ ἴδιος δημιουργεῖται.[EAN..!] Άνευ τοῦ λεοντινιανοῦ ἐνυποστάτου τὸ αἴτημα τῆς δημιουργίας θὰ παρέμενε ἀνέφικτο καὶ ἡ σχέσι μὲ τὸν σύγχρονο κόσμο θὰ ἐπέτασσε βαθειὰ ῥήξι μὲ τὴν παράδοσι, ἀφοῦ μοναδική νόμιμη ενέργεια θὰ ἦταν ἡ προσευχὴ τοῦ πιστοῦ στὴν θεία ὁλότητα. Μὲ τὸ ἐνυπόστατο καθίσταται ἐφικτὴ ἡ ἀνθρώπινη παρέμβασι στὸ νόημα καὶ στὴν ἱστορία.

Στὸ ἐνυπόστατο διαβάζουμε τὸ πρόσωπο ὡς εὐρύτερη δική μας ἐπιφάνεια μεταξὺ τοῦ ἀτομικοῦ Ἐγὼ καὶ τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου. Τοῦτο ἐνθαρρύνει μιὰν ἐσωτερικὴ ἀντοψία καὶ οἰκοδομεῖ νέον ὁρίζοντα ὑπάρξεως, διὰ τοῦ ὁποίου εἰσερχόμεθα στὸν ἱστορικὸ χρόνο χωρὶς νὰ τραυματίζωμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν παράδοσι, ἐπιτρέπει να σκεφθοῦμε μιὰν ἐσωτερικότητα διάπλατη πρῶτα στην πληρότητα τοῦ εὖ ζῆν καὶ δευτερευόντως μόνο στην ηθική του χρέους. Μ' ἄλλα λόγια: Μπορούμε νὰ ὑπολογίζουμε ἀντὶ τῆς παραδοσίμου ἀποχῆς καὶ στερήσεως, ἑδραζομένης εἰς τὴν τάχα ἐγγενῆ ἁμαρτωλότητα τοῦ Ἐγώ, σὲ μιὰ ἀσκητικὴ τῆς πλησμονῆς, ἡ ὁποία νὰ προϋποθέτη σε καλλιέργεια μορφῶν ἀνθρωπίνης ἐκφράσεως, ὅπου ἡ συνείδησι βαθαίνει τὸν κόσμο της ἀξιώνοντας ἀπαύστως τὸ ἀληθινό. Δὲν ἐννοῶ τὴν αἴσθησι πληρότητος ὡς τέλος καὶ σκοπὸ τῆς ἀσκητικῆς ἀλλὰ ὡς γεγονὸς ἀποδεοντολογισμοῦ τῆς συνειδήσεως. Ἡ ἀσκητικὴ τῆς πλησμονῆς σ' ἕνα κόσμο ἀναλουμένης ἀφθονίας καὶ ἀπολαύσεως νοεῖται ὡς δημιουργὸς ἀφθονία, ὡς στροφὴ ἀπὸ τὴν μερικότητα στην καθολικότητα τοῦ προσωπικοῦ ἑαυτοῦ καὶ ὡς ἀναβαπτισμὸς στὸν πλοῦτο τοῦ βάθους του. Απέχουμε πολὺ ἀπὸ τὴν ἠθικὴ τῆς ἀπορρίψεως εἴτε ὑπερβάσεως τῶν ἐνστίκτων: Ἡ ἀσκητικὴ καὶ ἠθικὴ τῆς πλησμονῆς δὲν ἀντιπαρατίθεται στὸ ἔνστικτο• τὴν ἐνδιαφέρει μᾶλλον πὼς τὸ ἔνστικτο λόγου χάριν τῆς αὐτοσυντηρήσεως δὲν ἀτροφεῖ οὔτε ἀφανίζεται ἀλλὰ τρέπεται συχνότατα σὲ ὄρεξι ἀλήθειας καὶ ὀμορφιᾶς, σὲ δύναμι ἀξιώσεως τοῦ εἶναι."

ΜΟΝΟ ΜΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΔΕΝ ΕΙΧΑΝ ΕΓΩ, ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ.ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΙΝΟΗΣΕ ΔΙΑ ΤΗΣ ΑΦΑΙΡΕΣΕΩΣ Ο ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ.

Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας(25)

Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας

Κεφάλαιο 3: Ο Ουμανισμός και η αποθέωση του ανθρώπου ζ

Συνέχεια από 13.Φεβρουαρίου 2023

Ο βόρειος ουμανισμός: Desiderius Erasmus


Ο ηρωικός ουμανισμός, που έπαιξε ένα τέτοιο σπουδαίο ρόλο στην Ιταλία, είχε μετριασθεί όταν μετακινήθηκε προς τα βόρεια, πέρα από τις Άλπεις, και συνάντησε τη devotio moderna, ένα θρησκευτικό κίνημα που ίδρυσε ο Gerard Groote (1340-84) από την πόλη Deventer, ο οποίος πίστευε, πως για να είναι κανείς Χριστιανός όφειλε να ακολουθεί το ηθικό παράδειγμα του Χριστού. Το κίνημα ξεκίνησε στην Ολλανδία, αλλά διαδόθηκε στη Γερμανία και σε μεγάλο μέρος της Πολωνίας. Οι διδασκαλίες του κινήματος εκτέθηκαν στην Imitatio Christi, έργο που αποδίδεται στον Thomas à Kempis. Από θεσμικής πλευράς, το κίνημα δημιούργησε μια νέα μορφή μοναχισμού, που σκοπό είχε την πνευματική αυτοτελείωση, και ένα λαϊκό κίνημα γνωστό με το όνομα «Η αδελφότητα της κοινής ζωής».

Η devtio moderna προσέφερε μια απάντηση σε πολλούς από αυτούς που τους ταλάνιζε ο φιλοσοφικός σκεπτικισμός, αλλά δεν τους έλκυε ο ηρωικός ατομικισμός του ιταλικού ουμανισμού ή ο καιροσκοπισμός του Machiavelli. Ο Αδελφοί αναζητούσαν ανακούφιση στην πνευματικότητα, η οποία τόνιζε πως η ουσία της πίστης ήταν μια απλή ζωή με θρησκευτικό συναίσθημα (παρά με λογική ή βούληση). Η devotio moderna ήταν στην πράξη μια προσωπική και εσωτερική θρησκεία αγάπης, πίστης και ταπείνωσης, και έδινε μικρότερη σημασία στα έργα και τις τελετουργίες. Την θέση αυτή εξέφρασε με σαφήνεια ο Νικόλαος από την Κούζα (1401-1464), ο οποίος τόνισε την απλότητα της πίστεως σε αντίθεση προς την αβεβαιότητα της λογικής στο έργο του «Η σοφία της αγνωσίας» (1440). Το έργο του ήταν και από μόνο του σημαντικό, αλλά άσκησε σημαντική επίδραση στους Lefevre, Colet και Erasmus.

Σε σύγκριση προς τους Ιταλούς ουμανιστές, οι βόρειοι ήταν πιο μετριασμένοι στους ισχυρισμούς τους για τις ανθρώπινες ικανότητες, περισσότεροι σκεπτικοί, λιγότερο πεπεισμένοι πως η αγάπη κυβερνά τον κόσμο, περισσότερο ριζωμένοι στις Γραφές, δίνοντας μικρότερη σημασία στις πολεμικές αρετές και μεγαλεία, λιγότερο βασισμένοι σε γνωστικές, ερμητικές και νεοπλατωνικές πηγές, και περισσότερο στους εκκλησιαστικούς πατέρες που εστίαζαν περισσότερο στη Γραφή παρά στην φιλοσοφία. Τους απασχολούσε επίσης η μεταρρύθμιση της Εκκλησίας, η εξάλειψη της διαφθοράς, και η μείωση της προσκόλλησης στα τελετουργικά. Ο κίνδυνος λοιπόν που αποτελούσαν για την θεσμική Εκκλησία, δεν βρισκόταν τόσο στους ακραίους ισχυρισμούς τους περί των ικανοτήτων των ανθρώπων, όσο στο γεγονός πως το απλό τους μήνυμα απευθύνονταν σε μεγάλο μέρος των κοινών ανθρώπων. Οι ιταλικός ουμανισμός απευθύνονταν πάντα στις ανώτερες τάξεις και τους διανοούμενους. Ο βόρειος ουμανισμός είχε ένα πολύ πιο δημοκρατικό μήνυμα και συνέβαλε με δυναμικούς τρόπους στην αυξανόμενη διαμαρτυρία ενάντια στην θεσμική εκκλησία, που οδήγησε στην Μεταρρύθμιση.

Αυτή η μορφή ουμανισμού αποτελούσε μεγαλύτερο κίνδυνο για τους μοναχούς και κληρικούς απ’ ότι ο ιταλικός ουμανισμός, καθώς ήταν λιγότερο εξεζητημένος, λιγότερο παγανιστικός, και περισσότερο ριζωμένος σε ένα ιδανικό χριστιανικής φιλανθρωπίας, το οποίο η Εκκλησία αποδεχόταν έστω και τυπικά. Η Εκκλησία είχε αναγνωρίσει αυτό τον κίνδυνο από την αρχή και επιδίωξε να τον καταστείλει. Το πιο διάσημο παράδειγμα της επιδίωξης τους αυτής, ήταν η προσπάθεια να αναθεματίσουν τον Johannes Reuchlin (1455-1522), τόν ουμανιστή που έφερε τη διδασκαλία τη εβραϊκής γλώσσας  στα γερμανικά πανεπιστήμια. Πολλοί ουμανιστές πήγαν να τον υπερασπιστούν, και ο πάπας Λέων ο Χ αρνήθηκε εν τέλει να τον αναθεματίσει, κάτι που ήταν ένα είδος νίκης για τον ουμανισμό. Οι γραμμές του πολέμου όμως είχαν χαραχτεί, και στην επόμενη γενιά, τη γενιά του Έρασμου και του Λούθηρου, θα άρχιζε η μάχη.

Ο Έρασμος γεννήθηκε στο Rotterdam το 1466. Ήταν άνομος γιος του Roger Gerard, ο οποίος είχε γίνει ιερέας, και της Margaret, κόρης ενός γιατρού. Φοίτησε σε ένα ουμανιστικό σχολείο στην πόλη Deventer το οποίο λειτουργούσαν οι «Αδελφοί της κοινής ζωής». Όταν πέθαναν οι γονείς του εξαναγκάστηκε να πάει σε ένα μοναστήρι Αυγουστινιανών στο Steyn κοντά στην Gouda, όπου έζησε από το 1485 μέχρι το 1492. Τον χειρίστηκαν με τόση σκληρότητα, που ανέπτυξε μια δια βίου εχθρότητα προς τους μοναχούς. Κατά την περίοδο αυτή βρήκε την μεγαλύτερη έμπνευση του από το έργο του Valla, την «Ρητορική» του οποίου είχε παραφράσει. Είχε επίσης γράψει το δοκίμιο «Η περιφρόνηση του κόσμου» (1489), όπου επαινούσε τον μονήρη βίο. Εν τέλει δραπέτευσε από το μοναστήρι, καθώς διορίστηκε γραμματέας στον επίσκοπο του Cambray, χειροτονήθηκε ιερέας, και πήγε στο Παρίσι, όπου σπούδασε μέχρι το 1499.

Στο Παρίσι άκουσε διαλέξεις των οπαδών του Scotus στο Σεμινάριο των Φραγκισκανών, και δίδαξε λατινικά ιδιωτικά, για να συντηρηθεί. Το 1494 άσκησε κριτική στην δυσπιστία των μοναχών για τη μάθηση και υποστήριξε δυναμικά την κοσμική παιδεία και την χρησιμότητα των ειδωλολατρών κλασικών στο «Ενάντια στους βαρβάρους». Το έργο αυτό κατέδειξε την αυξανόμενη οικειότητα του με την ουμανιστική παράδοση των Πετράρχη, Boccaccio και Salutati. Το 1499 επισκέφθηκε την Αγγλία και γνώρισε τον Thomas More, και παρέμεινε φίλος του μέχρι τον θάνατο του (του More) το 1535. Έζησε τον περισσότερο καιρό στην Οξφόρδη, όπου εργάστηκε με τον ουμανιστή John Colet. Και ο Colet επίσης μισούσε τον σχολαστικισμό και εισήγαγε τον Έρασμο σε ένα πιο ιστορικό τρόπο ανάγνωσης της Καινής Διαθήκης. Ο Έρασμος είχε υιοθετήσει την έχθρα του Colet προς την νομιναλιστική έννοια ενός απόλυτου και απόμακρου Θεού, και άρχισε να τονίζει την ανθρωπότητα του Ιησού, σύμφωνα με την παράδοση της devotio moderna. Επέστρεψε στο Παρίσι, όπου έζησε από το 1500 μέχρι το 1506, και κατά την περίοδο αυτή έγραψε τα έργα «Παροιμίες» και «Εγχειρίδιο του χριστιανού στρατιώτη», που εδραίωσαν τη φήμη του ως κορυφαίου ουμανιστή. Το ύστερο έργο του ήταν σαφώς στην παράδοση της devotio moderna, εξέφραζε όμως τη συμπάθεια του και προς την παράδοση που έφτανε μέχρι τον Πετράρχη. Τόνιζε τη σημασία της ειλικρίνειας και δικαιοσύνης, έναντι του φορμαλισμού και συμβιβαστικότητας της κοινής γνώμης.

Μετά από μια σύντομη επίσκεψη στην Αγγλία, μετακόμισε στην Ιταλία, όπου έζησε από το 1506 μέχρι το 1509, όπου υπηρέτησε ως δάσκαλος του παράνομου γιου του James IV της Σκωτίας. Εργάστηκε μαζί με τον εκδότη Aldus Manutius στη Βενετία, επισκεπτόμενος την Ρώμη και τη Φλωρεντία. Στην Ρώμη του προσφέρθηκαν διάφορες θέσεις κληρικού, τίς οποίες απέρριψε, όπως ο Πετράρχης, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στην ανεξαρτησία παρά στον πλούτο και την υπόληψη. Στη Φλωρεντία ήταν τόσο απορροφημένος από το έργο του, που φαίνεται να μην είχε συναντήσει, ή και να γνώριζε έστω την ύπαρξη των Leonardo, Michelangelo, Raphael ή Machiavelli, που την εποχή εκείνη ζούσαν στην πόλη.

Μετά την άνοδο του Henry VIII στο θρόνο, ο Έρασμος επέστρεψε στην Αγγλία, ελπίζοντας να εξασφαλίσει μια υποτροφία που θα του επέτρεπε να αφιερωθεί στις λογοτεχνικές του δραστηριότητες. Φεύγοντας από την Ιταλία είχε γράψει τη διάσημη σάτιρα «Εγκώμιο της τρέλας», με δηκτική κριτική στον μοναχισμό, αλλά και στα εκκλησιαστικά και πολιτικά ιδρύματα. Κατά την παραμονή του στην Αγγλία έμεινε κατά κύριο λόγο στο Cambridge, όπου εργάστηκε πάνω στην ελληνική έκδοση της Καινής Διαθήκης (1516), η οποία ήταν με το δικό της τρόπο σημαντική για τη Μεταρρύθμιση, όπως οι 95 θέσεις του Λούθηρου (1517).

Το 1514 βρισκόταν στο αποκορύφωμα της επιτυχίας του και αποκλήθηκε πρίγκηπας των ουμανιστών. Ο ευρύς θαυμασμός για το έργο του ήταν το αποτέλεσμα της επιτυχίας του να συνδυάσει την humanitas και την pietas σε ένα ζωντανό χριστιανικό ουμανισμό. Είχε εχθρούς ανάμεσα στους κληρικούς και μοναχούς, αλλά είχε και μεγάλη επιρροή στα ανώτατα επίπεδα. Το 1515 είχε διοριστεί σύμβουλος του πρίγκηπα Κάρολου, ο οποίος το επόμενο έτος έγινε βασιλιάς της Ισπανίας και το 1519 αυτοκράτορας Κάρολος ο Ε’. Ο Έρασμος μετακόμισε στη Louvain, για να είναι κοντά στην βασιλική αυλή στις Βρυξέλλες, και έγραψε το έργο «Η παιδεία ενός χριστιανού πρίγκηπα» (1516), για να προετοιμάσει τον Κάρολο για τις νέες του ευθύνες. Το 1519 εκδίδει το έργο «Άγιος Ιερώνυμος» και την πρώτη έκδοση του έργου «Colloquia», που θεωρείται ως το κορυφαίο του έργο.

Η Μεταρρύθμιση είχε βαθιά επίδραση στον Έρασμο και στον ρόλο του στην πολιτική και διανοητική ζωή της Ευρώπης. Με την αυξανόμενη υποκίνηση αναταραχής κατά της Εκκλησίας, η ζωή του Έρασμου στο Louvain είχε γίνει δύσκολη, λόγω της υποψίας, πως αυτός ήταν ο μυστικός υποστηρικτής του Λούθηρου. Ως αποτέλεσμα, μετακινήθηκε στη Βασιλεία το 1521, όπου έμεινε μέχρι το 1529, όταν και μετακόμισε στο Freiburg in Breisgau, όπου πέθανε το 1536.

Ο Έρασμος, όπως και ο Colet, και πολλοί άλλοι βόρειοι ουμανιστές, ήταν αφοσιωμένος σε μια θρησκεία εσωτερικής στροφής, πασιφισμού και ηθικών ιδανικών. Απέρριπτε τόσο τον σχολαστικισμό, όσο και τον νομιναλισμό. Στις «Παραφράσεις» του επεδίωξε να μειώσει το ρόλο του Χριστού σε αυτόν του ιερέα και του θύματος, και στράφηκε αντιθέτως προς την philosophia Christi, την φιλοσοφία περί Χριστού, ισχυριζόμενος, πως κεντρικής σημασίας είναι η εσωτερική ηθική στροφή. Πίστευε πως εσωτερική ευσέβεια ήταν ο πυρήνας της αληθινής θρησκείας, και όχι η παραδοχή της πίστεως. Στα πλαίσια αυτά συνδύασε στοιχεία της ουμανιστικής παράδοσης με την απλότητα και την ταπείνωση της devotio moderna, μετριάζοντας τις προμηθεϊκές και πολεμικές τάσεις του ιταλικού ουμανισμού και δίνοντας βάθος στον βόρειο ευσεβισμό. Σε αντίθεση προς τη διαφθορά της υπάρχουσας Εκκλησίας, αναζήτησε μεταρρυθμίσεις που θα έκαναν δυνατό ένα απλό ηθικό Χριστιανισμό χωρίς περιπλοκές από θεολογικές λεπτομέρειες. Γνώριζε από την υπόθεση Reuchlin, πως ο δρόμος αυτός θα τον έφερνε μάλλον σε αντιπαράθεση με τους κληρικούς, σχολαστικούς και μοναχούς. Η προσέγγιση του λοιπόν ήταν έμμεση, βασιζόμενος στην ρητορική και την ειρωνεία, παρά στη διαμάχη, ώστε να προσελκύσει τους άλλους στο δρόμο, μιμούμενος τον Λουκιανό και τον Σωκράτη της «Απολογίας».

Ο Έρασμος δεν πίστευε πως οι πηγές της διαφθοράς στην Εκκλησία οφείλονταν στη διδασκαλία. Ήταν πεπεισμένος, πως η διαταραχή στις ανθρώπινες υποθέσεις οφείλονταν πρωταρχικά στην κατάχρηση της εξουσίας και στο συμφέρον. Η κοσμική εξουσία της Εκκλησίας, ο οικονομικά ελκυστικός χαρακτήρας πολλών από τις πρακτικές της, και η πλατιά διαδεδομένη επίδραση του πλούτου στη διασφάλιση των θέσεων των κληρικών, ήταν περισσότερο συνδεδεμένα με τη διαφθορά της Εκκλησίας και τον επακόλουθο αντί-κληρικαλισμό, παρά με θεολογικές διδασκαλίες. Το γεγονός πως μόνο οι κληρικοί ήταν ικανοί να τελούν τα μυστήρια, τους έδωσε ευκαιρία κατάχρησης. Η πώληση των συγχωροχαρτιών ήταν μόνο ένα παράδειγμα τέτοιων καταχρήσεων, που ήταν διαδεδομένες στην Εκκλησία, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της θητείας των παπών Αλέξανδρου του Στ’ και Κλήμεντος του Ζ’. Η σύγχρονη θρησκευτική πρακτική, όπως έβλεπε το θέμα ο Έρασμος, συνεισέφερε ελάχιστα στο να διορθώσει την δημόσια ηθικότητα και εδραίωνε μάλλον τη διαφθορά. Η μεταρρύθμιση ήταν επειγόντως αναγκαία, και ο Έρασμος θεωρούσε πως μια μεταρρυθμισμένη Εκκλησία έπρεπε να συνδυάζει ευσέβεια και ηθικότητα, προσφέροντας στήριξη για την βασική ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Δεν αποζητούσε επομένως αλλαγές στη διδασκαλία ή τη λειτουργία των θεσμών μέσα στην Εκκλησία, αλλά βελτίωση της ηθικής συμπεριφοράς. Αυτός ήταν ο σκοπός της μεταρρύθμισης στην παιδεία. Πίστευε πως ένα τέτοιο πρόγραμμα θα μπορούσε να έχει επιτυχία, μόνο εάν υπήρχε αρκετός αριθμός κηρύκων εκπαιδευμένων στην φιλοσοφία περί Χριστού, την οποία είχε συλλάβει. Ήταν λοιπόν ύψιστης σημασίας, να έχει θέση μέσα στην Εκκλησία η ουμανιστική εκπαίδευση.

Ενώ ο Έρασμος απέρριπτε τις πιο ηρωικές μορφές ουμανισμού, μερικοί αναρωτήθηκαν, μήπως η έμφαση που έδινε στην ηθική ζωή ως κλειδιού για τη σωτηρία, υπονοούσε πως η Γραφή και η πίστη δεν ήταν απαραίτητες. Στον «Έπαινο του Έρασμου και του Λούθηρου», ο Μελάγχθων το παραδέχτηκε, ισχυριζόμενος πως ο Έρασμος ήταν ηθικός φιλόσοφος, όπως οι αρχαίοι, και όχι αληθινός θεολόγος. Ένα τέτοιο συμπέρασμα βασίστηκε σε μια στενή θεώρηση του Χριστιανισμού. Ο Έρασμος δεν απέρριπτε την ευσέβεια, αλλά ήταν δυσαρεστημένος με την χρήση θρησκευτικών πρακτικών για να καλυφθούν ακραίες μορφές ανηθικότητας. Θεωρούσε πως για την σωτηρία ήταν απαραίτητη τόσο η εσωτερική πίστη, όσο και η ηθική ζωή. Τον ανησυχούσε επίσης, πως αν οι Χριστιανοί πίστευαν ότι η πίστη από μόνη της αρκούσε για να σωθούν, οι άνθρωποι θα προσπαθούσαν να κάνουν το θέλημα του Θεού με ανήθικους τρόπους ή θα δικαιολογούσαν την ανηθικότητα τους με ευσεβείς δεήσεις. Το ηθικό δίδαγμα της ζωής του Χριστού, κατά την άποψη του, τόνιζε τον χριστιανικό πασιφισμό, και όχι τον πολεμοχαρή δογματισμό. Φοβόταν βαθιά πως η διαδικασία της μεταρρύθμισης θα γινόταν βίαιη και καταστροφική, ρίχνοντας τον κόσμο στον πόλεμο. Αντί μιας τέτοιας επαναστατικής αλλαγής, στήριξε τις ελπίδες του σε μια βαθμιαία διαδικασία μεταρρύθμισης μέσω ενός συστήματος παιδείας στα ανθρωπιστικά γράμματα και τη μελέτη της Γραφής, μια διαδικασία που στο μυαλό του κατέληγε σε ένα ηθικιστικό χριστιανικό ουμανισμό, καθαρισμένο από τον ιταλικό παγανισμό.

Όσο δύσκολο και να ήταν το πρόγραμμα αυτό, ο Έρασμος είχε καλούς λόγους να πιστεύει πως αυτός και οι ουμανιστές σύντροφοι του ήταν πολύ κοντά στην επιτυχία. Δεν ήταν μόνο σύμβουλος του αυτοκράτορα, αλλά ένας από τους μαθητές του έγινε πάπας, ο Αδριανός ο Στ’, και ο φίλος του και σύντροφος εν πνεύματι Thomas More, ήταν σύμβουλος τους Ερρίκου του Η’. Δεδομένης της πλατιάς επίδρασης της σκέψης του και της πραγματικής επίδρασης που αυτός και οι σύντροφοι του ασκούσαν στα πολιτικά πράγματα, ο Έρασμος ήταν πεπεισμένος πως ζούσε στην αυγή μιας άλλης χρυσής εποχής. Μέσα σε λίγα χρόνια όμως όλες αυτές οι ελπίδες γκρεμίστηκαν, και το μέλλον φάνταζε έρημο, υποσχόμενο όχι μια εποχή χρυσού, αλλά σιδήρου, όχι μια εποχή ειρήνης και ευημερίας, αλλά πολέμου και καταστροφής, κατά την οποία οι αντιμαχόμενες θρησκευτικές ομάδες πολέμησαν μέχρι θανάτου για διαφορές που αφορούσαν τη διδασκαλία τους. Η πηγή αυτής της αναπάντεχης ανατροπής ήταν φυσικά ο Λούθηρος.

Συνεχίζεται με: Η περί Χριστού φιλοσοφία του Έρασμου

Παύλος Χριστόπουλος - Η έννοια του θανάτου στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (4)

 Συνέχεια από: Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2023

ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘ. ΠΑΥΛΟΣ Πτυχιούχος ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ 

ΘΕΜΑ
«Η έννοια του θανάτου στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ 
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Α. 3. 
Η οντολογία των κτιστών

Α. 3. 1. 
Αίσθηση και νόηση

Εξετάσαμε στις δύο προηγούμενες ενότητες τόσο την οντολογία του Θεού όσο και την σχέση της κίνησης ως αναπόσπαστο κομμάτι των κτιστών όντων. Παράλληλα, καταλήξαμε στο ότι αυτή η κίνηση σχετίζεται με το στόχο των κτιστών προς την ολοκλήρωση της  οντολογίας τους, σχολιάζοντας τις υπό του αγίου Μαξίμου ορθόδοξες θέσεις περί στάσεως των όντων. Επικεντρωνόμενοι στην ανθρώπινη οντολογία, η κίνηση αποτελεί την πτυχή εκείνη της υποστάσεώς του ανθρώπου που καλείται να εκμεταλλευτεί ούτως ώστε να καταλήξει στο Θεό. Η ανάλυση της ανθρώπινης ζωής θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε όλες εκείνες τις διαστάσεις που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μπορεί να επιλέξει είτε την θέωση είτε τον μηδενισμό και κατ’ επέκταση τον θάνατο και την φθορά.[ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ, ΜΕ ΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ, ΤΗΝ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ, ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ Η ΟΠΟΙΑ ΤΟΝ ΑΦΑΝΙΖΕΙ]. Από το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως τοποθετούνται τα θεμέλια για την θεώρηση της οντολογίας του ανθρώπου: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ’ ὁμοίωσιν»174. Με βάση αυτή την παλαιοδιαθηκική παραπομπή προσπάθησαν οι ανατολικοί Πατέρες να ερμηνεύσουν το περί ανθρώπου δόγμα, άλλοτε ταυτίζοντας τους και άλλοτε θεωρώντας τους ως διαφορετικά μεγέθη175. 

Για να μπορέσουμε να αναλύσουμε το χωρίο αυτό, όμως, θα πρέπει πρώτα να τοποθετηθούν τα αισθητά και τα νοητά στην ορθή τους διάκριση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επαναφέρουμε στο προσκήνιο την μοναδική θέση που δέχεται απόλυτα η ορθόδοξη παράδοση σχετικά με την αγεφύρωτη σχέση κτιστού και ακτίστου. Έχοντας πλέον ως δεδομένο τη διάκριση αυτή, μπορούμε να αντιληφθούμε πως στο σχήμα αισθητών και νοητών δε δύναται να παρατηρηθεί αντίθεση, εάν τα εντάξουμε στο πλαίσιο των κτιστών. Δηλαδή έχοντας ως σταθερά πως τόσο αυτά που μπορούμε να δούμε όσο και όσα δεν βλέπουμε είναι δημιουργημένα από το μη όν, δεν θα μπορούσαν εκ φύσεως να χαρακτηριστούν ως ανώτερα ή κατώτερα, καλά ή κακά παρά μόνο εάν παρατηρηθεί η αντίστοιχη κίνηση. [ΚΑΙ Η ΠΝΟΗ ΖΩΗΣ; ΚΤΙΣΤΗ; ΨΥΧΗ ΓΕΝΝΗΤΗ ΑΓΕΝΝΗΤΟΣ, ΝΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΥΝΑΝΙΝ ΑΥΤΗΣ, ΛΕΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ]

Ενώ λοιπόν στην ορθόδοξη πατερική γραμματεία δεν τίθεται κανένα θέμα διαρχίας και αντιθέσεων ανάμεσα στον αισθητό και τον νοητό κόσμο, τόσο η ελληνική φιλοσοφία όσο και η ωριγενικοί κύκλοι ως συνέχεια των πλατωνικών διδαχών, τοποθετούν τα δύο αυτά μεγέθη ιεραρχικά, αν όχι και εχθρικά το ένα έναντι του άλλου. [ΤΑ ΔΙΝΟΥΜΕ ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΟΝΟΔΙΑΣΤΑΤΟ ΑΝΘΡΩΠΟ. Ο ΚΑΘΕΙΣ ΣΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΘΕΜΑ ΠΟΙΟΤΗΤΟΣ]. Συγκεκριμένα, το αισθητό χαρακτηρίζεται ως κάτι βαρύ, δύσκαμπτο και σχετίζεται με την μεταβολή και την φθορά, ενώ το νοητό σαν κάτι ελαφρύ, εύκαμπτο και ανθεκτικό στις αλλαγές της φθοράς.176 Μέσω της διάκρισης αυτής, μοιραία εισήχθη και ο καθορισμός του τί είναι αθάνατο και τί θνητό. Καθότι τα αισθητά μπορούμε να τα δούμε ότι φθείρονται ενώ τα νοητά όχι, το αισθητό ταυτίστηκε με το γήινο, το βαρύ, το υλικό, ενώ το νοητό με το ουράνιο, το ασώματο και αθάνατο177. Για την ελληνική φιλοσοφία η εισαγωγή μιας τέτοιας αντιθετικής σχέσης ανάμεσα στα δύο αυτά στοιχεία είναι απόλυτα λογική και επόμενη επειδή αίσθηση και νόηση είναι αυθύπαρκτες και τελείως διάφορες178.[ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΕ ΑΥΘΥΠΑΡΚΤΗ ΝΟΗΣΗ;]

Η οπτική αυτή των Ελλήνων φιλοσόφων περί αντιμαχόμενων σχημάτων είναι εν πολλοίς αναμενόμενη.[Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΑΛΛΑ ΗΘΕΛΕ ΑΛΛΑ ΕΚΑΝΕ. ΠΡΟΕΚΥΨΕ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΑΝΩΤΕΡΟΣ;] Έτσι, ο χρωματισμός σε καλό και κακό για την νόηση και την αίσθηση αντίστοιχα, αναδεικνύει και τον στόχο του ανθρώπου. Αυτός είναι πολύ απλά η απομάκρυνση κάθε αισθητού στοιχείου και η επιστροφή σε μια πιο ουσιαστική και αρμονική κατάσταση [Η ΓΝΩΜΗ ΑΝΟΗΤΕ ΗΤΑΝ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΒΑΘΜΟΣ ΓΝΩΣΕΩΣ, ΜΑΣ ΠΗΞΑΤΕ ΣΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΙΔΕΩΝ]179. Οποιαδήποτε ομορφιά και αρμονία μπορεί να παρατηρηθεί στον υλικό κόσμο είναι αποτέλεσμα της ζωοποίησης της ύλης από την νοητή κατάσταση. Για τον άγιο Μάξιμο, όμως, ο οποίος είναι γνώστης των παραπάνω θέσεων αλλά και φορέας της αγιογραφικής και αγιοπατερικής παράδοσης, δεν τίθεται κανένα απολύτως θέμα αντιθέσεων ανάμεσα στα δυο προαναφερθέντα μεγέθη. Έχοντας πλήρη γνώση για την διάκριση κτιστού και ακτίστου, αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ αισθητού και νοητού.[Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ ΑΧΡΙΣΤΕ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΤΟ ΝΟΗΤΟ ΚΑΚΟ] Βεβαίως, τα δύο αυτά μεγέθη παρουσιάζουν πολλές διαφορές μεταξύ τους – άλλωστε δεν είναι όμοια στοιχεία – αλλά επικρατεί μια ενότητα και μια διαλεκτική σχέση180. Μια σχέση που ανάλογα την κίνηση που κάνουν τα λογικά όντα, έχει και τις ανάλογες συνέπειες181.

Εξ αιτίας του ότι όλα τα κτιστά έχουν πλήρη εξάρτηση τον Δημιουργό πρέπει να εξετάζονται μέσω του πρίσματος της σχέσης με αυτόν. Άρα, η διαφορά που έχουν αισθητά και νοητά σχετίζεται με την φυσική τους ενέργεια και δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ τους: «Μέσα εἰσί Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων τὰ αἰσθητά καὶ τὰ νοητά• ὦν ὑπεράνω γίνεται χωρῶν πρὸς Θεόν ὁ ἀνθρώπινος νοῦς• τοῖς μὲν αἰσθητοῖς κατὰ τὴν πρᾶξιν μἠ δουλούμενος, τοῖς δὲ νοητοῖς κατὰ τὴν θεωρίαν μηδόλως κρατούμενος»182. Βλέπουμε λοιπόν πως ο άγιος τονίζει αφενός μεν την λειτουργία αίσθησης και νόησης, αλλά παράλληλα θέτει και την εν Θεώ υπέρβαση αυτών ως αποτέλεσμα της μέθεξης κτιστού και ακτίστου.[ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΟΥ ΚΑΝΕΙ ΛΟΓΟ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΗ ΜΕ ΔΙΠΛΩΜΑ. ΤΟ ΘΕΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΠΟΣΕΣ ΤΕΤΟΙΕΣ ΒΟΜΒΕΣ ΑΡΑΓΕ ΞΕΠΛΕΝΟΥΝ ΤΑ ΜΥΑΛΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ;]

Ταυτόχρονα, αυτή η κτιστή πραγματικότητα εξαρτάται από την θεία ενωποιό ενέργεια η οποία συνδέει και συγκρατεί τον κτιστό κόσμο με τον άκτιστο Θεό183. Ουσιαστικά, η κτίση, είτε μιλάμε για αίσθηση είτε για νόηση, όχι μόνο αναφέρεται στον Θεό αλλά και προς αυτόν αποβλέπουν. Όντας κτιστά, αίσθηση και νόηση, μπορούν να τοποθετηθούν θετικά αλλά και εν τέλει να κινηθούν κατά την φύση τους μόνο σε σχέση με τον Θεό, ο οποίος είναι αυτός που συνδέει τη δική του φύση με την δημιουργημένη των κτιστών όντων [Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΑΓΑΘΕ ΕΙΝΑΙ Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ. ΤΙ ΑΝΩΜΑΛΑ  ΣΥΜΛΕΓΜΑΤΑ ΚΤΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΑΚΤΙΣΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΙΩΝΕΣΑΙ;]184. Η κίνηση των όντων σε σχέση με τον σκοπό της δημιουργίας είναι ο παράγοντας που τα χρωματίζει ως θετικά ή αρνητικά. 

Ακριβώς αυτό μπορούμε να κατανοήσουμε και για τα σημεία εκείνα στα οποία ο άγιος υποτιμά την αίσθηση185. Ένας αναγνώστης του αγίου, ο οποίος είτε θα διαβάσει το έργο του έχοντας το φιλοσοφικού περιεχομένου υπόβαθρο για τα αισθητά και τα νοητά, είτε το κάνει αποκομμένο από την όλη συνάφεια του κειμένου αλλά και της θεολογίας του οσίου, είναι βέβαιο πως θα καταλήξει σε λανθασμένα συμπεράσματα.[ΦΩΤΙΣΟΝ ΜΑΣ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ]. Η ενότητα αισθητών και νοητών σε σχέση με την εν Θεώ κίνηση προϋποθέτει την άσκηση των αισθήσεων υπέρ της νοητής ηδύτητος ώστε να προαχθεί ο νους στην πορεία προς τον Θεό. Είναι λανθασμένη η λογική πως η ασκητική παράδοση είναι προϊόν της πτώσης. Ο άνθρωπος εξ αρχής κλήθηκε να ασκήσει την ελευθερία του και να ενωθεί με τον Θεό186.[ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΣΚΕΙ;] 

Η λάθος χρήση, όμως, των ορίων της αίσθησης υποδουλώνει τον άνθρωπο, δεν προάγει τον νου και η σχέση αλληλεξάρτησης και κοινής πορείας νόησης και αίσθησης μετατρέπεται σε αντιμαχόμενο σχήμα: «Διὰ τὶ δὲ νέφος εἶναι καὶ προκάλυμμα τὴν σάρκαν φυσὶν ὁ διδάσκαλος; ὡς εἰδὼς ὄτι πᾶς ἀνθρώπινος νοῦς πλανώμενος, καὶ τῆς κατὰ φύσιν ἀπονεύων κινήσεως, περί πάθος καὶ αἰσθησιν καὶ αἰσθητά ποιεῖται τὴν κίνησιν, ούκ ἔχων ἄλλοθι ποι κινηθῆναι, τῆς πρὸς Θεόν φυσικῶς φερούσης κινήσεως διαμαρτήσας, καὶ διεῖλε τὴν σάρκαν εἰς πάθος καὶ αἰσθησιν, σαρκός γὰρ ἐμψύχου ἀμφότερα διὰ τοῦ νέφους καὶ τοῦ προκαλύμματος ταῦτα δηλώσας»187 και «ἄρθειν τοιγαροῦν νοός ὀφθαλμοῖς ἀπό τῆς ἔξωθεν τῶν ὑλικῶν πλάνης καὶ ταραχῆς»188. 

Αν τα παραπάνω χωρία189 αποκοπούν από την συνάφειά τους ελλοχεύει ο κίνδυνος να ταυτιστούν οι θέσεις του οσίου με αυτές του πλατωνισμού και του ωριγενισμού. Ωστόσο, η διάκριση κτιστού και ακτίστου καθώς και η γνώμη του αγίου για την ορθή χρήση των κτιστών σε σχέση με τον σκοπό του ανθρώπου δεν δίνουν κανένα τέτοιο περιθώριο. Με βάση αυτή τη διαλογική σχέση, η πρόοδος του νου είναι ανέφικτη χωρίς τη συμμετοχή των αισθητών οργάνων. Μεταμορφώνοντας την αίσθηση ώστε αυτή να μην λειτουργεί αυτοτελώς αλλά να συμπορεύεται με τις νοητικές λειτουργίες,[ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΙΣΜΟΣ ΗΔΗ;] ο άνθρωπος μπορεί να κινηθεί ως σύνολο για την επίτευξη του στόχου του που είναι η μέθεξη του με τον Θεό, δηλαδή η ολοκλήρωση στο θείο θέλημα. 

Μόνο έχοντας ως δεδομένα τις διευκρινήσεις αυτές αντιλαμβανόμαστε τον θεολογικό συλλογισμό του αγίου.[ΟΤΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ] Η υποδούλωση στις αισθήσεις σταματά την πραγμάτωση της ενότητας αισθητών και νοητών και κατ’ επέκταση στην πορεία προς τη θέωση. Άρα, αν κάτι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «κακό» είναι αυτή η στασιμότητα και η προσκόλληση στις αισθήσεις οι οποίες δε μπορούν να προάγουν ούτε τον νου190. Κατ’ επέκταση, η ορθή χρήση των αισθήσεων ελευθερώνει τον νου και συνεχίζει την προς τον Θεό πορεία[ Η ΑΣΚΗΣΗ ΛΟΙΠΟΝ]191. Βέβαια, η συγκεκριμένη αναφορά πως το νοητό στοιχείο είναι πηγή προόδου ή στασιμότητας, δε θα πρέπει να μας παρασύρει στην δαιμονοποίηση της ύλης, διότι αυτή η λογική μας γυρνάει σε πλατωνικές ή ωριγενικές αντιλήψεις. Μονάχα η κατεύθυνση της κίνησης του αισθητού και νοητού θα πρέπει να αποτελεί κριτήριο το οποίο εν τέλει χρωματίζει με θετικό ή αρνητικό πρόσημο τον άνθρωπο. 

NO COMMENT. OYTE METANOIA OYTE  ΒΑΣΙΛΕΙΑ, ΟΥΤΕ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ, ΟΥΤΕ ΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΑΠΛΩΣ ΜΕΤΟΧΗ ΜΕ ΤΟ ΑΚΤΙΣΤΟ, Ο ΛΟΓΟΣ ΕΝΩΣΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ ΣΕ ΜΙΑ ΜΕΤΟΧΗ ΜΕ ΤΙΣ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΕΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ. ΚΑΤΑ ΤΑ ΑΛΛΑ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΙ. ΣΚΕΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ.

Σημειώσεις

Ιδού η Θεολογία του Σώματος



Στιχηρόν τῶν Αἴνων τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς - Ἦχος γ'
Στιχ. Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ 

Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός, ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε, τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή, ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα, αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα, τὸ στόμα τὴν ἐν ὄξει κερασθεῖσαν χολὴν τῇ γεύσει, τὰ ὦτα τὰς δυσσεβεῖς βλασφημίας. Ὁ νῶτος τὴν φραγγέλωσιν, καὶ ἡ χεὶρ τὸν κάλαμον, αἱ τοῦ ὅλου σώματος ἐκτάσεις ἐν τῷ σταυρῷ, τὰ ἄρθρα τοὺς ἥλους, καὶ ἡ πλευρὰ τὴν λόγχην. Ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ παθῶν ἐλευθερώσας ἡμᾶς. Ὁ συγκαταβὰς ἡμῖν φιλανθρωπίᾳ, καὶ ἀνυψώσας ἡμᾶς, παντοδύναμε Σωτήρ, ἐλέησον ἡμᾶς.

(24) Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός... - YouTube

Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός, ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε,
τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή,
ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα,
αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα,
τὸ στόμα τὴν ἐν ὄξει κερασθεῖσαν χολὴν τῇ γεύσει,
τὰ ὦτα τὰς δυσσεβεῖς βλασφημίας.
Ὁ νῶτος τὴν φραγγέλωσιν,
καὶ ἡ χεὶρ τὸν κάλαμον,
αἱ τοῦ ὅλου σώματος ἐκτάσεις ἐν τῷ σταυρῷ,
τὰ ἄρθρα τοὺς ἥλους,
καὶ ἡ πλευρὰ τὴν λόγχην.
Ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ παθῶν ἐλευθερώσας ἡμᾶς.
Ὁ συγκαταβὰς ἡμῖν φιλανθρωπίᾳ, καὶ ἀνυψώσας ἡμᾶς,
παντοδύναμε Σωτήρ, ἐλέησον ἡμᾶς.


«Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον γυμνός εἰς κρίσιν ἵστατο καί ἐν σιαγόνι ῥάπισμα ἐδέξατο ὑπό χειρῶν ὧν ἔπλασεν· ὁ δέ παράνομος λαός τῷ σταυρῷ προσήλωσε τόν Κύριον τῆς δόξης· τότε τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη· ὁ ἥλιος ἐσκότασε, μή φέρων θεάσασθαι Θεόν ὑβριζόμενον, ὅν τρέμει τά σύμπαντα. Αὐτόν προσκυνήσωμεν».

«Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τήν γῆν κρεμάσας (τρίς). Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται ὁ περιβάλλων τόν οὐρανόν ἐν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τόν Ἀδάμ. Ἥλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχη ἐκεντήθη ὁ Υἱός τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμέν σου τά πάθη, Χριστέ (τρίς). Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν»






Ἐπὶ ξύλου βλέπουσα κρεμάμενον, Χριστέ, σὲ τὸν πάντων κτίστην καὶ Θεὸν ἡ σὲ ἀσπόρως τεκοῦσα, ἐβόα πικρῶς· Υἱέ μου, ποῦ τὸ κάλλος ἒδυ τῆς μορφῆς σου; οὐ φέρω καθορᾶν σε ἀδίκως σταυρούμενον· σπεῦσον οὖν ἀνάστηθι, ὅπως ἲδω κἀγὼ σοῦ τὴν ἐκ νεκρῶν τριήμερον ἐξανάστασιν.



Το πλοίο του Θησέα – Roberto PECCHIOLI



Η κυρίαρχη ιδεολογία είναι πάντα η ιδεολογία της άρχουσας τάξης. Ο Μαρξ έκανε σωστά πολλές διαγνώσεις, παρανοώντας την πρόγνωση και τη θεραπεία. Σε αυτό το σημείο ο συγγραφέας του Κεφαλαίου δεν έκανε λάθος. Είναι ανώφελο να κοιτάμε το παρόν με τον παραμορφωτικό φακό της θεωρίας συνωμοσίας, να αποδοκιμάζουμε τον «πολιτισμικό μαρξισμό» ως τη μάζα κάθε κακού ή να μετανιώνουμε για τις παλιές καλές μέρες του συντηρητικού φιλελευθερισμού, οξύμωρο για μια ιδεολογία που κάνει τη συνεχή αλλαγή του λόγου της τόν λόγο τής υπάρξεώς της. Ο Joseph Schumpeter μίλησε για δημιουργική καταστροφή, ο John M. Keynes για ζωώδη πνεύματα. Η αλήθεια είναι ότι ο επιτυχημένος παγκοσμιοποιητικός καπιταλισμός διαμορφώνει τον κόσμο σύμφωνα με την εικόνα του και ότι ο ίδιος - γνωρίζοντας τη φυσική αντίθεση των λαών στις συνταγές του - εργάζεται ενεργά για να αλλάξει εμάς, την αμελητέα πλειοψηφία.

Τό δικό του είναι ένα μακροχρόνιο ανθρωπολογικό έργο που οδηγεί στη διαμόρφωση μιας νέας ανθρωπότητας, του τρανς-ανθρώπου. Τρανσεξουαλικό στις ορμές του, διεθνιστή στην κοσμοπολίτικη ένταση του, υπερανθρώπινο στην ουσία, ένα υβρίδιο με τη μηχανή και απομακρυσμένος από τη φυσική του ουσία. Το ερώτημα είναι: ο άνθρωπος της τρίτης δεκαετίας της τρίτης χιλιετίας είναι ακόμα άνθρωπος ή είναι νέο είδος; Είναι το παράδοξο του πλοίου του Θησέα, το μεταφυσικό ερώτημα της εμμονής της αρχικής ταυτότητας μιας οντότητας εντελώς τροποποιημένης στο πέρασμα του χρόνου. Παραμένει το πλάσμα-άνθρωπος ο εαυτός του εάν έχουν αλλάξει όλα τα συστατικά του και ακόμη και ο εγκέφαλος - η έδρα σκέψης και πνεύματος - εμφανίζεται αναδιαμορφωμένος σύμφωνα με μια βούληση που κατέρχεται από ψηλά;

Στο ελληνικό παραμύθι, το πλοίο με το οποίο ταξίδεψε ο Θησέας στην περιπέτεια που τον οδήγησε να αμφισβητήσει και να σκοτώσει τον Μινώταυρο -έναν από τους ιδρυτικούς μύθους της Δύσης- είχε παραμείνει ανέπαφο με τα χρόνια, παρά το γεγονός ότι καθένα από τα συστατικά του είχε αντικατασταθεί με την πάροδο του χρόνου, από την καρίνα μέχρι τα κουπιά και τα πανιά. Ήρθε μια στιγμή που όλα τα αρχικά εξαρτήματα είχαν αντικατασταθεί, αν και το πλοίο διατήρησε την αρχική του εμφάνιση. Είχε ξανακατασκευαστεί εντελώς, αλλά την ίδια στιγμή παρέμενε το ίδιο, ήταν ακόμα το πλοίο του Θησέα. Το μεταφυσικό ερώτημα είναι: έχει διατηρήσει η ανθρωπότητα την ουσία της ή όχι; Δηλαδή, η οντότητα πού είναι τροποποιημένη ως προς την ουσία αλλά χωρίς εμφανείς διαφοροποιήσεις στη μορφή εξακολουθεί να είναι η ίδια;

Συνεχίζουμε να έχουμε δύο πόδια, δύο χέρια, δύο μάτια και ένα κεφάλι, αλλά είμαστε ακόμα οι ίδιοι;
Το ερώτημα έχει γίνει επείγον από την άνοιξη του 2020, τη σκοτεινή αυγή της επιδημίας, αλλά αιωρείται στον αέρα εδώ και τριάντα χρόνια, από τον εποχικό θρίαμβο της αγοράς. Οι σκέψεις μας στρέφονται σε ένα από τα πιο σημαντικά εικαστικά έργα του περασμένου αιώνα, την επιμονή της μνήμης του Salvador Dalì, τον πίνακα των μαλακών ρολογιών. Η ζωγραφιά απεικονίζει μια έρημο που κυριαρχείται από την παρουσία κάποιων ρολογιών με σχεδόν ρευστή σύσταση, που καθώς λιώνουν παίρνουν το σχήμα των στηρίξεών τους. Η αναπαράσταση της ελαστικότητας του χρόνου ήταν πάντα υπογραμμισμένη, αλλά η δεύτερη έννοια, το εύρος της αλλαγής, δεν έχει διερευνηθεί αρκετά. Τα ρολόγια του Dalì, που έχουν γίνει σχεδόν υγρά, σημαδεύουν το καθένα διαφορετική ώρα, αλλά εξακολουθούν να είναι όργανα ικανά να σημειώσουν την ώρα; Είναι ο homo sapiens sapiens ο ίδιος με το «πριν» ή έχει υγροποιηθεί λόγω της δράσης της κοινωνικής μηχανικής;

Η απάντηση -ίσως- βρίσκεται σε μια διαίσθηση του Αντόνιο Γκράμσι, στην έννοια της «παθητικής επανάστασης», τη σημαντική αλλά όχι άμεση αλλαγή ενός πολιτικού, κοινωνικού και υπαρξιακού συστήματος. Για τον στοχαστή της Σαρδηνίας, ο μετασχηματισμός πραγματοποιείται από την άρχουσα τάξη προκειμένου να αποτραπεί μια επαναστατική διαδικασία από τα κάτω που θα αμφισβητούσε την κυριαρχία της. Η επανάσταση είναι παθητική με την έννοια ότι υποβάλλεται, αφού η πρωτοβουλία βρίσκεται στα χέρια της εξουσίας. Περιστασιακά συμβαίνουν βίαιες ταραχές, καθοριστικές στιγμές της αποτυπωμένης μεταμόρφωσης. Τα τελευταία τριάντα χρόνια, με τή σειρά, η κατάρρευση του σοβιετικού κομμουνισμού, η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, η οικονομική κρίση του 2007-2008 και από το 2020 η πανδημία στην οποία βυθιζόμαστε ακόμα. Όλες οι αλλαγές που έχουν σημαδέψει τά διάφορα στάδια μιας βαθιάς μεταμόρφωσης του ανθρώπου, η οποία συνέβη πριν προκληθεί μια αντίδραση, μια εξέγερση ενάντια στη φιλελεύθερη δυστοπία, στο όνομα των κοινωνικών, ηθικών, ανθρωπολογικών πληγών που προκλήθηκαν σε λαούς, ανθρώπους, γενιές.

Το υψηλότερο επίπεδο εξουσίας τρέχει πάντα ένα βήμα μπροστά από την υπόλοιπη ανθρωπότητα και ξέρει πώς να αρπάζει τις ευκαιρίες ακόμα και σε τραγωδίες. Η πανδημία είναι το πιο σημαντικό παράδειγμα. Σε δύο χρόνια το πλοίο του Θησέα αποσυναρμολογήθηκε κομμάτι-κομμάτι με αυξανόμενη ταχύτητα και το πιο εκπληκτικό αποτέλεσμα δεν είναι η ίδια η αλλαγή, όσο τεράστια κι αν είναι, αλλά το γεγονός ότι έγινε αποδεκτή χωρίς αντίδραση, δεν έγινε αντιληπτή στην εξαιρετική επέκτασή της και συνοδεύτηκε από μια συναίνεση που οι ολιγαρχίες είχαν σε μεγάλο βαθμό χάσει. Για το λόγο αυτό, το ερώτημα που θέτουμε αφορά την ταυτότητά μας, προσωπική, ατομική και συλλογική. Είμαστε ακόμα οι άνθρωποι του «πριν» ή η αλλαγή μας έκανε «άλλους από τους εαυτούς μας»; Η ερώτηση δεν είναι αδρανής ή αφηρημένη, αφού από την απάντηση εξαρτάται η πιθανότητα αντίδρασης. Η πιθανότητα αντίδρασης, όχι η αντίδραση. Στην πραγματικότητα, η αμφιβολία είναι ότι -κοιτάζοντας στον καθρέφτη- έχουμε γίνει αναίσθητοι σε αυτό που βλέπουμε, ότι δεν έχει πια σημασία αν είμαστε ακόμα «εμείς». Η διαδικασία της μετάλλαξης έχει διεισδύσει στα βάθη του Εαυτού μας με μια τρομακτική επιτάχυνση.

Το πλοίο του Θησέα έχει αλλάξει εκ των έσω, ξεκινώντας από τη μείωση των συγκεκριμένων ελευθεριών και το άδειασμα της δημοκρατίας, του μεγαλύτερου τοτέμ της εποχής μας. Ακόμη και οι στατιστικές το παρατηρούν. Το εβδομαδιαίο περιοδικό The Economist επεξεργάζεται το Democracy Index (Δείκτη Δημοκρατίας): σύμφωνα με τις παραμέτρους του ζωντανού ευαγγελίου της φιλελεύθερης οικονομίας, μόνο το 8,4 τοις εκατό των κατοίκων του πλανήτη ζει σε πλήρη δημοκρατία, δηλαδή σε ένα καθεστώς που σέβεται τις πολιτικές και πολιτιστικές ελευθερίες, στο οποίο υπάρχουν ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, ένα σύστημα ελέγχων και ισορροπιών. Ο δείκτης μειώνεται σταθερά εδώ και δεκαπέντε χρόνια. Ποιος ξέρει γιατί δεν μας εκπλήσσει καθόλου. Θα ήταν ενδιαφέρον να αξιολογήσουμε με τα κριτήρια του Economist τα ιταλικά μέτρα κατά της επιδημίας, την υποχρεωτική πράσινη κάρτα, το βροντερό χειροκρότημα των δημοσιογράφων κατά την εμφάνιση του Ντράγκι -του ανθρώπου της πρόνοιας- στη χριστουγεννιάτικη συνέντευξη Τύπου.

Από την άλλη πλευρά, τι είδους δημοκρατία μπορεί να υπάρξει (ανεξάρτητα από την αρχή της κρίσης) σε μια κοινωνία της αγοράς στην οποία ο καταναλωτής έχει αντικαταστήσει τον πολίτη; Ολόκληρη η πλώρη του πλοίου του Θησέα έχει αντικατασταθεί με γοργούς ρυθμούς τα τελευταία δύο χρόνια: όχι πια ελευθερία κινήσεων, υποχρεώσεις κάθε είδους, αφόρητοι περιορισμοί ελευθερίας, ό,τι απέμεινε από την κοινότητα και η αλληλεγγύη ακυρώθηκαν στο όνομα της κοινωνικής αποστασιοποίησης και της γυμνής οργανικής, βιολογικής ζωής. Και μετά ο εγκλεισμός, η δημιουργία του εχθρού στο πρόσωπο του περιβόητου «no vax», που είναι αυτός που θέτει τα ερωτήματα τά οποία η φιλελεύθερη δημοκρατία θεωρούσε αναπόδραστα. Επίσης, το ιδεολογικό οπλοστάσιο της Μεγάλης Επαναφοράς, ο κλιματικός οικολογισμός, η απόλυτη, βιοκρατική επιτήρηση, η ψηφιοποίηση όλης της ζωής, η άρνηση της φύσης, η απαγόρευση των συγκεντρώσεων μεταμφιεσμένη ως εμμονή ασφαλείας κατά της συνάθροισης. Το πλοίο μοιάζει απόκοσμα με τον Τιτανικό.

Η σπείρα της αλλαγής, από μια παθητική επανάσταση με την έννοια του Γκράμσι, έχει μετατραπεί σε μια σκληρή καταστροφή των χώρων της κοινότητας, της συζήτησης και της ελευθερίας, μια σπείρα που δεν μπορεί να γίνει κατανοητή με τα πνευματικά εργαλεία του φθίνοντος «κράτος δικαίου». Ο μόνος ορισμός της δημοκρατίας που μας ικανοποιεί είναι αυτός του Arthur Moeller Van den Bruck: η συμμετοχή ενός λαού στη μοίρα του (στο πεπρωμένο του). Τρεις άκρως συμβολικές λέξεις, συμμετοχή, πεπρωμένο, λαός. Οι έννοιές τους μοιάζουν διαλυμένες: η συμμετοχή όχι μόνο αποθαρρύνεται, αλλά και απαγορεύεται. Κάποιος αποφασίζει, από πάνω, αναμφισβήτητα, με τη βοήθεια των «ειδικών». Τι άνθρωποι μπορούν να υπάρξουν χωρίς ίχνος κοινού σχεδίου, μιας πόλης στήν οποία μπορούν να συγκεντρωθούν, να συζητήσουν και να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλον; Όσο για τη μοίρα, μετράει μόνο το ατομικό πεπρωμένο, διακεκομμένο από τον ρυθμό των εμβολιασμών που δεν εξασφαλίζουν ανοσία ούτε καν ζωή - ούτε καν το εμβόλιο δεν είναι τέτοιο. Η εξαπάτηση είναι κολοσσιαία, αλλά στην κατάσταση της αναστολής ζωής η απόλυτη πλειοψηφία είναι με την εξουσία, υποστηρίζει κάθε νέο περιορισμό της ελευθερίας με το ίδιο χειροκρότημα με τα δουλοπρεπή ΜΜΕ.

Όταν υπάρχει υγεία, όλα είναι εκεί, υπάρχουν τα πάντα, λένε. Και εν τω μεταξύ αποτυγχάνουν στήν πρόθεσή τους, παρά τη Θεά Επιστήμη, παρά τον τεράστιο μηχανισμό χειραγώγησης, παρά μια άνευ προηγουμένου επίθεση στη λογική μας. Τι γίνεται με το γεγονός ότι, έχοντας μπει σε ένα λεωφορείο ή τρένο, δεχόμαστε επίθεση από έναν συνεχή ακουστικό βομβαρδισμό που βασίζεται στις «σωστά φορεμένες» μάσκες, στις εντολές αποστασιοποίησης, στις απειλές κυρώσεων; Για κάποιους -την κακιά, επαναστατική, ενοχλητική μειοψηφία- είναι βασανιστήριο, για πολλούς είναι επιβεβαίωση/καθησυχασμός, απόδειξη ότι μια καλοπροαίρετη δύναμη μας παρακολουθεί. Ας μην μιλήσουμε για την τηλεόραση, όπου οι πιο ουδέτερες εκπομπές είναι τηλεαγορές, ενώ η διαφήμιση –που έχει γίνει εδώ και καιρό πολιτικά, φυλετικά και σεξουαλικά ορθή– αρχίζει να δείχνει τον κόσμο μασκαρεμένο, τον χαρούμενο καταναλωτή με ένα αόρατο πρόσωπο. Ο σκλάβος καλείται να μην δει τις αλυσίδες, αντίθετα να τις αγαπήσει σεβόμενος την εμμονή με την ασφάλεια που γκρέμισε την ελευθερία. «Οι αλυσίδες σου είναι φτιαγμένες από λουλούδια» ήταν μια διάσημη άρια από μια οπερέτα, το Chinchilla… Είναι εκπληκτικό που το πιστεύουμε.

Σε έναν σκοτεινό και δραματικό πίνακα, ο Dos forasteros, γνωστός ως Duello rusticano (αλλά το πρωτότυπο, δύο ξένοι, δύο ξένοι είναι πολύ πιο οδυνηρό) ο Francisco Goya αναπαριστά μια θανατηφόρα μονομαχία ανάμεσα σε δύο φτωχές ψυχές που ήδη αιμορραγούν στο άνυδρο σκηνικό μιας σιέρρας, ένα μέρος που παραπέμπει σε φυλακή και πεπρωμένο. Οι δυο τους τσακώνονται άγρια ​​με τυφλή μανία. Ο καλλιτέχνης ξεκαθαρίζει ότι παλεύουν για το τίποτα και ότι χάνουν την ανθρωπιά τους. Είναι η μεγαλύτερη νίκη της εξουσίας όλων των εποχών: διχάζοντας αυτούς που έχουν ήδη ηττηθεί, κάνοντάς μας αμοιβαία εχθρικούς. Τα κίνητρα αλλάζουν, όχι η παράλογη υστερία κατά του σημερινού εχθρού. Τα χειρότερα ένστικτα των ανθρώπων βγαίνουν στην επιφάνεια με τη θέληση των εξουσιαστών. Αν πρόκειται για πρόβα τζενεράλε ολοκληρωτισμού, το πείραμα πετυχαίνει πέρα ​​από τις πιο τρελές προσδοκίες των χειριστών. Μια ομάδα ανθρώπινων όντων –  είναι η σειρά των no-vaxes, ένα χλευαστικό, λανθασμένο, απλουστευτικό όνομα αλλά ακριβώς για αυτόν τον λόγο αποτελεσματικό – εκτίθεται στο μίσος, την απέχθεια, τη δαιμονοποίηση και η καταπίεσή του μεταδίδεται ως αστικό καθήκον από την πολιτική, τα μέσα ενημέρωσης, την οικονομία, ακόμη και από την εκκλησία. Η πλειοψηφία εγκρίνει υστερικά. Άλλαξαν την ανθρωπιά μας: το πλοίο δεν ανήκει πλέον στον Θησέα. Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε, μπροστά στην τηλεόραση, αν η ταινία που παρακολουθούμε, που χρονολογείται πριν από δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια, αντανακλά τις ιδέες, τους τρόπους να λέμε και να είμαστε του παρόντος και πάνω απ' όλα αν θα μπορούσε ακόμα να παραχθεί χωρίς να υποστεί την αστυνομία της σκέψης,  δηλαδή την απαγόρευση για φυλετικούς λόγους, της γλώσσας, για ένα «σεξιστικό» αστείο, για έναν πολιτικά λανθασμένο υπαινιγμό σε μια από τις προστατευόμενες και μοχθηρές κοινότητες, γιατί, φρίκη, μιλάει για οικογένεια ή μια κανονική ζωή. Δεν παρατηρούμε πλέον τίποτα λόγω υπερφόρτωσης, γιατί η χειραγώγηση έχει φτάσει σε κορυφές τελειότητας, λόγω κυρίαρχης αδιακρισίας/αδιαφορίας (in-difference: τίποτα δεν είναι διακριτό). Τα πιστεύουμε όλα από αδιαφορία και όχι από άγνοια. Ίσως μια αλλαγή παραδείγματος νά συνεπάγεται και την αποκατάσταση του εγκλήματος της κατάχρησης της λαϊκής ευπιστίας. Ο νέος διαχωρισμός γίνεται μεταξύ εκείνων που συναινούν και εκείνων που "δεν το χάβουν" (àpoti του Giuseppe Prezzolini) και συνεχίζουν να θέτουν ερωτήματα, να ασκούν κρίση, να χρησιμοποιούν το μυαλό τους. Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ο αυξανόμενος εφησυχασμός της πλειοψηφίας που συντάσσεται με τους ισχυρότερους, αρκούμενη στο να βλέπει τους "άλλους", τους στασιαστές, να υφίστανται διακρίσεις και να τιμωρούνται. Δεν έχει σημασία το περιεχόμενο του τι πιστεύεις, σημασία έχει να έχεις την αποφασιστικότητα να υπερασπιστείς αρχές και πεποιθήσεις, τη θέληση να ακολουθείς την εσωτερική σου πυξίδα.Το να αποδεχτείς ότι είσαι αποκλεισμένος είναι δύσκολο, αλλά είναι ο μόνος τρόπος να δεις με τα μάτια σου, να συνειδητοποιήσεις ότι το τοπίο έχει αλλάξει σε βάθος, ότι το πλοίο δεν είναι του Θησέα, είναι άλλο, για το οποίο είμαστε ξένοι, περιστασιακοί επιβάτες  και πληρώνουμε. Είναι η εποχή των τελευταίων ανδρών με διπλή έννοια. Τελευταίοι καθώς μια χούφτα εγκληματιών προέβλεψε ένα υπερανθρώπινο μέλλον, ως ζώα και παραφυάδες της τεχνολογίας. Τελευταίοι γιατί είναι ανάξιοι της θεϊκής σπίθας, ένα αδιευκρίνιστο πλήθος στην αστική κυψέλη, που δεν μπορεί να αντιληφθεί την απώλεια της ταυτότητας, μια μάζα που βλέπει άσπρο και λέει μαύρο αν αυτό είναι το θέλημα του δαμαστή. Εκείνοι για τους οποίους το πλοίο του Θησέα ή οποιουδήποτε άλλου είναι αδιάφορο, που δεν θα ξεκινούσαν ποτέ το ταξίδι του ήρωα – πολύς κίνδυνος, ποιος τους κάνει να το κάνουν; – είναι οι τελευταίοι άνδρες του Ζαρατούστρα. "Αλίμονο! ήρθε η ώρα για τον πιο απεχθή από τους ανθρώπους που δεν ξέρει πια πώς να περιφρονεί τον εαυτό του. Ιδού! Σου δείχνω τον τελευταίο άντρα. Τι είναι η αγάπη; Τι είναι η δημιουργία; Τι είναι η Νοσταλγία; Τι είναι το άστρο; – έτσι ρωτάει ο τελευταίος άνθρωπος με ένα κλείσιμο του ματιού. Η γη τότε θα έχει γίνει μικρή, ασήμαντη και ο τελευταίος άνθρωπος που θα κάνει τα πάντα μικρότερα θα πηδήξει πάνω της. Η φυλή του είναι άφθαρτη όπως αυτή του ψύλλου - ο τελευταίος άνθρωπος ζει περισσότερο από όλους. Επινοήσαμε την ευτυχία – λένε οι τελευταίοι και κλείνουν το μάτι". Ένα εξημερωμένο κοπάδι: λέτε νά είναι σωστός αυτός πού μας αλυσοδένει και αξίζουμε τη μοίρα μας;

Το πλοίο του Θησέα – Roberto PECCHIOLI – Αιρετικό μυαλό (www-ereticamente-net.translate.goog)

ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΟΤΙ Ο ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑΣ ΚΑΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ, Ο ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΑΝΙΚΑΝΟΣ, Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΟΣ. ΟΤΙ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΕΜΠΝΕΕΙ ΚΑΙ Η ΔΙΑΝΟΗΣΗ ΑΣΚΕΙ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ. ΔΕΝ ΜΑΣ ΤΑΡΑΞΕ Ο ΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΟΣ ΟΥΤΕ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ.

ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ ΣΩΣΤΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ. ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ ΟΠΟΥ Ο ΘΕΟΣ ΕΒΑΖΕ ΓΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΤΑΙΡΙΑΖΑΝ ΣΤΟΝ ΛΑΟ, ΤΟΥΣ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΥΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΞΥΠΝΗΣΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΟΙ ΤΟΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. ΣΗΜΕΡΑ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΠΙΛΕΓΕΙ ΤΟΥΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥΣ ΥΠΗΡΕΤΕΣ ΤΟΥ. ΤΟΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟ, ΤΟΝ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ ΤΟΝ ΤΣΙΠΡΑ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ.