Παρασκευή 30 Μαΐου 2008

Μηδένα προ του τέλους μακάριζε

ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

(από το βιβλίο ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΕΤΑΙ, Εκδ. αμέθυστος, σελ. 99)

Η τύχη λοιπόν μας χαμογέλασε και ο κ. Ζηζιούλας πα­ρουσιάζεται στην Ακαδημία του Βόλου, στις 23 Φεβρου­αρίου 2008, μαζί με συνεργάτη του κληρικό της Ρωμαιο­καθολικής Εκκλησίας, γαλλικής καταγωγής. Ο κληρικός μάς εξηγεί πώς και γιατί η θεολογία των Ρώσων θεολόγων υιοθετείται σαν επίσημη θεολογία αυτής της Εκκλησίας. Εξελίσ­σεται δε σήμερα με την βοήθεια του κ. Ζηζιούλα σε Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία και προχωρά προς την ένωση των Εκκλησιών, κάτω από το πρωτείο του πάπα. Ακολουθεί διάλογος όπου ο κ. Ζηζιούλας, ερωτώμενος για το Μυστή­ριο της Ιεραρχίας, στο οποίο τόσο εμμένει, περνά με σχετική ευκολία από το “πρόσωπο στο προσωπείο”. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Κύριος είναι δεύτερος Θεός. Το επιβάλλει η Αιτία της Θεό­τητος, ο Πατήρ. Ας ακούσουμε τους θεόπνευστους λόγους: «Ο πρώτος πηγάζει μέσα από την Ευχαριστία, επει­δή η Ευχαριστία έχει έναν προεστό, έναν πρώτο. Ο πρώτος λοιπόν αυτομάτως γεννά την Ιεραρχία. Οντολογικά η Ιεραρχία υπάρχει και στην Αγία Τριάδα. Η πηγή, η Αρχή, είναι ο Πατήρ, από ’κεί πηγάζουν τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Στην Αγία Τριάδα λοιπόν έχουμε μια διαβάθμιση, δεν έχουμε αυτόματη συνύπαρξη, αλλά έχουμε ύπαρξη η οποία μεταφέρεται από τον έναν στον άλλον. Εάν βάλουμε τα πρόσωπα να εμφανίζονται έτσι ταυτόχρονα, τότε καταρ­γούμε την έννοια της αιτιότητος. Η αιτιότητα δεν είναι κάτι που μπορούμε να παραβλέψουμε. Η αιτιότητα είναι βασικό στοιχείο της Ετερότητος. Η Ετερότητα στην Αγία Τριάδα δεν αναδύεται έτσι φυσικά, αυτομάτως. Υπάρχει ένα πρόσωπο, πρέπει να προέρχεται ελεύθερα. Από τη στιγμή όμως που εισάγουμε αυτό το πρόσωπο, αυτή την αιτιότητα, εισάγουμε Ιεραρχία [δικό μας σχόλιο-παραπομπή Γρ. Θεολόγος: Το αίτιον δεν είναι αρχαιότερον από εκείνα των οποίων είναι αίτιον. Διότι ούτε ο ήλιος είναι αρχαιότερος από το Φως]. Ο Υιός είναι εκ του Πατρός και δεν μπο­ρούμε να βάζουμε τον Υιό πάνω από τον Πατέρα ή δίπλα – δίπλα, Ίσον με τον Πατέρα. Εάν μέσα στην Αγία Τριάδα, στο γνησιότερο Είναι που υπάρχει, που είναι ο Θεός [Ακινάτης: Summum Bonnum, μεγάλος οικουμενικός δάσκαλος του κ. Ζηζιούλα], υπάρ­χει Ιεραρ­χία, πώς είναι δυνατόν η Εκκλησία που εικονίζει την Αγία Τριάδα να μην έχει Ιεραρχία; Να μην αντανακλά την Ιεραρχία της Θεότητος; Εάν η Εκκλησία εγκαταλείψει αυτόν τον τρόπο υπάρξεως, που είναι προσωπική αιτιότητα, τότε θα έχουμε φοβερές υπαρξιακές συνέπειες [μπορεί να μην φτά­σουμε ούτε μέχρι τα έσχατα]. Για να τελειώνουμε, ακόμη και μέσα στο σώμα των Αποστόλων έχουμε τον Πέτρο, ο οποίος οπωσδήποτε ξεχωρίζει από τους άλλους [είναι πιο ψηλός]. Το μόνο που μπορεί να μας απασχολεί πια, είναι τί είδους Ιεραρχία θα έχουμε. Εάν η Ιεραρχία θα είναι διακονία ή καταπίεση [διακονία από όλους μας του πρώτου ή καταπίεση από τον πρώτο όλων μας]. Το κεφάλι δεν μπορεί να μην έχει προτεραιότητα έναντι του ποδιού. Δεν είμαστε αυθύπαρκτοι. Η Ιεραρχία είναι μέσα στην υπαρξιακή εμπειρία. Διότι ο καθέ­νας μας προέρχεται από κάποιον άλλον. Επειδή ο Επίσκοπος έχει την ιδιότητα του πατέρα μέσα στην Εκκλησία, γι’ αυτό κάθεται εις τύπον και τόπον του ΠΑΤΡΟΣ. Εάν στην ύπαρξή μας καταργήσουμε την Ιεραρχία, καταργούμε την προσωπική ετερότητα. Θεω­ρούμε τον εαυτό μας αυθύπαρκτο.» Αυτός είναι ο θεόπνευ­στος λόγος, η νέα – πεντηκοστή. Τί να πούμε; Εμείς περισ­σεύουμε! Κάθε κοινωνία έχει και τον μεγαλύτερο Θεολόγο που της αξίζει! Ένας πολύ – πολύ καθυστερημένος μαθητής του Ακινάτη! Δεν είναι τυχαίο που είναι σήμερα ο επίσημος θεολόγος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Νά τί λένε όμως οι μεγάλοι αναλυτές του θεολογικού συ­στήματος του Ακινάτη: «Πώς έγινε δυνατό και η έννοια της αναλογίας που δεν εμπεριείχε καμμία Ιεραρχία στον Αρι­στοτέλη, καμμία Ιεραρχημένη τάξη ανάμεσα στα αναλο­γούντα, από κάποια στιγμή κι έπειτα άρχισε να περιλαμβά­νει περιπτώσεις Ιεραρχίας, της τάξεως per prius et posterius, όπως συμβαίνει ξεκάθαρα στην αναλογία των ιδιοτήτων; Πρόκειται για μια πρόσθεση της Νεοπλατωνικής έννοιας της πραγματικότητος, σαν βαθμιαίας μείωσης, ελάττωσης, στην έννοια της Αριστοτελικής αναλογίας.»

Γιατί δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε από την πονηρή ορολο­γία! Η Εκκλησία εικονίζει την Αγία Τριάδα, τάχα μου. Με τις λέξεις περιγράφεται η αναλογία του Ακινάτη, και το πρωτείο του πάπα θεμελιώνεται οντολογικά για πάντα στον ορισμό του Θεού σαν l’ esse ipsum subsistens. Το “Εγώ ειμι ο ων”, της ΕΞΟΔΟΥ. Σαν να μην υπήρξε ποτέ η Ενσάρκω­ση, η Εκκλησία! Η Καινή Διαθήκη. Λες και μετά την ΕΞΟ­ΔΟ οι άνθρωποι δημιούργησαν αμέσως την Εκκλησία. Απί­στευτα θεολογικά πράγματα!

Δυστυχώς για όλους μας, αυτή η γλωσσολαλία του κ. Ζη­ζιούλα ήταν μόνον η αρχή. Ακολούθησε η έκρηξη του Γάλ­λου κληρικού. Η Φημισμένη Καθολική πολεμική Θεολο­γική μηχανή εν δράσει! Χάριν της ειρήνης του σύμπαντος κό­σμου πρέπει να ξαναγράψουμε μαζί με τους Ρωμαιοκαθολι­κούς την Ιστορία των Σταυροφοριών και της λεηλασίας της Πόλης για να μην διαιωνίζεται το μίσος στις γενιές των ανθρώπων. Για την ειρήνη ρε γαμώτο! Εμείς οι Ορθόδοξοι φταίμε για τους Μωαμεθανούς, καθότι προχωρήσαμε στο σχίσμα με τους Μονοφυσίτες, που επηρέασε τη γέννηση του Μωαμεθανισμού. Αν δεν είχαμε φερθεί τόσο ανιστορικά τότε, ίσως σήμερα δεν θα υποφέραμε από την τρομοκρατία. Πρέπει να ομολογήσουμε τα λάθη μας, μαζί με τις υπόλοι­πες ομολογίες, και να στεγαστούμε γρήγορα κάτω από το πρωτείο του πάπα! Ίσως δε, να ήταν καλύτερα για όλους μας να ξαναδούμε την Αγιοποίηση του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ο οποίος, όπως δείχνει πλέον ξεκάθαρα η Ιστορία, είναι ο βασικός υπεύθυνος της τρομοκρατίας.

Νομίζω πως μετά τις αποκαλύψεις που δεχτήκαμε πρέπει να ξαναδούμε ορισμένα πράγματα, για να μην χάσουμε το μυαλό μας, όχι την πίστη μας. Γι’ αυτή φροντίζουν οι καλοί Επίσκοποι. Ας δούμε κατεπειγόντως τί σημαίνει η “Εκκλη­σία σώμα του ζώντος Χριστού”, γιατί ο κ. Ζηζιούλας μάς πότισε φαρμάκι μ’ αυτό το πρωτείο της κεφαλής έναντι των ποδιών. Άγιος Συμεών ο Ν. Θεολόγος: «Θα σας φανερώσω τώρα, όσο είναι δυνατόν, και με ποιον τρόπο ενώνονται με τον Χριστό όλοι οι Άγιοι και γίνονται ένα με αυτόν. Όλοι οι Άγιοι είναι κατά αλήθειαν μέλη Χριστού του Θεού, και ως μέλη πρέπει να είναι κολλημένοι με αυτόν και ενωμένοι με το σώμα του Χριστού, δια να είναι ο Χριστός κεφαλή, και όλοι οι Άγιοι ένας άνθρωπος. Και άλλοι από αυτούς απο­πληρούσι τάξιν χειρών εργαζόμενοι έως άρτι και κάνοντας το πανάγιόν του Θέλημα αναπλάττοντες εξ’ αναξίων αξίους και φέροντες αυτούς πάλιν εις αυτόν. άλλοι δε είναι εις τάξιν ώμων του σώματος του Χριστού, και βαστάζουν ο ένας του άλλου τα βάρη ή σηκώνουν επάνω τους το χαμένο πρόβατο όταν βρεθεί, το οποίον περιτριγύριζε εδώ κι εκεί, εις όρη και βουνά και σε τόπους που δεν τους επισκέπτεται ο Κύριος, και με τούτον τον τρόπον εκπληρώνουν τον νόμον του Χρι­στού. και άλλοι είναι εις τάξιν στήθους και αναβρύουν εις τους διψώντας και πεινώντας την δικαιοσύνην του Θεού, το καθαρώτατον ύδωρ του λόγου της απορρήτου σοφίας και γνώσεως, ήγουν τους διδάσκουν τον λόγον του Θεού και τους δίδουν τον άρτον τον νοητόν που τρώγουν οι Άγιοι οι Αγγέλοι, δηλ. την Θεολογία, καθώς είναι επιστήθιοι και αγαπημένοι του. και άλλοι είναι εις τόπον κοιλίας και βά­ζουν μέσα εις τον κόλπον τους όλους τους ανθρώπους δια της αγάπης και δέχονται μέσα στα σπλάχνα τους πνεύμα σωτηρίας και έχουν διάθεσιν χωρητικήν των απορρήτων και κεκρυμμένων μυστηρίων αυτού. άλλοι είναι ωσάν μηρία και έχουν μέσα εις τον εαυτόν τους το γεννητικόν των θείων νοημάτων της μυστικής θεολογίας και γεννούν πάνω στη γη πνεύμα σωτηρίας δηλ. τον καρπόν του Αγίου Πνεύματος και σπέρνουν τον σπόρο της ευσεβείας εις τας καρδίας των αν­θρώπων με τον λόγον της διδασκαλίας των. και άλλοι είναι ωσάν σκέλη και πόδια και δείχνουν ανδρείαν και υπομονήν εις τους πειρασμούς, σαν τον Ιώβ, και δεν σαλεύουν τελείως από την στάσιν που έχουν στα καλά, ούτε αποκάμουν αλλά βαστάζουν τα βάρη των χαρισμάτων αυτών, δηλ. των πει­ρασμών. Και τοιουτοτρόπως συναρμόζεται το σώμα της Εκκλησίας του Χριστού με τους απ’ αιώνος Αγίους του.»

Ο μεγαλύτερος σημερινός Θεολόγος μάλλον μελετά Ανα­τομία παρά τις Γραφές του Κυρίου, διαφορετικά δεν μπορεί να εξηγηθεί η απόλυτη κενότητα της υποτιθέμενης Θεολο­γίας του.

Ας δούμε όμως και μία θεολογική ερμηνεία της κινήσεως της Αγίας Τριάδος, την οποία ερμηνεύει Ιεραρχικά ο μεγα­λύτερος Θεολόγος, Άγιος Μάξιμος ομολογητής, ambigua, 23: «Πώς εξηγείται το γραφέν υπό Γρηγορίου; Διά τούτο μονάς απ’ αρχής εις δυάδα κινηθείσα μέχρι Τριάδος έστη!; Κινείται (απαντά ο Άγιος Μάξιμος) μέσα στον Νου που είναι άξιος να την κατανοήσει, ο οποίος μέσω της Μονάδος και μέσα στην Μονάδα ολοκληρώνει κάθε έρευνα του σ’ αυτή ή για να το πούμε διαφορετικά, ολόκληρη η Μονάς αχώριστη διδάσκει και φανερώνει στον Νου, στην πρώτη του επαφή μαζί Της, την αλήθεια γύρω από την Μονάδα, έτσι ώστε να μην εισαχθεί χωρισμός στην πρώτη Αιτία. Μετά όμως προχωρά στην φανέρωση της θείας και απόρρη­της Θεογονίας αυτής της πρώτης Αιτίας, αποκαλύπτοντας του Μυστικά και κρυφά ότι δεν πρέπει να σκεφτεί ποτέ πως αυτό το Υπερού­σιο Αγαθό μπορεί να είναι άγονο, στείρο Λόγου και Σοφίας ή Αγιαστικής Δυνάμεως, ομοουσίους και υπαρκτές σαν υποστάσεις, για να μην διατρέξει τον κίνδυνο, αυτός ο Νους, να εννοήσει πως ο Θεός είναι Σύνθεση αυ­τών, ωσάν να επρόκειτο για τυχαία κατηγορήματα, αντί να πιστεύει δια της πίστεως ότι Αυτοί συνυπάρχουν, συναιω­νίως. Λέγεται λοιπόν πως ο Θεός κινείται, καθώς είναι Αιτία της έρευνας του τρόπου με τον οποίον συνυπάρχει. Διότι είναι αδύνατον χωρίς θεϊκό φωτισμό να κατανοήσουμε κάτι από τον Θεό. Διότι ο Θεός που δεν έχει την ίδια φύση με τους ανθρώπους, έχει ασφαλώς και διάφορον τρόπον γεννή­σεως.»

Οι πηγές λοιπόν του μεγαλύτερου Θεολόγου μας δεν είναι Εκκλησιαστικές, ούτε Ορθόδοξες. Μάλλον επαναλαμβάνει τους άθλους του Βησσαρίωνος, ο οποίος μόλις εγκαθίσταται καρδινάλιος στην Ιταλία, παραγγέλλει κατεπειγόντως την μετάφραση των “περί των τριών αρχικών υποστάσεων” λόγων της V Εννεάδος του Πλωτίνου, διότι το κείμενο αυτό του χρειάζεται όχι μόνο για να ορίσει την σχέση Πατρός – Υιού, αλλά και τον τρόπο της Ετερότητος και της Τριαδικής κινήσεως, του Τριαδικού ρυθμού. Ο Μεγάλος Βησσαρίων απέτυχε για λίγο να καθίσει και στον θρόνο του πάπα, κάτι που ευχόμαστε να πετύχει ο δικός μας μεγαλύτερος Θεολό­γος. Το αξίζει και θα τιμήσει και την Ιστορία μας!

Γιατί όμως τόση κακοδοξία; Τί επιδιώκεται απ’ όλους αυ­τούς τους μορφονιούς, όπως τους ονομάζει και ο Απόστολος Παύλος; Την απάντηση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μάς την δίνει ο δυστυχής κατά τα άλλα και αμφιλεγόμενος Διο­νύσιος Αρεοπαγίτης: «Αν θέλουμε να μιλήσουμε αληθινά, υπάρχει ένα κάτι, που επιθυμούν όλοι οι Θεόμορφοι, δεν μετέχεται όμως με τον ίδιο τρόπο (μετέχουσι δε ουχ ενιαίως) κι ας είναι το ίδιο και ας είναι ένα, αλλά όπως η ζυγαριά του Θεού ορίζει στον καθένα το μερίδιο του κατά την αξία του.»

Επιδιώκουν να αποφύγουν ακριβώς αυτή τη ζυγαριά του Θεού, επινοώντας, αμετανόητοι, τόσες κακοδοξίες, προσπα­θώντας να πείσουν εαυτούς και αλλήλους πως μπορεί να είναι και διάδοχοι των Αποστόλων, να μοιράζουν το Άγιο Πνεύμα, να χειροτονούν κατά βούληση, σαν τον Σίμωνα τον Μάγο. Στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Και­σαρείας βρίσκουμε όλες τις απαντήσεις, ας τις ακούσουμε παρακαλούμε με προσοχή, για να τελειώνουμε μια και καλή με τις διαστροφές της πίστεως μας: Γ, κγ, 23 και συνέχεια…

«Όταν απέθανε ο Τύραννος, τότε ο Ιωάννης ο Απόστολος επέστρεψε από την νήσο Πάτμο εις την Έφεσον, παρακα­λούμενος δε μετέβαινε και εις τα πλησιόχωρα μέρη των Εθνικών, αλλού μεν για να εγκαταστήσει Επισκόπους, αλ­λού δε δια να οργανώσει ολοκλήρους Εκκλησίας, και αλλού δια να χειροτονήσει κάποιον από τους επισημανθέντας υπό του Πνεύματος. Ελθών λοιπόν εις την Σμύρνην προσέβλε­ψεν εις το τέλος εις τον εκεί εγκατεστημένον επίσκοπον και δεικνύων νεανίσκον δυνατόν εις το σώμα, ωραίον εις την εμφάνισιν και θερμόν εις την ψυχήν είπε: Tούτον σου ανα­θέτω με πάσαν φροντίδα έχων μάρτυρας την Εκκλησίαν και τον Χριστόν. Αφού δε εκείνος εδέχθη και υπεσχέθη τα πάν­τα, πάλιν είπε τα ίδια και όρισε τους Ιδίους μάρτυρας. Έπει­τα απέπλευσεν εις την Έφεσον.

Έπειτα από καιρόν παρουσιάσθη ανάγκη να καλέσουν εκ νέου τον Ιωάννην. Ούτος δε, αφού ερρύθμισε τα άλλα χάριν των οποίων μετέβη είπεν: εμπρός, ω επίσκοπε, απόδωσε εις ημάς την παρακαταθήκην την οποίαν εγώ και ο Χριστός ανεθέσαμεν εις σε με μάρτυρα την Εκκλησίαν της οποίας προΐστασαι. Τον νεανίσκον απαιτώ και την ψυχήν του αδελ­φού. Στενάξας εκ βαθέων ο γέρων επίσκοπος είπεν: Eκείνος έχει αποθάνει. πώς και με ποίον θάνατον; Απέθανεν εις Θε­όν, διότι κατήντησε πονηρός και ληστής, τώρα δε αντί της Εκκλησίας έχει καταλάβει το όρος με ένοπλον συμμορίαν ομοίων του.

Σχίσας το ένδυμα του ο απόστολος και κτυπήσας την κεφαλήν με μέγαν θρήνον είπε: Καλόν φύλακα της ψυχής του αδελφού άφησα. Αλλά ας μου δοθεί αμέσως εις ίππος και εις οδηγός εις τον δρόμον. Ελθών λοιπόν εις τον τόπον εκείνον, τον επανέφερεν εις την Εκκλησίαν μεσιτεύων εκεί με αφθόνους ευχάς, συναγωνιζόμενος μαζί του εις συνεχείς νηστείας, γοητεύων δε την σκέψιν του με ποικίλας σειρήνας λόγων, δεν ανεχώρησε, πριν τον επανασυνδέση με την Εκ­κλησίαν, δίδων μέγα παράδειγμα μετανοίας αληθινής και μέγα γνώρισμα παλιγγενεσίας, τρόπαιον ορατής αναστάσε­ως!»

Όπως βλέπουμε, ούτε ο Επίσκοπος ούτε ο Απόστολος απλώς προίσταντο της Ευχαριστίας! Πρέπει να μπει τέλος σε όλες αυτές τις ύπουλες ανοησίες περί Τριάδος και Εκ­κλησίας. Ευχόμαστε να υπάρχουν ακόμη Χριστιανοί να αναλάβουν την Εκκλησία του Κυρίου.


Εκδόσεις “αμέθυστος”
e-mail: amethystos.books@gmail.com

Πέμπτη 29 Μαΐου 2008

Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας και τα μυστήρια της Ιστορίας

Οι επιστολές του Αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας “στηρίζουν” μυστηριωδώς και τις δυο κακοδοξίες: Και το πρωτείο του πάπα ως διαδόχου του Αποστόλου Πέτρου και το πρωτείο του ορθοδόξου επισκόπου εις τύπον και τόπον Πατρός.

Το βασικό επιχείρημα των ανθρώπων που διαλύουν την παράδοσή μας με το πρωτείο του επισκόπου στηρίζεται σ’ ένα απόσπασμα επιστολής του Αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας στο οποίο αναφέρεται: «όπου ο επίσκοπος, εκεί και η Εκκλησία»

Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιγνάτιος επίσκοπος της Συρίας, γύρω στα 110 μ.Χ. μετεφέρθη από την Αντιόχεια στη Ρώμη για να υποστεί το μαρτύριο. Κατά την διάρκεια του μεγάλου ταξιδιού έγραψε διάφορες επιστολές προς μερικές Εκκλησίες.

Δεν μπορούμε όμως εύκολα να αγνοήσουμε ότι πίσω απ’ αυτές τις επιστολές υπάρχει ένα μεγάλο κριτικό πρόβλημα που δεν έχει βρει ακόμη την λύση του! Ποιες εγγυήσεις διαθέτουμε ότι οι γνωστές σε μας επτά επιστολές του Αγίου Ιγνατίου, οι οποίες περιέχονται στο χειρόγραφο της εθνικής βιβλιοθήκης του Παρισιού, ονόματι Colbertino, του 10ου αιώνος, και στο χειρόγραφο Mediceo–Laurenziano της Φλωρεντίας του 11ου αιώνος, οι οποίες εκδόθηκαν κατά την διάρκεια του 17ου αιώνος μαζί με άλλες έξι επιστολές του Αγίου Ιγνατίου, αναγνωρισμένες από όλους σαν απόκρυφες (γραμμένες από έναν Αρειανό επίσκοπο του IVου ή Vου αιώνος), είναι αυθεντικές, δηλαδή ανταποκρίνονται ακριβώς σε εκείνες τις επιστολές που γράφηκαν από τον επίσκοπο Ιγνάτιο γύρω στα 110 μ.Χ.;

Όλοι οι μελετητές (H. Delafosse, Adolf Bauer, Alfred Loisy) γράφου περίπου: Το ιστορικό περιβάλλον των επιστολών είναι ανεξήγητο ένα θέλουμε να τις αναγάγουμε στην εποχή του Τραϊανού (110 μ.Χ.). Στην πραγματικότητα οι επιστολές επιδιώκουν να βοηθήσουν να υπερίσχυση ένα σύστημα πίστης και οργάνωσης το οποίο αντιστοιχεί στο αποκορύφωμα της γνωστικής κρίσεως.

Τελευταία το θέμα της αυθεντικότητας και της χρονολογίας των επτά επιστολών του Αγίου Ιγνατίου ξαναμελετήθηκε εις βάθος από τον R. Hübner και τον μαθητή του Th. Lechner. Και οι δυο ισχυρίζονται πως οι επιστολές του Ιγνατίου ασκούν στην πραγματικότητα πολεμική εναντίον των γνωστικών Βαλεντινιανών οι οποίοι δρούσαν το δεύτερο ήμισυ του ΙΙ ου αιώνος και γι’ αυτό μάλλον πρέπει να χρονολογηθούν στη δεκαετία 165–175 μ.Χ. Δεν μπορούν να έχουν γραφεί στα 110 μ.Χ. από τον επίσκοπο της Συρίας. Τα κυριότερα επιχειρήματά τους είναι τα εξής:

1. Η προπαγάνδα που γίνεται από τον Ιγνάτιο μέσα στις επιστολές υπέρ της επισκοπικής μοναρχίας δεν αντιπροσωπεύει την οργάνωση των Εκκλησιών (ούτε των Ανατολικών) του 110 μ.Χ. Αντιθέτως έρχεται φυσιολογικότερο να φανταστούμε τις επιστολές γραμμένες στην εποχή του Αδριανού (138 μ.Χ.) ή και αργότερα.

2. Ο Ιγνάτιος συγκρούεται ανοιχτά με ένα γνωστικό κίνημα που αντιστοιχεί ακριβώς στους Βαλεντινιανούς. Για παράδειγμα στην επιστολή προς Μαγνησίους (8, 2) λέει: «ο Ιησούς Χριστός … είναι ο αιώνιος Λόγος που εξήλθε από την σιωπή». Κάτι το οποίο αντικρούει ξεκάθαρα γνωστικούς του δευτέρου μισού του ΙΙου αιώνος.

Επιπλέον πρέπει να γνωρίζουμε, κάτι που γνωρίζουν όλοι όσοι συνειδητά προσπαθούν να διαλύσουν την παράδοσή μας, πως μία από τις επιστολές του Αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας χρησιμοποιείται από τους παπικούς για να υποστηρίξουν το πρωτείο του πάπα ως διαδόχου του Αποστόλου Πέτρου. Η προς Ρωμαίους επιστολή του! Μόνον που και πάλι κανείς δεν μπορεί να εξηγήση πώς και γιατί, ο πρωτοκορυφαίος των Αποστόλων δέχθηκε να γίνει επίσκοπος Ρώμης, δηλαδή ένας διάκονος της εποχής, καθώς οι επίσκοποι δεν διέφεραν σε τίποτε από τους πρεσβυτέρους. Κανείς από τους 12 Αποστόλους δεν θα δεχόταν ποτέ την “τιμή” να ανακηρυχθεί επίσκοπος! Γιατί να το κάνει ο πρώτος; Προνοητικά; Για να τιμήσει τον μελλοντικό αντιπρόσωπο του Χριστού στη Γη;

Επιπλέον πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους πως με την θεολογία και την ευχαριστιακή εκκλησιολογία του Ζηζιούλα, ο οποίος βρίσκεται πλέον εις τύπον και τόπον Πατρός, ο Κύριος αναλαμβάνει αντιπρόσωπος του πάπα στην Βασιλεία των Ουρανών. Αυτό είναι το βαθύ μυστικό του Bishopoque.

Εκδόσεις αμέθυστος
amethystos.books@gmail.com