Η ζωοποίηση του κενού σύμπαντος με τους κατοίκους των άστρων
Του Ernst Benz, από το βιβλίο:
Außerirdische Welten, Von Kopernikus zu den Ufos (Εξωγήινοι κόσμοι, Από τον Κοπέρνικο μέχρι τα ούφο), Aurum Verlag, Edition 2000
Σε αυτή την νέα συνείδηση και το νέο αίσθημα περί του κόσμου, διεισδύει μια ιδιαίτερη, νέα σκέψη, αυτό στο οποίο αναφέρεται ο Jean Paul: «Πόσο μόνος είναι ο κάθε άνθρωπος, στο απέραντο νεκροταφείο του σύμπαντος!». Αυτό είναι προφανώς ένα πρωταρχικό στοιχείο του ανθρώπινου αισθήματος περί ζωής, που είναι το ίδιο ισχυρό, όπως και το sensus numinis, το θρησκευτικό δηλαδή αίσθημα, το αίσθημα περί της παρουσίας τού υπερβατικού. Αξιοσημείωτο είναι, πως ταυτόχρονα με την διάδοση της νέας κοσμοθεωρίας, εμφανίζεται ο εξής λογισμός: είναι αδύνατο, σε αυτό το τεράστιο σύμπαν με τους ήλιους και τους γαλαξίες, η γη μας να είναι ο μοναδικός πλανήτης που κατοικείται από σκεπτόμενα όντα. Και σε άλλους πλανήτες παρόμοιους με την γη, πρέπει να υπάρχουν κάτοικοι που έχουν τουλάχιστον τις ίδιες ικανότητες, αν όχι και ανώτερες, όπως το κυρίαρχο πλάσμα πάνω στην γη. Ως τέτοιοι τόποι, που κατοικούνται από σκεπτόμενα όντα, παρουσιάζονται στην αρχή πως είναι οι πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος. Πολύ νωρίς όμως εμφανίζεται η αντίληψη περί κατοίκων πλανητών απομακρυσμένων ήλιων.
Δια της διδασκαλίας περί κατοίκων των άλλων πλανητών, ζωοποιείται το τρομακτικά κενό κοπερνίκειο σύμπαν, και από αυτή την άποψη καθίσταται πάλι οικείο. Σε κάθε περίσταση, στους φυσικούς επιστήμονες και τους φιλοσόφους του 18ου αιώνος, εμφανίζονται υποθέσεις περί κατοίκων άλλων πλανητών, που στο στόμα των μορφωμένων λογίων αποκτούν ένα χαρακτήρα επιστημονικής πιθανότητας. Αυτό ισχύει μάλιστα για τους πιο σοβαρούς από αυτούς, όπως είναι οι Huygens, Fontenelle, Immanuel Kant, Lambert, Oetinger, Fricker, Philipp Matthäus Hahn. Προφανώς έχουμε να κάνουμε με την έκφραση ενός κοσμικού αισθήματος κοινωνίας και αλληλεγγύης του ανθρώπου. Αυτό το αίσθημα έχει για πρώτη φορά μια τόσο ισχυρή επίδραση, και είναι τόσο εντονότερο, όσο η κοπερνίκειος αντίληψη περί του μεγέθους του σύμπαντος διαδίδεται στα διάφορα στρώματα του λαού, αναλόγως του επιπέδου μόρφωσης.
Σήμερα, που η κοπερνίκειος αυτή κοσμοθεωρία έχει γίνει αποδεκτή στην κοινή γνώμη και στην γενική συνείδηση περί του κόσμου, δια της προβολής της διαστημικής έρευνας στην τηλεόραση, δεν είναι πιά θαυμαστό εάν η φαντασία περί επικοινωνίας με τους κατοίκους άλλων πλανητών, διαδίδεται σαν να είναι ένα είδος παγκόσμιας θρησκείας των ιπτάμενων δίσκων, και έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας σωτηριώδους θρησκείας. Ο Hoimar von Ditfurth το διατύπωσε ως εξής: «Πίσω από το παθιασμένο ενδιαφέρον, με το οποίο η κοινή γνώμη αγκαλιάζει ακόμα και προφανώς ψευδείς ειδήσεις περί εμφάνισης ιπτάμενων δίσκων, κρύβεται η ανακούφιση, πως δεν είμαστε μόνοι στο σύμπαν.»
Αυτό το αίσθημα ανακούφισης το βρίσκουμε και στον Ελβετό αστρονόμο Lambert, που το εκφράζει στα εκλαϊκευτικά του «κοσμολογικά γράμματα»:
«Πόσο πιο κατοικημένος είναι ο κόσμος, σε σύγκριση με ότι πριν λίγο καιρό νομίζαμε! Βρίσκουμε κόσμους σε κάθε κόκκο σκόνης, σε κάθε σταγόνα, και σε λίγο οι κόκκοι της σκόνης δε θα υπερβαίνουν σε αριθμό τα ουράνια σώματα στο στερέωμα. Είναι αναμφισβήτητο κύριε μου, πως όποιος προσθέτει κατοίκους στους πλανήτες, δεν έχει να κάνει άλλο βήμα, για να τους δώσει όσα ουράνια σώματα επιθυμείτε. Γιατί θα παραδεχθεί, ο κόσμος δεν έπρεπε να μείνει έρημος, και πρέπει να υπάρχει περισσότερη ζωή παρά νεκρή μάζα. Ο δημιουργός, η αιώνια πηγή κάθε ζωής, είναι πολύ δραστικός, και δεν μπορεί να μην έχει δώσει σε κάθε κόκκο σκόνης ζωή, και δυνάμεις και δραστικότητα.
Πως θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς το εγχείρημα σας παράτολμο, αφού εσείς κύριε μου, δεν κάνετε κάτι άλλο από το να δείχνετε, πως για να κατανοήσει κανείς ορθά τον κόσμο, πρέπει να λάβει υπ’ όψιν του την πρόθεση του Θεού, να κατοικήσει ολόκληρο το κοσμικό οικοδόμημα»13.
Τα επόμενα κεφάλαια καταπιάνονται λοιπόν με τέτοιους φυσικούς επιστήμονες, συγγραφείς, που προσπαθούν να θεμελιώσουν επιστημονικά την ιδέα πως οι πλανήτες του δικού μας ηλιακού συστήματος, όπως και των άλλων ηλιακών συστημάτων είναι κατοικημένοι. Ένα προφανές, και κοινό για τους περισσότερους από αυτούς τους επιστήμονες στοιχείο, είναι πως γράφουν με ένα τρόπο ευκολονόητο, εκλαϊκευτικό. Στην προσπάθεια τους να συνδυάσουν την λογοτεχνική γοητεία και την ζωηρή φαντασία με την επιστημονική ακρίβεια, προκύπτει συχνά ένα διασκεδαστικό αποτέλεσμα.
Fontanelle: Ευγενείς συνομιλίες με τους κατοίκους των πλανητών κάτω από το φως του φεγγαριού
Την σειρά της λογοτεχνίας με θέμα την πολλαπλότητα των κόσμων την άνοιξε ο Bernard Le Bovier de Fontanelle (1657-1757), τον οποίο ο Βολταίρος χαρακτηρίζει ως το πιο καθολικό (universal) πνεύμα της εποχής του Λουδοβίκου του 14ου. Το βιβλίο του περί της πολλαπλότητας των κόσμων είναι το πρώτο του επιστημονικό βιβλίο. Προηγήθηκαν πολυάριθμα λογοτεχνικά έργα κριτικής του πολιτισμού, η γλωσσική γοητεία των οποίων συνεχίζεται και στο έργο περί αστρονομίας. Οι επιστημονικές βάσεις αυτού του έργου ήταν φτωχές. Η κύρια πηγή του είναι το έργο του επισκόπου John Wilkins: The discovery of a World in the Moon. Την θεωρία του Καρτέσιου περί στροβίλων, η οποία είχε ανατραπεί από το έργο του Νεύτωνα, Principia, την είχε χρησιμοποιήσει για να εξηγήσει την δημιουργία των ουράνιων σωμάτων. Παρόλα αυτά, το έργο του Fontanelle συνέβαλε όσο κανένα άλλο, ώστε η κοπερνίκειος κοσμοθεωρία να εισέλθει στην μοντέρνα κοσμοθεωρία του τότε μορφωμένου κόσμου.
Το βιβλίο του Fontanelle, με τον τίτλο> Discours sur la Pluralite des mondes, εκδόθηκε το 1686 για πρώτη φορά, το 1780 εμφανίστηκε η γερμανική μετάφραση. Ο Fontanelle αναπτύσσει την θεωρία του με την μορφή νυχτερινών διαλόγων, τους οποίους διεξάγει κάτω από το φως του φεγγαριού με την γοητευτική κυρία Marquise de G. Ο διάλογος της δεύτερης νύχτας έχει ως θέμα «ότι το φεγγάρι κατοικείται», το θέμα της τρίτης νύχτας είναι «τα περίεργα του κόσμου των φεγγαριών, και ότι οι υπόλοιποι πλανήτες κατοικούνται επίσης».
Οι Διάλογοι του Fontanelle παρουσιάζουν τις θεωρίες του περί κατοίκων των άλλων πλανητών, με ένα παιχνιδιάρικο τρόπο, σαν ένα ταξίδι στον κόσμο των άστρων, όπως το είχε ήδη κάνει ο Athanasius Kirchner το έργο του «Εκστατικό ταξίδι». Γράφει ο Fontanelle: «Σοβαρά μιλώντας, δε θα ήταν μικρή η απόλαυση, να δει κανείς πολλούς διαφορετικούς μεταξύ τους κόσμους. Αυτό το ταξίδι με συναρπάζει πάρα πολύ, αν και το κάνω μόνο μέσα στην φαντασία. Πόσο μάλλον αν γινόταν στην πραγματικότητα. Αυτό το ταξίδι θα ήταν σημαντικότερο από ένα ταξίδι στην Ιαπωνία. Ένα ταξίδι δηλαδή γεμάτο κακουχίες, από το ένα σημείο της γης προς ένα άλλο, και να μην βλέπεις τίποτε άλλο, παρά ανθρώπους»14. Το γεγονός ότι στους πλανήτες κατοικούν ανθρώπινα ή όμοια προς τον άνθρωπο όντα, σύμφωνα με τον Fontanelle, αποδεικνύεται με την ίδια δυσκολία όπως και η ύπαρξη ιστορικών προσωπικοτήτων, πχ το αν ο μέγας Αλέξανδρος πράγματι έζησε. «Όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να αποδείξουν ένα τέτοιο δεδομένο, είναι διαθέσιμα. Η πλήρης ομοιότητα των πλανητών με την γη, η οποία κατοικείται. Η αδυναμία να φανταστεί κανείς πως δημιουργήθηκαν για άλλο σκοπό. Η γονιμότητα και η μεγαλοπρέπεια της φύσης. Μια κάποια φροντίδα που φαίνεται πως δείχνει η φύση για τους κατοίκους της, αφού έδωσε φεγγάρια σε πλανήτες που είναι μακριά από τον ήλιο, και ο αριθμός των φεγγαριών αυξάνεται με την απόσταση»15.
«Και αυτό που δεν υποστηρίζει λιγότερο την τοποθέτηση μας, είναι πως όλα βρίσκονται από αυτή την πλευρά και από την άλλη τίποτα. Μάλιστα δεν είσαστε σε θέση να θυμηθείτε ούτε την παραμικρή αμφιβολία, εάν δεν προσλάβετε τα μάτια και την ματιά της κοινής μάζας. Εν συντομία: αν υποθέσουμε ότι οι κάτοικοι των άλλων πλανητών υπάρχουν, οι ίδιοι δε θα δώσουν σαφή σημάδια της ύπαρξης τους. Είναι δικό σας θέμα να σκεφτείτε, εάν θέλετε να δεχθήτε την ύπαρξη τους ως απλή πιθανότητα... βάλτε τούς κατοίκους των άλλων πλανητών λίγο πιο κάτω από τον Αλέξανδρο, αλλά πολύ μακριά από ένα αμέτρητο αριθμό ιστορικών πραγμάτων, που δεν έχουν ακόμα αποδειχθεί. Νομίζω πως στο σημείο αυτό ταιριάζει η κατάταξη»16.
Ένα επιπλέον επιχείρημα του Fontanelle είναι, πως είναι πολύ δύσκολο να υποθέσουμε, ότι όλο το τεράστιο σύμπαν, με τα πολλά ηλιακά συστήματα και τον κύκλο του ηλιακού μας κόσμου, έχει δημιουργηθεί μόνο χάριν του ανθρώπου αυτής της γης. Πως η πολλαπλότητα των κόσμων και των πλανητών υπηρετεί μόνο το πνευματικό πλάσμα αυτής της μικρής γης. «Βλέπουμε πως όλοι οι πλανήτες είναι της ίδιας φύσεως, σκοτεινά σώματα, που λαμβάνουν το φως τους από τον ήλιο, και μετά το ρίχνουν το ένα σώμα στο άλλο. Όλα τα σώματα έχουν ένα είδος κίνησης. Μέχρι αυτό το σημείο είναι εξολοκλήρου ίδια. Και αν αφήσουμε στην άκρη αυτά τα δεδομένα, μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι αυτά τα μεγάλα σώματα δημιουργήθηκαν για να παραμείνουν ακατοίκητα; Αν αυτό όμως καθιστά τον σκοπό τους, γιατί να γίνει εξαίρεση με την γη; Ας το πιστεύει αυτό όποιος θέλει, εγώ δεν συμμερίζομαι!17»
Ο Fontanelle δίνει μετά μια υποτιθέμενη περιγραφή των κατοίκων των διαφόρων πλανητών, αναλόγως της δομής των άστρων όπως την είχε προσδιορίσει η αστρονομία. Η περιγραφή περιλαμβάνει την μορφή, τα πνευματικά και σωματικά χαρακτηριστικά, και διαπραγματεύεται το ερώτημα περί της έκτης αίσθησης, που θα απασχολούσε έντονα την ψυχολογία της εποχής του. «Στο όλο κοσμικό οικοδόμημα, πρέπει να θεωρούμε τους εαυτούς μας ως μια μικρή οικογένεια, τα πρόσωπα των μελών της οποίας μοιάζουν μεταξύ τους. Σε ένα άλλο πλανήτη κατοικεί μια άλλη οικογένεια, και η μορφή του προσώπου είναι εντελώς διαφορετική...»
«Μερικοί λένε πως μας λείπει η έκτη αίσθηση, δια της οποίας θα μαθαίναμε μερικά από τα σήμερα ασυνείδητα για μας πράγματα. Αυτή η έκτη αίσθηση είναι πιθανόν διαθέσιμη σε κάποιον άλλο κόσμο, όπου όμως λείπει μια από τις πέντε που διαθέτουμε εμείς. Ίσως να υπάρχει μεγάλος αριθμός τέτοιων φυσικών αισθήσεων. Κατά τον διαμοιρασμό εμείς πήραμε τις πέντε αισθήσεις, και είμαστε ευχαριστημένοι αφού δεν γνωρίζουμε για την ύπαρξη των άλλων. Οι επιστήμες μας έχουν ορισμένα όρια, τα οποία η διάνοια του ανθρώπου δεν μπορεί να υπερβεί. Υπάρχει ένα σημείο όπου η διάνοια μας εγκαταλείπει. Τα πάρα πέρα είναι για τους κατοίκους των άλλων κόσμων, όπου κάτι το οποίο εμείς γνωρίζουμε είναι άγνωστο. Ο πλανήτης μας απολαμβάνει την ηδονή του έρωτα, σε πολλά μέρη όμως καταστρέφεται με τον πόλεμο. Σε κάποιον άλλο πλανήτη απολαμβάνουν την αιώνια ειρήνη, αλλά δεν ξέρουν τίποτε από έρωτα και αισθάνονται μια αφόρητη βαρεμάρα. Αυτά που η φύση σε μικρή κλίμακα εδώ διαμοίρασε, αγαθά και πνευματικές ικανότητες, θα έχει φυσικά γίνει και σε μεγάλη κλίμακα μεταξύ των κόσμων. Και έτσι με μια αμοιβαία αποζημίωση τα έχει εξισώσει όλα»18. Ο Fontanelle δίνει λοιπόν στην φαντασία μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, με την οποία αναπαρίστανται τα χαρίσματα και οι ικανότητες των κατοίκων των πλανητών.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος