Συνέχεια από Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012
Αντανακλάσεις
της ψυχής
Marie–Louise von Franz
ΠΡΟΒΟΛΗ
ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ
Α. Η πρώτη αρχή
Είναι
ίσως φανερό από το προηγούμενο κεφάλαιο ότι η προβολή παίζει έναν σημαντικό
ρόλο στο πεδίο των ανώτερων θρησκευτικών ιδεών. Εντούτοις, δύο ερωτήματα
παραμένουν αναπάντητα: Πού μπορούμε να βάλουμε διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε
αυτό που είναι διυποκειμενικό και σε αυτό που δεν είναι; Οι όροι δ ι υ π ο κ ε ι μ ε ν ι κ ό ς και δ
ι α ψ υ χ ι κ ό ς δεν είναι ταυτόσημοι,
αν και πολλοί συγγραφείς χρησιμοποιούν απρόσεκτα τις δύο λέξεις σαν να είχαν
την ίδια σημασία. Για τον Jung το συλλογικό ασυνείδητο είναι
πράγματι διυποκειμενικό, αλλά δ ε ν είναι μεταψυχικό. Το συλλογικό ασυνείδητο,
μια πραγματικότητα που περιλαμβάνει με την ευρύτερην έννοια οτιδήποτε είναι
ψυχικό. Σύμφωνα με όλες τις πιθανότητες υπάρχει, αλλά οτιδήποτε μπορούμε να
πούμε γι’ αυτό είναι κατ’ ανάγκην ψυχικού χαρακτήρα – λαμβάνεται αφού περάσει
μέσα από το φίλτρο τής ψυχής.
Στην
πολιτιστική ιστορία της Δύσης το διαψυχικό στοιχείο έχει περιγραφεί μερικές
φορές σαν «πνεύμα», μερικές φορές σαν «ύλη». Οι θεολόγοι και οι φιλόσοφοι
ασχολούνται περισσότερο με το πρώτο, οι φυσικοί με το δεύτερο. Κατά την πορεία
της ιστορίας έχουν γίνει τόσες αντιφατικές δηλώσεις σχετικά με την ύλη όσες
σχεδόν και για τις θρησκευτικές ιδέες, και σήμερα δεν μπορούμε πια να
αποφύγουμε το να δούμε σε πολλές από αυτές τις δηλώσεις την προβολή ψυχικών
περιεχομένων. Στην εξέλιξη των φυσικών επιστημών το ανθρώπινο πνεύμα προχώρησε
λιγότερο συντηρητικά από ό,τι στν θεολογία. Όταν μια αντίληψη στον χώρο της
θρησκείας έπαυε πλέον να θεωρείται σαν απόλυτα έγκυρη, οι θεολόγοι, όπως
υπαινιχθήκαμε σαφώς στο προηγούμενο κεφάλαιο, προσπαθούσαν συχνά να την
κρατήσουν ζωντανή και να τη συμπεριλάβουν μέσα στη νέα αλήθεια μέσω μιας
καινούργιας ερμηνείας. Στις φυσικές επιστήμες, όμως, τέτοιες «ξεπερασμένες»
αντιλήψεις στις περισσότερες περιπτώσεις απλώς απορρίπτονταν· ακυρώνονταν με
ορθολογιστικό τρόπο σύμφωνα με το τέταρτο στάδιο απόσυρσης των προβολών, και
δεν σκεφτόταν κανείς να ρωτήση «από πού προήλθε αυτό το λάθος στο οποίο
πιστεύαμε τόσον καιρό;». Σήμερα, πάντως, μερικοί ιστορικοί της επιστήμης έχουν
εντυπωσιασθή από το γεγονός ότι ορισμένα βασικά θέματα ή αρχέγονες εικόνες
έρχονται και επανέρχονται σαν κυρίαρχα στοιχεία, που, αν και αλλάζουν μορφή,
ποτέ δεν εξαφανίζονται εντελώς. Και αυτό που κάποτε θεωρούνταν σαν αντίθεση
ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα έρχεται πάλι στο προσκήνιο στη σύγχρονη Φυσική σαν
ένας διάλογος όσον αφορά τη σχέση ανάμεσα στη συνείδηση (ή «νου») και την ύλη.
Στο παρελθόν υπήρχε ακόμη ένας τρίτος όρος, η ιδέα μιας «κοσμικής ψυχής», που κατείχε
μιαν ενδιάμεση θέση ανάμεσα στον νου και την ύλη.
Το
σχίσμα ανάμεσα στον νου – ή πνεύμα – και την ύλη μπορεί να ανιχνευθή ήδη στην
προσωκρατική φυσική φιλοσοφία, η οποία για πρώτη φορά προσπάθησε να ελευθερώση
το ανθρώπινο γένος από μιαν πολυθεϊστική – μυθική εικόνα του κόσμου. Σαν νέα
πρώτη αρχή εκλαμβανόταν είτε η ύλη και ένα πρωταρχικό κοσμικό στοιχείο (νερό,
φωτιά, αέρας, άτομα), είτε μια νοητή (πνευματική) αρχή (οι αριθμοί, οι πλατωνικές
ιδέες, η πνευματική δίνη, και ούτω καθεξής). Επομένως, όταν ήρθε η ώρα να
επανερμηνευθούν οι παλιές εικόνες των θεών, θεωρήθηκαν κατά ένα μέρος σαν
ψυχολογικές ιδιότητες –αγάπη, επιθετικότητα, λογική και λοιπά – και κατά ένα επίσης
μέρος σαν υλικές ιδιότητες (η ζέστη του ήλιου, η φωτιά, το νερό και ούτω καθεξής).
Ένας νέος δυαλισμός προήλθε έτσι ανάμεσα στο
π ν ε ύ μ α (ψυχή)¹ και την ύ λ
η. Η υλιστική ερμηνεία ονομάσθηκε λ ό γ
ο ς φ υ σ ι κ ό ς, η θεολογική λ ό γ ο
ς θ ε ο λ ο γ ι κ ό ς· η πρώτη ήταν
επιστημονικού χαρακτήρα, η δεύτερη θρησκευτικο-μεταφυσικού.² Οι δύο χώροι, ψυχή
και πνεύμα, που στέκονται αντίθετοι προς την ύλη, αλληλοκαλύπτονται συχνά σε
διάφορους συγγραφείς. Η κοσμική αρχή που ονομαζόταν «πνεύμα» ή «νους» έχει
περισσότερο, γενικά, σχέση με τη διευθύνουσα δυναμική, με την αρχή της σκέψης
(ιδέες) και με την πηγή της έμπνευσης· ενώ η συλλογική ψυχή (παγκόσμια ψυχή)
έχει, από την άλλη μεριά, περισσότερο σχέση με τα αισθήματα, τις διαθέσεις και
τις συγκινησιακές καταστάσεις (πάθη), όπως είναι η οργή, η αγάπη, η λαχτάρα και
τα ένστικτα.
Ο
σύγχρονος μελετητής αυτών των πρώιμων φιλοσοφικών συστημάτων δεν μπορεί να μην
προσέξη ότι μας αφήνουν στο σκοτάδι όσον αφορά στο ερώτημα, εάν αυτές οι
πνευματικές αρχές ή νοητικές καταστάσεις ανήκουν, υποθετικά, στο ατομικό
υποκείμενο ή ήταν διυποκειμενικές γενικές αρχές.
Γενικά,
πάντως, το τελευταίο συνέβαινε σχεδόν
πάντοτε. Οι «μεγάλες» σκέψεις και συναισθήματα ήταν «επιδράσεις» των θεών επάνω
στο υποκείμενο, το οποίο κατεχόταν ή κυριευόταν από αυτές· τέτοιες σκέψεις και
συναισθήματα είχαν λίγη ή καθόλου σχέση με το υποκειμενικό, προσωπικό ον.
Αυτά
που θα περιγράφαμε σήμερα σαν ψυχικά στοιχεία που ανήκουν στο ατομικό
υποκείμενο προβάλονταν, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, πάνω σε ένα αντικείμενο,
και εκεί ψάχνουν να τα βρουν ακόμη και σήμερα
πολλοί βιολόγοι – δηλαδή, στο ανθρώπινο σώμα. Στην ομηρική εποχή η ψυχή
τού ατομικού ανθρώπινου όντος βρισκόταν όπως φαίνεται στις φ ρ έ ν ε ς, λέξη που στην κλασσική εποχή
σήμαινε το διάφραγμα, αλλά που στον Όμηρο το πιθανότερο να σήμαινε τους
πνεύμονες.³ Από εκεί προερχόταν ο θ υ μ
ό ς (χαρακτήρας, διάθεση, νους), με τον
οποίον ο άνθρωπος μπορούσε να κάνη έναν εσωτερικό διάλογο, ακριβώς όπως
μπορούσε να κάνη διάλογο με την καρδιά του, την έδρα των αισθημάτων του. ⁴
Περιεχόμενα που σήμερα θα τα θεωρούσαμε σαν καθαρά πνευματικές ιδέες προέρχονται
επίσης μερικές φορές από αυτήν την περιοχή· αυτές οι ιδέες δεν ήταν, πάντως, ποτέ
αφηρημένες, δηλαδή «απομονωμένες», αλλά συνδέονταν άμεσα με ένα συναίσθημα και
μιαν τάση για ενέργεια. Ο Onians τις ονομάζει επομένως τις σωστά ως «ιδέες-κινητήρες» (ideo-motor).⁵ Όλες αυτές οι ορμές
γίνονταν αισθητές στις φ ρ έ ν ε ς ή
στην καρδιά, και μερικές φορές στο συκώτι. Εάν οι φ ρ έ ν ε ς γέμιζαν από υγρό, ακολουθούσε
τρέλλα, μέθη ή λήθη. Για μιαν λεπτομερή περιγραφή αυτού του τρόπου σκέψης, ο
αναγνώστης μπορεί να ανατρέξη στο έξοχο έργο του R. B .Onians: «Οι αρχές της ευρωπαϊκής
σκέψης». Σε άλλους πολιτισμούς θεωρούνταν και άλλα ακόμη όργανα ως έδρα της
ψυχής. Συμπτωματικά, η σωματική έδρα της ψυχής φαίνεται ότι ανέβηκε σιγά-σιγά
προς τα επάνω, από τα νεφρά στην κοιλιά, στο στήθος, στον λάρυγγα, και τελικά
στο κεφάλι, που ακόμη και σήμερα πολλοί άνθρωποι το θεωρούν σαν «έδρα της
ψυχής».
Υπήρχαν
επομένως δύο χώροι στους οποίους νομιζόταν ότι εντοπίζονται οι ψυχικές
δυνάμεις: μια άυλη ή από λεπτή ύλη κοσμική «παγκόσμια ψυχή», από την οποίαν και
εισέρρεαν μέσα στον άνθρωπο, και ένα ιδιαίτερο μέρος του ανθρωπίνου σώματος. Το
τελευταίο ήταν σίγουρα περισσότερο προσωπικό και πιο κοντά στο υποκείμενο, αλλά
δεν ταυτιζόταν ακόμα με το εγώ, αφού ο Οδυσσέας μπορούσε να συζητήση με
τις φ ρ έ ν ε ς του ή με την καρδιά του, όπως με έναν
σύντροφο (!).
Εάν
ανατρέξουμε στις επιστημονικο-μυθολογικές παγκόσμιες αρχές που η αρχαία
ελληνική φυσική φιλοσοφία κατανοούσε σαν τις βάσεις της ύπαρξης, μας εντυπωσιάζει
το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές αντιπροσωπεύουν το ενορατικο-οπτικό
προστάδιο αυτού που τελικά εξελίχθηκε στις σημερινές επιστημονικές υποθέσεις ή
μοντέλα σκέψης. Επειδή οι μορφές δεν αναγνωρίζονταν, αν και σιγά-σιγά φθείρονταν,
σαν προβολές, έχουν προσαρμοσθή με συνέπεια αυτές οι αρχετυπικές βασικές εικόνες
στον νόμο της π ε ρ ι π λ ά ν η σ η
ς των αναφομοίωτων προβολών.
Β. Η άπειρη σφαίρα σαν θεός, κόσμος και ψυχή
Μία
αρχέγονη εικόνα έχει ιδιαιτέρως επιβιώσει στην επιστημονική παράδοση για ένα
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τις περισσότερες υπόλοιπες, εφ’ όσον έχει
εμφανισθή σαν οπτική εικόνα του θεού, της ύπαρξης, του κόσμου, του χωρο-χρόνου
και του μορίου: η εικόνα ενός κύκλου ή «της σφαίρας που το κέντρο της είναι
παντού και η περιφέρειά της πουθενά». Μέσα στους αιώνες αυτή η εικόνα έχει
περάσει από πολλές μετατροπές, ώσπου κατανοήθηκε τελικά και σταδιακά σαν η
εικόνα της ενδοψυχικής πραγματικότητας μέσα στο ανθρώπινο ον. Το έργο του Dieter Mahnke «Unendliche Sphäre und Allmittelpunkt» («Η σφαίρα χωρίς τέλος και
το κέντρο που βρίσκεται παντού») είναι μια περιεκτική μελέτη της ιστορίας αυτού
του συμβόλου· στηρίζομαι κυρίως σε αυτήν εδώ. ( O D. Mahnke μετέδωσε με το
υπόμνημά του στα έργα του Διονυσίου Αρεοπαγίτου νεοπλατωνικές θεωρίες στη Δύση.
Δεχόταν πως τα πάντα προέρχονται από τον Θεό και επιστρέφουν στον Θεό.)
Ένας πρώιμος ορφικός ύμνος είχε ήδη
περιγράψει τον Δία σαν «ένα βασιλικό σώμα, μέσα στο οποίο κυκλοφορούν τα
πάντα», μια περιγραφή που έχει ίσως επηρεάσει τον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο. ⁷
Και παρ’ όλο που ο Αναξίμανδρος θεωρούσε το
ά π ε ι ρ ο ν σαν βάση όλων των
όντων, αυτό ήταν επίσης κάτι που περιέκλειε, κατά τη γνώμη του, ξεχωριστές
υπάρξεις, αν και δεν ήταν ακόμη καθαρά σφαιρικό. ⁸ Ο Παρμενίδης ήταν ο πρώτος
που περιέγραψε το Ε ν σαν μια σαφώς γεωμετρική σφαίρα ⁹, και ο
Εμπεδοκλής δεν άφηνε καμμιάν αμφιβολία στην περιγραφή του της κοσμικής
πραγματικότητας, για το ότι πρόκειται για μιαν άπειρη σφαίρα: ¹⁰ «Ο Σφαίρος, ο σφαιρικός, γεμάτος, πάνω από
τη μοναχικότητα που κυριαρχεί παντού, με ευτυχισμένη υπερηφάνεια». ¹¹ Για τον
Πλάτωνα ο κόσμος είναι ένας σφαιρικός μακάριος θεός, μια αντανάκλαση της δικής
του αιώνιας και αρχέγονης εικόνας. Ο Πλωτίνος παρέλαβε αυτήν την ιδέα και την
επεξεργάσθηκε. ¹² Η αιώνια αρχέγονη εικόνα είναι μια νοητή σφαίρα, το πρότυπο
της ορατής σφαίρας του ουρανού που δημιουργήθηκε από τον Θεό. Αυτή η καθαρά
πνευματική σφαίρα δεν έχει έκταση στον χώρο, έτσι ώστε μπορεί κανείς να πη για
τον Θεό, είτε ότι είναι Αυτός που αγκαλιάζει τα πάντα, είτε και ότι ζη «κάτω
στα βάθη» ¹³ Ρέει όμως, με την ενέργειά του, σε όλον τον κόσμο, σαν ένα είδος
πανταχού παρουσίας. ¹⁴ Αυτή η εικόνα τού Πλωτίνου πέρασε στη συνέχεια, από τη
μια μεριά, όπως έδειξε ο Mahnke, μέσω του «F o n s V i t a e»
(«Πηγή της ζωής» του ben Gabirol και μέσω ενός ανωνύμου έργου με τον τίτλο L i b e r XXIV p h i l o s o p h o r u m - «Βίβλος 24
φιλοσόφων») στον Alain de Lille (πέθανε το 1203), ¹⁵ αν και όχι σαν μια εικόνα του Θεού στον ben Gabirol, αλλά σαν μια εικόνα του πρώτου μάλλον
αρχέγονου πνεύματος, που προέρχεται από τον Θεό και μαζί με το οποίο ο Θεός
έφερε σε πέρας τη δημιουργία. Από την άλλη μεριά, πράγμα που είναι και το πιο
σημαντικό, η ίδια νεοπλατωνική πνευματική κληρονομιά πέρασε μέσω του Διονυσίου
του Αρεοπαγίτη στον John Scotus Erigena (815 – 877, φιλόσοφος και θεολόγος που γεννήθηκε στην Ιρλανδία από
Σκώτους γονείς. Δίδαξε στο Παρίσι στα μέσα του 9ου αιώνα, μετά από
πρόσκληση του βασιλιά Καρόλου του Φαλακρού), και από εκεί στη μεσαιωνική
θεολογία. ¹⁶ Για τον Scotus Erigena, ο Θεός είναι, χωρίς αμφιβολία, άπειρος και χωρίς διάσταση, αλλά
μπορεί να παρασταθή εικονικά σαν «ο χώρος, ο χρόνος και η περιφέρεια» των
πάντων. ¹⁷ Χρονικά, η αρχή, η μέση και το τέλος ταυτίζονται μέσα του, και
συμπίπτουν σε ένα αδιαίρετο και αιώνιο, μπορούμε να πούμε, σημείο· ενώ χωρικά,
η περιφέρεια και το κέντρο επίσης ταυτίζονται («m a n e t i n s e i p s o u n i v e r s a l i t e r e t s i m p l i c i t e r»:
μένουν μέσα του με καθολικό και με
μοναδικό την ίδια στιγμή τρόπο). Ο Θεός βρίσκεται «παντού ολόκληρος» -
ολόκληρος μέσα σε κάθε άτομο και ολόκληρος ταυτόχρονα μέσα στον εαυτό του. ¹⁸
Η εικόνα της θεϊκής σφαίρας βρίσκεται
επίσης στα έργα των μυστικών Sense, Tauler, Ruysbroeck, και στον Meister Eckhart. ¹⁹ Στην u n i o m y s t i c a (μυστική ένωση)
της ψυχής με τον Θεό, ο άνθρωπος μετέχει, παρά το πεπερασμένο της φύσης του,
στην απειρότητα αυτής της άπειρης σφαίρας. «Εδώ βουλιάζει, εδώ πνίγεται το
πνεύμα στην απύθμενη θάλασσα της θεότητας». Μπορεί να πη: «Μέσα μου (είναι…) ο
Θεός, έξω από εμένα ο Θεός, γύρω μου και γύρω από τον Θεό, τα πάντα είναι ο
Θεός, δεν γνωρίζω τίποτε άλλο παρά τον Θεό» (Tauler). ²⁰ Για τον Meister Eckhart ο Θεός είναι «μια άπειρη πνευματική
σφαίρα, που το κέντρο και η περιφέρειά της βρίσκονται παντού».²¹
Ο Johannes Kepler χρησιμοποίησε αργότερα, αντλώντας από τα γραπτά τού Nicholas of Cusa (Νικολάου
Κουζάνου), την ίδιαν εικόνα. Η αρχέγονη εικόνα του κόσμου, γράφει, είναι ο Θεός
ο ίδιος, «στον οποίον δεν μοιάζει καμμιά άλλη τόσο μορφή, όσο η επιφάνεια μιας
σφαίρας». ²² Ο Θεός (Σ.τ.Μ.: ενν. ο Πατέρας) είναι, ας πούμε, το σημείο
προέλευσης στο κέντρο αυτής τής σφαίρας· ο Υιός είναι η παγκόσμια αποκάλυψη της
μοναδικότητας αυτού τού σημείου· και το Άγιο Πνεύμα είναι, τελικά, «η ταυτότητα
του ενδιάμεσου χώρου». Ο πεπερασμένος κόσμος είναι πλασμένος έτσι ώστε να
συμφωνή μ’ αυτήν τη θεϊκή αρχέγονη εικόνα, και αυτός είναι ο λόγος που η
γεωμετρία είναι θεϊκή τέχνη. Το ανθρώπινο πλάσμα έχει επίσης την ίδια σφαιρική
μορφή· βρίσκεται ανάμεσα στο θεϊκό πνεύμα και τον φυσικό κόσμο, όπως η κυκλική
γραμμή ανάμεσα στην επιφάνεια της σφαίρας και στο επίπεδο από το οποίο αυτή
τέμνει ένα κομμάτι. ²³
Για τον Isaac Newton (1642 – 1727 ) ο τρισδιάστατος χώρος παραμένει επίσης κάτι «σαν η υλοποιημένη εκπόρευση του Θεού». Η
πανταχού παρουσία τού Θεού έγινε έτσι η αρχέγονη, μπορούμε να πούμε, εικόνα
ενός φυσικού πεδίου. ²⁴ Γράφει ο Newton: «Ο Θεός είναι
αιώνιος, άπειρος, παντοδύναμος και παντογνώστης, υπάρχει δηλαδή «από του αιώνος
και έως του αιώνος», κυβερνάει τα πάντα και γνωρίζει ο,τιδήποτε συμβαίνει και
μπορεί να συμβή. Επειδή ακριβώς υπάρχει αιώνια και είναι πανταχού παρών. Αυτός
δημιουργεί τον χώρο, την αιωνιότητα και το άπειρο». ²⁵ Ο Newton διακρίνει στη συνέχεια έναν «απόλυτο, πραγματικό, μαθηματικό χρόνο»,
που ρέει συνεχώς μέσα στον εαυτό του, και έναν σχετικό, φαινομενικά κοινό χρόνο,
που είναι το μέτρο της διάρκειας. Με τον ίδιο τρόπο, ο «απόλυτος χώρος» είναι
γι’ αυτόν πάντοτε ίδιος με τον εαυτό
του, ενώ ο μετρητός, σχετικό χώρος είναι το μέτρο για οτιδήποτε κινείται. Ο
απόλυτος χρόνος και ο απόλυτος χώρος είναι οι «πρωταρχικοί κοινοί τόποι όλων
των πραγμάτων, και είναι ακίνητοι καθεαυτοί». Σ’ αυτούς εκδηλώνεται η πανταχού
παρουσία του Θεού. Η φυσική είναι, επομένως, ένα ιδιαίτερο είδος θεολογίας. ²⁶
Η γεωμετρία είναι κι αυτή μια θεϊκή τέχνη, επειδή αποκαλύπτεται, ας το πούμε
έτσι, ο νόμος τής δημιουργίας του κόσμου στην αξιωματική δομή της. ²⁷
Στη γενική θεωρία της σχετικότητας, που
είναι παραδεκτή σήμερα, ο χώρος και ο χρόνος θεωρούνται σαν ένα τετραδιάστατο
μετρικό πεδίο, που καθορίζει την απόσταση ανάμεσα σε σημεία που βρίσκονται πολύ
κοντά το ένα στο άλλο. Τα μετρικά στοιχεία που αποδίδονται σ’ αυτό το πεδίο
έχουν απόλυτη έννοια, δεν μπορεί δηλαδή να μιλήση κανείς γι’ αυτά χωρίς να πάρη
υπ’ όψη του την παρουσία της ύλης. ²⁸ «Γνωρίζουμε επομένως», γράφει ο Markus Fierz, «ότι ο χώρος είναι ακόμη, από μιαν πολύ
ουσιαστική άποψη, αυτό που ήταν στην αρχή, το στοιχείο που αγκαλιάζει τα πάντα,
και μέσα στο οποίο τα πάντα κινούνται και ενεργούν. Και όταν θέλη σήμερα ο Pascual Jordan να συλλάβη τον χώρο σαν μια μετρική
πολλαπλότητα, μέσα στην οποία συνεχώς δημιουργούνται από μόνοι τους νέοι
αστρικού κόσμοι, μπορούμε να πούμε ότι η ιδέα της ουσιαστικής ταύτισής του με
το αρχαίο Δημιουργικό Πνεύμα δεν έσβησε ακόμη εντελώς». ²⁹ Στον καιρό μας, οι
καθαρά μαθηματικές συλλήψεις και σύμβολα έχουν γίνει οι περισσότερο, φυσικά,
αποδεκτές παραστάσεις της πραγματικότητας, και έχουν εκτοπίσει τις περισσότερο
οπτικά συμβολικές, παλαιότερες ιδέες.
Στη θεωρία του Eistein, όχι μόνον
εμφανίζεται η ίδια αρχέγονη εικόνα με τροποποιημένη μορφή, αλλά συνδέεται επίσης
στενά και με την ιδέα τής ύλης. Σύμφωνα με τον Enstein, η ύλη είναι ένα
ενεργοποιημένο στάδιο μιας «δυναμικής γεωμετρίας». ³⁰ Ο υπερχώρος αυτής της
δυναμικής γεωμετρίας περιέχει «οπές», μέσα στις οποίες και συλλαμβάνονται ας
πούμε, στην τοπολογία του υπερχώρου, οι ηλεκτρικές γραμμές της ενέργειας. ³¹
Αυτή είναι μια πραγματική πολλαπλότητα, που η απεικόνισή της, η οποία είναι, χρονικά, πάντοτε κάτι το στιγμιαίο, είναι μια
γεωμετρία τού 3. Ο ίδιος ο υπερχώρος δεν
έχει, πάντως, τετραπλή γεωμετρία (η ιδέα του χωρο-χρόνου χάνει εντελώς το κύρος
της σ’ αυτήν την περιοχή). ³² [Σ.τ.Μ.: Για την κλασσική μηχανική ο χρόνος
«ρέει» με τον ίδιον ρυθμό σε όλα τα συστήματα αναφοράς, και κάθε σημείο του
χώρου καθορίζεται με τρείς συντεταγμένες.] Ο Wheeler συγκρίνει αυτήν
τη σύλληψη με ένα κυματιστό στρώμα αφρού, διάτρητο από αναρίθμητες «οπές», μέσα
στις οποίες εμφανίζονται και εξαφανίζονται συνεχώς καινούργιες φούσκες· αυτό το
στρώμα είναι η ίδια η «δυναμική γεωμετρία», στην οποίαν τα συστατικά της
ενέργειας του κενού, που αντισταθμίζουν
το ένα το άλλο, εξουδετερώνονται σε μεγάλον βαθμό. ³³ Η τριπλή σφαίρα (S
₃), η τριπλή σφαίρα με μιαν οπή (S₂ x S₁ = W₁, όπου S=σφαίρα,
W= wormhole=οπή) και η
τριπλή σφαίρα με v οπές θεωρούνται σήμερα σαν η περισσότερο
αποδεκτή τοπολογία για έναν τέτοιον υπερχώρο. ³⁴
Αυτά τα μοντέλα σκέψης είναι νέες
παραλλαγές της παλαιάς παράδοξης εικόνας της σφαίρας, που «η περιφέρειά της δεν
βρίσκεται πουθενά ( s i r c u m f e r e n t i a n u s q u a m). O
δυαλισμός που αναφέραμε στην αρχή τού κεφαλαίου, ανάμεσα στη φυσική και τη θεολογική
ερμηνεία της εικόνας τής σφαίρας, υπήρχε και στους μεταγενέστερους, επίσης,
αιώνες. Αν και συγγραφείς όπως ο Weigel, o Baader και ο Boehme συνέχισαν να
δίνουν ιδιαίτερη σημασία στη θεολογική ερμηνεία της εικόνας της σφαίρας, η
εποχή του Newton και του Kepler διείδε την αρχή
μιας διαδικασίας μερικής εκκοσμίκευσης και μαθηματικοποίησης της εικόνας, με
την απώλεια της «μυθικής» της σημασίας· αυτή η εικόνα έγινε όλο και περισσότερο
η βάση μιας καθαρά επιστημονικής χρήσης της γεωμετρίας της δομής του χώρου και
της ιδέας του χρόνου. Ενώ η πλευρά του συμβόλου της σφαίρας σαν εικόνας του
Θεού υποχώρησε σταδιακά στο βάθος. ³⁵
Από την άλλη μεριά, εμφανίσθηκε άλλη μια
ιστορική διαδικασία μεταμόρφωσης της χρήσης της εικόνας της σφαίρας: η όλο και
περισσότερο ψ υ χ ο λ ο γ ι κ ή της ερμηνεία. Η εικόνα αυτή αποδίδεται
σίγουρα, συμβατικά σχεδόν ακόμη, από τον Fichte στη θεότητα,
αλλά χρησιμοποιείται συγχρόνως πλατειά, για να δείξη έ ν α κ
ε ν τ ρ ι κ ό σ η μ ε ί ο τ η ς
π ρ ο σ ω π ι κ ό τ η τ α ς, που
βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο, ένα σημείο που ο Fichte το περιγράφει σαν
το «παραγωγικό και δημιουργικό» ή σαν το «απόλυτο εγώ» ³⁶ (σε αντίθεση με το
κοινό και εμπειρικό εγώ). Η «άπειρη ουσία τού εγώ» προσλαμβάνει συνεχώς
συγκεκριμένη μορφή στο περιστασιακό εγώ. Το οποίο και προσπαθεί να επεκταθή απ’
την πλευρά του, και πέρα απ’ τον συμπτωματικό του χαρακτήρα, προς εκείνο το
ιδεατό ή απόλυτο εγώ. Ο Hardenberg (Novalis) αντιλαμβάνεται
αυτό το ιδεατό εγώ του Fichte περισσότερο σαν
μιαν εικόνα του Θεού μέσα στον άνθρωπο. ³⁷ Το πόσο πολύ πλησιάζουν τις Γουγκιανές
συλλήψεις του Ταυτού και του εγώ αυτές οι ιδέες, είναι κάτι το πολύ, νομίζω,
προφανές.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.Που είχε την έννοια μιας παγκόσμιας, συνήθως, ψυχής, της οποίας και είναι τμήματα οι ατομικές ψυχές.
2. Βλέπε: Πλούταρχος, απόσπασμα V, που αναφέρεται από τον Ευσέβιο στην «Ευαγγελική προπαρασκευή», ΙΙΙ, 1. Σύγκρινε: Andersen: «Λόγος και Νόμος», σ. 257.
3. R.B.Onians: «Οι πηγές της ευρωπαϊκής σκέψης», σ.σ. 35 κ.ε.
4. Ο. π., σ. 13.
5. Ο. π., σ. 17 Η ιδέα προέρχεται από τον Stout.
6. Ο. π., σ. 37. Η πνευμονία θεωρούνταν μια αρρώστια, που είχε αιτία τον έρωτα.
7. D. Mahnke «Η σφαίρα που δεν τελειώνει πουθενά, με το κέντρο που βρίσκεται παντού», σ. 243.
8. Ο. π. σ.σ. 239 κ.ε. (Η ιδέα αυτή δεν εμφανίζεται ακόμη ούτε στον Ξενοφάνη).
9. Ο. π., σ. 240.
10. Ο. π., σ. 238.
11. Ο. π., σ. 236.
12. Ο. π., σ. 229, 221.
13. Ο. π., σ. 220.
14. Ο. π., σ. 217.
15. Ο. π., σ..σ. 212 κ.ε. Βλέπε επίσης σ. 171.
16. Ο. π., σ. 214, και ιδιαίτερα στην σ. 193.
17. Ο. π., σ. 192, που αναφέρεται στο «De divisione natura» (Περί της διαιρέσεως της φύσεως»), Ι, 12, ΣΤΉΛΗ 455 Α.
18. ο. Π., Σ. 193. Ο Θεός είναι επίσης η μονάδα, που περιέχει όλους τους άλλους αριθμούς εντός της, σε μιαν ενότητα (σ. 190).
19. Ο. π., σ. 164.
20. Ο. π., σ. 167.
21. Αναφέρεται στο ίδιο έργο, σ. 150.
22. O. π., σ.σ. 132 κ.ε. Αντίθετα με τον Giordano Bruno, o Kepler δεν φαντάσθηκε έναν άπειρον αριθμό κόσμων, αλλά μόνο μια σφαίρα, που, αν και χωρίς όρια, είναι πεπερασμένη.
23. Ο. π., σ.σ. 135 κ.ε.
24. Samburski «Η εικόνα του φυσικού κόσμου στην αρχαιότητα», σ. 189. Η στωϊκή ιδέα ενός τ ό ν ο υ που συγκρατεί τον κόσμο αντιστοιχεί, όπως παρατηρεί ο Sambruski, με την ιδέα ενός στάσιμου κύματος ή μιας ακινητοποιημένης ταλάντωσης.
25. Newton: « Γενικό Σχόλιο» στη 2η έκδοση των ¨Αρχών», που αναφέρεται στο έργο του M. Fiertz: «Ο Issaak Newton σαν μαθηματικός».
26. M. Fiertz: «Για τις πηγές και τη σημασία της διδασκαλίας του Issaak Newton για τον απόλυτο χώρο», σ.σ. 624 κ.ε., ιδιαίτερα οι σ.σ. 67,69 κ.ε.
27. Mahnke: «Η σφαίρα που δεν τελειώνει πουθενά», σ.σ. 17,19. Ο Henry Moore συμφωνούσε μ’ αυτήν την ιδέα του Newton. Το έργο του αποτελεί την πηγή, μεταξύ των άλλων, για τον Leibnitz, ο οποίος εφαρμόζει επίσης τη μορφή τής σφαίρας στη θεϊκή, αρχέγονη μονάδα. Αλλά και όλες οι άλλες μονάδες είναι «κέντρα», όπως λέει, «μιας περιφέρειας που δεν έχει όρια».
28. Fiertz: «Για τις πηγές και τη σημασία της διδασκαλίας του Isaak Newton για τον απόλυτο χώρο», σ.σ. 100 κ.ε.
29. Ο. π., σ. 100.
30. A. Wheeler: «Το όραμα του Einstein», σ. 1. Το ηλεκτρικό φορτίο θα έπρεπε να ορισθή τότε σαν ηλεκτρικές γραμμές ισχύος, που βρίσκονται παντού χωρίς εξαίρεση, αλλά συνδέονται (αναμεταξύ τους…) λόγω της τοπολογίας ενός πολλαπλά συνδεόμενου χώρου (σ.σ. 10 κ.ε.).
31. Ο. π., σ.σ. 11, 43.
32. Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την «κατάρρευση της βαρύτητας», βλέπε: ο.π., σ. 28.
33. Ο. π., σ. 47.
34. Ο. π., σ. 63 και σ. 95, αρ. 55. Σε ένα έξοχο άρθρο, η Mary Gammon προσπάθησε να συσχετίση το μοντέλο του χώρου του Enstein με τη Γιουγκιανή αντίληψη του u n u s m u n d u s (ενιαίου κόσμου). Τα βασικά σημεία αυτής τής απόπειρας βρίσκονται στο έργο της Gammon: «Παράθυρο στην αιωνιότητα: Αρχέτυπο και Σχετικότητα», σ.σ. 11 κ.ε.
35. Mahnke: «Η σφαίρα που δεν τελειώνει πουθενά», σ. 12.
36. Ο. π., σ.σ. 8 κ.ε.
37. ο. π., σ. 3.
(συνεχίζεται)