(«Θεμελιώθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ διὰ τῶν Ἀποστόλων καὶ παρέμεινε ἕνας ζωντανός, ἱστορικὸς σύνδεσμος μὲ τοὺς Ἀποστόλους μέσῳ τῆς χειροτονίας»)
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ :
τοῦ Frank Schaeffer «ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ ΤΩΝ ΨΕΥΤΙΚΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ»
ἐκδ. «Μακρυγιάννης», Κοζάνη 2000,
σελ. 263-268
Στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»
. Ὁ σύγχρονός μας π. Γεώργιος Φλορόφσκυ, ὁ μεγάλος Ὀρθόδοξος ἐρευνητὴς καὶ καθηγητὴς τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας στὸ πανεπιστήμιο τοῦ Harvard, ἔγραψε:
. «Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ στὴν γῆ-εἶναι ἡ εἰκόνα καὶ ἡ κατοικία τῆς εὐλογημένης παρουσίας του στὸν κόσμο. . . Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Ὅλη ἡ κατηγορηματικὴ δύναμη καὶ τὸ ἀποκορύφωμα τῆς σ’ αὐτὸν τὸν ἀφορισμὸ βρίσκεται στὴν ταυτολογία του. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει σωτηρία, διότι σωτηρία εἶναι ἡ Ἐκκλησία, διότι σωτηρία εἶναι ἠ ἀποκάλυψη τῆς ὁδοῦ γιὰ τὸν καθένα ποὺ πιστεύει στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀποκάλυψη βρίσκεται μόνο στὴν Ἐκκλησία. . . Τὸ βασίλειο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἑνότητα. Καὶ ἀσφαλῶς αὐτὴ ἡ ἑνότητα δὲν εἶναι ἐξωτερική, ἀλλὰ ἐσωτερική, στενή, ὀργανική. Εἶναι ἡ ἑνότητα τοῦ ζῶντος σώματος, ἡ ἑνότητα τοῦ ὀργανισμοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ μία ἑνότητα ὄχι μόνον μὲ τὴν ἔννοια ὅτι εἶναι μία καὶ μοναδικὴ εἶναι πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα μία ἑνότητα, διότι αὐτὴ καθ᾽ ἑαυτὴν ἡ ὕπαρξή της συνίσταται στὴν ἐπανένωση τῆς χωρισμένης καὶ διαιρεμένης…ἀνθρωπότητας. . . Μέσα στὴν Ἐκκλησία ἡ ἀνθρωπότητα περνᾶ σὲ ἄλλο ἐπίπεδο, ἀρχίζει ἕναν καινούργιο τρόπο ὕπαρξης. Μία νέα ζωὴ γίνεται δυνατή, μία ζωὴ ἀληθινή, ὁλοκληρωμένη καὶ πλήρης, μία καθολικὴ ζωή, μὲ τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης. Ἀρχίζει μία καινούργια ὕπαρξη, μία νέα ἀπαρχὴ ζωῆς, καθὼς σὺ Πάτερ ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν σοί, οὕτω καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν. . . ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς καὶ ἡμεῖς ἓν ἔσμεν»[1].. Σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡ σύγχυση ποὺ μᾶς περιβάλλει δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ τί σχεδίασε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν Ἐκκλησία του [2]. Ἡ ἀνομία τοῦ πολιτισμοῦ μας δὲν ἦταν ἀνάγκη νὰ μολύνει τὴν ἱστορικὴ Ἐκκλησία μὲ τὸν σχετικισμό.[3] Πράγματι ὁ ἴδιος ὁ πολιτισμὸς δὲν χρειαζόταν νὰ ὑποβαθμισθεῖ ἀπὸ τὸν ψεύτικο Χριστιανισμὸ καὶ ἀπὸ τὸν ἐκκοσμικευμένο Ἀνθρωπισμό, ποὺ ἀκολούθησε ὡς ἐπακόλουθό του, διότι ἡ αὐθεντικὴ ἱστορικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἀκόμη παροῦσα στὴ γῆ. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ποὺ φέρει μέσα της τὸν Χριστὸ καὶ ἐναντίον τῆς ὁποίας οἱ πύλες τοῦ Ἅδου δὲν κατίσχυσαν, ἐπιζῆ μέχρι σήμερα.
. Σύμφωνα μὲ τὸν πατέρα καὶ μάρτυρα τῆς Ἐκκλησίας, τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας, ὁ ὁποῖος ἔγραψε γύρω στὸ 110 μ. Χ. , ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ εἶναι τόπος κανονικῆς τάξεως, ἑνότητας καὶ ἀποστολικῆς αὐθεντίας. Νὰ τί τονίζει: «Φροντίσατε νὰ τὰ κάνετε ὅλα κατὰ Θεόν, μὲ τὸν ἐπίσκοπο προκαθήμενον εἰς τύπον Θεοῦ καὶ μὲ τοὺς πρεσβυτέρους εἰς τύπον τῆς συνόδου τῶν ἀποστόλων καὶ μὲ τοὺς διακόνους, τοὺς πολὺ ἀγαπητούς μου, τοὺς ἐμπιστευμένους τὴν διακονίαν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα προαιώνιος καὶ ἦταν ὁ Θεὸς Λόγος καὶ Μονογενὴς Υἱός. . . Μὴν παρασύρεσθε ἀπὸ ἄλλες ἑτερόδοξες διδασκαλίες οὔτε ἀπὸ παλαιοὺς μύθους, ποὺ εἶναι ἀνάξιοι λόγου».[4]
. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας διετέλεσε ἐπίσκοπος τῆς πόλης αὐτῆς, ἀφοῦ διαδέχθηκε τὸν ἅγιο Εὐόδιο, ὁ ὁποῖος εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Πέτρο. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἔγραψε ἕναν ἀριθμὸ ἐπιστολῶν πρὸς τὶς Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὅλες δέχονταν τὴν ἀποστολικὴ αὐθεντία καὶ διαδοχὴ ὡς θεμέλιο τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὲς οἱ ἀξιόλογες ἐπιστολές, γραμμένες κατὰ τὸν χρόνο τοῦ ταξιδιοῦ τοῦ ἁγίου πρὸς τὴν Ρώμη, ὅπου τὸν περίμενε ἕνα ἀπάνθρωπο μαρτύριο στὸ Κολοσσαῖο, ὑπερασπίζονται τὴν κανονικὴ τάξη καὶ τὴν πειθαρχία ἀπαραίτητη στὴν πρακτικὴ τῆς αὐθεντικῆς Χριστιανοσύνης. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος μαρτύρησε στὴν Ρώμη, ἀφοῦ πρῶτα οἱ ἐπιστολές του ἔφθασαν στὶς ἑπτὰ Ἐκκλησίες.[5]. Πολλὲς Ὁμολογίες ἰσχυρίζονται, ὅτι ἀποτελοῦν «Ἐκκλησίες». Ἀλλ᾽ ἐὰν ὁ ὅρος «Ἐκκλησία» διατηρεῖ κάποιο νόημα, πρέπει νὰ ρωτήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας τί ἐννοοῦμε μ᾽ αὐτόν. Εἶναι ἡ «Ἐκκλησία» ἁπλῶς ἕνα σύνολο ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι χριστιανοί;[6] Ἢ ἔχει ἡ λέξη ἕνα ἱστορικὸ νόημα, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅπως οἱ λέξεις «Γαλλία» ἢ «Μεγάλη Βρετανία» σημαίνουν πραγματικοὺς τόπους καὶ ὄχι ἁπλῶς μία ἰδέα ἢ ἕνα αἴσθημα ὅτι ὑπάρχει Γαλλία ἢ Μ. Βρεταννία πνευματικά; Ὁ πολὺ γνωστὸς συγγραφέας καὶ Ὀρθόδοξος ἱερέας Ἀντώνιος Μ. Κόνιαρης γράφει: «Τί ἐννοοῦμε, ὅταν χρησιμοποιοῦμε τὴν λέξη “Ἐκκλησία”; Πρόσεξε τὴν ἀπέραντη ποικιλία τῶν ὁμάδων, ποὺ αὐτοαποκαλοῦνται “Ἐκκλησίες”. Στὴν πραγματικότητα ὁ καθένας σήμερα μπορεῖ νὰ ἱδρύσει μία “Ἐκκλησία” γιὰ τὸν ἑαυτό του. . . Ἀλλὰ εἶναι αὐτὲς στ᾽ ἀλήθεια Ἐκκλησίες; Θεμελιώθηκαν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους; Τί εἴδους ἱστορικὸ δεσμὸ ἔχουν αὐτὲς μὲ τοὺς Ἀποστόλους; Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ ὡς Ἐκκλησία ἐννοοῦμε τὸ Σῶμα, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Ἰησοῦς εἶναι παρὼν στὸν κόσμο σήμερα. Αὐτή, πιστεύουμε, θεμελιώθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ διὰ τῶν Ἀποστόλων καὶ παρέμεινε ἕνας ζωντανός, ἱστορικὸς σύνδεσμος μὲ τοὺς Ἀποστόλους μέσῳ τῆς χειροτονίας τῶν κληρικῶν. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος χειροτονεῖ σήμερα ἕναν Ὀρθόδοξο ἱερέα, μπορεῖ νὰ ἀνιχνεύσει τὴν χειροτονία του ἱστορικὰ μέχρι τοὺς Ἀποστόλους καὶ μέσῳ αὐτῶν μέχρι τὸν Χριστό, ἀποτελεῖ ἐγγύηση ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν θεμελιώθηκε ἀπὸ κάποιον ποὺ ὀνομαζόταν Joe Smith λίγους αἰῶνες πρίν, ἀλλ᾽ ἀπ᾽αὐτὸν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ (βρίσκει τὴν ὕπαρξή της πίσω, στὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ». [7]
. Ὅσον ἀφορᾶ στὸν ὅρο «Ἐκκλησία», γιὰ νὰ ἔχει κάτι περισσότερο ἀπὸ ἕνα ὑποκειμενικὸ μήνυμα, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κατανοητὸς ἔξω ἀπὸ τὸ πλαίσιο τῆς καλὰ τεκμηριωμένης ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς σταθερῆς της διδασκαλίας γιὰ τὸν ἑαυτό της καὶ γιὰ τὴν καταγραφὴ τῆς κοσμικῆς ἱστορίας. Ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ πάντα δίδασκε ὅτι ὅσοι ἐμφανίζονται ὡς ἐπίσκοποι ἢ ἱερεῖς, γιὰ νὰ εἶναι αὐθεντικὰ ἀποστολικοί, πρέπει νὰ μποροῦν νὰ ἀποδεικνύουν τὴν ἀδιάσπαστη ἱστορικὴ συνέχεια μὲ τὴν πρώτη ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία θεμελιώθηκε ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστό.[8] Ὅπως ἔγραψε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ἄλλο θεμέλιο δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ βάλει παρὰ ἐκεῖνο ποὺ ἔχει τοποθετηθεῖ κι αὐτὸ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς» (Α´ Κορ. γ´11).
. Τὰ κατ᾽ ἐξοχὴν διακριτικὰ γνωρίσματα τῆς Ἱστορικῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ ἀναλλοίωτό της, ἡ ἀδιάκοπη συνέχειά της, ἡ πιστότητά της σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ ἡ κατὰ κανονικὴ τάξη ἀποστολική της διαδοχή.[9] Σύμφωνα μὲ τὴν Ἱερὰ Παράδοση, ἡ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ ἡ συνέχιση τοῦ ἔργου ποὺ ἄρχισε ὁ Χριστός, δὲν εἶναι τυχαία ἀλλὰ καθορίστηκε ἐνσυνείδητα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό.[10] Σύμφωνα μὲ τὴν ἁγία Γραφή, ἐμεῖς μάθαμε ὅτι «ὅταν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς στὰ μέρη τῆς Καισαρείας τοῦ Φιλίππου, ρωτοῦσε τοὺς μαθητες του λέγοντας, Ποιὸς νομίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶμαι ἐγώ, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; . . . Ἀποκρίθηκε ὁ Σίμων Πέτρος καὶ εἶπε: Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ! Τοῦ ἀποκρίθηκε τότε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε: Μακάριος εἶσαι Σίμων, γιὲ τοῦ Ἰωνᾶ, διότι αὐτὸ δὲν σοῦ τὸ ἀποκάλυψε κανεὶς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Πατέρας μου ὁ οὐράνιος. Καὶ ἐγὼ σοῦ λέω ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ Πέτρος καὶ ἐπάνω σ᾽ αὐτὴ τὴν πέτρα (τῆς ὁμολογίας σου) θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου καὶ ὁ θάνατος δὲν θὰ τὴν νικήσει. Θὰ σοῦ δώσω τὰ κλειδιὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ ὁτιδήποτε ἀφήσεις ἀσυγχώρητο ἐπάνω στὴν γῆ θὰ μείνει ἀσυγχώρητο καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ ὁτιδήποτε συγχωρήσεις ἐπάνω στὴν γῆ θὰ εἶναι συγχωρημένο καὶ στὸν οὐρανό. Τότε (ὁ Ἰησοῦς) παρήγγειλε μὲ αὐστηρότητα νὰ μὴν ποῦν σὲ κανέναν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστὸς» (Ματθ. ιϛ´13-20).
1. Γ. Φλορόφσκυ, Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία, Παράδοσις, σ. 50-53.
2. «Διότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ ἀχώριατη ζωή μας, εἶναι, κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Πατρός, ὅπως καὶ οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν χειροτονηθεῖ παντοῦ στὸν κόσμο, εἶναι κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἑπομένως, πρέπει ἐσεῖς νὰ ζῆτε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ ἐπισκόπου. . . », Ἁγίου Ἰγνατίου Ἀντιοχείας (11Ο μ. Χ), Ἐπιστολὴ πρὸς Ἐφεσίους, 3,2, ΒΕΠ 2, 264-265.
3. «Ἡ σχέση ἀνάμεσα στὸν θρησκευτικὸ κατακερματισμὸ καὶ στὸν ἐκκοσμικευμένο ἀνθρωπισμὸ μπορεῖ νὰ συνοψισθεῖ. . . στὸ ὅτι ὁ κατακερματισμός, ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Προτεσταντισμό, ἀποτέλεσε τὸ κέντρο σ᾽ ἐκεῖνον τὸν μονολιθικὸ καὶ ἡγεμονικὸ θρησκευτικὸ πολιτισμό, ὅπως ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὴν Μεταρρύθμιση, καὶ ὁ ὁποῖος εἶχε προβάλει μεγαλύτερη ἀντίσταση στὴν ἐκκοσμίκευση», Steve Bruce, A House Divided, a. 27.
4. Ἁγίου Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Ἐπιστολὴ πρὸς Μαγνησιεῖς, 6, ΒΕΠ 2,269.
5. Ἐπειδὴ οἱ ἐπιστολές του εἶναι τόσο πρώιμες καὶ τόσο κατηγορηματικὲς στὶς ἀναφορές τους γιὰ τὴν ἀποστολικὴ αὐθεντία, τὴν Ἱερὰ Παράδοση καὶ τὴν ἱεραρχία, οἱ σχισματικοί, οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, ἰδιαίτερα δὲ οἱ Ἀναβαπτιστές, ἔχουν ἐπιχειρήσει ἀρκετὲς φορὲς νὰ ὑποτιμήσουν τὴν κανονικότητά τους. Ὅμως ἡ αὐθεντικότητα αὐτῶν τῶν ἐπιστολῶν ἐπιβεβαιώθηκε κατ᾽ ἐπανάληψιν ἀπὸ διαφόρους ἐρευνητές, μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ J. Β. Lightfoot, ὁ Adolf Von Harnack καὶ ὁ Theodore Zahn. Τώρα ἡ αὐθεντικότητά τους εἶναι γενικὰ ἀποδεκτή, καί, μαζί της εἶναι, ἀποδεκτὴ καὶ ἡ πεποίθηση ὅτι τόσο νωρίς, ἀπὸ τὸ 110 μ.Χ., 60 ἢ 70 μόλις χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοϋ Χριστοῦ καὶ ἐνῶ ἦταν ζωντανὴ ἀκόμη ἡ μνήμη τῶν Ἀποστόλων, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὑπερασπίζονταν μὲ σθένος τὴν ἀποστολικὴ αὐθεντία.
6. Anthony M. Coniaris, Introducing the Orthodox Church (Minneapolis, MN, 1982).
7. Αὐτόθι, σ. 1.
8. «Μία ἀπὸ τὶς κύριες φροντίδες τῶν ἀπολογητῶν (στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία, 100-300 μ. Χ. ) ἦταν νὰ δείξουν τὴν συνοχὴ τοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὴν ἱστορία γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο. . . Ἡ προϋπόθεση. . . ἦταν ὅτι ἡ πρώτη παρακαταθήκη τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας εἶχε δοθεῖ ἀπὸ τὸν Χριστὸ στοὺς ἀποστόλους καὶ ἀπὸ αὐτοὺς μὲ τὴν σειρά τους στοὺς διαδόχους τους, τοὺς Ὀρθοδόξους ἐπισκόπους καὶ διδασκάλους. . . Σ᾽ αὐτὴ τὴν πρώιμη χριστιανικὴ χρήση τῶν ὅρων, ἡ αἵρεση, δὲν ἦταν ἀπόλυτα διακεκριμένη ἀπὸ τὸ σχίσμα (Α´ Κορ. ια´18-19). Καὶ οἱ δύο ὅροι ἀναφέρονταν στὸν φατριασμό. . . Φατριασμός. . . διχοστασίες καὶ σκάνδαλα ἀντίθετα πρὸς ὅσα διδαχθήκατε (Ρῶ 16,17)», Jaroslav Pelikan, The Christian Tradition, v. 1: The Emergence of the Catholic Tradition (100-600), a. 68-69.
9. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπιπλήττει τὸν καθένα, ὁ ὁποῖος θὰ παραστρατοῦσε ἀπὸ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἀκολουθοῦσε κάποιους αὐτοανακηρυγμένους ἡγέτες. «Ὅταν γὰρ λέγη τις, ἐγὼ μὲν εἰμι Παύλου (Α´Κορ. γ´4)
10. «Τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας πραγματικὰ συνεχίζεται ἀναλλοίωτο καὶ εἶναι παντοῦ τὸ ἴδιο. . . ἀνανεώνεται σταθερὰ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. . . Στὴν Ἐκκλησία ὁ Θεὸς ἔθεσε τοὺς ἀποστόλους, τοὺς προφῆτες, τοὺς διδασκάλους καὶ ὅλα τὰ ἄλλα χαρίσματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐργάζεται τὸ Πνεῦμα. . . διότι, ὅπου ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, ἐκεῖ βρίσκεται καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. . . », Ἁγίου Εἰρηναίου, Κατὰ Αἱρέσεων, The Faith of the Early Fathers, τ. Ι. (μεταφρασμένο στὰ ἀγγλικὰ ἀπὸ τὸν W. A. Jurgens). σ. 94.
ΣΧΟΛΙΟ
Τό ίδιο τραγικό χάσμα πού εμφανίζεται στό μικρό απόσπασμα κυριαρχεί σήμερα στήν νοοτροπία τής διοικήσεως τής εκκλησίας καί εμφανίζεται σάν εκκλησία. Ο συγγραφεύς σάν σύγχρονος άνθρωπος ορίζει τήν χειροτονία σάν τόν "ἱστορικὸ σύνδεσμο μὲ τοὺς Ἀποστόλους" και καταλήγει μέ τά χαρίσματα τά οποία θεμελίωσαν τήν πρώτη εκκλησία.
"διότι, ὅπου ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, ἐκεῖ βρίσκεται καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. . . , Ἁγίου Εἰρηναίου" καί είναι η αλήθεια γιά τήν εποχή τού Αγίου Ειρηναίου, αλλά δέν είναι γιά τήν εποχή μας. Σήμερα η εκκλησία θεμελιώνεται έξω από τήν "περιοχή" τών χαρισμάτων, τά εξοβελίζει καί εξορίζεται από αυτά.