Συνέχεια από: Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2025
Ιστορία της ελληνικής και ρωμαϊκής φιλοσοφίας 8
Όγδοος τόμος
Ο Πλωτίνος και ο παγανιστικός Νεοπλατωνισμός
Του Giovanni Reale, Εκδόσεις Bompiani
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Ο ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΥ
Τρίτη ενότητα
Η υπόσταση του Ἑνός–Αγαθού και τα χαρακτηριστικά της**
Αφού γίνει δεκτό ότι η βούληση προέρχεται από Αυτόν, σχεδόν ως προϊόν Του, και ότι ταυτίζεται με την ίδια Του την ουσία, τότε ο ίδιος έχει τεθεί στην ύπαρξη όπως είναι.
Δεν μπορεί λοιπόν να ειπωθεί ότι είναι αυτό που η τύχη έχει επιλέξει, αλλά αυτό που ο ίδιος θέλησε να είναι.
Εννεάδες, VI 8, 13.
1. ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΟΥ ἙΝΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΝ
1 Το Ἕν ως υπέρτατη αρχή
Είναι αδύνατον να κατανοηθεί η πρωτοτυπία και η νεωτερικότητα του Πλωτίνου και, ειδικότερα, η προσωπική του συμβολή στον «δεύτερο πλου», εάν δεν αντιληφθούμε τη μεταβολή δομής που επιφέρει στη μεταφυσική τόσο του Πλάτωνος όσο και του Αριστοτέλη, μεταβολή η οποία οδηγεί σε αποτελέσματα που, από πολλές απόψεις, είναι επαναστατικά.
Είναι βέβαιο ότι στον Πλάτωνα βρίσκονται προπλωτινικά σπέρματα σκέψης, και ότι στην κατοπινή ιστορία του Πλατωνισμού και του Νεοπυθαγορισμού τα στοιχεία αυτά —όπως έχουμε δει— έχουν εξελιχθεί σημαντικά· αλλά ο Πλωτίνος προχωρεί πολύ πέρα από αυτά, διότι από τα σπέρματα αυτά ανέρχεται σε μια πραγματική και πλήρη συστηματική και δομική επανίδρυση της κλασικής μεταφυσικής.
Η έσχατη αρχή του πραγματικού, για τον Αριστοτέλη, ήταν η οὐσία και η νόηση του Ακινήτου Κινούντος.
Για τον Πλωτίνο, αντιθέτως, η αρχή είναι ακόμη υπερβατικότερη: είναι το Ἕν, το οποίο βρίσκεται «πέρα από το είναι και την ουσία» και «πέρα από τον νοῦ». Το Ἕν είναι υπόσταση που υπερβαίνει το ίδιο το Είναι και τον ίδιο τον Νοῦ.
Με αυτή την έννοια, ο Πλωτίνος αναλαμβάνει και οδηγεί στα έσχατα όρια τον κεντρικό πυρήνα των «Ἀγράφων Δογμάτων» του Πλάτωνα, τα οποία, όπως είδαμε στον τρίτο τόμο, λειτουργούν προαναγγελτικά της πλωτινικής σκέψης.
Ας δούμε το συλλογισμό με τον οποίο ο Πλωτίνος θεμελιώνει αυτή τη θέση, σύμφωνα με την οποία το Ἕν είναι το θεμέλιο και η απόλυτη αρχή.
2 «Κάθε τι υπάρχει χάρη στην ενότητα»
Κάθε ον, με την έσχατη σημασία του όρου, είναι τέτοιο μόνο χάρη στην «ενότητα». Αν η ενότητα διαρραγεί, παύει να υφίσταται το ίδιο το πράγμα. Η ύπαρξη του πράγματος εξαρτάται λοιπόν από την ενότητά του: αν την αφαιρέσει κανείς, αφαιρεί το ίδιο το είναι του πράγματος.
Ο Πλωτίνος γράφει:
Όλα τα όντα οφείλουν το είναι τους στο Ένα, τόσο εκείνα που είναι πρώτα, όσο κι εκείνα που συγκαταλέγονται μεταξύ των όντων λόγω κάποιου γνωρίσματος που τους αποδίδεται. Εξάλλου, τι θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε πράγμα, αν δεν ήταν ένα; Διότι, αν το στερήσεις από το ένα που του αποδίδεται, δεν θα ήταν πλέον αυτό που είναι. Για παράδειγμα, ένας στρατός δεν θα υπήρχε καν αν δεν ήταν ένας, και το ίδιο ισχύει για έναν χορό ή για ένα κοπάδι. Αλλά ούτε ένα σπίτι ούτε ένα πλοίο θα υπήρχαν, αν δεν διέθεταν ενότητα· διότι και το ένα και το άλλο είναι ένα, και αν έχαναν αυτή την ενότητά τους, δεν θα ήταν πλέον ούτε σπίτι ούτε πλοίο. Ούτε οι συνεχείς εκτάσεις θα μπορούσαν να υπάρχουν, αν το Ένα δεν τους παραχωρούσε τη μετοχή του. Όμως, όταν διαιρούνται, στον βαθμό που χάνουν την ενότητά τους, μεταβάλλουν το είναι τους. Για παράδειγμα, αν τα σώματα των ζώων και των φυτών, το καθένα μέσα στη δική του ενότητα, ξεφεύγοντας από αυτήν, διαλυθούν στο πολλαπλό, χάνουν την αρχική τους ουσία και δεν είναι πλέον αυτό που ήταν: μετατρέπονται σε διαφορετικά όντα, τα οποία όμως, εφόσον υπάρχουν, είναι κι αυτά ενιαία. Επιπλέον, και η υγεία υπάρχει όταν το σώμα βρίσκει μια ενιαία αρμονία, και το ίδιο ισχύει για την ομορφιά, η οποία είναι παρούσα όσο η φύση του ενός συγκρατεί τα μέρη. Και η αρετή της Ψυχής βρίσκεται όταν υπάρχει μια τάση προς το ένα και όταν επιτυγχάνει την ενοποίηση μέσα σε μια συνεκτική ενότητα.
Ας αναρωτηθούμε τώρα —αφού διαπιστώσαμε ότι το είναι των όντων εξαρτάται από την ενότητά τους— από πού κατάγεται περαιτέρω αυτή η ενότητα.
Ο Πλωτίνος παρατηρεί τα εξής: όλα τα φυσικά όντα λαμβάνουν την ενότητά τους από την Ψυχή (όπως θα φανεί παρακάτω), η οποία είναι ακριβώς η δραστηριότητα που πλάθει, μορφοποιεί και συντονίζει όλα τα αισθητά πράγματα και, υπό αυτή την έννοια, αποτελεί αιτία και θεμέλιο της ενότητάς τους.
3 Η Ψυχή δίνει ενότητα στα πράγματα, αλλά η ίδια λαμβάνει την ενότητά της από τον «Νου»
Θα πούμε, λοιπόν, ότι η ίδια η Ψυχή είναι η ενότητα, ή θα πούμε, μάλλον, ότι η ψυχή παρέχει την ενότητα, αλλά δεν ταυτίζεται με την ενότητα, και ότι, επομένως, αντλεί η ίδια την ενότητά της από κάτι περαιτέρω; Η απάντηση του Πλωτίνου είναι απολύτως σαφής: υπάρχουν διαφορετικοί βαθμοί ενότητας· η Ψυχή έχει έναν βαθμό ενότητας ανώτερο από εκείνον των σωμάτων, αλλά δεν είναι η ίδια η ενότητα.
Από τα πράγματα στα οποία αποδίδεται ενότητα, το καθένα είναι ένα ανάλογα με τον βαθμό τού είναι που έχει, έτσι ώστε όσο λιγότερο είναι διαθέτουν, τόσο λιγότερη ενότητα έχουν, και όσο περισσότερη ενότητα έχουν, τόσο περισσότερο είναι κατέχουν. Και έτσι, ακόμη και η ψυχή —αν και είναι κάτι άλλο σε σχέση με το Ένα— έχει τόσο περισσότερη ενότητα, όσο περισσότερο κατέχει το είναι σε ανώτερο και πληρέστερο βαθμό. Η ψυχή, ωστόσο, δεν είναι το ίδιο το Ένα. Είναι βεβαίως μία, αλλά κατά κάποιον τρόπο έχει το Ένα ως ιδιότητα· επομένως το Ένα και η Ψυχή είναι δύο πραγματικότητες, ακριβώς όπως το Ένα και το σώμα. Μόνο που, σε σχέση με το Ένα, αυτό που αποτελείται από διαχωρίσιμα μέρη —όπως, για παράδειγμα, ένας χορός— είναι ό,τι πιο απομακρυσμένο υπάρχει, ενώ αυτό που είναι συνεχές βρίσκεται πιο κοντά σε Αυτό. Η Ψυχή, αντίθετα, βρίσκεται ακόμη πιο κοντά στο Ένα, εφόσον έχει κι αυτή κάτι κοινό μαζί Του.
Αν, όμως, από το γεγονός ότι η Ψυχή χωρίς το Ένα δεν θα ήταν ψυχή, θελήσει κανείς να συμπεράνει ότι ταυτίζεται με το Ένα, θα έπεφτε πρώτα απ’ όλα στην αντίρρηση ότι και κάθε ένα από τα άλλα όντα υπάρχει επειδή συνοδεύεται από το «είναι ένα», αλλά παρ’ όλα αυτά παραμένει διακεκριμένο από το Ένα· διότι το Ένα και τα σώματα δεν ταυτίζονται, αφού το σώμα μετέχει στο Ένα. Δεύτερον, θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει ότι η Ψυχή είναι πολλαπλή και μία ταυτόχρονα, παρόλο που δεν αποτελείται από μέρη· μέσα της, πράγματι, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός δυνάμεων, όπως η λογική, η επιθυμία και η μάθηση, τις οποίες το Ένα συνδέει σαν με έναν δεσμό. Με αυτό τον τρόπο η ψυχή, χάρη στην ενότητά της, μεταδίδει σε άλλα όντα την ενότητα, την οποία, άλλωστε, και η ίδια κατέχει επειδή την έλαβε από κάποιο άλλο.
Επομένως, η Ψυχή εισάγει στον φυσικό κόσμο την ενότητα, αλλά την λαμβάνει η ίδια από εκείνο που βρίσκεται πάνω από αυτήν, δηλαδή από τον Νου, από τη Διάνοια και από το Είναι.
4 Ακόμη και ο «Νους» εμπεριέχει πολλαπλότητα και δεν ταυτίζεται με την Ενότητα
Σε αυτό το σημείο επανεμφανίζεται το ίδιο πρόβλημα που τέθηκε ήδη σχετικά με την Ψυχή: το Ένα ταυτίζεται με το Είναι και με τη Νοημοσύνη, δηλαδή με τον Νου;
Η απάντηση, και σε αυτή την περίπτωση, είναι αρνητική. Το Είναι και ο Νους, όσο κι αν έχουν έναν ανώτερο βαθμό «ενότητας» σε σχέση με την Ψυχή, δεν είναι το Ένα, διότι εμπεριέχουν πολλαπλότητα: τη δυαδικότητα του «σκεπτομένου» και του «σκεπτομένου αντικειμένου», καθώς και την πολλαπλότητα των Ιδεών, δηλαδή το σύνολο των νοητών πραγματικοτήτων.
Το ακόλουθο απόσπασμα διευκρινίζει γιατί η Νοημοσύνη δεν μπορεί να θεωρηθεί ως το Πρώτο Αρχέγονο:
Η ύπαρξη της Νοημοσύνης συνίσταται κατ’ ανάγκην στο να σκέπτεται, και, στην ύψιστη έκφρασή της, δεν στρέφεται προς κάτι έξω από αυτήν, αλλά απευθείας προς εκείνο που προηγείται από αυτήν· με αυτόν τον τρόπο, καθώς επιστρέφει προς τον εαυτό της, επιστρέφει στήν αρχική αρχή. Καθόσον η ίδια η Νοημοσύνη είναι ταυτόχρονα σκεπτόμενη και σκεπτόμενη πραγματικότητα, θα είναι διπλή και όχι απλή —και με αυτό αποκλείεται το ενδεχόμενο να είναι το Ένα.
Στρέφοντας το βλέμμα της προς κάτι άλλο, χωρίς αμφιβολία θεωρεί εκείνο που είναι ανώτερο και πιο πρωταρχικό σε σχέση με αυτήν· και έπειτα, στρεφόμενη προς τον εαυτό της και ταυτόχρονα προς εκείνο που είναι ανώτερο, τοποθετείται έτσι στη δεύτερη βαθμίδα. Πρέπει οπωσδήποτε να παραδεχθούμε μια τέτοια Νοημοσύνη, η οποία είναι ικανή να βρίσκεται ταυτόχρονα ενώπιον του Αγαθού και του Πρώτου προς το οποίο στρέφεται, χωρίς, από την άλλη, να εγκαταλείπει τον εαυτό της και να παύει να σκέπτεται και να σκέπτεται τον εαυτό της ως το σύνολο όλων των πραγμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, η πολυειδής φύση της διακρίνεται σαφώς από το Ένα.
5 Η αρχή της ενότητας είναι το «Ένα καθαυτό»
Η «ρίζα της ενότητας», επομένως, είναι κάτι που υπερβαίνει και τον ίδιο τον Νου, κάτι απολύτως απαλλαγμένο από κάθε μορφή πολλαπλότητας· είναι το Ένα καθαυτό.
Ορίστε ακόμη ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
Για τον λόγο αυτό η αιτία του αισθητού κόσμου δεν θα μπορούσε να είναι η ίδια ένας αισθητός κόσμος, αλλά πρέπει να είναι Νοημοσύνη και νοητός κόσμος. Ακόμη πριν από αυτόν, όμως, η αιτία που τον παρήγαγε δεν μπορεί να είναι ούτε η Νοημοσύνη ούτε ένας νοητός κόσμος, αλλά κάτι απλούστερο και από το ένα και από το άλλο. Το πολλαπλό δεν προέρχεται από το πολλαπλό, αλλά αυτό το είδος της πολλαπλότητας προέρχεται από το μη-πολλαπλό· πράγματι, αν και αυτό ήταν πολλαπλό, δεν θα ήταν πλέον το πρώτο αρχέγονο. Πρέπει, επομένως, να σταθούμε σε εκείνο που είναι πραγματικά ανώτερο και που δεν εξαρτάται ούτε από καμία πολλαπλότητα ούτε από καμία συνηθισμένη απλότητα, διότι είναι απολύτως απλό. (Εννεάδες, V, 3, 16· πρβλ. επίσης III, 8, 10.)
Συμπερασματικά: αναζητώντας το θεμέλιο των πραγμάτων, δηλαδή την ενότητα, είμαστε αναγκασμένοι να ανυψωθούμε από τον φυσικό κόσμο προς την Ψυχή (που είναι η κατώτερη υπόσταση), κατόπιν από την Ψυχή (η οποία «έχει» αλλά δεν «είναι» ενότητα) προς τον Νου (που είναι η δεύτερη υπόσταση), και από τον Νου (ο οποίος έχει ενότητα ακόμη υψηλότερη από εκείνη της ψυχής, αλλά είναι κι αυτός πολλαπλός) προς μία περαιτέρω αρχή, απολύτως απλή: το Ένα, που είναι η πρώτη υπόσταση, την «Ανυπόθετον Αρχήν», το Απόλυτο.
Ας δούμε τώρα, με τρόπο πιο ακριβή, πώς ο Πλωτίνος εννοεί αυτό το Ένα.
Συνεχίζεται με: II. ΤΟ ἝΝΑ ΩΣ ἈΠΟΛΥΤΗ ἈΡΧΗ