Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025

Ο Σωκράτης και η γέννηση της δυτικής έννοιας της ψυχής (13)

Συνέχεια από Δευτέρα 15. Δεκεμβρίου 2025

Ο Σωκράτης και η γέννηση της δυτικής έννοιας της ψυχής 10

Πρώτο Μέρος

Κεφάλαιο δεύτερο


Οι σωκρατικές θέσεις της σκωτσέζικης σχολής του St. Andrews

5. Η τρίτη θέση στις αποτιμήσεις ορισμένων μελετητών και η συμβολή της παρούσας έρευνας


Όσοι μας έχουν παρακολουθήσει έως εδώ δεν θα εκπλαγούν αν, ήδη από τη διατύπωσή της, η θέση σύμφωνα με την οποία ο Σωκράτης  ανακαλυψε την δυτική ιδέα της ψυχής, έχει, τρόπον τινά, απωθηθεί από την κριτική συνείδηση.

Αναμφίβολα, όπως λέγαμε, καθοριστικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι τη διατύπωσαν εκείνοι ακριβώς οι μελετητές που είχαν την τόλμη να αποδώσουν στον Σωκράτη ό,τι ιστορικά υπήρξε έργο του Πλάτωνα· που είχαν τη θρασύτητα να αντιμετωπίσουν τους διαλόγους του Πλάτωνα σαν να ήταν τα βιβλία που ο Σωκράτης δεν έγραψε ποτέ· που είχαν εκτεθεί στην υποψία ότι ήθελαν να περιορίσουν τον Πλάτωνα στον ρόλο του μεγάλου καλλιτέχνη, ο οποίος θα είχε απλώς δανείσει την πένα του στον δάσκαλό του, γράφοντας κατά κάποιον τρόπο γι’ αυτόν, quasi digito Socratis.

Όμως καθοριστικό υπήρξε επίσης το γεγονός ότι, στο πλαίσιο τού τότε αδιαμφισβήτητου και κοινά αποδεκτού παραδείγματος —το οποίο συμμερίζονταν και οι ίδιοι οι εισηγητές της θέσης— η πρωτοτυπία της μεθόδου με την οποία αυτή συναγόταν αποτελούσε μια ιδιόμορφη ανωμαλία, που έπρεπε πάση θυσία να εξορκιστεί. Με άλλα λόγια, συνέβη και σε αυτή τη θέση ό,τι είχε συμβεί με την αποκατάσταση του Αριστοφάνη ως σωκρατικής πηγής, την οποία τόσο ο Burnet όσο και ο Taylor υπερασπίστηκαν με θαρραλέα αποφασιστικότητα σε εποχές όπου μια τέτοια στάση θεωρούνταν απειλή για το προνόμιο που αποδιδόταν στις κανονικές πηγές και για την ίδια τη συνοχή του παραδείγματος που συμμεριζόταν η επιστημονική κοινότητα.

Το ίδιο το δοκίμιο στο οποίο αυτή η θέση παρουσιάστηκε με συστηματικό τρόπο, δηλαδή η μελέτη του Burnet με τίτλο The Socratic Doctrine of the Soul, παρέμεινε για χρόνια περιορισμένο στα πρακτικά της British Academy και, εν μέρει λόγω του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, γνώρισε ελάχιστη διάδοση. Γι’ αυτό οι μελετητές, κατά κανόνα, αρκέστηκαν να αναφέρονται σε αυτό το δοκίμιο σχεδόν πάντα από δεύτερο χέρι ή να βασίζονται στην περίληψη και στα αποσπάσματα που παραθέτει ο Taylor στη μονογραφία του για τον Σωκράτη. Έτσι τους έλειπε η αναγκαία άμεση επαφή με την πρωτοτυπία της μεθόδου και, κυρίως, η απαραίτητη γνώση της τεκμηρίωσης που ο Burnet είχε συγκεντρώσει με επιμέλεια για να προσδώσει βάθος και συνοχή στην πρότασή του.

Πρέπει να ληφθούν υπόψη αυτές οι συνθήκες για να κατανοηθεί, για παράδειγμα, η τοποθέτηση ενός μεγάλου μελετητή όπως ο Guido Calogero, ο οποίος, σχολιάζοντας τη σωκρατική μονογραφία του Taylor, δείχνει ότι έχει διαισθανθεί με οξυδέρκεια πως η θέση του Σωκράτη ως ανακαλύψας την δυτική ιδέα της ψυχής δεν εξαρτάται από τις υπόλοιπες· στη συνέχεια όμως, ελλείψει της άμεσης γνώσης που μόλις αναφέραμε, γράφει κατά λέξη:
«Η τόλμη αυτής της ανασύνθεσης, η οποία δεν βασίζεται σε καμία θετική μαρτυρία αλλά μόνο στην απουσία μεταβατικών τεκμηρίων ανάμεσα στις αρχαίες νατουραλιστικές έννοιες της ψυχής και στην ηθική σύλληψη που προϋποθέτει ο πλατωνισμός, είναι ακόμη μεγαλύτερη από εκείνη που οδηγεί στο να αποδοθεί στον Σωκράτη η πλατωνική θεωρία των ιδεών».

Όμως, όσοι είχαν την ευκαιρία να αποκτήσουν εκείνη την άμεση επαφή δήλωσαν πρόθυμοι να αποδεχθούν τα συμπεράσματα του burnetιανού δοκιμίου του 1916, έστω κι αν η διαίσθησή τους παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό ανενεργή ή δεν εισακούστηκε. Θα αρκέσουν ορισμένα παραδείγματα.

Ο πρώτος κατά χρονολογική σειρά φαίνεται να ήταν ο Cornford, για τον οποίο η ανακάλυψη του Σωκράτη συνίστατο στο ότι το αληθινό μας εγώ δεν είναι το σώμα, αλλά η ψυχή. Και με τον όρο ψυχή εννοούσε την έδρα εκείνης της ικανότητας της διαίσθησης που γνωρίζει να διακρίνει το καλό από το κακό και να μας καθοδηγεί στην επιλογή του καλού χωρίς δυνατότητα σφάλματος. Από την πλευρά του, ο Ross, αφού υπέβαλε σε αυστηρή κριτική τις παράδοξες θέσεις της σκωτικής σχολής, διατυπώνει την εξής άποψη:
«Μου φαίνεται εξαιρετικά πιθανό […] ότι ο Σωκράτης υπήρξε ο πρώτος που εισήγαγε στην ελληνική σκέψη την έννοια της ψυχής, νοούμενης όχι πλέον ως ωχρό φάντασμα που σχετίζεται κυρίως με τα όνειρα και με τον θάνατο, αλλά ως το πνευματικό μέρος της ύπαρξής μας. Τόσο στα Απομνημονεύματα όσο και στα πρώιμα έργα του Πλάτωνα […] η έμφαση στη φροντίδα και στην αγωγή της ψυχής είναι επαναλαμβανόμενη. Δεν είναι απίθανο ότι εκείνος που, όπως ο Πλάτων, είχε μαθητεύσει κοντά στον Σωκράτη, να ενδιαφέρθηκε τόσο έντονα για το πρόβλημα της ψυχής και ότι όποιος είχε γνωρίσει τους στοχασμούς για το επέκεινα που ο Σωκράτης είχε αναπτύξει τις τελευταίες ημέρες της ζωής του, θα μπορούσε να παρακινηθεί να αναπτύξει μόνος του αυτές τις σκέψεις και να τις επεξεργαστεί συνδέοντάς τες με τα δόγματα των Πυθαγορείων και με τη δική του θεωρία των ιδεών».


Για την πεπεισμένη προσχώρηση του Jaeger στη θέση των σκωτικών πλατωνιστών έχει ήδη γίνει λόγος αλλού. Εδώ αρκεί να προστεθεί ότι, ακριβώς παραπέμποντας στα λόγια του Jaeger, ακόμη και ο Gigon, παρά τον ριζικό σκεπτικισμό του, κατέληξε να παραδεχθεί ότι σε αυτή τη θέση «υπάρχει αναμφίβολα κάτι αληθινό». Και, αφού σημειώνει ότι όλοι οι Σωκρατικοί συμφωνούν στο να αποδίδουν στον Σωκράτη την ανακάλυψη της προσωποκεντρικής διάστασης της ψυχής, φτάνει μάλιστα στο σημείο να υποστηρίξει ότι ίσως αυτός να ήταν ο λόγος για τον οποίο οι Σωκρατικοί επέλεξαν τον Σωκράτη (και όχι κάποια άλλη μορφή στοχαστή) ως ήρωα της φιλοσοφικής τους παράδοσης.

Όπως είναι κατανοητό, ο μελετητής εξαναγκάζεται στη συνέχεια, από τις απαιτήσεις της ίδιας του της θέσης, να περιορίσει απότομα —έστω και με την επιδεξιότητα εκείνου που γνωρίζει να χειρίζεται άριστα τα εργαλεία του επαγγέλματός του— την εμβέλεια των ίδιων του των ισχυρισμών. Γι’ αυτό καταλήγει ότι, κατά τη γνώμη του, η σωκρατική ανακάλυψη δεν υπήρξε παρά ένας απλός «παρορμητικός σπινθήρας», στον οποίο δεν μπορεί να αποδοθεί παρά ένα μετριοπαθές φιλοσοφικό βάρος. Ωστόσο, πέρα από τις πεπεισμένες αναγνωρίσεις όλων των άλλων μελετητών, πρέπει να προστεθεί και αυτή η έγκυρη παραδοχή, η οποία μας φαίνεται τόσο πιο σημαντική όσο συνιστά το μοναδικό άνοιγμα που ο ελβετός φιλόλογος αφήνει, σε ολόκληρο το βιβλίο του, προς την κατεύθυνση μιας «φιλοσοφίας του Σωκράτη».

Σε κάθε περίπτωση, είναι πλέον σαφές ότι πάρα πολλοί μελετητές, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, έχουν αποδώσει αξιοπιστία σε αυτή την ερμηνεία και ότι, μάλιστα, ορισμένοι από αυτούς διέκριναν τη μεθοδολογική της γονιμότητα στη σημερινή φάση του σωκρατικού ζητήματος (Gigon, Sokrates, σ. 40:
«Είναι λοιπόν πράγματι θεμιτό να διακρίνει κανείς στην παιδευτική προτροπή προς τους ανθρώπους να μη λησμονούν την ψυχή τους κάτι σαν τον αρχικό σωκρατικό παρορμητικό πυρήνα. Θα μπορούσε αυτός ο παρορμητικός πυρήνας να εξηγήσει γιατί οι Σωκρατικοί επέλεξαν ακριβώς τον Σωκράτη και όχι κάποια άλλη μορφή στοχαστή ως ήρωα των λογοτεχνικών τους δημιουργημάτων. Αλλά δεν πρόκειται για κάτι περισσότερο από έναν παρορμητικό πυρήνα. Δεν πρόκειται για φιλοσοφική διδασκαλία, όπως ακριβώς και οι συνομιλίες του Σόλωνα με τον Κροίσο στον Ηρόδοτο δεν αποτελούν φιλοσοφικές διδασκαλίες. Φιλοσοφικές διδασκαλίες εμφανίζονται μόνον στους Σωκρατικούς, και μάλιστα σχεδόν τόσες όσοι είναι και οι ίδιοι οι Σωκρατικοί».


Πρβλ. R. Hackforth, Great Thinkers, 1, Socrates, στο «Philosophy», 8 (1933), σσ. 259-272· H. Kuhn, Sokrates, σσ. 119-142· Pato

ka, Remarques sur le problème de Socrate, σσ. 212-213· M. Pohlenz, L’uomo greco, Firenze 1962, σσ. 26, 52, 116 κ.ε.· R. Mondolfo, Moralisti greci. La coscienza morale da Omero a Epicuro, Milano–Napoli 1960, σσ. 65 κ.ε.· Ch. Werner, La philosophie grecque, Paris 1962, σσ. 46-49· N. Gulley, The Philosophy of Socrates, London–New York 1968, σσ. 192-200· L. Montoneri, Il problema del male nella filosofia di Platone, Padova 1968, σσ. 105-113· D. B. Claus, Psyche. A Study in the Language of the Self before Plato, Yale University 1969, σσ. 255-262, όπου γίνεται λόγος για μια «substantial case for Socratic interest in the psyché» (δεν κατέστη δυνατό να συμβουλευτούμε την επανέκδοση του έργου: Toward the Soul. An Inquiry into the Meaning of Psyche before Plato, New Haven 1981).

Οι ακόλουθοι μελετητές εκτίμησαν ακόμη περισσότερο τη γονιμότητα αυτής της προσέγγισης: Havelock, Cultura orale, σσ. 161-162· W. K. C. Guthrie, Socrates, Cambridge 1971, σσ. 147-164, από όπου παραθέτουμε το εξής χωρίο:
«Με λίγα λόγια, αυτό που ο Σωκράτης σκεφτόταν για την ανθρώπινη psyché ήταν ότι αυτή αποτελεί το αληθινό εγώ. Ο ζωντανός άνθρωπος είναι η psyché, ενώ το σώμα […] δεν είναι παρά το σύνολο των εργαλείων ή οργάνων που χρησιμοποιεί προκειμένου να ζει» (σ. 149)· Reale, Storia della filosofia antica, τόμ. I, σσ. 287-381, ο οποίος, με αφετηρία τη σωκρατική ανακάλυψη της προσωποκεντρικής διάστασης της ψυχής, προχώρησε σε μια νέα ανασυγκρότηση της σωκρατικής σκέψης. Του ίδιου συγγραφέα βλ. επίσης το σχόλιο στο έργο του Πλάτωνα, Φαίδων, Brescia 1995¹⁷, σσ. 20-21.)

Από αυτές τις σκέψεις προκύπτουν οι δύο βασικοί στόχοι της παρούσας μελέτης:

1) Να επανεπιβεβαιωθεί η εγκυρότητα της τελευταίας θέσης των πλατωνιστών του St. Andrews, παρουσιάζοντάς την όχι μόνο στο επίπεδο της διαίσθησης ή της απλής διατύπωσης —όπως έπραξαν οι μελετητές που αναφέραμε— αλλά ελέγχοντάς την και εμβαθύνοντάς την μέσω μιας αναλυτικής επανεξέτασης των πηγών, όπως μέχρι σήμερα δεν έχει επιχειρηθεί από κανέναν.

2) Να αναδειχθεί η σκέψη του Σωκράτη μέσα από ολόκληρο το σύνθετο κίνημα των ποικίλων συνιστωσών της ελληνικής κουλτούρας, σύμφωνα με την προοπτική του «πριν» και του «μετά» τον Σωκράτη, δηλαδή χωρίς να αποδίδονται προνομιακά βάρη σε κανέναν από τους παραδοσιακούς μάρτυρες της σωκρατικής διδασκαλίας και θεωρώντας τα έργα τους πρωτίστως ως τεκμήρια και εκφράσεις της κουλτούρας και της νοοτροπίας της εποχής στην οποία ανήκουν. Μάλιστα, ο Αριστοτέλης απουσιάζει εδώ εντελώς, καθώς —όπως έχουμε ήδη επισημάνει— η μη συγχρονικότητά του με τον Σωκράτη τον θέτει εκτός συζήτησης.

Και από εκθετική άποψη η ανάλυση κατανέμεται σε δύο μέρη.

Στο πρώτο θα εξετάσουμε, κατά κάποιον τρόπο, την προϊστορία της προσωποκεντρικής διάστασης της ψυχής: τη στιγμή του Ομήρου, τη θρησκευτική ορφική φάση, εκείνη της νατουραλιστικής φιλοσοφίας και, τέλος, την ποίηση και τη θεωρητική σκέψη που είναι σύγχρονες του Σωκράτη, επιχειρώντας να εντοπίσουμε τη συμβολή που αντιστοιχεί σε καθεμία από αυτές τις συνιστώσες. Θα φανεί ότι, πριν από τον 5ο αιώνα π.Χ., ο Έλληνας άνθρωπος αντιλαμβανόταν την psyché με τρόπο αντίθετο —ή κατά κύριο λόγο αντίθετο— προς τη δυτική σύλληψη. Η εξέταση της μαρτυρίας του Αριστοφάνη θα μας φέρει τελικά αντιμέτωπους με τη σωκρατική σκέψη, συλληφθείσα τόσο στην πολυπλοκότητά της όσο και στην αμεσότητα της κωμικής αναπαράστασης που απευθυνόταν στο ευρύ κοινό της Αθήνας, το οποίο γνώριζε τον Σωκράτη ως μια κάπως ιδιόρρυθμη μορφή.

Στο δεύτερο μέρος θα εξετάσουμε την πλατωνική πηγή και, ειδικότερα, τα έργα που προηγούνται της ανακάλυψης της μεταφυσικής φύσης της ψυχής, προσπαθώντας να δείξουμε ότι ακριβώς σε αυτή την πρώτη φάση πρέπει να αναζητηθούν, στην αρχική τους καθαρότητα, τα ίχνη της σωκρατικής διδασκαλίας περί psyché. Θα ακολουθήσει η ανάλυση των έργων του Ξενοφώντα και η εξέταση των αποσπασμάτων των λεγόμενων μικρών Σωκρατικών· και στις δύο περιπτώσεις θα προκύψει, με τρόπο πράγματι εντυπωσιακό ως προς την ομοφωνία και τη συνοχή των ενδείξεων, ότι το κέντρο του αρχικού σωκρατισμού υπήρξε η ιδέα της psyché ως ηθικής και διανοητικής συνείδησης του ανθρώπου και η συναφής θέση της «φροντίδας της ψυχής». Στο τελευταίο κεφάλαιο, τέλος, θα ασχοληθούμε με τους ρήτορες, με ιδιαίτερη έμφαση στον Ισοκράτη, ο οποίος αδίκως δεν έχει ποτέ ληφθεί υπόψη ως σωκρατική πηγή. Από αυτή την περαιτέρω εξέταση θα πρέπει να προκύψει με σαφήνεια ότι η ελληνική κουλτούρα προσέλαβε ακριβώς τη σωκρατική διάσταση της ψυχής και όχι τις θεωρητικές επεξεργασίες που της προσέδωσε ο Πλάτων από τον Φαίδωνα και εξής.

Σε κάθε κεφάλαιο επιχειρήσαμε να διευρύνουμε σημαντικά το τεκμηριωτικό υλικό που είχαν ήδη συγκεντρώσει οι σκωτικοί πλατωνιστές, και ιδίως ο Burnet. Με βάση αυτό μας φάνηκε σκόπιμο να τροποποιήσουμε, έστω και εν μέρει, τα συμπεράσματα αυτών των μελετητών, καθώς πειστήκαμε ότι η σωκρατική ανακάλυψη υπήρξε μεν μια πνευματική επανάσταση, αλλά περισσότερο από μια αιφνίδια ανατροπή αποτέλεσε το αποκορύφωμα μιας μακράς και βασανιστικής ιστορικής διαδικασίας. Μακριά από το να μειώνει την πρωτοτυπία του Σωκράτη, αυτή η προσέγγιση, κατά τη γνώμη μας, καθιστά τη μορφή του πιο ιστορικά ενταγμένη και τη σκέψη του πιο φυσική μέσα στο πλαίσιο της εποχής στην οποία ανήκε. Με άλλα λόγια, συμφωνούμε με τον Pohlenz ότι «ο Σωκράτης δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να φέρει στο φως της συνείδησης το συμπέρασμα προς το οποίο ασυνείδητα έτεινε η ελληνική ευαισθησία».

Τέλος Κεφαλαίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: